LELLA KENTONIS INVESTMENT CO LTD κ.α ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 773/2010, 4 Απριλίου 2012

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                                   (Υπόθεση Αρ. 773/2010)

 

4 Απριλίου, 2012

 

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

1.   LELLA KENTONIS INVESTMENT CO LTD,

2.   IZAR CONSTRUCCIONES NAVALES S.A.

SYSTEMS DIVISION SYSTEMS FABA

Αιτητές,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.   ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ,

2.   ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΑΣΩΝ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ,

3.   ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΑΣΩΝ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ & ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΥΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

- - - - - -

Μ. Καλλιγέρου, για τους Αιτητές.

Μ. Θεοκλήτου, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

 

- - - - - -

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:  Οι αιτήτριες επιδιώκουν την ακύρωση της συνεχιζόμενης παράλειψης των καθ’ ων η αίτηση να προβούν σε επανεξέταση μετά από την ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη Lella Kentonis Investment Co Ltd, Izar Construcciones Navales S.A.Systems Division Systems FABA, υπόθ. αρ. 618/04, ημερ. 20.6.08.

 

Mε την πιο πάνω απόφαση, ακυρώθηκε η απόφαση κατακύρωσης στην  Project Automation Sp.A ( για το ποσό των €465.000) του διαγωνισμού για προμήθεια και εγκατάσταση ενός αυτόματου συστήματος ανίχνευσης πυρκαγιών στο δάσος του Ακάμα που περιλάμβανε δυο συμβόλαια. Το πρώτο αφορούσε  σχεδιασμό, παράδοση, εγκατάσταση και συντήρηση του συστήματος κατά την περίοδο της εγγύησης, το οποίο θα χρηματοδοτείτο από τη ΕΕ και το δεύτερο θα κάλυπτε υπηρεσίες μετά την πώληση και συντήρηση μετά το πέρας της εγγύησης, με τη χρηματοδότηση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Οι αιτήτριες σε συνεργασία, ήταν ο μοναδικός άλλος προσφοροδότης που είχε υποβάλει προσφορά για το ποσό των €1.228.000. Διαπιστώθηκε, ως λόγος ακύρωσης, ότι οι αποκλίσεις της προσφοράς του ενδ. μέρους θα έπρεπε να εξεταστούν μέσα στα πλαίσια της πρόνοιας του όρου 1.2 του μέρους Α, το οποίο απαιτούσε πλήρη συμμόρφωση με τις τεχνικές προδιαγραφές και κατά συνέπεια κρίθηκε ότι υπήρξε αναιτιολόγητη κατακύρωση προσφοράς σε μη ανταποκρινόμενο προσφοροδότη.

 

 Μετά την ολοκλήρωση των εργασιών εγκατάστασης και μέσα στα πλαίσια δοκιμής του συστήματος με σκοπό την παραλαβή του, διαπιστώθηκε ότι οι σημαντικότεροι όροι των τεχνικών προδιαγραφών που αφορούσαν στον ελάχιστο χρόνο και απόσταση ανίχνευσης της πυρκαγιάς δεν ικανοποιούνταν. Μετά από σχετικό αίτημα των αιτητριών να ενημερωθούν για την πρόοδο του έργου οι καθ’ ων η αίτηση τις πληροφόρησαν στις 18.11.05 ότι το σχετικό συμβόλαιο τερματίστηκε επειδή το σύστημα που θα παραδινόταν ήταν εκτός προδιαγραφών.

Ακολούθως και εκκρεμούσης της πιο πάνω προσφυγής, οι αιτήτριες με επιστολή της δικηγόρου τους ημερ. 3.1.06 ζήτησαν, ενόψει του ότι οι προσφοροδότες ήταν μόνο δυο και η προσφορά ήταν η μόνη εντός προδιαγραφών και επειδή ήταν σε θέση να παράσχουν το προϊόν ως η προσφορά τους, να υπογραφεί συμβόλαιο με τις ίδιες. Με επιστολή ημερ. 17.1.06 οι καθ’ ων η αίτηση απάντησαν τα ακόλουθα:

 

«Αναφέρομαι στην επιστολή σας ημερ. 3 Ιανουαρίου, 2006 σχετικά με το πιο πάνω θέμα και σας πληροφορώ ότι σύμφωνα με τους όρους και τις διαδικασίες υλοποίησης του Σχεδίου «Management of Akamas forest», μέσα στα πλαίσια του οποίου προκηρύχθηκε η πιο πάνω προσφορά, όλες οι εργασίες και δραστηριότητες του έπρεπε να ολοκληρωθούν μέσα σε καθορισμένη χρονική περίοδο που έληξε στις 30 Σεπτεμβρίου, 2005. Ως εκ τούτου μέσα στα πλαίσια αυτής της διαδικασίας δεν υπήρχε, αλλά ούτε και υπάρχει, δυνατότητα υπογραφής συμβολαίου με τους πελάτες σας για το σχεδιασμό, προμήθεια, εγκατάσταση και λειτουργία ενός Αυτόματου Συστήματος Ανίχνευσης Πυρκαγιών στο δάσος του Ακάμα. Αν υπήρχε δυνατότητα παράτασης της πιο πάνω χρονικής περιόδου θα παρείχετο και η δυνατότητα παράτασης του συμβολαίου με τη Project Automation για να προβεί στις απαραίτητες αλλαγές και τροποποιήσεις έτσι που το Σύστημα να πληροί τις προδιαγραφές.

 

Είμαστε στη διάθεση σας για οποιαδήποτε διευκρίνιση και/ή επιπρόσθετες πληροφορίες.»

 

 

Μετά την έκδοση της ακυρωτικής απόφασης, οι αιτήτριες, μέσω της δικηγόρου τους, έστειλαν την επιστολή ημερ. 3.7.09 με την οποία αξίωναν αποζημιώσεις για απώλεια κέρδους ύψους €435.000 που προέκυψε λόγω της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση να μην επανεξετάσουν την επίδικη απόφαση και να προχωρήσουν με νέα προκήρυξη.

 

Η απάντηση των καθ’ ων η αίτηση ήταν ότι δεν έχουν δικαιοδοσία να κρίνουν οποιαδήποτε βλάβη των αιτητριών ούτε να καθορίσουν το ύψος της και να λάβουν οποιαδήποτε μέτρα για την αποκατάσταση της. Παρέπεμπαν τις αιτήτριες στο Επαρχιακό Δικαστήριο σε περίπτωση που πιστεύουν πως έχουν υποστεί ζημιά.

 

Σε ότι αφορά την υλοποίηση του επίμαχου έργου, το Τμήμα Δασών περί τα μέσα Αυγούστου 2008 ανακοίνωσε την προκήρυξη προσφορών για την εγκατάσταση Συστήματος Ανίχνευσης Πυρκαγιών στο Δάσος του Ακάμα, έργο που εντάχθηκε στο Μέτρο 2.5 του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης 2007-2013. Οι αιτήτριες δεν υπέβαλαν προσφορά. Στις 23.1.09 το Συμβούλιο Προσφορών αποφάσισε την κατακύρωση προσφοράς στην εταιρεία Printec A.E. με την οποία υπογράφηκε το σχετικό συμβόλαιο και παρελήφθη το Σύστημα στις 25.11.09.

 

Θα ασχοληθώ κατά προτεραιότητα με την προδικαστική ένσταση που προβάλλουν οι καθ’ ων η αίτηση, σύμφωνα με την οποία οι αιτήτριες στερούνται άμεσου εννόμου συμφέροντος να προσβάλλουν την επίδικη παράλειψη αφού στον επίδικο διαγωνισμό προσφοροδότης ήταν η κοινοπραξία των δυο εταιρειών. Συνεπώς υποβάλλουν ότι το συμφέρον της κάθε αιτήτριας είναι έμμεσο αφού διέρχεται μέσα από τον επηρεασμό των συμφερόντων της Κοινοπραξίας. Παραπέμπουν σε σχετική νομολογία Joannou & Paraskevaides Ltd (2006) 3AAΔ 341, Electromatic Ltd κ.α. v.Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 924/03 και 1031/2003, ημερ. 12.5.05.

 

Τέτοια ένσταση δεν είχε προβληθεί ούτε εξετάστηκε από το δικαστήριο στην προηγούμενη δικαστική διαδικασία επί της προσφυγής 618/04, αλλά θα την εξετάσω αφού άπτεται θεμελιακής προϋπόθεσης παραδεκτού της προσφυγής που εξετάζεται σε οποιοδήποτε στάδιο αυτεπάγγελτα. Οι υποθέσεις στις οποίες παρέπεμψε η δικηγόρος των καθ’ ων η αίτηση διαφοροποιούνται από την παρούσα, διότι εκεί προσφεύγουσα εταιρεία ήταν μια από τις εταιρείες της κοινοπραξίας που είχε υποβάλει την προσφορά. Στην προκειμένη περίπτωση, η προσφυγή ασκήθηκε, όπως και η προηγούμενη που οδήγησε στην ακυρωτική απόφαση, και από τις δυο εταιρείες οι οποίες συνεργάστηκαν ως κοινοπραξία για την υποβολή της προσφοράς. Αφού οι δυο εταιρείες που συγκροτούσαν από κοινού την κοινοπραξία ως φορέα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, καταχώρησαν από κοινού την προσφυγή, δεν μπορεί το συμφέρον τους να θεωρηθεί έμμεσο καθώς ταυτίζεται απόλυτα με αυτό της κοινοπραξίας ως ενιαίας οντότητας. (βλ. σχετική υποσημείωση του συγγράμματος της Γλ. Σιούττη «Το έννομο συμφέρον στη Αίτηση Ακυρώσεως» σελ. 126 πως «δικαίωμα να ασκήσουν αίτηση ακυρώσεως αυτοτελώς έχουν και τα μέλη των κοινοπραξιών», Caramondani Bros Ltd, C.N.C.P. Boat & Car Parks Ltd ν. Δήμου Λεμεσού, υποθ. αρ. 281/2003, ημερ. 20.1.05). Συνεπώς η προδικαστική ένσταση απορρίπτεται ως αβάσιμη.

 

Οι αιτητές θεωρούν ότι ενόψει και της προσφοράς τους που ήταν η μόνη εντός προδιαγραφών οι καθ’ ων η αίτηση απέτυχαν να συμμορφωθούν με το δεδικασμένο της ακυρωτικής απόφασης και συνεχίζουν να παραβιάζουν την συνταγματική υποχρέωση τους για επανεξέταση με το πραγματικό και νομικό καθεστώς του ουσιώδους χρόνου. Προκειμένου να υποστηρίξουν την ανάγκη νέου αναθεωρητικού ελέγχου σε περίπτωση επανεξέτασης που δεν έγινε, παρέπεμψαν στις Ιωάννου ν. ΚΟΑ (2001) 1(Β) ΑΑΔ 1048, Χαράλαμπου Νίκολας ν. Δημοκρατίας (2001) 1(Β) ΑΑΔ 983 και Vnukovo Ailines (V.Α.) κ.α. ν. Δημοκρατίας (2001) 1(Β) ΑΑΔ 969.

 

Από την άλλη, η συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση υπέβαλε ότι δεν τίθεται εδώ θέμα παράλειψης συμμόρφωσης με την ακυρωτική απόφαση διότι, ειδικά σε σχέση με τους δημόσιους διαγωνισμούς, υπάρχουν περιπτώσεις όπου υπάρχει αντικειμενική αδυναμία αποκατάστασης των πραγμάτων στην κατάσταση που βρίσκονταν την ημέρα της ακυρωθείσας διοικητικής απόφασης. Υποστηρίζει συναφώς ότι μετά την έκδοση της ακυρωτικής απόφασης στις 20.6.08 και αφού η σύμβαση με τον επιτυχόντα προσφοροδότη είχε ήδη τερματιστεί από 23.9.05, επειδή το σύστημα που θα παραδινόταν ήταν εκτός προδιαγραφών, οι καθ’ ων η αίτηση ζήτησαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση παράταση της περιόδου που προέβλεπαν οι όροι του διαγωνισμού για υλοποίηση του Σχεδίου χωρίς αποτέλεσμα. Εφόσον λοιπόν οι εργασίες και δραστηριότητες του Σχεδίου έπρεπε να ολοκληρωθούν μέχρι τις 30.9.05 οπότε και έληξε το Σχέδιο στα πλαίσια του οποίου είχε προκηρυχθεί ο διαγωνισμός και εφόσον τα κονδύλια χρηματοδότησης της σύμβασης δεν ήταν πλέον διαθέσιμα, δεν υπήρχε αντικειμενική δυνατότητα επανεξέτασης ή οποιασδήποτε άλλης ενέργειας προς συμμόρφωση μετά την ακυρωτική απόφαση που εκδόθηκε πολύ αργότερα. Η προκήρυξη νέου διαγωνισμού τον Αύγουστο του 2008 έγινε στα πλαίσια άλλου προγράμματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δεν σχετίζεται με την υπό συζήτηση διαδικασία.

 

Σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 146.5 του Συντάγματος, όπως αυτό ερμηνεύτηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο της Κύπρου (βλ. Republic v. Nissiotou and Another (1985) 3(B) CLR 1335 και Kyriacou and Others v. The Minister of the Interior (1988) 3(A) CLR 643, Όλγα Μαυρομμάτη κ.α. ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (1990) 3(Ε) ΑΑΔ 3943) αμέσως μετά την έκδοση ακυρωτικής απόφασης, η Διοίκηση οφείλει να συμμορφωθεί ενεργά με την ακυρωτική απόφαση και να επανεξετάσει το ζήτημα με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο που λήφθηκε η ακυρωθείσα από το δικαστήριο απόφαση. Το δε καθήκον προς συμμόρφωση είναι καθήκον που επιβάλλει στη διοίκηση να εξαφανίσει τα αποτελέσματα της ακυρωθείσας πράξης και να αποκαταστήσει την τάξη πραγμάτων που ίσχυε πριν την έκδοση της. Έχει νομολογηθεί ότι παράλειψη αποκατάστασης της νομιμότητας με την εξαφάνιση της πράξης, συνιστά παράλειψη εκπλήρωσης υποχρέωσης που θέτει το άρθρο 146.5 του Συντάγματος που επιβάλλει την ενεργό συμμόρφωση με την ακυρωτική απόφαση, και συνιστά παράλειψη υποκείμενη σε αναθεώρηση βάσει του άρθρου 146.1 του Συντάγματος (βλ. Εγγλεζάκης κ.α. ν. Γενικού Εισαγγελέα (1992) 1 ΑΑΔ 697, 702, Ιωάννου ν. ΚΟΑ (πιο πάνω).

 

 Ωστόσο οι μηχανισμοί  και ο τρόπος συμμόρφωσης προς τις ακυρωτικές αποφάσεις συναρτημένοι προς τους λόγους ακύρωσης, δεν είναι δεδομένοι εκ των προτέρων αλλά το είδος της επανεξέτασης καθορίζεται από τις ειδικές περιστάσεις κάθε υπόθεσης. Σχετικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα από το σύγγραμμα της Κοντόγιωργα-Θεοχαροπούλου «Αι συνέπειαι της ακυρώσεως διοικητικής πράξεως έναντι της Διοικήσεως», σελ.285:

 

 

«...Υπάρχουν περιπτώσεις όπου η in natura αποκατάστασης των πραγμάτων εις την προτέραν των θέσιν, είναι αδύνατος. Τούτο παρατηρείται οσάκις η εκτέλεσις της ακυρωθείσης πράξεως ή παραλείψεως επέφερεν υλικήν αλλοίωσιν ανεπανόρθωτον, όπως π.χ. εις περίπτωσιν παρανόμου κατεδαφίσεως ως αυθαιρέτου κτίσματος (οικίας, περιπτέρου, λυομένου κτίσματος), ή εις περίπτωσιν που ο χρόνος καθ΄ ον ίσχυσεν η ακυρωθείσα περιέλαβεν ολόκληρον το διάστημα εις το οποίον αφεώρα ή ακυρωθείσα, όπως π.χ. εις την περίπτωσιν αρνήσεως χορηγήσεως αδείας κυκλοφορίας αυτοκινήτου δι΄ ωρισμένην ημέραν, ή συγκροτήσεως διαδηλώσεως καθ΄ ωρισμένην ημέραν, ... ... ... ..

 

Οσάκις υπάρχει η ως άνω αντικειμενική αδυναμία εκτελέσεως της αποφάσεως in natura, η έννοια της αποκαταστάσεως θα πρέπει να περιορίζεται εις χρηματικήν αποζημίωσιν, όταν όμως υπάρξη ζημία και εφ΄ όσον συντρέχουν αι λοιπαί προϋποθέσεις προς αποζημίωσιν. Ο χαρακτήρ της αποζημιώσεως αυτής είναι επανορθωτικός υπό την έννοιαν ότι αυτή ισοδυναμεί με αποκατάστασιν (retroactive par equivalence) και αντιδιαστέλλεται της αποζημιώσεως ως κυρώσεως διά την μη εκτέλεσιν της ακυρωτικής αποφάσεως.»

 

 

 

(Βλ. σχετικά και Vnukovo Airlines (V.A.) κ.ά. ν. Γενικού Εισαγγελέα (πιο πάνω) και Gremona Advertising Ltd και άλλοι ν. Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (2003) 4(Α) 1102.

 

Έχω τη γνώμη πώς στην προκειμένη περίπτωση λόγω λήξης της χρονικής περιόδου του διαγωνισμού στον οποίο αφορούσε η ακυρωτική απόφαση, η επανεξέταση του θέματος της κατακύρωσης της προσφοράς σε συμμόρφωση με την ακυρωτική απόφαση στην προσφυγή αρ. 618/2004, με την έννοια της κατακύρωσης της προσφοράς στους αιτητές θα είχε θεωρητικό και μόνο χαρακτήρα. Η λήξη της περιόδου υλοποίησης του έργου με βάση τους όρους του διαγωνισμού πολύ πριν την έκδοση της ακυρωτικής απόφασης, χωρίς να υπάρξει παράταση, καθιστούσε αδύνατη οποιαδήποτε κατακύρωση και χρηματοδότηση του έργου στα πλαίσια επανεξέτασης του συγκεκριμένου διαγωνισμού.

 

Το γεγονός αυτό φαίνεται να αποδέχονται και οι αιτητές αποστέλλοντας την επιστολή ημερ. 3.7.09 με την οποία αξίωναν δυνάμει των προνοιών του άρθρου 146.6 του Συντάγματος, αποζημιώσεις για απώλεια κέρδους ως εύλογη θεραπεία για τις ζημιές που προέκυπταν από την ακύρωση του διαγωνισμού στον οποίο συμμετείχαν. Εφόσον υποβλήθηκε από τους αιτητές προς τη διοίκηση αξίωση για αποζημίωση και δεν ικανοποιήθηκε (σχετική η απάντηση των καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 26.8.09, παράρτημα 19 στην ένσταση), και εφόσον η οποιαδήποτε άλλη αποκατάσταση μέσω επανεξέτασης ήταν αντικειμενικά αδύνατη, θεωρώ ότι οι αιτήτριες απέκτησαν άμεσα αγώγιμο δικαίωμα να καταχωρήσουν απευθείας πολιτική αγωγή ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου. Στην προκειμένη περίπτωση οι καθ΄ ων η αίτηση δεν είχαν τη δυνατότητα αποκατάστασης των πραγμάτων στην κατάσταση που βρίσκονταν πριν την ακυρωτική απόφαση ώστε να τίθεται θέμα εκτελεστής παράλειψης οφειλομένης ενέργειας με την έννοια της ενεργούς συμμόρφωσης της Διοίκησης μετά από επανεξέταση. Το βάθρο της απαίτησης των αιτητών για αποζημίωση είναι εδώ καθαρό αφού, αν δεν παρεμβαλλόταν η ακυρωθείσα πράξη, η προσφορά θα κατακυρωνόταν στους ίδιους ως οι μόνοι εντός των προδιαγραφών προσφοροδότες.

 

Οι αποφάσεις στις οποίες αναφέρθηκε η συνήγορος των αιτητών διαφοροποιούνται διότι στηρίζονται σε διαφορετικά γεγονότα. Σε εκείνες τις περιπτώσεις η επανεξέταση ήταν δυνατή και νομικώς επιβεβλημένη για την αξίωση αποζημιώσεων στη βάση του άρθρου 146.6 του Συντάγματος. Ωστόσο δεν αποδείχθηκε ότι έγινε και ποιο ήταν το αποτέλεσμά της. Στη βάση των δεδομένων της κάθε περίπτωσης, κρίθηκε εκεί ότι η διεκδίκηση αποζημιώσεων στην βάση του 146.6 του Συντάγματος δεν προέκυπτε ως άμεση συνέπεια της ακυρωθείσας πράξης και ότι χρειαζόταν νέος αναθεωρητικός έλεγχος της πιθανής παράλειψης των εφεσιβλήτων να άρουν κάθε πτυχή της άκυρης απόφασης και να συμμορφωθούν στα πλαίσια του άρθρου 146.5 του Συντάγματος.  Δεν διέφυγε της προσοχής μου ότι οι καθ΄ ων η αίτηση, ενόψει και της σχετικής γνωμάτευσης της Νομικής Υπηρεσίας περί ενδεχόμενης αδυναμίας επανεξέτασης λόγω των ενδιάμεσων γεγονότων, παρέλειψαν να συνεδριάσουν για σκοπούς επανεξέτασης μετά την ακυρωτική απόφαση. Ωστόσο, είναι φανερό ότι το περιεχόμενό της θα ήταν καθαρά τυπικό και εκ των πραγμάτων η απόφαση κατακύρωσης στα πλαίσια επανεξέτασης του συγκεκριμένου διαγωνισμού καθαρά θεωρητικού περιεχομένου. Συνεπώς το γεγονός αυτό δεν θεμελιώνει αυτό καθ΄ εαυτό συνεχιζόμενη παράλειψη ενόψει μάλιστα της ρητής απορριπτικής απάντησης που έλαβαν οι αιτητές στο αίτημα τους για αποζημιώσεις.

 

Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος των αιτητών.

 

                                                               Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

ΣΦ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο