ΜΙΧΑΛΗΣ ΧΑΛΙΟΥ ν. ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ, Υπόθεση Αρ. 435/2008, 5 Μαρτίου 2010

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 435/2008)

 

5 Μαρτίου 2010

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΜΙΧΑΛΗΣ ΧΑΛΙΟΥ,

Αιτητής,

-         ΚΑΙ  -

 

ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ

ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ,

Καθ΄ου η αίτηση.

-----------------------------

Κ. Κακουλλή (κα), για τον Αιτητή.

Γ. Χατζηχάννα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,

για τον Καθ΄ ου η αίτηση.

Α. Ευσταθίου (κα), για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

--------------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

        ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:  Αριθμός διοικητικών πράξεων, 15 τον αριθμό, που αφορούν την έκδοση αντίστοιχων πολεοδομικών αδειών προς την εταιρεία Marinakis Developments Ltd για την ανέγερση κατοικιών σε τεμάχιο στην Ορόκλινη, συνιδιοκτησίας της εταιρείας και του αιτητή, προσβάλλονται ως άκυρες και εστερημένες εννόμου αποτελέσματος, λόγω του ότι οι  αιτήσεις για τις πολεοδομικές αυτές άδειες είχαν υποβληθεί χωρίς την εξουσιοδότηση και προσυπογραφή του αιτητή.

 

        Τα ουσιώδη γεγονότα αποκαλύπτουν ότι ο αιτητής και η προαναφερόμενη εταιρεία, ενδιαφερόμενο μέρος, είχαν συνάψει συμφωνία διαχωρισμού του συνιδιόκτητου κατά 1/6 και 5/6 μερίδια αντιστοίχως τεμαχίου γης στις 6.8.04, σύμφωνα με την οποία ο αιτητής θα λάμβανε τα οικόπεδα υπ΄ αρ. 3 και 4 εκ των 12 που θα δημιουργούντο συμφώνως των επισυνημμένων στη συμφωνία σχεδίων.  Ως εκ της συμφωνίας, υπεγράφη από τον αιτητή πληρεξούσιο έγγραφο αρχικά προς το Γιώργο Μαρίνο που αντικαταστάθηκε αργότερα προς το Θεόδωρο Μαρίνο, αμφοτέρων διευθυντών του ενδιαφερομένου μέρους, με το οποίο εξουσιοδοτούνταν να υπογράφουν κάθε αναγκαίο έγγραφο με σκοπό το διαχωρισμό του τεμαχίου σε οικόπεδα και την έκδοση χωριστών τίτλων.

 

 Δύο χρόνια αργότερα, το Σεπτέμβριο του 2006, ο αιτητής αντιλήφθηκε ότι τα υποβληθέντα σχέδια διαχωρισμού τα οποία οδήγησαν στην έκδοση δύο πολεοδομικών αδειών τις Λ.Α.Ρ/0747/2004 και Λ.Α.Ρ./0747/2004Β, αφορούσαν οκτώ αντί δώδεκα οικόπεδα, τα δε προοριζόμενα για τον αιτητή ήσαν λιγότερου εμβαδού αντί των αρχικών οικοπέδων.  Στις 6.12.06, ο αιτητής τερμάτισε τη συμφωνία, ανακάλεσε το πληρεξούσιο και την επομένη, 7.12.06, ενημέρωσε το Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Λάρνακας το οποίο και απάντησε αναγνωρίζοντας  την ανάκληση του πληρεξουσίου, στις 22.12.06.  Την ίδια ημερομηνία δηλαδή στις 7.12.06, ο αιτητής ενημέρωσε για τα πιο πάνω και τον καθ΄ ου η αίτηση, δηλαδή, τον Επαρχιακό Λειτουργό Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως στη Λάρνακα, καλώντας τον να μην αποδεχθεί διαβήματα από το ενδιαφερόμενο μέρος σχετικά για τα ακίνητα για τα οποία ήταν αναγκαία η δική του εξουσιοδότηση.  Παρά τα πιο πάνω διαβήματα, το ενδιαφερόμενο μέρος εξασφάλισε στις 14.5.07 την πολεοδομική άδεια Λ.Α.Ρ./1543/06 μετά από αίτηση που υπέβαλε το ίδιο στις 21.12.06 προς ανέγερση δύο κατοικιών.  Τόσο αυτή η πολεοδομική άδεια, όσο και η Λ.Α.Ρ./361/07 προσβλήθηκαν από τον αιτητή με τις προσφυγές υπ΄ αρ. 1137/07 και 1647/07.  Μετά από συνεχόμενες επιστολές των δικηγόρων του αιτητή προς το Επαρχιακό Τμήμα Πολεοδομίας, το τελευταίο απάντησε στις 9.1.08, παραθέτοντας λεπτομέρειες των αδειών που εκδόθηκαν προς το ενδιαφερόμενο μέρος και οι οποίες προσβάλλονται με την παρούσα προσφυγή. 

 

        Τρεις προδικαστικές ενστάσεις εγείρονται από τον καθ΄ ου αναφορικά με το έννομο συμφέρον του αιτητή, το εκπρόθεσμο της προσφυγής και την απαράδεκτη συμπροσβολή ξεχωριστών διοικητικών πράξεων με την ίδια αίτηση ακύρωσης.  Κατά τα λοιπά, ο καθ΄ ου θεωρεί την έκδοση των προσβαλλομένων πράξεων ως απόλυτα ορθή, εφόσον οι μεταξύ του αιτητή και του ενδιαφερομένου μέρους διαφορές αφορούν το ιδιωτικό δίκαιο και όχι τον καθ΄ ου ως διοικητική αρχή, η οποία και εξέδωσε τις προσβαλλόμενες πράξεις στη βάση του ισχύοντος Τοπικού Σχεδίου Λάρνακας και με βάση το ευρύτερο ισχύον νομικό καθεστώς.  Στο ίδιο μήκος κύματος είναι και η σχετική θέση του ενδιαφερομένου μέρους.

 

        Προέχει η εξέταση της ένστασης περί του εκπρόθεσμου της προσφυγής.  Αν η προσφυγή όντως κριθεί εκπρόθεσμη, τότε οι άλλες δύο προδικαστικές ενστάσεις παύουν να έχουν οποιαδήποτε σημασία, ως λογικά ακολουθούσες το εμπρόθεσμο της προσφυγής.  Διαχρονική νομολογία επιβεβαιώνει το ανατρεπτικό της προθεσμίας των 75 ημερών που καθορίζει το Άρθρο 146.3 του Συντάγματος.  Η προθεσμία πρέπει να τηρείται αυστηρά, αποτελούσα ζήτημα δημοσίας τάξεως.  (δέστε Potamitis v. Water Board of Limassol (1985) 3 C.L.R. 260, Τάκη ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 4 και Γανωματής ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 133).

 

        Αναμφίβολα, με δεδομένο ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις χρονολογούνται από το 2005 και 2006 και συγκεκριμένα από 30.6.05 μέχρι 31.5.06 (σχετικός πίνακας έχει ενσωματωθεί στη σελ. 16 της αγόρευσης του καθ΄ ου), η δε προσφυγή έχει καταχωρηθεί στις 18.3.08, η προσφυγή παρουσιάζεται εκπρόθεσμη, με γνώμονα και αφετηρία όμως τα χρονικά ορόσημα της έκδοσης κάθε μιας από τις πολεοδομικές άδειες.  Ο αιτητής, όμως, διατείνεται ότι έλαβε γνώση για πρώτη φορά της ύπαρξης των πολεοδομικών αυτών αδειών με την επιστολή των καθ΄ ων ημερ. 9.1.08 (Παράρτημα 1Δ στην προσφυγή), όπου στην παρ. 5 επισυνάφθηκε σχετικός κατάλογος των χορηγηθεισών πολεοδομικών αδειών, ως Παράρτημα 6, που επισυνάφθηκε με τη σειρά του ως Παράρτημα Χ3 στη γραπτή αγόρευση του αιτητή.  Η κα Κακουλλή εισηγείται ότι εφόσον οι πολοεοδομικές άδειες δεν δημοσιεύονται, ο αιτητής απέκτησε γνώση περί των προσβαλλομένων πράξεων μόνο με την πιο πάνω επιστολή του καθ΄ ου και μάλιστα ως απάτνηση στις επιστολές των δικηγόρων του ημερ. 20.7.07, 9.11.07 και 18.12.07.  Η κα Χατζηχάννα, απαντά, αναμειγνύοντας και θέματα εννόμου συμφέροντος, ότι η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη με βάση τις προαναφερθείσες ημερομηνίες, ότι ήδη έχουν δημιουργηθεί δικαιώματα και υποχρεώσεις με την ανέγερση κατοικιών που έχουν πωληθεί σε τρίτους και ότι με εύλογη επιμέλεια ο αιτητής θα διαπίστωνε ότι είχαν δοθεί οι πολεοδομικές άδειες στη βάση των οποίων οι οικοδομές έχουν ανεγερθεί.

 

        Το θέμα χρήζει περαιτέρω ανάλυσης ως εξής:  Ο αιτητής προσβάλλει τις 15 αυτές πολεοδομικές άδεις με το σκεπτικό ότι οι αιτήσεις για έκδοση τους δεν συνυπογράφησαν και από αυτόν ή ότι λανθασμένα χρησιμοποιήθηκε το πληρεξούσιο έγγραφο που είχε δώσει αρχικά προς τον Γιώργο Μαρίνο και μετέπειτα προς τον Θεόδωρο Μαρίνο, εφόσον το πληρεξούσιο αυτό αφορούσε μόνο την προώθηση του διαχωρισμού του τεμαχίου σε οικόπεδα και  όχι για κατοικές που θα κτίζονταν σ΄ αυτά.  Είναι σαφές ότι οι 15 αυτές διοικητικές πράξεις είναι ανεξάρτητες και αυτόνομες από την πολεοδομική άδεια ΛΑΡ/0747/2004, ημερ. 30.4.04, που ήταν η βασική άδεια για διαχωρισμό του τεμαχίου, η οποία και δεν αμφισβητήθηκε βεβαίως, εφόσον είχε εκδοθεί νόμιμα και με την ορθή διαδικασία.  Αυτός ο γενόμενος διαχωρισμός σε 8, τελικώς, αντί 12 οικόπεδα, όντως αποτέλεσε το έναυσμα διαφοράς μεταξύ του αιτητή και του ενδιαφερομένου μέρους, η οποία  βεβαίως είναι από τη φύση της καθαρά ιδιωτικού δικαίου, εφόσον ο μεν αιτητής διατείνεται ότι λανθασμένα και κατά παράβαση της συμφωνίας τα οικόπεδα που θα προέκυπταν ήταν τελικώς λιγότερα από αυτά που είχαν συμφωνηθεί, το δε ενδιαφερόμενο μέρος εισηγείται ότι ενημέρωναν τον αιτητή για όλα τα διαβήματα τους.  Η διαφορά αυτή οδήγησε και στην έγερση της αγωγής υπ΄ αρ. 3355/06 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, όπου και εκδόθηκε στις 20.12.06 απορριπτική απόφαση σε αίτημα του αιτητή για την έκδοση απαγορευτικών διαταγμάτων, (Παράρτημα 8 στην ένσταση).

 

        Παρά τα πιο πάνω διαβήματα και ιστορικό της δημιουργηθείσας διαφοράς παρατηρείται ότι από τους διοικητικούς φακέλους που κατατέθηκαν κατά τις διευκρινίσεις, αλλά και από την ολότητα των εγγράφων  που έχουν καταχωρηθεί στην προσφυγή, δεν διαπιστώνεται οτιδήποτε άμεσα ενδεικτικό απόκτησης προηγούμενης από τις 9.1.08 γνώσης για τις επίδικες προσβαλλόμενες πράξεις.  Υπάρχουν ενδείξεις και μόνο ότι ο αιτητής παρακολουθούσε την κατάσταση όπως διαμορφωνόταν στο διαχωρισθέν τεμάχιο και είχε εντοπίσει την ανέγερση κατοικιών, όπως φαίνεται από τις ενέργειες περιλαμβανομένης και επιτόπιας επίσκεψης στο χώρο, όπου διαπίστωσε την ύπαρξη δύο πινακίδων κάποιου εργολάβου και την ανέγερση κατοικιών.  Σχετικές είναι οι αναφορές του αιτητή στην επιστολή του ημερ. 20.4.07 και το τηλεομοιότυπο  ημερ. 27.7.07 (Παράρτημα Θ και Ι στην αίτηση).  Αυτά δείχνουν ότι ο αιτητής, είχε ασκήσει εύλογη επιμέλεια, και είχε αντιληφθεί ότι η εκμετάλλευση του τεμαχίου με την ανέγερση κατοικιών προχωρούσε.  Η αντίληψη αυτή δεν ισοδυναμούσε όμως με επακριβή γνώση ότι είχαν εκδοθεί συγκεκριμένες πολεοδομικές άδειας από τη διοίκηση, εξ ου και διερωτάται στις πιο πάνω επιστολές και σε άλλες, για τη νομιμότητα των ενεργειών του ενδιαφερομένου μέρους, ζητώντας από τον καθ΄ ου να ερευνήσει σχετικά και να τον ενημερώσει περί της τυχόν έκδοσης αδειών.  Σχετικές είναι και οι επιστολές των δικηγόρων του ημερ. 20.7.07, 9.11.07 και 18.12.07 (Παραρτήματα 1Α, 1Β και 1Γ στην προσφυγή).  Ιδιαίτερα διαφωτιστική είναι η επιστολή ημερ. 9.11.07, όπου τίθεται επιτακτικά το ζήτημα της άμεσης ενημέρωσης του αιτητή κατά πόσο είχαν ή όχι εκδοθεί άδειες οικοδομής για τις κατοικίες που ανεγείρονταν στο τεμάχιο.

 

        Λεπτομερής ενημέρωση έγινε με την επιστολή του καθ΄ ου ημερ. 9.1.08, όπου στη σελ. 4 παρ. 5, γίνεται για πρώτη φορά λόγος για συγκεκριμένες εκδοθείσες πολεοδομικές άδειες για την ανέγερση κατοικιών, ως ο κατάλογος που επισυνάπτεται ως Παράρτημα 6, και ο οποίος αφορά τις 15 προσβαλλόμενες πράξεις με τον αριθμό αίτησης έκαστης, τον αριθμό της συνακόλουθης άδειας για κάθε μια και την ημερομηνία έκδοσης τους.  Στην δε παρ. 6 της ίδιας επιστολής, ο καθ΄ ου απολογείται για την καθυστέρηση στην απάντηση, εκθέτοντας τη σχετική προς τούτο αιτιολογία.

 

        Επομένως, δεν μπορεί να τίθεται θέμα, υπό αυτά τα δεδομένα, εκπρόθεσμης προσφυγής.  Και δεν έχει τεθεί τίποτε το συγκεκριμένο από την αντίθετη πλευρά που να δικαιολογεί τέτοια κρίση.  Η ημερομηνία έκδοσης των προσβαλλόμενων πράξεων δεν είναι από μόνη της, άνευ ετέρου, καταλυτική, ούτε η άσκηση λογικής επιμέλειας ήταν αρκετή, όπως αντίθετα εισηγήθηκε η κα Χατζηχάννα, από μόνη της να οδηγήσει πέραν του εντοπισμού της καθαυτής ανέγερσης κατοικιών, κατά πόσο αυτές οικοδομούνταν στη βάση συγκεκριμένων αδειών.  Έπρεπε να απευθυνθεί προς τούτο στην αρμόδια αρχή, όπως και έπραξε.

 

        Όσον αφορά το έννομο συμφέρον του αιτητή λανθασμένα, κατά την άποψη του Δικαστηρίου, γίνεται εισήγηση από τον καθ΄ ου και το ενδιαφερόμενο μέρος περί λαϊκής αγωγής («actio popularis»), με αναφορά στο χρόνο έγερσης της προσφυγής με σύμμειξη  και της εισήγησης περί του εκπροθέσμου της.  Όπως κατέστη σαφές και κατά τις διευκρινίσεις, ο αιτητής παρέμεινε συνιδιοκτήτης, παρά τη συμφωνία διαχωρισμού την οποία και τερμάτισε εκ των υστέρων, με δεδομένο μάλιστα ότι δεν είχε εκδοθεί τελικό πιστοποιητικό διαχωρισμού του τεμαχίου, ούτε εκδόθηκαν χωριστοί τίτλοι για κάθε ένα από τα οικόπεδα.  Ο αιτητής ως συνιδιοκτήτης κατά το 1/6 μερίδιο σαφώς και έχει έννομο συμφέρον να προσβάλει οποιαδήποτε διοικητική πράξη αφορά το τεμάχιο και η οποία βέβαια τον επηρεάζει.  Το συμφέρον του παραμένει «ίδιον, άμεσο και προσωπικό», κατά το Άρθρο 146 του Συντάγματος.

 

        Το θέμα πραγματεύεται το σύγγραμμα του Ε.Π. Σπηλιωτόπουλου: «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Τόμος ΙΙ, 12η έκδ. σελ. 87-88, παρ. 460, όπου σε σχέση με το χαρακτηριστικό του εννόμου συμφέροντος ότι αυτό πρέπει να είναι προσωπικό, αναγράφεται ότι αυτό παραπέμπει σ΄ εκείνο τον ειδικό δεσμό που υπάρχει μεταξύ του αιτούντος και της προσβαλλόμενης πράξης, «….. λόγω της σχέσης του αιτούντος προς τη νομική ή και πραγματική κατάσταση, την οποία θίγει κατά τρόπο βλαπτικό η πράξη ή η παράλειψη …..».  Στην υποσημείωση 24, αναφέρεται συγκεκριμένα ότι για την προσβολή πράξης απαλλοτρίωσης «….. προσωπικό έννομο συμφέρον έχουν όλοι εκείνοι που φέρονται ως ιδιοκτήτες της απαλλοτριούμενης έκτασης (Σ.Ε. 2097/1978, 3702/1982) και όχι εκείνοι  που δεν αναφέρονται στον κτηματολογικό πίνακα ως ιδιοκτήτες ……».  (δέστε και την απόφαση στην Όλγα Ελευθέριου Κορακίδου ν. Δημοτικού Συμβουλίου Δήμου Πάφου, υπόθ. αρ. 2438/2006, ημερ. 27.1.2010).

 

        Απασχόλησε το Δικαστήριο κατά πόσο η ύπαρξη των πληρεξουσίων εγγράφων προς το ενδιαφερόμενο μέρος θα του αποστερούσε το έννομο συμφέρον εφόσον εκ μέρους του και με τη συγκατάθεση του αιτητή, ενεργούσε το ενδιαφερόμενο μέρος, αλλά αυτό θα ίσχυε μόνο σε ό,τι αφορά την έκδοση της πολεοδομικής άδειας διαχωρισμού και όχι τις προσβαλλόμενες πράξεις που αφορούν πολεοδομική άδεια για έγερση κατοικιών στο επίμαχο τεμάχιο, εφόσον ο αιτητής ισχυρίζεται ότι έγινε λανθασμένη χρήση του πληρεξουσίου.  Ούτε και είναι ορθή η θέση του καθ΄ ου ότι επειδή οι κατοικίες παρουσιάζονται να έχουν ανεγερθεί στα οικόπεδα που αναλογούν στο ενδιαφερόμενο μέρος, ο αιτητής δεν διατηρεί έννομο συμφέρον να προσβάλει τις πράξεις.  Παρόμοιο επιχείρημα απορρίφθηκε στην υπόθεση που αφορά τον ίδιο αιτητή και τα ίδια περιστατικά, αλλά άλλη διοικητική πράξη, στη Μιχάλης Χάλιος ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1649/07, ημερ. 14.7.09, (απόφαση Ηλιάδη, Δ.).  Όπως αναφέρθηκε εκεί το αντικείμενο της προσφυγής δεν ήταν η άδεια διαχωρισμού, αλλά η γνωστοποίηση χορήγησης πολεοδομικής άδειας για ανέγερση κατοικίας, αυτό δε αποτέλεσε και το αντικείμενο του αναθεωρητικού ελέγχου, με τον αιτητή να διατηρεί έννομο συμφέρον στην εξέταση της νομιμότητας των διοικητικών αποφάσεων που αφορούν το συνιδιόκτητο τεμάχιο του. 

 

        Όντως η παρούσα προσφυγή περιέχει τόσο θέματα ιδιωτικού δικαίου όσο και δημοσίου.  Ο διαχωρισμός των δύο όμως δεν είναι δύσκολος και δεν πρέπει τα όσα αφορούν την καθαυτή ιδιωτικού δικαίου διαφορά, να σκιάζουν τα αμιγώς δημοσίου δικαίου θέματα.

 

        Η απόφαση της Ολομέλειας στην Ιουλία Μαγγλή Χαλλάη ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 157/06, ημερ. 24.7.2009, στην οποία παρέπεμψε η κα Ευσταθίου ως βοηθητική για την πρόταση της ότι η διαφορά εδώ απορρέει από καθαρά συμβατική σχέση και συνακόλουθα εμπίπτει στο ιδιωτικό δίκαιο, δεν είναι βοηθητική, εφόσον εντελώς διαφορετικά ήταν τα εκεί δεδομένα με αναφορά σε άρνηση ανανέωσης μίσθωσης δασικής γης.

 

        Αναφορικά με την τρίτη προδικαστική ένσταση που σχετίζεται με τη συνάφεια των 15 διοικητικών πράξεων που συμπροσβάλλονται με την προσφυγή, κρίνεται ορθή η θέση της   κας Κακουλλή ότι αυτή ήταν κατάλληλη περίπτωση για την εξ αρχής συνένωση των διοικητικών πράξεων στο ίδιο δικόγραφο.  Σύμφωνα με τα λαμβανόμενα από τη σχετική νομολογία, υπάρχουν δύο κατηγορίες πράξεων που μπορούν να ταξινομηθούν ως συναφείς.  Όπως αναφέρεται στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959        σελ. 274:

 

       «Συγχωρείται η διά του αυτού δικογράφου προσβολή επί ακυρώσει πλειόνων της μιας πράξεων, οσάκις άπασαι αι προσβαλλόμεναι πράξεις είναι συναφείς διότι λ.χ. η μία πράξις αποτελεί προϋπόθεσιν της άλλης: 1821 (53), ή οσάκις διά του αυτού δικογράφου προσβάλλονται πλείονες πράξεις αίτινες αφορώσιν άπασαι τον αιτούντα, ερείδονται εις τας αυτάς διατάξεις του νόμου, φέρουσι ταυτόσημον αιτιολογίαν και εξεδόθησαν παρά του αυτού οργάνου και κατά την ιδίαν διοικητικήν διαδικασίαν:»

        Αυτό αναφέρεται και στο σύγγραμμα του Ε.Π. Σπηλιωτόπουλου «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου»  –  πιο πάνω – σελ. 173, παρ. 546, σημείωση 7, όπου συναφείς κρίνονται οι αποφάσεις που αφορούν το ίδιο αντικείμενο και ταυτίζονται κατά το αιτιολογικό και το διατακτικό τους μέρος.  Στις αποφάσεις της Πλήρους Ολομέλειας Batim Bokov v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 614 και Χαράλαμπος Κιτής κ.α. ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 734, αναλύεται η θεωρία της συνάφειας με αναφορά και στην απόφαση Συμεωνίδου ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 258, αναφέρεται δε ότι σε περίπτωση λανθασμένης συμπροσβολής ξεχωριστών και μη συναφών κατά τα άλλα διοικητικών πράξεων, το ορθό διαδικαστικό μέτρο είναι η έκδοση διαταγής για διαχωρισμό του δικογράφου, ώστε οι προσφυγές που θα προκύψουν ως εκ του διαχωρισμού να μην θεωρούνται εκπρόθεσμες. 

 

        Στην παρούσα περίπτωση, οι 15 διοικητικές πράξεις εκδόθηκαν κατόπιν παρομοίων αιτημάτων από το ενδιαφερομένο μέρος προς το ίδιο διοικητικό όργανο, αφορούσαν τη χορήγηση πολεοδομικών αδειών σε οικόπεδα τα οποία προέκυψαν από την αρχική πολεοδομική άδεια διαχωρισμού στο ίδιο τεμάχιο και όπως θα διαφανεί και στη συνέχεια επί της ουσίας, εκδόθηκαν στη βάση των ίδιων πραγματικών και νομικών δεδομένων.  Θα ήταν βέβαια δυνατή η έγερση 15 χωριστών προσφυγών, εφόσον η κάθε μια από τις εκδοθείσες πολεοδομικές άδειας αποτελεί, χωρίς άλλο, αυτοτελή διοικητική πράξη, αλλά το μόνο που θα επιτυγχανόταν θα ήταν η αναγκαιότητα της εκ των υστέρων συνένωσης τους και η αχρείαστα επιμήκυνση της όλης διαφοράς με τη δημιουργία πρόσθετων εξόδων, άνευ ιδιαίτερου λόγου. 

 

        Η απόφαση  στην οποία αναφέρθηκε η κα Ευσταθίου στην Petrolina (Holdings) Public Ltd ν. Υπουργού Οικονομικών, υπόθ. αρ. 441/08, ημερ. 24.11.09, (απόφαση Κληρίδη, Δ.), η οποία υιοθέτησε στο ζήτημα και την παρόμοια υπόθεση Petrolina (Holdings) Public Ltd v. Υπουργού Οικονομικών, υπόθ. αρ. 634/08, ημερ. 7.10.09, (απόφαση Φωτίου, Δ.), ως προς τη συνάφεια των διοικητικών πράξεων, δεν είναι σχετική με τα γεγονότα της παρούσας.  Εκεί επρόκειτο για φορολογίες επί εισαχθέντων καυσίμων που βασίζονταν σε διαφορετικά πραγματικά περιστατικά, με φορτία διαφορετικά τα οποία είχαν εισαχθεί με διαφορετικά πλοία και ήταν το κάθε ένα αντικείμενο ξεχωριστής διαδικασίας διερεύνησης και λήψης απόφασης. 

 

        Επί της ουσίας, η υπόθεση δεν παρουσιάζει ιδιαίτερη δυσκολία ως προς το ακυρώσιμο των προσβαλλόμενων πράξεων.  Και αυτό, διότι ο ίδιος ο καθ΄ ου αναγνωρίζει μέσα από την εξέταση των δεδομένων που είχε ενώπιον του, ότι  οι αιτήσεις για την έκδοση των προσβαλλομένων διοικητικών πολεοδομικών αδειών δεν είχαν υπογραφεί και από τον αιτητή ως συνιδιοκτήτη, ως έπρεπε.  Αυτό, στη βάση του γεγονότος ότι οι αιτήσεις που είχαν γίνει συνοδεύονταν από τα ειδικά πληρεξούσια έγγραφα αρχικά προς τον Γιώργο Μαρίνο και μετέπειτα προς τον Θεόδωρο Μαρίνο, τα οποία όμως πληρεξούσια έγγραφα αφορούσαν την προώθηση από τον αντιπρόσωπο του αιτητή, δηλαδή το ενδιαφερόμενο μέρος, της αιτήσεως διαχωρισμού και μόνο της υπό ανάπτυξη ιδιοκτησίας μέχρι και την έκδοση των σχετικών τίτλων ιδιοκτησίας. 

 

        Η θέση της κας Χατζηχάννα κατά τις διευκρινίσεις περί του τελεσίδικου των 15 αυτών πολεοδομικών αδειών επειδή είχαν όλες εκδοθεί πριν από την ημερομηνία απόσυρσης και ακύρωσης του πληρεξουσίου από τον αιτητή στις 6.12.06, παραγνωρίζει αυτή τη διάσταση που ο ίδιος ο καθ΄ ου αναφέρει και παραδέχεται, ότι δηλαδή το πληρεξούσιο που είχε δοθεί δεν εξουσιοδοτούσε το ενδιαφερόμενο μέρος να υποβάλει πολεοδομικές αιτήσεις για οικοδόμηση κατοικιών εντός του  τεμαχίου.   Οι διαφορές που προέκυψαν μεταξύ του αιτητή και του ενδιαφερομένου μέρους αναφορικά με την επακριβή εμβέλεια της μεταξύ τους συμφωνίας, την ορθότητα ή το λανθασμένο του τερματισμού της συμφωνίας αυτής και την ακύρωση του πληρεξουσίου εγγράφου, σαφώς αποτελούν θέματα ιδιωτικού δικαίου, όπως απορρέει και από την ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας οδηγηθείσα διαφορά με την εκεί εγερθείσα αγωγή.  Σε καμιά περίπτωση όμως δεν επηρεάζουν το αυτοτελές της έκδοσης των πολεοδομικών αδειών ως θέματα κατ΄ εξοχήν δημοσίου δικαίου, όπως ακριβώς το εντόπισε και ο Ηλιάδης, Δ., στην προαναφερθείσα προσφυγή αρ. 1649/07, ημερ. 14.7.09.  Γνώμονας της ορθής και νομότυπης άσκησης των εξουσιών του καθ΄ ου, είναι μόνο ο νόμος και οι σχετικοί κανονισμοί, οι οποίοι με τον Καν. 2(1) των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Αιτήσεις και Ιεραρχικές Προσφυγές) Κανονισμών του 1990, Κ.Δ.Π. 55/90, επέβαλλαν την υπογραφή πολεοδομικής αίτησης από τον ιδιοκτήτη της ακίνητης ιδιοκτησίας ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο του και άρα έπρεπε να υπάρχει νομότυπη συνυπογραφή και του αιτητή.

 

        Στην επιστολή του καθ΄ ου ημερ. 9.1.08, με την οποία για πρώτη φορά ο αιτητής έλαβε επακριβή γνώση των προσβαλλομένων διοικητικών πράξεων, αναγνωρίζεται στην      παρ. 5 ότι στις αιτήσεις περιλαμβάνετο, χωρίς την υπογραφή του αιτητή, απλώς το ειδικό πληρεξούσιο, η  απουσία δε της υπογραφής και η εμβέλεια του πληρεξουσίου, αποτελούσαν θέματα που δεν εντοπίστηκαν από τον καθ΄ ου.  Επίσης παρερμηνεύθηκε, καλή τη πίστει, ως αναφέρεται, από τους υπεύθυνους του Επαρχιακού Γραφείου του καθ΄ ου, η ενδιάμεση απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας ώστε να θεωρηθεί ότι δεν υπήρχε στην ουσία νομικό κώλυμα για το ενδιαφερόμενο μέρος να αναπτύξει τα δικά του υπό δημιουργία οικόπεδα.  Καταλήγει δε η παράγραφος αυτή, ότι ενόψει της προσφυγής του αιτητή υπ΄ αρ. 1137/07, που προέκυψε ως αποτέλεσμα της έκδοσης άλλης πολεοδομικής άδειας στις 14.5.07, για ανέγερση δύο κατοικιών, ο καθ΄ ου θα επανεξέταζε τις πολεοδομικές άδειες που χορηγήθηκαν. 

 

        Ιδιαίτερα σαφής είναι και η έκθεση της Επαρχιακού Λειτουργού Μιρέττας Ιωαννίδου, ημερ. 5.11.08, προς το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας σε σχέση με τα γεγονότα που όφειλε να εκθέσει στη Νομική Υπηρεσία σε σχέση με την παρούσα προσφυγή.  Η έκθεση αυτή είναι κατατεθειμένη στους διοικητικούς φακέλους που παρουσιάστηκαν κατά τις διευκρινίσεις.  Στη σελ. 5 της εν λόγω έκθεσης, παρ. 5(ε), αναγνωρίζεται ότι οι 15 πολεοδομικές αιτήσεις που οδήγησαν στην έκδοση των αντίστοιχων προσβαλλομένων πράξεων παραλήφθηκαν μετά από λάθος της πολεοδομικής αρχής να εντοπίσει την απουσία της προσυπογραφής της ανάπτυξης και από τον αιτητή.  Μάλιστα αναφέρεται ότι το ενδιαφερόμενο μέρος, ενώ «….. γνώριζε ότι, είχε στη διάθεση της Ειδικό Πληρεξούσιο Έγγραφο για προώθηση του διαχωρισμού του τεμαχίου μόνο, στη χρονική περίοδο μεταξύ 8/4/2005 και 18/1/2006 προχώρησε στη χρησιμοποίηση του για την υποβολή των 15 προσβαλλόμενων με την παρούσα προσφυγή πολεοδομικών αιτήσεων ….. χωρίς οι σχετικές αιτήσεις να συνυπογράφονται από το συνιδιοκτήτη του τεμαχίου.».    Στη δε σελ. 8 παρ. 10, η Επαρχιακή Λειτουργός αναφέρει τα εξής:

«10.    Παρά το γεγονός ότι, η Πολεοδομική Αρχή, αναγνωρίζει το λάθος της στη χορήγηση των 15 Πολεοδομικών Αδειών, η οποία είναι το αποτέλεσμα απατηλής ενέργειας εκ μέρους της συνιδιοκτήτριας κατά 5/6 μερίδια του τεμαχίου εταιρείας, Marinakis Developers Ltd, (Ενδιαφερόμενο Μέρος), την οποία παρέλειψε να εντοπίσει, και συνεπώς πλάνης ως προς τα πράγματα, που τις καθιστούν όχι σύμφωνες με τον Νόμο και τους Κανονισμούς, με την παράληψη αυτή δεν έχει αποδειχθεί ότι επήλθε οποιαδήπτοε ζημιά στον αιτητή.»

 

        Σχετική προς τούτο που αποδεικνύει και την εμπλοκή κατά λανθασμένο τρόπο του ιδίου του ενδιαφερόμενου μέρους, είναι και η επιστολή της Επαρχιακού Λειτουργού ημερ. 17.1.08, προς το ενδιαφερόμενο μέρος (Παράρτημα Χ1 στη γραπτή αγόρευση του αιτητή).

 

        Η θέση της Επαρχιακού Λειτουργού που προώθησε στην ουσία και η συνήγορος του καθ΄ ου, καθώς και η κα Ευσταθίου για το ενδιαφερόμενο μέρος, περί μη επέλευσης ζημίας στον αιτητή, παραγνωρίζει το δικαίωμα του αιτητή να ελέγξει το σύννομο των διοικητικών ενεργειών αφενός και, βεβαίως, αφετέρου, στο επίπεδο που η διαφορά αφορά το ιδιωτικό δίκαιο, τα τυχόν δικαιώματα του για αποζημιώσεις ή άλλες θεραπείες.  Δεν είναι δυνατόν εκ προοιμίου να θεωρείται ότι δεν έχει ζημιωθεί ο αιτητής.  Και από τη στιγμή που ο ίδιος ο καθ΄ ου αναγνωρίζει ότι υπήρξε πλάνη προς τα πράγματα και ότι λανθασμένα χορήγησε τις 15 πολεοδομικές άδειες, θα αναμενόταν από αυτόν να μην υποστηρίξει την ορθότητα των προσβαλλομένων πράξεων, αλλά να προβεί άμεσα σε ανάκληση τους, κάτι το οποίο όμως δεν έγινε. 

 

        Ενόψει όλων των πιο πάνω,  η προσφυγή επιτυγχάνει και οι προσβαλλόμενες πράξεις ακυρώνονται με €1.500 έξοδα πλέον Φ.Π.Α. υπέρ του αιτητή και εναντίον του καθ΄ ου.  Καμία διαταγή εξόδων ως προς το ενδιαφερόμενο μέρος. 

 

 

 

 

 

 

 

                                        Στ. Ναθαναήλ,

                                                  Δ.

 

 

 

 

 

 

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο