MUHAMMAD IGBAL ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 1629/07, 14 Απριλίου 2009

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1629/07)

 

14 Απριλίου 2009

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

MUHAMMAD IGBAL,

Αιτητής,

-         ΚΑΙ   -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ/Η

ΜΕΣΩ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

---------------------------

Γ. Γεωργαλλής, για τον Αιτητή.

Γ. Χατζηχάννα-Ευαγόρου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,

για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

----------------------------

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

        ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:  Οι καθ΄ ων απέρριψαν την ιεραρχική προσφυγή που υπέβαλε ο αιτητής, Πακιστανός υπήκοος, εναντίον της απορριπτικής  απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερ. 28.7.06 στο αίτημα του για την παραχώρηση του καθεστώτος του πολιτικού πρόσφυγα. 

 

        Ο αιτητής στη σχετική συνέντευξη του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, με τη βοήθεια μεταφραστή, ανέφερε ότι εισήλθε στη Δημοκρατία στις 26.9.04 μέσω των κατεχομένων εδαφών της Κυπριακής Δημοκρατίας έχοντας εξέλθει της χώρας του νόμιμα και χωρίς να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα.  Ανήκε στην οργάνωση Sunni Group, η οποία είναι θρησκευτική οργάνωση, της οποίας ήταν ο αντιπρόεδρος, εξ αιτίας δε της συμμετοχής του στην οργάνωση αυτή αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα του.  Η αντίπαλη θρησκευτική ομάδα των Shia τους καταδίωκε έχοντας διαφορές μαζί τους επειδή δεν ακολουθούν τον προφήτη Μωάμεθ, ενώ η δική του θρησκευτική οργάνωση τον ακολουθεί. Στις 15.4.04, οι Shia επιτέθηκαν στους Sunni, χωρίς να γνωρίζει το λόγο, με αποτέλεσμα να καταφύγει στην Ισλαμαπάτ όπου παρέμεινε για λίγο καιρό χωρίς όμως να αναφέρει το επεισόδιο στην αστυνομία διότι κατά την επίθεση σκοτώθηκαν πέντε άτομα, αναφέρθηκαν δε τα δικά τους ονόματα στην αστυνομία.  Παρόλα αυτά δεν συνελήφθηκε ποτέ από την αστυνομία, ούτε όταν επέστρεψε στο σπίτι του για να δει τους δικούς του, ούτε όταν αργότερα πήγε στο Καράτσι.  Παρόλο που δέχθηκε ότι εναντίον του είχε εκδοθεί ένταλμα σύλληψης και άρα λογικά το όνομα του θα ήταν καταχωρημένο στα σημεία εξόδου από τη χώρα, εν τούτοις έφυγε νόμιμα και χωρίς πρόβλημα από το Πακιστάν. 

 

        Η λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου διαπίστωσε αντιφάσεις στις θέσεις του αιτητή κατά τη συνέντευξη εφόσον δεν γνώριζε βασικές πληροφορίες για τη θρησκεία και την οργάνωση του, ενώ από έρευνα της Υπηρεσίας δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη οποιασδήποτε θρησκευτικής οργάνωσης με το όνομα Sunni Group.  Περαιτέρω, παρόλο που δήλωσε ότι κατείχε τη θέση του αντιπροέδρου στην οργάνωση αυτή, θέση που κατέλαβε την ίδια ημέρα που έγινε και μέλος, από μόνος του ένας μη πειστικός ισχυρισμός, δεν γνώριζε άλλες βασικές πληροφορίες, ούτε πότε ιδρύθηκε, ούτε τον ιδρυτή.  Σε αντίθεση με τη δήλωση του ότι ήταν αναμεμειγμένος έντονα στη θρησκεία του, δεν γνώριζε βασικές πληροφορίες γι΄ αυτή, ούτε τις βασικές θρησκευτικές διαφορές μεταξύ των Sunni και των Shia.  Επίσης λανθασμένα ισχυρίστηκε ότι οι Shia αποτελούν την πλειονότητα του πληθυσμού και οι Sunni τη μειονότητα.  Αντίθετα, από σχετική έρευνα διαπιστώθηκε ότι οι Sunni αποτελούν το 90% του πληθυσμού.  Παράλληλα, ενώ δήλωσε ότι είχαν σκοτωθεί κατά την επίθεση πέντε μέλη των Shia και είχε γίνει καταγγελία και εναντίον του, η αστυνομία δεν τον εντόπισε δυνάμενος ταυτόχρονα να εξέλθει του Πακιστάν χωρίς πρόβλημα, ενώ άτομα που αναζητούνται από την αστυνομία καταχωρούνται στη λίστα απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα.  Τέλος, ενώ στην αίτηση του για άσυλο αναφέρθηκε σε πολιτικούς λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει το Πακιστάν, στη συνέντευξη του έκανε λόγο για θρησκευτικό ζήτημα.

 

        Οι καθ΄ ων, ως Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, αφού εντόπισαν τα πιο πάνω σημεία που κατά την Υπηρεσία Ασύλου κλόνιζαν την αξιοπιστία του αιτητή, διαπίστωσαν επίσης την ορθότητα της θέσης της Υπηρεσίας θεωρώντας την αιτιολογία που δόθηκε αυτήν ως σαφή, πλήρη και εμπεριστατωμένη.  Με δεδομένο ότι κατά την ιεραρχική προσφυγή ο αιτητής δεν πρόσφερε οποιαδήποτε νέα στοιχεία, δεν κλήθηκε σε συνέντευξη ενώπιον των καθ΄ ων, οι οποίοι όμως εξέτασαν όλους τους λόγους της διοικητικής προσφυγής.  Θεώρησαν ότι ενόψει των ανυπόστατων και αντιφατικών ισχυρισμών του αιτητή, η θέση του κατά την ιεραρχική προσφυγή ότι κινδύνευε η ζωή του στο Πακιστάν λόγω καταδίωξης του από την αστυνομία και μέλη των Shia, δεν ευσταθούσε.  Εν τέλει, απέρριψαν την προσφυγή εφόσον δεν είχε δείξει ότι διώκετο για ένα από τους λόγους που προβλέπει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου αρ. 6(Ι)/00, ούτε και ενέπιπτε στο καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας ή της προσωρινής διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους. 

 

        Η πιο πάνω απόφαση των καθ΄ ων προσβάλλεται λόγω του ότι κατ΄ ισχυρισμόν δεν έγινε οποιαδήποτε έρευνα, αλλά απλώς υιοθετήθηκε η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου.  Υπήρχε, σύμφωνα με την εισήγηση, μια προσπάθεια ταχείας απόρριψης του αιτήματος, τόσο από την Υπηρεσία Ασύλου, όσο και από τους ίδιους τους καθ΄ ων.  Η απόφαση των τελευταίων αποτελεί αντιγραφή της εισήγησης της λειτουργού χωρίς καμία ανεξάρτητη έρευνα, χωρίς τη διαπίστωση της αλήθειας, λαμβάνοντας υπόψη γεγονότα και δεδομένα για τον αιτητή, αλλά κατά πλάνη ως προς τα πράγματα και το νόμο, ενώ λανθασμένα αξιολογήθηκε ο κίνδυνος που ο αιτητής διατρέχει αν επιστρέψει στη χώρα του, ανεξάρτητα από το αν είναι ενεργό ή όχι μέλος του Sunni Group

 

        Αντίθετα,  οι   καθ΄ ων υποστηρίζουν,  διά  της   κας Χατζηχάννα, ότι έγινε πλήρης διερεύνηση των συνθηκών του αιτητή, η δε διοικητική του προσφυγή απερρίφθη μετά από ενδελεχή εξέταση των λόγων έφεσης τους οποίους ο ίδιος υπέβαλε.  Ο τρόπος εξέτασης και έρευνας καθορίζεται και επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια της λειτουργού, η οποία και εξέτασε όλα τα στοιχεία περί των θρησκευτικών ομάδων που έθεσε ενώπιον της ο αιτητής.  Περαιτέρω, δεν ήταν αναγκαία η διεξαγωγή νέας έρευνας από τους καθ΄ ων, εφόσον αυτό που εξετάζεται κατά τη διοικητική προσφυγή είναι αν η Υπηρεσία Ασύλου διερεύνησε όλα τα ουσιώδη στοιχεία ώστε να καταλήξει στο ορθό συμπέρασμα.  Με βάση τα πιο πάνω οι καθ΄ ων κατέληξαν σε μια επαρκώς αιτιολογημένη απόφαση με συγκεκριμένα στοιχεία και μετά από διερεύνηση όλων των δεδομένων, χωρίς πλάνη περί τα πράγματα ή το νόμο. 

 

        Η κριτική που ασκείται κατά της προσβαλλόμενης απόφασης είναι εν πολλοίς αόριστη και γενικόλογη χωρίς να συγκεκριμενοποιούνται εκείνα τα στοιχεία που θεωρούνται ως προβληματικά για την ορθότητα της  διοικητικής πράξης.  Ο συνήγορος εισηγείται κατ΄ ουσίαν ότι δεν έγινε νέα έρευνα από τους καθ΄ ων και απλώς υιοθετήθηκε η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου με προσυπογραφή της από τον προϊστάμενο της.  Αυτό δεν είναι ορθό με δεδομένο ότι από το διοικητικό φάκελο, που κατατέθηκε ως τεκμ. «Α» κατά τις διευκρινίσεις, αλλά και από αυτή καθαυτή την απόφαση των καθ΄ ων, Παράρτημα11 στην ένσταση, σαφώς προκύπτει ότι οι καθ΄ ων κατά την εξέταση της διοικητικής προσφυγής διερεύνησαν με ενδελέχεια ολόκληρο το φάκελο τόσο από διαδικαστικής και τυπικής πληρότητας, όσο και από πλευράς ουσίας.  Και δεν είναι ορθή η θέση του συνηγόρου ότι η διάρκεια της έρευνας  και  της  συνέντευξης ήταν τέτοια που δεν θα μπορούσε να διαμορφωθεί κρίση για την όλη αξιοπιστία των θέσεων του αιτητή.  Όπως παρατηρείται από το Παράρτημα 3  στην  ένσταση   στη   σελ. 2 (ερυθρό   12 στο τεκμ. «Α»), η αρμοδία λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου υπέβαλε επανειλημμένες ερωτήσεις για να εντοπίσει από τον αιτητή τη γνώση του ως προς τη θρησκεία του και τη διαφορά των Sunni με τους Shia, αλλά ο αιτητής ελάχιστα μπορούσε να πει.

 

 Αφού διαπιστώθηκε ότι η διαδικασία που ακολουθήθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου ήταν καθ΄ όλα νόμιμη, ο δε αιτητής άσκησε όλα τα δικαιώματα που του παρέχει ο Νόμος (σελ. 2 της απόφασης), οι καθ΄ ων προχώρησαν να εξετάσουν και την ουσία της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, κρίνοντας ορθά και εύλογα, ότι όντως υπήρχαν σημεία ασαφειών και ανακολουθιών στις θέσεις του αιτητή με αποτέλεσμα να έχει πληγεί η αξιοπιστία του.  Τα σημεία αυτά οι καθ΄ ων κατέγραψαν στις σελ. 3 και 4 της προσβαλλόμενης απόφασης, ανερχόμενα σε οκτώ τον αριθμό.  Ορθά διέκριναν ότι από την έρευνα που είχε γίνει από την Υπηρεσία Ασύλου (Παράρτημα 9 στην ένσταση), δεν εντοπίστηκε η ύπαρξη θρησκευτικής ομάδας με το όνομα Sunni Group, ενώ ο αιτητής δεν γνώριζε βασικές πληροφορίες για αυτή, ούτε τον ιδρυτή της, ούτε τι πρεσβεύει, ενώ εύλογα κρίθηκε ότι η θέση του ότι την ημέρα που έγινε μέλος της ομάδας αυτή εκλέγηκε ή διορίστηκε και αντιπρόεδρος, ήταν από μόνη της μη πειστική.  Εύλογα επίσης θεωρήθηκε αναξιόπιστος εφόσον, σε αντίθεση με τη θέση του, οι Sunni είναι τελικά η πλειοψηφία, ενώ πολύ εύλογα, παρά το ότι κατ΄ ισχυρισμόν διωκόταν από την αστυνομία ως ύποπτος για το θάνατο οπαδών των Shia, εν τούτοις μπόρεσε να εξέλθει από το Πακιστάν χωρίς κανένα πρόβλημα,  παρά το ότι αναμενόταν το όνομα του να ήταν στον κατάλογο των αναζητουμένων προσώπων («exit control list»).  Το ότι οι καθ΄ ων όντως έκαναν δική τους έρευνα και εξέτασαν όλα τα στοιχεία προκύπτει και από το γεγονός ότι, σε αντίθεση με την Υπηρεσία Ασύλου, θεώρησαν ότι δεν θα μπορούσε να καταλογιστεί στον αιτητή ως σημείο αναξιοπιστίας το ότι δεν γνώριζε τη διαφορά μεταξύ θρησκευτικών και πολιτικών προβλημάτων.  Πρόσθετα, στη σελ. 5 της απόφασης τους, διερεύνησαν και τον ισχυρισμό του αιτητή, κατά τη διοικητική  προσφυγή του, ότι κινδύνευε η ζωή του στο Πακιστάν εφόσον διώκεται από τους Shia και την αστυνομία.

 

        Οι καθ΄ ων, ως αναθεωρητική αρχή, δεν ήταν περαιτέρω υποχρεωμένοι να διεξάγουν νέα έρευνα εφόσον η διαπίστωση τους εξαντλείται στο κατά πόσο η έρευνα από την Υπηρεσία Ασύλου ήταν ορθή και πλήρης με τη συλλογή και διερεύνηση όλων των ουσιωδών παραμέτρων.  (Yuri Polishchuk v. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.α., υπόθ. αρ. 27/2005, ημερ. 19.11.05).          Όσον αφορά την μη κλήση του αιτητή κατά την εξέταση της διοικητικής προσφυγής, παρατηρείται ότι η προσωπική συνέντευξη κατά τη δευτεροβάθμια διαδικασία, δηλαδή, κατά τη διοικητική προσφυγή είναι μόνο δυνητική και εντός της ευχέρειας της Αναθεωρητικής Αρχής, ιδιαίτερα, όπως εδώ, όπου δεν είχαν τεθεί ενώπιον της νέα ουσιώδη στοιχεία.    Υπάρχει σειρά νομολογίας που επιβεβαιώνει τα πιο πάνω, απόρροια των προνοιών του άρθρου 28Ζ (1), (3) και (4) του Νόμου, ως τροποποιήθηκε, με προεξάρχουσες τις αποφάσεις Ghasemi v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων (2006) 3 Α.Α.Δ,. 383, Shahidul (Sumon) v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 387, αποφάσεις της Πλήρους Ολομέλειας και Kalam v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 585. (δέστε επίσης Singh v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 393, Sayed Md Abu v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 2053/06, ημερ. 17.3.08, Mobarak Hossain v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 172/07, ημερ. 4.3.08, Bablu Bablu v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 175/06, ημερ. 22.11.06, κ.α.).

 

          Ορθά και στα πλαίσια της διακριτικής ευχέρειας της Υπηρεσίας Ασύλου και των καθ΄ ων, κρίθηκαν ως ασάφειες και αντιφάσεις όσα εντοπίστηκαν ανωτέρω, με αποτέλεσμα το αίτημα του για πολιτικό άσυλο να απορριφθεί.  (Μ.Κ. ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 2226/06, ημερ. 19.3.08).  Με βάση τα άρθρα 3 και 13 του περί Προσφύγων Νόμου αρ. 6(Ι)/00, αλλά και το Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων των Ηνωμένων Εθνών, πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο εκείνο που έχει βάσιμους φόβους καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, λόγους ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων. Δεν διαπιστώνεται οποιοδήποτε πρόβλημα στην απόφαση των καθ΄ ων, οι οποίοι με ενδελέχεια εξέτασαν ολόκληρο το φάκελο και τα στοιχεία που είχε παραθέσει ο αιτητής και κατά την αίτηση και κατά τη συνέντευξη και έκριναν ότι ορθά η Υπηρεσία Ασύλου είχε θεωρήσει τον αιτητή αναξιόπιστο.  Όντως παρουσιάσθηκαν ασάφειες και ανακολουθίες στις προβληθείσες θέσεις του αιτητή, όπως αυτές καταγράφηκαν προηγουμένως, με αποτέλεσμα να τίθεται σε αμφιβολία η αξιοπιστία του.  Οι πληροφορίες που ο ίδιος ο αιτητές έδωσε παρά την ευκαιρία που του δόθηκε τόσο ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, όσο και ενώπιον των καθ΄ ων, δεν ήταν επαρκείς, αλλά ήταν αντίθετα αβάσιμες και χωρίς υποστήριξη. 

 

Πρόσθετα, το γεγονός ότι ο αιτητής ήταν σε θέση να φύγει χωρίς πρόβλημα από το Πακιστάν ήταν στοιχείο το οποίο, αντιπαραβαλλόμενο με τους φόβους για καταδίωξη του, έπληττε όντως την αξιοπιστία του.  Οι αποφάσεις Obaidul Haque ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08 και Forhad Molla v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 2051/06, ημερ. 19.3.08, είναι σχετικές με τη δυνατότητα έκδοσης ταξιδιωτικού εγγράφου και αναχώρησης από τη χώρα, χωρίς πρόβλημα. 

 

        Ούτε ευσταθεί η θέση ότι η απόφαση δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη εφόσον, όπως έχει αναφερθεί, οι καθ΄ ων επανεξέτασαν την όλη αίτηση προβαίνοντας μάλιστα σε εκτίμηση ότι η Υπηρεσία Ασύλου θα μπορούσε να απέφευγε την καταγραφή του ζητήματος της διάκρισης μεταξύ πολιτικής και θρησκευτικής διαφοράς, παρόλον που στην αίτηση του ο αιτητής στο Παράρτημα 1 στην ένσταση σημείο 19, ανέφερε ότι οι λόγοι που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα του ήταν πολιτικοί, ενώ βέβαια στη συνέντευξη του αναφέρθηκε στις διαφορές που προέκυπταν μεταξύ των δύο ομάδων από θρησκευτικής άποψης.  Κρίνεται ότι δεν υπήρξε πλάνη περί τα πράγματα και το νόμο και δεν υπήρξε παράλειψη εξέτασης του κινδύνου που ο αιτητής κατ΄ ισχυρισμόν διατρέχει από την αντίπαλη θρησκευτική ομάδα σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα του.  Αυτό προκύπτει άλλωστε εύλογα και από το γεγονός ότι ο αιτητής κατόρθωσε να φύγει από το Πακιστάν χωρίς πρόβλημα και στη βάση νόμιμου διαβατηρίου και άρα με τον ίδιο τρόπο μπορεί και να επιστρέψει. 

 

        Εν τέλει, δεν διαπιστώνεται λόγος επέμβασης στην απόφαση των καθ΄ ων.  Το Ανώτατο Δικαστήριο στην αναθεωρητική του δικαιοδοσία δεν υποκαθιστά την κρίση της διοίκησης ούτε υπεισέρχεται στην ουσία της απόφασης για να ελέγξει την ορθότητα της, αν κατά τα υπόλοιπα η απόφαση λήφθηκε στα πλαίσια της νομιμότητας και της καλής πίστης και της εύλογης άσκησης της διακριτικής του ευχέρειας.  (Ince v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 609 και Latif v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων (2006) 3 Α.Α.Δ. 533).

        Ενόψει όλων των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται με €1.000 έξοδα εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθ΄ ων.

 

 

 

 

 

 

 

                                        Στ. Ναθαναήλ,

                                                    Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο