ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 614/05)
15 Μαΐου, 2007
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΙΧΑΛΗΣ Χ» ΡΟΥΣΟΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ ης η αίτηση.
- - - - - -
Μ. Καλλιγέρου, για τον Αιτητή.
Λ. Ουστά, για την Καθ΄ ης η αίτηση.
Χρ. Χριστοφίδης, για το Ενδ. Μέρος.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Ο αιτητής ήταν ανάμεσα στους 13 υποψηφίους για την θέση Πρώτου Ηλεκτρολόγου Μηχανικού, Τμήμα Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών, θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής. Οι αιτήσεις διαβιβάστηκαν αρχικά στον Αν. Γενικό Διευθυντή Υπ. Συγκοινωνιών και Έργων που ενεργούσε ως πρόεδρος της Συμβουλευτικής Επιτροπής, η οποία διεξήγαγε προφορική εξέταση των υποψηφίων προκειμένου να υποβοηθηθεί η κρίση της σχετικά με την αξία και πείρα των αιτητών, τις γνώσεις τους σε θέματα σχετικά με τις εργασίες του Τμήματος καθώς και την αξιολόγηση της προσωπικότητας και της διοικητικής τους ικανότητας. Η Συμβουλευτική Επιτροπή αναφέρει στην έκθεση της ότι ο αιτητής και το ενδ. μέρος πληρούσαν το σχέδιο υπηρεσίας αφού είχαν:
1. «πτυχίο πανεπιστημίου στην Ηλεκτρομηχανική,
2. δεκαετή τουλάχιστον μεταπτυχιακή πείρα στην Ηλεκτρομηχανική από την οποία πενταετή τουλάχιστον υπηρεσία σε διευθυντικά/εποπτικά καθήκοντα που να περιλαμβάνουν προγραμματισμό, οργάνωση, καθοδήγηση, συντονισμό και έλεγχο εργασιών,
3. πολύ καλή γνώση της ελληνικής και αγγλικής γλώσσας αφού το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης που κατέχει απαιτεί το ίδιο επίπεδο γνώσεων.»
Σχολίασε επίσης με παρόμοιο τρόπο τη πλήρη γνώση τους πάνω στη σχετική με τις αρμοδιότητες του τμήματος νομοθεσία στον τομέα της Ηλεκτρολογίας καθώς και των αρχών λειτουργίας των τομέων του τμήματος και πιστώθηκαν για τις διοικητικές και οργανωτικές ικανότητές τους. Μετά την ολοκλήρωση των προφορικών, η Συμβουλευτική Επιτροπή προέβη στη γενική αξιολόγηση των υποψηφίων την οποία παραθέτω αυτούσια:
«Χ»Ρούσος Μιχαήλ (αιτητής)
Εκανε πάρα πολύ καλή εντύπωση στην προφορική εξέταση. εχει 32 χρόνια υπηρεσία στο Τμήμα Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών. Κατέχει τη θέση Ανώτερου Ηλεκτρολόγου Μηχανικού από την 1.8.1996. Είναι ο αρχαιότερος από τους Δημόσιους Λειτουργούς. Κατέχει Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Ph.D. in Electronic and Electrical Engineering που θεωρείται πλεονέκτημα. Οι Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις του κατά τα έτη 1999-2003 έχουν ως ακολούθως:
1999 6 Εξαίρετος 2 Πολύ Ικανοποιητικά
2000 6 Εξαίρετος 2 Πολύ Ικανοποιητικά
2001 6 Εξαίρετος 2 Πολύ Ικανοποιητικά
2002 7 Εξαίρετος 1 Πολύ Ικανοποιητικά
2003 8 Εξαίρετος
Διεκδικεί μεταχείριση σύμφωνα με τον περί Παροχής Ισων Ευκαιριών για την Επαγγελματική Αποκατάσταση των Παθόντων και των Τέκνων των Εγκλωβισμένων Νόμο του 2004 (Ν. 87(1)/2004). Σχετικό πιστοποιητικό που παρουσίασε στην προφορική εξέταση αποστέλλεται μαζί με την αίτησή του.
Στις 29.9.2004 απέστειλε επιστολή στην οποία ισχυρίζεται ότι επειδή εκκρεμεί στο Ανώτατο Δικαστήριο προσφυγή του έναντι του διορισμού του Διευθυντή του Τμήματος Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών πιθανόν η συμμετοχή του τελευταίου στην Συμβουλευτική Επιτροπή να παραβιάζει τις αρχές της αμερόληπτης κρίσης. Η επιστολή αυτή αποστέλλεται μαζί με την αίτησή του.
Γενική Αξιολόγηση: Πάρα Πολύ Καλός.
Χαραλάμπους Ανδρέας (Ενδιαφερόμενο Μέρος)
Εκανε εξαίρετη εντύπωση στην προφορική εξέταση. Εχει 27 χρόνια πείρα/υπηρεσία στο Τμήμα Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών. Κατέχει τη θέση Ανώτερου Ηλεκτρολόγου Μηχανικού από την 1.10.1997. Κατατάσσεται δεύτερος από πλευράς αρχαιότητας από τους Δημόσιους Λειτουργούς. Κατέχει Μεταπτυχιακό Δίπλωμα (Master of Science in Electrical Engineering) που θεωρείται πλεονέκτημα. Οι Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις του κατά τα έτη 1999-2003 έχουν ως ακολούθως:
1999 7 Εξαίρετος 1 Πολύ Ικανοποιητικά
2000 7 Εξαίρετος 1 Πολύ Ικανοποιητικά
2001 7 Εξαίρετος 1 Πολύ Ικανοποιητικά
2002 8 Εξαίρετος
2003 8 Εξαίρετος
Γενική Αξιολόγηση: Εξαίρετος.»
Αιτητής και ενδ. μέρος συμπεριλαμβάνονταν στον κατάλογο των 4 υποψηφίων που σύστησε η Συμβουλευτική Επιτροπή. Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας συνεδρίασε για το θέμα στις 9.12.04 και 9.2.05, ημερομηνία κατά την οποία δέχτηκε σε προφορική συνέντευξη τους συστηθέντες υποψηφίους. Στη συνεδρία παρευρίσκετο και ο Διευθυντής του Τμήματος Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών ο οποίος υπέβαλε ερωτήσεις και μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης βαθμολόγησε την απόδοση των υποψηφίων, σύστησε για προαγωγή το ενδ. μέρος χωρίς να δώσει αιτιολογία και αποχώρησε. Στη συνέχεια η ΕΔΥ, υπό το φως των σχετικών κρίσεων του Διευθυντή, αξιολόγησε την απόδοση στις συνεντεύξεις ως εξής:
«ΧΑΤΖΗΡΟΥΣΟΣ Μιχαήλ: (Αιτητής) Πολύ καλός. Με αξιοσημείωτη άνεση στη χρήση του λόγου απάντησε ορθά σε όλες, σχεδόν, τις ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν, όμως, παρασυρόμενος προφανώς από την υπέρμετρη αυτοπεποίθησή του, άλλοτε προέβαινε σε αχρείαστες αναφορές και αναλύσεις και άλλοτε (παραδόξως) παρέλειπε να αιτιολογήσει με επιχειρήματα τις θέσεις του, περιοριζόμενος σε λακωνικές τοποθετήσεις. Δεν ήταν απόλυτα ξεκάθαρες οι θέσεις/ιδέες του, σε σχέση με την οργάνωση και διοίκηση του Τμήματος. Είναι άτομο με αρκετές γνώσεις και εμπειρίες, όμως, κατά την προφορική εξέταση, παρόλη την αυτοπεποίθησή του, δεν κατάφερε να ξεπεράσει τη νευρικότητα που τον διακατείχε.
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ Ανδρέας: (Ενδ. Μέρος): Εξαίρετος. Εντυπωσιακή παρουσία. Ωριμη προσωπικότητα, με πολλή αυτοπεποίθηση αλλά και σεμνότητα. Εδωσε ορθές απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα που του υποβλήθηκαν, πείθοντας για την απόλυτη επάρκειά του να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις (καθήκοντα και ευθύνες) της θέσης που διεκδικούσε. Με καθαρότητα σκέψης και λόγου ανέπτυξε ιδέες, έδωσε λύσεις και γενικά παρουσίασε το «όραμά» του (οργάνωση, διοίκηση κτλ του Τμήματος) με ορθότατους συλλογισμούς και πειστικά επιχειρήματα.»
Αφού συνεκτίμησε όλα τα σχετικά κριτήρια, η Επιτροπή θεώρησε το ενδ. μέρος ως πιο κατάλληλο για τη θέση και αιτιολόγησε την άποψη της με τα ακόλουθα:
«Η Επιτροπή, επιλέγοντας το Χαραλάμπους, έλαβε υπόψη ότι αυτός έχει αξιολογηθεί τόσο από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, στην τελική της αξιολόγηση, όσο και από την ίδια την Επιτροπή, στην ενώπιόν της προφορική εξέταση, ως Εξαίρετος, στο υψηλότερο δηλαδή επίπεδο και στις δύο περιπτώσεις και σε υψηλότερο από τους λοιπούς υποψηφίους επίπεδο, και, επιπλέον, διαθέτει, όπως και αυτοί, το πλεονέκτημα. Από πλευράς δε αξίας, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες αξιολογήσεις των υποψηφίων δημοσίων υπαλλήλων, με έμφαση στα τελευταία χρόνια στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, ο Χαραλάμπους υπερέχει του υποψήφιου Χατζηρούσου Μιχαήλ, ο οποίος προηγείται κατά 14 μήνες σε αρχαιότητα, και είναι ίσος σε αξία με τον υποψήφιο Κουρτελλή Ιωάννη, ο οποίος ακολουθεί αυτού σε αρχαιότητα η οποία συνίσταται σε 16 μήνες. Επιπλέον, ο Χαραλάμπους έχει την υπέρ του σύσταση του Διευθυντή.
Επιλέγοντας το Χαραλάμπους, η Επιτροπή σημείωσε ότι ο υποψήφιος Χατζηρούσος Μιχαήλ, που δεν επιλέγηκε, είναι παιδί εγκλωβισμένων και, ως εκ τούτου, καλύπτεται από τις πρόνοιες του Νόμου 87(1)/2004. Ωστόσο, η Επιτροπή, με βάση τα ενώπιόν της στοιχεία, έκρινε ότι δεν μπορεί να τον θεωρήσει ως περίπου ισοδύναμο με τον επιλεγέντα και συνεπώς δεν μπορεί να τον επιλέξει.
Αναλυτικά, η Επιτροπή σημείωσε ότι ο επιλεγείς, συγκρινόμενος με το Χατζηρούσο, αξιολογήθηκε σε υψηλότερο από αυτόν επίπεδο κατά την τελική αξιολόγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής (Εξαίρετος και Πάρα πολύ καλός, αντίστοιχα) και σε πολύ υψηλότερο επίπεδο κατά την ενώπιον της Επιτροπής προφορική εξέταση (Εξαίρετος και Πολύ καλός, αντίστοιχα), υπερέχει σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Υπηρεσιακές τους Εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία χρόνια, και διαθέτει, όπως και αυτός, το πλεονέκτημα. Επιπλέον, σ΄ ό,τι αφορά τα προσόντα, η Επιτροπή δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι ο Χατζηρούσος διαθέτει και διδακτορικό τίτλο σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης, ο οποίος όμως δεν απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, ούτε αποτελεί πλεονέκτημα/πρόσθετο προσόν και, ως εκ τούτου, του απέδωσε την ανάλογη βαρύτητα. Τέλος, σ΄ ό,τι αφορά την αρχαιότητα, η Επιτροπή σημείωσε ότι ο Χατζηρούσος υπερέχει κατά 14 μήνες στην παρούσα τους θέση, στο στοιχείο όμως αυτό αποδόθηκε περιορισμένη βαρύτητα, δεδομένου ότι πρόκειται για πλήρωση θέσης υψηλά στην ιεραρχία του Τμήματος, αμέσως μετά το Διευθυντή.»
Ο αιτητής επιδιώκει την ακύρωση της πιο πάνω προαγωγής. Διατείνεται ότι τόσο Συμβουλευτική Επιτροπή όσο και η ΕΔΥ, πλανήθηκαν στην εκτίμηση των προσόντων του. Συγκεκριμένα, όπως διευκρίνισε στην απαντητική του αγόρευση, η ΕΔΥ αναφέρθηκε στο διδακτορικό του τίτλο με την φράση «ούτε απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, ούτε αποτελεί πλεονέκτημα/πρόσθετο προσόν». Η δε Συμβουλευτική Επιτροπή του πίστωσε το διδακτορικό του τίτλο ως πλεονέκτημα, ενώ κατείχε και μεταπτυχιακό σε θέμα σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης το οποίο δεν εκτιμήθηκε.
Σύμφωνα με την παρ.3(6) του Σχεδίου Υπηρεσίας «μεταπτυχιακό προσόν σε θέματα που σχετίζονται με τις δραστηριότητες του Τμήματος θα αποτελεί πλεονέκτημα». Ο αιτητής ήταν κάτοχος BSc, Msc και PhD in Electonic and Electrical Engineering από το πανεπιστήμιο του Birmingham. Τόσο το μεταπτυχιακό του όσο και ο διδακτορικός του τίτλος ως σχετικά με τις δραστηριότητες του Τμήματος, καλύπτονταν από την πιο πάνω πρόνοια και θα μπορούσαν διαζευκτικά να του πιστωθούν ως πλεονέκτημα. Η Συμβουλευτική Επιτροπή στην έκθεση της, (παράρτημα 5 στην ένσταση), επέλεξε το δεύτερο μεταπτυχιακό του τίτλο, δηλαδή το διδακτορικό, για να πιστώσει τον αιτητή με το πλεονέκτημα, χωρίς να κάνει καμία περαιτέρω αναφορά στο master του αιτητή. Παρατηρώ επίσης ότι στο κατάλογο με τα προσόντα των υποψηφίων που συνοδεύει την έκθεση (στον οποίο καταγράφονται εκτός από την «πείρα», «τα πιστοποιητικά», «παρατηρήσεις/τα απαιτούμενα προσόντα για τα οποία υπάρχουν αμφιβολίες» και τα «προσόντα») ως προσόντα του αιτητή καταγράφηκαν μόνο το «απολυτήριο Παγκυπρίου Γυμνασίου και PhD Εlectronic and Electrical Engineering-University of Birmingham». Αυτό σε αντίθεση με άλλους υποψηφίους (πχ. ενδ. μέρος) που γίνεται ξεχωριστή αναφορά στο πτυχίο (BSc) και στο μεταπτυχιακό (MSc) ή στο διδακτορικό (PhD), όπου υπάρχει. Τεκμαίρεται ότι η Συμβουλευτική δεν συμπεριέλαβε το μεταπτυχιακό MSc του αιτητή ανάμεσα στα προσόντα του, ούτε φυσικά προέβη σε οποιαδήποτε αξιολόγηση αναφορικά με αυτό.
Στη συνέχεια η ΕΔΥ στο πρακτικό ημερ. 9.12.04 φαίνεται να υιοθετεί τα πορίσματα της Συμβουλευτικής Επιτροπής αναφορικά με το πλεονέκτημα, χωρίς να επισημαίνει οτιδήποτε ούτε να ζητά περαιτέρω εξηγήσεις. Σε αντίθεση όμως με την Συμβουλευτική Επιτροπή, στη τελική συνεδρία, πιστώνει το μεταπτυχιακό ΜSc ως πλεονέκτημα στον αιτητή, κρίση βεβαίως εύλογα επιτρεπτή. Η ΕΔΥ δεν αγνόησε και το διδακτορικό του αιτητή για το οποίο ανέφερε ότι παρόλο που είναι σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης «ούτε απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, ούτε αποτελεί πλεονέκτημα /πρόσθετο προσόν» οπότε του απέδωσε την ανάλογη βαρύτητα.
Το γεγονός ότι το εν λόγω δίπλωμα δεν μπορούσε να του πιστωθεί ως πλεονέκτημα (η νομολογία δεν επιτρέπει την πίστωση του πλεονεκτήματος δύο φορές), δε μείωνε την αξία του ως επιπρόσθετου ακαδημαϊκού τίτλου, άμεσα σχετικού με τα καθήκοντα της θέσης και που προσθέτει ουσιωδώς στα προσόντα του κατόχου του.
Στην υπόθεση Πανίκος Πούρος κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατία (2001) 3(Α) Α.Α.Δ. 374 όπου αναφέρθηκαν τα ακόλουθα από το Νικολάου, Δ.:
«Πάντως, η ασυμφωνία της Θρασυβούλου και της Κουκκουρή (ανωτέρω) με την καθιερωθείσα νομολογιακή επί του ζητήματος γραμμή, δεν εξασθενίζει το λόγο των προηγούμενων αποφάσεων αλλά ούτε και μας φαίνεται να απέβλεπε σε αυτό. Καταλήγουμε ότι τα πρόσθετα, μη προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, λαμβάνονται υπόψη εφόσον είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης. Απόκειται πια στην αρμόδια αρχή να τα αξιολογήσει και να σταθμίσει την κατά περίπτωση σημασία τους, αποφεύγοντας δύο άκρα: αφενός να μην είναι η βαρύτητα υπερβολική ώστε να φτάνει στο σημείο απόδοσης έκδηλης υπεροχής. και, αφετέρου, να μην είναι εντελώς οριακή, όπως θα ήταν, αν τα πρόσθετα προσόντα δεν είχαν σχέση με τα καθήκοντα της θέσης. Μέσα σε αυτά τα όρια, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση και στάθμιση στοιχείων και παραγόντων.»
Χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει επίσης στην Ελένη Παρούτη ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 884/03, ημερ. 9.3.2005. Προκειμένου εδώ περί δύο υπαλλήλων με οριακή διαφορά σε βαθμολογημένη αξία κατά τα τελευταία πέντε έτη και σε αρχαιότητα (14 μηνών υπέρ του αιτητή), και καθαρή υπεροχή του αιτητή σε εύρος υπηρεσίας και σε πρόσθετα προσόντα, ήταν αναγκαίο η αξιολόγηση των πρόσθετων προσόντων συναφών με τα καθήκοντα της θέσης να εγίνετο με ακρίβεια, ιδιαίτερη προσοχή και δέουσα αιτιολόγηση και όχι με απλή αναφορά στην κοινοτυπία ότι τα πρόσθετα προσόντα δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας και έχουν συναξιολογηθεί δεόντως. Με δεδομένη και την πλημμελή αξιολόγηση των προσόντων του αιτητή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή όπως εξήγησα πιο πάνω, η αόριστη αναφορά ότι τους αποδόθηκε η ανάλογη βαρύτητα δεν είναι αρκετή. Ωστόσο, δεν επεξηγείται σε ποιο βαθμό λήφθηκε υπόψη το διδακτορικό του αιτητή και ποια βαρύτητα του αποδόθηκε. Φαίνεται ότι ο αιτητής κρίθηκε στον τομέα των προσόντων ως περίπου ισοδύναμος με το ενδ. μέρος. Αν η ΕΔΥ, στην οποία ανήκει η αρμοδιότητα, διερευνούσε περαιτέρω το διδακτορικό, συσχετίζοντας το με τις ευθύνες της θέσης, θα διαμορφωνόταν ίσως ευνοϊκότερη εικόνα για τον ατιητή. Η αρχή της διαφάνειας επέβαλλε περισσότερη έρευνα και επαρκέστερη αιτιολογία, η οποία δεν δόθηκε. Η επίδικη πράξη είναι γι’ αυτό το λόγο τρωτή.
Ωστόσο, η προσφυγή επιτυγχάνει και για ένα επιπρόσθετο λόγο. Τη σύσταση υπέρ του ενδ. μέρους έδωσε ο Διευθυντής του Τμήματος Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών κ. Σταύρος Οθωνος, ο οποίος κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν αντίδικος του αιτητή στην προσφυγή Μιχάλης Χ»Ρούσος ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 290/04, με την οποία αμφισβητείτο η νομιμότητα της προαγωγής του στη θέση του Διευθυντή. Στις 9.2.05 που προέβη στη σύσταση, εκκρεμούσε ακόμα η εν λόγω προσφυγή εναντίον του, η οποία τελικά αποσύρθηκε στις 8.3.05. Η αντιδικία αφορούσε ακριβώς τη θέση του Διευθυντή, θέση υπό την οποία προέβαινε σε σύσταση στην επίδικη διαδικασία και μάλιστα σε παράλληλο χρόνο. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο αιτητής με επιστολή του ενημέρωσε τόσο τη Συμβουλευτική Επιτροπή όσο και την ΕΔΥ για το κώλυμα του Διευθυντή, χωρίς όμως να λάβει οποιαδήποτε απάντηση έγκαιρα (επιστολή της ΕΔΥ για το θέμα φέρει ημερομηνία 21.2.2005, μεταγενέστερη της προαγωγής). Υπό τις περιστάσεις ο Διευθυντής δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι πληρούσε τα εχέγγυα αμερόληπτης και αντικειμενικής κρίσης. (Βλ. Δημοκρατία ν. Χ»Χάννα (2003) 3 ΑΑΔ 558).
Η προσφυγή επιτυγχάνει με £700.- έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.
Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.
ΣΦ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο