ΚΩΣΤΑΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 814/2007, 2 Απριλίου 2009

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ  ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση  Αρ. 814/2007)

 

2 Απριλίου, 2009

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στης]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡO 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΚΩΣΤΑΣ  ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ,

Αιτητής,

ΚΑΙ

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ  ΔΗΜΟΣΙΑΣ  ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

____________________

 

Α. Ευσταθίου (κα.), για  τον Αιτητή.

Φ. Κωμοδρόμος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

Α. Κωνσταντίνου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

_____________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.:    Ο αιτητής ζητά ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, με την οποία προάχθηκε  στη  μόνιμη θέση Διευθυντή Ινστιτούτου Γεωργικών Ερευνών από 1.5.2007 το ενδιαφερόμενο μέρος Ιωάννης Παπαστυλιανού.

 

Η επίδικη θέση είναι θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής. Σε ανταπόκριση της δημοσίευσής της στις 17.11.2006 υποβλήθηκαν πέντε αιτήσεις και η ΕΔΥ αποφάσισε να καλέσει ενώπιον της σε προφορική εξέταση και τους πέντε υποψήφιους, μεταξύ αυτών τον αιτητή και το ενδιαφερόμενο μέρος.

 

Σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας της επίδικης θέσης τα απαιτούμενα προσόντα, έχουν ως εξής:

 

«(1) Διδακτορικό δίπλωμα ή διδακτορικός τίτλος σε Κλάδο της Γεωπονίας ή σε θέμα που σχετίζεται με τις αρμοδιότητες του Ινστιτούτου.

 

(2) Δεκαετής τουλάχιστο πείρα σε γεωργικές επιστημονικές έρευνες, μετά σχετικών επιστημονικών δημοσιεύσεων, από την οποία πενταετής τουλάχιστο διοικητική πείρα σε υπεύθυνη θέση, κατά προτίμηση στη Δημόσια Υπηρεσία.

 

(3) Ακεραιότητα χαρακτήρα, διοικητική, οργανωτική και διευθυντική ικανότητα, υπευθυνότητα, πρωτοβουλία και ευθυκρισία.

 

(4) Πολύ καλή γνώση της Ελληνικής και της Αγγλικής Γλώσσας.»

 

Στις 4.4.2007, η ΕΔΥ δέχτηκε σε ατομική προφορική συνέντευξη τους υποψήφιους.

 

Κατά την προφορική εξέταση, τόσο ο Γενικός Διευθυντής όσο και η Επιτροπή υπέβαλαν στους υποψηφίους ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, πάνω σε θέματα που άπτονταν των καθηκόντων της υπό πλήρωσης θέσης με σκοπό τη διαπίστωση των γνώσεων, της κρίσης, της προσωπικότητας, της πρωτοβουλίας, της διοικητικής και διευθυντικής ικανότητας των υποψηφίων, της ικανότητας τους  για επικοινωνία, περιλαμβανομένης της έκφρασης, ολοκλήρωσης σκέψης, σαφήνειας, πειστικότητας, και γενικά της ικανότητας τους να ανταποκριθούν στα καθήκοντα και τις απαιτήσεις της θέσης. Μετά την ολοκλήρωση της προφορικής εξέτασης, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος αξιολόγησε τον αιτητή ως Σχεδόν Εξαίρετο και το ενδιαφερόμενο μέρος ως Πάρα Πολύ Καλό. Στη συνέχεια σύστησε για προαγωγή τον αιτητή.

 

H Επιτροπή στη συνέχεια, υπό το φως και των σχετικών κρίσεων του Γενικού Διευθυντή, προέβη στην αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων σημειώνοντας τα πιο κάτω σχετικά με την επίδοση του αιτητή και του ενδιαφερόμενου μέρους αντίστοιχα:

 

«ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ Κώστας: Πάρα πολύ καλός. Διαθέτει πλούσιες εμπειρίες σχετικές με τα καθήκοντα της θέσης που διεκδικεί και οι απαντήσεις που έδωσε στις διάφορες ερωτήσεις μπορούν να χαρακτηριστούν ως πάρα πολύ καλές. Προσεγγίζει τα θέματα σφαιρικά, όμως, μακρηγορεί, χωρίς να ολοκληρώνει τις θέσεις του, ανοίγει παρενθέσεις για να εξηγήσει κάτι και στο τέλος δεν επανέρχεται στο θέμα. Τα επιχειρήματα των θέσεών του ήταν αρκετά καλά, αλλά χάνονταν και αυτά στην πολυλογία. Η γλωσσική του επάρκεια ήταν σε πολύ καλύτερο επίπεδο, έχει υπερβολική αισιοδοξία.

 

ΠΑΠΑΣΤΥΛΙΑΝΟΥ Ιωάννης: Εξαίρετος. Έχει πλούσιες εμπειρίες σχετικές με τα καθήκοντα της θέσης τις οποίες αξιοποίησε πολύ αποτελεσματικά για να απαντήσει στις διάφορες ερωτήσεις. Προσεγγίζει τα θέματα πολυδιάστατα και με θετική διάθεση και πειστικότητα εκθέτει τις απόψεις του, τις οποίες αιτιολογεί επικαλούμενος επιστημονικά δεδομένα. Από τις απαντήσεις του διαφαίνεται ότι είναι έτοιμος να αναλάβει ευθύνες κάτω από δύσκολες συνθήκες έχοντας ως προτεραιότητα την καλώς νοούμενη εξυπηρέτηση του κοινωνικού συνόλου. Είναι συγκροτημένος, έχει ευέλικτη σκέψη και αυτοπεποίθηση. »

 

Η Επιτροπή, επιλέγοντας τον κ.Παπαστυλιανού, κατέγραψε τα πιο κάτω στο σχετικό πρακτικό της :

 

«H Επιτροπή δεν μπόρεσε να υιοθετήσει τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή για το Γρηγορίου Κώστα και αντ΄ αυτού επέλεξε τον Παπαστυλιανού Ιωάννη. Ειδικότερα η Επιτροπή αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιον της στοιχεία , έκρινε ότι ο Παπαστυλιανού Ιωάννης υπερέχει γενικά όλων των άλλων υποψηφίων , τον επέλεξε ως τον πιο κατάλληλο και αποφάσισε να προσφέρει σε αυτόν διορισμό στη μόνιμη θέση Διευθυντή Ινστιτούτου Γεωργικών Ερευνών ,από 1.5.07.

 

Η Επιτροπή επιλέγοντας τον Παπαστυλιανού, έλαβε υπόψη ότι αυτός αξιολογήθηκε ότι αυτός αξιολογήθηκε ως Εξαίρετος από την ίδια την Επιτροπή, κατά την ενώπιον της προφορική εξέταση, στο  υψηλότερο δηλαδή επίπεδο αξιολόγησης και σε υψηλότερο επίπεδο από τους άλλους υποψηφίους και ειδικότερα από το συστηθέντα Γρηγορίου Κώστα (Εξαίρετος και Πάρα πολύ καλός, αντίστοιχα). Υπερέχει σε προσόντα, αφού πέραν του Διδακτορικού τίτλου, που κατέχουν και οι άλλοι υποψήφιοι, έχει και Μεταδιδακτορικές Σπουδές. Όσον αφορά την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση αυτές της τελευταίας δεκαετίας, λόγω ισοπέδωσης στις αξιολογήσεις της τελευταίας πενταετίας, είναι ίσος με τους υποψήφιους Παπαχριστοφόρου Χριστάκη και Μάρκου Μαρίνο, ενώ υστερεί πολύ οριακά έναντι του συστηθέντα Γρηγορίου Κώστα, σε ένα μόνο στοιχείο στο έτος 1996.

 

Επιλέγοντας τον Παπαστυλιανού, η Επιτροπή δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι αυτός υστερεί έναντι του συστηθέντα Γρηγορίου όσον αφορά την αρχαιότητα. Η αρχαιότητα, όμως, αυτή οφείλεται στην κλίμακα της θέσης που κατέχει και η οποία σε διευθυντική θέση, όπως η υπό πλήρωση, σύμφωνα με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Α.Ε. 3568, ημερ. 8.11.05, Γ. Χόπλαρος και Α. Μακρής ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, είναι περιορισμένης σημασίας:

 

‘Το πρωτόδικο δικαστήριο , αφού σημείωσε ότι, παρόλον ότι η θέση είναι θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής και ότι στο σχετικό άρθρο 34(9) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν.1/90, όπως τροποποιήθηκε, δεν αναφέρεται η αρχαιότητα ως στοιχείο κρίσης, δέχτηκε ότι η νομολογία καθιέρωσε την αρχή ότι η αρχαιότητα λαμβάνεται υπ' όψιν όταν η σύγκριση γίνεται μεταξύ δημοσίων υπαλλήλων. Με όλο το σεβασμό θα πρέπει να επισημάνουμε ότι στην παρούσα υπόθεση, η διαφορά αρχαιότητας μεταξύ του εφεσείοντα και του εφεσίβλητου συνίσταται απλώς στο ότι ο εφεσίβλητος κατείχε ανώτερη μισθολογικά θέση από αυτήν του εφεσείοντα και συνεπώς μικρή σημασία είχε.’

 

Ως εκ τούτου και δεδομένου ότι η θέση είναι διευθυντική και ο επιλεγείς δεν υστερεί ουσιαστικά σε αξία, υπερέχει σε προσόντα και έχει αξιολογηθεί σε υψηλότερο επίπεδο αξιολόγησης, από όλους τους άλλους υποψηφίους, κατά την ενώπιον της Επιτροπής προφορική εξέταση, η οποία, σύμφωνα με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη Δημοκρατία ν. Σαββίδη κ.ά. (1995) 3ΑΑΔ 69, στη σελίδα 73, είναι σημαντική στην επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου, κρίνεται καταλληλότερος για διορισμό στην υπό πλήρωση θέση.»

 

 

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος εκ μέρους του αιτητή με σκοπό να πλήξει τη νομιμότητα του διορισμού του ενδιαφερόμενου προσώπου, ισχυρίστηκε ότι ο αιτητής στην προκείμενη διαδικασία υπερέχει έναντι του τελευταίου σε όλα τα σημεία που λήφθηκαν υπόψη από την Ε.Δ.Υ και υστερεί μόνο σε ότι αφορά τη συνέντευξη. Υποβάλλει συναφώς  ότι  οι καθ' ων η αίτηση πεπλανημένα, χωρίς δέουσα έρευνα, χωρίς αιτιολογία και τελούντες υπό πλάνη προσέδωσαν υπεροχή στο ενδιαφερόμενο μέρος σε προσόντα παραγνωρίζοντας τα επιπρόσθετα προσόντα του αιτητή, την υπέρ του αιτητή σύσταση του Διευθυντή και την υπεροχή του σε αρχαιότητα, αξία και πείρα με αποτέλεσμα να προσδοθεί λανθασμένα υπέρμετρη βαρύτητα στην προσωπική συνέντευξη.

 

Πιο συγκεκριμένα, υποβάλλει η ευπαίδευτη συνήγορος, ότι η ΕΔΥ υπό καθεστώς πλάνης προσδίδει υπεροχή σε προσόντα, στο ενδιαφερόμενο μέρος αναφέροντας  ότι πέραν του διδακτορικού τίτλου έχει και μεταδιδακτορικές σπουδές.

 

Είναι η θέση της ότι τέτοια υπεροχή δεν ευσταθεί καθώς υποδεικνύει ότι πουθενά στον Προσωπικό Φάκελο του ενδιαφερόμενου  μέρους δεν υπάρχει δίπλωμα ή έστω πιστοποιητικό ή βεβαίωση από την οποία να φαίνεται ποιες είναι αυτές οι μεταδιδακτορικές σπουδές του ενδιαφερομένου μέρους, τι θέματα περιλάμβαναν, πόσες ήταν οι ώρες παρακολούθησης, αν έγιναν εξετάσεις κ.λ.π. Η μόνη αναφορά που γίνεται επ' αυτού του θέματος στον Προσωπικό Φάκελο του ενδιαφερόμενου μέρους, υποδεικνύει, είναι στο Ερυθρό 71 που αποτελεί επιστολή του τότε Διευθυντή Ινστιτούτου Γεωργικών Ερευνών κ. Σεργίου προς τη Γραμματεία της Επιτροπής Υποτροφιών ημερομηνίας 24.6.1991, την οποία πληροφορεί για «Μεταδιδακτορικές Σπουδές στη Δυτική Αυστραλία του Δρα Ι. Παπαστυλιανού» ο οποίος «αναχωρεί για τις σπουδές του την 29η lουνίου, 1991». Η άλλη αναφορά είναι στο ερυθρό 141 «μεταδιδακτορικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Δυτικής Αυστραλίας 6­-9/1991». Επισημαίνει περαιτέρω τη χρονική  ανακρίβεια ως προς τη χρονική περίοδο των μεταδιδακτορικών σπουδών , αφού με δεδομένο ότι το ενδιαφερόμενο μέρος αναχώρησε για σπουδές στην Αυστραλία την 29.6.1991 (ερυθρό 71) και ότι έφθασε αρχές Ιουλίου στην Αυστραλία, δεν θα μπορούσε λογικά να συνυπολογιστεί και ο Ιούνιος στη χρονική αυτή περίοδο – διάρκεια των μεταδιδακτορικών σπουδών (ερυθρό 141). Περαιτέρω ισχυρίζεται ότι δεν συνεκτιμήθηκε η κατοχή από τον αιτητή του επιπρόσθετου μεταπτυχιακού προσόντος Master of Science (Msc) in  Tropical  and Subtropical  Agriculture σε σχέση με τις μεταδιδακτορικές σπουδές του ενδιαφερομένου προσώπου αλλά   ούτε έχει γίνει  οποιαδήποτε αναφορά στο σχετικό πρακτικό της ΕΔΥ κατά την αξιολογική της κρίση στη βεβαίωση παρακολούθησης από τον αιτητή των δύο πρώτων ενοτήτων του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Διεύθυνσης και Διοίκησης που οργάνωσε το Μεσογειακό Ινστιτούτο Διεύθυνσης.

 

Στο σημείο αυτό  ο ευπαίδευτος  συνήγορος για το ενδιαφερόμενο μέρος  αντιτείνει ότι αφ΄ ής στιγμής οι δύο διάδικοι  είχαν το ίδιο βασικό δίπλωμα (στη Γεωπονία) και κατείχαν αμφότεροι το απαιτούμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας Διδακτορικό δίπλωμα, η σχετικότητα και ο παραλληλισμός των ακαδημαϊκών προσόντων τους δεν ήταν ουσιώδης. Και αν ακόμη υπήρχε σφάλμα ή πλάνη της ΕΔΥ, υποβάλλει ο ευπαίδευτος συνήγορος , το γεγονός ότι ο μεταπτυχιακός τίτλος ( MSc.)  που διέθετε ο αιτητής ήταν κατώτερου επιπέδου από τις μεταδιδακτορικές σπουδές του Ενδιαφερόμενου Μέρους δεν μπορεί να θεωρηθεί ως "ουσιώδης" πλάνη, ώστε να οδηγήσει στην ακύρωση της επίδικης απόφασης. Περαιτέρω ισχυρίζεται, ο ευπαίδευτος συνήγορος, ότι για τις μεταδιδακτορικές σπουδές του Ενδιαφερόμενου Μέρους δεν απονέμεται οποιοσδήποτε τίτλος. Λέγει συναφώς ότι οι  σπουδές αυτές θεωρούνται ως επιτυχείς όταν ο σπουδαστής παρουσιάσει σχετική εργασία η οποία δημοσιεύεται σε έγκυρο επιστημονικό περιοδικό της οικείας επιστήμης. Το Ενδιαφερόμενο Μέρος , υποβάλλει, θεωρήθηκε ότι περάτωσε με επιτυχία τις πιο πάνω μεταδιδακτορικές σπουδές του με παράδοση εργασίας (paper) με τίτλο "Diurnal  variation of nitrate concentration in cereals grown under rainfed Mediterranean  conditions" που δημοσιεύθηκε στο Επιστημονικό Περιοδικό "Communications in Soil Science and Plant Analysis", 1995, 26(7 & 8), στις σελ. 1121-1131, αντίγραφο της οποίας έχει επισυνάψει   στη γραπτή αγόρευση του για το ενδιαφερόμενο Μέρος. Επίσης, σχετική είναι και η επιστολή ημερ 22/7/2008 από το Γραφείο του Αντιπρύτανη του Πανεπιστημίου της Δυτικής Αυστραλίας που τεκμηριώνει κατά την εισήγησή του την ορθότητα των ισχυρισμών του.

 

Ο αιτητής ισχυρίζεται περαιτέρω ότι η αναφορά της ΕΔΥ στο ότι η  αρχαιότητα του έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους είναι περιορισμένης σημασίας επειδή «η αρχαιότητα  αυτή οφείλεται στην κλίμακα της θέσης που κατέχει….», είναι πεπλανημένη. Παραβλέπει  σύμφωνα με τη θέση του τη σημαντική υπεροχή του σε αρχαιότητα όχι μόνον επειδή κατέχει οργανικά και ιεραρχικά ανώτερη θέση από αυτήν του ενδιαφερόμενου μέρους, αλλά και επειδή στην προηγούμενη θέση του Ανώτερου Λειτουργού Γεωργικών Ερευνών ο αιτητής προήχθη το 1994, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος το 2000.

 

Είναι περαιτέρω η θέση του αιτητή ότι υπερτερεί και σε πείρα καθώς είναι  νομολογημένο ότι η πείρα είναι στοιχείο αξίας αποφασιστικής σημασίας όταν αποκτάται στην τελευταία θέση που προηγείται της επίδικης. ( Γίνεται αναφορά στις αποφάσεις της Ολομέλειας, Μεστάνας ν. Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 213, 218, Μιχαηλίδης ν. Κ.Δ(1998) 3 ΑΑΔ 112). Αναφέρει επίσης ο αιτητής ότι διετέλεσε τρεις φορές Αναπληρωτής Διευθυντής με απόφαση της ΕΔΥ και άλλες 36 φορές με ανάθεση αντικατάστασης του Διευθυντή.

 

Σε σχέση με την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Εκθέσεις με έμφαση σε αυτές της τελευταίας δεκαετίας, ο αιτητής επισημαίνει ότι η ΕΔΥ αναφέρει ότι το ενδιαφερόμενο μέρος «υστερεί πολύ οριακά έναντι του συστηθέντα Γρηγορίου Κώστα, σε ένα μόνο στοιχείο στο έτος 1996». Είναι ωστόσο η θέση του αιτητή ότι η διαφορά αυτή με δεδομένη την υπεροχή του σε προσόντα, αρχαιότητα, πείρα και στη βάση επίσης της διαμορφωθείσας νομολογίας θα έπρεπε να είχε ληφθεί  υπόψη. (Γίνεται αναφορά στην υπόθεση Κατερίνα Θεμιστοκλέους ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, υπ' αρ. 654/2001, ημερομηνίας 19.11.2002 στην οποία  επισημάνθηκε ότι όταν οι δημόσιοι υπάλληλοι σε ένα τεράστιο ποσοστό εμφανίζονται ως εξαίρετοι, η οριακή έστω διαφορά υπέρ κάποιου αποκτά σημασία. Επίσης στις Συνεκδικασθείσες Υποθέσεις αρ. 866/04 κ.α,. Νίκος Αττάς κ.α. ν. ΕΔΥ, ημερομηνίας 19.3.2008, σελ. 7). 

 

Περαιτέρω, επιχειρηματολογεί ο αιτητής, ότι εφόσον η ΕΔΥ αφίσταται της σύστασης του Διευθυντή, απαιτείται κατά την εισήγηση  του ειδική αιτιολόγηση που να αποκαλύπτει τους συγκεκριμένους λόγους, για τους οποίους δεν υιοθετείται η σύσταση του Διευθυντή, λόγους που αναπόφευκτα θα έπρεπε να σχετίζονται με την αξία των υποψηφίων και την ευχέρεια επιτυχούς εκπλήρωσης των καθηκόντων της θέσης.

 

Γίνεται παραπομπή στην υπόθεση Αλέκος Σιάμπος κ.ά. (1992) 4 ΑΑΔ 1759, 1770 όπου επισημάνθηκε ότι η σύσταση του Γενικού Διευθυντή αποτελεί ιδιαίτερο στοιχείο κρίσεως μείζονος σημασίας, που άπτεται άμεσα της καταλληλότητας των υποψηφίων, για την επιτυχέστερη δυνατή εκπλήρωση των καθηκόντων της θέσης η οποία θα πληρωθεί, λόγω της πηγής προέλευσης της και της γνώσης που προσδίδεται στον προϊστάμενο για τις λειτουργικές ανάγκες του τμήματος.

 

Καταλήγει η εισήγηση του αιτητή ότι σε συνάρτηση με τα αντικειμενικά  δεδομένα, η πολύ οριακή διαφορά του ενδιαφερόμενου προσώπου στην ενώπιον της ΕΔΥ προφορική εξέταση δεν μπορεί σύμφωνα με τη νομολογία να αποτελέσει λόγο απόκλισης από τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή .

 

Είναι επομένως η θέση του αιτητή ότι  δεν μπορεί η ελαφρά καλύτερη απόδοση του ενδιαφερομένου μέρους στην ενώπιον της ΕΔΥ προφορική εξέταση να υπερνικήσει ως στοιχείο συγκριτικής αξίας την επί σειρά ετών εξαίρετη αξία του μαζί με τα όσα συνεπάγεται η υπεροχή του σε αρχαιότητα αλλά και η υπεροχή του σε προσόντα.

 

Προκύπτει από τα πρακτικά της επίδικης διαδικασίας ότι η επιλογή του ενδιαφερόμενου προσώπου για την επίδικη θέση έχει γίνει για δύο λόγους , πρώτον για το ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο αξιολογήθηκε σε υψηλότερο επίπεδο αξιολόγησης, από όλους τους άλλους υποψηφίους, κατά την ενώπιον της Επιτροπής προφορική εξέταση και δεύτερον για το ότι θεωρήθηκε ότι «υπερέχει σε προσόντα αφού, πέραν του Διδακτορικού τίτλου που κατέχουν και οι άλλοι υποψήφιοι, έχει και  Μεταδιδακτορικές Σπουδές.»

     

Ο αιτητής  κατέχει δίπλωμα Γεωπονίας από την Ανώτατη Γεωπονική Σχολή Αθηνών όπως και το ενδιαφερόμενο μέρος. Κατέχει επίσης διδακτορικό τίτλο Γεωπονικών Επιστημών από το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.  Διδακτορικό τίτλο κατέχει και το ενδιαφερόμενο μέρος από το Πανεπιστήμιο Αδελαϊδας στην Αυστραλία. Σημειώνεται ότι ο διδακτορικός τίτλος, σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας, είναι απαιτούμενο προσόν.

 

Ο αιτητής στο έντυπο της αίτησης  για την επίδικη θέση, στο σημείο 23 κατέγραψε τα διπλώματα πιστοποιητικά και βεβαιώσεις των σχετικών προσόντων του επισυνάπτοντας αντιστοίχως τα φωτοαντίγραφα τους. Μεταξύ αυτών επισύναψε  φωτοαντίγραφο του μεταπτυχιακού του τίτλου ΜSc από το University of the West Indies, (11/12/1980) και σχετική  Βεβαίωση από το Μεσογειακό Ινστιτούτο Διεύθυνσης ημερ.27.Μαίου 2005 με την οποία βεβαιούται ότι ο αιτητής συμπλήρωσε με επιτυχία τις δύο ενότητες του μεταπτυχιακού προγράμματος Διεύθυνσης και Δημόσιας Διοίκησης (Φεβρουάριο – Δεκέμβριο 2000).

 

Αντίστοιχα το ενδιαφερόμενο πρόσωπο στο έντυπο της αίτησης  για την επίδικη θέση στο ίδιο σημείο 23 κατέγραψε τα δικά του διπλώματα, πιστοποιητικά και βεβαιώσεις των σχετικών προσόντων του επισυνάπτοντας αντιστοίχως φωτοαντίγραφα αυτών. Μεταξύ  εκείνων επισύναψε επιστολή του Διευθυντή Ινστιτούτου Γεωργικών Ερευνών κ. Σεργίου προς την Γραμματεία Επιτροπής Υποτροφιών ημερομηνίας 24.6.1991, την οποία πληροφορεί ότι για τις Μεταδιδακτορικές Σπουδές στη Δυτική Αυστραλία του Δρα Ι. Παπαστυλιανού  «έχουν γίνει όλες οι διευθετήσεις με το Πανεπιστήμιο της Αυστραλίας και ο Δρ Ι. Παπαστυλιανού αναχωρεί για τις σπουδές του την 29η lουνίου, 1991».

 

Σημειώνω συναφώς ότι οι μεταδιδακτορικές σπουδές του ενδιαφερόμενου προσώπου προσδιορίζονται και στον επισυνημμένο στην Ένσταση Κατάλογο των υποψηφίων για την προφορική εξέταση κάτω από τον τίτλο Ακαδημαϊκά προσόντα που απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας ως «Μεταδιδακτορικές Σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Δυτικής Αυστραλίας (6-9/1991)». Παρατηρώ όμως  ότι δεν υπάρχει, στον προσωπικό φάκελο του ενδιαφερόμενου προσώπου, οποιοδήποτε πιστοποιητικό το οποίο να βεβαιώνει τη φύση και το είδος του «μεταδιδακτορικού προσόντος» του.

 

 Σημειώνω επίσης ότι στον ίδιο κατάλογο, κάτω από τον ίδιο τίτλο,  δεν περιέχεται οποιαδήποτε αναφορά στη σχετική Βεβαίωση του αιτητή από το Μεσογειακό Ινστιτούτο Διεύθυνσης ημερ. 27 Μαΐου 2005 , ότι παρακολούθησε, με επιτυχία, τις δύο ενότητες του μεταπτυχιακού προγράμματος Διεύθυνσης και Δημόσιας Διοίκησης (Φεβρουάριο – Δεκέμβριο 2000). Υπάρχει, ωστόσο, ξεχωριστή στήλη στον ίδιο κατάλογο κάτω από τον τίτλο «Άλλα προσόντα» στην οποία, για άλλα προσόντα των υποψηφίων, γίνεται παραπομπή στον αριθμό των προσωπικών φακέλων τους.

 

Ελλείψει οποιουδήποτε πιστοποιητικού, κατά τον ουσιώδη χρόνο, τόσο στο διοικητικό φάκελο όσο και στον προσωπικό φάκελο του ενδιαφερόμενου προσώπου ως προς το είδος και τη φύση του μεταδιδακτορικού του προσόντος, κρίνω ότι δεν τεκμηριώθηκε, στην προκείμενη περίπτωση, η απαιτούμενη από την ΕΔΥ δέουσα έρευνα σε σχέση με το προσόν των μεταδιδακτορικών σπουδών του ενδιαφερόμενου προσώπου, ως προς το επίπεδο και γενικότερα την υπόσταση του, ούτε αυτό συνεκτιμήθηκε με  τα επιπρόσθετα προσόντα του αιτητή, Master of Science in Tropical and SubtropicaI AgricuIture, University of Trinidad, Δυτικές Ινδίες (1980) και τη βεβαίωση παρακολούθησης των  δύο ενοτήτων  του μεταπτυχιακού προγράμματος Διεύθυνσης και Δημόσιας Διοίκησης (Φεβρουάριο – Δεκέμβριο 2000) ), με αποτέλεσμα  να καθίσταται αδύνατος ο δικαστικός έλεγχος ως προς το βάσιμο της αιτιολόγησης, από το διορίζον όργανο, της απόκλισής του  από τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή και της προτίμησης του ενδιαφερόμενου μέρους.

 

Στη βάση των στοιχείων που περιέχονται στους προσωπικούς  φακέλους τόσο  του ενδιαφερόμενου  μέρους όσο και του αιτητή κατά τον ουσιώδη χρόνο, η καθ΄ ης η αίτηση δεν μπορούσε, κατά την άποψή μου, εύλογα να καταλήξει στο συμπέρασμα, ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο υπερτερούσε σε προσόντα χωρίς  να έχει προηγουμένως προβεί  σε δέουσα έρευνα  ως προς το είδος και τη φύση του επιπρόσθετου  προσόντος του ενδιαφερόμενου προσώπου   και  χωρίς να έχει προηγουμένως αξιολογήσει τα επιπρόσθετα προσόντα του αιτητή  και αν  πράγματι αυτά ήταν σχετικά με  τα καθήκοντα της θέσης, να τα συνεκτιμήσει με  το επιπρόσθετο προσόν του ενδιαφερόμενου προσώπου και ανάλογα να καταλήξει στο βαθμό βαρύτητας τους σε συνάρτηση βέβαια και με τα υπόλοιπα στοιχεία κρίσεως.

 

Είναι πάγια η θέση της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου ότι εναπόκειται στην αρμόδια αρχή να αξιολογήσει την αξία των πρόσθετων προσόντων που δεν προβλέπονται στο σχέδιο υπηρεσίας και να σταθμίσει την κατά περίπτωση σημασία τους.  Δεν αποτελεί  έργο του Δικαστηρίου η πρωτογενής αξιολόγηση των στοιχείων του φακέλου. Η απόφαση δε αν τα πρόσθετα (των σχεδίων υπηρεσίας) προσόντα μπορούν να συσχετιστούν με τα καθήκοντα ή τις ευθύνες της θέσης, βαρύνει το αξιολογούν διοικητικό όργανο και όχι το Δικαστήριο (Δέστε: Πούρος κ.ά. ν. Χατζηστεφάνου Κ.ά. (2001) 3 Α.Α.Δ. 374 και Γιαγκουλής ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 484).

 

Η παραπομπή στα στοιχεία του φακέλου, ως συμπληρωματικών της αιτιολογίας, δεν αποτελεί πανάκεια. Υπάρχει αυτή η δυνατότητα όταν τα στοιχεία αυτά είναι καθαρά και άρρηκτα συνδεδεμένα με τη ληφθείσα απόφαση, όταν δηλαδή καταδεικνύουν αναμφίβολα και αναντίλεκτα τους λόγους που         οδήγησαν στην απόφαση. Ούτε και είναι έργο του Δικαστηρίου να απαντήσει στα ερωτηματικά που έχουν δημιουργηθεί στην προκείμενη περίπτωση σε σχέση με τις μεταδιδακτορικές σπουδές του αιτητή, με πρωτογενή κρίση, καταλήγοντας το ίδιο σε εκτιμήσεις, συλλογισμούς και αποτιμήσεις.

 

Αφ΄ής στιγμής η επίδοση του ενδιαφερόμενου προσώπου στην προφορική εξέταση δεν αποτέλεσε το μοναδικό παράγοντα απόκλισης από τη σύσταση του Διευθυντή και κατ΄ επέκταση της προτίμησης του ως προς την καταλληλότητα του στην επίδικη θέση, αλλά λήφθηκαν υπόψη και τα υπέρτερα προσόντα του, ήταν ουσιώδους σημασίας η διεξαγωγή δέουσας   έρευνας ως προς τα προσόντα αυτά σε συνάρτηση και συνεκτίμηση των επιπρόσθετων προσόντων του αιτητή έτσι που να φαίνονται   με σαφήνεια και ακρίβεια, στο σχετικό πρακτικό, τα στοιχεία εκείνα που οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερτερεί και στη πτυχή αυτή των προσόντων.

Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω, η προσφυγή επιτυγχάνει. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται. Επιδικάζονται έξοδα €1.200.-, συν Φ.Π.Α., υπέρ του αιτητή και εις βάρος των καθ΄  ων η αίτηση.  Καμιά άλλη διαταγή για έξοδα. 

 

 

 

 

                                                      Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,

                                                                      Δ.

 

 

 

 

 

 

/ΕΑΠ.

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο