(2007) 4 ΑΑΔ 161
[*161]16 Μαρτίου, 2007
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΑΡΙΑ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ,
Αιτήτρια,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ (ΑΡ. 2),
Καθ’ ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1150/2004)
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Ακαδημαϊκά προσόντα ― Η δέουσα διερεύνηση προς διαπίστωση της κατοχής τους ― Δεν διενεργήθηκε στην κριθείσα περίπτωση πλήρωσης της θέσης Πρώτου Οδοντιατρικού Λειτουργού.
Δεδικασμένο ― Δεδικασμένο από ακυρωτική απόφαση ― Περιστάσεις της παραβίασής του από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στην κριθείσα περίπτωση.
Η αιτήτρια αξίωσε την ακύρωση της απόφασης της ΕΔΥ, να μην προχωρήσει στην πλήρωση της επίδικης θέσης Πρώτου Οδοντιατρικού Λειτουργού, ελλείψει προσοντούχων υποψηφίων. Είχαν προηγηθεί ακυρωτικές δικαστικές αποφάσεις τις οποίες είχε επιτύχει η αιτήτρια ως προς την ίδια κρίση της ΕΔΥ.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
Παρά τις διαπιστώσεις της Ολομέλειας στη Νεοφύτου κ.ά. ν. Γεωργιάδη κ.ά. (2004) 3 Α.Α.Δ. 1, και τις σαφείς υποδείξεις ως προς το πού θα έπρεπε να επικεντρωθεί η έρευνα της Ε.Δ.Υ., με ανάλογα διαβήματα που θα έδιναν απαντήσεις στα δύο κρίσιμα ερωτήματα, τα πρακτικά της 20/7/2004 αποδεικνύουν ότι η Ε.Δ.Υ. δεν επέκτεινε ου[*162]σιαστικά την έρευνά της, ούτε αναζήτησε πρόσθετη πληροφόρηση, αλλά περιορίστηκε στην ανάλυση και ερμηνεία των ίδιων εγγράφων, πιστοποιητικών και βεβαιώσεων, τα οποία είχε αμφισβητήσει στο παρελθόν, καταλήγοντας με αυτό τον τρόπο στα ίδια συμπεράσματα. Αυτά όμως επαναλάμβαναν σε γενικές γραμμές, προηγούμενες αμφίβολες απαντήσεις της Ε.Δ.Υ.. Παραμένοντας προσκολλημένη στα ίδια στοιχεία και γεγονότα, μετέβαλε εκ νέου τη στάση της, θέτοντας ως νέο λόγο άρνησης αναγνώρισης της μεταπτυχιακής εκπαίδευσης της αιτήτριας την, κατά την άποψή της, ανομοιογένεια των θεμάτων της εκπαίδευσης.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Γεωργιάδη ν. Δημοκρατίας (2001) 4 Α.Α.Δ. 35,
Γεωργιάδη ν. Δημοκρατίας (2001) 4 Α.Α.Δ. 1226,
Γεωργιάδη κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1421/2000 κ.ά., ημερ. 2.9.2002,
Νεοφύτου κ.ά. ν. Γεωργιάδη κ.ά. (2004) 3 Α.Α.Δ. 1,
Γεωργιάδη ν. Δημοκρατίας (2007) 4 Α.Α.Δ. 44.
Προσφυγή.
Χ. Γεωργιάδης, για την Αιτήτρια.
Α. Βασιλειάδης, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Η Μαρία Γεωργιάδου (αιτήτρια) με την παρούσα προσφυγή αμφισβητεί την εγκυρότητα της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ.) της 13/9/2004, να μην προχωρήσει σε επανεξέταση της πλήρωσης μιας κενής μόνιμης θέσης Πρώτου Οδοντιατρικού Λειτουργού, επειδή οι υποψήφιοι, περιλαμβανομένης και της αιτήτριας, κρίθηκαν ως μη προσοντούχοι.
(α) Τα γεγονότα.
Η αιτήτρια, η οποία είναι διπλωματούχος Οδοντιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, κατείχε τη θέση του Ανώτερου Οδοντια[*163]τρικού Λειτουργού (Κλίμακα Α 13) και διεκδίκησε προαγωγή στη θέση του Πρώτου Οδοντιατρικού Λειτουργού του Τμήματος Οδοντιατρικών Υπηρεσιών, της οποίας το σχέδιο υπηρεσίας καθορίζει ως απαιτούμενα τα ακόλουθα προσόντα:
“(1) Μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος σ’ οποιοδήποτε κλάδο της οδοντιατρικής και τριετής τουλάχιστον υπηρεσία στη θέση Ανώτερου Οδοντιατρικού Λειτουργού.
(2) Ακεραιότητα χαρακτήρα, οργανωτική και διοικητική ικανότητα, πρωτοβουλία, υπευθυνότητα και ευθυκρισία.
(3) Πολύ καλή γνώση της ελληνικής και της αγγλικής γλώσσας.
Σημ.: Υπάλληλοι που υπηρετούσαν στις Οδοντιατρικές Υπηρεσίες κατά την ημερομηνία έγκρισης του παρόντος Σχεδίου Υπηρεσίας μπορούν να είναι υποψήφιοι έστω και αν δεν κατέχουν μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο, νοουμένου όμως ότι θα έχουν μεταπτυχιακή εκπαίδευση σε οποιοδήποτε κλάδο της οδοντιατρικής συνολικής διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους ή δεκαετή τουλάχιστον υπηρεσία στη θέση Ανώτερου Οδοντιατρικού Λειτουργού (Α13) από την οποία πενταετή τουλάχιστον διοικητική πείρα.”
Η Ε.Δ.Υ. μετά από εξέταση του καταλόγου των υποψηφίων κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αιτήτρια δεν ήταν προσοντούχος γιατί δεν κατείχε το προβλεπόμενο προσόν της πιο πάνω “Σημείωσης” του σχεδίου υπηρεσίας, δηλαδή την απαιτούμενη μεταπτυχιακή εκπαίδευση σε οποιοδήποτε κλάδο της Οδοντιατρικής, συνολικής διάρκειας τουλάχιστον ενός ακαδημαϊκού έτους.
Ακολούθησαν προσφυγές της αιτήτριας (βλ. Μαρία Γεωργιάδη ν. Δημοκρατίας (2001) 4 Α.Α.Δ. 35, Μαρία Γεωργιάδη ν. Δημοκρατίας (2001) 4 Α.Α.Δ. 1226 και Μαρία Γεωργιάδη κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1421/2000 κ.ά., της 2/9/2002) στις οποίες κρίθηκε ότι η Ε.Δ.Υ. ενήργησε κάτω από συνθήκες νομικής πλάνης, αφού θεώρησε πως η αιτήτρια δεν πληρούσε το πιο πάνω προσόν, γιατί οι τρεις σειρές μαθημάτων που παρακολούθησε δεν αποτελούσαν ενιαίο σύνολο και επίσης ότι δεν διενεργήθηκε η δέουσα έρευνα για την κατοχή του πιο πάνω προσόντος από την αιτήτρια.
[*164]Οι πιο πάνω πρωτόδικες αποφάσεις εφεσιβλήθηκαν με τρεις εφέσεις οι οποίες συνεκδικάστηκαν (Νεοφύτου κ.ά. ν. Γεωργιάδη κ.ά. (2004) 3 Α.Α.Δ. 1), στις οποίες το ερώτημα ήταν το κατά πόσο η αιτήτρια πληρούσε το προβλεπόμενο προσόν της σημείωσης του σχεδίου υπηρεσίας.
Επικυρώνοντας και τις τρεις πρωτόδικες αποφάσεις η Ολομέλεια επεσήμανε πως η άποψη της Ε.Δ.Υ. ότι η εφεσίβλητη δεν πληρούσε το επίμαχο προσόν λόγω της χρονικής διάσπασης της εκπαίδευσης και της παρακολούθησης σε διαφορετικούς τόπους και ιδρύματα (τετράμηνη μεταπτυχιακή εκπαίδευση σε θέματα περιοδοντολογίας στο Department of Restorative Dentistry του πανεπιστημίου Newcastle Upon-Tyne το 1994 και το 1997 και εξάμηνη μεταπτυχιακή εκπαίδευση στο Royal Dental College και στο University Hospital στην Κοπεγχάγη από 25/1/88 – 24/7/88), ήταν εσφαλμένη ενόψει του λεκτικού της σημείωσης που καθορίζει μεταπτυχιακή εκπαίδευση συνολικής και όχι συνεχούς, διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους.
Αναφορικά με την ημερομηνία του πιστοποιητικού του πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης (30/6/88), η οποία προηγείται χρονολογικά της ολοκλήρωσης της εκπαίδευσης που βεβαιώνεται σε αυτό, η Ολομέλεια παρατήρησε ότι το θέμα εναπόκειτο στην Ε.Δ.Υ. να το διερευνήσει.
Η απόφαση της Ολομέλειας στη Νεοφύτου κ.ά. ν. Γεωργιάδη κ.ά. (πιο πάνω) κατέληγε στις ακόλουθες παρατηρήσεις – υποδείξεις:
“Ενόψει των όσων αναφέρουμε πιο πάνω, κρίνουμε πως οι πρωτόδικες αποφάσεις είναι ορθές σε ότι αφορά τη βασική τους αιτιολογία, δηλαδή την έλλειψη δέουσας έρευνας αναφορικά με ουσιώδη στοιχεία που σχετίζονται με το κατά πόσο η εφεσίβλητη κατέχει το επίμαχο προσόν του σχεδίου υπηρεσίας. Για να διευκολύνουμε την εξέταση του ζητήματος εντοπίζουμε τα κρίσιμα ερωτήματα, στα οποία πρέπει να επικεντρωθεί η έρευνα της ΕΔΥ, στα πιο κάτω:
(α) σε σχέση με την Α.Ε. 3192 κατά πόσο η μετεκπαίδευση της εφεσίβλητης στη Δανία ήταν διάρκειας 5 ή 6 μηνών και
(β) κατά πόσο η εκπαίδευση της εφεσίβλητης ήταν μεταπτυχιακή, σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας.”
[*165]Η Ε.Δ.Υ. εξέτασε το ζήτημα μέσα στα πιο πάνω πλαίσια και αφού διεξήγαγε, όπως σημειώθηκε στα πρακτικά, δέουσα έρευνα αναφορικά με ουσιώδη στοιχεία που σχετίζονταν με το κατά πόσο οι υποψήφιοι κατείχαν το επίμαχο προσόν του σχεδίου υπηρεσίας με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς του ουσιώδους χρόνου, κατέληξε στη διαπίστωση ότι ουδείς υποψήφιος το κατείχε είτε σύμφωνα με την παράγραφο (1) των απαιτούμενων προσόντων είτε σύμφωνα με τη “Σημείωση” του σχεδίου υπηρεσίας.
Κρίνω σκόπιμο σε αυτό το στάδιο να αναφέρω τι σημείωσε για την αιτήτρια η Ε.Δ.Υ. στα πρακτικά της, ημερομηνίας 20/7/2004:
“Η Γεωργιάδου Μαρία δεν μπορεί να θεωρηθεί υποψήφια, διότι δε διαθέτει μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο σπουδών σε οποιοδήποτε κλάδο της Οδοντιατρικής, αφού σύμφωνα με την παράγραφο (1) των Απαιτούμενων Προσόντων του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης Πρώτου Οδοντιατρικού Λειτουργού, Οδοντιατρικές Υπηρεσίες, απαιτείται η κατοχή από μέρους των υποψηφίων του προσόντος «Μεταπτυχιακού διπλώματος ή τίτλου σ’ οποιοδήποτε κλάδο της Οδοντιατρικής και τριετής τουλάχιστον υπηρεσία στη θέση Οδοντιατρικού Λειτουργού.»
Περαιτέρω, η Επιτροπή, με βάση όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, έκρινε ότι η Γεωργιάδου Μαρία δεν κατέχει ούτε το υπό του Σχεδίου Υπηρεσίας, σύμφωνα με τη Σημείωση, καθοριζόμενο προσόν της μεταπτυχιακής εκπαίδευσης σε οποιοδήποτε κλάδο της Οδοντιατρικής συνολικής διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με επιστολή του School of Dentistry, University of Copenhagen, ημερ. 15.4.2004, μεταξύ άλλων, αναφέρονται ότι (α) η περίοδος εκπαίδευσης της Γεωργιάδου ήταν από 25.1.1988 μέχρι 22.7.1988, (β) κατά την εκεί παραμονή της συμπλήρωσε “a postgraduate Clinical course in periodontology …..”, (γ) η Γεωργιάδου ήταν εγγεγραμμένη ως μεταπτυχιακή φοιτήτρια (full time postgraduate student), (δ) “As far as we are concerned no formal courses for groups of participants have been held in the month of July in the past 15 years. However, courses based on individual arrangements for single postgraduate students as the present one have taken place”, και (ε) “During the entire stay Dr. Georghiadou was addressed in English and the language of all textbooks used was English”.
Τα πιο πάνω όμως η Επιτροπή παρατηρεί ότι έρχονται σε [*166]αντίθεση με πιστοποιητικό από το Royal Dental College Copenhagen, Department of Periodontology, με ημερομηνία 30.6.88, σύμφωνα με το οποίο η Γεωργιάδου ήταν στο πιο πάνω ίδρυμα από 1.2.88 μέχρι 30.6.88.
Στο ίδιο πιστοποιητικό αναφέρεται ότι, επιπρόσθετα, παρακολούθησε Clinical Oral Pathology, στο Department of Oral Medicine and Oral Surgery για ένα μήνα. Βεβαιώνεται, δηλαδή σ’ αυτό το πιστοποιητικό, εκπαίδευση που διήρκεσε ένα μήνα μεταγενέστερα της έκδοσής του (30.6.88), πράγμα οξύμωρο.
Σε πιστοποιητικό του National Board of Health, Copenhagen, ημερομηνίας 17.11.87, αναφέρεται ότι δεν υπάρχει επίσημο μεταπτυχιακό πρόγραμμα στο Royal Dental College Copenhagen για Περιοδοντολογία και ότι η μεταπτυχιακή εκπαίδευση διδάσκεται στη Δανική γλώσσα.
Η Επιτροπή παρατηρεί ότι η επιστολή του School of Dentistry, University of Copenhagen, με ημερομηνία 15.4.04, έρχεται σε αντίθεση με το πιο πάνω πιστοποιητικό.
Σε επιστολή του καθηγητή C.P. Harakis, ημερομηνίας 1.2.2002 προς τον κ. Bodil Riis, Clinical Chief του School of Dentists Faculty of Health Services, University of Copenhagen, κατά πόσο διεξάγοντο μαθήματα σε αλλοδαπούς φοιτητές ή οποιουσδήποτε φοιτητές το μήνα Ιούλιο τα τελευταία 15 χρόνια η απάντηση ήταν αρνητική και υπογράφετο τόσο από τον κ. Bodil Riis όσο και από τον κ. Nils-Erik Fiehn, ο οποίος υπογράφει και την επιστολή με ημερομηνία 15.4.04.
Η Επιτροπή παρατηρεί ότι η επιστολή με ημερομηνία 15.4.2004 έρχεται σε αντίθεση με τα πιο πάνω.
Ύστερα από μελέτη όλων των ενώπιόν της σχετικών στοιχείων, η Επιτροπή σημείωσε ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο η Γεωργιάδου Μαρία έχει μόνο δύο μετεκπαιδεύσεις, η μία στο Royal Dental College και η άλλη στο Πανεπιστήμιο του Newcastle Upon-Tyne.
Αν η Επιτροπή υιοθετήσει την επιστολή του School of Dentistry, University of Copenhagen, ημερ. 15.4.2004, σύμφωνα με την οποία η εκπαίδευση της Γεωργιάδου ήταν από 25.1.1988 μέχρι 22.7.88 (25.1.88 – 30.6.88 αφορούσε Periodontology και από 1.7.88 – 22.7.88 Oral Pathology and Medicine), η συνολική διάρ[*167]κεια είναι πέντε μήνες και 27 ημέρες.
Η Επιτροπή, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει ενώπιόν της από το Οδοντιατρικό Συμβούλιο Κύπρου, το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Οδοντιατρικής, και το General Dental Council του Λονδίνου, παρατηρεί ότι η Στοματολογία (Oral Pathology) δεν εντάσσεται στα προγράμματα της ειδικότητας της Περιοδοντολογίας, γιατί αποτελεί χωριστή ειδικότητα της Οδοντιατρικής.
Όσον αφορά την εκπαίδευση της Γεωργιάδου στο Newcastle Upon-Tyne, αυτή ήταν από 1.10.94 μέχρι 14.12.94 (δηλαδή δύο μήνες και 14 ημέρες) και αφορούσε Periodontology και από 1.10.97 έως 30.10.97 και αφορούσε και πάλιν Periodontology.
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή παρατηρεί ότι ακόμα και στην περίπτωση που υιοθετηθεί η επιστολή του School of Dentistry, University of Copenhagen, ημερ. 15.4.2004, η σειρά μαθημάτων που η διάρκειά τους ήταν από 1.7.1988 μέχρι 22.7.1988 σε σχέση με τις υπόλοιπες πιο πάνω αναφερόμενες σειρές μαθημάτων ήταν σε διαφορετικά θέματα. Επομένως, η ΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ Μαρία δεν έχει μεταπτυχιακή εκπαίδευση «σε κλάδο της Οδοντιατρικής συνολικής διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους», όπως απαιτεί η Σημείωση στο Σχέδιο Υπηρεσίας. Η σειρά μαθημάτων την οποία η Γεωργιάδου, σύμφωνα με τα πιο πάνω πιστοποιητικά/επιστολές, παρακολούθησε ήταν (α) Periodontology (Περιοδοντολογία), και (β) Oral Pathology (Στοματολογία), θέματα τα οποία είναι διαφορετικά μεταξύ τους. Η Σημείωση στο Σχέδιο Υπηρεσίας αναφέρεται ρητά σε «κλάδο της Οδοντιατρικής» και όχι σε «κλάδους της Οδοντιατρικής». Επίσης, η διάρκεια της εκπαίδευσης, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει ενώπιόν της η Επιτροπή για το τι θεωρείται κατά κανόνα ως ακαδημαϊκό έτος, δεν συμπληρώνει το ελάχιστο του χρόνου που κατά κανόνα θεωρείται περίπου ως ακαδημαϊκό έτος.”
Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω η Ε.Δ.Υ. κατέληξε σε συμπέρασμα ότι ουδείς από τους υποψήφιους μπορούσε να θεωρηθεί υποψήφιος για την επίδικη θέση και αποφάσισε όπως μη προβεί σε επανεξέταση της πλήρωσής της.
(β) Οι λόγοι της προσφυγής.
Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η πιο πάνω απόφαση,
[*168](i) Παραβιάζει το δεδικασμένο που προέκυψε από την απόφαση της Ολομέλειας στην Νεοφύτου κ.ά. ν. Γεωργιάδη κ.ά. (πιο πάνω),
(ii) Λήφθηκε κάτω από συνθήκες νομικής και πραγματικής πλάνης της Ε.Δ.Υ. σε σχέση με το χρονικό υπολογισμό της μεταπτυχιακής εκπαίδευσης της αιτήτριας,
(iii) Δεν υποστηρίζεται από επαρκή αιτιολογία και ότι,
(iv) Η Ε.Δ.Υ. έλαβε υπόψη εξωϋπηρεσιακές πληροφορίες.
(γ) Η ισχυριζόμενη παραβίαση του δεδικασμένου.
Έχει υποβληθεί εκ μέρους της αιτήτριας ότι η προσβαλλόμενη απόφαση προσκρούει στο δεδικασμένο που δημιουργήθηκε από τις επισημάνσεις της Ολομέλειας στη Νεοφύτου κ.ά. ν. Γεωργιάδου κ.ά. (πιο πάνω) γιατί, ενώ το Δικαστήριο είχε περιορίσει την έρευνα της Ε.Δ.Υ. για την ακριβή χρονική διάρκεια της μετεκπαίδευσης της αιτήτριας στη Δανία μόνο σε σχέση με την Αναθεωρητική Έφεση 3192 (στην οποία ο ουσιώδης χρόνος κατοχής προσόντων ήταν η 20.6.97, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να προσμετρήσει η τρίτη περίοδος μετεκπαίδευσης 1.10.97 – 30.10.97), η Ε.Δ.Υ. αμφισβήτησε τη συνολική διάρκεια της εκπαίδευσης της αιτήτριας θεωρώντας ότι η αιτήτρια δεν συμπλήρωνε το ελάχιστο του χρόνου που κατά κανόνα θεωρείται περίπου ως ακαδημαϊκό έτος, κρίνοντας την έτσι ως μη προσοντούχα.
Επιπρόσθετα υποβλήθηκε ότι η Ε.Δ.Υ. περιέπεσε σε νομική και πραγματική πλάνη σε ό,τι αφορά τον υπολογισμό της χρονικής διάρκειας της εκπαίδευσης της αιτήτριας και την ερμηνεία του όρου “ακαδημαϊκό έτος”. Η θέση της αιτήτριας είναι ότι είχε συνολική μεταπτυχιακή εκπαίδευση σε θέματα περιοδοντολογίας 10 μηνών, από την οποία οι έξι μήνες αφορούσαν την εκπαίδευσή της στα ιδρύματα Royal Dental College, Κοπεγχάγης και στο University Hospital, Κοπεγχάγης, όμως η Ε.Δ.Υ. μεταβάλλοντας τη στάση της δεν δέχτηκε τον ένα μήνα της εκπαίδευσης στη Στοματολογία, με την αιτιολογία ότι επρόκειτο για διαφορετικές ειδικότητες, θέτοντας με αυτό τον τρόπο νέο ζήτημα, εκτός του δικαστικού δεδικασμένου, χωρίς να λάβει υπόψη διάφορες επιστολές και έγγραφα, σύμφωνα με τα οποία η εκπαίδευση στην Περιοδοντολογία μπορεί να περιλάβει και μαθήματα Στοματολογίας.
Σε ό,τι αφορά την εκπαίδευση της αιτήτριας στη Βρετανία, η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι τόσο οι προηγηθείσες δικαστικές αποφά[*169]σεις, όσο και η ίδια η Ε.Δ.Υ. σε προηγούμενες διαδικασίες πλήρωσης της επίδικης θέσης, είχαν αποφασίσει ότι είχε διάρκεια τριών μηνών (Newcastle Upon-Tyne (1994)) με αποτέλεσμα η μεταγενέστερη απόφαση της Ε.Δ.Υ. της 20/7/2004, ότι ήταν διάρκειας δύο μηνών και 14 ημερών, να βρίσκεται σε αντίθεση με τις αρχές του δεδικασμένου και της καλής πίστης.
Τέλος η Ε.Δ.Υ. δεν διευκρίνισε ποια χρονική διάρκεια του όρου “ακαδημαϊκό έτος” έλαβε ως βάση για τους υπολογισμούς της, κρίνοντας ότι η εκπαίδευση 8,5 μηνών της αιτήτριας δεν αντιστοιχούσε σε ένα ακαδημαϊκό έτος, κατ’ αντίθεση μάλιστα ενός μνημονίου των Ιατρικών Υπηρεσιών, στο οποίο, για σκοπούς υποτροφιών και εκπαιδευτικών αδειών, ο όρος καθορίστηκε ως περίοδος όχι μικρότερη των οκτώ μηνών, ούτε μεγαλύτερη των δέκα μηνών.
Οι πιο πάνω εισηγήσεις είναι ορθές. Παρά τις διαπιστώσεις της Ολομέλειας στη Νεοφύτου κ.ά. ν. Γεωργιάδη κ.ά. (πιο πάνω) και τις σαφείς υποδείξεις ως προς το πού θα έπρεπε να επικεντρωθεί η έρευνα της Ε.Δ.Υ. με ανάλογα διαβήματα που θα έδιναν απαντήσεις στα δύο κρίσιμα ερωτήματα, τα πρακτικά της 20/7/2004 αποδεικνύουν ότι η Ε.Δ.Υ. δεν επέκτεινε ουσιαστικά την έρευνά της, ούτε αναζήτησε πρόσθετη πληροφόρηση αλλά περιορίστηκε στην ανάλυση και ερμηνεία των ίδιων εγγράφων, πιστοποιητικών και βεβαιώσεων, τα οποία είχε αμφισβητήσει στο παρελθόν, καταλήγοντας με αυτό τον τρόπο στα ίδια συμπεράσματα.
Αυτά όμως επαναλάμβαναν σε γενικές γραμμές προηγούμενες αμφίβολες απαντήσεις της Ε.Δ.Υ., όπως ήταν για παράδειγμα η ανομοιογένεια των ημερομηνιών των βεβαιώσεων για τη χρονική περίοδο της μετεκπαίδευσης της αιτήτριας στο Royal Dental College της Κοπεγχάγης, η μη ύπαρξη επίσημου μεταπτυχιακού προγράμματος του πιο πάνω ιδρύματος για την Περιοδοντολογία και ότι η Στοματολογία δεν εντάσσεται στα προγράμματα της ειδικότητας της Περιοδοντολογίας γιατί αποτελεί χωριστή ειδικότητα της Οδοντιατρικής. Το τελευταίο αυτό συμπέρασμα της Ε.Δ.Υ., ότι το σύνολο της μεταπτυχιακής εκπαίδευσης δεν ήταν στον ίδιο κλάδο γιατί αφορούσε θέματα διαφορετικά μεταξύ τους, εισάγεται για πρώτη φορά ως λόγος άρνησης κατοχής των προσόντων. Η σχετική επισήμανση της Ολομέλειας, πως το επιχείρημα εισήχθη για πρώτη φορά ενώπιον της από το δικηγόρο των καθ’ων η αίτηση στη Νεοφύτου κ.ά. ν. Γεωργιάδη κ.ά. (πιο πάνω), σελ. 5, έχει ως εξής:
[*170]“Να παρατηρήσουμε όμως πως η ΕΔΥ στην αιτιολόγηση της απόφασης της δεν πρόβαλε ως λόγο πως οι τρεις εκπαιδεύσεις της εφεσίβλητης ήταν σε διαφορετικό θέμα ή κλάδο. Τέτοια επιχειρηματολογία προβλήθηκε από τους δικηγόρους ενώπιον μας. Δεν υπήρξε όμως ποτέ αντικείμενο συζήτησης από την ΕΔΥ. Η ΕΔΥ δεν αμφισβήτησε ότι οι δυο εκπαιδεύσεις στο Newcastle ήταν μεταπτυχιακές και δεν προβλήθηκε ως λόγος για την απόφαση της πως ήταν σε διαφορετικό κλάδο η μια με την άλλη.”
Αυτή η διαπίστωση που ανατρέπει προηγούμενες αποφάσεις της Ε.Δ.Υ. θα έπρεπε να τεκμηριωθεί με αναφορά στα διάφορα στοιχεία που υπήρχαν ενώπιον της Ε.Δ.Υ. Μεταξύ αυτών ήταν η επιστολή της Διευθύντριας των Οδοντιατρικών Υπηρεσιών προς το Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα ημερομηνίας 25/1/2000, στην οποία βεβαιώνεται ότι η αιτήτρια έτυχε μεταπτυχιακής εκπαίδευσης στον κλάδο της Περιοδοντολογίας – Στοματολογίας σε τρεις διαφορετικές χρονικές περιόδους (οι οποίες παρατίθενται αναλυτικά) συνολικής διάρκειας 10 μηνών, με την παρατήρηση ότι “το φάσμα της Στοματολογίας εμπλέκεται στο όλο φάσμα της Περιοδοντολογίας”, όπως επίσης και η επιστολή του Δανού καθηγητή Περιοδοντολογίας Palle Holmstrup του Royal Dental College, Κοπεγχάγης.
Τα πιο πάνω στοιχεία οδηγούν στο συμπέρασμα ότι κατά την επανεξέταση η Ε.Δ.Υ. δεν άντλησε καθοδήγηση από τις κρίσεις και επισημάνσεις της Ολομέλειας στη Νεοφύτου κ.ά. ν. Γεωργιάδη κ.ά. (πιο πάνω). Δεν προέβη στην επιβαλλόμενη ουσιαστική διερεύνηση των αμφισβητήσεων, πάνω στους άξονες που προσδιορίστηκαν από την Ολομέλεια, παρέλειψε να προβεί σε εκτίμηση των εγγράφων που οδηγούσαν προς τα αντίθετα με τα δικά της συμπεράσματα και παραμένοντας προσκολλημένη στα ίδια στοιχεία και γεγονότα, μετέβαλε εκ νέου τη στάση της, θέτοντας ως νέο λόγο άρνησης αναγνώρισης της μεταπτυχιακής εκπαίδευσης της αιτήτριας την, κατά την άποψή της, ανομοιογένεια των θεμάτων της εκπαίδευσης. Η ίδια απόφαση της Ε.Δ.Υ. απασχόλησε το Ανώτατο Δικαστήριο στην πρόσφατη προσφυγή της αιτήτριας εναντίον προαγωγής συναδέλφου της στην επίδικη θέση (Μαρία Γεωργιάδη ν. Δημοκρατίας (2007) 4 Α.Α.Δ. 44) στην οποία ο αδελφός Δικαστής Κρονίδης, καταλήγοντας στις ίδιες διαπιστώσεις, επισήμανε τα ακόλουθα:
“Από τα πρακτικά της συνεδρίας της ΕΔΥ προκύπτει ότι δεν διενήργησε οποιαδήποτε περαιτέρω έρευνα ως προς τα γεγονότα σχετικά με τη μεταπτυχιακή εκπαίδευση της αιτήτριας. Έχο[*171]ντας ενώπιον της τα ίδια πιστοποιητικά και τα ίδια γεγονότα, όπως και τις προηγούμενες φορές, προσπάθησε να τα αναλύσει και να τα ερμηνεύσει εκ νέου. Κατέληξε δε στα ίδια ευρήματα όπως και προηγουμένως χωρίς περαιτέρω έρευνα παρά το γεγονός ότι το Εφετείο στην υπόθεση Νεοφύτου είχε επισημάνει το γεγονός της διάστασης μεταξύ των πιστοποιητικών. Συγκεκριμένα αναφέρονται τα εξής στη Νεοφύτου, στη σελίδα 6:- ..................................................................
Η ΕΔΥ, όπως φαίνεται στα πρακτικά, διαπιστώνει αντιφάσεις μεταξύ των πιστοποιητικών που έχει ενώπιον της. Αντί με περαιτέρω έρευνα να διαπιστώσει τα πραγματικά γεγονότα και να άρει τις αντιφάσεις προχωρεί και εξετάζει την υπόθεση υπό το πρίσμα και των δύο ενδεχομένων. Δηλαδή αποφάσισε ότι, έστω και αν ήταν ορθό ότι η αιτήτρια είχε 6 μήνες μεταπτυχιακή εκπαίδευση στη Δανία και 2½ στην Αγγλία, ο συνολικός αυτός χρόνος δεν ήταν αντίστοιχος σε ένα ακαδημαϊκό έτος.
Παρατηρώ ότι και στις τρεις πρωτόδικες αποφάσεις που αφορούν στην παρούσα υπόθεση και έχουν αναφερθεί στην αρχή της απόφασης μας, γίνεται εύρημα ότι η μεταπτυχιακή παρακολούθηση στην Αγγλία από την αιτήτρια ήταν διαρκείας 3 μηνών και ότι αν η μεταπτυχιακή εκπαίδευση στη Δανία ήταν 6 μηνών τότε η αιτήτρια συμπλήρωνε χρόνο 9 μηνών που διαρκεί περίπου το ακαδημαϊκό έτος. Σύμφωνα με τη νομολογία αλλά και μνημόνιο που κυκλοφόρησε ο Διευθυντής Ιατρικών Υπηρεσιών «ακαδημαϊκό έτος» σημαίνει περίοδο όχι μικρότερη των οκτώ μηνών, ούτε μεγαλύτερη των δέκα. Κατά συνέπεια η επίδικη απόφαση σ’ αυτό το σημείο θεωρείται πεπλανημένη.
Η ΕΔΥ όμως προχωρεί και αποφασίζει ότι το σύνολο της μεταπτυχιακής εκπαίδευσης δεν αφορούσε τον ίδιο κλάδο αφού ένας από τους μήνες της εκπαίδευσης στη Δανία αφορούσε Στοματολογία. Παραθέτω αυτούσιο το απόσπασμα από τα πρακτικά της ΕΔΥ:- ...........................................................................
Η ΕΔΥ ορθά αναφέρει ότι ο κλάδος της περιοδοντολογίας και της στοματολογίας είναι δύο ξεχωριστοί κλάδοι της Οδοντιατρικής. Αποφεύγει όμως να ερευνήσει το θέμα περαιτέρω και αγνοεί ενώπιον του στοιχεία που τείνουν να υποδείξουν ότι οι κύκλοι των δύο κλάδων τέμνονται μεταξύ τους. Ενώπιον της ΕΔΥ υπήρχε η επιστολή καθηγητού του Πανεπιστημίου της Δανίας, ο οποίος ήταν ο υπεύθυνος καθηγητής της αιτήτριας κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης της. Ο καθηγητής Palle [*172]Holmstrup αναφέρει ότι η αιτήτρια μετεκπαιδεύτηκε για περίοδο πέντε μηνών στην περιοδοντολογία και κρίθηκε όπως παρακολουθήσει για ένα μήνα στοματολογία για να ευρύνει ακόμα περισσότερο την μεταπτυχιακή εκπαίδευση της στην περιοδοντολογία. Θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω το κείμενο της επιστολής-πιστοποιητικού του καθηγητού που έχει ως εξής:- ...............................................................................................................
Αλλά και πέραν των πιο πάνω λεχθέντων που καταδεικνύουν πλημμελή έρευνα του θέματος, η ΕΔΥ δεν ενήργησε με γνώμονα τις αρχές της χρηστής διοίκησης που επιβάλλονται από τη νομολογία. Η ΕΔΥ ενώ αρχικά σε αποφάσεις της θεωρούσε την αιτήτρια ότι κατείχε το προσόν της μεταπτυχιακής εκπαίδευσης, ακολούθως σε επανειλημμένες επανεξετάσεις αλλάζει θέση και θεωρεί ότι η αιτήτρια δεν πληροί τη χρονική διάρκεια της εκπαίδευσης για ένα ακαδημαϊκό έτος. Μετά την απόφαση της Ολομέλειας (Νεοφύτου, πιο πάνω) ενώ εξακολουθεί να αμφιβάλλει σχετικά με το χρόνο της εκπαίδευσης, για πρώτη φορά εφευρίσκει νέο λόγο για να κρίνει την αιτήτρια ως μη προσοντούχο. Ότι δηλαδή η αιτήτρια είχε μεταπτυχιακή εκπαίδευση σε δύο κλάδους και όχι σε ένα. Η στάση της ΕΔΥ κλονίζει τις αρχές της καλής πίστης που εδράζονται στη νομολογιακή αρχή ότι η διοίκηση δεν πρέπει να ενεργεί ενάντια της αρχής της χρηστής διοίκησης.”
Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα σε βάρος των καθ’ων η αίτηση. Η επίδικη απόφαση της 13/9/2004 ακυρώνεται.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο