Αττάς Νίκος και άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2008) 4 ΑΑΔ 153

(2008) 4 ΑΑΔ 153

[*153]19 Μαρτίου, 2008

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 και 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

(Υπόθεση Αρ. 866/2004)

ΝΙΚΟΣ ΑΤΤΑΣ,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, MEΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ’ ων η αίτηση.

 

(Υπόθεση Αρ. 891/2004)

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, MEΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ’ ων η αίτηση.

 

(Υπόθεση Αρ. 1014/2004)

ΑΝΤΩΝΗΣ ΔΙΑΜΙΑΝΟΥ,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, MEΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ’ ων η αίτηση.

(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 866/2004, 891/2004, 1014/2004)

 

[*154]Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Σύσταση του Διευθυντή ― Περιστάσεις της εγκυρότητας της σύστασης στην κριθείσα περίπτωση.

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Αιτιολογία της τελικής επιλογής από την Ε.Δ.Υ. ― Δεν έπασχε στην κριθείσα περίπτωση.

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Κριτήρια ― Το κριτήριο της αξίας, σε συνδυασμό με το κριτήριο της αρχαιότητας ― Περιστάσεις της ορθής και σύμφωνης προς τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου εφαρμογής τους, στην κριθείσα περίπτωση.

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Υπηρεσιακές εκθέσεις ― Ένσταση κατά της αξιολόγησης ― Όροι εξέτασης της ένστασης από την Ομάδα Αξιολόγησης ― Εφαρμόστηκαν ορθά στην κριθείσα περίπτωση και κατά τεκμήριο ασκήθηκε και ο απαιτούμενος έλεγχος νομιμότητας από την Ε.Δ.Υ..

Οι αιτητές επεδίωξαν την ακύρωση της προαγωγής των ενδιαφερομένων μερών στη θέση Επιθεωρητή πλοίων Α΄.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας τις προσφυγές, αποφάσισε ότι:

1.  Ο δικηγόρος των αιτητών πρόβαλε ότι η σύσταση του Διευθυντή πάσχει. Υποστήριξε ότι η αναφορά του Διευθυντή στα θέματα που έχουν εξειδικευτεί τα Ε.Μ. και στην πείρα που έχουν αποκτήσει, οδηγεί σε θυματοποίηση των αιτητών. Ο ισχυρισμός δεν είναι βάσιμος. Η σχετική αναφορά είναι μια απλή περιγραφή των υπηρεσιακών στοιχείων των Ε.Μ. που σκιαγραφεί τη σταδιοδρομία τους χωρίς να προσδίδει σ’ αυτούς οποιοδήποτε πλεονέκτημα.

2.  Ισχυρίστηκε στη συνέχεια ότι η σύσταση είναι αναιτιολόγητη και ότι αναιτιολόγητη είναι και η απόφαση της Ε.Δ.Υ.. Δε διαπιστώνεται όμως υπεροχή των αιτητών σε αρχαιότητα και πρόσθετα προσόντα, όπως ισχυρίζονται.

3.  Η βαθμολογική διαφορά μεταξύ αιτητών και Ε.Μ. δεν είναι οριακή. Έχοντας υπόψη την ισοπεδωτική βαθμολόγηση των δημόσιων υπαλλήλων, που σε ένα τεράστιο ποσοστό των αξιολογικών εκθέσεων εμφανίζονται όλοι εξαίρετοι, η οποιαδήποτε διαφορά σε αξία πρέπει να λαμβάνεται υπόψη. Η Ε.Δ.Υ. είχε να επιλέξει μεταξύ της συμβολικής αρχαιότητας, λόγω ηλικίας των αιτητών, και της υπεροχής των Ε.Μ. σε αξία και η πλάστιγγα έκλινε υπέρ του [*155]κριτηρίου της αξίας. Δεν χωρεί επέμβαση του Δικαστηρίου στην απόφασή της.

4.  Στους περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Αξιολόγηση Υπαλλήλων) Κανονισμούς του 1990 έως 1999 (Κ.Δ.Π. 386/90, Κ.Δ.Π. 110/93 και Κ.Δ.Π. 294/99), δεν υπάρχει υποχρέωση των Λειτουργών Αξιολόγησης να αιτιολογήσουν μείωση της βαθμολογίας στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις. Στην περίπτωση του αιτητή Αττά, η αξιολόγησή του για το έτος 2000 μειώθηκε σε σχέση με το στοιχείο «Διευθυντική/Διοικητική Ικανότητα» από «εξαίρετα» σε «πολύ ικανοποιητικά». Η εν λόγω μείωση δε συνιστούσε δυσμενή κρίση, ώστε δεν ήταν επιβεβλημένη η παροχή ευκαιρίας να υποβάλει τις παραστάσεις του προτού ληφθεί η τελική απόφαση. Ο αιτητής υπέβαλε στην ομάδα αξιολόγησης γραπτώς τις παραστάσεις του αναφορικά με την εν λόγω μείωση της βαθμολογίας του μετά την κοινοποίηση της υπηρεσιακής έκθεσης. Κρίθηκε ότι δεν υπήρχαν λόγοι για αναθεώρηση της συγκεκριμένης αξιολόγησής του. Την κρίση της αυτή, η ομάδα αξιολόγησης, δεν είχε υποχρέωση να αιτιολογήσει, όπως δεν είχε υποχρέωση να αιτιολογήσει και τη μείωση της βαθμολογίας. Το Δικαστήριο δεν μπορεί να εξετάσει την ουσιαστική κρίση της ομάδας αξιολόγησης.

     Η Ε.Δ.Υ. είχε ενώπιόν της τους προσωπικούς φακέλους των υποψηφίων και συνεπώς τεκμαίρεται ότι άσκησε έλεγχο νομιμότητας της τήρησης των Κανονισμών και του Νόμου ως προς τις ετήσιες αξιολογήσεις των υποψηφίων.

Οι προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Θεμιστοκλέους ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 654/2001, ημερ. 19.11.2002,

Μιχαηλίδου ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ. 1361.

Προσφυγή.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Aιτητές.

Μ. Κυπριανού (κα), για τους Kαθ’ ων η αίτηση.

Γ. Βαλιαντής για Λ. Παπαφιλίππου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 1.

[*156]Μ. Καλλιγέρου (κα), για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 2.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Οι προσφυγές συνεκδικάστηκαν γιατί παρουσιάζουν κοινά πραγματικά γεγονότα και νομικά σημεία.

Μετά από άδεια του Δικαστηρίου έγινε διαχωρισμός δικογράφου. Με τις προσφυγές προσβάλλεται η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ.), ημερομηνίας 29.6.04, με την οποία προάχθηκαν οι Κωστάκης Κωσταράς και Γιώργος Δημητριάδης (Ε.Μ.) στη θέση Επιθεωρητή Πλοίων Α, Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας.

Η Ε.Δ.Υ. προέβηκε στην πλήρωση των δύο επίδικων θέσεων, οι οποίες είναι θέσεις προαγωγής, στη συνεδρία της ημερομηνίας 29.6.04. Σ’ αυτή κλήθηκε ο Διευθυντής του Τμήματος Εμπορικής Ναυτιλίας, ο οποίος προέβηκε σε σύσταση υπέρ των Κωστάκη Κωσταρά και Γιώργου Δημητριάδη (Ε.Μ.).

Παραθέτω τη σύστασή του:

«Γνωρίζω προσωπικά όλους τους υποψηφίους. Προκειμένου όμως να προβώ σε συστάσεις έχω διαβουλευθεί με τους άμεσα προϊσταμένους τους και έχω μελετήσει τόσο τους Προσωπικούς Φακέλους όσο και τους Φακέλους των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων. Με βάση τα πιο πάνω και έχοντας υπόψη τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους – αξία, προσόντα, αρχαιότητα καθώς και τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας της υπό πλήρωση θέσης και τις ικανότητες και δυνατότητες ενός εκάστου των υποψηφίων, κρίνω ως καταλληλότερους και συστήνω για προαγωγή τους Κωσταρά Κωστάκη και Δημητριάδη Γεώργιο.

Οι Κωσταράς και Δημητριάδης, σε σύγκριση με τους υποψηφίους που προηγούνται σε αρχαιότητα, η οποία έχει περιορισμένη σημασία γιατί οφείλεται στην ημερομηνία γέννησης, υπερέχουν όλων σε αξία, όπως αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές τους Εκθέσεις, και σε σύγκριση με τους λοιπούς υποψηφίους, οι οποίοι υστερούν σε αρχαιότητα, η οποία ανάγεται στην παρούσα τους θέση, είναι ίσοι σε αξία. Ο Κωσταράς έχει εξειδικευθεί σε θέματα κατασκευαστικής ασφάλειας, φορτώσεων πλοίων και εξοπλισμού, ενώ ο Δημητριάδης έχει εξειδικευθεί σε θέματα εκπαίδευσης και πιστοποίησης ναυτικών. Και οι δύο έχουν σημαντική πείρα στην επιθεώρηση πλοίων και έχουν [*157]εκπροσωπήσει κατ’ επανάληψη την Κύπρο στις εργασίες του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού.

Συστήνοντας τους πιο πάνω, δεν παρέλειψα να λάβω υπόψη ότι ο υποψήφιος Αταλιανής Χρήστος κατέχει διδακτορικό τίτλο σχετικό με τα καθήκοντα της υπό πλήρωσης θέσης και ως εκ τούτου στο εν λόγω προσόν απέδωσα την ανάλογη βαρύτητα, αυτός όμως υστερεί σε αρχαιότητα, η οποία ανάγεται στην παρούσα τους θέση, και δεν υπερέχει σε αξία. Ως εκ τούτου, σε μία γενική συνεκτίμηση όλων των στοιχείων, κρίνω ότι οι συστηθέντες υπερέχουν.»

Στη συνέχεια η Ε.Δ.Υ. ασχολήθηκε με την αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων. Αφού έλαβε υπόψη τα τρία κριτήρια – αξία, προσόντα, αρχαιότητα – και τη σύσταση του Διευθυντή, έκρινε ότι οι Κωστάκης Κωσταράς και Γιώργος Δημητριάδης υπερέχουν των άλλων υποψηφίων και τους επέλεξε ως τους πιο κατάλληλους για προαγωγή.

Παραθέτω τα πιο κάτω αποσπάσματα από τα πρακτικά της συνεδρίας αυτής:

«Η Επιτροπή, επιλέγοντας τους Κωσταρά και Δημητριάδη, έλαβε υπόψη ότι αυτοί, σ’ ό,τι αφορά την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές τους Εκθέσεις, υπερέχουν ή δεν υστερούν των λοιπών υποψηφίων, αξιολογηθέντες ως καθόλα εξαίρετοι, δεν υστερούν σε προσόντα, πλην έναντι του Αταλιανή, για τον οποίο γίνεται αναφορά πιο κάτω, και, επιπλέον, διαθέτουν υπέρ τους τη σύσταση του Διευθυντή, η οποία συνάδει με τα στοιχεία των Φακέλων.

Επιλέγοντας τους πιο πάνω, η Επιτροπή δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι οι Κωσταράς και Δημητριάδης υστερούν σε αρχαιότητα έναντι των Δαμιανού Αντώνιου και Παλατέ Γιαννάκη και ότι ο Δημητριάδης υστερεί και έναντι των Αττά Νίκου και Κυριάκου Ανδρέα, οι εν λόγω όμως υποψήφιοι υστερούν σε αξία και, επιπλέον, η Επιτροπή έκρινε ότι η αρχαιότητα αυτή είναι οριακή, γιατί οφείλεται στην ημερομηνία γέννησης.

Τέλος, η Επιτροπή δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι ο υποψήφιος Αττάς Νίκος κατέχει πιστοποιητικό παρακολούθησης μεταπτυχιακού προγράμματος στη Χημική Μηχανική διάρκειας ενός έτους, στο οποίο απέδωσε τη δέουσα βαρύτητα, ωστόσο το εν λόγω πιστοποιητικό παρακολούθησης δεν μπορεί να [*158]ανατρέψει την επιλογή των Κωσταρά και Δημητριάδη, οι οποίοι υπερέχουν στην αξία, ενώ η διαφορά στην αρχαιότητα του Αττά έναντι του Δημητριάδη ανάγετο μόνο στην ημερομηνία γέννησης, και επιπλέον, διαθέτουν την υπέρ τους σύσταση του Διευθυντή.»

Ο δικηγόρος των αιτητών πρόβαλε ότι η σύσταση του Διευθυντή πάσχει. Υποστήριξε ότι η αναφορά του Διευθυντή στα θέματα που έχουν εξειδικευτεί τα Ε.Μ. και στην πείρα που έχουν αποκτήσει, οδηγεί σε θυματοποίηση των αιτητών.

Ο ισχυρισμός δεν είναι βάσιμος. Η σχετική αναφορά είναι μια απλή περιγραφή των υπηρεσιακών στοιχείων των Ε.Μ. που σκιαγραφεί τη σταδιοδρομία τους χωρίς να προσδίδει σ’ αυτούς οποιοδήποτε πλεονέκτημα.

Ισχυρίστηκε στη συνέχεια ότι η σύσταση είναι αναιτιολόγητη και ότι αναιτιολόγητη είναι και η απόφαση της Ε.Δ.Υ..

Προβάλλεται αόριστα ο ισχυρισμός αυτός, παραπέμποντας σε αποσπάσματα της νομολογίας χωρίς να συγκεκριμενοποιείται στα θέματα που αφορούν τους αιτητές. Αυτό που συνάγεται είναι ο ισχυρισμός για παραγνώριση της αρχαιότητας και των πρόσθετων προσόντων των αιτητών.

Από τα στοιχεία των υπηρεσιακών φακέλων, προκύπτει ότι οι αιτητές και τα Ε.Μ. διορίστηκαν στη θέση Επιθεωρητή Πλοίων την ίδια ημερομηνία, την 15.7.97. Η διαφορά στην αρχαιότητα έγκειται στην ημερομηνία γέννησης. Ο αιτητής Δαμιανού υπερέχει σε αρχαιότητα των Ε.Μ. Κωσταρά και Δημητριάδη και οι αιτητές Αττάς και Κυριάκου υπερέχουν του Ε.Μ. Δημητριάδη.

Ο Διευθυντής σύστησε τα Ε.Μ., δίνοντας βαρύτητα στην υπεροχή των Ε.Μ. σε αξία, όπως προκύπτει από τη βαθμολογία τους στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις.

Το ίδιο και η Ε.Δ.Υ., κρίνοντας ότι η αρχαιότητα με βάση την ημερομηνία γέννησης είναι οριακή, επέλεξε τα Ε.Μ., τα οποία υπερείχαν σε αξία.

Δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη το μεταπτυχιακό πρόγραμμα διάρκειας ενός έτους, το οποίο παρακολούθησε ο αιτητής Αττάς.  Έκρινε ορθά, ότι δεν μπορούσε να ανατρέψει την υπεροχή των Ε.Μ. σε αξία.

[*159]Δε διαπιστώνεται υπεροχή των αιτητών σε αρχαιότητα και πρόσθετα προσόντα, όπως ισχυρίζονται.

Πρόβαλαν και οι τρεις αιτητές ότι η υπεροχή σε αξία των Ε.Μ. έναντι αυτών είναι οριακή.

Από τη μελέτη των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων, διαπίστωσα ότι τα Ε.Μ. έχουν αξιολογηθεί εξαίρετα και στα οκτώ στοιχεία αξιολόγησης τα έτη 2003 – 1999. Ο αιτητής Αττάς έχει αξιολογηθεί με εξαίρετα και στα οκτώ στοιχεία αξιολόγησης τα έτη 2003 – 2001, ενώ έχει αξιολογηθεί με εξαίρετα στα επτά στοιχεία και με πολύ ικανοποιητικά σε ένα στοιχείο τα έτη 2000 και 1999. Το ίδιο και ο αιτητής Κυριάκου. Ο αιτητής Δαμιανού έχει αξιολογηθεί με εξαίρετα και στα οκτώ στοιχεία τα έτη 2003 και 2002, ενώ είχε αξιολογηθεί με εξαίρετα στα επτά στοιχεία και πολύ ικανοποιητικά σε ένα το έτος 2001 και με εξαίρετα στα έξι στοιχεία και πολύ ικανοποιητικά στα δύο τα έτη 2000 και 1999.

Η βαθμολογική διαφορά μεταξύ αιτητών και Ε.Μ. δε θα έλεγα ότι είναι οριακή. Έχοντας υπόψη την ισοπεδωτική βαθμολόγηση των δημόσιων υπαλλήλων που σε ένα τεράστιο ποσοστό των αξιολογικών εκθέσεων εμφανίζονται όλοι εξαίρετοι, η οποιαδήποτε διαφορά σε αξία πρέπει να λαμβάνεται υπόψη (Κατερίνα Θεμιστοκλέους ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 654/2001, ημερ. 19.11.2002).

Η σύσταση του Διευθυντή δε φαίνεται να παραβιάζει τις αρχές που τέθηκαν στη νομολογία.

Η Ε.Δ.Υ. είχε να επιλέξει μεταξύ της συμβολικής αρχαιότητας λόγω ηλικίας των αιτητών, όπως παρατέθηκε πιο πάνω και της υπεροχής των Ε.Μ. σε αξία και η πλάστιγγα έκλινε υπέρ του κριτηρίου της αξίας. Δε χωρεί επέμβαση του Δικαστηρίου στην απόφασή της.

Στη συνέχεια εξέτασα τον ισχυρισμό του αιτητή Αττά (προσφυγή αρ. 866/04), ότι η ετήσια υπηρεσιακή έκθεση για το έτος 2000 πάσχει.  Στην έκθεση αυτή αξιολογήθηκε με εξαίρετα σε επτά στοιχεία αξιολόγησης και πολύ ικανοποιητικά στο στοιχείο Διευθυντική/Διοικητική Ικανότητα. Υποστήριξε ότι δεν είχε υφισταμένους στους οποίους να ασκεί διοίκηση καθώς και ότι κατά το έτος αυτό είχε επιλεγεί να δημιουργήσει και να διοικήσει το Ναυτιλιακό Γραφείο/Προξενείο στο Αμβούργο. Είναι η θέση του ότι η απάντηση της επιτροπής αξιολόγησης εξακολουθεί να αφήνει αναιτιολό[*160]γητη και λανθασμένη την αξιολόγηση.

Περαιτέρω, πρόβαλε ότι η Ε.Δ.Υ. όφειλε να προβεί σε δέουσα έρευνα για τη νομιμότητα της έκθεσης αυτής.

Παρόλο που ο ισχυρισμός αυτός δεν αναφέρεται συγκεκριμένα στους λόγους ακύρωσης του δικογράφου της αίτησης ακύρωσης, θεωρώ ότι καλύπτεται έστω από τον αόριστα διατυπωμένο λόγο «η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει σε όλα τα προπαρασκευαστικά της στάδια» και το λόγο ότι η καθ’ ης η αίτηση «παρέλειψε να ερευνήσει κατάλληλα και νομότυπα όλες τις πτυχές της υπόθεσης».

Στους περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Αξιολόγηση Υπαλλήλων) Κανονισμούς του 1990 έως 1999 (Κ.Δ.Π. 386/90, Κ.Δ.Π. 110/93 και Κ.Δ.Π. 294/99) δεν υπάρχει υποχρέωση των Λειτουργών Αξιολόγησης να αιτιολογήσουν μείωση της βαθμολογίας στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις.

Ο Κανονισμός 9 της Κ.Δ.Π. 386/90 καθορίζει ότι «αν υπάρχει πρόθεση όπως διατυπωθεί στην Υπηρεσιακή Έκθεση οποιαδήποτε δυσμενής κρίση, παρέχεται η ευκαιρία στον υπάλληλο να ακουστεί και να υποβάλει τις παραστάσεις του προτού ληφθεί η τελική απόφαση.» Στον Κανονισμό αυτό προστέθηκε με τον Κανονισμό 4 της Κ.Δ.Π. 110/93 η επεξήγηση της έννοιας «δυσμενής κρίση». Καθορίζεται ότι «θεωρείται εκείνη που υπάρχει σε οποιοδήποτε στοιχείο, όταν σ’ αυτό ο υπάλληλος κρίνεται «μη ικανοποιητικά»».

Στην περίπτωση του αιτητή Αττά η αξιολόγησή του για το έτος 2000 μειώθηκε σε σχέση με το στοιχείο «Διευθυντική/Διοικητική Ικανότητα» από «εξαίρετα» σε «πολύ ικανοποιητικά». Η εν λόγω μείωση δε συνιστούσε δυσμενή κρίση ώστε δεν ήταν επιβεβλημένη η παροχή ευκαιρίας να υποβάλει τις παραστάσεις του προτού ληφθεί η τελική απόφαση.

Ο αιτητής υπέβαλε στην ομάδα αξιολόγησης γραπτώς τις παραστάσεις του αναφορικά με την εν λόγω μείωση της βαθμολογίας του μετά την κοινοποίηση της υπηρεσιακής έκθεσης.

Η ομάδα αξιολόγησης απάντησε τα πιο κάτω:

«2. Η αξιολόγηση σας σε ότι αφορά τη διευθυντική/διοικητική ικανότητα θεωρήθηκε πολύ ικανοποιητική και το γεγονός ότι έχετε επιλεγεί για να προϊστασθε του προξενικού γραφείου επιβεβαιώνει την εκτίμηση αυτή.

[*161]3. Η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι υπάρχουν ακόμα περιθώρια βελτίωσης και τα καθήκοντα που σας έχουν ανατεθεί αποτελούν ευκαιρία να το αποδείξετε.

4. Η Επιτροπή Αξιολόγησης θεωρεί την αξιολόγηση που σας έγινε ως αντικειμενική.

Όπως προκύπτει από τα ενώπιον μου στοιχεία, κρίθηκε ότι δεν υπήρχαν λόγοι για αναθεώρηση της συγκεκριμένης αξιολόγησής του. Την κρίση της αυτή, η ομάδα αξιολόγησης, δεν είχε υποχρέωση να αιτιολογήσει, όπως δεν είχε υποχρέωση να αιτιολογήσει και τη μείωση της βαθμολογίας. Παραπέμπω στην υπόθεση Χαρίκλεια Μιχαηλίδου ν. Κυπριακή Δημοκρατία (1999) 4 Α.Α.Δ. 1361, 1370.

Οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο αιτητής ότι δεν ασκούσε διοίκηση σε υφισταμένους και ότι επιλέγηκε να διοικήσει το Ναυτιλιακό Γραφείο/Προξενείο στο Αμβούργο, δεν πείθουν ότι η εν λόγω αξιολόγηση πάσχει.

Στο Μέρος ΙΙ του εντύπου αξιολόγησης, στο οποίο αναφέρονται τα οκτώ στοιχεία αξιολόγησης, στο όγδοο στοιχείο «Διευθυντική/Διοικητική Ικανότητα» επεξηγείται:

«Διαθέτει τις απαιτούμενες ικανότητες για αποτελεσματικό προγραμματισμό, οργάνωση, διεύθυνση, συντονισμό, εποπτεία και έλεγχο της εργασίας του και του προσωπικού που έχει ή που μπορεί να’ χει στη διάθεσή του;»

Προκύπτει ότι το γεγονός ότι δε διοικούσε προσωπικό δεν τον αποκλείει από την αξιολόγηση στο εν λόγω κριτήριο. Περαιτέρω, η ανάθεση της οργάνωσης του Ναυτιλιακού Γραφείου δεν σημαίνει ότι διέθετε τις αναφερθείσες ικανότητες σε εξαίρετο βαθμό.  Το Δικαστήριο δεν μπορεί να εξετάσει την ουσιαστική κρίση της ομάδας αξιολόγησης.

Εξέτασα ακολούθως τον ισχυρισμό του αιτητή Αττά αναφορικά με την έλλειψη δέουσας έρευνας από την Ε.Δ.Υ., ως προς τη νομιμότητα της εν λόγω αξιολόγησης.

Συμφωνώ με τη θέση της δικηγόρου του Ε.Μ. Δημητριάδη, ότι η Ε.Δ.Υ. είχε ενώπιον της τους προσωπικούς φακέλους των υποψηφίων και συνεπώς τεκμαίρεται ότι άσκησε έλεγχο νομιμότητας της τήρησης των Κανονισμών και του Νόμου ως προς τις ετήσιες αξιολογήσεις των υποψηφίων.

[*162]Οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο δικηγόρος του αιτητή Αττά δεν ανέτρεψαν το τεκμήριο νομιμότητας.

Ισχυρισμό εναντίον της ετήσιας υπηρεσιακής έκθεσης για το έτος 2000 πρόβαλε και ο αιτητής Κυριάκου (προσφυγή αρ. 891/2004), ο οποίος αξιολογήθηκε με πολύ ικανοποιητικά στο στοιχείο «Πρωτοβουλία». Προβλήθηκε αόριστα ο ισχυρισμός, μεταξύ άλλων, ότι δεν έγινε οποιαδήποτε παρατήρηση στον αιτητή.  Κάτι τέτοιο δεν απαιτείται από τον Κανονισμό. Ο Κανονισμός 11(3) της Κ.Δ.Π. 386/90 καθορίζει ότι σε περίπτωση διαπίστωσης παραλείψεων και ελλείψεων που είναι δυνατό να επηρεάζουν δυσμενώς την αξιολόγηση των υπαλλήλων, θα πρέπει να εφιστάται η προσοχή των αξιολογουμένων στις παραλείψεις ή ελλείψεις αυτές.

Όπως ανέφερα πιο πάνω με την Κ.Δ.Π. 110/93 καθορίστηκε ότι δυσμενής κρίση θεωρείται η κρίση με «μη ικανοποιητικά».

Από την απάντηση της ομάδας αξιολόγησης στην ένστασή του δεν προκύπτει παράλειψη ή έλλειψη και το σημαντικότερο η κρίση δεν είναι δυσμενής.

Παραπέμπω σε όσα λέχθηκαν πιο πάνω για το τεκμήριο νομιμότητας.

Δε διαπιστώνω οποιοδήποτε περιθώριο επέμβασης του Δικαστηρίου στις εξεταζόμενες προσφυγές.

Οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί απορρίπτονται.

Οι προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα εναντίον των αιτητών, τα οποία να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

Οι προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο