SOHRAB BIGVAND ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ κ.α, Υπόθεση Αρ. 1178/2008, 12 Νοεμβρίου 2009

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                                   (Υπόθεση Αρ. 1178/2008)

12 Νοεμβρίου, 2009

 

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

SOHRAB BIGVAND,

                             Αιτητής,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.    ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

2.    ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,

                             Καθ΄ ων η αίτηση.

- - - - - -

Γ Χαραλαμπίδης, για τον Αιτητή.

Λ. Χριστοδουλίδου, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

- - - - - -


 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:  O αιτητής είναι κουρδικής καταγωγής. Ηλθε στην Κύπρο στις 18.7.96 με προσωρινή άδεια παραμονής ως επισκέπτης. Στις 29.5.98 αναγνωρίστηκε από την Υπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες ως πολιτικός πρόσφυγας.

 

Στις 24.6.98 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση άδειας προσωρινής παραμονής και εργασίας ως οικοδόμος με την εταιρεία NEARCHOS VRYONIDES CONSTRUCTION LTD, άδεια που του δόθηκε μέχρι τις 31.3.99. Η άδεια αυτή ανανεώθηκε μέχρι τις 30.12.99. Ο αιτητής αναχώρησε για την Ελβετία στις 5.12.99. Από την Ελβετία απελάθηκε στην Κύπρο και κατόπιν αιτήματος της Υπάτης Αρμοστείας, έγινε δεκτός στις 6.5.00 χωρίς διαβατήριο. Του είχε παραχωρηθεί laissez passer, αφού, καθώς διαπιστώθηκε, είχε καταστρέψει το ιρανικό του διαβατήριο και του επετράπη η παραμονή ως επισκέπτη μέχρι τις 21/5/2000. Η άδεια του παρατάθηκε μέχρι τις 31.12.00. Το αίτημα του για περαιτέρω ανανέωση της άδειας παραμονής του και εργασίας απορρίφθηκε στις 2.3.01, ενώ εγκρίθηκε τελικά η αίτηση του για παραμονή ως πρόσφυγα μέχρι τις 22.2.04. Το 2002 παρασχέθηκε δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στον αιτητή ο οποίος διαγνώστηκε με όγκο στην σπονδυλική στήλη.

 

Ο αιτητής, ενώ βρισκόταν στην Κύπρο, νυμφεύθηκε δια αντιπροσώπου, την Ιρανή Afkarisarbarzeh, στην οποία επίσης παραχωρήθηκε θεώρηση εισόδου στην Κύπρο στις 12.12.02. Το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης διαπιστώνοντας ότι ο αιτητής ανανέωσε το διαβατήριο του στην Ιρανική πρεσβεία στη Λευκωσία, γεγονός που πιθανόν να αποδεικνύει ότι έκανε χρήση της προστασίας της χώρας ιθαγένειας του, ζήτησε από  την Υπάτη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες επανεξέταση του καθεστώτος του πρόσφυγα. Στις 19.11.02 η Υπάτη Αρμοστεία  απάντησε ότι δεν υπάρχει λόγος επανεξέτασης, εφόσον δεν αποδείχτηκε ειλικρινής πρόθεση του να επιστρέψει στο Ιράν ή να κάνει χρήση της προστασίας της χώρας ιθαγένειας του.

 

Στη συνέχεια, παραχωρήθηκε εκ νέου άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας μέχρι και τις 3.9.05. Στις 22.4.05 υπέβαλε για πρώτη φορά αίτηση για απόκτηση της κυπριακής υπηκοότητας με πολιτογράφηση βάσει του άρθρου 111 και του τρίτου Πίνακα του περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμου του 2002-2003, η οποία απορρίφθηκε επειδή ο αιτητής δεν συμπλήρωνε 7ετή νόμιμη διαμονή στην Κύπρο. Κλήθηκε να υποβάλει εκ νέου αίτηση, πράγμα που έκανε στις 30.3.07. Στις 23.8.07 η αίτηση μεταβιβάστηκε στον Υπουργό Εσωτερικών και απορρίφθηκε κατόπιν σχετικού σημειώματος/εισήγησης από τη Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου  Πληθυσμού και Μετανάστευσης. Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω το ακόλουθο απόσπασμα:

 

«5.  Ο Επαρχος Λεμεσού αναφέρει ότι ο αιτητής είναι άτομο καλού χαρακτήρα, με ευγενικούς τρόπους συμπεριφοράς. Εχει συνηθίσει τον τρόπο ζωής των Κυπρίων και φαίνεται να έχει προσαρμοσθεί με το Κυπριακό κοινωνικό σύνολο και συνηθίσει τα ήθη και έθιμα του τόπου.

 

       Όμως δεν συστήνει την αίτηση του στο παρόν στάδιο γιατί η οικονομική του κατάσταση δεν είναι καθόλου καλή ούτως ώστε να του επιτρέπει να ζει άνετα στην Κύπρο (Ερ. 156-155).

 

6.    Ο Αρχηγός Αστυνομίας δεν συστήνει την αίτηση γιατί ο αιτητής παρέμεινε και εργαζόταν παράνομα. Μιλά λίγο την Ελληνική γλώσσα και κρίνεται ως άτομο το οποίο δεν έχει ενταχθεί πλήρως στο Κυπριακό κοινωνικό σύνολο. δεν διατηρεί οποιουσδήποτε δεσμούς με τον τόπο μας και η όλη παραμονή του οφείλεται στο καθεστώς του Πολιτικού Πρόσφυγα (Σημ. (42).(41)).

 

7.    Ο Διοικητής της ΚΥΠ μας πληροφορεί ότι δεν εντοπίστηκε τίποτε σε βάρος του αιτητή από πλευράς ασφάλειας του Κράτους (Σημ. (44)).

 

8.    Ο αιτητής κατέχει τα τυπικά προσόντα παραμονής που απαιτούνται από το Νόμο για Πολιτογράφηση (Ερ. 139(Α)).

 

9.    Θεωρώ όμως ότι η ύπαρξη απλά των τυπικών προσόντων που καθορίζει ο Τρίτος Πίνακας του Ν.141(1)/2002 δεν πρέπει να εξυπακούει αυτόματα και την έγκριση αίτησης για πολιτογράφηση, όπως κατάντησε να εκλαμβάνεται από τους αλλοδαπούς ιδιαίτερα όταν δεν εξυπηρετείται αλλά μάλλον πλήττεται το συμφέρον της Δημοκρατίας. Εφ΄ όσον νομολογημένα η Δημοκρατία διατηρεί κυρίαρχο δικαίωμα να μην επιτρέπει την είσοδο και παραμονή αλλόδαπού στο έδαφος της δεν κρίνω ορθό να καταργούμε οι ίδιοι το δικαίωμα ελέγχου σε αλλοδαπούς που επιθυμούν να παραμείνουν εδώ για εργασία με την παραχώρηση υπηκοότητας σ΄ αυτούς απλά γιατί έχουν καταφέρει να παραμείνουν το χρονικό διάστημα που απαιτεί ο Νόμος.

 

10.  Λαμβάνοντας δε υπόψη τη σοβαρή αύξηση στον αριθμό αιτήσεων για πολιτογράφηση από άτομα που ήρθαν εδώ αποκλειστικά για εργασία ειδικά μετά την ένταξη μας στην Ευρωπαϊκή Ενωση πιστεύω ότι κατά την εξέταση τέτοιων αιτήσεων θα πρέπει να αξιολογείται και το όφελος ή επιβάρυνση που τυχόν θα έχει το Κράτος καθώς και αν εξυπηρετείται το δημόσιο συμφέρον, θέματα που σημειώνω εξετάζονται για την παραχώρηση της άδειας μετανάστευσης (για απασχόληση στη Δημοκρατία με βάση το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο (περί Αλλοδαπών Νόμος και Κανονισμοί).

 

11.  Με βάση τα ανωτέρω και αφού έλαβα υπόψη μου τα δεδομένα της συγκεκριμένης περίπτωσης και ειδικά ότι:

 

α)    ο αιτητής ήρθε στη Δημοκρατία ως επισκέπτης και παρέμεινε παράνομα από 17.07.96-24.06.98 (Ερ. 2 και 6) και αναγνωρίστηκε ως Πολιτικός Πρόσφυγας και

 

β)    η Δημοκρατία δεν έχει όφελος από την Πολιτογράφηση του αιτητή ούτε εξυπηρετείται καθ΄ οιονδήποτε τρόπο το δημόσιο συμφέρον

 

εισηγούμαι απόρριψη της αίτησης.»

 

 

Ο αιτητής ενημερώθηκε με επιστολή ημερ. 8.04.08 ότι η αίτηση του απορρίφθηκε αφού λήφθηκε υπόψη ότι ήρθε στην Κύπρο προσωρινά ως επισκέπτης και ότι η  διαμονή του δεν ήταν πάντα αρμόζουσα έναντι των  Νόμων της Κυπριακής Δημοκρατίας.

 

Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής επιδιώκει την ακύρωση της απόφασης του Υπουργού Εσωτερικών με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για απόκτηση της κυπριακής υπηκοότητας με πολιτογράφηση.

 

Εγείρεται προδικαστική ένσταση ότι η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη. Αν και δεν ετέθη με την ένσταση αλλά για πρώτη φορά στην αγόρευση, το Δικαστήριο δεν εμποδίζεται να την εξετάσει αυτεπάγγελτα και μάλιστα κατά προτεραιότητα, αφού αφορά ζήτημα δημοσίου συμφέροντος.

 

  Η επιστολή κοινοποίησης της επίδικης απόφασης γίνεται δεκτό ότι στάληκε στον αιτητή στις 16.4.08 σε ταχυδρομικό κιβώτιο στη Λεμεσό. Συνεπώς είναι η θέση των καθ’ ων η αίτηση ότι με αναφορά στο άρθρο 2 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι η επιστολή έφτασε στα χέρια του αιτητή με τη συνήθη πορεία του ταχυδρομείου, δηλαδή εντός 5-6 ημερών. Οπότε αν θεωρηθεί ότι ο αιτητής έλαβε γνώση το αργότερο μέχρι τις 22/4/08, σύμφωνα με την εκδοχή των καθ’ ων η αίτηση, η τελευταία ημέρα καταχώρησης της προσφυγής ήταν η 7.7.08. Η προσφυγή όμως καταχωρήθηκε στις 11.7.08. Η διαφορά δεν μπορεί να θεωρηθεί μεγάλη. Ο αιτητής ισχυρίστηκε μέσω του συνηγόρου του ότι η προθεσμία ενεργοποιείται από τις αρχές Μαϊου 2008 γιατί τότε παρελήφθη από τον αιτητή, χωρίς ωστόσο να αναφέρει συγκεκριμένη ημερομηνία.

 

Αποτελεί τη σταθερή θέση της νομολογίας ότι το βάρος απόδειξης περί του εκπροθέσμου της προσφυγής το έχει εκείνος που το επικαλείται, σε περίπτωση δε αμφιβολίας περί του εμπροθέσμου ή μη, αυτή λύεται πάντοτε υπέρ του αιτητή. (Πατάτας ν. Δημοκρατίας (1990) 3 ΑΑΔ 248, Papaioannou v. Republic (1982) 3 CLR 103). Δεν υπάρχει ένδειξη ότι η επιστολή ταχυδρομήθηκε με ασφαλισμένο ταχυδρομείο, ούτε οι καθ’ ων προσκόμισαν οποιοδήποτε στοιχείο ή μαρτυρία που να αποδεικνύει την παραλαβή της,  ενώ το γεγονός ότι εστάλη σε ταχυδρομικό κιβώτιο καθιστά ακόμη πιο πιθανό το ενδεχόμενο αυτή να παραλήφθηκε σε χρόνο άλλο από το συνήθη. Ενόψει και της μικρής διαφοράς μεταξύ της 7.7.08 και 11.7.08, δεν θα απέρριπτα την προσφυγή ως εκπρόθεσμη. Η  προδικαστική ένσταση αποτυγχάνει.

 

 Προβάλλεται ως λόγος ακύρωσης ότι η απόφαση είναι προϊόν μη δέουσας έρευνας, διότι ενώ έφερε ως αιτιολογία δυσμενείς για τον αιτητή ισχυρισμούς εντούτοις, δεν δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή να ακουστεί.

 

Η ύπαρξη των τυπικών κριτηρίων δεν οδηγεί αυτομάτως στην έγκριση της πολιτογράφησης. Κύριο στοιχείο της πολιτογράφησης, εκτός από τη βούληση του ατόμου η οποία εκφράζεται με την αίτηση του ενδιαφερομένου, είναι και η βούληση της πολιτείας που δύναται κυριαρχικά να προσδώσει την ιθαγένεια. Συνεπώς δεν επαρκεί μόνο η συνδρομή των τυπικών προϋποθέσεων του Νόμου, όπως αναλύονται στο Τρίτο Πίνακα του Ν.141(1)/2002 και η διερεύνηση τυχόν λόγου στο πρόσωπο του αιτητή που αφορά στη δημόσια τάξη και ασφάλεια. Επιβάλλεται περαιτέρω για τη άσκηση της ευρείας διακριτικής ευχέρειας του Υπουργού να  διερευνηθούν άλλοι παράγοντες, όπως η δυνατότητα ενσωμάτωσης του αιτητή στο κυπριακό περιβάλλον, η ειλικρινής επιθυμία του να γίνει κύπριος πολίτης, λαμβανομένου υπόψη για το σκοπό αυτό το ότι επέδειξε καλή διαγωγή, ότι έμαθε ικανοποιητικά την ελληνική γλώσσα, τις γνώσεις του για τον κυπριακό πολιτισμό, τα ήθη και τα έθιμα και ότι συμμετείχε γενικά στον ντόπιο τρόπο ζωής.(Βλ. και Δίκαιο Ιθαγένειας, Ζωή Παπασιώπη-Πασιά, 7η έκδοση, σελ. 124-126).

 

Ακόμη και αν πληρούνται όλες οι τυπικές προϋποθέσεις που γεννούν το δικαίωμα υποβολής αιτήματος για πολιτογράφηση, ο Υπουργός Εσωτερικών μπορεί να απορρίψει την αίτηση προβαίνοντας σε ελεύθερη εκτίμηση των γενικότερων συμφερόντων του κράτους σε συνάρτηση με τα τυχόν δημογραφικά, οικονομικά και εθνικά προβλήματα του κράτους. Στο πιο πάνω πλαίσιο ενυπάρχει και φυσικά δεν αναιρείται, η υποχρέωση καλόπιστης εξέτασης του αιτήματος και διεξαγωγής της δέουσας έρευνας.

 

Στο φάκελο της υπό εξέταση υπόθεσης δεν υπάρχει συγκεκριμένη αιτιολογημένη καταχώριση ως προς τη λήψη της απόφασης εκ μέρους του Υπουργού Εσωτερικών. Φαίνεται ότι ο Υπουργός υιοθέτησε αυτούσιο το σκεπτικό της εισήγησης της Διευθύντριας του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, κυρίως τα συμπεράσματα ότι ο αιτητής παρέμεινε παράνομα στην Κύπρο για διάστημα 2 χρόνων και ότι δεν εξυπηρετείται καθ´ οιονδήποτε τρόπο το δημόσιο συμφέρον.

 

Αναφορικά με το πρώτο συμπέρασμα, η  διατύπωση της επιφύλαξης του άρθρου 110 του Νόμου παρέχει την ευχέρεια στον Υπουργό να απορρίψει αιτήσεις όταν ο αλλοδαπός έχει παραμείνει παράνομα στη Δημοκρατία. Το κριτήριο δεν αναιρείται, από το γεγονός της μακροχρόνιας νόμιμης διαμονής του στη συνέχεια.

 

Αναφορικά με το δεύτερο, παρά το ότι εκ πρώτης όψεως δείχνει αναιτιολόγητο, όπως εισηγείται ο αιτητής, μια προσεχτική εξέταση του φακέλου του αιτητή μπορεί να το τεκμηριώσει. Ο αιτητής σύμφωνα με τον Υπεύθυνο Κλιμακίου Αλλοδαπών (Βλ. παράρτημα 18 στην ένσταση) αλλά και την έκθεση του Επάρχου (ερυθρό 155-157) δεν είχε καθόλου καλή οικονομική κατάσταση, τα έξοδα διαμονής και διατροφής τα ανέλαβε το γραφείο Ευημερίας αφού δεν έχει δικούς του πόρους. Επίσης, πέραν των εργασιακών του σχέσεων και του καθεστώτος του πολιτικού πρόσφυγα, δεν διατηρεί με την Κύπρο οποιουσδήποτε άλλους δεσμούς. Κρίθηκε από το κεντρικό γραφείο Αλλοδαπών του Αρχηγείου Αστυνομίας ότι μιλά λίγο την ελληνική γλώσσα παρά τη μακροχρόνια παραμονή του και δεν έχει ενταχθεί πλήρως στο κυπριακό κοινωνικό σύνολο. (Σημ. 41-42 στο διοικητικό φάκελο).

 

Υπάρχει βέβαια εδώ και η διαφορετική εκτίμηση του Επάρχου που σημειώνει ότι ο αιτητής μιλά μέτρια τα ελληνικά, έχει προσαρμοσθεί στο κυπριακό σύνολο και συνηθίσει τα ήθη και τα έθιμα. Στην Angela Siomina Ηρωα ν. Δημοκρατίας (2005) 3 ΑΑΔ 307 κρίθηκε ότι η απόφαση για μη πολιτογράφηση αλλοδαπού δεν παύει να είναι καλόπιστη όπου στηρίζεται μόνο σε λογική αμφιβολία  και όχι σε οτιδήποτε πέραν αυτής.

 

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι δεν του δόθηκε το δικαίωμα να ακουστεί, σημειώνεται ότι ο περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμος δεν επιβάλλει υποχρέωση στη διοίκηση να καλεί προς ακρόαση τα πρόσωπα που υποβάλλουν αίτηση για πολιτογράφηση. (Βλ. Joudine κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 ΑΑΔ 500.) Στην παρούσα περίπτωση, ο αιτητής είχε την ευκαιρία να προβάλει τις θέσεις του ενώπιον του Υπουργού Εσωτερικών μέσω της αίτησης του και όπως ο ίδιος παραδέχεται υποβλήθηκε σε συνέντευξη δύο φορές (ερ. 179 στο τεκμ. 1). Επίσης διαφαίνεται από τις εκθέσεις τόσο του Επάρχου όσο και της Αστυνομικής Διεύθυνσης Λεμεσού ότι ο αιτητής είχε ακουστεί.

 

Αναφορικά με την παράβαση ουσιώδους τύπου η μη αναγραφή στην επίδικη απόφαση της δυνατότητας του αιτητή να προσφύγει στο Δικαστήριο δεν επηρέασε τα δικαιώματά του. Ο τύπος που παραλείφθηκε δεν επηρέασε το δικαίωμα προσφυγής στη δικαιοσύνη.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται με €1000 υπέρ των καθ΄ ων η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

 

                                                                         Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

 

 

 

ΣΦ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο