ΤΤΟΦΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΥΙΟΣ ΛΤΔ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1656/2007, 4 Ιουνίου 2010

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

(ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1656/2007)

 

 

4 Ιουνίου, 2010.

 

[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 23 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΤΤΟΦΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ & ΥΙΟΣ ΛΤΔ

Αιτητές

 

-         ΚΑΙ -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

Καθ’ ων η αίτηση

 

...................................

Αίτηση ημερ. 10/3/10 από τους καθ’ ων η αίτηση για συνεκδίκαση με τις προσφ. 1736/07, 1737/07, 1738/07, 1741/07, 1746/07, 1747/07 και 1755/07

 

Δ. Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους αιτητές/καθ’ ων η αίτηση στην προσφυγή

Π. Παναγιώτου για Αλ. Μαρκίδη, για τους καθ’ ων η αίτηση/αιτητές στην προσφυγή

Γ. Σεραφείμ, για το ενδιαφερόμενο μέρος ΤΕΠΑΚ

 

..................................

 

 

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:  Οι αιτητές στην παρούσα προσφυγή ζητούν από το δικαστήριο διακήρυξη ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ’ ων η αίτηση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 19/10/07, αρ. 4194, Παράρτημα Τρίτο, Μέρος ΙΙ αρ. δημοσίευσης 1115, σελ. 1674 με την οποία διατάχθηκε η απαλλοτρίωση της ακίνητης ιδιοκτησίας με αρ. εγγραφής 3/19102, 3/13392, 3/49651, 3/49652 και 3/61814, ιδιοκτησία των αιτητών που βρίσκεται στην οδό Σαριπόλου 39, στην ενορία Αγίας Νάπας Λεμεσός, είναι άκυρη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα.

 

Με την παρούσα αίτηση, που καταχωρήθηκε στις 10/3/10, οι καθ’ ων η αίτηση ζητούν διάταγμα με το οποίο να διατάσσεται η συνεκδίκαση της παρούσας με αριθμό άλλων προσφυγών που αναφέρονται πιο πάνω, οι οποίες ήδη συνεκδικάζονται με διάταγμα του δικαστηρίου ημερ. 5/2/09.

 

Ο λόγος για τον οποίο ζητείται η συνεκδίκαση της παρούσας με τις προαναφερθέντες υποθέσεις είναι γιατί τα γεγονότα όλων των υποθέσεων δείχνουν ότι:

(α)  Όλες οι προσφυγές προσβάλλουν την ίδια πράξη της διοίκησης, ήτοι το διάταγμα απαλλοτρίωσης, το οποίο δημοσιεύθηκε στις 19.10.2007 στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας (διάταγμα Δ.Π. 1115), το οποίο στοχεύει στην απαλλοτρίωση ιδιοκτησίας και επηρεάζει τα ακίνητα των Αιτητών στις πιο πάνω προσφυγές, κατά παρόμοιο τρόπο.

(β)  Οι προσφυγές 1736/07, 1737/07, 1738/07, 1739/07, 1740/07, 1741/07, 1746/07 και 1755/07 ήδη συνεκδικάζονται και έχουν συνενωθεί με σχετικό διάταγμα του Δικαστηρίου ημερομηνίας 5.2.2009, επί τη βάσει της ίδιας αιτιολογίας.

(γ)  Όλες οι πιο πάνω προσφυγές παρουσιάζουν κοινά σημεία και κοινό υπόβαθρο γεγονότων.

(δ)  Τα κοινά νομικά και πραγματικά σημεία και γεγονότα στις προσφυγές είναι τέτοιας σημασίας και έκτασης σε σχέση με τα υπόλοιπα θέματα που εγείρονται σε αυτές, ώστε να στοιχειοθετούν ουσιώδη συνάφεια μεταξύ των επίδικων θεμάτων, και να καθιστούν αναγκαία και επιθυμητή την ταυτόχρονη εκδίκασή τους, προς αποφυγή της πολλαπλότητας των διαδικασιών και ευχερέστερης κατανόησης των επίδικων θεμάτων με τον αποκλεισμό κάθε δυσχέρειας που δυνατό να προκύψει με τη ξεχωριστή εκδίκασή τους, για σκοπούς εξυπηρέτησης ή/και ομοιόμορφης απονομής της δικαιοσύνης.

 

Οι συνήγοροι όλων των υπόλοιπων υποθέσεων που ήδη συνεκδικάζονται συμφώνησαν με την αίτηση αλλά οι αιτητές στην παρούσα προσφυγή έφεραν ένσταση στην οποία παραθέτουν 9 λόγους γιατί να μη διαταχθεί η συνεκδίκαση και της παρούσας προσφυγής, που συνοψίζονται ως ακολούθως:

(α)  Λόγω κωλύματος αφού στις 10/11/09 οι καθ’ ων η προσφυγή  καταχώρησαν ακριβώς την ίδια αίτηση και την απέσυραν στις 12/1/10 χωρίς επιφύλαξη.

(β) Η παρούσα αίτηση καταχωρήθηκε καθυστερημένα και αποτελεί κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας αφού θα προκαλέσει καθυστέρηση ενόψει του ότι εδώ οι αγορεύσεις των καθ’ ων η αίτηση έχουν συμπληρωθεί και παραμένει αυτή του ενδιαφερόμενου μέρους.

(γ)  Δεν παρατίθενται με λεπτομέρεια τα κοινά νομικά και πραγματικά γεγονότα που να καθιστούν αναγκαία τη συνεκδίκαση τους.

(δ)  Τυχόν διαταγή για συνεκδίκαση δε θα βοηθήσει, αλλά αντίθετα θα περιπλέξει την κατάσταση.

(ε)  Τα γεγονότα της παρούσας διαφοροποιούνται ουσιαστικά από αυτά των άλλων προσφυγών, αφού εδώ το υπό απαλλοτρίωση ακίνητο κατέχεται από το ενδιαφερόμενο μέρος από το 2006 με βάση συμφωνία ενοικίασης.

(στ)  Το γεγονός ότι όλες οι προσφυγές προσβάλλουν το διάταγμα απαλλοτρίωσης ημερ. 19/10/07 που αφορά απαλλοτρίωση ακινήτων για στέγαση του ενδιαφερόμενου μέρους, δεν καθιστά τη συνεκδίκαση αναγκαία αφού τα χαρακτηριστικά του κάθε κτήματος είναι διαφορετικά.

 

Από νομικής άποψης η αίτηση βασίζεται ουσιαστικά στους Καν. 9(6), 10(2), 18 και 19 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, στη Δ.14, Καν. 2 και 3 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών και στις γενικές και συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

Ο Καν. 9(6) των Κανονισμών του 1962, διαλαμβάνει τα εξής:

 

«Δικαστής επιλαμβανόμενος υποθέσεως συμφώνως του παρόντος κανονισμού δύναται να εκδώση τοιούτας οδηγίας αίτινες δυνατόν να εξεδίδοντο κατά την διάρκειαν ακροάσεως προς έκδοσιν οδηγιών συμφώνως του κανονισμού 10.»

 

Από μελέτη του Καν. 10 φαίνεται ότι η αίτηση εδώ δεν έγινε με τη διαδικασία που προβλέπει ο κανονισμός αυτός.

 

Σύμφωνα όμως με τον Καν. 18 του προαναφερθέντος Κανονισμού του 1962 στον οποίο επίσης βασίζεται η αίτηση, τυγχάνουν εφαρμογής οι περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικοί Κανονισμοί, τηρουμένων βέβαια των αναλογιών, «εκτός εάν άλλως προβλέπεται στον παρόντα Κανονισμό ή εκτός εάν το Δικαστήριο ή Δικαστής άλλως ήθελεν ορίσει».

 

Σύμφωνα δε με τον Καν. 19 του Κανονισμού του 1962, «καθ’ οιονδήποτε στάδιον της διαδικασίας το Δικαστήριο ή Δικαστής δύναται να εκδώσει τέτοιες οδηγίες, αι οποίαι απαιτούνται προς το συμφέρον της δικαιοσύνης.»

 

Εφόσον λοιπόν στους Κανονισμούς του 1962 δεν υπάρχει ρητή πρόνοια που να διέπει το θέμα συνένωσης, τότε μπορούν να τύχουν εφαρμογής οι πρόνοιες των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών.

 

Σε πολιτικές υποθέσεις η σχετική εξουσία για τη συνένωση και συνεκδίκαση αγωγών, παρέχεται από τη Δ.14 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών.  Παραθέτω εδώ το ελληνικό κείμενο του Καν. 2 της Δ.14 όπως τούτο αναφέρεται στην υπόθεση Κυριάκου Μενελάου ως διαχειριστή της περιουσίας του Γεώργιου Σπαρσή ΧατζηΣπύρου ν. Κώστα Ξενοφώντος κ.α. (1989) 1 Α.Α.Δ. (Ε) 371, σελ. 374:

 

«Όταν δύο ή περισσότερες αγωγές εκκρεμούν στο ίδιο Δικαστήριο είτε από τον ίδιο ή από διαφορετικούς ενάγοντες εναντίον του ιδίου ή διαφορετικών εναγομένων, και οι αξιώσεις σε αυτές τις αγωγές περιέχουν κοινό ζήτημα νόμου ή πραγματικού γεγονότος τέτοιας σημασίας σε σχέση με τα υπόλοιπα επίδικα ζητήματα που εγείρονται στις αγωγές αυτές, έτσι που να καθίστανται επιθυμητό οι αγωγές να πρέπει να συνενωθούν, το Δικαστήριο ή ο Δικαστής δύναται να διατάξει τη συνένωση τους.»

 

Τόσο από το λεκτικό του ιδίου του Καν. 2 της Δ.14 όσο και από την ερμηνεία που δόθηκε σ’ αυτόν στην πιο πάνω απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου αλλά και άλλη νομολογία, φαίνεται ότι το όλο θέμα είναι στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, το οποίο μάλιστα έχει και το δικαίωμα να διατάξει αν όχι την πλήρη συνένωση έστω και μερική, αν με αυτό το τρόπο ικανοποιείται ότι εξυπηρετούνται τα συμφέροντα της δικαιοσύνης.  Αναφορικά με το σκοπό της εν λόγω Δ.14 στην προαναφερθείσα υπόθεση Μενελάου & άλλης ν. Ξενοφώντος, σελ. 374 διαβάζουμε τα ακόλουθα:

 

«Βασικός σκοπός της πιο πάνω πρόνοιας είναι ασφαλώς η αποφυγή της πολλαπλότητας στη δικαστική διαδικασία και έτσι να εξοικονομείται χρόνος και έξοδα.  Οι νομικές αρχές που ισχύουν στην εφαρμογή της έτυχαν ευρείας συζήτησης στην υπόθεση Χατζηαθανασίου ν. Παρπερίδη κ.α. (1975) 1 Α.Α.Δ. 401, στην ποία παραπέμπουμε απλώς γιατί τα νομικά ζητήματα καλύπτονται σε αυτή εκτενώς έτσι που η επανάληψη τους θα ήταν άσκοπη.  Όπως αναφέρεται στην υπόθεση Παρπερίδη, και γενικά στη νομολογία, η άσκηση της δικαστικής ευχέρειας στην εφαρμογή της Διάταξης 14, εξαρτάται από τα ιδιαίτερα γεγονότα στην κάθε υπόθεση στα οποία ως εκ τούτου το Δικαστήριο θα πρέπει να αναφέρεται για να αιτιολογείται η τελική του κρίση.»

 

Στην υπόθεση Κυπριακή Τράπεζα Αναπτύξεως Λτδ. ν. 1.  Αpak Agro Industries (1999) 1 Α.Α.Δ. 1721, στις σελ. 1726- 1727, αναφέρθηκαν τα εξής:

 

«Διάταγμα συνένωσης αγωγών εκδίδεται στις περιπτώσεις όπου αναμένεται ότι θα προκύψει όφελος από τη συνεκδίκαση.  Η έκδοση διατάγματος συνένωσης αγωγών προς εκδίκαση ανάγεται στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου η άσκηση της οποίας εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης.  Το Δικαστήριο ενασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια εξετάζει κατά πόσο η συνεκδίκαση των αγωγών θα εξυπηρετήσει τα συμφέροντα των διαδίκων και την καλύτερη απονομή της δικαιοσύνης.  Η αποφυγή πολλαπλότητας των διαδικασιών, ο περιορισμός των εξόδων καθώς και η οικονομία του δικαστικού χρόνου είναι παράγοντες που προσμετρούν στην κρίση του Δικαστηρίου επί του θέματος.  Βλ. Hadjiathanassiou v. Parperides and Others (1975) 1 C.L.R. και Healey and Others v. A. Waddington and Sons Ltd and Others (1954) 1 All E.R. 861.”

 

To ουσιώδες κριτήριο για τη συνένωση αγωγών είναι η ύπαρξη κοινού πραγματικού ή νομικού ζητήματος, όπως αυτά διαπιστώνονται αποκλειστικά από τις Εκθέσεις Απαιτήσεως των αγωγών και ανεξάρτητα από το περιεχόμενο των Υπερασπίσεων (βλ. Samata Enterprises Ltd. V. Γεωργίου Σταύρου (1998) 1 (Δ) Α.Α.Δ. 1876).  Υπάρχουν βέβαια και άλλοι παράγοντες οι οποίοι λαμβάνονται υπόψη όπως η πολυπλοκότητα των εγειρομένων θεμάτων ή η δυνατότητα εκπροσώπησης μέσω του ίδιου δικηγόρου (βλ. υπόθεση Lewis v. Faily Telegraph Ltd. (No.2) (1964) 1 All E.R. 705).

 

Αναφορικά με υποθέσεις διοικητικού δικαίου σχετικές είναι οι υποθέσεις Μιλτιάδους κ.α. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1318 και Κλεάνθους ν. Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 256, σύμφωνα με τις οποίες «Προσφυγές που στρέφονται κατά της ίδιας πράξης πρέπει να συνεκδικάζονται».

 

Αυτό που προκύπτει από τη νομολογία είναι ότι το όλο θέμα επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, η οποία ευχέρεια στις υποθέσεις διοικητικού δικαίου, λόγω της φύσης τους, είναι πιο ευρεία.

 

Με τις πιο πάνω νομικές αρχές υπόψη προχωρώ να εξετάσω την παρούσα αίτηση.  Από άποψης διοικητικής πράξης φαίνεται ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή είναι η ίδια με αυτή που προσβάλλεται από τις υπόλοιπες συνεκδικαζόμενες υποθέσεις, δηλαδή το διάταγμα απαλλοτρίωσης.  Βέβαια όσον αφορά την ακίνητη ιδιοκτησία που αφορά η κάθε υπόθεση αυτή είναι διαφορετική και το θέμα θα κριθεί με βάση τα δικά της ιδιαίτερα περιστατικά.  Αυτό όμως δεν εμποδίζει το δικαστήριο σε περίπτωση που διατάξει τη συνεκδίκαση να δεχθεί μερικές προσφυγές και να απορρίψει άλλες, αφού παρά τη συνεκδίκαση «η κάθε μια διατηρεί την αυτοτέλεια της με τις ιδιαίτερες περιστάσεις και ισχυρισμούς της κάθε μιας» (βλ. Χατζηχάννα ν. Δημοκρατίας (αρ. 1) (2006) 3 Α.Α.Δ. 256).

 

Το ερώτημα είναι αν στην παρούσα περίπτωση η διακριτική ευχέρεια θα πρέπει να ασκηθεί υπέρ των αιτητών.  Μετά από προσεκτική μελέτη του θέματος αλλά και κάποιο προβληματισμό, τελικά κατέληξα να δεχθώ ως βάσιμες τις θέσεις των καθ’ ων η παρούσα αίτηση (αιτητές στην προσφυγή 1656/07), δηλαδή ότι (α) η πολύ μεγάλη καθυστέρηση στην υποβολή του αιτήματος, (β) το γεγονός ότι ενώ καταχώρησαν (και πάλιν με καθυστέρηση) παρόμοια αίτηση στις 19/11/09 τελικά την απέσυραν, και  (γ) το γεγονός ότι η παρούσα φαίνεται ότι είναι σε πιο προχωρημένο στάδιο, είναι παράγοντες που συνηγορούν στο να ασκηθεί η διακριτική μου ευχέρεια ενάντια του αιτήματος για συνένωση.  Τα γεγονότα όπως τα επικαλούνται στην ένσταση τους οι αιτητές στην προσφυγή (καθ’ ων στην παρούσα αίτηση), που δεν είναι υπό αμφισβήτηση, και αφορούν την καθυστέρηση εκ μέρους της Δημοκρατίας και ενδιαφερόμενου μέρους για καταχώρηση των δικών τους αγορεύσεων, κλίνουν ενάντια του αιτήματος για συνένωση, η οποία υπό τις περιστάσεις θα δημιουργήσει περαιτέρω καθυστέρηση και περιπλοκή στη διαδικασία.  Τονίζεται ότι ενώ οι αιτητές στην προσφυγή καταχώρησαν τη γραπτή τους αγόρευση από τις 20/6/08 και έκτοτε άρχισε η υποχρέωση των καθ’ ων η αίτηση να καταχωρήσουν τη δική τους, την καταχώρησαν στις 14/9/09.  Εκκρεμεί μόνο η γραπτή αγόρευση του ενδιαφερόμενου μέρους και απαντητική αγόρευση εκ μέρους των αιτητών.  Επομένως, παρόλο που κάτω από κανονικές συνθήκες η περίπτωση δυνατό να ήταν κατάλληλη για συνένωση, με τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως τα εξήγησα πιο πάνω, κατέληξα να απορρίψω την αίτηση.

Ενόψει των πιο πάνω η αίτηση απορρίπτεται με €200 έξοδα υπέρ των καθ’ ων η αίτηση (αιτητές στην προσφυγή) και εναντίον των αιτητών στην παρούσα (καθ’ ων η αίτηση στην προσφυγή).

 

                                                                                   Μ. Φωτίου, Δ.

 

/ΚΑς

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο