TAHIR MAHMOOD ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, Υπόθεση Αρ. 254/2006, 15 Μαΐου 2007

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση Αρ. 254/2006)

 

15 Μαΐου, 2007

 

[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

TAHIR MAHMOOD,

 

Αιτητής,

 

ΚΑΙ

 

 

1.  ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

2.  ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ‘ΥΠΟΥΡΓΟΝ’ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

3.  ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΑΡΧΕΙΟΥ

ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΜΕΣΩ

ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ,

 

Καθ΄ων η αίτηση.

 

ΚΑΙ ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡ. 16.10.2006

 

TAHIR MAHMOOD,

 

Αιτητής,

 

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

(1)  ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΑΡΧΕΙΟΥ, ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ

 ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

(2)  ΑΡΧΓΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

 

Καθ΄ων η αίτηση.

_______________

 

 

Γ. Ερωτοκρίτου, για τον Αιτητή.

Ευγ. Παπαγεωργίου - Καρακάννα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για Γεν. Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση.

________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Ο αιτητής ο οποίος γεννήθηκε στο Πακιστάν, αφίχθηκε στην Κύπρο στις 5.4.1996 για να φοιτήσει σε τοπικό κολλέγιο.  Μετά τη λήξη της προσωρινής παραμονής του δεν αποτάθηκε για ανανέωση και παρέμεινε  εδώ παράνομα.  Στη συνέχεια αποτάθηκε στην Υπάτη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες ζητώντας αναγνώριση ως πολιτικός πρόσφυγας, αίτημα το οποίο απορρίφθηκε.  Ο αιτητής ζήτησε, μέσω του δικηγόρου του, όπως το αίτημά του για αναγνώρισή του ως πολιτικού πρόσφυγα εξεταστεί και από τις κυπριακές αρχές.

 

Στις 28.4.2004 ο αιτητής καταχώρησε προσφυγή εναντίον της απόφασης της Διευθύντριας του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης με την οποία εκαλείτο να αναχωρήσει από την Κύπρο και στις 3.6.2004, αίτηση για παραχώρηση άδειας προσωρινής παραμονής και εργασίας ως εργάτης.

 

Στις 21.4.2003 υπέβαλε αίτηση για απόκτηση της κυπριακής υπηκοότητας με πολιτογράφηση.  Αφού λήφθηκαν οι απόψεις από τον ΄Επαρχο Λευκωσίας, τον Αρχηγό Αστυνομίας και το Διοικητή της ΚΥΠ, η αίτηση προωθήθηκε στον Υπουργό Εσωτερικών για απόφαση.  Η αντίδραση του Αρχηγού Αστυνομίας ήταν αρνητική επειδή ο αιτητής δεν είχε δεσμούς με την Κύπρο, δεν είχε προσαρμοσθεί πλήρως με τα ήθη και τα έθιμα του τόπου, ενώ  η παραμονή του οφειλόταν στην ιδιότητά του ως αιτητή ασύλου.  Ο Υπουργός Εσωτερικών απέρριψε την αίτηση γιατί ο αιτητής δεν πληρούσε τα τυπικά προσόντα παραμονής, μια και αφαιρουμένης της περιόδου παράνομης παραμονής του στη Δημοκρατία δεν συμπλήρωνε τον προνοούμενο χρόνο παραμονής.

 

Με την παρούσα προσφυγή προσβάλλεται η απόφαση του Υπουργού.

 

Ο αιτητής στη γραπτή του αγόρευση, μετά την αναγραφή των γεγονότων προβαίνει σε γενική και ατεκμηρίωτη επιχειρηματολογία, σύμφωνα με την οποία απλώς παραπονείται ότι καμιά έρευνα δεν έχει γίνει, ότι η απόφαση ελήφθη χωρίς εξέταση των πραγματικών γεγονότων, ότι η απόφαση ελήφθη λόγω πλάνης και είναι προϊόν αλλότριων σκοπών με μοναδικό σκοπό να διώξουν τον αιτητή και να μη εφαρμοστεί η οδηγία της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης.  Παραπονείται ακόμα ότι η απόφαση είναι αναιτιολόγητη και ότι εμφιλοχώρησε κατάχρηση της εμπιστευθείσας στους καθ΄ ων η αίτηση εξουσίας οι οποίοι και ενήργησαν εναντίον των κανόνων της χρηστής διοίκησης, της καλής πίστης και των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης.

 

Η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί για πλείονες  του ενός λόγου.  Κατ΄ αρχάς δεν είναι αρκετή η γενικόλογη, αόριστη και εν πολλοίς ρητορική αναφορά σε σειρά επιχειρημάτων, όπως έλλειψη έρευνας, κατάχρηση εξουσίας κλπ, χωρίς να δίδεται οποιοδήποτε στοιχείο ή επιχείρημα που να τεκμηριώνει τους ισχυρισμούς. Ως προς δε τον ισχυρισμό ότι η απόφαση ελήφθη για αλλότριους σκοπούς και με μοναδικό σκοπό να εκδιωχθεί ο αιτητής για να μην εφαρμοστεί η οδηγία της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης – υποθέτουμε ότι εννοεί την Οδηγία 2003/109/ΕΚ - η οποία ενσωματώθηκε στο εθνικό μας δίκαιο με τον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως (τροποποιητικό) Νόμο του 2007, Ν.8(Ι)/07, θα πρέπει να ομολογήσω ότι δεν βλέπω τη σχέση.  Η Οδηγία και βέβαια ο Νόμος, δίδουν δικαίωμα παραμονής στη Δημοκρατία υπηκόων χωρών που δεν ανήκουν στην Ευρωπαϊκή ΄Ενωση οι οποίοι διαμένουν επί μακρόν στη Δημοκρατία.  Η αίτηση του αιτητή αναφέρεται σε πολιτογράφηση η οποία διέπεται από εντελώς διαφορετικό νόμο (τον περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμο του 2002, Ν.141(Ι)/2002) και για την οποία εφαρμόζονται εντελώς διαφορετικά κριτήρια.

 

Όπως έχει επανειλημμένα λεχθεί, το κάθε κράτος ασκώντας την κυριαρχία του έχει το δικαίωμα να αποφασίζει σε ποια άτομα επιτρέπει να διαμένουν στην επικράτειά του, αλλά πολύ περισσότερο και ποια άτομα επιθυμεί να γίνουν υπήκοοι του.

 

Εκτός του ότι ουσιαστικά ο αιτητής δεν αναφέρει οποιονδήποτε τεκμηριωμένο λόγο ακύρωσης της προσβαλλόμενης πράξης και εκτός του ότι η απόφαση φαίνεται να είναι πλήρως αιτιολογημένη, αφού δεν είχε συμπληρωθεί ουσιαστικά η ελάχιστη περίοδος παραμονής που προβλέπει ο Νόμος, ελλείπουν και άλλες προϋποθέσεις.

 

Πέραν όμως όλων των πιο πάνω, κάθε κράτος έχει δικαίωμα να εγκρίνει ή απορρίπτει αιτήσεις για πολιτογράφηση και τούτο είναι φανερό και από τη διατύπωση του Νόμου 141(Ι)/2002. Δεν σημαίνει ότι όποιος πληροί τις προϋποθέσεις ή κατέχει τα προσόντα για πολιτογράφηση δικαιούται και αυτόματα πιστοποιητικό πολιτογράφησης.

 

Στην υπόθεση ΄Ηρωα ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 307, λέχθηκαν τα ακόλουθα στη σελ. 315-316:-

 

«Ο ασκών την εξουσία δεν παύει να ενεργεί καλόπιστα όπου η απόφασή του για τη μη πολιτογράφηση αλλοδαπού στηρίζεται μόνο σε λογική αμφιβολία και όχι σε ο,τιδήποτε πέραν αυτής.  Εφόσον λοιπόν τηρείται η προϋπόθεση της καλής πίστης, η κρίση της διοίκησης αναγνωρίζεται ως προς τα άλλα να είναι απόλυτη.  Το ίδιο όπως και στην περίπτωση εφαρμογής του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105 (όπως τροποποιήθηκε).  Ισχύουν κατ΄ αναλογίαν και εδώ τα όσα ανέφερε ο Πικής, Δ., (όπως ήταν τότε) στην Amanda Marga v. Republic (1985) 3(D) C.L.R. 2583, στη σελ. 2587, τα οποία επικροτήθηκαν από την Ολομέλεια στη Moyo & Another v. Republic (1988) 3(B) C.L.R. 1203, και σε μεταγενέστερη νομολογία:

 

«The right to review conferred  by Article 146 is not confined to nationals or citizens of the country but extends to everyone, provided administrative action affects a legitimate interest of his in the sense of para. 2 of Art. 146.  The discretion of the authorities, on the other hand, to exclude an alien is not abridged by the fact that its exercise is subject to judicial review.  By the terms of the Aliens and Immigration Law, Cap. 105, the discretion of the State to exclude aliens is very wide, as broad as it can be in law, consistent with the supremacy and territorial integrity of the State; but not absolute.  It is subject to the bona fide exercise of the discretion.  So long as the discretion is exercised in good faith, the Court will query the decision no further.  An alien, subject to any rights that may be conferred by convention or bilateral treaty, has not right to enter the country. His only right is that an application to enter the country should be considered in good faith. Acknowledgment of any further obligation on the part of the State would be inconsistent with the sovereign right of the State to exclude aliens».

 

Η μόνη υποχρέωση την οποία έχει η Πολιτεία είναι η σχετική εξουσία να ασκείται καλόπιστα.  Μάλιστα ο ασκών την εξουσία  δεν παύει να ενεργεί καλόπιστα όταν η απόφασή του για μη πολιτογράφηση αλλοδαπού στηρίζεται μόνο σε λογική αμφιβολία.  Εφ΄όσον τηρείται η προϋπόθεση της καλής πίστης η κρίση της διοίκησης  αναγνωρίζεται ως προς τα άλλα ως απόλυτη (΄Ηρωα ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω).

 

Εν όψει όλων των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται, με £300 έξοδα εναντίον του αιτητή.

 

Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

 

 

/ΜΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο