ABDULKADER MAJED ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ κ.α, Υπόθεση Αρ. 1099/2009, 7 Φεβρουαρίου 2011

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1099/2009)

 

7 Φεβρουαρίου, 2011

 

[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ABDULKADER MAJED,

 

Αιτητής,

 

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.    ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

2.    ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

ΚΑΙ  ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,

 

Καθ΄ων η αίτηση.

_______________

 

Αντ. Σ.  Παπαντωνίου, για τον Αιτητή.

Γ. Χατζηχάννα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής ο οποίος κατάγεται από τη Συρία, αφίχθηκε στην Κύπρο στις 25.9.2003, ως επισκέπτης.  Στις 22.12.2004, υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση άδειας παραμονής προκειμένου να παραμείνει στη Δημοκρατία με την Ελληνοκύπρια σύζυγό του.  Του παραχωρήθηκε άδεια προσωρινής παραμονής η οποία και ανανεώθηκε σταδιακά μέχρι τις 6.2.2009.

 

Aξιώνει ακύρωση της απόφασης της Διευθύντριας του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης (στο εξής «η Διευθύντρια»), ημερομηνίας 25.6.2009, με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή του για ανανέωση της άδειας παραμονής του στην Κύπρο. 

 

Ο αιτητής εγείρει έλλειψη αιτιολογίας, έλλειψη δέουσας έρευνας, παράβαση του Νόμου και αντισυνταγματικότητα της προσβαλλόμενης απόφασης λόγω παραβίασης του δικαιώματος σε ιδιωτική και οικογενειακή ζωή.  Προβάλλει επίσης παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης λόγω παραβίασης του δικαιώματος ακρόασης.

 

Όπως έχει επανειλημμένα λεχθεί το δικαίωμα μιας χώρας να ρυθμίζει την είσοδο και παραμονή αλλοδαπών στο έδαφός της, αποτελεί σύμφωνα και με το Διεθνές Δίκαιο έκφραση της κυριαρχίας της.  Η ευρεία αυτή διακριτική εξουσία του κράτους, περιορίζεται μόνο από την υποχρέωση να εξετάζει την κάθε περίπτωση με καλή πίστη.  Εφ΄ όσον η διακριτική ευχέρεια της διοίκησης ασκείται καλόπιστα, το Δικαστήριο δεν έχει περιθώρια  αμφισβήτησης  της  απόφασης  (Ήρωα ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 307, Slavova v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1272/2000, ημερ. 18.4.2002, Moyo and another v. Republic (1988) 3 CLR 1203 και Amanda Marga Ltd v.Republic (1985) 3 C.L.R. 2583).

 

Το υφιστάμενο τεκμήριο καλόπιστης άσκησης της ευχέρειας της διοίκησης παραμένει έγκυρο, μέχρι απόδειξης του αντιθέτου (Suleiman v. Republic (1987) 3 C.L.R. 224, 226).

 

Τηρουμένων των όποιων ειδικών διευθετήσεων που τυχόν προβλέπονται από διεθνείς συνθήκες στις οποίες έχει προσχωρήσει η Κυπριακή Δημοκρατία, κανένας αλλοδαπός δεν έχει δικαίωμα να απαιτήσει είσοδο ή παραμονή του στο έδαφός της.  Του παρέχεται μόνο η δυνατότητα να ζητήσει είσοδο και παραμονή, αφού ικανοποιήσει την αρμόδια αρχή ότι η παρουσία του δεν θα αποβεί επιζήμια στο κράτος.  Η Δημοκρατία τηρουμένης της υποχρέωσης για επίδειξη καλής πίστης διατηρεί κυρίαρχο δικαίωμα να μην επιτρέπει την είσοδο και παραμονή αλλοδαπού στο έδαφός της, να μην ανανεώνει προσωρινή άδεια παραμονής και να ακυρώνει, ακόμα και προσωρινή άδεια παραμονής που δεν έχει λήξει (Edine v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 355/05, ημερ. 4.7.2005).

 

Ως προς τον ισχυρισμό του αιτητή για έλλειψη αιτιολογίας αρκεί να λεχθεί ότι η αιτιολογία η οποία δίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση και επαρκής είναι και ακριβής.  Η αιτιολογία δεν είναι απαραίτητο να φαίνεται εξ ολοκλήρου στο κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης, αλλά μπορεί βέβαια να συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου, ενώ ανεπαρκής κρίνεται η αιτιολογία μόνο όταν με βάση τα στοιχεία που περιέχει δεν καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου (1994) 3 Α.Α.Δ. 574).

 

Στην παρούσα υπόθεση υπάρχει σωρεία στοιχείων στα οποία η διοίκηση βασίστηκε.  Τα στοιχεία αυτά είναι προφανή και είναι βέβαια η διγαμία του αιτητή, πράξη η οποία συνιστά, σύμφωνα με το δικό μας νομικό σύστημα και ποινικό αδίκημα.  Ο αιτητής ουδέποτε ανέφερε ότι ήταν παντρεμένος στη Συρία, ενώ, χωρίς να εξασφαλίσει διαζύγιο, προχώρησε σε δεύτερο γάμο με Ελληνοκύπρια.  Όταν του ζητήθηκε να παρουσιάσει πιστοποιητικό ελευθερίας παρέλειψε να το πράξει και μόνο ύστερα από σχετικά διαβήματα του Υπουργείου Εξωτερικών, μέσω της πρεσβείας μας στη Δαμασκό, διαφάνηκε ότι αυτός ήταν ακόμα παντρεμένος.  Νομίζω ότι δεν χρειάζεται να επεκταθώ περισσότερο.  Ο γάμος του αιτητή με Ελληνοκύπρια, ενώ υπήρχε εν ισχύι έγκυρος προηγούμενος, ήταν επαρκής αιτιολογία για την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Το δεύτερο επιχείρημα του αιτητή για έλλειψη δέουσας έρευνας θα πρέπει επίσης να απορριφθεί.  Η έρευνα ήταν επαρκής και επεκτάθηκε με πρωτοβουλία της διοίκησης και στη χώρα προέλευσης του αιτητή.  Όπως έχει αποφασιστεί   (Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.α. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447), η έρευνα κρίνεται επαρκής εφ΄ όσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται.

 

Ο αιτητής υποστηρίζει ότι δεν κλήθηκε σε προσωπική συνέντευξη ενώπιον της Διευθύντριας. Δεν υπάρχει οποιαδήποτε νομοθετική πρόνοια που να αναγκάζει τη διοίκηση να καλεί τους αιτούντες ανανέωσης προσωρινής άδειας παραμονής, να υποβάλουν τις απόψεις τους.  Εξ άλλου, σε αίτημα της διοίκησης να παρουσιάσει πιστοποιητικό γάμου, ο αιτητής, για προφανείς λόγους, παρέλειψε να ανταποκριθεί.  Συνεπώς, δεν αισθάνομαι ότι ο αιτητής στερήθηκε οποιουδήποτε δικαιώματος ακρόασης.  Ούτε και παραβιάστηκαν, όπως ισχυρίζεται, οι κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης.  Του δόθηκε η ευκαιρία να απαντήσει στα θέματα που είχαν εγερθεί, αλλά παρέλειψε να το πράξει.

 

Εν πάση περιπτώσει, η ακύρωση της άδειας διαμονής αλλοδαπού ή η απόρριψη αιτήματος για ανανέωσή της, δεν μπορεί να θεωρηθεί ούτε τιμωρία, ούτε και πειθαρχική κύρωση ώστε να προκύπτει άμεσα η ανάγκη να ακουστεί ο αιτητής (Kolomoets v. Δημοκρατίας κ.α., Υποθ. Αρ. 426/97, ημερ. 30.4.1999).  Κάθε κράτος, με βάση την αρχή της κυριαρχίας του, αποφασίζει τα της διαμονής ή μη υπηκόων τρίτων χωρών στο έδαφός του.

 

Ο αιτητής υποστηρίζει ότι στην περίπτωσή του έχει παραβιαστεί ο περί Ελεύθερης Διακίνησης και Διαμονής των Υπηκόων των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης και των Μελών των Οικογενειών τους, Νόμος του 2003, Ν.92(Ι)/2003, ο οποίος διασφαλίζει το δικαίωμα ελεύθερης διακίνησης και διαμονής των υπηκόων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης και των μελών της οικογένειάς τους.  Το ίδιο δικαίωμα εγκατάστασης στη Δημοκρατία έχουν, σύμφωνα πάντα με τον αιτητή, ανεξαρτήτως της ιθαγένειάς τους, ο σύζυγος και τα κάτω των 21 ετών τέκνα τους, δικαίωμα το οποίο επεκτείνεται και στους υπηκόους τρίτων χωρών που έχουν παντρευτεί Κυπρίους υπηκόους, μέσα στα πλαίσια της ίσης αντιμετώπισης των υπηκόων των άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης.

 

Στο παρελθόν υπήρξε συγκρουόμενη νομολογία για την ερμηνεία της Οδηγίας 2004/38/ΕΕ, η οποία, θα πρέπει να σημειωθεί, εν τω μεταξύ, ενσωματώθηκε στο εθνικό μας δίκαιο (βλέπε Saiedi v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1241/06, ημερ.28.7.2006 αλλά και Tekin v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 290/06, ημερ. 27.7.2007).  Το θέμα, όμως, έχει λυθεί με τη ψήφιση του περί Δικαιώματος των Πολιτών της ΄Ενωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στη Δημοκρατία Νόμου του 2007, Ν.7(Ι)/2007.  Στο άρθρο 2, προβλέπεται ότι «πολίτης της ΄Ενωσης» σημαίνει κάθε πρόσωπο που έχει την ιθαγένεια κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης, άλλου από τη Δημοκρατία.  Ο ορισμός αυτός εξαιρεί βέβαια τον αιτητή ο οποίος δεν μπορεί να έχει τα προνόμια που παρέχονται στα μέλη των οικογενειών υπηκόων τρίτων χωρών, που είναι συγγενείς με πολίτες κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης.

 

Βέβαια ο αιτητής, ούτως ή άλλως, δεν θα μπορούσε να επωφεληθεί από οποιαδήποτε νομοθεσία που αφορά τα μέλη της οικογένειας πολίτη μέλους της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης, αφού ο γάμος του με την Ελληνοκύπρια είναι άκυρος, λόγω της ύπαρξης προηγούμενου γάμου του στη Συρία.

 

Ο αιτητής υποστηρίζει ακόμα παραβίαση του ΄Αρθρου 15 του Συντάγματος, δηλαδή παραβίαση του δικαιώματός του σε οικογενειακή ζωή.  Οι καθ΄ ων η αίτηση υποστήριξαν ότι στην προσφυγή δεν υπάρχει αναφορά σε παραβίαση του Άρθρου 15 του Συντάγματος αλλά μόνο στην παράλειψη προστασίας του θεσμού της οικογένειας και συνεπώς η συγκεκριμένη επιχειρηματολογία δεν πρέπει να εξεταστεί.

 

Δεν συμφωνώ με την πιο πάνω ένσταση αφού η αναφορά στη παράλειψη προστασίας του θεσμού της οικογένειας αν ίσχυε, ασφαλώς και παραβιάζει το ΄Αρθρο 15 του Συντάγματος.  Όμως, δεν τίθεται θέμα προστασίας της οικογενειακής ζωής του αιτητή, αφού ο γάμος του με την Ελληνοκύπρια δεν είναι έγκυρος.  Συνεπώς ο αιτητής δεν μπορεί να επικαλείται παραβίαση του δικαιώματος για οικογενειακή ζωή. 

 

Εξ άλλου, σύμφωνα και με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η Σύμβαση ισχύει όπου το μέλος της οικογένειας που ανήκει σε συμβαλλόμενο κράτος, δεν έχει δικαίωμα, σύμφωνα με το νόμο του κράτους του αλλοδαπού να τον συναντήσει στη χώρα του και να ζήσει εκεί.  Το ίδιο ισχύει και στις περιπτώσεις όπου δεν επιτρέπεται στον αλλοδαπό να επιστρέψει στη χώρα του γιατί είναι πρόσφυγας.  Σε μια τέτοια περίπτωση το άρθρο 8(1) της Σύμβασης μπορεί να ερμηνευτεί με τρόπο που να απαιτείται από το συμβαλλόμενο κράτος να επιτρέψει στον αλλοδαπό να ενωθεί με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς του.  Τα προβλήματα που τυχόν αντιμετωπίζουν τα μέλη της οικογένειας για να ενωθούν με τον άλλο, εκτός του συμβαλλόμενου κράτους, θα πρέπει να είναι ουσιαστικά.  Οικονομικά ή πολιτιστικά μειονεκτήματα γενικώς κρίνονται ως μη ικανοποιητικά (Beldjoudi v. France A234 – A para (1992).  Βλέπε ακόμα Abdulaziz Cabalas and Balkandali v. U.K. A94 para 68 (1985)). 

 

Εν όψει όλων των ανωτέρω, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1.600 έξοδα, εναντίον του αιτητή

 

 

Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΜΔ             


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο