ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
(Αίτηση Αρ. 6/2010 )
26 Απριλίου, 2010
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2002 (Ν. 165(Ι)/2002)
SALMAN HUSSAIN,
Αιτητής.
________________________
Ο Αιτητής εμφανίζεται προσωπικά.
Βούλα Καρλεττίδου (κα), εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ’ ων η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Ο αιτητής, ο οποίος είναι ενήλικας από το Πακιστάν, υπέβαλε, στις 2/4/2009, αίτηση για παραχώρηση σ’ αυτόν του καθεστώτος του πολιτικού πρόσφυγα. Η αίτησή του εξετάστηκε από την Υπηρεσία Ασύλου και απορρίφθηκε. Στις 22/6/2009, καταχώρισε εμπρόθεσμα διοικητική προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, (η «Αναθεωρητική Αρχή»). Συγκεκριμένα, στήριζε το αίτημά του στο γεγονός ότι στη χώρα του διώκεται από τους Ταλιμπάν, λόγω της συνεργασίας του με αμερικανική εταιρεία, η οποία εκτελούσε εργασίες στους δρόμους στο Αφγανιστάν. Η Αναθεωρητική Αρχή, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αιτητής, με τη διοικητική προσφυγή του, δεν υπέβαλε οποιαδήποτε νέα στοιχεία, δεν έκρινε σκόπιμη την κλήση του σε συνέντευξη ή ακροαματική διαδικασία, σύμφωνα με το ΄Αρθρο 28Ζ(6) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, (Ν. 6(Ι)/2000), όπως τροποποιήθηκε, (ο «περί Προσφύγων Νόμος»). Αφού εξέτασε τα ενώπιόν της τεθέντα και την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, απέρριψε τη διοικητική προσφυγή, και τον ειδοποίησε με επιστολή της στην αγγλική γλώσσα, επισυνάπτοντας την απόφασή της στην ελληνική γλώσσα.
Ο αιτητής, στις 30/3/2010, καταχώρισε, σύμφωνα με τον περί Νομικής Αρωγής Νόμο του 2002, (Ν. 165(Ι)/2002), (ο «Νόμος»), και τον περί Νομικής Αρωγής Διαδικαστικό Κανονισμό (Αρ. 1) του 2003[1], (όπως τροποποιήθηκε), αίτηση για παροχή δωρεάν νομικής αρωγής, με πρόθεση να ασκήσει προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, δυνάμει του ΄Αρθρου 146.2 του Συντάγματος, για ακύρωση της πιο πάνω απόφασης.
Επειδή στην αίτησή του ο αιτητής δεν πρόβαλε ο,τιδήποτε για το εσφαλμένο της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής, ζητήθηκε από αυτόν να αναφέρει όσα θεωρεί ότι πιθανολογούν την έκδοση θετικής απόφασης στα πλαίσια της διαδικασίας εκδίκασης της προσφυγής που προτίθεται να καταχωρίσει και τούτο, προς το σκοπό διαπίστωσης κατά πόσο πληρούται η προϋπόθεση για την παραχώρηση δωρεάν νομικής αρωγής σε αιτητή ασύλου.
Σε συντομία, τα όσα ο αιτητής πρόβαλε για σκοπούς πιθανολόγησης επιτυχίας της προτιθέμενης προσφυγής του έχουν ως εξής:-
(α) Παραβιάστηκε το δικαίωμά του να ακουστεί ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής και να εξηγήσει τους λόγους που δικαιολογούν το αίτημά του.
(β) Η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής, που του δόθηκε, είναι γραμμένη στην ελληνική γλώσσα, την οποία ο ίδιος δε γνωρίζει.
(γ) ΄Οσα έθεσε ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου και της Αναθεωρητικής Αρχής δεν εκτιμήθηκαν ορθά. Εάν εκτιμούνταν, το αίτημά του θα εγκρινόταν.
Το ΄Αρθρο 6Β(2) του Νόμου, το οποίο προβλέπει για την παραχώρηση δωρεάν νομικής αρωγής σε αιτητή ασύλου, για ό,τι εδώ ενδιαφέρει έχει ως εξής:-
«6Β.(2) Παρέχεται δωρεάν νομική αρωγή σε αιτητή ασύλου, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δυνάμει του ΄Αρθρου 146 του Συντάγματος -
(α) ............................................................................................................
(β) κατά δυσμενούς απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής επί διοικητικής προσφυγής την οποία ο αιτητής ασύλου άσκησε ενώπιόν της σύμφωνα με τους περί Προσφύγων Νόμους του 2000 μέχρι 2009 και η οποία διοικητική προσφυγή αφορούσε δυσμενή απόφαση την οποία ο Προϊστάμενος έλαβε δυνάμει του άρθρου 5, 11Β, 12Δ, 13, 16Α ή 16Β των εν λόγω Νόμων,
υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(αα) η δωρεάν νομική αρωγή αφορά μόνο την πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δυνάμει του ΄Αρθρου 146 του Συντάγματος και όχι την εκδίκαση έφεσης κατά της δικαστικής απόφασης η οποία εκδίδεται στα πλαίσια της εν λόγω πρωτοβάθμιας εκδίκασης, ούτε άλλο ένδικο μέσο· και
(ββ) είναι πιθανό να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση στα πλαίσια της εν λόγω πρωτοβάθμιας εκδίκασης της προσφυγής.»
΄Εχω εξετάσει όλα όσα ο αιτητής έχει προβάλει για σκοπούς πιθανολόγησης επιτυχίας της προσφυγής την οποία προτίθεται να καταχωρίσει. Δε διαπιστώνω να ικανοποιεί την πιθανότητα έκδοσης θετικής απόφασης σ’ αυτήν, εφόσον, εκ πρώτης όψεως και χωρίς να αποφαίνομαι οριστικά σ’ αυτό το στάδιο επί της ουσίας της, η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία κρίθηκε ορθή από την Αναθεωρητική Αρχή, φαίνεται να είναι τεκμηριωμένη. Οι αντιφάσεις στην εκδοχή του ως προς τους λόγους που αυτός εγκατέλειψε τη χώρα του και το φόβο του να επιστρέψει σ’ αυτήν, οι οποίες καταγράφονται με λεπτομέρεια στην εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού που είχε συνέντευξη μαζί του, εισήγηση η οποία έγινε δεκτή από την Υπηρεσία Ασύλου, φαίνεται να δικαιολογούν την κατάληξη της Αναθεωρητικής Αρχής περί του αιτιολογημένου της απόρριψης του αιτήματός του.
Το ΄Αρθρο 28Ζ του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο ρυθμίζει τις διαδικασίες ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής, ως και το ΄Αρθρο 28Θ του ιδίου Νόμου, το οποίο κατοχυρώνει τα δικαιώματα του αιτητή και του δικηγόρου του ή του νομικού συμβούλου του, εάν υπάρχει, ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής, έχουν, κατ’ επανάληψη, εξεταστεί από το Ανώτατο Δικαστήριο. Στη Singh v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 393, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατέληξε ότι δεν υπήρξε οποιαδήποτε παραβίαση των διατάξεων του ΄Αρθρου 28Ζ του περί Προσφύγων Νόμου εκ του γεγονότος ότι ο αιτητής δεν είχε κληθεί σε προσωπική συνέντευξη ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής. Η διατύπωση της σχετικής νομοθετικής ρύθμισης, αποφασίστηκε, δεν καθιστά απαραίτητη την άμεση συμμετοχή του αιτητή ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής, η οποία, στη βάση των δεδομένων κάθε υπόθεσης, έχει τη δυνατότητα είτε να καλεί τον αιτητή, είτε να μην τον καλεί. Την ευχέρεια αυτή την διατηρεί ακόμη και αν ο αιτητής υποβάλει νέα στοιχεία. Στην παρούσα περίπτωση, κρίθηκε, στη βάση του υλικού που υπήρχε, ότι δεν ήταν απαραίτητη η κλήση του αιτητή. Συνεπώς, τα περί παραβίασης του δικαιώματός του να ακουστεί δεν ευσταθούν.
Το παράπονό του σε σχέση με τη γλώσσα στην οποία έχει συνταχθεί η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής, επίσης, δεν ευσταθεί. Στη Singh v. Δημοκρατίας, (πιο πάνω), όπου εξετάστηκε τέτοιο ζήτημα, αναφέρθηκε ότι το ΄Αρθρο 28Θ(7) του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο καθορίζει γραπτό τύπο της απόφασης, επιβάλλει δέουσα αιτιολόγηση, αποστολή στον αιτητή της απόφασης και κοινοποίησή της στην Υπηρεσία Ασύλου και στο Διευθυντή, ανάλογα με την περίπτωση. Ο Νόμος δεν προσδιορίζει τη γλώσσα, στην οποία πρέπει να συντάσσεται η απόφαση. Περαιτέρω, η Ολομέλεια εξέτασε το ζήτημα και υπό το φως του ΄Αρθρου 30 του Συντάγματος, το οποίο αφορά τη διάγνωση των αστικών δικαιωμάτων και την εκδίκαση των ποινικών υποθέσεων, και κατέληξε ότι το εν λόγω ΄Αρθρο, και αν ακόμη ήθελε θεωρηθεί ότι κάλυπτε τη διαδικασία της Αναθεωρητικής Αρχής, δεν περιλαμβάνει οποιαδήποτε υποχρέωση για την έκδοση της απόφασης στη γλώσσα του διαδίκου.
Υπό το φως των πιο πάνω, καταλήγω ότι η απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή σε γλώσσα κατανοητή στον ίδιο - στην Αγγλική - δεν παραβίαζε, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, το Νόμο, ούτε τον εμπόδιζε να πληροφορηθεί το περιεχόμενο της απόφασης και την αιτιολογία της.
Εξετάζοντας και τον τρίτο λόγο, με τον οποίο ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι πιθανολογείται η επιτυχία της προτιθέμενης προσφυγής του, για σκοπούς αποφυγής επαναλήψεων, παραθέτω το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση στη Latif v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων (2006) 3 Α.Α.Δ. 533:- (σελ. 535-536)
«Το Δικαστήριο δεν προβαίνει σε επανεκτίμηση των γεγονότων ούτε και υποκαθιστά την κρίση της αρμόδιας διοικητικής αρχής με τη δική του. Το Δικαστήριο ελέγχει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης κατ’ εφαρμογή των αρχών του διοικητικού δικαίου που διέπουν το θέμα.»
(Βλ., επίσης, Samson ν. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων (2006) 3 Α.Α.Δ. 390 και Khalifa ν. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων (2006) 3 Α.Α.Δ. 402).
Η αίτηση απορρίπτεται. Καμιά διαταγή για έξοδα.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ
[1] Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας Αρ. 3701, 28/3/03, Παράρτημα Δεύτερο
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο