ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ κ.α ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΏΝ ΚΑΙ/Η ΕΠΑΡΧΙΑΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ, Υπόθεση Αρ. 902/2006, 7 Φεβρουαρίου 2007

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 902/2006)

 

 

 7 Φεβρουαρίου 2007

 

 

[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δικαστής]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146, 25, 26, 28, 29 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

1.      ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ,

2.      ΠΑΜΠΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ,

Αιτητές,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΏΝ ΚΑΙ/Η ΕΠΑΡΧΙΑΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Καθ΄Ων η αίτηση

_________

 

 

ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ

 

_________

 

 

Χρ. Χρίστου για Α. Νεοκλέους  & Σία, για τους Αιτητές.

Ε. Γραβριήλ, δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα,  για τους Καθ΄Ων η Αίτηση.

_________________

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(EX TEMPORE)

 

Με την προσφυγή αυτή οι Αιτητές προσβάλλουν αναφερόμενη ως απόφαση των Καθ΄Ων η Αίτηση με την οποία αρνήθησαν, όπως αναφέρεται, να εκδώσουν ή απέρριψαν την αίτηση των Αιτητών για έκδοση άδειας οικοδομής για το λόγο ότι δεν συμπεριελήφθη η δεύτερη έγγραφη βεβαίωση για την αρχιτεκτονική εργασία.  Ενόψει των προδικαστικών ενστάσεων που ηγέρθησαν, εκρίθη σκόπιμο όπως αυτές εξεταστούν προδικαστικά προς το συμφέρον της όλης υπόθεσης και δόθησαν οδηγίες για την καταχώρηση γραπτών αγορεύσεων επί των προδικαστικών ενστάσεων.

 

Ως προς τη δεύτερη προδικαστική ένσταση που αφορά το έννομο συμφέρον του Αιτητή 2 πολύ λίγα χρειάζονται να λεχθούν.  Ο Αιτητής 2 είναι ο πολιτικός μηχανικός του έργου και ουδέν έννομο συμφέρον μπορεί να έχει στο θέμα αυτό το οποίο αφορά αποκλειστικά και μόνο την Αιτήτρια 1 ως ιδιοκτήτρια του ακινήτου για το οποίο είχε υποβληθεί η σχετική αίτηση για άδεια οικοδομής.  Όλα όσα λέγονται στην αγόρευση σε σχέση με το έννομο συμφέρον του Αιτητή 2 ως υφιστάμενου ηθική ή υλική βλάβη και επηρεαζομένου έτσι από την προσβαλλόμενη απόφαση, παραγνωρίζουν την ανάγκη για την αμεσότητα του εννόμου συμφέροντος που πρέπει να υφίσταται.

 

Ως προς την πρώτη προδικαστική ένσταση που είναι και η ευρύτερη, η θέση της Δημοκρατίας είναι διπλή.  Λέει κατ΄αρχήν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη για το λόγο ότι με αυτή δεν απερρίφθη η αίτηση για άδεια οικοδομής αλλά επληροφορήθη απλώς η Αιτήτρια ότι εχρειάζετο για να προχωρήσει η έκδοση της άδειας οικοδομής και η προσκόμιση της σχετικής δεύτερης βεβαίωσης.  Δεν είναι επομένως, λέει η Δημοκρατία, ορθό να μιλούμε για απόφαση με την οποία απερρίφθη η αίτηση των Αιτητών για έκδοση άδειας οικοδομής παρά μόνο για υπόδειξη ότι, χωρίς να λαμβάνεται οριστική θέση επί της αιτήσεως για έκδοση άδειας οικοδομής, είναι απαραίτητη η προσκόμιση της εν λόγω βεβαίωσης.

 

Οι Αιτητές απαντούν σε τούτο λέγοντας ότι ουσιαστικά απερρίφθη η αίτηση τους καθότι η διοίκηση είχε συμπληρώσει αυτή τη φορά τη μελέτη της ουσίας της αιτήσεως τους και με την απαίτηση της για προσκόμιση της δεύτερης βεβαίωσης, εμμένοντας σε προηγούμενη θέση τους, εφόσον αυτή δεν προσκομίζετο, συντελείτο η τελική απόφαση της διοίκησης ότι η άδεια οικοδομής δεν θα εκδίδετο.  Η αναφορά σε σταθερή θέση της διοίκησης επί του θέματος παραπέμπει στο ιστορικό της υπόθεσης αυτής που αναφέρεται στην υπόθεση Αλεξάνδρου ν. Δημοκρατίας, 641/2004, 10.2.2006, όπου είχε γίνει προσφυγή εναντίον προηγούμενης επιστολής της διοίκησης με την οποία πληροφορείτο η Αιτήτρια και πάλι ότι ήταν αναγκαία η προσκόμιση της δεύτερης βεβαίωσης.  Εκρίθη εκεί ότι δεν επρόκειτο για εκτελεστή διοικητική πράξη εφόσον δεν επρόκειτο για τελική απόφαση της διοίκησης αλλά πράξη προπαρασκευαστικού και πληροφοριακού χαρακτήρα με αποτέλεσμα να απορριφθεί η όλη προσφυγή.  Όπως έχει αναφερθεί βεβαίως, εκκρεμεί έφεση εναντίον της απόφασης εκείνης. 

 

Θεωρώ όμως ότι ουδεμία διαφορά υπάρχει μεταξύ της προκειμένης περίπτωση που είναι η εξέλιξη εκείνης και της προηγούμενης ως προς τη φύση της προσβαλλόμενης πράξης.  Σε συμφωνία και με την απόφαση σε άλλη υπόθεση, Αλεξάνδρου ν. Δήμου Λευκωσίας 1165/2003, 7.10.2004 και Αλεξάνδρου ν. Δημοκρατίας, 83/2004, 16.12.2005, θεωρώ ότι σαφώς πρόκειται περί μη εκτελεστής πράξης εφόσον ουδεμία απόρριψη του αιτήματος για έκδοση άδειας οικοδομής έχει υπάρξει.  Μόνο αν η διοίκηση είχε καταστήσει σαφές ότι η αίτηση για άδεια οικοδομής απορρίπτεται για το λόγο ότι δεν παρουσιάστηκε η δεύτερη βεβαίωση θα ήταν δυνατό να ομιλεί κανείς για εκτελεστή διοικητική πράξη.  Η διοίκηση με τα όσα έχει αναφέρει στην επιστολή της έχει απλώς επαναλάβει την προηγούμενη της θέση και έχει αφήσει το πράγμα στο στάδιο εκείνο χωρίς να τοποθετείται οριστικά με απόρριψη της αιτήσεως για έκδοση άδειας οικοδομής.  Παρατηρώ ότι η προσφυγή δεν προσβάλλει βεβαίως παράλειψη της διοίκησης να αποφασίσει οριστικώς επί της αιτήσεως για έκδοση άδειας οικοδομής, που ενδεχομένως να εγείρει άλλα θέματα, αλλά θεωρεί ως δεδομένη την απόρριψη της αιτήσεως τους και προσβάλλει την εκλαμβανόμενη ως απόφαση απόρριψης της.  Το γεγονός ότι η όλη μελέτη της αιτήσεως είχε συμπληρωθεί και η διοίκηση απέστειλε την επιστολή η οποία προσβάλλεται στο στάδιο εκείνο δεν διαφοροποιεί τα πράγματα καθότι δεν σηματοδοτεί και την τελική έκβαση της αιτήσεως για άδεια οικοδομής. 

 

Αυτό με οδηγεί στην δεύτερη πτυχή της προδικαστικής ένστασης που αφορά το ότι πρόκειται περί βεβαιωτικής πράξης.  Αν και δεν είναι αναγκαίο να προχωρήσω επ΄αυτού, θα συμφωνούσα απόλυτα με τη συνήγορο για τη Δημοκρατία ότι, αν επρόκειτο περί εκτελεστής διοικητικής πράξης, εδώ θα υπήρχε απλή βεβαίωση προηγούμενης θέσης της διοίκησης αφού ήταν εξ αρχής σαφές ότι σε τούτο το σημείο η διοίκηση επέμενε πάντοτε ότι θα έπρεπε να προσκομιστεί και δεύτερη βεβαίωση για να μπορεί να εκδοθεί άδεια οικοδομής.

 

Δεν συμφωνώ με τα όσα λέγονται στην αγόρευση της ευπαιδεύτου συνηγόρου για την Αιτήτρια, ότι δηλαδή η αιτιολογία και το διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης είναι διαφορετικό από την προηγούμενη επιστολή και ότι μεσολάβησαν νέα στοιχεία μέσω επιστολής των δικηγόρων των αιτητών τα οποία θα αποτελούσαν τη βάση για νέα έρευνα.  Εδώ υπάρχει μια διαχρονική τοποθέτηση της διοίκησης ως προς το θέμα που από πάρα πολύ καιρό είχε υιοθετηθεί.

 

Για τους λόγους αυτούς θεωρώ ότι επιτυγχάνει η προδικαστική ένσταση και καθιστά και την προσφυγή απορριπτέα, όπως και απορρίπτεται, με έξοδα όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

                                                                   Δ. Χατζηχαμπής,

                                                                                  Δ.

 

/ΚΧ"Π


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο