ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αίτηση Αρ. 25/2010)
23 Δεκεμβρίου 2010
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟ
ΤΟΥ 2002 (Ν. 165(Ι)/2002)
ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ ANTHONIA IDAHOR,
Αιτήτρια.
-------------------------------
Αιτήτρια παρούσα.
Β. Καρλεττίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, με
Π. Γεωργίου, ασκούμενο δικηγόρο, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
(Καλοδότη Κυριάκου μεταφράστρια από τα ελληνικά στα αγγλικά
και αντίστροφα., παρούσα).
----------------------------------
ΑΠΟΦΑΣΗ (Ex-tempore)
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η αιτήτρια υπέβαλε, με βάση το σχετικό έντυπο που καταχώρησε στο Πρωτοκολλητείο του Ανωτάτου Δικαστηρίου χθες 22.12.2010, αίτημα για παροχή δωρεάν νομικής αρωγής σε σχέση με την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων ημερ. 19.11.2010, με την οποία η διοικητική της προσφυγή εναντίον της Υπηρεσίας Ασύλου απορρίφθηκε. Όπως αναγράφει στο έντυπο της παραχώρησης νομικής αρωγής, πρόθεση της είναι να διορίσει δικηγόρο για να την αντιπροσωπεύσει ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε προτιθέμενη προσφυγή αναθεώρησης της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων. Ως επιβάλλεται από τους Κανονισμούς, η αίτηση συνοδεύεται με έγγραφη δήλωση της αιτήτριας όπου αναφέρει ότι είναι γεννημένη στις 25.6.1991, είναι Νιγηριανή υπήκοος, έχει καταθέσεις στις τράπεζες ή άλλα ιδρύματα μόνο €3, λαμβάνει εισόδημα από το Γραφείο Ευημερίας, καταβάλλει ενοίκιο €225 και φοιτά στην Α΄Τεχνική Σχολή Λευκωσίας, στον κλάδο ξυλουργίας, επιπλοποιΐας.
Η τροποποίηση που έγινε με το Νόμο αρ. 132(Ι)/09, στον περί Νομικής Αρωγής Νόμο αρ. 165(Ι)/02, έδωσε το δικαίωμα και σε αιτητές ασύλου και πρόσφυγες να αποτείνονται για χορήγηση νομικής αρωγής στα πλαίσια αιτήσεων δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Ο Νόμος τέθηκε σε ισχύ από 4.12.2009, που πρόσθεσε με το άρθρο 6Β, πρόνοια για νομική αρωγή, με το εδάφιο (2)(β) αυτού να δίνει το δικαίωμα σε νομική αρωγή όταν αιτητής ασκεί προσφυγή εναντίον δυσμενούς απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής σε διοικητική προσφυγή που άσκησε. Αυτή η δυνατότητα παροχής νομικής αρωγής τελεί υπό την αίρεση δύο σαφών προϋποθέσεων, πρώτον, ότι αφορά μόνο την πρωτοβάθμια δικαιοδοσία προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου και, δεύτερο, ότι είναι πιθανό να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση στα πλαίσια της εν λόγω πρωτοβάθμιας εκδίκασης.
Η αίτηση καταχωρήθηκε χθες, όπως έχει ήδη λεχθεί. Ενόψει όμως των επικείμενων εορτών ορίστηκε σήμερα, επιδόθηκε στη Δημοκρατία η οποία εμφανίστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, μέσω της κας Καρλεττίδου, ενιστάμενη στην παροχή της νομικής αρωγής ενόψει βασικά του γεγονότος ότι κατά την άποψη της δεν υπάρχει πιθανότητα να εκδοθεί θετική απόφαση υπέρ της αιτήτριας υπό το φως των όσων εξαντλητικά έχει καταγράψει στην απόφαση της η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων. Στο φάκελο του Δικαστηρίου έχει καταχωρηθεί η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής ημερ. 19.11.2010, η οποία και απευθύνθηκε στην αιτήτρια με επιστολή ίδιας ημερομηνίας στην Αγγλική γλώσσα. Όπως συνήθως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, οι αιτητές για παροχή νομικής αρωγής, χωρίς να έχουν καταχωρήσει προηγουμένως προσφυγή ώστε να διαφανεί το υπόβαθρο έστω και σε γενικότητα των δεδομένων και του νομικού πλαισίου, προχωρούν με την καταχώρηση της αίτησης για νομική αρωγή εξαντλώντας ουσιαστικά το αίτημα στην αναζήτηση αυτής της νομικής αρωγής χωρίς οποιοδήποτε υποστηρικτικό λόγο, απλώς αναφέροντας ότι θα καταχωρηθεί προσφυγή εναντίον της απόφασης της διοίκησης.
Παρόμοιες αιτήσεις έχουν εξεταστεί από το Ανώτατο Δικαστήριο σε αρκετές υποθέσεις μέχρι σήμερα, και έχει κριθεί μέσα από τη διαμορφούμενη νομολογία ότι το επίπεδο που ο αιτητής θα πρέπει να ικανοποιήσει για την παροχή της νομικής αρωγής οριοθετείται από τα πλαίσια εξέτασης μιας προσφυγής δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος και τις ευρύτερες αρχές του διοικητικού δικαίου. Κατά την άποψη του Δικαστηρίου, αντίστοιχες έννοιες που απαντώνται στο αστικό δίκαιο ή που έχουν σχέση με τα κριτήρια που θα πρέπει να ικανοποιήσει ένας αιτητής για την έκδοση προσωρινού διατάγματος, δεν έχουν θέση σε αυτού του είδους τις αιτήσεις. Η λέξη «πιθανό» που χρησιμοποιείται στη σχετική υποπαράγραφο (ββ), πρέπει να ιδωθεί σε αποκλειστική συνάρτηση προς τα λαμβανόμενα στο διοικητικό δίκαιο, υπό το φως δηλαδή του αντικειμένου μιας προσφυγής, η εξέταση της οποίας δεν οδηγεί βεβαίως σε απόφαση επί της ουσίας, ούτε υποκαθιστά τη διοικητική πράξη, αλλά αναθεωρεί μόνο τη νομιμότητα της. Με άλλα λόγια θα πρέπει να εμφαίνεται η ύπαρξη ενός ή περισσότερων λόγων για τους οποίους το αναθεωρητικό Δικαστήριο δικαιούται να ακυρώσει διοικητική πράξη, όπως έλλειψη δέουσας έρευνας, έλλειψη αιτιολογίας, πλάνη περί τα πράγματα, αναρμοδιότητα οργάνου κλπ.
Εφόσον το Δικαστήριο δεν έχει ενώπιον του καταχωρημένη προσφυγή, θα πρέπει να εξετάσει την αίτηση με τα δεδομένα που έχει υπό το φως και των όσων η αιτήτρια σήμερα προφορικά ανέφερε ενώπιον του Δικαστηρίου και παρουσίασε μέσω εγγράφων, αλλά και την ίδια την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, η οποία βρίσκεται στο φάκελο, κατόπιν βεβαίως της εμπλοκής της Δημοκρατίας σε αυτή την υπόθεση, έστω στο σύντομο χρόνο που έχει διατεθεί σε αυτή.
Από μια εξέταση, πρωταρχική πάντοτε, στα πλαίσια της θεώρησης της παρούσας αίτησης η οποία αφορά μόνο το δικαίωμα της νομικής αρωγής, διαφαίνεται ότι η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων σε μια πολυσέλιδη απόφαση εκτεινόμενη σε 21 σελίδες, εξέτασε κάθε τι το οποίο ελέχθη από την αιτήτρια κατά τη διοικητική προσφυγή σε συνάρτηση βεβαίως με τα όσα είχαν τεθεί από την ίδια κατά τη συνέντευξη ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου σε πρώτο στάδιο. Δεν χρειάζεται σε αυτό το στάδιο να εκτεθούν με λεπτομέρεια τα όσα συνιστούν την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής, είναι δε αρκετό να λεχθεί ότι το αίτημα της αιτήτριας ήταν για διεθνή προστασία ισχυριζόμενη ότι είχε εγκαταλείψει τη χώρα της παράνομα λόγω της κρίσης που επικρατούσε στη συγκεκριμένη πολιτεία που ζούσε, τη Delta State, λόγω αντιπαράθεσης μεταξύ δύο φυλών για πετρελαιοπηγές. Οι γονείς της, όπως η ίδια είχε αναφέρει, είχαν σκοτωθεί ενόψει αυτής της κρίσης και η ίδια κατάφερε να διαφύγει με αποτέλεσμα να εισέλθει στη Δημοκρατία παράνομα, υποβάλλοντας συνακόλουθα την αίτηση για προστασία.
Τόσο η Υπηρεσία Ασύλου, όσο και η Αναθεωρητική Αρχή, διέκριναν σοβαρές αντιφάσεις στην όλη εκδοχή που παρουσίασε η αιτήτρια. Υπήρξαν αντιφάσεις σε σχέση με ποια φυλή ανήκει στη χώρα της, κατά πόσο ανήκει σε οποιαδήποτε οργάνωση ή ομάδα στη Νιγηρία, αν η ίδια είχε ποτέ συλληφθεί, κρατηθεί, καταδικαστεί ή διωχθεί για λόγους που συναρτώνται με το καθεστώς της προστασίας προσφύγων, κατά πόσο εν τέλει οι γονείς της είχαν όντως φονευθεί λόγω της κρίσης που διερχόταν η συγκεκριμένη πολιτεία κ.ά.. Η Υπηρεσία Ασύλου διέκρινε αυτές τις αντιφάσεις και υπό το φως του δεδομένου ότι σε σημεία της συνέντευξης της η αιτήτρια ανέφερε ότι οι γονείς της είχαν αποθάνει από φυσικά αίτια, αλλά και εκ του γεγονότος ότι, όπως παρουσιάσθηκε εν τέλει, η ίδια φαίνεται να ήλθε στην Κύπρο αναζητώντας μια καλύτερη ζωή προς βελτίωση του βιοτικού της επιπέδου. Κρίθηκε ότι η αιτήτρια εντάσσεται στην κατηγορία του οικονομικού μετανάστη παρά οτιδήποτε άλλο, μη χρήζουσα προστασίας δυνάμει των σχετικών πλαισίων που καθορίζει η νομοθεσία περί προσφύγων. Κατά την αναθεωρητική διαδικασία, η αιτήτρια είχε τις υπηρεσίες νομικής εκπροσώπησης και τα όσα πρόσθετα τέθηκαν από το νομικό εκπρόσωπο της, όπως ότι υπήρξε θύμα βιασμού και ότι δεν το ανέφερε αρχικά στην Υπηρεσία Ασύλου λόγω αιδούς και ότι παρέμεινε σε περιοχή στο Λάγος για αρκετό χρόνο όπου ζητιάνευε για φαγητό και κοιμόταν κάτω από γέφυρα και ότι ως νέα και ορφανή γυναίκα σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα της θα βρεθεί και πάλι θύμα βίας και θα τύχει εμπορίας για σκοπούς εκμετάλλευσης σε προφανή καταπάτηση των ανθρωπίνων της δικαιωμάτων, εξετάστηκαν επισταμένα από την Αρχή, χωρίς όμως να στοιχειοθετηθούν με οποιοδήποτε τρόπο.
Εξετάστηκαν επίσης θέματα σε σχέση με τον ισχυρισμό της ότι πρόσφατα είχε ενηλικιωθεί και άρα έπρεπε η περίπτωση της να ιδωθεί και υπό το φως της νεαρής της ηλικίας, αλλά και υπό το φως των όσων επιπρόσθετα η νομοθεσία οριοθετεί για την προστασία ανηλίκων, αλλά και αυτά εξηγήθηκαν κατά την απόρριψη τους με επάρκεια από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων. Γενικώς κρίθηκε ότι οι ισχυρισμοί που τέθηκαν από την ίδια και το νομικό εκπρόσωπο της, ήταν βασισμένοι σε αυθαίρετες και αόριστες υποθέσεις που δεν δικαιολογούσαν νόμιμη βάση για ένδειξη φόβου ή ότι είχε όντως υποστεί βιασμό ή ότι αν επιστρέψει στην πατρίδα της θα τύχει οποιασδήποτε τέτοιας απάνθρωπης μεταχείρισης. Ζητήματα που εν πάση περιπτώσει και η αιτήτρια έθεσε και σήμερα ενώπιον του Δικαστηρίου μέσω των εγγράφων που παρουσίασε σε σχέση με τα δικαιώματα των γυναικών και τα οποία επίσης εξετάστηκαν από την Αναθεωρητική Αρχή και απορρίφθηκαν ενόψει των όσων καταγράφονται πολύ εμπεριστατωμένα στην απόφαση της. Απορρίφθηκαν επίσης ισχυρισμοί που είχαν σχέση με την έλλειψη κοινωνικού συστήματος υπηρεσίας στη Νιγηρία και της αδυναμίας του εκεί κράτους να προστατέψει γυναίκες θύματα βίας και εμπορίας.
Η απόφαση εν τέλει της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, η οποία και δεν έκρινε σκόπιμη την κλήση της αιτήτριας ενώπιον της εφόσον υπήρχε πλήρης εκπροσώπηση από νομικό, ήταν ότι οι λόγοι της διοικητικής προσφυγής ήταν ανυπόστατοι, ότι τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης δεν στοιχειοθετούσαν, ούτε υποστήριζαν τις προϋποθέσεις για αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα, ότι η αιτήτρια δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο λόγο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή λόγω πολιτικής αντίληψης και δεν μπόρεσε να αποδείξει ότι θα πρέπει να της αναγνωριστεί το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας λόγου φόβου ότι αν επιστρέψει στην πατρίδα της θα υποστεί σοβαρή και ανεπανόρθωτη βλάβη.
Οικονομικοί πρόσφυγες δεν κατατάσσονται γενικώς στην κατηγορία των πολιτικών προσφύγων όπως έχει αποφασιστεί σε υποθέσεις όπως τις Md Jakir Hossain v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 2319/06, ημερ. 16.7.2008, Barakan Petrosyan και Armen Petrosyan v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 883/08, ημερ. 10.2.2010, και Khaled Al Issa v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, υπόθ. αρ. 993/08, ημερ. 29.12.2009. Και επομένως στη βάση της νομολογίας που έχει αναπτυχθεί για την παροχή νομικής αρωγής σε αιτητές ασύλου όπως τις Farshad Khamsen, αίτ. αρ. 23/10, ημερ. 14.10.2010, Tagayuna Eleanor, αίτ. αρ. 17/10, ημερ. 16.9.2010 και Αναφορικά με τον Muhammad Ismail (αίτηση για νομική αρωγή) αίτ. αρ. 12/10, ημερ. 13.5.2010 , η αίτηση δεν μπορεί να εγκριθεί.
Όπως λέχθηκε και στην αρχή του παρόντος σκεπτικού, αυτά αναφέρονται υπό το φως του υπό κρίση αιτήματος ενώπιον του Δικαστηρίου που είναι η εξέταση και μόνο, του δικαιώματος της αιτήτριας να έχει νομική αρωγή. Το δικαίωμα της να καταχωρήσει προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο επί της ουσίας της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων παραμένει βέβαια αλώβητο στα πλαίσια της οποίας θα εξεταστούν όλοι οι λόγοι που θα τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου.
Η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και συνεπώς απορρίπτεται.
Τα έξοδα της μεταφράστριας θα καταβληθούν από το δημόσιο.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο