BARYALAY KHAN ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ κ.α, Υπόθεση Αρ. 1385/2007, 28 Σεπτεμβρίου 2009

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1385/2007)

 

 

28 Σεπτεμβρίου, 2009

 

 

[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

BARYALAY KHAN,

 

Αιτητής,

 

ν.

 

1.    ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΔΙΑ

                              ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

                         2.  ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,

 

Καθ΄ων η αίτηση.

 

_______________

 

Δ. Κακουλής, για τον Αιτητή.

Λ. Γρηγορίου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.:  Ο αιτητής κατάγεται από το Αφγανιστάν.  Στις 19.1.2002 υπέβαλε αίτηση ασύλου.  Στις 16.6.2006 κλήθηκε σε συνέντευξη, ενώ στη συνέχεια, μετά από εξέταση της περίπτωσής του ο προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης στις 27.7.2006.  Εναντίον της απόφασης καταχωρήθηκε διοικητική προσφυγή, η οποία επίσης απορρίφθηκε την 1.6.2007.  Εναντίον της πιο πάνω απόφασης ασκήθηκε η παρούσα προσφυγή.

 

Ο αιτητής στη γραπτή του αγόρευση υποστηρίζει ότι οι αντιφάσεις οι οποίες σημειώθηκαν κατά τη συνέντευξή του και οι οποίες οδήγησαν στο να κριθεί ως αναξιόπιστος δεν ήταν ουσιώδεις, αλλά αντίθετα, ασήμαντες.

 

Είναι αλήθεια ότι μερικές «αντιφάσεις» που σημειώνονται από τη λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου στην εισήγησή της και στη συνέχεια επαναλαμβάνονται ακόμα και στην απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής, όπως για παράδειγμα η διαπίστωση ότι ο αιτητής δεν έδωσε ικανοποιητική αιτιολογία για τη μη προσπάθειά του να εξασφαλίσει διαβατήριο από τη χώρα του ή οι κάποιες  διαφορές που υπάρχουν είτε στην πόλη καταγωγής του, είτε σε πόλεις από τις οποίες πέρασε κατά την προσπάθεια διαφυγής του, οι οποίες δυνατόν, όπως υποστηρίζει και ο ευπαίδευτος συνήγορός του, να οφείλονται σε θέμα προφοράς του αιτητή και αντίληψης του λειτουργού που έπαιρνε τη συνέντευξη, είναι πράγματι ασήμαντες ή, θα λέγαμε, χωρίς ιδιαίτερη σημασία.  Όμως, από ό,τι φαίνεται από τον όλο φάκελο, αλλά και από την προσβαλλόμενη απόφαση, φαίνεται ότι ο αιτητής ουδέποτε έχει συλληφθεί στο Αφγανιστάν.  Ακόμα δεν ανέφερε τίποτε το συγκεκριμένο ως προς τυχόν δίωξή του, κάτι που δείχνει, ορθά και κατά τη γνώμη μου, ότι δεν στοιχειοθετήθηκε προσωπικός φόβος δίωξης, αφού ουδέν απειλητικό του συνέβη, ούτε και έγιναν οποιεσδήποτε ουσιαστικές απειλές εναντίον του.  Το γεγονός και μόνο ότι ο πατέρας του σκοτώθηκε από τους Ταλιμπάν, χωρίς περισσότερα στοιχεία, δεν είναι αρκετό να πείσει ότι ο αιτητής είχε βάσιμο φόβο δίωξης στη χώρα του.

 

Ως προς το παράπονό του ότι οι καθ΄ ων η αίτηση παρέλειψαν να προβούν σε δέουσα έρευνα ή τελούσαν σε πλάνη περί τα πράγματα, μπορεί να λεχθεί ότι κατά τη συνέντευξη ο αιτητής είχε την ευκαιρία να προβάλει κάθε ισχυρισμό.  Την ίδια ευκαιρία είχε επίσης και κατά την υποβολή της διοικητικής προσφυγής εναντίον της απόφασης του προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου.  Περαιτέρω, από το διοικητικό φάκελο φαίνεται ότι η Υπηρεσία Ασύλου προέβη σε έρευνα για να εξακριβώσει κατά πόσο οι ισχυρισμοί του για συγκεκριμένες τοποθεσίες και χωριά ήταν ή όχι αληθείς.  Δεν παύει ο αιτητής να έχει την υποχρέωση να δώσει όλα τα στοιχεία που μπορεί, ενώ δεν συμφωνώ ότι δεν έγινε η δέουσα έρευνα.  Εξάλλου, ο αιτητής φέρει, κατ΄ αρχήν, το βάρος απόδειξης των ισχυρισμών του.

 

Ο αιτητής παραπονείται ότι οι καθ΄ ων η αίτηση δεν του ζήτησαν να δώσει εξηγήσεις για τους λόγους που επικαλέστηκε για να στηρίξει την αίτησή του.  Και αυτό το παράπονο θα πρέπει να απορριφθεί.  Δεν φαίνεται να έπαιξαν ιδιαίτερο ρόλο οι όποιες διαφορές στα τοπωνύμια που αναφέρθηκαν, όσο η διαπίστωση του λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου ότι ο αιτητής με όσα ισχυρίστηκε δεν στοιχειοθετούσε φόβο δίωξης.

 

Εξάλλου, ο τρόπος και η διαδικασία έρευνας που θα ακολουθηθεί ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης (Ράφτης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 345). Το δικαστήριο επεμβαίνει μόνο όταν η έρευνα δεν είναι επαρκής, κάτι που δεν συμβαίνει στην παρούσα υπόθεση.

 

Όσον αφορά την κατ΄ ισχυρισμόν πλάνη θα πρέπει να τονιστεί ότι σύμφωνα με τη νομολογία (Platritis v. Republic (1969) 3 C.L.R. 366 και Παπαδόπουλος ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 262), το βάρος της απόδειξης του ισχυρισμού για εμφιλοχώρηση πλάνης φέρει ο αιτητής.  Εξάλλου, η διαπίστωση πλάνης ως προς ορισμένο πραγματικό γεγονός δεν συνεπάγεται αυτομάτως ακυρότητα.  Η πλάνη πρέπει να είναι ουσιώδης, δηλαδή να προκύπτει ότι έχει επιδράσει στην τελική κρίση (Γαλανού κ.α. ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 43, 47).

 

Εν όψει όλων των ανωτέρω, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη πράξη επικυρώνεται, με έξοδα €600 εναντίον του αιτητή.

 

 

Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΜΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο