Birinci Mehmet και Άλλη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2006) 4 ΑΑΔ 117

(2006) 4 ΑΑΔ 117

[*117]14 Φεβρουαρίου, 2006

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

1. MEHMET BIRINCI,

2. MERAL BIRINCI,

Αιτητές,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,

Καθ’ ης η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 911/2004)

 

Ο περί Παροχής Ειδικών Χορηγιών Νόμος του 1996 (Ν.77(Ι)/96) ― Ερμηνεία ― Κατά πόσο είναι εφικτή η απόλαυση των ωφελημάτων του Νόμου από τουρκοκύπριους διαμένοντες στα κατεχόμενα.

Ο αιτητής 1, που διέμενε κατά τον ουσιώδη χρόνο στην κατεχόμενη Λευκωσία, προσέφυγε κατά της απόρριψης της αίτησής του για παροχή ειδικής χορηγίας για φοιτητές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σχετικά με τη θυγατέρα του (αιτήτρια 2).

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

Οι προϋποθέσεις του περί Παροχής Ειδικών Χορηγιών Νόμου του 1996, που θέτουν οι όροι «φοιτητής» και «μόνιμος κάτοικος» είναι αδύνατο να ελεγχθούν/διαπιστωθούν από τους καθ’ ων η αίτηση, λόγω της πραγματικής αδυναμίας διεξαγωγής ελέγχου στο κατεχόμενο μέρος της Κυπριακής Δημοκρατίας που βρίσκεται υπό την κατοχή των τουρκικών στρατευμάτων. Όπως προκύπτει επίσης από την ερμηνεία του νόμου, η αιτήτρια 2 δεν έχει αποφοιτήσει από σχολείο μέσης εκπαίδευσης εγγεγραμμένου στην Κυπριακή Δημοκρατία με προγράμματα του επιπέδου που απαιτείται από τη σχετική νομοθεσία που ρυθμίζει αυτά τα θέματα.

Οι νόμοι της Κυπριακής Δημοκρατίας αφορούν ολόκληρο το γεωγραφικό χώρο της Κύπρου και η Κυπριακή Δημοκρατία είναι η νόμι[*118]μη κυβέρνηση της Κύπρου, θέση που υιοθετήθηκε και στην απόφαση του Loizidou v. Turkey, No. 40/193/435/514, ημερ. 18.12.96 (Ε.Δ.Α.Δ.). Εκ των πραγμάτων, λόγω της παρουσίας του τουρκικού στρατού, η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας αδυνατεί να ασκήσει αποτελεσματικό έλεγχο εφαρμογής των νόμων της. Αυτός ακριβώς ήταν και ένας από τους λόγους για τον οποίο στη Συνθήκη Προσχώρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση επισυνάφθηκε το Πρωτόκολλο της 16.4.2003 – Protocol on Cyprus 16 April 2003.

Επιπλέον, οι ειδικές χορηγίες αποτελούν, κατ’ ελάχιστο, ένα μέρος από τα δημόσια βάρη του κράτους. Σύμφωνα με το Αρθρο 24.1 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας «Έκαστος υποχρεούται να συνεισφέρει εις τα δημόσια βάρη αναλόγως των δυνάμεων αυτού». Οι διάφοροι φορολογικοί νόμοι που έχουν ψηφιστεί κατ’ επιταγή της πιο πάνω συνταγματικής διάταξης είναι επίσης αδύνατο να τύχουν αποτελεσματικής εφαρμογής στο κατεχόμενο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Όπως είναι αδύνατη η επιβολή οποιασδήποτε υποχρέωσης το ίδιο καθίσταται αδύνατη και η εφαρμογή του περί Παροχής Ειδικών Χορηγιών Νόμου του 1996, Ν. 77(1)/1996. Εξάλλου, ο εν λόγω νόμος θεσπίσθηκε σε αντικατάσταση φορολογικών ελαφρύνσεων στα πλαίσια της κοινωνικής πολιτικής του κράτους προς τους φορολογούμενους πολίτες του.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενη Υπόθεση:

Loizidou v. Turkey, No. 40/193/435/514, ημερ. 18.12.1996 (E.Α.Δ.).

Προσφυγή.

Δ. Κακουλλής, για τους Αιτητές.

Λ. Ουστά, για τον Καθ’ ου η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Οι αιτητές είναι τουρκοκύπριοι. Ο πρώτος αιτητής είναι πατέρας της δεύτερης αιτήτριας και αυτός διέμενε κατά τον ουσιώδη χρόνο στην κατεχόμενη Λευκωσία. Στις 13.4.04 ο αιτητής υπέβαλε, μέσω του ελληνοκύπριου δικηγόρου του, αίτηση για παροχή ειδικής χορηγίας για φοιτητές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για το ακαδημαϊκό έτος 2003/2004 σχετικά με τη θυγατέρα του, [*119]αιτήτρια 2 η οποία, κατά το πιο πάνω ακαδημαϊκό έτος φοιτούσε σε αγγλικό πανεπιστήμιο.

Η αίτηση απορρίφθηκε και η απόφαση της διοίκησης κοινοποιήθηκε με επιστολή ημερομηνίας 23.7.2004 προς το δικηγόρο του αιτητή. Ως λόγος απόρριψης αναφέρεται το γεγονός ότι οι νόμοι της Δημοκρατίας δεν είναι δυνατό να εφαρμοστούν στα κατεχόμενα όπου κατοικούσε ο αιτητής λόγω της παρουσίας του τουρκικού κατοχικού στρατού. Η αδυναμία διεξαγωγής δέουσας έρευνας καθώς και άλλοι λόγοι που συνδέονται άμεσα με την παράνομη κατοχή εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας από τον τουρκικό στρατό, συνδέονται άμεσα με την αιτιολογία της απόφασης της διοίκησης η οποία αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

Η Βουλή των Αντιπροσώπων στις 8.4.1996 ενέκρινε ομόφωνα τροποποίηση των περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμων για παραχώρηση φορολογικών ελαφρύνσεων σε φυσικά πρόσωπα. Πέραν των φορολογικών ελαφρύνσεων (ύψους £26 εκ.), το νέο (τότε) φορολογικό σύστημα για φυσικά πρόσωπα απλοποιήθηκε σε σημαντικό βαθμό με την κατάργηση όλων των φορολογικών πιστώσεων και την αφαίρεση μέρους της κοινωνικής πολιτικής του κράτους που ασκείτο μέσω του φορολογικού συστήματος. Η ψήφιση του νόμου από τη Βουλή των Αντιπροσώπων προϋπόθετε ανάλογη δέσμευση από την Εκτελεστική Εξουσία για κατάθεση Συμπληρωματικού Προϋπολογισμού για την παραχώρηση απευθείας χορηγιών από τον Τακτικό Προϋπολογισμό έτσι ώστε το τμήμα της κοινωνικής πολιτικής που αφαιρέθηκε από το φορολογικό σύστημα να εκφραστεί από το σκέλος των δαπανών του δημοσίου. Το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε το νομοσχέδιο και στη συνέχεια ψηφίστηκε σε νόμο από τη Βουλή των Αντιπροσώπων. Στην αιτιολογική έκθεση αναφέρεται ότι σκοπός του νόμου ήταν η ρύθμιση της καταβολής ειδικών χορηγιών, σε αντικατάσταση φορολογικών ελαφρύνσεων, σε φοιτητές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης εξωτερικού, πολύτεκνες οικογένειες και τυφλούς.

Σύμφωνα με το Άρθρο 4(1)(α) του περί Παροχής Ειδικών Χορηγιών Νόμου του 1996 (όπως έχει τροποποιηθεί) με το Νόμο 77(1)/96,

«Κάθε οικογένεια που έχει τη μόνιμη διαμονή της στην Κύπρο και έχει τέκνο φοιτητή δικαιούται ειδικής χορηγίας ύψους £1.000. ............»

[*120]Το Αρθρο 2 του νόμου καθορίζει ότι ο όρος «φοιτητής»,

«Σημαίνει κύπριο πολίτη μόνιμο κάτοικο της Δημοκρατίας .............. »

και ο όρος «μόνιμος κάτοικος» σημαίνει

«πρόσωπο που κατά τη διάρκεια των τριών ετών πριν από την έναρξη των σπουδών του διέμενε στη Δημοκρατία για περίοδο τουλάχιστο 30 μηνών».

Οι προϋποθέσεις που θέτουν οι όροι «φοιτητής» και «μόνιμος κάτοικος» είναι αδύνατο να ελεγχθούν/διαπιστωθούν από τους καθ’ ων η αίτηση λόγω της πραγματικής αδυναμίας διεξαγωγής ελέγχου στο κατεχόμενο μέρος της Κυπριακής Δημοκρατίας που βρίσκεται υπό την κατοχή των τουρκικών στρατευμάτων. Το κατά πόσο δηλαδή η αιτήτρια 2 πληρούσε ή όχι τις προϋποθέσεις των πιο πάνω όρων δεν ήταν υπό τις περιστάσεις δυνατό να ελεγχθεί/διαπιστωθεί έτσι ώστε να καθίσταται δυνατή η εφαρμογή του νόμου. Το ίδιο μπορεί να λεχθεί ότι δεν μπορούσε να διαπιστωθεί κατά πόσο η οικογένεια των αιτητών είχε τη μόνιμη διαμονή της στην Κύπρο κατά τον κρίσιμο χρόνο. Όπως προκύπτει επίσης από την ερμηνεία του νόμου, η αιτήτρια 2 δεν έχει αποφοιτήσει από σχολείο μέσης εκπαίδευσης εγγεγραμμένου στην Κυπριακή Δημοκρατία με προγράμματα του επιπέδου που απαιτείται από τη σχετική νομοθεσία που ρυθμίζει αυτά τα θέματα. Προβάλλεται συναφώς η θέση ότι «το απολυτήριο» που επισυνάφθηκε στην αίτηση για παροχή ειδικής χορηγίας δεν είναι απολυτήριο που έχει δοθεί από εγγεγραμμένο σχολείο μέσης εκπαίδευσης στην Κυπριακή Δημοκρατία.

Οι καθ’ ων η αίτηση επισημαίνουν ότι λόγω της παρουσίας των στρατευμάτων κατοχής η διεξαγωγή δέουσας έρευνας προς διαπίστωση της πραγματικής διεύθυνσης του αιτητή ήταν αδύνατη. Αναφέρεται συναφώς ότι η διεύθυνση του αιτητή 1 που δηλώνεται στην αίτηση για παροχή ειδικής χορηγίας είναι διαφορετική από τη διεύθυνση της αιτήτριας 2 στην οποία στάληκε η προσφορά του πανεπιστημίου. Αναφέρεται επίσης ότι στην αίτηση αναγράφεται ως ημερομηνία έναρξης σπουδών «Sept. 2000» ενώ από την επιστολή προσφοράς του πανεπιστημίου ως χρόνος έναρξης σπουδών αναφέρεται το 2001.

Οι νόμοι της Κυπριακής Δημοκρατίας αφορούν ολόκληρο το γεωγραφικό χώρο της Κύπρου και η Κυπριακή Δημοκρατία είναι η νόμιμη κυβέρνηση της Κύπρου, θέση που υιοθετήθηκε και στην [*121]απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Loizidou v. Turkey, No. 40/193/435/514, ημερ. 18.12.96. Εκ των πραγμάτων, λόγω της παρουσίας του τουρκικού στρατού, η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας αδυνατεί να ασκήσει αποτελεσματικό έλεγχο εφαρμογής των νόμων της. Αυτός ακριβώς ήταν και ένας από τους λόγους για τον οποίο στη Συνθήκη Προσχώρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση επισυνάφθηκε το Πρωτόκολλο της 16.4.2003 – Protocol on Cyprus 16 April 2003, το οποίο μεταξύ άλλων προβλέπει,

σε μετάφραση,

«Η εφαρμογή του κεκτημένου θα ανασταλεί σ’ αυτές τις περιοχές της Κυπριακής Δημοκρατίας στις οποίες η Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο.»

Επιπλέον των πιο πάνω θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι οι ειδικές χορηγίες αποτελούν, κατ’ ελάχιστο, ένα μέρος από τα δημόσια βάρη του κράτους. Σύμφωνα με το Αρθρο 24.1 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας «Έκαστος υποχρεούται να συνεισφέρη εις τα δημόσια βάρη αναλόγως των δυνάμεων αυτού». Οι διάφοροι φορολογικοί νόμοι που έχουν ψηφιστεί κατ’ επιταγή της πιο πάνω συνταγματικής διάταξης είναι επίσης αδύνατο να τύχουν αποτελεσματικής εφαρμογής στο κατεχόμενο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Συνεπώς, όπως είναι αδύνατη η επιβολή οποιασδήποτε υποχρέωσης συνεισφοράς στα δημόσια βάρη αναλόγως των δυνάμεων των πολιτών που διαμένουν στα κατεχόμενα, όπως η περίπτωση των αιτητών ή άσκησης οποιασδήποτε εξουσίας – και άρα εφαρμογής των πιο πάνω νόμων – το ίδιο καθίσταται αδύνατη και η εφαρμογή του περί Παροχής Ειδικών Χορηγιών Νόμου του 1996, Ν. 77(1)/1996 (όπως τροποποιήθηκε). Εξάλλου, όπως έχει ήδη προαναφερθεί, ο εν λόγω νόμος θεσπίσθηκε σε αντικατάσταση φορολογικών ελαφρύνσεων στα πλαίσια της κοινωνικής πολιτικής του κράτους προς τους φορολογούμενους πολίτες του.

Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο