KHALED AL ISSA ν. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ, Υπόθεση Αρ. 993/2008, 29 Δεκεμβρίου 2009

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 993/2008)

 

29 Δεκεμβρίου, 2009

 

[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ  ΤΟ  ΑΡΘΡΟ  146  ΤΟΥ  ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

KHALED  AL  ISSA,

Αιτητής,

ν.

 

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ  ΑΡΧΗΣ  ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,

Καθ’ ης η Αίτηση.

________________________

 

Πετρούλα Δαμιανού (κα), για τον Αιτητή.

Κυριάκος Σταυρινός, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Καθ’ ης η Αίτηση.

________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:  Ο αιτητής κατάγεται από τη Συρία και ήλθε στην Κύπρο παράνομα, μέσω των κατεχομένων από την Τουρκία περιοχών, στις 3/12/2006.  Λίγες μέρες μετά, στις 6/12/2006, υπέβαλε αίτηση για αναγνώριση σ’ αυτόν του καθεστώτος του πολιτικού πρόσφυγα, με τον ισχυρισμό ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, λόγω έλλειψης εργασίας σ’ αυτή. 

 

Ο αιτητής, σε συνέντευξη που είχε με λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου στις 11/2/2008, ισχυρίστηκε ότι μοναδικός λόγος που έφυγε από τη χώρα του ήταν η ανάγκη εξεύρεσης εργασίας.  Δεν αντιμετώπιζε οποιαδήποτε δίωξη αλλά ούτε και προβλήματα με τις αστυνομικές αρχές.  Ούτε ο ίδιος ούτε η οικογένειά του ανήκουν σε οποιαδήποτε πολιτική, θρησκευτική, στρατιωτική, εθνική ή κοινωνική οργάνωση ή κόμμα. 

 

Το αίτημά του εξετάστηκε από την Υπηρεσία Ασύλου και απορρίφθηκε, για το λόγο ότι τα προβλήματα που αντιμετώπιζε δεν ενέπιπταν στο ΄Αρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, (Ν. 6(Ι)/2000), (όπως τροποποιήθηκε), (ο «Νόμος»), σύμφωνα με το οποίο πρόσφυγας αναγνωρίζεται πρόσωπο, που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξής του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγένειάς του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής. 

 

Εναντίον της πιο πάνω απόφασης ο αιτητής καταχώρισε διοικητική προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, (η «Αναθεωρητική Αρχή»).  Η συνήγορος του, με σκοπό να πλήξει τη νομιμότητα της απόφασης, πρόβαλε διάφορους ισχυρισμούς.

 

Λειτουργός της Αναθεωρητικής Αρχής ερεύνησε όλα όσα τέθηκαν από τον αιτητή ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, καθώς και από τη συνήγορό του με τη διοικητική προσφυγή.  Στη συνέχεια, ετοίμασε έκθεση, την οποία υπέβαλε στην Αναθεωρητική Αρχή, η οποία, με τη σειρά της, αφού εξέτασε την υπόθεση, έκρινε δικαιολογημένη την κατάληξη της Υπηρεσίας Ασύλου και απέρριψε τη διοικητική προσφυγή. 

 

Ο αιτητής, με την προσφυγή του, επιδιώκει την ακύρωση της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής, ισχυριζόμενος ότι αυτή είναι αναιτιολόγητη και λήφθηκε καθ’ υπέρβαση και/ή κατάχρηση εξουσίας, με πλάνη περί τα πράγματα και το νόμο, κατόπιν ανεπαρκούς έρευνας και χωρίς ο ίδιος να κληθεί σε συνέντευξη.  Με τη γραπτή αγόρευση της συνηγόρου του, υποστηρίζεται ότι τα γεγονότα, τα οποία αυτός έθεσε ενώπιον της καθ’ ης η αίτηση, δεν ερευνήθηκαν και/ή δεν αξιολογήθηκαν ορθά. 

 

 ΄Εχω εξετάσει με προσοχή όλα όσα επικαλείται ο αιτητής.  Η προσφυγή στερείται ερείσματος.  Ορθά εφαρμόστηκαν οι διατάξεις του Νόμου.  Η διαδικασία που ακολουθήθηκε, τόσο ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου όσο και ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής, ήταν απόλυτα ορθή.  Στον αιτητή δόθηκε η ευκαιρία, κατά τη συνέντευξή του με τη λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, να προβάλει, με τη βοήθεια διερμηνέα, όλα όσα αυτός πίστευε ότι στήριζαν το αίτημά του, τα οποία και εξετάστηκαν.  Το γεγονός ότι ο αιτητής δεν κλήθηκε ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής δεν επιδρά, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, στη νομιμότητα της απόφασης.  Το ζήτημα της κλήσης ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής εξετάστηκε από την πλήρη Ολομέλεια στη Singh v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 393.  Η Αναθεωρητική Αρχή εξέτασε όλα όσα είχε ενώπιόν της, προτού καταλήξει ότι ο αιτητής δεν εμπίπτει στον ορισμό του πρόσφυγα και ότι πρόκειται για καθαρά οικονομικό μετανάστη.  Θεωρώ εντελώς αδικαιολόγητο το παράπονό του ότι τα γεγονότα που αυτός έθεσε δεν αξιολογήθηκαν ορθά, ή ότι εμφιλοχώρησε πλάνη.  Προκύπτει από την επίδικη απόφαση ότι το αίτημά του εξετάστηκε με κάθε λεπτομέρεια, νόμιμα και με καλή πίστη, σε κάθε στάδιο της διαδικασίας. 

 

Σ’ ό,τι αφορά τους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν με τη διοικητική προσφυγή, και αυτοί εξετάστηκαν από την Αναθεωρητική Αρχή, με κάθε προσοχή, προτού αιτιολογημένα απορριφθούν.  Ουσιαστικά, ο αιτητής, με τα όσα αναπτύσσονται στη γραπτή αγόρευση της συνηγόρου του, ζητά επανεκτίμηση των γεγονότων, με σκοπό το Δικαστήριο να υποκαταστήσει την απόφαση της αρμόδιας αρχής, πράγμα ανεπίτρεπτο.  ΄Οπως λέχθηκε στην απόφαση της Ολομέλειας στη Latif v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων (2006) 3 Α.Α.Δ. 533, το δικαστήριο δεν προβαίνει σε επανεκτίμηση γεγονότων, ούτε και υποκαθιστά την κρίση της αρμόδιας διοικητικής αρχής με δική του.  Η δικαιοδοσία του περιορίζεται στον έλεγχο και μόνο της νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, στη βάση των αρχών του διοικητικού δικαίου που διέπουν το θέμα. 

 

Περαιτέρω, η Αναθεωρητική Αρχή εξέτασε και το κατά πόσο ο αιτητής μπορούσε να τύχει του καθεστώτος της συμπληρωματικής προστασίας και είναι εύλογη η κατάληξή της σε αρνητικό αποτέλεσμα, στη βάση ότι αυτός δεν κατάφερε, σύμφωνα με το ΄Αρθρο 19(1) του Νόμου, να αποδείξει βάσιμο φόβο ότι, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα του, θα υφίστατο σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη, όπως αυτή καθορίζεται στο ΄Αρθρο 19(2) του Νόμου.  Εύλογη είναι, επίσης, και η διαπίστωσή της ότι ο αιτητής δεν ικανοποιούσε τις προϋποθέσεις του ΄Αρθρου 19Α του Νόμου για παραχώρηση σ’ αυτόν του καθεστώτος διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται, με €800,00 έξοδα υπέρ της καθ’ ης η αίτηση.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

 

                                                                         Ε. Παπαδοπούλου,

                                                                                      Δ.

 

/ΜΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο