ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 2106/2006, 10 Ιουλίου 2008

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπóθεση Αρ. 2106/2006)

 

10 Ιουλίου, 2008

 

[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ,

 

Αιτητής,

 

ν. 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

 

Καθ’ ων η αίτηση.

 

 

Α. Κωνσταντίνου, για τον Αιτητή.

 

Ελ. Παπαγεωργίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ’ ων η αίτηση.

 

Ουδεμία εμφάνιση για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 1.

 

Μ. Σπανού-Αναστασίου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 2.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Ο Ιωάννης Μιχαηλίδης (αιτητής) προσβάλλει την εγκυρότητα της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (η “Ε.Δ.Υ.”), με την οποία επιλέγησαν για προαγωγή στη θέση Φοροθέτη (Φόρου Εισοδήματος), Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων οι Δημήτριος Δημητρίου και Έλενα Χαραλάμπους-Ραπτοπούλου (ενδιαφερόμενα μέρη).

 

 

 

 

 

 

(α) Τα γεγονότα.

Για την πλήρωση δύο κενών μόνιμων θέσεων Φοροθέτη (Φόρου Εισοδήματος), Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων, που είναι θέσεις προαγωγής, η Ε.Δ.Υ. έκρινε ως προάξιμους 33 υποψηφίους μεταξύ των οποίων ο αιτητής και τα ενδιαφερόμενα μέρη, που κατείχαν τη θέση του Βοηθού Φοροθέτη              2ης Τάξης.

 

Ο Διευθυντής του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων σύστησε ως καταλληλότερα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Η Ε.Δ.Υ. κατά την τελική της αξιολόγηση στην οποία ενσωματώθηκε και η σύσταση, έκρινε ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερείχαν των υπολοίπων υποψηφίων και αποφάσισε την προαγωγή τους.

 

Έχει υποβληθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή ότι η σύσταση είναι αναιτιολόγητη, πεπλανημένη και αντίθετη με το περιεχόμενο του φακέλου και παρασύρει σε ακυρότητα την επίδικη απόφαση στην οποία έχει ενσωματωθεί η σύσταση. Κρίνω σκόπιμο σε αυτό το στάδιο να παραθέσω τη σύσταση του Διευθυντή, αφού πάνω σε αυτή βασίζεται η επίδικη απόφαση.

 

     “Έχω μελετήσει τους Προσωπικούς Φακέλους και τους Φακέλους των Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων και έλαβα επίσης υπόψη τα ακαδημαϊκά ή και άλλα προσόντα τους, τα οποία όμως δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας και, ως εκ τούτου, τους απέδωσα την ανάλογη βαρύτητα. Με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους – αξία, προσόντα, αρχαιότητα – τις απαιτήσεις της υπό πλήρωση θέσης, καθώς και την καταλληλότητα των υποψηφίων γι’ αυτήν, συστήνω ως καταλληλότερους για προαγωγή τους Δημητρίου Δημήτριο και Χαραλάμπους-Ραπτοπούλου Έλενα.

 

     Ο Δημητρίου Δημήτριος είναι τοποθετημένος στα Κεντρικά Γραφεία του Φόρου Εισοδήματος Λευκωσίας. Σε σύγκριση με τους υποψηφίους που προηγούνται σε αρχαιότητα, η οποία ανάγεται είτε στην προηγούμενη θέση είτε στην ημερομηνία γέννησης, ο Δημητρίου υπερέχει σταθερά σε αξία κατά ένα σημείο το έτος 1999. Σημειώνω ότι ενόψει της ισοπέδωσης που υπάρχει στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις των τελευταίων ετών ανέτρεξα στα τελευταία δέκα έτη.

 

     Σε σύγκριση με τους υποψηφίους που υστερούν σε αρχαιότητα, ο Δημητρίου υπερέχει ή έχει την ίδια αξία. Σημειώνω ότι έλαβα υπόψη ότι τόσο το πτυχίο Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων, που διαθέτει ο συστηνόμενος, όσο και τα πτυχία που διαθέτουν οι λοιποί υποψήφιοι που δεν συστήνω είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης.

 

     Η Χαραλάμπους-Ραπτοπούλου Έλενα υπηρετεί στο Επαρχιακό Γραφείο Φόρου Εισοδήματος Λεμεσού. Σε σύγκριση με τους υποψηφίους που προηγούνται σε αρχαιότητα, η οποία ανάγεται στην παρούσα θέση, η Χαραλάμπους-Ραπτοπούλου σ’ ό,τι αφορά την αξία, όπως αυτή φαίνεται από τις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία χρόνια, δεν υστερεί. Σε σύγκριση με τους υποψηφίους που υστερούν σε αρχαιότητα, υπερέχει ή έχει την ίδια αξία. Έλαβα υπόψη μου το προσόν που κατέχει η Χαραλάμπους-Ραπτοπούλου στην Ανώτερη Εξέταση στην Λογιστική και κρίνω ότι είναι σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης.”

 

 

Το άρθρο 35(4) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν. 1/90 (όπως έχει τροποποιηθεί) απαιτεί ρητά αιτιολογημένη σύσταση του Προϊσταμένου Τμήματος, κατά την πλήρωση θέσεων προαγωγής.

 

Όμως από το κείμενο της σύστασης του Διευθυντή, σε συνδυασμό με το περιεχόμενο των φακέλων, δεν προκύπτει αιτιολογία της κρίσης του Διευθυντή ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη είναι καταλληλότερα για τη θέση, αφού δεν επισημαίνεται κάποιο συγκεκριμένο κριτήριο ή ένα συγκεκριμένο στοιχείο στη σταδιοδρομία των προαχθέντων που θα δικαιολογούσε πειστικά την επιλογή.

 

Ως προς την αξία, τόσο ο αιτητής όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη έχουν αξιολογηθεί σχεδόν ταυτόσημα με βαθμολογία “Εξαίρετα” σε όλα τα στοιχεία των πέντε τελευταίων χρόνων. Στο σύνολο των βαθμολογιών των δέκα τελευταίων χρόνων (1996-2005) στα οποία ανέτρεξε ο Διευθυντής υπάρχει ένα οριακό προβάδισμα του ενδιαφερόμενου μέρους Δημητρίου                          (76 “Εξαίρετα”) έναντι του αιτητή (73 “Εξαίρετα”) και του ενδιαφερόμενου μέρους Χαραλάμπους-Ραπτοπούλου (70 “Εξαίρετα”). Ο Διευθυντής επέλεξε να τονίσει το προβάδισμα κατά ένα “Εξαίρετος” του Δημητρίου για το 1999 και έκανε λόγο για “ισοπέδωση” των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων των τελευταίων ετών. Όμως δεν σημείωσε το ανάλογο οριακό προβάδισμα του αιτητή έναντι της Χαραλάμπους-Ραπτοπούλου, όπως φαίνεται στις αξιολογήσεις στις οποίες, ενώ συμμετείχε και ο ίδιος ως αξιολογών λειτουργός, τις επικρίνει εκ των υστέρων ως ισοπεδωτικές.

 

Ως προς τα προσόντα, ο Διευθυντής ανέφερε ότι έλαβε υπόψη το πτυχίο Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων του Δημητρίου και το πιστοποιητικό Ανώτερης Εξέτασης στη Λογιστική της Χαραλάμπους-Ραπτοπούλου, καθώς και τα πτυχία των υπόλοιπων υποψηφίων που δεν σύστησε, τα οποία έκρινε ότι ήταν σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης. Όμως από τον κατάλογο των υποψηφίων που τέθηκε στη διάθεση του Διευθυντή, φαίνεται ότι ο αιτητής κατείχε τέσσερα πρόσθετα προσόντα τα οποία, αφού θεωρήθηκαν ως σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης θα έπρεπε να του προσδώσουν και την ανάλογη υπεροχή στο συγκεκριμένο στοιχείο κρίσης.

 

Ως προς την αρχαιότητα, ο αιτητής και τα ενδιαφερόμενα μέρη διορίστηκαν στην ίδια θέση (Βοηθός Φοροθέτης 2ης Τάξης) την 3/2/1992 και με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 49(7) του Ν. 1/90, σε περίπτωση που η αρχαιότητα στους πρώτους διορισμούς είναι η ίδια, η προηγούμενη αρχαιότητα κρίνεται με βάση την ηλικία. Επομένως υπάρχει προβάδισμα του αιτητή που είναι μεγαλύτερος σε ηλικία.

 

Η έλλειψη του υπόβαθρου πάνω στο οποίο βασίστηκε η σύσταση δεν επιτρέπει το δικαστικό της έλεγχο. Όπως σημειώθηκε στην απόφαση Μοδίτης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 695, της οποίας το σκεπτικό συνοψίζεται στο ακόλουθο απόσπασμα,

 

     “Καταλήγουμε πως η σύσταση του προϊσταμένου εκδήλως δεν μπορεί να προσθέτει ή να αφαιρεί από την υπηρεσιακή εικόνα των υπαλλήλων. Δεν είναι πηγή τέτοιας πληροφόρησης και δε συναρτάται προς την αξία, ως του ενός από τα κριτήρια που προβλέπει ο Νόμος. Η σύσταση, στην οποία αναφέρεται ο Νόμος, εμπεριέχει μόνο τη συμβουλή ή γνώμη του προϊσταμένου ως προς τον κατάλληλο για προαγωγή στη βάση του συνόλου των κριτηρίων, με δοσμένη την υπηρεσιακή τους εικόνα όπως την αποτυπώνουν οι φάκελοι. Ο προϊστάμενος του τμήματος στο οποίο υφίσταται η κενή θέση γνωρίζει στην πράξη τις ανάγκες εκείνης της θέσης και εξ αυτού προκύπτει και ο ρόλος του. Να επισημάνει τί από τα δεδομένα, δηλαδή από τις ιδιότητες και τις ικανότητες που καταφαίνεται ότι έχει ένας υπάλληλος, ταιριάζει καλύτερα σ’ αυτές τις ανάγκες ώστε αυτός να αναδεικνύεται ως ο καταλληλότερος. Οπότε, και στην περίπτωση που η ΕΔΥ έχει άλλη άποψη ως προς το ποιος είναι ο καταλληλότερος, να χρειάζεται να αιτιολογήσει αυτή την απόκλιση ειδικά. Όσα εξειδικεύει ως ικανότητες και ιδιότητες των συστηθέντων, αναμφιβόλως είναι σχετικά και θα μπορούσαν να είχαν αποτελέσει τους λόγους της επιλογής που έκαμε. Εννοείται όμως πως τα αναφέρει συγκριτικά. Δεν μπορεί να του αποδοθεί πως προτείνει ορισμένους για προαγωγή για συγκεκριμένους λόγους όταν θεωρεί πως οι ίδιοι οι λόγοι συντρέχουν και για εκείνους που δε συστήνει. Κατ’ ανάγκην όσα εξειδικεύει μεταφέρουν το μήνυμα της υπεροχής εκείνων που συστήνονται στους αντίστοιχους τομείς. Ώστε αυτοί να αναδεικνύονται ως οι καταλληλότεροι. (Βλ. συναφώς Κίκης Ονουφρίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας ΑΕ 2037 ημερομηνίας 20.11.98). Δεν προκύπτει όμως τέτοια υπεροχή από τους φακέλους και η επίκληση από τον προϊστάμενο της προσωπικής του γνώσης, εισάγει πηγή πληροφόρησης αντίθετη προς το Νόμο και, πάντως, η σύσταση συγκρούεται προς τα στοιχεία των φακέλων.”

 

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα σε βάρος των καθ’ων η αίτηση. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται.

 

 

 

 

 

 

                                                       Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,

                                                                Δ.

 

 

 

 

/ΔΓ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο