Παναγιώτου Χαράλαμπος Ι. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2006) 4 ΑΑΔ 470

(2006) 4 ΑΑΔ 470

[*470]26 Μαΐου, 2006

[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ Ι. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

Καθ’ ων η Αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 842/2004)

 

Διοικητικό Δίκαιο ― Γενικές αρχές ― Αρχή της καλής πίστης ― Δεν παραβιάστηκε στην κριθείσα περίπτωση.

Προσφυγή βάσει του Αρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας ― Δεν στοιχειοθετήθηκαν.

Πολεοδομία και Χωροταξία ― Ιεραρχική προσφυγή κατ’ αποφάσεως της Πολεοδομικής Αρχής ― Κατά πόσο είναι επιβεβλημένη η παροχή του δικαιώματος ακρόασης στον προσφεύγοντα.

Συνταγματικό Δίκαιο ― Δικαίωμα εργασίας, ελευθερία του συμβάλλεσθαι και αρχή της ισότητας ― Άρθρα 25, 26 και 28 του Συντάγματος ― Δεν διαπιστώθηκε οποιαδήποτε παραβίαση τους από την απόρριψη αίτησης για πολεοδομική άδεια στην κριθείσα περίπτωση.

Ο αιτητής επεδίωξε την ακύρωση της απόρριψης της ιεραρχικής προσφυγής του εναντίον της πολεοδομικής απόφασης να μην του χορηγηθεί πολεοδομική άδεια για αλλαγή χρήσης του καταστήματός του σε στεγνοκαθαριστήριο.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1. Δεν στοιχειοτετείται ότι οι καθ’ ων η αίτηση παραβίασαν την αρχή της καλής πίστης στην παρούσα υπόθεση. Το γεγονός ότι ο αιτητής παρανομούσε για πολλά χρόνια χρησιμοποιώντας το κατά[*471]στημα ως στεγνοκαθαριστήριο, δεν του δίδει δικαίωμα συνέχισης της παρανομίας.

2. Οι καθ’ ων η αίτηση δεν είχαν την υποχρέωση να διεξάγουν έρευνα ως προς τις συνέπειες εκ της λειτουργίας του στεγνοκαθαριστηρίου. Οι καθ’ ων η αίτηση εφάρμοσαν τις πρόνοιες της νομοθεσίας, σε ένα αίτημα για αλλαγή της χρήσης ακινήτου κατά παρέκκλιση του Τοπικού Σχεδίου και της Δήλωσης Πολιτικής. Με βάση τη νομολογία η έκταση της έρευνας διακρίνεται ανάλογα με το υπό διερεύνηση θέμα, επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης και είναι συνυφασμένη με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης.

    Στην παρούσα υπόθεση οι καθ’ ων η αίτηση είχαν ενώπιόν τους τις εκθέσεις και απόψεις της Πολεοδομικής Αρχής, τις απόψεις του Διευθυντή Πολεοδομίας και Οικήσεως και του Δήμου Στροβόλου, καθώς και τις θέσεις του Υπουργείου Εσωτερικών. Η έρευνα που προηγήθηκε και είχε ως αποτέλεσμα τις εκθέσεις και τις διατυπωθείσες απόψεις όλων των εμπλεκομένων, συμπεριλαμβανομένου και του αιτητή, ήταν επαρκής κάτω από τις περιστάσεις της υπόθεσης.

3. Περαιτέρω οι αιτιάσεις του αιτητή για ανεπάρκεια της αιτιολογίας δεν ευσταθούν. Οι καθ’ ων η αίτηση απέρριψαν την ιεραρχική προσφυγή για τους ίδιους λόγους που η Πολεοδομική Αρχή έπραξε το ίδιο. Η αιτιολογία κατά συνέπεια είναι δεδομένη και συμπληρώνεται από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου. Η μομφή περαιτέρω που προσάπτει στους καθ’ ων η αίτηση (Υπουργική Επιτροπή) ότι ενήργησαν ως «σφραγίδα» σε ό,τι αποφάσισε η Πολεοδομική Αρχή, κρίνεται ως ανεδαφική και απορριπτέα. Οι καθ’ ων η αίτηση με την υιοθέτηση της απόφασης της Πολεοδομικής Αρχής δεν σημαίνει ότι δεν διεξήγαγαν δέουσα έρευνα και δεν έδωσαν την δέουσα αιτιολογία.

4. Ο περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμος (Ν. 90/72) δεν δίδει δικαίωμα ακρόασης στον αιτητή σχετικά με την εξέταση της Ιεραρχικής Προσφυγής. Ο αιτητής υποβάλλει εγγράφως την Ιεραρχική Προσφυγή του και, χωρίς κανένα περιορισμό, δύναται να υποστηρίξει εκτενώς τους λόγους που την υποστηρίζουν. Ο Κανονισμός 7(4) των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Αιτήσεις και Ιεραρχικές Προσφυγές) Κανονισμών του 1990 επιτρέπει στην Υπουργική Επιτροπή «αν το κρίνει σκόπιμο» να ακούσει τον ενδιαφερόμενο. Κατά συνέπεια δεν επιβάλλεται υποχρέωση στην Υπουργική Επιτροπή να ακούσει τον αιτητή σε τέτοιας φύσεως υπόθεση, πριν καταλήξει στην απόφασή της.

5. Το υπό εξέταση θέμα αφορούσε τη δυνατότητα χορήγησης πολεοδο[*472]μικής άδειας για αλλαγή, κατά παρέκκλιση, χρήση καταστήματος σε στεγνοκαθαριστήριο, ζήτημα που είναι άσχετο προς τα δύο, ατομικά δικαιώματα που προστατεύονται από τα Άρθρα 25 και 26 του Συντάγματος.

6. Περαιτέρω ο αιτητής ισχυρίζεται ότι οι καθ’ ων η αίτηση με την επίδικη απόφαση τους παραβίασαν την αρχή της ισότητας, όπως προστατεύεται από το Άρθρο 28 του Συντάγματος. Εάν υποτεθεί, και αυτό προκύπτει από τα ισχυριζόμενα από τον αιτητή, ότι τέσσερα άλλα στεγνοκαθαριστήρια λειτουργούν στην περιοχή παράνομα, τότε η απάντηση είναι ότι δεν μπορεί να υπάρξει ισότητα στην παρανομία.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Δημοκρατία κ.ά. v. Παντζαρή-Ελισσαίου κ.ά. (2003) 3 Α.Α.Δ. 168,

Σιμιλλίδης v. Δημοκρατίας (1998) 4 Α.Α.Δ. 43,

Δημοτικό Συμβούλιο Λάρνακας κ.ά. v. Mobil Oil (Cyprus) Ltd. κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 294,

Χριστοδούλου κ.ά. v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 266/97, ημερ. 25.11.1998,

Δημητριάδη κ.ά. v. Υπουργικού Συμβουλίου κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 85.

Προσφυγή.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Μ. Χατζηγεωργίου, για τους Καθ’ων η Αίτηση.

Cur. adv. vult.

KPONIΔHΣ, Δ.: Ο αιτητής είναι ιδιοκτήτης ενός καταστήματος στην οδό Αρμενίας, στο Στρόβολο. Σύμφωνα με το Τοπικό Σχέδιο Λευκωσίας, το κατάστημα, που είναι κτισμένο στο Τεμάχιο 230, Φ/Σχ. ΧΧΙ/54.Ε2, εμπίπτει στη Ζώνη ΚΓ3 που προνοεί αποκλειστική χρήση γραφείων και κατοικίας.

Ο αιτητής χρησιμοποιεί το εν λόγω κατάστημα από το 1987 ως στεγνοκαθαριστήριο χωρίς οποιαδήποτε άδεια από την αρμόδια αρχή.

[*473]Στις 22.11.2003 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για χορήγηση πολεοδομικής άδειας για αλλαγή χρήσης του καταστήματος σε στεγνοκαθαριστήριο. Το κατάστημα αυτό βρίσκεται στο ισόγειο εξαόροφης πολυκατοικίας, η οποία καλύπτεται με σχετικές άδειες οικοδομής και πιστοποιητικό τελικής έγκρισης του 1986. Η πολυκατοικία περιλαμβάνει 3 καταστήματα με μεσοπάτωμα, υπόστεγο χώρο στάθμευσης στο ισόγειο και 10 διαμερίσματα στους ορόφους.

Η Πολεοδομική Αρχή απέρριψε την αίτηση του αιτητή στις 28.3.2003 αναφέροντας τα εξής ως λόγους για την απόρριψή της:-

«Το τεμάχιο βρίσκεται στη ζώνη ΚΓ3 του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας η οποία προνοεί ως κύρια χρήση την κατοικία και τα Γραφεία. (Παράγραφος 8.7.6 και Παράγραφος 10.18.1 του Αναθεωρημένου Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας το 1996 και 2003 αντίστοιχα).

Στην παρούσα περίπτωση δεν μπορούν να έχουν εφαρμογή οι Πρόνοιες της Παρ. 6.2 των Γενικών Προνοιών Πολιτικής, Παράρτημα Β (Αναθεώρηση 1996 και 2003) γιατί η προτεινόμενη χρήση δεν θεωρείται περισσότερο επιθυμητή ή Πολεοδομικά σκόπιμη.»

Εναντίον της απορριπτικής απόφασης της Πολεοδομικής Αρχής ο αιτητής υπέβαλε στις 6.5.2003 Ιεραρχική Προσφυγή θεωρώντας ότι η εν λόγω απόφαση ήταν εσφαλμένη επειδή το κατάστημα λειτουργούσε, κατ’ αυτόν, νόμιμα ως καθαριστήριο από το 1987 πριν την εφαρμογή της πολεοδομικής νομοθεσίας και σε κύριο δρόμο που λειτουργούν και άλλα καθαριστήρια.

Το Υπουργείο Εσωτερικών ζήτησε και εξασφάλισε τις απόψεις της Πολεοδομικής Αρχής η οποία σε σχετική έκθεση της αιτιολόγησε την προσβαλλόμενη απόφαση της, τις απόψεις του Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως ο οποίος συμφωνούσε με τις απόψεις της Πολεοδομικής Αρχής και εισηγήθηκε την απόρριψη της Ιεραρχικής Προσφυγής καθώς και τις απόψεις του Δήμου Στροβόλου. Ο τελευταίος εισηγήθηκε την αποδοχή της Ιεραρχικής Προσφυγής για μόνο το λόγο ότι το κατάστημα λειτουργούσε πριν από την εφαρμογή του περί Πολεοδομίας και Χωρομετρίας Νόμου. Το Υπουργείο Εσωτερικών, αφού μελέτησε τις πιο πάνω εκθέσεις, ετοίμασε σχετικό Σημείωμα αρ. 52/27 για την Υπουργική Επιτροπή, στις 21.4.2004, το οποίο διαβίβασε στα μέλη της. Το Σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών εισηγήθηκε στην Υπουργική Επιτροπή την απόρριψη της Ιεραρχικής Προσφυγής του αιτητή, σύμφωνα με τις [*474]πρόνοιες του Αρθρου 31 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου.

Η αρμόδια Υπουργική Επιτροπή σε συνεδρία της, στις 14.5.2004, αποφάσισε να απορρίψει την Ιεραρχική Προσφυγή για τους ίδιους λόγους που επικαλέσθηκε η Πολεοδομική Αρχή στην απορριπτική της απόφαση. Η σχετική απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής έχει ως εξής:-

«Η Επιτροπή μελέτησε το Σημείωμα αρ. 52/27 του Υπουργείου Εσωτερικών, και αφού εξέτασε τα πραγματικά γεγονότα και νομικά χαρακτηριστικά που σχετίζονται με την υποβληθείσα πολεοδομική αίτηση, την απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής καθώς και τους λόγους που επικαλείται ο αιτητής, αποφάσισε, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Αρθρου 31 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, να απορρίψει την Ιεραρχική Προσφυγή, για τους λόγους για τους οποίους η Πολεοδομική αρχή απέρριψε την αίτηση και αναφέρονται στις σχετικές πρόνοιες/πολιτικές του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας οι οποίες δεν έχουν εφαρμογή στη συγκεκριμένη περίπτωση.»

Εναντίον της πιο πάνω απόφασης ο αιτητής καταχώρησε την παρούσα προσφυγή με την οποία ζητά:-

«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ’ων η αίτηση η οποία στάληκε με επιστολή ημερ. 16.6.2004 την οποία ο αιτητής έλαβε γνώση κατά τις 22.6.2004 και με την οποίαν απέρριψαν την Ιεραρχική Προσφυγή του που υπέβαλε σύμφωνα με το Νόμο κατά της απόφασης της Πολεοδομικής Αρχής ν’ απορρίψει την αίτηση του ΛΕΥ/0128/2003 για εξασφάλιση Πολεοδομικής άδειας ειδικά ως στεγνοκαθαριστήριο στην ακίνητη ιδιοκτησία του που ευρίσκεται στο τεμάχιο 230 Φ/Σχ. ΧΧ1/54 Ε2 στο Στρόβολο, είναι άκυρη, παράνομη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα.»

Ως πρώτο λόγο ακύρωσης ο αιτητής προβάλλει παραβίαση της αρχής της καλής πίστης αφού, όπως ισχυρίζεται, μετά από πολλά χρόνια απρόσκοπτης λειτουργίας της επιχείρησης του στεγνοκαθαριστηρίου, οι καθ’ ων η αίτηση αρνούνται τη συνέχισή της. Ο ευπαίδευτος δικηγόρος του αιτητή προτείνει ότι οι καθ’ ων η αίτηση, «δέσμιοι του παραπόνου» που υπέβαλαν στο Δήμο Στροβόλου οι ένοικοι της πολυκατοικίας, και παραβιάζοντας την αρχή της καλής πίστης, απέρριψαν την αίτηση του για πολεοδομική άδεια χωρίς να λάβουν υπόψη ότι για πολλά χρό[*475]νια ήταν σε λειτουργία η επιχείρηση του στο επίδικο κατάστημα.

Ο λόγος αυτός δεν ευσταθεί. Οι καθ’ ων η αίτηση, όπως και η Πολεοδομική Αρχή, είχαν ενώπιόν τους την Ιεραρχική Προσφυγή καθώς και όλες τις εκθέσεις και απόψεις των αρμοδίων φορέων. Είχαν επίσης ενώπιον τους όλα τα γεγονότα που περιέβαλλαν την υπόθεση. Οι καθ’ ων η αίτηση έκριναν την Ιεραρχική προσφυγή του αιτητή με βάση τα ενώπιόν τους γεγονότα και σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. Δεν έχω πεισθεί ότι οι καθ’ ων η αίτηση παραβίασαν την αρχή της καλής πίστης στην παρούσα υπόθεση. Το γεγονός ότι ο αιτητής παρανομούσε για πολλά χρόνια χρησιμοποιώντας το κατάστημα ως στεγνοκαθαριστήριο δεν του δίδει δικαίωμα συνέχισης της παρανομίας.

Περαιτέρω ο αιτητής ισχυρίζεται ότι οι καθ’ ων η αίτηση περιέπεσαν σε πλάνη περί τα γεγονότα, αφού υπέθεταν ότι ο Δήμος Στροβόλου εισηγήθηκε την απόρριψη της Ιεραρχικής Προσφυγής ενώ το ορθό ήταν το αντίθετο. Οι ισχυρισμοί αυτοί είναι λανθασμένοι. Ουδέποτε οι καθ’ων η αίτηση αλλά και πρωθύστερα ούτε η Πολεοδομική Αρχή υπέθεσαν ένα τέτοιο γεγονός. Αντίθετα η εισήγηση του Δήμου Στροβόλου ήταν ενώπιόν τους. Μάλιστα στην έκθεση της Πολεοδομικής Αρχής προς την Υπουργική Επιτροπή ρητά αναφέρεται η θέση του Δήμου Στροβόλου.

Προβάλλει ακόμα, ως λόγο ακύρωσης, ο αιτητής ότι οι καθ’ων η αίτηση δεν διεξήγαγαν δέουσα έρευνα με συνέπεια να μην αιτιολογήσουν δεόντως την επίδικη απόφαση.

Ως προς τη δέουσα έρευνα υποβάλλουν ότι αυτό που περέλειψαν οι καθ’ων η αίτηση ήταν αν πράγματι η λειτουργία του στεγνοκαθαριστηρίου προκαλούσε οχληρία στους ενοίκους της πολυκατοικίας από τους οποίους προηγήθηκε το παράπονο προς το Δήμο Στροβόλου.

Είμαι της γνώμης ότι οι καθ’ων η αίτηση δεν είχαν την υποχρέωση αυτή να διεξάγουν έρευνα ως προς τις συνέπειες εκ της λειτουργίας του στεγνοκαθαριστηρίου. Οι καθ’ων η αίτηση εφάρμοσαν τις πρόνοιες της νομοθεσίας σε ένα αίτημα για αλλαγή της χρήσης ακινήτου κατά παρέκκλιση του Τοπικού Σχεδίου και της Δήλωσης Πολιτικής. Με βάση τη νομολογία η έκταση της έρευνας διακρίνεται ανάλογα με το υπό διερεύνηση θέμα, επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης και είναι συνυφασμένη με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Στην υπόθεση Δημοκρατία κ.ά. v. Παντζαρή-Ελισσαίου κ.ά. (2003) 3 Α.Α.Δ. [*476]168, αναφέρονται τα εξής στη σελίδα 176:-

«Οι αρχές του διοικητικού δικαίου υπαγορεύουν τη διεξαγωγή έρευνας με σκοπό τη διαπίστωση όλων των ουσιωδών γεγονότων. Ωστόσο η έκταση, ο τρόπος και η διαδικασία που θα ακολουθηθεί ποικίλλει ανάλογα με το υπό εξέταση ζήτημα, ανάγεται δε στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης (Δημοκρατία κ.ά. v. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας v. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270 και Nicolaou v. Minister of Interior a.o. (1974) 3 C.L.R. 189). Η μορφή της έρευνας είναι συνυφασμένη με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Η τελική εκτίμηση των γεγονότων και η λήψη της σχετικής απόφασης αποτελεί καθήκον και υποχρέωση του αρμοδίου οργάνου. Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν βάση για ασφαλή συμπεράσματα (Βλ. Ζάμπογλου, πιο πάνω). Η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται (Βλ. Motorways Ltd. v. Yπουργού Oικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447).»

Στην παρούσα υπόθεση οι καθ’ων η αίτηση είχαν ενώπιον τους τις εκθέσεις και απόψεις της Πολεοδομικής Αρχής, τις απόψεις του Διευθυντή Πολεοδομίας και Οικήσεως και του Δήμου Στροβόλου, καθώς και τις θέσεις του Υπουργείου Εσωτερικών. Η έρευνα που προηγήθηκε και είχε ως αποτέλεσμα τις εκθέσεις και τις διατυπωθείσες απόψεις όλων των εμπλεκομένων συμπεριλαμβανομένου και του αιτητή, ήταν επαρκής κάτω από τις περιστάσεις της υπόθεσης. Σχετική είναι η απόφαση Σιμιλλίδης v. Δημοκρατίας (1998) 4 A.A.Δ. 43, όπου αναφέρονται τα εξής:-

«Μου φαίνεται πως αιτητής για πολεοδομική άδεια δεν μπορεί να έχει έννομη δυνατότητα διεκδίκησης παρέκκλισης από το Τοπικό Σχέδιο. Η ενδεχόμενη εισήγηση της Πολεοδομικής Αρχής για παρέκκλιση και η πιθανή έκδοση πολεοδομικής άδειας από την Υπουργική Επιτροπή κατά παρέκκλιση, δυνάμει του Αρθρου 26(3), είναι επιτρεπτή μόνο σε «έκτακτες και δικαιολογημένες προς το δημόσιο συμφέρον περιπτώσεις» και δεν βλέπω πως θα ενομιμοποιείτο αιτητής να στηρίξει ατομικές του αξιώσεις, εκ προοιμίου έκνομες ως παραβιάζουσες το Τοπικό Σχέδιο, κατ’ επίκληση του δημοσίου συμφέροντος. Δεν χρειάζεται όμως να επεκταθώ παρά το ότι η ιεραρχική προσφυγή του αιτητή πράγματι είχε στη βάση της την άποψη πως κακώς η Υπουργική Επιτροπή δεν ενέκρινε την παρέκκλιση. Είδαμε ότι τα επιχειρήματα που αναπτύχθηκαν ενώπιόν μου, αφορούν στο Αρθρο 31. Όπως [*477]υποστηρίχθηκε, ανεξάρτητα από τα προηγηθέντα, η Υπουργική Επιτροπή είχε, δυνάμει του, διακριτική εξουσία να εγκρίνει παρέκκλιση κατ’ αναλογία προς το Αρθρο 26(3).

Δεν μπορώ να συμφωνήσω. Τις εξουσίες επί του προκειμένου τις καθορίζει το Αρθρο 31(2). Το Υπουργικό Συμβούλιο (εδώ η Υπουργική Επιτροπή) μπορεί να επιτρέψει ή απορρίψει την ιεραρχική προσφυγή ή να ακυρώσει ή τροποποιήσει την απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής ή, ακόμα, και να επιληφθεί της αίτησης «ως εάν αύτη είχε το πρώτον υποβληθεί εις τούτο». Αυτά δεν μπορούν να ερμηνευθούν ως παρέχοντα τέτοια εξουσία στο Υπουργικό Συμβούλιο αφού, όπως ήδη ανέφερα, δυνάμει των ρητών διατάξεων του Αρθρου 26(3) που ρυθμίζει ειδικά τις προϋποθέσεις έγκρισης παρέκκλισης, προαπαιτείται εισήγηση προς τούτο από την Πολεοδομική Αρχή.»

Περαιτέρω οι αιτιάσεις του αιτητή για ανεπάρκεια της αιτιολογίας δεν ευσταθούν. Οι καθ’ ων η αίτηση απέρριψαν την ιεραρχική προσφυγή για τους ίδιους λόγους που η Πολεοδομική Αρχή έπραξε το ίδιο. Η αιτιολογία κατά συνέπεια είναι δεδομένη και συμπληρώνεται από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου. Η μομφή περαιτέρω που προσάπτει στους καθ’ων η αίτηση (Υπουργική Επιτροπή) ότι ενήργησαν ως «σφραγίδα» σε ό,τι αποφάσισε η Πολεοδομική Αρχή κρίνεται ως ανεδαφική και απορριπτέα. Οι καθ’ ων η αίτηση με την υιοθέτηση της απόφασης της Πολεοδομικής Αρχής δεν σημαίνει ότι δεν διεξήγαγαν δέουσα έρευνα και δεν έδωσαν την δέουσα αιτιολογία. (Βλέπε: Δημοτικό Συμβούλιο Λάρνακας κ.ά. v. Mobil Oil (Cyprus) Ltd. κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 294).

Ισχυρίζεται περαιτέρω ο αιτητής ότι οι καθ’ων η αίτηση παραβίασαν τους κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης γιατί του στέρησαν το δικαίωμα της ακρόασης.

Ο περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμος (Ν. 90/72) δεν δίδει δικαίωμα ακρόασης στον αιτητή σχετικά με την εξέταση της Ιεραρχικής Προσφυγής. Ο αιτητής υποβάλλει εγγράφως την Ιεραρχική Προσφυγή του και, χωρίς κανένα περιορισμό, δύναται να υποστηρίξει εκτενώς τους λόγους που την υποστηρίζουν. Ο Κανονισμός 7(4) των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Αιτήσεις και Ιεραρχικές Προσφυγές) Κανονισμών του 1990 επιτρέπει στην Υπουργική Επιτροπή «αν το κρίνει σκόπιμο» να ακούσει τον ενδιαφερόμενο. Κατά συνέπεια δεν επιβάλλεται υποχρέωση στην Υπουργική Επιτροπή να ακούσει τον αιτητή σε τέτοιας φύσεως υπόθεση, πριν καταλήξει στην απόφαση της. (Βλέπε Χριστοδούλου κ.ά. v. Δημοκρα[*478]τίας, Υπόθ. Αρ. 266/97, ημερ. 25.11.1998 και Δημητριάδη κ.ά. v. Υπουργικού Συμβουλίου κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 85, όπου στη σελίδα 104 αναφέρεται ότι «η παροχή ευκαιρίας στον επηρεαζόμενο να ακουστεί δεν αποτελεί, όπως υποστήριξαν οι καθ’ ων η αίτηση, προϋπόθεση ή ενέργεια η οποία επιβάλλεται από τους κανόνες της χρηστής διοίκησης για τη σύννομη άσκηση της εξουσίας –.»).

Τέλος ο αιτητής προβάλλει ισχυρισμούς ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει τα Άρθρα 25, 26 και 28 του Συντάγματος.

Παρατηρώ ότι ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή στην αγόρευση του δεν αναπτύσσει σε έκταση τα θέματα που προβάλλει ούτε πώς δικαιολογεί τους ισχυρισμούς, σε συνάρτηση πάντοτε προς τα γεγονότα, ότι η επίδικη απόφαση αποστερεί από τον αιτητή τα ατομικά δικαιώματα της «εργασίας» και του «ελευθέρως συμβάλλεσθαι», κατά παράβαση των Άρθρων 25 και 26 του Συντάγματος. Το υπό εξέταση θέμα αφορούσε τη δυνατότητα χορήγησης πολεοδομικής άδειας για αλλαγή, κατά παρέκκλιση, χρήση καταστήματος σε στεγνοκαθαριστήριο, ζήτημα που είναι άσχετο προς τα δύο, πιο πάνω, ατομικά δικαιώματα που προστατεύονται από τα Άρθρα 25 και 26 του Συντάγματος.

Περαιτέρω ο αιτητής ισχυρίζεται ότι οι καθ’ ων η αίτηση με την επίδικη απόφασή τους παραβίασαν την αρχή της ισότητας όπως προστατεύεται από το Άρθρο 28 του Συντάγματος. Ισχυρίζεται ο αιτητής ότι στην ίδια περιοχή λειτουργούν άλλα τέσσερα στεγνοκαθαριστήρια. Δεν προσδιορίζονται πού ευρίσκονται αυτά τα τέσσερα στεγνοκαθαριστήρια, αν λειτουργούν νόμιμα ή παράνομα, αν έτυχαν παρέκκλισης ή όχι. Δεν προσδιορίζεται ακόμα αν η περιοχή που λειτουργούν αυτά υπάγεται στην ίδια ζώνη όπως το επίδικο κατάστημα. Ενόψει της απουσίας γεγονότων αναγκαίων για την έκφραση γνώμης και απόφασης επί του θέματος, ο λόγος αυτός απορρίπτεται λόγω μη εξειδίκευσης του από τον αιτητή. Εάν υποτεθεί, και αυτό προκύπτει από τα ισχυριζόμενα από τον αιτητή, ότι τα τέσσερα στεγνοκαθαριστήρια λειτουργούν παράνομα, τότε η απάντηση είναι ότι δεν μπορεί να υπάρξει ισότητα στην παρανομία.

Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο