ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1318/2008)
22 Μαρτίου, 2010
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΥΠΡΟΣ ΑΝΔΡΕΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Γ. Λαζάρου, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Ο Αιτητής ζητά όπως η απόφαση των Καθ’ων η αίτηση, ημερομηνίας 15.7.2008, να απορρίψει την ένσταση του αναφορικά με τον φόρο κατανάλωσης που θα έπρεπε να πληρωθεί για το μεταχειρισμένο όχημα που εκτελώνισε, θεωρηθεί παράνομη και αντισυνταγματική και ως τέτοια κηρυχθεί άκυρη.
Τα γεγονότα της υπόθεσης
Ο Αιτητής καταχώρησε στις 20.5.2008, στο μηχανογραφημένο σύστημα του Τμήματος Τελωνείων «Θησέας», ηλεκτρονική διασάφηση εισαγωγής, προκειμένου να τελωνίσει για εσωτερική κατανάλωση το μεταχειρισμένο αυτοκίνητο τύπου PORSCHE 911 CARRERA, με κυβισμό 3400 κ.ε., το οποίο είχε μεταφέρει από το Ηνωμένο Βασίλειο, κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τα στοιχεία που είχαν υποβληθεί εκ μέρους του Αιτητή, έτυχαν αυτόματης επεξεργασίας από το ηλεκτρονικό σύστημα. Με δεδομένη την απαλλαγή του αυτοκινήτου από την υποχρέωση για καταβολή δασμών και ΦΠΑ, ως εμπόρευμα που είχε ήδη δασμολογηθεί σε χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οφειλόμενοι φόροι κατανάλωσης είχαν υπολογιστεί δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 5(1)(στ), 5(2)(α)(ιιι), 19(1) και του Μέρους Β΄ του Τέταρτου Παραρτήματος του περί Φόρων Κατανάλωσης Νόμου, αριθμός 91(Ι)/2004, όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 144(Ι)/2006.
Η ηλεκτρονική διασάφηση εισαγωγής ελέγχθηκε από αρμόδιο τελωνειακό λειτουργό ο οποίος, αφού εξέτασε την ορθότητα των στοιχείων που είχαν καταχωριστεί για λογαριασμό του Αιτητή, βεβαίωσε τους καταβλητέους φόρους κατανάλωσης οι οποίοι στην περίπτωση του επίδικου αυτοκινήτου ήταν μειωμένοι κατά ποσοστό 66,58% λόγω της ηλικίας του, και προώθησε τη διασάφηση στο ταμείο. Ο Αιτητής πλήρωσε με επιφύλαξη των δικαιωμάτων του το συνολικό ποσό των φόρων κατανάλωσης που είχαν υπολογιστεί και βεβαιωθεί από το Τμήμα Τελωνείων, ολοκληρώνοντας έτσι τη διαδικασία τελωνισμού του αυτοκινήτου.
Στις 3.7.2008, ο Αιτητής διά του δικηγόρου του, υπέβαλε ένσταση δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 139(5) του περί Φόρων Κατανάλωσης Νόμου του 2004 (Ν. 94(Ι)/2004), η οποία απορρίφθηκε από τη Διευθύντρια του Τμήματος Τελωνείων με επιστολή της ημερομηνίας 15.7.2008, στα οποία διατυπώνετο το εξής σκεπτικό:-
«Αναφέρομαι στην επιστολή σας με αρ. Φακ. Κ101/08 ημερομηνίας 3 Ιουλίου 2008, για λογαριασμό του πελάτη σας κου Κύπρου Π. Ανδρέου, σχετικά με το πιο πάνω θέμα και επιθυμώ να σας πληροφορήσω τα ακόλουθα:
1. Στο άρθρο 90 της Συνθήκης περί Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (Συνθήκη) ορίζεται ότι «Κανένα κράτος μέλος δεν επιβάλλει άμεσα ή έμμεσα στα προϊόντα άλλων κρατών μελών εσωτερικούς φόρους οποιασδήποτε φύσεως, ανωτέρους από εκείνους που επιβαρύνουν άμεσα ή έμμεσα τα ομοειδή εθνικά προϊόντα.
Κανένα κράτος μέλος δεν επιβάλλει στα προϊόντα των άλλων κρατών μελών εσωτερικούς φόρους, η φύση των οποίων οδηγεί έμμεσα στην προστασία άλλων προϊόντων.»
1. Με βάση την πιο πάνω διάταξη όπως έχει αναπτυχθεί και μέσα από την νομολογία του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ), η Κυπριακή Δημοκρατία έχει ήδη προχωρήσει στην τροποποίηση της σχετικής νομοθεσίας που διέπει την επιβολή τέλους ταξινόμησης (φόρος κατανάλωσης) σε εισαγόμενα μεταχειρισμένα οχήματα, ώστε ο συνολικός φόρος κατανάλωσης που επιβάλλεται να μειώνεται σύμφωνα με στοιχεία που ορίζονται ρητά στο Νόμο τα οποία είναι η παλαιότητα (ηλικία του οχήματος), τα διανυθέντα χιλιόμετρα, η γενική κατάσταση του οχήματος, το σύστημα προώθησης, το σήμα και ο τύπος του οχήματος, στοιχεία τα οποία αναφέρονται ως καθοριστικά για τον υπολογισμό του φόρου κατανάλωσης στις αποφάσεις του ΔΕΚ για το συγκεκριμένο θέμα.
2. Για να μπορέσουν να εφαρμοστούν στην πράξη αυτά τα στοιχεία διεξάχθηκε συγκεκριμένη μελέτη από το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων, ούτως ώστε να εξακριβωθεί η μείωση της αξίας ενός οχήματος που αγοράστηκε καινούριο και πωλείται μεταχειρισμένο στην Κυπριακή αγορά. Με βάση τα ευρήματα της μελέτης εκδόθηκε η γνωστοποίηση Κ.Δ.Π. 280/2007 που επισυνάπτεται, στην οποία καθορίστηκαν οι απομειώσεις του φόρου κατανάλωσης στα μεταχειρισμένα οχήματα ανάλογα με τον τύπο, την ηλικία και το σύστημα προώθησης του οχήματος.
3. Ο επιβληθείς φόρος κατανάλωσης €10.555,00, διαφοροποιήθηκε έναντι του φόρου κατανάλωσης των €31.443,00 που επιβάλλεται στο αντίστοιχο καινούριο όχημα και μειώθηκε κατά 66.58%, ώστε το ύψος του να μην υπερβαίνει το κατάλοιπο φόρου που παραμένει ενσωματωμένο στην εναπομείνασα αξία του αντίστοιχου μεταχειρισμένου οχήματος που είναι εγγεγραμμένο στο εθνικό μητρώο. Η απομείωση της αξίας και κατ’ επέκταση του φόρου κατανάλωσης με το πιο πάνω ποσοστό, καλύπτει τις φυσικές φθορές και εκείνα τα προβλήματα που οφείλονται από την παρατεταμένη χρήση και την ηλικία του οχήματος.
4. Ο φόρος κατανάλωσης σύμφωνα με το άρθρο 5 του περί Φόρου Κατανάλωσης Νόμου του 2004 έως 2007, καθίσταται απαιτητός κατά την θέση των προϊόντων σε ανάλωση. Αρμοδιότητα του τελωνειακού λειτουργού είναι να επιβάλει και να εισπράξει τον αναλογούντα φόρο κατανάλωσης κατά την θέση των προϊόντων σε ανάλωση με βάση τις διατάξεις του εν λόγω νόμου. Η εξουσία του τελωνειακού λειτουργού να επιβάλλει και να εισπράττει φόρους, πηγάζει τόσο από τα εγκεκριμένα σχέδια υπηρεσίας της θέσης στην οποία υπηρετεί όσο και από δική μου εξουσιοδότηση με βάση το άρθρο 6 του περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμου αριθ. 94(Ι) του 1994.
5. Η αιτιολόγηση κατά την επιβολή της φορολογίας, δεν ορίζεται στην περί Φόρων Κατανάλωσης νομοθεσία, εκτός και αν υποβληθεί αίτημα αναθεώρησης με βάση το άρθρο 139.5 του περί Φόρου Κατανάλωσης Νόμου, όπου ο Δ.Τ.Τ. θα κοινοποιήσει στον αιτητή αιτιολογημένη απάντηση.
Υπό το φως των πιο πάνω και με βάση τις δικές μας έρευνες, η επιβληθείσα φορολογία δεν φαίνεται να υπερβαίνει το κατάλοιπο φόρου που παραμένει ενσωματωμένο στην εναπομείνασα αξία του αντίστοιχου μεταχειρισμένου οχήματος που είναι εγγεγραμμένο στο εθνικό μητρώο και εν πάση περιπτώσει δεν έχετε παρουσιάσει οποιοδήποτε στοιχείο που να τεκμηριώνει την άποψη σας ότι ο επιβληθείς φόρος υπερβαίνει το κατάλοιπο φόρου.
Είναι η θέση μου ότι η φορολογική μεταχείριση του οχήματος του πελάτη σας έγινε εντός των πλαισίων των νομοθετικών ρυθμίσεων οι οποίες θεσπίστηκαν και ενσωματώθηκαν στο δίκαιο της Κυπριακής Δημοκρατίας, προκειμένου αυτό να είναι συμβατό με το κοινοτικό δίκαιο, όπως αυτό αναπτύσσεται μέσα από την σχετική νομολογία και συνεπώς η επιβληθείσα φορολογία δεν μπορεί να διαφοροποιηθεί.
Εάν διαφωνείτε με την πιο πάνω απόφαση μου έχετε το δικαίωμα να ασκήσετε προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.»
Ο Αιτητής προσβάλλει την πιο πάνω απόφαση, προβάλλοντας ως λόγους ακύρωσης ότι: (1) δεν υπάρχει απόφαση για την επιβολή φόρου κατανάλωσης από αρμόδιο όργανο και αν κριθεί ότι τέτοια υπάρχει, τότε (2) αυτή αντιβαίνει προς το άρθρο 90(1) της Συνθήκης περί Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και τη νομολογία του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (3) δεν διεξήχθη δέουσα έρευνα και (4) αυτή είναι αναιτιολόγητη.
Οι λόγοι ακύρωσης
(1) Ότι δεν υπάρχει απόφαση – Λόγος ακύρωσης 1
Ο λόγος ακύρωσης αποσύρθηκε στο στάδιο των διευκρινίσεων.
(2) Κατά πόσο η απόφαση αντιβαίνει το άρθρο 90(1) της Συνθήκης – Λόγος ακύρωσης 2
Ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι η απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση να καθορίσει το φόρο κατανάλωσης χρησιμοποιώντας «κλιμακούμενο φορολογικό συντελεστή με βάση τον κυβισμό της μηχανής του οχήματος», αντίκειται στις πρόνοιες του άρθρου 90 της Συνθήκης. Όπως εξήγησε η ευπαίδευτη δικηγόρος για τον Αιτητή, δεν μπορεί να επιβάλλεται φόρος κατανάλωσης χωρίς να λαμβάνεται υπόψη «η γενική κατάσταση του οχήματος και η ηλικία του», αφού τα συγκεκριμένα στοιχεία επηρεάζουν αντικειμενικά την αξία του. Σύμφωνα με τον Αιτητή, ο φόρος κατανάλωσης σ’ ένα εισαγόμενο μεταχειρισμένο όχημα, για να συνάδει με τις επιταγές του άρθρου 90 της Συνθήκης, θα πρέπει να μειώνεται ανάλογα όσον αναμένεται να μειώνεται για το εγχώριο μεταχειρισμένο. Οι Καθ’ων η αίτηση, εισηγήθηκε ο δικηγόρος του, όφειλαν πριν την έκδοση της επίδικης απόφασης, να διεξάγουν πλήρη έρευνα και έλεγχο ιεραρχικό με στόχο τη νομιμότητα.
Από την άλλη, οι Καθ’ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι οι φόροι κατανάλωσης οι οποίοι είχαν επιβληθεί και εισπραχθεί στην προκειμένη περίπτωση, είναι καθαρά εθνικοί φόροι και η επιβολή τους δεν αντιβαίνει στο άρθρο 90 της Συνθήκης ΕΟΚ, δεδομένου ότι εμπίπτουν στις πρόνοιες του άρθρου 3(3) της Οδηγίας 92/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25.2.1992.
Οι διατάξεις της περί φόρων κατανάλωσης νομοθεσίας, προνοούν φορολόγηση των αυτοκινήτων με βάση κυρίως τον κυβισμό του κινητήρα τους και δεν εισάγουν οποιαδήποτε διάκριση στους συντελεστές φόρου κατανάλωσης μεταξύ οποιωνδήποτε αυτοκινήτων, ενώ για τα εισαγόμενα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα προνοείται έκπτωση που συναρτάται κυρίως προς την ηλικία του κάθε αυτοκινήτου, η οποία στην περίπτωση του επίδικου αυτοκινήτου ανήλθε σε ποσοστό 66,58%.
Εν πάση περιπτώσει, για το συγκεκριμένο αυτοκίνητο, ανέφερε ο κ. Λαζάρου, πέραν από τον κυβισμό του κινητήρα του επίδικου αυτοκινήτου, είχε ληφθεί υπόψη για τη φορολόγηση του και η ηλικία του και έτυχε των εκπτώσεων που προνοούνται από τη νομοθεσία. Με βάση τα όσα έχουν εκτεθεί προκύπτει, ανέφερε ο κ. Λαζάρου, ότι η προσβαλλόμενη πράξη και/ή απόφαση δεν αντίκειται στις διατάξεις του Συντάγματος, ενώ είναι συμβατή με τις δεσμευτικές υποχρεώσεις της Δημοκρατίας έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεδομένου ότι ο φόρος κατανάλωσης που έχει υπολογιστεί, επιβληθεί και εισπραχθεί σε σχέση με το επίδικο μεταχειρισμένο αυτοκίνητο, δεν υπερβαίνει το κατάλοιπο φόρου που παραμένει ενσωματωμένο σε αντίστοιχο ομοειδές αυτοκίνητο, που είχε εισαχθεί και φορολογηθεί καινούργιο στη Δημοκρατία.
Ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.
Το άρθρο 90 της Ευρωπαϊκής Συνθήκης, προβλέπει ότι:-
«90. Κανένα κράτος μέλος δεν επιβάλλει άμεσα ή έμμεσα στα προϊόντα άλλων κρατών μελών εσωτερικούς δασμούς οποιασδήποτε φύσεως, ανώτερους από εκείνους που επιβάλλουν άμεσα ή έμμεσα τα ομοειδή εθνικά προϊόντα.
Κανένα κράτος μέλος δεν επιβάλει στα προϊόντων των άλλων κρατών μελών εσωτερικούς φόρους, η φύση των οποίων οδηγεί έμμεσα στην προστασία άλλων προϊόντων.»
Η επιβολή φόρου κατανάλωσης σε εισαγόμενα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα από την Ευρωπαϊκή Ένωση, με βάση το Νόμο του 2004, όπως ίσχυε προτού τροποποιηθεί, γινόταν με βάση τον κυβισμό του αυτοκινήτου, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη άλλοι παράγοντες όπως η ηλικία, η φυσική κατάσταση και τα χιλιόμετρα που διάνυσε το αυτοκίνητο.
Ως αποτέλεσμα όχλησης αρμόδιων παραγόντων από τις Βρυξέλλες, οι οποίοι επεσήμαναν πως η νομοθεσία μας θα πρέπει να συνάδει με τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, όπως ήταν τότε, υπήρξε αλλαγή στον τρόπο φορολόγησης μεταχειρισμένων αυτοκινήτων από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το πιο πάνω ιστορικό παρατίθεται στην απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας, στην υπόθεση M.C. Sports Cars Ltd. κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1016/06 κ.α., ημερομηνίας 21.1.2008, στην οποία έγινε αναφορά και στις υποθέσεις του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, όπως ήταν τότε, με αρ. C-375/95, ημερομηνίας 23.10.1997, C-393/98, ημερομηνίας 22.1.2001 και C-101/00, ημερομηνίας 19.9.2002. Από την τελευταία απόφαση, παρατέθηκε και το πιο κάτω απόσπασμα, το οποίο κατά την άποψή μου, είναι διαφωτιστικό σε σχέση με τα επίδικα θέματα που εγείρονται στην υπό εκδίκαση υπόθεση:-
«In particular, it is contrary to the first paragraph of article 95 of the Treaty to levy a tax on imported used vehicles based on a value which is higher than the real value of the vehicle with the result that imported used vehicles are taxed more heavily than similar used vehicles which are on sale on the domestic market (see, to that effect, Commission v. Denmark, paragrapth 22). In taxing used vehicles, their actual depreciation must therefore be taken into account.»
Σε μετάφραση:
«Ειδικότερα είναι αντίθετο με την πρώτη παράγραφο του άρθρου 95 της Συνθήκης να επιβάλλεται φόρος επί εισαγόμενων μεταχειρισμένων αυτοκινήτων ο οποίος βασίζεται σε αξία μεγαλύτερη από την πραγματική αξία του οχήματος με αποτέλεσμα τα εισαγόμενα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα να επιβαρύνονται με φόρους βαρύτερους απ’ αυτούς των ομοειδών μεταχειρισμένων αυτοκινήτων που πωλούνται στην εσωτερική αγορά. Δες: Commission v. Denmark. Επομένως στη φορολόγηση μεταχειρισμένων αυτοκινήτων πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η πραγματική μείωση της αξίας τους.»
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, η Κύπρος τροποποίησε την εθνική της νομοθεσία και διευθέτησε δεκάδες υποθέσεων που εκκρεμούσαν ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. M.C. Sports Cars Ltd. κ.α. v. Κυπριακής Δημοκρατίας, ανωτέρω).
Στην προκειμένη περίπτωση, το αυτοκίνητο του Αιτητή μεταφέρθηκε στην Κύπρο στις 16.5.2008 και τέθηκε σε θέση ανάλυσης στις 20.5.2008. Η ηλεκτρονική διασάφηση εισαγωγής η οποία καταχωρίστηκε στο ηλεκτρονικό σύστημα του Τελωνείου, ελέγχθηκε από αρμόδιο Λειτουργό του τελωνείου, ο οποίος βεβαίωσε τους καταβλητέους φόρους κατανάλωσης. Στην περίπτωση του συγκεκριμένου αυτοκινήτου του Αιτητή, ο φόρος κατανάλωσης μειώθηκε, αφού λήφθηκε υπόψη όχι μόνο ο κυβισμός του αυτοκινήτου, αλλά για σκοπούς εκπτώσεων και η ηλικία του αυτοκινήτου, με αποτέλεσμα να του δοθεί έκπτωση 66.58% και να καθοριστεί ο φόρος κατανάλωσης του στις £10.558. Δεν λήφθηκαν υπόψη οποιαδήποτε άλλα στοιχεία, όπως ειδικές φθορές ή ζημιές στο αυτοκίνητο, εφόσον ο ίδιος ο Αιτητής δεν καταχώρησε στο ηλεκτρονικό σύστημα τέτοια στοιχεία.
Θα πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι οι σχετικοί συντελεστές αποζημίωσης της αξίας του αντίστοιχου οχήματος της ίδιας ηλικίας που έχει εισαχθεί καινούριο στην Κύπρο, καθορίστηκαν όπως αναφέρεται στο διοικητικό φάκελο, μετά από συγκεκριμένη μελέτη.
Είναι φανερό από τα πιο πάνω, ότι οι Καθ’ων η αίτηση με τα διάφορα στοιχεία που έλαβαν υπόψη, απομείωσαν την αξία του αντίστοιχου καινούριου οχήματος, ώστε το ύψος του φόρου που τελικά επιβλήθηκε για το μεταχειρισμένο αυτοκίνητο του Αιτητή, να μην υπερβαίνει το κατάλοιπο φόρου που παραμένει ενσωματωμένο στην εναπομείνασα αξία του αντίστοιχου μεταχειρισμένου οχήματος, που ήταν εγγεγραμμένο στην Κύπρο.
Κατά την άποψή μου, δεν ευσταθούν τα επιχειρήματα του Αιτητή ότι λήφθηκε μόνο ο κυβισμός του αυτοκινήτου χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η γενική κατάσταση του οχήματος και η ηλικία του, αφού αυτά ακριβώς λήφθηκαν υπόψη στην περίπτωση του Αιτητή.
Ο Αιτητής βέβαια δεν αμφισβητεί τους συντελεστές αποζημίωσης. Αλλά και αν το έπραττε θα έπρεπε να παρουσιάσει εκ πρώτης όψεως στοιχεία, που να έδειχναν ότι δεν ήταν εύλογο εκ μέρους της διοίκησης να τους χρησιμοποιεί, σε μια προσπάθεια να εξεύρει κατά το δυνατό την ακριβέστερη αξία του αντίστοιχου καινούριου οχήματος. Ούτε βέβαια ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι υπάρχει οποιοδήποτε άλλο στοιχείο που θα μπορούσε να ληφθεί υπόψη και δεν λήφθηκε. Εξάλλου, ήταν ο ίδιος που καταχώρησε τα στοιχεία στο ηλεκτρονικό σύστημα «Θησέας».
(3) Κατά πόσο διεξήχθη δέουσα έρευνα – Λόγος ακύρωσης 3
Ο Αιτητής ισχυρίζεται γενικά ότι οι Καθ’ων η αίτηση όφειλαν κατά την έκδοση της επίδικης απόφασης, να εξετάζουν οποιοδήποτε ζήτημα σχετικά με τη σύγκριση του ποσού των δασμών και φόρων κατανάλωσης που επιβλήθηκαν για την εισαγωγή από χώρα-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του επίδικου αυτοκινήτου με το κατάλοιπο δασμού που εξακολουθεί να βρίσκεται ενσωματωμένο στην αξία ομοειδών αυτοκινήτων, που είχαν εισαχθεί καινούρια στη Δημοκρατία.
Δεν συμφωνώ ότι οι Καθ’ων η αίτηση είχαν τέτοια υποχρέωση να επεκτείνουν την έρευνα τους σε τέτοιου είδους θέματα. Η υποχρέωση της διοίκησης είναι να προβεί σε επαρκή έρευνα όλων των σχετικών με την υπόθεση γεγονότων· και αυτό έπραξε ερευνώντας όλα τα στοιχεία που έθεσε ενώπιον της ο Αιτητής. Κατά την άποψή μου, ο τρόπος που επέλεξαν οι Καθ’ων η αίτηση να ερευνήσουν τα στοιχεία, σε συνάρτηση με τους συντελεστές αποζημίωσης, ήταν υπό τις περιστάσεις εύλογος.
(4) Κατά πόσο η απόφαση είναι αναιτιολόγητη–Λόγος ακύρωσης 4
Ο Αιτητής παραπονείται ότι από το σχετικό έγγραφο του Τελωνείου δεν προκύπτει γιατί έπρεπε να επιβληθεί το ποσό των €10.555 ως φόρος κατανάλωσης.
Ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.
Τα στοιχεία που έδωσε ο Αιτητής έτυχαν αυτόματης επεξεργασίας από το ηλεκτρονικό σύστημα. Έτυχε απαλλαγής δασμών και ΦΠΑ, εφόσον είχε ήδη δασμολογηθεί σε χώρα-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Υπολογίστηκαν οι φόροι κατανάλωσης δυνάμει του Νόμου. Στη συνέχεια, η ηλεκτρονική διασάφηση εισαγωγής ελέγχθηκε από αρμόδιο τελωνειακό λειτουργό, ο οποίος επιβεβαίωσε τους καταβλητέους φόρους κατανάλωσης. Από τα στοιχεία που δίδονται από το ηλεκτρονικό σύστημα διασάφησης και εκτυπώνονται σε έντυπα Διασάφησης, φαίνεται με επάρκεια τι ακριβώς λήφθηκε υπόψη, καθώς επίσης και ο τρόπος που υπολογίστηκε ο φόρος κατανάλωσης και οι σχετικές εκπτώσεις. Όμως, το πιο σημαντικό είναι ότι ο Αιτητής μετά την ένσταση που υπέβαλε, του δόθηκε γραπτή απάντηση στην οποία δίδεται επαρκής αιτιολογία για τον τρόπο που υπολογίστηκε ο φόρος κατανάλωσης.
Κατά την άποψή μου, η αιτιολογία που δόθηκε είναι τόσο σαφής, ώστε ο Αιτητής δεν έπρεπε να είχε οποιαδήποτε αμφιβολία, για τους λόγους που οδήγησαν τους Καθ’ων η αίτηση να επιβάλουν το συγκεκριμένο ποσό για φόρο κατανάλωσης. Για τον ίδιο λόγο, ο δικαστικός έλεγχος καθίσταται απόλυτα εφικτός, χωρίς καμία δυσχέρεια.
Ούτε το επιχείρημα ότι η Διευθύντρια Τελωνείου απλώς ενέκρινε το Σημείωμα του Λειτουργού Δ. Χαραλαμπίδη, καθιστά την αιτιολογία τρωτή. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δεν υπάρχει οποιοδήποτε κώλυμα για την αρμόδια αρχή να υιοθετήσει την έκθεση λειτουργού της, αν μετά από δική της έρευνα κρίνει ότι συμφωνεί με αυτή, χωρίς να θέλει να προσθέσει οποιοδήποτε άλλο στοιχείο.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με €1300 έξοδα υπέρ των Καθ’ων η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠσ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο