ΑΝΔΡΕΑ ΗΛΙΑ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΡΙΣΕΩΝ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΩΝ κ.α, Υπόθεση Αρ. 548/2009, 8 Μαρτίου 2012

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 548/2009)

 

 

8 Μαρτίου 2012

 

 

[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δικαστής]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 25, 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΑΝΔΡΕΑ ΗΛΙΑ

Αιτητή

ν.

                   ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

                   1. ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΡΙΣΕΩΝ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΩΝ

                   2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ

                   3. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Καθ΄Ων η Αίτηση.

_________

 

 

Π. Παναγιώτου για Α. Μαρκίδης, για τον Αιτητή.

Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα,  για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

_________________

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.:  Την 1.11.2005 το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων Αξιωματικών απεφάσισε τον ευδόκιμο τερματισμό της υπηρεσίας 30 αξιωματικών, περιλαμβανομένου του Αιτητή.  Η απόφαση αυτή ανεκλήθη μετά από την έκδοση ακυρωτικής απόφασης της Πλήρους Ολομέλειας σε προσφυγή ενός εκ των επηρεαζομένων αξιωματικών (Θεοδώρου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 44) και ο Αιτητής απέσυρε την προσφυγή που είχε και εκείνος καταχωρήσει.  Η ακυρωτική απόφαση συναρτάτο προς τον κανονισμό 51(4) της Κ.Δ.Π. 90/1990 ο οποίος προνοεί:

 

«(4) Το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων, αφού αξιολογήσει την εν γένει κατάσταση, τις εξειδικευμένες ανάγκες της υπηρεσίας κατά Κλάδο και την ανάγκη παροχής δυνατότητας ανέλιξης Αξιωματικών κατώτερων βαθμών και αφού λάβει υπόψη, μεταξύ άλλων, όλους ή οποιοδήποτε από τους πιο κάτω παράγοντες, ήτοι:

 

(α) την όλη σταδιοδρομία του Αξιωματικού· ή

 

(β) τη δυνατότητα περαιτέρω προσφοράς του Αξιωματικού· ή

 

(γ) το χρόνο παραμονής του Αξιωματικού στον κατεχόμενο βαθμό· ή

 

(δ) την ηλικία του Αξιωματικού.

 

αποφασίζει κατά πόσο ο Αξιωματικός του οποίου εξετάζει την περίπτωση πρέπει να αφυπηρετήσει ως τερματίσας ευδόκιμα την υπηρεσία του.»

 

 

 

Εκρίθη ότι δεν είχε γίνει η προκαταρκτική έρευνα που προνοείται στον κανονισμό, παραθέτω δε το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση (δοθείσα από τον Κραμβή, Δ., σελίδες 50-51):

 

«Είναι σαφές ότι, για να ενεργοποιηθεί η εξουσία του Συμβουλίου και να καθοριστεί το ποσοστό των αξιωματικών που πρέπει να αφυπηρετήσουν από τις τάξεις του Στρατού ως ευδοκίμως τερματίσαντες την υπηρεσία τους, αλλά και το πόσοι αξιωματικοί αντιστοιχούν κατά κλάδο, τίθενται κάποιες προϋποθέσεις των οποίων η εξέταση προηγείται, ήτοι, η «εν γένει κατάσταση», οι «εξειδικευμένες ανάγκες της υπηρεσίας κατά Κλάδο» καθώς και η «ανάγκη παροχής δυνατότητας ανέλιξης Αξιωματικών κατώτερων βαθμών». Οι εξειδικευμένες ανάγκες της Εθνικής Φρουράς σε ανώτερους Αξιωματικούς ανά Σώμα, η δυνατότητα ανέλιξης νεότερων Αξιωματικών κατώτερων βαθμών στις θέσεις αυτές, οι απαιτήσεις της μαχητικής ικανότητας κατά το δεδομένο χρόνο, είναι στοιχεία ενδεικτικά τα οποία έπρεπε να είχαν αναλυτικά εξεταστεί από το ο Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων, προκειμένου να τεθεί το αναγκαίο υπόβαθρο για τη λήψη της επίδικης απόφασης. Ο Κανονισμός επιβάλλει αξιολόγηση των ουσιωδών αυτών παραγόντων στα πλαίσια μιας γενικής εκτίμησης των αναγκών αποστρατείας κατά τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, διαφορετικά, τόσο ο αριθμός των εξεταζόμενων περιπτώσεων όσο και η ίδια η ατομική κρίση που ακολουθεί, παραμένουν μετέωρα.

 

Η γενική αναφορά του Συμβουλίου Κρίσεων στο πρακτικό (Τεκ. 1 στην ένσταση) αποτελεί απλή επανάληψη του κανονιστικού πλαισίου και δεν ικανοποιεί τις ανάγκες της δέουσας προκαταρκτικής έρευνας. Δεν έχουν τεθεί ενώπιον μας οποιαδήποτε στοιχεία που ενδεχομένως λήφθηκαν υπόψη και συνεπώς ο δικαστικός έλεγχος αναφορικά με το αν δικαιολογείτο ο ευδόκιμος τερματισμός της υπηρεσίας 30 αξιωματικών, από τους οποίους 20 συνταγματαρχών, καθίσταται αδύνατος.»

 

 

 

Κατά την επανεξέταση που ακολούθησε ελήφθη και πάλι απόφαση για ευδόκιμο τερματισμό της υπηρεσίας του Αιτητή και 25 άλλων τους οποίους αφορούσε η επανεξέταση.  Η απόφαση ελήφθη στη βάση των ακόλουθων αναφερομένων στα πρακτικά:

 

«Το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων στη συνέχεια ενημερώθηκε από το Διοικητή της Εθνικής Φρουράς, για την υπηρεσιακή κατάσταση και τις επιχειρησιακές ανάγκες του στρατεύματος για το έτος 2005, μετά από προσωπική έρευνα που έκανε.  Ακολούθως, αφού συζήτησε διεξοδικά το θέμα, εκτίμησε την εν γένει κατάσταση, όπως αυτή αξιολογείται και διαμορφώνεται από το γεγονός ότι, οι αξιωματικοί, που υπηρετούσαν κατά το έτος 2005, στους βαθμούς του Ανθυπολοχαγού μέχρι και του Αντισυνταγματάρχη, στην πλειονότητά τους είναι απόφοιτοι Ανώτατων Στρατιωτικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΑΣΕΙ) ή Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΑΕΙ), ενώ στους βαθμούς του Συνταγματάρχη και άνω οι περισσότεροι από τους υπηρετούντες δεν προέρχονται από ΑΣΕΙ ή ΑΕΙ.  Ενόψει τούτου, έκρινε ότι οι υπηρεσιακές ανάγκες του στρατεύματος εξυπηρετούνται καλύτερα, όταν οι αξιωματικοί που καλούνται να διοικήσουν σχηματισμούς ή συγκροτήματα ή μονάδες ή/και να στελεχώσουν κρίσιμες επιτελικές θέσεις του στρατεύματος και του Υπουργείου Άμυνας ή/και να τοποθετηθούν σε άλλες κρατικές υπηρεσίες, είναι απόφοιτοι ΑΣΕΙ ή ΑΕΙ, Ανώτατης Σχολής Πολέμου και Σχολής Εθνικής Άμυνας και να έχουν παρακολουθήσει επιμορφωτικά σεμινάρια της ειδικότητάς τους.  Τα προσόντα αυτά έκρινε ότι παρέχουν στους αξιωματικούς τη δυνατότητα, αφενός να ανταπεξέρχονται ευκολότερα και αποτελεσματικότερα στις ανάγκες σχεδιασμού και διοίκησης ενός σύγχρονου στρατεύματος στην ειρήνη και κυρίως σε περιόδους κρίσεων και επιχειρήσεων, αφού θα διαθέτουν ως εκ της ακαδημαϊκής τους μόρφωσης, το απαιτούμενο προς τούτο γνωσιολογικό υπόβαθρο και αφετέρου θα δύνανται να συμμετέχουν σε διεθνείς αποστολές στα πλαίσια δραστηριοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή άλλων Διεθνών Οργανισμών, καθώς επίσης και να τοποθετούνται σε Πρεσβείες της Δημοκρατίας ή άλλες Διπλωματικές Αποστολές στο εξωτερικό.  Περαιτέρω έκρινε ότι, οι εξειδικευμένες ανάγκες του στρατεύματος, κατά Κλάδο, που επιβάλλονται από τις σύγχρονες αντιλήψεις περί Ενόπλων Δυνάμεων και ανταπόκρισης σε μελλοντικές προκλήσεις, επιβάλλουν τη στελέχωσή του με προσωπικό που να έχει το υπόβαθρο παρακολούθησης των εξελίξεων στον ευρύτερο γεωπολιτικό χώρο και στα σύγχρονα οπλικά συστήματα, ως απόρροια της εκπαίδευσής τους στα ΑΣΕΙ και στις άλλες Σχολές.  Ενόψει των πιο πάνω, έκρινε ότι υπάρχει ανάγκη στο στράτευμα να δοθεί η δυνατότητα ανέλιξης των αξιωματικών των κατώτερων βαθμών, που στην πλειονότητά τους είναι απόφοιτοι ΑΣΕΙ ή ΑΕΙ και διαθέτουν την απαιτούμενη ακαδημαϊκή μόρφωση.»

 

 

 

Η απόφαση ως προς τον Αιτητή ελήφθη για τους ακόλουθους λόγους:

 

«…επειδή, δεν διαθέτει τη γενικότερη ακαδημαϊκή μόρφωση, η οποία, με βάση τις επιχειρησιακές και υπηρεσιακές ανάγκες του στρατεύματος και την επιδιωκόμενη αναβάθμιση και εκσυγχρονισμό του, απαιτείται για την αποτελεσματικότερη λειτουργία του, καθόσον δεν είναι απόφοιτος Ανώτατου Στρατιωτικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος και ούτε έχει φοιτήσει στην Ανώτατη Σχολή Πολέμου και στη Σχολή Εθνικής Άμυνας.  Το Συμβούλιο έκρινε ότι τα πιο πάνω περιορίζουν τη δυνατότητα για περαιτέρω προσφορά του και η παραμονή του στο στράτευμα δεν παρέχει τη δυνατότητα ανέλιξης αξιωματικών κατώτερων βαθμών.»

 

 

 

Ο Αιτητής προσβάλλει τώρα και αυτή την απόφαση, στην ουσία με αναφορά στην έλλειψη δέουσας έρευνας σε συνάρτηση και με το δεδικασμένο.  Πάρα πολύ πρόσφατα έχει εκδοθεί ακυρωτική απόφαση σε προσφυγή άλλου εκ των επηρεαζομένων αξιωματικών στην υπόθεση Περικλέους ν. Δημοκρατίας, 456/2009, 5.3.2012, από τον αδελφό μου Δικαστή Πασχαλίδη, στην οποία ελέχθησαν τα ακόλουθα:

 

«Είναι προφανές ότι για σκοπούς λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάστηκαν και λήφθηκαν υπόψη οι υπηρεσιακές ανάγκες του στρατεύματος, για τις οποίες κρίθηκε ότι εξυπηρετούνται καλύτερα από Αξιωματικούς απόφοιτους Ανώτερων Σχολών.  Επίσης διαπιστώθηκε η ανάγκη να δοθεί η δυνατότητα ανέλιξης των Αξιωματικών των κατώτερων βαθμών, η πλειοψηφία των οποίων είναι απόφοιτοι Ανώτατων Σχολών.  Όσα όμως σχετικά αναφέρουν οι καθ΄ων η αίτηση, είναι γενικής μορφής και δεν εξειδικεύονται κατά κλάδο όπως προνοείται στον Κανονισμό και όπως έχει αποφασισθεί στην υπόθεση Θεοδώρου.  Δεν προέβηκαν δηλαδή οι καθ΄ων η αίτηση σε έρευνα για να διαπιστώσουν τις ανάγκες της υπηρεσίας κατά κλάδο και εάν θα υπήρχε η δυνατότητα ανέλιξης Αξιωματικών κατά κλάδο αλλά γενικά για όλο το στράτευμα.  Περαιτέρω, δεν έγινε η δέουσα έρευνα ως προς το κατά πόσο με τον ευδόκιμο τερματισμό της υπηρεσίας του αιτητή θα παρείχετο η δυνατότητα ανέλιξης κατώτερων Αξιωματικών και εάν στο σώμα στο οποίο ανήκε ο αιτητής υπήρχαν τέτοιοι κατώτεροι Αξιωματικοί.  Ούτε και έγινε η δέουσα έρευνα ως προς τον αριθμό των Αξιωματικών που απαιτείτο όπως αφυπηρετήσουν.  Έχουν εξεταστεί οι προσωπικές περιστάσεις του αιτητή, χωρίς όμως να στοιχειοθετηθούν εκ των προτέρων οι γενικότεροι παράγοντες κατά τον ουσιώδη χρόνο, ώστε να μπορεί να διαπιστωθούν στο πλαίσιο του αναθεωρητικού ελέγχου οι λόγοι για τον ευδόκιμο τερματισμό του με βάση τον πιο πάνω Κανονισμό (Υποθέσεις Αρ. 1382/2010 κ.α., Πενταράς ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 17/10/2011).»

 

 

 

Ανάλογη προσέγγιση υιοθετήθηκε από τον αδελφό μου Δικαστή Νικολάτο στην επίσης πολύ πρόσφατη υπόθεση Αμπίζας ν. Δημοκρατίας, 627/2009, 29.2.2012, όπου ελέχθησαν τα ακόλουθα:

 

«Το κύριο ζήτημα που θα πρέπει να αποφασιστεί είναι το κατά πόσον η έρευνα που έγινε στην προκείμενη περίπτωση και η αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης είναι επαρκή και συνιστούν συμμόρφωση με το δεδικασμένο της απόφασης Θεοδώρου (ανωτέρω).     Κατά την κρίση μου ούτε η έρευνα, ούτε η αιτιολογία που δόθηκε για την προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκή, αλλά ούτε και συνιστούν συμμόρφωση με το δεδικασμένο της Θεοδώρου (ανωτέρω).   Από την ερμηνεία του Καν. 51(4), στην οποία προέβη η Ολομέλεια στη Θεοδώρου, φαίνεται ότι για να ενεργοποιηθεί η εξουσία του Συμβουλίου Κρίσεων και να καθοριστεί το ποσοστό των αξιωματικών που πρέπει να αφυπηρετήσουν, ως ευκοδίμως τερματίσαντες την υπηρεσία τους, αλλά και πόσοι αξιωματικοί θα αφυπηρετήσουν, κατά Κλάδον, θα πρέπει να μελετηθούν πρώτα, μεταξύ άλλων, οι εξειδικευμένες ανάγκες της υπηρεσίας, κατά Κλάδον.   Όπως αντιλαμβάνομαι το σκεπτικό της απόφασης Θεοδώρου για την ενεργοποίηση της εξουσίας του Συμβουλίου δυνάμει του προαναφερόμενου κανονισμού επιβάλλεται, ως προϋπόθεση, η αξιολόγηση ουσιωδών παραγόντων όπως είναι, μεταξύ άλλων, οι απαιτήσεις της μαχητικής ικανότητας κατά το δεδομένο χρόνο, στα πλαίσια μιας γενικής εκτίμησης των αναγκών αποστρατείας κατά τη συγκεκριμένη χρονική  περίοδο.  Δηλαδή, κατά την αντίληψη μου, θα πρέπει να εξεταστούν οι ανάγκες της υπηρεσίας, κατά Κλάδον, σε αξιωματικούς, τη δεδομένη χρονική στιγμή, να αποφασιστεί εάν υπάρχει ανάγκη αποστρατείας και σε ποιο ποσοστό, κατά Κλάδον, και στη συνέχεια να αποφασιστεί ποιοι συγκεκριμένοι αξιωματικοί θα τερματίσουν την υπηρεσία τους ως ευδοκίμως αφυπηρετήσαντες.

 

Στην παρούσα υπόθεση δεν φαίνεται να τηρήθηκαν τα προαναφερόμενα.  Ουσιαστικά εκείνο που αποφασίστηκε ήταν ότι είναι επιθυμητό να αφυπηρετήσουν οι παλαιότεροι αξιωματικοί από το βαθμό του Συνταγματάρχη και άνω, όπως ήταν ο αιτητής, οι οποίοι δεν είχαν εκπαίδευση στα προαναφερόμενα ιδρύματα και να ανελιχθούν στις θέσεις αυτές κατώτεροι αξιωματικοί οι οποίοι είχαν εκπαίδευση στα  προαναφερόμενα ιδρύματα.  Αυτό όμως, κατά την κρίση μου, είναι μια γενικευμένη και υπεραπλουστευμένη διαδικασία η οποία δεν συνάδει με τον μάλλον περίπλοκο μηχανισμό που προνοείται από τον Καν. 51(4), όπως επεξηγήθηκε στη Θεοδώρου (ανωτέρω), για σκοπούς καθορισμού των εξειδικευμένων αναγκών της υπηρεσίας, κατά Κλάδον, και κατ΄ επέκταση του ποσοστού αλλά και του αριθμού των αξιωματικών, κατά Κλάδον, που θα αφυπηρετήσουν, ως ανωτέρω.  Γι΄ αυτό το ζήτημα θα έπρεπε να αναλυθούν οι ανάγκες της υπηρεσίας, σε αξιωματικούς των διαφόρων βαθμίδων, ανά Κλάδο, και τότε να αποφασιστεί πόσοι και στη συνέχεια ποιοι αξιωματικοί θα αφυπηρετούσαν, ανά Κλάδο.   Σημειώνεται ότι ο αιτητής υπηρέτησε στη θέση Συνταγματάρχη μόνο για έξι περίπου μήνες.»

 

 

 

Με όλο το σέβας προς τους· αδελφούς μου Δικαστές, έχω άλλη άποψη του θέματος.  Η βασική διαπίστωση του Ανωτάτου Συμβουλίου Κρίσεων ήταν η καλύτερη εξυπηρέτηση των υπηρεσιακών αναγκών του στρατεύματος μέσω της στελέχωσης των σχηματισμών, συγκροτημάτων, μονάδων, επιτελικών θέσεων και άλλων υπηρεσιών με αποφοίτους ανωτάτων σχολών.  Τα πλεονεκτήματα αυτής της στελέχωσης επεξηγήθησαν λεπτομερώς και αφορούσαν όλους τους κλάδους του στρατεύματος.  Δεν υπήρξε «απλή επανάληψη του κανονιστικού πλαισίου», όπως έγινε στη Θεοδώρου, αλλά πλήρης ανάλυση των διαπιστωθεισών αναγκών όλων των κλάδων όπως εξειδικεύθησαν σε συνάρτηση με τις σύγχρονες απαιτήσεις και τα πλεονεκτήματα της στελέχωσης όλων των υπηρεσιών όλων των κλάδων με αξιωματικούς καταρτισμένους στο ανώτατο ακαδημαϊκό επίπεδο.  Τι άλλη έρευνα ως προς εξειδικευμένες ανάγκες κατά κλάδο θα αναμένετο, αφού δεν ήταν πλέον θέμα εξειδικευμένων αναγκών αλλά ανάγκης που διείπε όλους τους κλάδους;  Η επάρκεια της έρευνας συναρτάται προς τη φύση του θέματος και εδώ η φύση και ποιότητα της ανάγκης δεν απαιτούσε περαιτέρω εξειδίκευση πλην, ως έγινε, της εξέτασης της κάθε περιπτώσεως υπό το πρίσμα της επιδίωξης που είχε εξειδικευθεί.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται.  Ο Αιτητής θα καταβάλει €800 έξοδα στη Δημοκρατία.

 

 

 

                                                     Δ. Χατζηχαμπής, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΚΧ"Π


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο