(2006) 4 ΑΑΔ 671
[*671]28 Ιουλίου, 2006
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
NAASAN SAIEDI,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
Καθ’ ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1241/2006)
Αλλοδαποί ― Απέλαση ― Κατά πόσο στοιχειοθετείται δικαίωμα του αλλοδαπού συζύγου Κυπρίου πολίτη να παραμένει στη Δημοκρατία βάσει του περί Ελεύθερης Διακίνησης και Διαμονής των Υπηκόων των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους Νόμου του 2003 (Ν.92(Ι)/03) ― Άρθρα 4 και 15 του Νόμου ― Ερμηνεία υπό το φως του ευρωπαϊκού κοινοτικού δικαίου και της αρχής της ισότητας.
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Αίτηση για προσωρινό διάταγμα αναστολής εκτέλεσης της προσβαλλόμενης απόφασης ― Η αίτηση έγινε δεκτή στην κριθείσα περίπτωση, λόγω έκδηλης παρανομίας των επίδικων πράξεων.
Ο αιτητής με ενδιάμεση μονομερή αίτησή του, ζήτησε την αναστολή εκτέλεσης των διαταγμάτων κράτησης και απέλασής του, τα οποία ήταν τα προσβαλλόμενα με την προσφυγή.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, εγκρίνοντας την αίτηση, αποφάσισε ότι:
1. Ο αιτητής υποστηρίζει ότι έχει δικαίωμα παραμονής στην Κύπρο, βάσει των προνοιών του περί Ελεύθερης Διακίνησης και Διαμονής των Υπηκόων των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής [*672]Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους, Νόμο του 2003, Ν.92(Ι)/2003.
Τόσο σύμφωνα με το Αρθρο 4, όσο και με το Αρθρο 15 του Νόμου, οι υπήκοοι κρατών μελών που είναι εγκατεστημένοι ή επιθυμούν να εγκατασταθούν στη Δημοκρατία, έχουν δικαίωμα ελεύθερης διακίνησης και διαμονής. Το ίδιο δικαίωμα εγκατάστασης στη Δημοκρατία έχουν, ανεξάρτητα από την ιθαγένειά τους, ο σύζυγος και τα κάτω των 21 ετών τέκνα τους.
Οι καθ’ ων η αίτηση υποστηρίζουν ότι ο αιτητής βάσει του Νόμου μπορεί να διακινηθεί και διαμείνει μαζί με τη σύζυγό του, νόμιμα, σε οιανδήποτε άλλη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πλην της Κύπρου.
Το δικαίωμα του αιτητή βασίζεται στο δικαίωμα που παρέχεται από το Νόμο στους συγγενείς υπηκόων κρατών μελών της Ένωσης να διαμένουν μαζί τους σε οποιοδήποτε κράτος μέλος. Καθαρά για σκοπούς ίσης αντιμετώπισης των κυπρίων πολιτών με τους υπηκόους των λοιπών κρατών μελών, δεν μπορεί παρά να γίνει δεκτό ότι τα δικαιώματα που έχουν οι συγγενείς των υπηκόων όλων των άλλων κρατών μελών παρέχονται και στους συγγενείς των κυπρίων. Η πιο πάνω αντιμετώπιση είναι ανεξάρτητη τυχόν επιχειρημάτων για παραβίαση του δικαιώματος για οικογενειακή ζωή. Τα εκδοθέντα διατάγματα κράτησης και απέλασης του αιτητή είναι συνεπώς αποτέλεσμα προφανούς παρανομίας, αφού παραβιάζονται οι πρόνοιες συγκεκριμένου Νόμου.
2. Μια τέτοια κατάληξη θα πρέπει να προσεγγίζεται με μεγάλη προσοχή, γιατί δυνατόν να ισοδυναμεί με έκδοση απόφασης επί της ουσίας. Η προφανής παρανομία υποδηλώνει τις περιπτώσεις όπου η παραβίαση είναι οφθαλμοφανής, χωρίς να χρειάζεται η διερεύνηση αντιφατικών γεγονότων.
3. Εκδίδεται διάταγμα όπως η παράγραφος Α της αίτησης, με έξοδα εναντίον των καθ’ ων η αίτηση.
Διαταγή ως ανωτέρω.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Ιωάννου v. Δημοκρατίας (2003) 4 A.A.Δ. 273,
Frangos a.o. v. Minister of Interior a.o. (1982) 3 C.L.R. 53.
[*673]Προσφυγή.
Δ. Ζαβαλλής, για τον Αιτητή.
Χρ. Κυθρεώτου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η Αίτηση.
Cur. adv. vult.
NIKOΛAΪΔHΣ, Δ.: Ο αιτητής που είναι Σύρος υπήκοος, αφήχθηκε στη Δημοκρατία την 29.11.2001, οπότε και του παραχωρήθηκε προσωρινή άδεια παραμονής ως επισκέπτης. Η άδεια έληξε στις 6.12.2001. Έκτοτε παραμένει στη Δημοκρατία παράνομα. Την 1.12.2005 τέλεσε γάμο με την ελληνοκύπρια Ελένη Κωνσταντίνου και λίγες μέρες αργότερα ζήτησε άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας ως σύζυγος κυπρίας υπηκόου. Το αίτημά του απορρίφθηκε με απόφαση της Διευθύντριας του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, ημερ. 13.2.2006 και του ζητήθηκε να διευθετήσει την αναχώρησή του. Στις 30.6.2006 συνελήφθη δυνάμει διατάγματος κράτησης και απέλασης.
Ο αιτητής καταχώρησε προσφυγή με την οποία προσβάλλει την απόφαση των καθ’ ων η αίτηση να απορρίψουν το αίτημά του για χορήγηση άδειας παραμονής, αλλά και τα διατάγματα κράτησης και απέλασής του. Καταχωρήθηκε επίσης και η παρούσα μονομερής αίτηση με την οποία αξιώνεται αναστολή της εκτέλεσης των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης του αιτητή, μέχρι την τελική ακρόαση και αποπεράτωση της προσφυγής.
Ο αιτητής υποστηρίζει ότι έχει δικαίωμα παραμονής στην Κύπρο βάσει των προνοιών του περί Ελεύθερης Διακίνησης και Διαμονής των Υπηκόων των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους, Νόμο του 2003, Ν.92(Ι)/2003. Ο νόμος αυτός διασφαλίζει το δικαίωμα ελεύθερης διακίνησης και διαμονής υπηκόων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των μελών της οικογένειάς τους, είτε για άσκηση μισθωτής δραστηριότητας, είτε για ελεύθερη παροχή υπηρεσιών. Το δικαίωμα αυτό επεκτείνεται ακόμα και σε άτομα που έχουν παύσει την επαγγελματική τους δραστηριότητα.
Τόσο σύμφωνα με το Αρθρο 4, όσο και με το Αρθρο 15, οι υπήκοοι κρατών μελών που είναι εγκατεστημένοι ή επιθυμούν να εγκατασταθούν στη Δημοκρατία, έχουν δικαίωμα ελεύθερης διακίνησης και διαμονής. Το ίδιο δικαίωμα εγκατάστασης στη [*674]Δημοκρατία έχουν, ανεξάρτητα από την ιθαγένειά τους, ο σύζυγος και τα κάτω των 21 ετών τέκνα τους. Αλλά και οι εξαρτημένοι ανιόντες και κατιόντες αυτών και των συζύγων τους.
Ο αιτητής υποστήριξε ότι αυτό το δικαίωμα διαμονής και εργασίας στην Κύπρο που έχουν οι σύζυγοι υπηκόων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρέπει να έχουν και οι σύζυγοι κυπρίων υπηκόων, μέσα στα πλαίσια της ίσης αντιμετώπισης των υπηκόων των ευρωπαϊκών κρατών.
Οι καθ’ ων η αίτηση υποστηρίζουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση κράτησης και απέλασης είναι νόμιμη, γιατί ο συγκεκριμένος νόμος, όπως δείχνουν, όχι μόνο οι οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις οποίες ο Νόμος στηρίχτηκε για σκοπούς εναρμόνισης με το ευρωπαϊκό κεκτημένο, αλλά, και η Οδηγία 2004/38 ΕΕ η οποία ακόμα δεν έχει ενσωματωθεί στο εθνικό μας δίκαιο, τυγχάνει εφαρμογής σε όλους τους υπηκόους της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι οποίοι διακινούνται ή διαμένουν σε κράτος μέλος, άλλο από εκείνο του οποίου οι ίδιοι είναι υπήκοοι. Οι καθ’ ων η αίτηση υποστηρίζουν ότι ο αιτητής μπορεί να διακινηθεί και διαμείνει μαζί με τη σύζυγό του, νόμιμα, σε οιανδήποτε άλλη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πλην της Κύπρου.
Με όλο το σεβασμό δεν θα μπορούσα να συμφωνήσω με μια τέτοια αντιμετώπιση. Ασφαλώς και οι οδηγίες στις οποίες βασίστηκε ο Νόμος 92(Ι)/2003 αναφέρονται σε πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι οποίοι διακινούνται ή διακινούνται σε άλλο κράτος μέλος της Ένωσης. Σκοπός των Οδηγιών, αλλά και του Νόμου, ήταν η διασφάλιση της ελεύθερης διακίνησης και διαμονής των υπηκόων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους σε οιανδήποτε χώρα της Ένωσης επιθυμούν να διακινηθούν και διαμείνουν. Ασφαλώς και δεν αναμένεται να παρέχεται με την Ευρωπαϊκή Οδηγία δικαίωμα στους κύπριους πολίτες να διαμένουν στη χώρα τους και σίγουρα θα καταλήγαμε σε παράλογα αποτελέσματα αν δεχόμαστε ότι ο αιτητής θα μπορούσε να διαμείνει νομίμως σε οιανδήποτε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πλην της Κύπρου.
Τα πιο πάνω ενισχύονται και από το προοίμιο της Οδηγίας 2004/38 ΕΕ όπου τονίζεται ότι η υπηκοότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρέχει σε κάθε υπήκοο της Ένωσης πρωταρχικό και ατομικό δικαίωμα διακίνησης και ελεύθερης διαμονής εντός της εδαφικής επικράτειας των κρατών μελών, βέβαια υπό τους περιορισμούς και πρόνοιες που καθορίζονται στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση*. Σημειώνεται ότι η διατύπωση που χρησιμοποιείται, «υπηκοότητα της Ένωσης» τονίζει κατά την άποψή μου, την έννοια της κοινής ευρωπαϊκής υπηκοότητας και την ανάγκη ίσης αντιμετώπισης όλων των υπηκόων της ενωμένης Ευρώπης.
Το δικαίωμα του αιτητή βασίζεται στο δικαίωμα που παρέχεται από το Νόμο στους συγγενείς υπηκόων κρατών μελών της Ένωσης να διαμένουν μαζί τους σε οποιοδήποτε κράτος μέλος. Καθαρά για σκοπούς ίσης αντιμετώπισης των κυπρίων πολιτών με τους υπηκόους των λοιπών κρατών μελών, δεν μπορούμε παρά να δεκτούμε ότι τα δικαίωματα που έχουν οι συγγενείς των υπηκόων όλων των άλλων κρατών μελών παρέχονται και στους συγγενείς των κυπρίων.
Η πιο πάνω αντιμετώπιση είναι ανεξάρτητη τυχόν επιχειρημάτων για παραβίαση του δικαιώματος για οικογενειακή ζωή. Όπως έχει αποφασιστεί (Ιωάννου v. Δημοκρατίας (2003) 4 A.A.Δ. 273) η τέλεση γάμου δεν είναι αρκετή για να στοιχειοθετηθεί το επιχείρημα της επέμβασης στην οικογενειακή ζωή. Σημειώνεται ότι η απόφαση Ιωάννου, ανωτέρω, εκδόθηκε τόσο πριν τη ψήφιση του Νόμου 92(Ι)/2003, αλλά και της ένταξής μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και είχε κριθεί πάνω στις γενικές αρχές της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και του δικαιώματος για οικογενειακή ζωή, όπως κατοχυρώνεται από το Αρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αλλά και το Άρθρο 15 του δικού μας Συντάγματος.
Καταλήγω, εν όψει των πιο πάνω, ότι τα εκδοθέντα διατάγματα κράτησης και απέλασης του αιτητή είναι αποτέλεσμα προφανούς παρανομίας, αφού παραβιάζονται οι πρόνοιες συγκεκριμένου Νόμου.
Μια τέτοια κατάληξη θα πρέπει να προσεγγίζεται με μεγάλη προσοχή, γιατί δυνατόν να ισοδυναμεί με έκδοση απόφασης επί της ουσίας. Η προφανής παρανομία υποδηλώνει τις περιπτώσεις όπου η παραβίαση είναι οφθαλμοφανής, χωρίς να χρειάζεται η διερεύνηση αντιφατικών γεγονότων (Frangos a.ο. v. Minister of Interior a.o. (1982) 3 C.L.R. 53, 57).
[*676]
Με απασχόλησε σοβαρά κατά πόσο εν όψει της πιο πάνω κατάληξης θα ήμουν υποχρεωμένος να αποφασίσω και επί της αιτούμενης στην προσφυγή θεραπείας. Καταλήγω ότι υπάρχει προφανής παρανομία στην πράξη των καθ’ ων η αίτηση να εκδώσουν διάταγμα κράτησης και απέλασης του αιτητή και γι’ αυτό θα εκδώσω το αιτούμενο διάταγμα για αναστολή της εκτέλεσης της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση ημερ. 1.7.2006, με την οποία διατάσσεται η κράτηση και απέλασή του από την Κύπρο μέχρι τελικής ακρόασης της προσφυγής. Ως προς την τελική όμως έκβαση της προσφυγής θα περιμένω την περαιτέρω εξέλιξή της και την καταχώρηση των σχετικών γραπτών αγορεύσεων.
Εκδίδεται διάταγμα όπως η παράγραφος Α της αίτησης, με έξοδα εναντίον των καθ’ ων η αίτηση.
Διαταγή ως ανωτέρω.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο