ΑΝΤΕΝΝΑ ΛΙΜΙΤΕΔ ν. ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, Υπόθεση Αρ. 620/2005, 21 Μαϊου 2007

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                                                    Υπόθεση Αρ. 620/2005

 

21 Μαϊου, 2007

 

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΑΝΤΕΝΝΑ ΛΙΜΙΤΕΔ,

Αιτητές,

 

ν.

 

ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ΄ης η αίτηση.

- - - - - - -

Γ. Βαλιαντής για Λ. Παπαφιλίππου, για τους αιτητές

Α Ευαγγέλου, για την καθ΄ης η αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Π. ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.:  Υποβλήθηκε στην Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου παράπονο σχετικά με το κεντρικό δελτίο ειδήσεων του τηλεοπτικού σταθμού «ΑΝΤΕΝΝΑ» στις 28.12.2003, κατά το οποίο μεταδόθηκαν πλάνα από τη σύλληψη Πακιστανών φοιτητών που κατηγορήθηκαν ως ύποπτοι για διάπραξη τρομοκρατικής ενέργειας στο αεροδρόμιο Πάφου.

 

Ακολούθησε διερεύνηση από λειτουργό της Αρχής.  Σε σημείωμα της προς τον Πρόεδρο και τα μέλη της Αρχής, στο οποίο σημειώθηκε ότι επρόκειτο για αυτεπάγγελτη διερεύνηση, ανέφερε τα εξής:

 

«Στις 28.12.2003, στα πλαίσια του κεντρικού δελτίου ειδήσεων του σταθμού «Τα Νέα του Αντ1», που μεταδόθηκε μεταξύ των ωρών 20:00 – 21:00, προβλήθηκε ρεπορτάζ που αφορούσε τη σύλληψη πέντε υπόπτων, για πιθανή διάπραξη τρομοκρατικής ενέργειας.  Κατά τη διάρκεια του ρεπορτάζ, μεταδόθηκαν επανειλημμένα πλάνα από τη σύλληψη των πέντε υπόπτων, των οποίων τα πρόσωπα δημοσιοποιήθηκαν από το σταθμό, ενώ ο σταθμός παρουσίασε και  σχολίασε την είδηση κατά τρόπο που δεν κατέστη σαφές το γεγονός ότι οι κατηγορούμενοι θεωρούνται ύποπτοι χωρίς ωστόσο να έχουν αποδειχθεί ένοχοι.  Ο σταθμός δε διασφάλισε ώστε το εν λόγω ρεπορτάζ να διέπεται από την αρχή του σεβασμού προς την προσωπικότητα, την τιμή και την υπόληψη των ατόμων αυτών, η εικόνα των οποίων μεταδόθηκε από το σταθμό, κατά παράβαση του Κανονισμού 21(3) των περί Ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (Κ.Δ.Π. 10/2000).  Συγκεκριμένα, ο σταθμός μετέδωσε στους τίτλους ειδήσεων και το σχετικό ρεπορτάζ, τα ακόλουθα, κατά λέξη:

 

       «Δικαστικό θρίλερ με τους πέντε Πακιστανούς που συνελήφθησαν για τρομοκρατία.»»

 

Διαπίστωσε πιθανές παραβάσεις των άρθρων 26(1)(ε), 26(1)(στ) και 26(2) του περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμου του 1998 (Ν.7(1)/98) και των Κανονισμών 21(3) και 24(1)(α) των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (Κ.Δ.Π. 10/2000) και των παραγράφων 1(1), 1(2) και 1(10) του Μέρους ΙΙ του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας για τα Ηλεκτρονικά ΜΜΕ.

 

Η Αρχή εξέτασε το πόρισμα της λειτουργού και αποφάσισε να προωθήσει την υπόθεση με ενημέρωση του καθ΄ου η καταγγελία σταθμού και πρόσκλησή του να δηλώσει κατά πόσο επιθυμούσε να εκπροσωπηθεί κατά την εξέταση της υπόθεσης.

 

Κατά την ενώπιον της Αρχής ακροαματική διαδικασία παρευρέθηκε ο Διευθυντής Ειδήσεων του σταθμού, ο οποίος υποστήριξε ότι δεν υπήρχε θέμα παραβάσεων.

 

Η Αρχή, αφού μελέτησε όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, αποφάσισε ότι υπήρχε παράβαση του Κανονισμού 21(3), ο οποίος καθορίζει:

 

«21(3) Οι σταθμοί υποχρεούνται όπως σ΄όλες τις εκπομπές (συμπεριλαμβανομένων και των διαφημίσεων) διασφαλίζουν σεβασμό προς την προσωπικότητα, την τιμή, την υπόληψη, τον ιδιωτικό βίο, την επαγγελματική, επιστημονική, κοινωνική, καλλιτεχνική, πολιτική ή άλλη συναφή δραστηριότητα κάθε προσώπου, η εικόνα του οποίου εμφανίζεται στην οθόνη ή το όνομα του οποίου μεταδίδεται από σταθμό ή γίνεται αναφορά ή μεταδίδονται γι΄αυτό στοιχεία τέτοια που οδηγούν στην αναγνώριση της ταυτότητάς του. Η πιο πάνω υποχρέωση επεκτείνεται αναφορικά με κάθε άτομο ή την εικόνα γενικά του ανθρώπου ως ατόμου ή μέλους ομάδας.»

 

Παραθέτω τα πιο κάτω από την κατάληξή της:

 

«Σε ό,τι αφορά τον Κανονισμό 21(3) των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 Κ.Δ.Π. 10/2000, (υποστοιχείο 4), υπάρχει παράβαση λόγω του ότι ο σταθμός δε διασφάλισε ώστε το ρεπορτάζ που μετέδωσε να διέπεται από την αρχή του σεβασμού προς την προσωπικότητα, την τιμή, την υπ0όληψη και τον ιδιωτικό βίο των πέντε υπόπτων, την εικόνα των οποίων μετέδωσε.  Δεν αποδεχόμαστε τον ισχυρισμό του σταθμού ότι τα πρόσωπα που προβλήθηκαν στο ρεπορτάζ ήταν άγνωστοι αλλοδαποί, ξένοι προς οποιαδήποτε αναγνώριση, λόγω του ότι τα πλάνα στα οποία προβλήθηκαν τα πρόσωπα τους μεταδόθηκαν επανειλημμένα και αποκάλυπταν και τα πρόσωπα των υπόπτων και το χώρο διαμονής δια κάποιους εξ΄αυτών, οπότε η ταυτότητα των ατόμων αυτών κατέστη αναγνωρίσιμη τουλάχιστο στο φιλικό και γειτονικό τους περιβάλλον.»

 

Έδωσε στους αιτητές την ευκαιρία να ακουστούν αναφορικά με την επιβολή κυρώσεων και αποφάσισε την επιβολή διοικητικού προστίμου ποσού Λ.Κ.1000.

 

Οι αιτητές προσβάλλουν την απόφαση της Αρχής με την οποία κρίθηκαν ένοχοι παράβασης του Κανονισμού 21(3) και την απόφαση επιβολής της πιο πάνω κύρωσης.

 

Οι δικηγόροι της Αρχής πρόβαλαν ότι η πρώτη απόφαση έχει χάσει την αυτοτέλειά της και ενσωματώθηκε στην τελική απόφαση, η οποία είναι η μόνη που μπορεί να αποτελέσει το αντικείμενο αναθεώρησης.

 

Η θέση τους είναι ορθή.  Πρόκειται για σύνθετη διοικητική πράξη.  Προσβαλλομένης όμως της τελικής πράξης παραδεκτώς προβάλλονται και λόγοι που αφορούν τη συγχωνευθείσα πράξη.

 

Οι δικηγόροι των αιτητών ισχυρίστηκαν ότι η κατάληξη της Αρχής για παράβαση του Κανονισμού 21(3) είναι εσφαλμένη.  Αναφέρθηκαν στο επίδικο ρεπορτάζ που προβλήθηκε στις 28.12.2003 στα πλαίσια του κεντρικού δελτίου ειδήσεων του σταθμού των αιτητών και υποστήριξαν ότι παρουσιάστηκε με τέτοιο τρόπο ώστε να φαίνεται ότι οι πέντε Πακιστανοί ήταν ύποπτοι και  όχι ένοχοι.  Καθώς και ότι δεν προσβλήθηκε η προσωπικότητα, η τιμή, η υπόληψη και ο ιδιωτικός τους βίος.

 

Υποστήριξαν περαιτέρω ότι «. . . . οι πέντε ύποπτοι Πακιστανοί, δεν ήταν αναγνωρίσιμοι στο τηλεοπτικό κοινό της Κύπρου.  Η πιθανότητα αναγνωρίσεώς τους από το φιλικό τους περιβάλλον που θα μπορούσε να έβλεπε το επίδικο ρεπορτάζ, δεν μπορεί να οδηγήσει σε προσβολή της προσωπικότητάς τους, αφού το φιλικό περιβάλλον ούτως ή άλλως θα επληροφορείτο για τα γεγονότα.»

 

Κατά την άποψή μου δεν προκύπτει εσφαλμένη ερμηνεία του εν λόγω Κανονισμού.  Από την απόφαση της Αρχής, με την οποία διαπιστώθηκε η παράβαση (παρατέθηκε ανωτέρω), καθώς και από την απόφαση της Αρχής για επιβολή της επίδικης κύρωσης, προκύπτει ότι αυτές ήταν εύλογα επιτρεπτές μέσα στα όρια της διακριτικής της εξουσίας.

 

Παραθέτω τα πιο κάτω από την απόφαση της Αρχής για επιβολή της κύρωσης:

 

«Στον Κανονισμό 21(3) των υπό αναφορά Κανονισμών, γίνεται σαφής λόγος για την εικόνα του ανθρώπου ως ατόμου ή μέλους ομάδας.  Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός του σταθμού ότι τα πέντε ύποπτα άτομα δεν αποτελούν μέλη ομάδας και μέλη της Κυπριακής κοινωνίας, και άρα δεν υπάρχει παράβαση, δε γίνεται δεκτός, λόγω του ότι οι πέντε Πακιστανοί είναι μέλη της Κυπριακής κοινωνίας στην οποία ζουν και εργάζονται.  Εξάλλου, ο Κανονισμός αναφέρεται ρητά και στην εικόνα του ανθρώπου ως ατόμου.»

 

Ισχυρίστηκαν στη συνέχεια οι αιτητές ότι πάσχει η διαδικασία που ακολούθησε η Αρχή κατά την εξέταση των παραβάσεων.

 

Αναφέρθηκαν στον Κανονισμό 41, στον οποίο καθορίζεται η εξουσία της Αρχής να εξετάζει παράπονα του κοινού (Κανονισμός 41(1)) και αυτεπάγγελτα (Κανονισμός 41(2)), αν υποπέσει στην αντίληψή της παράβαση από σταθμό των προνοιών του Νόμου και των Κανονισμών.

 

 Το γεγονός ότι υποβλήθηκε παράπονο και στη συνέχεια η Αρχή προέβηκε σε αυτεπάγγελτη διερεύνηση δεν έχει σημασία.  Στην ANTENNA ΛΙΜΙΤΕΔ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Υπόθεση 362/03, ημερ. 27.2.04, λέχθηκε αναφορικά με τον Κανονισμό 41(1):

 

«. . . . η υποβολή παραπόνου που δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις του δεν περιορίζει ή, πολύ λιγότερο, αχρηστεύει την εξουσία για αυτεπάγγελτη εξέταση, όσο και αν το ορισμένο παράπονο αποτέλεσε το έναυσμά της.»

 

Αναφέρθηκαν στον Κανονισμό 27(4) στον οποίο αναφέρεται ότι οι ειδησεογραφικές εκπομπές υπόκεινται στον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας του συνημμένου στους Κανονισμούς Παραρτήματος VIII.  Είναι η θέση τους ότι για την εξέταση της επίδικης παράβασης απαιτείτο αίτηση της Επιτροπής Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας με βάση το άρθρο 3(2)(3), το οποίο καθορίζει:

 

«3(2) Η Αρχή έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

 

(ζ) Επιβάλλει κυρώσεις, αφού ακούσει τα ενδιαφερόμενα μέρη για παράβαση –

   (i)  Των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών που εκδίδονται με βάση   αυτόν.

      (ii) του κώδικα δημοσιογραφικής δεοντολογίας έπειτα από αίτηση της Επιτροπής Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας.

 

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .»

 

(Η υπογράμμιση είναι δική μου).

 

Συμφωνώ με τη θέση των δικηγόρων της Αρχής για την αντίκρουση του ισχυρισμού αυτού.  Πρόβαλαν ότι η πρόνοια του Κανονισμού 27(4) ότι «Οι ειδησεογραφικές εκπομπές, τα τηλεοπτικά μαγκαζίνα και οι εκπομπές με ανθρώπινες δραματικές ιστορίες (reality shows) υπόκεινται στον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας του συνημμένου στους παρόντες Κανονισμούς Παραρτήματος VIII» δεν εννοεί την αυτόματη υπαγωγή στον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας οποιασδήποτε παράβασης του Νόμου και των Κανονισμών που τελείται κατά τη διάρκεια των εκπομπών, στις οποίες αναφέρεται ο Κανονισμός 27(4), παρά μόνο αυτών των παραβάσεων που βασίζονται στις διατάξεις του εν λόγω Κώδικα.

 

Στην κρινόμενη περίπτωση, η Αρχή έκρινε ότι υπήρξε παράβαση του Κανονισμού 21(3).  Δεν έγινε αναφορά σε παράβαση που να βασίζεται στις διατάξεις του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας ώστε να απαιτείται αίτηση της εν λόγω Επιτροπής.

 

Ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται.

 

Ακολούθως οι αιτητές, αναφερόμενοι σε επιστολές κρατικών φορέων που στάληκαν στην Αρχή σχετικά με την προβολή από τους τηλεοπτικούς σταθμούς της σύλληψης των Πακιστανών, ισχυρίστηκαν ότι παραβιάστηκε η αρχή της αμεροληψίας.

 

Έχει επανειλημμένα λεχθεί στη Νομολογία ότι η μεροληψία θα πρέπει να αποδεικνύεται.  Ο ισχυρισμός δεν έχει αποδειχθεί (Christou v. Republic (1980) 3 C.L.R. 437).

 

Iσχυρίστηκαν περαιτέρω ότι η έρευνα της λειτουργού που διερεύνησε την υπόθεση είναι ελλιπής.  Καθώς και ότι η απόφαση της Αρχής είναι αναιτιολόγητη.

 

Οι ισχυρισμοί αυτοί είναι επίσης αβάσιμοι.  Θεωρώ την έρευνα δέουσα και την αιτιολογία επαρκή τόσο όσο αφορά την κατάληξη της Αρχής ότι οι αιτητές παραβίασαν τον Κανονισμό 21(3) όσο και την κατάληξή της όσο αφορά την κύρωση που επέβαλε.

 

Η επίδικη απόφαση λήφθηκε, κατά την άποψή μου, μέσα στα πλαίσια της διακριτικής εξουσίας της Αρχής και δεν χωρεί επέμβασή μου.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται με £600 έξοδα.

 

                                                                                           Π. Αρτέμης, Δ.

/Χ.Π.

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο