ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1355/2009)
30 Δεκεμβρίου 2010
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΑΡΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ,
Αιτητής,
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
-------------------------------
Θ. Στυλιανού, για τον Αιτητή.
Ε. Συμεωνίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,
για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
----------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Ο αιτητής εισήξε από την Αγγλία ένα μεταχειρισμένο όχημα τύπου Mercedes, καταχωρώντας κατά την εισαγωγή του στη Δημοκρατία στο λογισμικό του Τμήματος Τελωνείων «Θησέα», την αναγκαία ηλεκτρονική διασάφηση. Λόγω της προηγούμενης εγγραφής του οχήματος σε χώρα μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Δημοκρατία δεν επέβαλε εισαγωγικούς δασμούς και Φ.Π.Α., αλλά το όχημα εν πάση περιπτώσει υπόκειτο σε φόρο κατανάλωσης δυνάμει των σχετικών προνοιών του περί Φόρου Κατανάλωσης Νόμου αρ. 91(Ι)/04, ως τροποποιήθηκε. Σε μεταχειρισμένα οχήματα, όπως του αιτητή, ο φόρος κατανάλωσης είναι μειωμένος στη βάση διαφόρων κριτηρίων όπως καθορίζονται στην Κ.Δ.Π. 280/07 μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η παλαιότητα του οχήματος, η κατάσταση του, οι εκπομπές μάζας διοξειδίου του άνθρακα, ο κυβισμός του και η τιμολογιακή του αξία.
Το Τμήμα Τελωνείων μέσω του αρμοδίου λειτουργού του και αφού η ηλεκτρονική διασάφηση είχε γίνει δεκτή την ημέρα καταχώρησης της στις 19.8.2009, επέβαλε μετά από φυσικό έλεγχο του οχήματος την επομένη ημέρα στις 20.8.2009, συνολικό φόρο κατανάλωσης €15.908, πράξη που ο αιτητής προσβάλλει με την υπό κρίση προσφυγή προς ακύρωση της. Να σημειωθεί ότι το Τμήμα Τελωνείων λαμβάνοντας υπόψη τα διάφορα κριτήρια μείωσε το οφειλόμενο ποσό από €19.709 κατά 19.34% στο εισπραχθέν και καταβληθέν υπό διαμαρτυρία από τον αιτητή ποσό, λόγω της ηλικίας του οχήματος. Ο αιτητής ζήτησε την επανεξέταση της επιβολής του φόρου, με επιστολή του μέσω του δικηγόρου του ημερ. 2.9.2009, επί της οποίας δόθηκε στις 8.9.2009, αρνητική απάντηση.
Το βασικό παράπονο του αιτητή είναι ότι το Τμήμα Τελωνείων παρέλειψε να εξετάσει δεόντως και με πλήρη έρευνα τα στοιχεία των εγγράφων που υποβλήθηκαν από αυτόν και εν πάση περιπτώσει εξήγαγε λανθασμένα συμπεράσματα. Με την επιβολή του προσβαλλόμενου φόρου δημιουργήθηκαν συνθήκες προκατάληψης και διάκρισης εναντίον του αιτητή, παραβιάζοντας τη βασική αρχή των Άρθρων 24 και 28 του Συντάγματος, αλλά ιδιαιτέρως και τις πρόνοιες του άρθρου 90 της Συνθήκης Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας το οποίο προβλέπει ότι κανένα κράτος μέλος δεν επιβάλλει άμεσα ή έμμεσα εσωτερικούς φόρους στα προϊόντα άλλων κρατών μελών ώστε να επιβαρύνουν κατά άμεσο ή έμμεσο τρόπο, ομοειδή εθνικά προϊόντα. Κανένα δε κράτος μέλος δεν επιβάλλει στα προϊόντα άλλων χωρών μελών, φόρους τέτοιας φύσεως που να οδηγούν έμμεσα στην προστασία άλλων προϊόντων. Στο βαθμό που οι πρόνοιες της Κυπριακής Νομοθεσίας περί φόρων κατανάλωσης αντίκεινται στο άρθρο 90 της Συνθήκης, όπως αυτή έχει ερμηνευθεί από το ΔΕΚ, τότε αντιβαίνουν και το άρθρο αυτό, όσο και τα σχετικά άρθρα του Συντάγματος περί ισότητας και ανταγωνιστικότητας. Παραβιάστηκαν επίσης οι αρχές της νόμιμης και δέουσας αιτιολόγησης, ενώ ο τρόπος υπολογισμού του φόρου κατανάλωσης οδήγησε σε αύξηση της τιμής του επίδικου οχήματος έναντι ομοειδούς οχήματος το οποίο είχε προηγουμένως εισαχθεί και φορολογηθεί ως καινούργιο στην Κύπρο.
Οι καθ΄ ων εισηγούνται ότι η επιβληθείσα φορολογία δεν υπερβαίνει το κατάλοιπο του φόρου που παραμένει ενσωματωμένο στην εναπομείνασα αξία του αντίστοιχου μεταχειρισμένου οχήματος που έχει εγγραφεί ως καινούργιο στο Κυπριακό Μητρώο. Οι καθ΄ ων βασίζονται στο άρθρο 3(3) της Οδηγίας 92/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου ημερ. 25.2.1992, ως προς τη δυνατότητα της Δημοκρατίας, κατά διακριτική ευχέρεια, να επιβάλει φόρους κατανάλωσης είτε επί καινούργιων ή μεταχειρισμένων οχημάτων που εισάγονται στη Δημοκρατία, είτε από την Ευρωπαϊκή Ένωση, είτε από άλλες χώρες. Σύμφωνα με το άρθρο 19(1) του Νόμου, ο φόρος κατανάλωσης επιβάλλεται και εισπράττεται κατά τη θέση των προϊόντων σε ανάλωση. Για τα μεταχειρισμένα οχήματα ιδιαίτερα, αυτά υπόκεινται σε φόρο κατανάλωσης ανάλογα με τα κριτήρια του Μέρους Δ του Τετάρτου Παραρτήματος του Νόμου, (Κ.Δ.Π. 280/07), και επομένως επειδή το όχημα του αιτητή κατά το χρόνο θέσεως του σε ανάλωση δεν έφερε οποιεσδήποτε εξωτερικές ζημιές και ήταν σχεδόν καινούργιο, έχοντας διανύσει μόλις 5.790 μίλια, δεν υπόκειτο σε μεγαλύτερη απομείωση του φόρου κατανάλωσης έχοντας υπόψη και το μεγάλο του κυβισμό, πλην της μείωσης της τάξης του 19.34% λόγω παλαιότητας, υποκείμενο έτσι σε έκπτωση ποσού €3.800, που άλλως θα επιβαλλόταν πρόσθετα σε αντίστοιχο όχημα, εάν ήταν καινούργιο.
Οι καθ΄ ων έχουν περαιτέρω την άποψη ότι ουδέν συγκεκριμένο στοιχείο παρουσίασε ο αιτητής που να ενισχύει τους ισχυρισμούς του περί πλάνης ή ότι ένα αντίστοιχο ομοειδές όχημα με τα ίδια χαρακτηριστικά θα υπόκειτο σε μειωμένη, από το δικό του, φορολογία. Το δικαίωμα αναθεώρησης που προβλέπει το άρθρο 139 του Νόμου εμπεριέχει την αναγκαιότητα προσκόμισης εκ μέρους του αιτητή όλων των αναγκαίων στοιχείων και εγγράφων προς υποστήριξη της ένστασης, για επανεξέταση της επιβληθείσας φορολογίας. Το γεγονός ότι οι φόροι που αναλογούν στο όχημα καταβλήθηκαν στην Αγγλία, δεν επηρεάζει τη δυνατότητα των καθ΄ ων να επιβάλουν φόρο κατανάλωσης κατά τη θέση του οχήματος σε ανάλωση στη Δημοκρατία, φόρος που είναι ανεξάρτητος και αυτοτελής από φόρους που πληρώθηκαν ή οφείλονται με βάση την Αγγλική νομοθεσία. Κατά τον ίδιο τρόπο, ο αιτητής δεν στοιχειοθέτησε την ισχυριζόμενη άνιση μεταχείριση του, ιδιαίτερα έχοντας υπόψη ότι η Δημοκρατία τροποποίησε την εσωτερική της νομοθεσία ώστε να μην επιβάλλεται φόρος επί εισαγόμενων μεταχειρισμένων οχημάτων επί αξίας μεγαλύτερης της πραγματικής αξίας του οχήματος, κατά τρόπο που οδηγούσε στην επιβολή επί των εισαγόμενων αυτών οχημάτων φόρου μεγαλύτερου από ομοειδή οχήματα που διατίθενται στην εσωτερική αγορά. Τέλος, οι καθ΄ ων εισηγούνται ότι η αιτιολογία που δόθηκε ήταν πλήρης και σαφέστατη, όπως προκύπτει από το κείμενο της προσβαλλόμενης πράξης.
Έχοντας εξετάσει με τη δέουσα προσοχή τα δεδομένα της όλης υπόθεσης, κρίνεται ότι δεν υπάρχει έρεισμα στις διάφορες αιτιάσεις του αιτητή. Όπως έχει αναγνωριστεί μέσα από τη νομολογία, το σύστημα «ΘΗΣΕΑΣ» που χρησιμοποιούν οι τελωνειακές αρχές είναι ένα λογισμικό που με ηλεκτρονικό τρόπο δίνει την ευκαιρία στον κάθε εμπορευόμενο που συναλλάσσεται με είδη κατανάλωσης, να εισάγει δεδομένα ώστε ανάλογα το σύστημα να επιβάλλει την αναγκαία φορολόγηση ή τους αναγκαίους εισαγωγικούς και τελωνειακούς δασμούς. Όπως αναγνωρίστηκε και στην υπόθεση P.P. Body Art Gym Ltd v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 444/2008, ημερ. 1.9.2009, το λογισμικό του «ΘΗΣΕΑ» επεξεργάζεται τα δεδομένα όπως καταχωρούνται χωρίς να είναι δυνατό αυτά να τύχουν εξέτασης από πλευράς των τελωνειακών αρχών ως προς την ορθότητα τους. (δέστε επίσης την απόφαση Petrolina (Holdings) Public Ltd v. 1. Υπουργού Οικονομικών, 2. Διευθυντή Τμήματος Τελωνείων, υπόθ. αρ. 413/2009, ημερ. 22.6.2010).
Το παράπονο του αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας δεν είναι ορθό εφόσον οι καθ΄ ων ενήργησαν στη βάση των στοιχείων που ο αιτητής εισήξε στην ηλεκτρονική διασάφηση και, πέραν τούτου, αρμόδιος λειτουργός του Τμήματος Τελωνείων προέβηκε σε φυσικό έλεγχο του οχήματος προσθέτοντας έτσι στην επάρκεια της έρευνας. Ο φόρος κατανάλωσης που επιβλήθηκε επί του οχήματος ήταν μειωμένος κατά 19.34% έχοντας υπόψη την ηλικία του οχήματος στη βάση της Κ.Δ.Π. 280/07 και των Πινάκων που επισυνάπτονται στη Γνωστοποίηση, η οποία είχε εκδοθεί από το Διευθυντή Τελωνείων και τέθηκε σε ισχύ από 1.7.2007. Υπό το φως των δεδομένων επομένως της Γνωστοποίησης αυτής και με δεδομένη την ηλικία του οχήματος, όπως δηλώθηκε ηλεκτρονικά στο σύστημα «ΘΗΣΕΑΣ», επιβλήθηκε ο ανάλογος φόρος κατανάλωσης με βάση και τον κυβισμό αυτού και μετά τη διαπίστωση από το φυσικό έλεγχο ότι είχε διανήσει μόλις 5.790 μίλια, δεν υπήρχαν οποιεσδήποτε εξωτερικές ζημιές, ενώ δεν είχαν τεθεί οποιοιδήποτε άλλοι λόγοι που να επέτρεπαν μεγαλύτερες εκπτώσεις από τις προσδιοριζόμενες στην Κ.Δ.Π. 280/07. Σημειώνεται ότι στη σχετική ένσταση του αιτητή μέσω του δικηγόρου του με την επιστολή ημερ. 2.9.2009 (Παράρτημα 5 στην ένσταση), ουδέν ιδιαίτερο σημειώθηκε όσον αφορά το λανθασμένο της επιβληθείσας φορολογίας από πλευράς δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη και επομένως δεν μπορεί εκ των υστέρων να τίθεται ζήτημα μη δέουσας έρευνας ή λανθασμένου τρόπου υπολογισμού του φόρου. Ορθά η κα. Συμεωνίδου στην αγόρευση της αναφέρει ότι ο αιτητής δεν έδωσε στοιχεία που να προωθεί τον ισχυρισμό του ότι η φορολογία που επεβλήθη υπερέβαινε το κατάλοιπο του φόρου που παρέμενε ενσωματωμένο στην αξία ομοειδών μεταχειρισμένων οχημάτων, ήδη εγγεγραμμένων στα μητρώα της Αγγλίας. Ορθά περαιτέρω παρατηρεί ότι το γεγονός της καταβολής των αντίστοιχων φόρων στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν απαλλάσσει τον αιτητή από την καταβολή του φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στη Δημοκρατία κατά την εισαγωγή του οχήματος.
Το μόνο που έθεσε ο αιτητής στην επιστολή του που αποτελεί και τη βάση της επίδικης προσφυγής είναι η κατ΄ ισχυρισμόν διάκριση σε σχέση με τον επιβληθέντα φόρο αναφορικά με άλλα πρόσωπα που εισήγαγαν ή εισάγουν μεταχειρισμένα οχήματα. Ως προς αυτό το ζήτημα, η απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στην M.C. Sports Cars Ltd v. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 42, έχει παραθέσει το ιστορικό που οδήγησε στη μεταβολή της εσωτερικής νομοθεσίας. Εκεί αναγνωρίστηκε ότι υπήρχε προηγουμένως πρόβλημα στην ισότιμη και ισόνομη μεταχείριση μεταχειρισμένων οχημάτων εισαγόμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση, εφόσον η φορολόγηση γινόταν με μόνο τον κυβισμό τους, χωρίς να υπεισέρχονται στην εικόνα και άλλοι παράγοντες, όπως η ηλικία, η φυσική κατάσταση, τα διανυθέντα χιλιόμετρα κλπ. Επήλθε επομένως αλλαγή στο εθνικό σύστημα νομοθεσίας με βάση το οποίο η φορολόγηση των οχημάτων αυτών, συνάδει με τη νομολογία του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Αναγνωρίστηκε έτσι ότι ήταν αντίθετο με το Άρθρο 95 της Συνθήκης να επιβάλλεται φόρος επί μεταχειρισμένων οχημάτων στη βάση αξίας μεγαλύτερης από την πραγματική τους ώστε να σημειώνεται αναντιστοιχία με ομοειδή οχήματα που διατίθενται στην εσωτερική αγορά. Με την εισαγωγή της νέας νομοθετικής πρόνοιας όμως η διαφοροποίηση αυτή εξέλιπε ούτως ώστε να λαμβάνονται πλέον υπόψη, όπως και στην περίπτωση του παρόντος αιτητή, όλοι οι άλλοι σχετικοί παράγοντες, όπως η ηλικία, ο κυβισμός, η εκπομπή αερίων κλπ. Η ίδια η υπόθεση M.C.Sports Cars Ltd, αφορούσε εν τέλει τη διάκριση μεταξύ μεταχειρισμένων οχημάτων που εισάγονται από τρίτες χώρες που υπόκεινται σε διαφοροποίηση σε σχέση με αυτά που εισάγονται από την Ευρωπαϊκή Αγορά. Τα όσα αναφέρθησαν προηγουμένως ήταν σε υπόδειξη ότι είχαν συμβιβαστεί όλες οι υποθέσεις που αφορούσαν την εκ των πραγμάτων διαπιστωθείσα ανισότητα για οχήματα εισαχθέντα από την Ευρωπαϊκή Ένωση με τη μεταχείριση που τυγχάνουν στην Κύπρο.
Στα όσα οχήματα εισάγονταν από τρίτες χώρες, παρέμενε η επιβολή φόρου κατανάλωσης και εσωτερικού δασμού διαφοροποιημένου από αυτού που βάρυναν τα όσα εισάγονταν από την Ευρωπαϊκή Ένωση, διάκριση που κρίθηκε εύλογη και εντός της ευρείας εξουσίας που ο νομοθέτης διαθέτει ως προς τη δημιουργία λογικών διαφοροποιήσεων σε ζητήματα φορολογίας.
Η επιβολή του επίδικου φόρου κατανάλωσης έγινε βέβαια μετά τη διαφροποίηση της Κυπριακής νομοθεσίας ώστε αυτή να συνάδει με τη νομολογία του ΔΕΚ και την υπόδειξη προς τις αρμόδιες Κυπριακές αρχές ότι είχε διαπιστωθεί απόκλιση από τη νομολογία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Οι αποφάσεις επομένως που μνημονεύει ο αιτητής στην αγόρευση του (C-375/95 Επιτροπή Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ν. Ελληνικής Δημοκρατίας, ημερ. 23.10.1997, C-393/98 Ministerio Publico Antonto Gomes Velente v. Ferenda Public ημερ. 12.2.2001 και C-101/00 Tulliasiamies Anti Siilin, ημερ. 19.9.2002), δεν έχουν εφαρμογή. Αφορούσαν λανθασμένη και άνιση διαφοροποίηση στη μεταχείριση από κράτη μέλη, όταν εισάγονταν οχήματα από άλλα κράτη μέλη. Η τροποποίηση όμως που επήλθε στην εσωτερική νομοθεσία με τον τροποποιητικό Νόμο αρ. 91(Ι)/2004, διόρθωσε το πρόβλημα, με το να λαμβάνεται υπόψη ό,τι καθορίζει η Ευρωπαϊκή νομολογία και αυτό ενσωματώνεται στην ουσία στην Κ.Δ.Π. 280/07.
Όπως ορθά αναφέρει η κα Συμεωνίδου στη γραπτή της αγόρευση, ο αιτητής πέραν μιας αοριστόλογης θέσης δεν παραθέτει λεπτομέρειες ως προς το βάσιμο του παραπόνου του. Δεν εξηγεί πώς και γιατί η έκπτωση που ήδη δόθηκε με την αφαίρεση ποσοστού 19.34% δεν είναι ορθή, ή αν ο επιβληθείς φόρος κατανάλωσης υπερβαίνει το κατάλοιπο του φόρου που παραμένει ενσωματωμένο στην αξία ομοειδών μεταχειρισμένων οχημάτων εγγεγραμμένων στα μητρώα του οικείου κράτους. Οι υποθέσεις Τριφυλλής ν. Τμήματος Τελωνείων , υποθ. αρ. 1161/2004, ημερ. 26.5.2006, (Κρονίδης, Δ.) και Pavlos Ph. Varellas Trading Co Ltd v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 335/05, ημερ. 17.7.06, (Γαβριηλίδης, Δ.), στις οποίες η επιβληθείσα φορολογία είχε ακυρωθεί και τις οποίες αναφέρει ο συνήγορος του αιτητή, είχαν βεβαίως αποφασιστεί πριν την εισαγωγή της Κ.Δ.Π. 380/07.
Η υπόθεση του αιτητή προσομοιάζει σε συνθήκες αυτή της Κύπρου Ανδρέου ν. Δημοκρατίας μέσω Διευθύντριας Τμήματος Τελενείων, υπόθ. αρ. 1318/08, ημερ. 22.3.2010, (Ερωτοκρίτου, Δ.), όπου η επιβολή φόρου κατανάλωσης σε εισαχθέν μεταχειρισμένο όχημα από την Αγγλία επικυρώθηκε και η προσφυγή απορρίφθηκε, στη βάση της ηλεκτρονικής διασάφισης που ο αιτητής καταχώρησε, λαμβάνοντας υπόψη ότι δόθηκε έκπτωση 66.58% που περιελάμβανε στοιχεία όπως την ηλικία του οχήματος, εκτός του κυβισμού του, χωρίς να υπήρχαν άλλα δεδομένα που θα δικαιολογούσαν ακόμη μεγαλύτερη έκπτωση. Όπως λέχθηκε (ισχύει το ίδιο και εδώ), δεν είχαν παρουσιαστεί σε σχέση με τους συντελεστές απομείωσης «…. εκ πρώτης όψεως στοιχεία που να έδειχναν ότι δεν ήταν εύλογο εκ μέρους της διοίκησης να τους χρησιμοποιεί σε μια προσπάθεια να εξεύρει κατά το δυνατό την ακριβέστερη αξία του αντίστοιχου καινούριου οχήματος.».
Η έρευνα λοιπόν που έγινε, που πέραν των στοιχείων που ο ίδιος ο αιτητής στην παρούσα περίπτωση καταχώρησε στο σύστημα «ΘΗΣΕΑΣ» και που λήφθηκαν υπόψη, επεκτάθηκε και στο φυσικό έλεγχο του οχήματος και ήταν πλήρης. Η θέση του αιτητή ότι πρέπει να εξισωθεί η περίπτωση επιβολής φόρου κατανάλωσης στο όχημα του αιτητή, με αυτή που ένα όχημα ήδη στην Κύπρο έχει πωληθεί ως μεταχειρισμένο, παραβλέπει το λόγο της επιβολής του φόρου που είναι ακριβώς επιβολή επί τη εισαγωγή του οχήματος και όχι τη δεύτερη ή μεταγενέστερη πώληση του, μετέπειτα. Το ζητούμενο είναι η φορολογία να μην υπερβαίνει το κατάλοιπο του φόρου που είναι ενσωματωμένο στην αξία ομοειδούς οχήματος.
Όσον αφορά την αιτιολογία, αυτή είναι πληρέστατη. Η προσβαλλόμενη πράξη περιέχει την ίδια ουσιαστικά αιτιολογία και παρόμοιο σκεπτικό με αυτή στην υπόθεση Κύπρος Ανδρέου – ανωτέρω – η οποία κρίθηκε όχι μόνο επαρκής, αλλά και σαφής. Η ανάγκη για αιτιολογία προκύπτει ως εκ της φύσεως της διοικητικής πράξης, η οποία πρέπει να επιδέχεται δικαστικού ελέγχου. Εδώ, η επίδικη επιστολή είναι πλήρως επεξηγηματική ενσωματώνουσα όλα τα δεδομένα, νομοθετικά και πραγματικά, ώστε ο αιτητής να μην αφήνεται εν αμφιβολία τόσο ως προς το κρινόμενο, όσο και ως προς τους λόγους που υποστηρίζουν τη διοικητική απόφαση.
Η προσφυγή απορρίπτεται με €1.300 έξοδα εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθ΄ ων.
Η προσβαλλόμενη πράξη επικυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο