ΕΛΕΝΗ ΣΑΒΒΑ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ ΤΙΤΛΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ (ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ), Υπόθεση Αρ. 1402/2005, 8 Μαρτίου 2007

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1402/2005)

 

 

8 Μαρτίου 2007

 

 

[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δικαστής]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΕΛΕΝΗ ΣΑΒΒΑ,

Αιτήτρια,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ

ΤΙΤΛΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ (ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ.),

Καθ΄Ων η αίτηση.

_________

 

 

 

Χρ. Χριστάκη για Α.Σ. Αγγελίδη, για την Αιτήτρια.

Ρ. Παπαέτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα,  για τους Καθ΄Ων η Αίτηση.

 

_________________

 

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Η Αιτήτρια υπέβαλε προς το ΚΥΣΑΤΣ αίτηση για αναγνώριση των τίτλων σπουδών της Postgraduate Diploma on Occupational Therapy του Queen Margaret University College, Edinburgh (διετούς φοίτησης), και Δίπλωμα στη Γενική Νοσηλευτική της Νοσηλευτικής Σχολής του Υπουργείου Υγείας της Κύπρου (τριετούς φοίτησης), ως ισότιμων και αντίστοιχων πανεπιστημιακού πτυχίου στον κλάδο/ειδίκευση Occupational Therapy.  Η αίτηση εξετάσθηκε από την Επιτροπή Κρίσεως η οποία διατύπωσε τα ακόλουθα σχόλια στην αξιολόγησή της:

 

«Η διάρκεια σπουδών δεν είναι ικανοποιητική για τους παρακάτω λόγους:

 

Δεν μπορεί να κριθεί διότι τα δύο Διπλώματα ανήκουν σε δύο διαφορετικά γνωστικά αντικείμενα.»

 

 

 

Και περαιτέρω:

 

«Το συγκεκριμένο πρόγραμμα σπουδών δεν περιλαμβάνει τουλάχιστον τα δύο τρίτα των απαιτούμενων μαθημάτων (συμπεριλαμβανομένου του περιεχομένου των μαθημάτων κορμού) του κλάδου/ειδίκευση Οccupational Therapy του Πτυχίου Πανεπιστημιακού Επιπέδου για τους παρακάτω λόγους:»

 

Δεν αναφέρονται άλλοι λόγοι.

 

Στις δε γενικές παρατηρήσεις αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

«Το βασικό Δίπλωμα της υποψήφιας είναι Νοσηλευτική.  Το μεταπτυχιακό Δίπλωμα το οποίο καταθέτει και για το οποίο ζητεί ισοτιμία και αντιστοιχία, έχει διαφορετικό γνωστικό αντικείμενο και αποτελεί διαφορετικό κλάδο/ειδίκευση.

 

Σύμφωνα με τα πιο πάνω η επιτροπή δεν μπορεί να χορηγήσει ισοτιμία και αντιστοιχία ούτε στη Νοσηλευτική ούτε στην Occupational therapy.  Σημειώνεται ότι στα ΤΕΙ οι δύο αυτοί κλάδοι σπουδάζονται σε ξεχωριστά ανεξάρτητα τμήματα.»

 

 

 

Στη βάση της αξιολόγησης αυτής, το Συμβούλιο του ΚΥΣΑΤΣ αποφάσισε να μην εγκρίνει την αίτηση:

 

«… διότι οι παραπάνω τίτλοι σπουδών είναι αυτοδύναμοι, έχουν διαφορετικά γνωστικά αντικείμενα και αποτελούν διαφορετικούς κλάδους/ειδικεύσεις και συνεπώς δεν μπορούν να συνεκτιμηθούν.»

 

 

 

Στην προσφυγή της κατά της απόφασης αυτής η Αιτήτρια εγείρει κατά πρώτον θέμα κακής σύνθεσης της Επιτροπής Κρίσεως.  Παραπέμποντας στο άρθρο 7 του περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφοριών Νόμου του 1996 (Ν. 68(Ι)/96 και τον Κανονισμό 6 των περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφορικών Κανονισμών του 1999 (ΚΔΠ 172/99), που ορίζουν ότι η Επιτροπή Κρίσεως αποτελείται από καθηγητές πανεπιστημίου ειδικούς στο υπό εξέταση θέμα, ο ευπαίδευτος συνήγορος για την Αιτήτρια εισηγείται ότι την Επιτροπή Κρίσεως θα έπρεπε να απαρτίζουν τουλάχιστον Καθηγητές των ΤΕΙ με ειδικότητα στην Εργοθεραπεία.  Η ευπαίδευτη συνήγορος για τη Δημοκρατία υποδεικνύει βέβαια ότι όλα τα μέλη της Επιτροπής Κρίσεως ήσαν Καθηγήτριες των ΤΕΙ του Τμήματος Νοσηλευτικής Α΄ της Σχολής Επαγγελμάτων Υγείας-Πρόνοιας, δεν σχολιάζει όμως τη πτυχή του θέματος που αφορά την ειδικότητα τους στο υπό εξέταση θέμα πέραν της αναφοράς της ότι ως εκ της ιδιότητας τους μπορούσαν να κρίνουν επί του θέματος.  Εν πάση περιπτώσει εισηγείται ότι το ΚΥΣΑΤΣ, απορρίπτοντας την αίτηση της Αιτήτριας, δεν υπεισήλθε σε ουσιαστική κρίση της αίτησης αλλά την απέρριψε μόνο και μόνο διότι δεν μπορούσαν να συνεκτιμηθούν οι δύο τίτλοι της Αιτήτριας όπως αυτή είχε ζητήσει, ώστε να μην είχε σημασία το θέμα της σύνθεσης της Επιτροπής Κρίσεως.

 

Δεν μπορώ να δεχθώ τη θέση της Δημοκρατίας.  Η απόφαση του ΚΥΣΑΤΣ ότι οι δύο κλάδοι σπουδών είναι αυτοδύναμοι, έχουν διαφορετικά γνωστικά αντικείμενα και αποτελούν διαφορετικούς κλάδους/ειδικεύσεις, ώστε να μην μπορούσαν να συνεκτιμηθούν, εβασίζετο στα σχόλια της Επιτροπής Κρίσεως που αξιολόγησε την αίτηση της Αιτήτριας (τα οποία και παρατέθησαν) και τα οποία εξυπάκουαν κρίση επί του περιεχομένου των πτυχίων της Αιτήτριας και της δυνατότητας συσχετισμού τους.  Είχε λοιπόν σημασία η κρίση της Επιτροπής Αξιολόγησης και δεν μπορεί να παρακαμφθεί έτσι το θέμα της σύνθεσης της.  Επ΄αυτού δε, θεωρώ ορθή την εισήγηση της Αιτήτριας ότι η Επιτροπή Κρίσεως δεν είχε τη σύνθεση που ορίζει ο νόμος.  Οι τρεις Καθηγήτριες των ΤΕΙ που την απάρτιζαν ήσαν Καθηγήτριες της Νοσηλευτικής και έτσι δεν ήσαν της ειδικότητας του Occupational Therapy στην οποία είχε ζητήσει η Αιτήτρια να της αναγνωρισθεί ισοτιμία και αντιστοιχία.  Η σημασία που αποδίδεται στην ειδικότητα των μελών των Επιτροπών Κρίσεως προκύπτει όχι μόνο από τη ρητή αναφορά «ειδικούς στο υπό εξέταση θέμα» στο άρθρο 7(2) αλλά και από την περαιτέρω αναφορά στην επιφύλαξη του ότι «κάθε ειδικός συμμετέχει σε μία μόνο Επιτροπή Κρίσεως», τονίζοντας έτσι την ανάγκη για πραγματική ειδικότητα.  Η Επιτροπή Κρίσεως δεν μπορούσε λοιπόν νόμιμα να λειτουργήσει αν τα τρία μέλη της δεν είχαν ειδικότητα στο Occupational Therapy.

 

Για το λόγο αυτό η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, χωρίς να εξετασθούν βέβαια οι άλλοι λόγοι ακύρωσης που έπονται τούτου.  Η Δημοκρατία θα καταβάλει στην Αιτήτρια £500 έξοδα.

 

 

 

                                                                   Δ. Χατζηχαμπής,

                                                                                  Δ.

 

 

 

 

 

 

/ΚΧ"Π


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο