ANTONIS TSANGARIS DEVELOPMENT LTD ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ κ.α., 1562/2010, 29/5/2012
print
Τίτλος:
ANTONIS TSANGARIS DEVELOPMENT LTD ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ κ.α., 1562/2010, 29/5/2012

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση Αρ. 1562/2010)

 

29 Μαΐου 2012

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ANTONIS TSANGARIS DEVELOPMENT LTD,

Αιτήτρια,

- ΚΑΙ -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.   ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

2.   ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

-----------------------------------

Χρ. Δημητρίου για Κ. Ανδρέου, για την Αιτήτρια.

Δ. Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄,

για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

-------------------------------------

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

         ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:  Οι αιτητές παραπονούνται για την απόρριψη της αίτησης για πολεοδομική ανάπτυξη του τεμαχίου τους που βρίσκεται εντός των δημοτικών ορίων του Δήμου Αγίας Νάπας.  Η αίτηση τους ημερ. 18.2.2008 για πολεοδομική άδεια προς ανέγερση τριών κατοικιών και 30 διαμερισμάτων απερρίφθη στις 18.12.2008, εναντίον δε της απόφασης  αυτής υπεβλήθη ιεραρχική προσφυγή στις 17.2.2009, η οποία επίσης απερρίφθη με απόφαση της αρμοδίας Υπουργικής Επιτροπής, ημερ. 28.7.2010.  Οι αιτητές ενημερώθηκαν με σχετική επιστολή του Υπουργείου Εσωτερικών ημερ. 2.9.2010, με αποτέλεσμα την καταχώρηση της υπό κρίση προσφυγής. 

 

         Οι λόγοι απόρριψης της αίτησης από την Πολεοδομική Αρχή αναφέροντο στο δεδομένο ότι η προτεινόμενη ανάπτυξη δεν προτείνετο κατά τρόπο που να άφηνε τον απαιτούμενο ανοικτό χώρο πρασίνου, απαραίτητη προϋπόθεση για ανάπτυξη στην πυκνοκατοικημένη εκείνη περιοχή.  Περαιτέρω, ότι το ποσοστό κάλυψης και ο συντελεστής δόμησης της προτεινόμενης ανάπτυξης, μετρούμενα στο καθαρό εμβαδόν του τεμαχίου, ανέρχονταν σε 0,42:1 και 0,76:1 αντίστοιχα, ενώ δεν έπρεπε να υπερέβαιναν τα επιτρεπόμενα μεγέθη 0,35:1 και 0,60:1, σύμφωνα με τις πρόνοιες της παραγράφου 1(α) του Παραρτήματος Β των Τοπικών Σχεδίων και της ζώνης ΚΓΥ1, στην οποία ενέπιπτε το τεμάχιο.  Σημείωση επί της απορριπτικής απόφασης της Πολεοδομικής Αρχής, πληροφορούσε επίσης τους αιτητές ότι λόγω των προεκτεθέντων σοβαρών λόγων άρνησης χορήγησης της άδειας, η αίτηση δεν μελετήθηκε σε περαιτέρω λεπτομέρεια, ενώ απαιτείτο η υποβολή προηγούμενης πολεοδομικής αίτησης για οικοπεδοποίηση του τεμαχίου πριν τη χορήγηση πολεοδομικής άδειας για ανάπτυξη του, εφιστάτο δε η προσοχή τους ότι στο υπό ανάπτυξη τεμάχιο υπήρχαν εναέριες γραμμές διανομής της Α.Η.Κ. 

 

         Κατά την ιεραρχική προσφυγή προβλήθηκαν από τους αιτητές ως επιχειρήματα το ότι η αίτηση τους απερρίφθη λανθασμένα χωρίς επαρκή έρευνα, ότι το προς ανάπτυξη τεμάχιο αποτελούσε ήδη εγκεκριμένο οικόπεδο και ότι δεν υφίσταντο σε αυτό εναέριες γραμμές διανομής της Α.Η.Κ.  Η αρμοδία Υπουργική Επιτροπή απέρριψε ομόφωνα την ιεραρχική προσφυγή αφού συνεξέτασε τα πραγματικά και νομικά δεδομένα της αίτησης, τα επιχειρήματα της Πολεοδομικής Αρχής, τις απόψεις του Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως και τις απόψεις του Δήμου Αγίας Νάπας. 

 

         Οι αιτητές επαναφέρουν προς ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, αυτής δηλαδή της Υπουργικής Επιτροπής, τα ζητήματα που έθεσαν και ενώπιον της κατά την ιεραρχική προσφυγή.  Εισηγούνται ότι κατά πλάνη αναφορικά με τα πραγματικά γεγονότα και με έλλειψη δέουσας έρευνας κρίθηκε ότι το υπό ανάπτυξη τεμάχιο δεν ενέπιπτε στην κατηγορία του οικοπέδου.  Σύμφωνα με το ιστορικό του τεμαχίου, αυτό προήλθε από  ενοποίηση προηγούμενων τεμαχίων, η δε κατοικία που βρισκόταν στο επίδικο τεμάχιο ενεγράφη ως οικία επί του τίτλου ιδιοκτησίας και ανεγέρθη πριν το 1946, όταν δεν εφαρμοζόταν ο περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμος.  Ως εκ τούτου, το Κτηματολόγιο Αμμοχώστου προς το οποίο απευθύνθηκαν οι αιτητές στις 17.6.2010, δεν ήταν σε θέση να καθορίσει κατά πόσο το τεμάχιο ενέπιπτε στην κατηγορία του οικοπέδου ή του χωραφιού. Η ενοποίηση των τεμαχίων έγινε πριν την εφαρμογή της περί πρασίνου νομοθεσίας, στο δε χωρομετρικό σχέδιο φανερώνεται η ύπαρξη των τεμαχίων πριν την ενοποίηση τους.  Η θέση των καθ΄ ων ότι το τεμάχιο αποτελεί χωράφι ή ότι δεν αποτελεί οικόπεδο είναι, υπό το φως των ανωτέρω, αυθαίρετη και ανυπόστατη.  Παρομοίως, οι καθ΄ ων δεν προέβησαν σε δέουσα έρευνα ή επιτόπια εξέταση σε σχέση με την ύπαρξη εναερίων γραμμών διανομής της Α.Η.Κ. 

 

         Οι καθ΄ ων ισχυρίζονται αντίθετα ότι η προσβαλλόμενη πράξη ήταν αναπόφευκτη ή τουλάχιστον η μόνη εύλογα επιτρεπτή υπό το φως των στοιχείων που υπήρχαν ενώπιον της αρμοδίας αρχής και που παρέπεμπαν στο ότι το επίδικο τεμάχιο δεν μπορούσε να θεωρηθεί οικόπεδο για την ανάπτυξη του οποίου μάλιστα δεν υπήρχε λόγος μη εφαρμογής των περιορισμών που επιβάλλονται για την ανάπτυξη παρόμοιων ακινήτων από την πολεοδομική νομοθεσία.  Το γεγονός ότι αυτό παρέμεινε αναξιοποίητο για δεκαετίες δεν παραπέμπει στην άνευ ετέρου ανάπτυξη του, χωρίς την τήρηση των νόμων και κανονισμών. 

 

         Η προσφυγή δεν είναι δυνατόν να επιτύχει.  Το κύριο επιχείρημα των αιτητών στηρίζεται στη θέση ότι λανθασμένα και με ανεπαρκή έρευνα απορρίφθηκε η ένσταση περί μη αποδοχής του τεμαχίου τους ως οικοπέδου.  Όμως, τόσο η Πολεοδομική Αρχή, όσο και ο Δήμος Αγίας Νάπας, κατείχαν στοιχεία που  έδειχναν ότι το τεμάχιο δεν ήταν οικόπεδο, αλλά εγγεγραμμένο ως κατοικία και αυλή.  Το πιστοποιητικό εγγραφής του τίτλου ιδιοκτησίας, μέρος του Παραρτήματος 2 της ένστασης, φέρει ακριβώς αυτή την περιγραφή.  Πρόκειται ως αναφέρεται για προσωρινό τίτλο εκδοθέντα σύμφωνα με το άρθρο 10 του περί Επαρχιακών Κτηματολογικών Γραφείων Αμμοχώστου και Κερύνειας (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμου αρ. 44/84.  Η περιγραφή «κατοικία-αυλή» δεν καθιστά το τεμάχιο οικόπεδο, ούτε το κατατάσσει αυτόματα στην κατηγορία αυτή.  Τα όσα οι αιτητές αναφέρουν ως το ιστορικό του τεμαχίου κατά τρόπο ώστε αυτό να είχε προκύψει από ενοποίηση άλλων τριών τεμαχίων, δεν υποστηρίζουν την εισήγηση τους διότι στο εκδοθέν μεταγενέστερα πιστοποιητικό ιδιοκτησίας ως ανωτέρω, το τεμάχιο δεν χαρακτηρίζεται ως οικόπεδο, παρόλο που το πιστοποιητικό φέρει ημερομηνία έκδοσης 5.2.2008. Άλλωστε, το ιστορικό το οποίο παραθέτουν οι αιτητές που προέρχεται από το ερ. 87 του Τεκμ. «Α», ουδόλως υποστηρίζει την άποψη τους.  Πουθενά δεν χαρακτηρίζεται το τεμάχιο ως οικόπεδο, παρά τις διάφορες μεταβιβάσεις που κατά καιρούς έγιναν σε σχέση με αυτό. Μετέπειτα, τόσο η επιστολή του Επαρχιακού Κτηματολογίου Αμμοχώστου ημερ. 15.4.2009, όσο και η μεταγενέστερη ημερ. 23.7.2010, ρητά παραπέμπουν στη θέση ότι το τεμάχιο δεν προέκυψε από ενοποίηση, ούτε μετά από άδεια διαχωρισμού και ότι το κτήμα υπήρχε ανέκαθεν με μια μικρή διόρθωση του σχεδίου στην πορεία.

 

         Προκύπτει επομένως ότι δεν υπήρχε αδυναμία του Κτηματολογίου να καθορίσει την κατηγορία του τεμαχίου, ως διατείνονται οι αιτητές στην αγόρευση τους, αλλά εγείρεται και το ερώτημα γιατί οι αιτητές στις επιστολές αυτές δεν αντέδρασαν με την καταχώρηση προσφυγής  προς αμφισβήτηση της θέσης του Κτηματολογίου.  Η αμφισβήτηση της κατηγοριοποίησης του τεμαχίου δεν μπορεί να γίνει σ΄ αυτό το στάδιο και στα πλαίσια της παρούσας προσφυγής με παρεμπίπτοντα έλεγχο όπου το ζητούμενο είναι η εξέταση της νομιμότητας της απορριπτικής απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής.  Τα ενώπιον της Υπουργικής Επιτροπής στοιχεία έδειχναν ότι το τεμάχιο ουδέποτε εγγράφηκε ως οικόπεδο, ο τίτλος ιδιοκτησίας δεν πιστοποιούσε  τη θέση των αιτητών, οι δε αρμόδιες αρχές πιστοποιούσαν ότι για το τεμάχιο δεν είχε ποτέ εκδοθεί άδεια διαχωρισμού ή ενοποίησης και η εύλογη θέση της αρμοδίας Πολεοδομικής Αρχής ήταν ότι από τη στιγμή που ο τίτλος δεν παρέπεμπε σε οικόπεδο, δεν ήταν ανάγκη να τεθεί το θέμα υπό περαιτέρω διερεύνηση.

 

         Οι αιτητές θα μπορούσαν να αιτηθούν, σε περίπτωση ασάφειας και/ή μη καθαρής τοποθέτησης των αρμοδίων αρχών (όπως οι ίδιοι διατείνονται στην απαντητική τους αγόρευση όπου στην παρ. 7 εισηγούνται ότι το Κτηματολόγιο δεν ήταν σε θέση να διευκρινήσει την περιγραφή του επιδίκου κτήματος), την διά πολεοδομικής άδειας έγκρισης μετατροπής του τεμαχίου από χωράφι σε οικόπεδο, όπως έγινε στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 147.  Αυτή η εξέταση και απόφαση προηγείτο της πολεοδομικής αίτησης για άδεια ανέγερσης κατοικιών και διαμερισμάτων.  Ακριβώς, τα όσα γενικότερα θέτουν οι αιτητές μέσα από την απαντητική τους αγόρευση προϋποθέτουν και εκλαμβάνουν ως δεδομένο, ότι το τεμάχιο ήταν οικόπεδο, κάτι το οποίο όμως δεν ισχύει.

 

         Δέουσα έρευνα, κατά τη νομολογία, υπάρχει όταν η αρμόδια διοικητική αρχή λαμβάνει υπόψη οτιδήποτε το σχετικό το οποίο αξιολογεί, χωρίς να παραλείπει οτιδήποτε.  Το διοικητικό όργανο καθορίζει κατά διακριτική ευχέρεια τον τρόπο και τη διαδικασία της έρευνας, το δε αναθεωρητικό Δικαστήριο δεν επεμβαίνει προς υποκατάσταση της διενέργειας της έρευνας εφόσον κρίνει ότι η ληφθείσα απόφαση ήταν ευλόγως επιτρεπτή και εντός των παραμέτρων που είχε υπόψη της η διοίκηση στη βάση των γεγονότων και το διαθέσιμο υλικό, (Σχίζα ν. ΑΤΗΚ (2004) 3 Α.Α.Δ. 339, Motorways Ltd v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 447, Ράφτης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 και Nicos Anastassiou Motors Ltd v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 588/09, ημερ. 30.3.2012).

 

 Στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης και από τη στιγμή που τα στοιχεία από τους υπηρεσιακούς παράγοντες δεν έδειχναν οτιδήποτε που να τείνει να θεμελιώσει την ιεραρχική προσφυγή, εύλογα η Υπουργική Επιτροπή κατέληξε στην απορριπτική της απόφαση.  Τα όσα οι αιτητές είχαν θέσει ενώπιον τους με την ιεραρχική προσφυγή εξηγήθηκαν με επάρκεια, ήσαν ενώπιον της Υπουργικής Επιτροπής, λήφθηκαν υπόψη και αποτέλεσαν τη βάση της απόφασης της.  Η απορριπτική της απόφαση είχε ως έρεισμα την κρίση ότι η απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής ήταν σύμφωνη με τις πρόνοιες της πολεοδομικής νομοθεσίας και του τοπικού σχεδίου Αγίας Νάπας.   Η απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής εφόσον υιοθετεί την πρόταση του αρμοδίου θεσμικού οργάνου, θεωρείται επαρκώς αιτιολογημένη, (Ioannis Georghiou Piggery Ltd v. Δημοκρατίας, Α.Ε. αρ. 107/07, ημερ. 15.4.2011 και  Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (1988) 3 Α.Α.Δ. 91).

 

         Η Πολεοδομική Αρχή δεν ήταν υποχρεωμένη να διεξαγάγει οποιαδήποτε άλλη έρευνα ως προς τα χαρακτηριστικά του τεμαχίου ενόψει και του ουσιώδους γεγονότος ότι ο ίδιος ο τίτλος που οι αιτητές παρουσίασαν κατά την υποβολή της αίτησης δεν αναφερόταν σε οικόπεδο.  Γι΄ αυτό και προηγείτο της οποιασδήποτε εξέτασης της αίτησης βασιζόμενης στη θέση ότι το τεμάχιο ήταν οικόπεδο, η αποσαφήνιση της ορθής κατηγορίας του.  Εάν οι αιτητές αμφισβητούσαν αυτό το πρωταρχικό δεδομένο ως παράμετρο κρίσης, έπρεπε λογικά να ενεργούσαν κατάλληλα, ώστε είτε να εκσυχρονίσουν τον τίτλο ή στην περίπτωση άρνησης της αρμόδιας αρχής να την ήλεγχαν διά της αναγκαίας αίτησης ακυρώσεως ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

 

         Παρατηρείται συναφώς ότι η άρνηση της Πολεοδομικής Αρχής στηριζόταν σε δύο σημεία-όρους, τον (500), επί του ότι στην προτεινόμενη ανάπτυξη δεν είχε διασφαλιστεί ο απαιτούμενος ανοικτός χώρος πρασίνου και τον (501), ότι το ποσοστό προτεινόμενης κάλυψης ξεπερνούσε τα επιτρεπόμενα όρια.  Η ιεραρχική προσφυγή που καταχωρήθηκε (ερ. 11-12 του κατατεθέντος κατά τις διευκρινήσεις Τεκμ. «Β»), δεν αμφισβήτησε τον όρο (501), ούτε κατετέθη οποιαδήποτε αντίθετη εισήγηση.  Η απόρριψη επομένως της ιεραρχικής προσφυγής παραμένει εν πάση περιπτώσει ορθή εφόσον μέρος των λόγων απόρριψης από την πολεοδομική αρχή δεν προσεβλήθη και ούτε βεβαίως αμφισβητείται με την υπό κρίση προσφυγή, όπως και δεν θα ήταν δυνατόν να αμφισβητηθεί.

 

         Όσον αφορά το λόγο που αφορά το χώρο πρασίνου, αυτό συναρτάται, προς το κτηματολογικό καθεστώς του τεμαχίου.  Είναι εδώ που οι αιτητές εισηγούνται ότι λανθασμένα η πολεοδομική αρχή δεν εξέτασε την πραγματική υπόσταση του τεμαχίου ώστε να διαπιστώσουν ότι αυτό είναι οικόπεδο.  Σχετική βέβαια επί του προκειμένου είναι και η σημείωση (2), ως προς το ότι πρέπει να υποβληθεί πολεοδομική αίτηση για οικοπεδοποίηση του τεμαχίου.  Και είναι εδώ που οι αιτητές όφειλαν να λάβουν πρωτίστως μέτρα αμφισβήτησης της θέσης των καθ΄ ων, η οποία ασφαλώς προηγείται της απόρριψης της πολεοδομικής άδειας.  Αυτό ήταν αυτοτελές στοιχείο κρίσης, για το οποίο δεν μπορεί εκ των υστέρων στα πλαίσια αυτής της προσφυγής, να ελεγχθεί παρεμπιπτόντως. 

 

 Οι λόγοι που οι αιτητές αντέταξαν ως προς το ότι το τεμάχιο ήταν ανέκαθεν οικόπεδο ελέγχθηκαν από τις αρμόδιες υπηρεσίες και εξετάσθηκαν από την Υπουργική επιτροπή κατά την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής.  Όπως ήδη αναφέρθηκε και διαπιστώνεται και από το διοικητικό φάκελο, Τεκμ. «Α», στις 23.3.2009, το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως αποτάθηκε στο Δήμο Αγίας Νάπας προς πληροφόρηση κατά πόσο το τεμάχιο είχε προκύψει από άδεια διαχωρισμού ή ενοποίηση όπως διατείνονταν οι αιτητές.  Η σχετική αυτή επιστολή (ερ. 101 στο Τεκμ. «Α»), απαντήθηκε αρμοδίως από το Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Αμμοχώστου στις 15.4.2009 (ερ. 103 του Τεκμ. «Α» ή ερ. 53 του Τεκμ. «Β»), πιστοποιώντας ότι το τεμάχιο δεν προέκυψε από ενοποίηση ή διαχωρισμό και το κτήμα υπήρχε ως έχει ανέκαθεν.  Ούτε από την αίτηση που υποβλήθηκε από τους αιτητές παλαιότερα το 1978 μαζί με τα σχέδια για χορήγηση άδειας οικοδομής (που επισυνάπτονται ως Παράρτημα Β στο σημείωμα για την Υπουργική Επιτροπή, (ερ. 65-69 του Τεκμ. «Β»), προέκυπτε αναγνώριση ή έστω αναφορά του τεμαχίου ως οικόπεδο.  Αυτό, στα πλαίσια εξέτασης της αίτησης των αιτητών στο φάκελο Β521/90.

 

         Οι αιτητές δεν αντιτείνουν οτιδήποτε το ουσιαστικό ως προς τα ανωτέρω και τα όσα λεπτομερέστερα προκύπτουν από τους κατατεθέντες διοικητικούς φακέλους.  Τα όσα λέγουν διαπνέονται από αοριστίες και ασάφειες.

 

         Σ΄ ότι αφορά τη θέση τους για τις εναέριες γραμμές της Α.Η.Κ., προσεκτική εξέταση της επιστολής της τελευταίας      ημερ. 23.9.2008 (ερ. 51-52 του Τεκμ. «Β»), δείχνει ότι οι ηλεκτρικές γραμμές διανομής της Α.Η.Κ. είναι πλησίον ή στη θέση της προτεινόμενης οικοδομής αναφέρονται δε εκεί διάφορες προϋποθέσεις για την εκ μέρους της Α.Η.Κ. έγκριση ανέγερσης οικοδομών «πλησίον ή κάτω από εναέριες γραμμές μέσης ή χαμηλής τάσης».  Διερωτάται κανείς γιατί θα έπρεπε να γίνει επιτόπια έρευνα από τους καθ΄ ων όταν αρμοδίως υπήρχε η σχετική επιστολή της Α.Η.Κ., η οποία έθετε τα πράγματα διαφορετικά και, από μια άποψη, προς όφελος των αιτητών, εφόσον υποδείκνυε σ΄ αυτούς τι θα έπρεπε να πράξουν ώστε να εξασφαλίσουν τη δική της έγκριση.  Μάλιστα, τους έθετε προ των ευθυνών τους ότι θα έπρεπε να ενημερώνουν τους πιθανούς αγοραστές των καταστημάτων ή διαμερισμάτων που θα προέκυπταν  από την ανάπτυξη, ως προς την ύπαρξη υποσταθμού της Α.Η.Κ. που θα κατασκευαζόταν εν πάση περιπτώσει στο τεμάχιο.  Εκείνο που, όπως και να έχει το ζήτημα, παραγνωρίζουν οι αιτητές είναι ότι η Πολεοδομική Αρχή δεν ανέφερε ότι υφίστανται εναέριες γραμμές διανομής της Α.Η.Κ., αλλά στην ίδια την επιστολή της Α.Η.Κ., την οποία οι αιτητές επικαλούνται, αναφέρεται ο εν γένει επηρεασμός του τεμαχίου από ηλεκτρικές γραμμές διανομής «πλησίον ή στη θέση» της προτεινόμενης ανάπτυξης.  Αναφέρεται δε ότι εν πάση περιπτώσει είναι δυνατή η ανάπτυξη εφόσον διασφαλιστεί από τους αιτητές ότι «…. κανένα μέρος της οικοδομής δεν πρέπει να απέχει λιγότερο από 2.10 μέτρα (οριζόντια απόσταση) από τις Γραμμές Μέσης Τάσης».  Οι αιτητές δεν θεμελίωσαν το λανθασμένο της θέσης της Α.Η.Κ. επί της οποίας βασίστηκε η σημείωση αρ. 3, στην απορριπτική απάντηση.

 

         Όλα αυτά τα θέματα ανάγονται εν πάση περιπτώσει σε τεχνικά ζητήματα, τα οποία είναι κατά κανόνα ανέλεγκτα από το αναθεωρητικό Δικαστήριο.  Έχει κατ΄ επανάληψη λεχθεί ότι τα όρια του αναθεωρητικού ελέγχου δεν υπεισέρχονται στην τεχνική εκτίμηση, η οποία κατ΄ εξοχήν ανήκει στη διοίκηση.  Το Δικαστήριο δεν υποκαθιστά τις αποφάσεις της διοίκησης με τις δικές του, (Παπαντωνίου κ.ά. ν. Δήμου Λευκωσίας (αρ. 2) (2010) 3 Α.Α.Δ. 476, απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας) και εδώ ασφαλώς  στην  υιοθέτηση από την Υπουργική Επιτροπή των απόψεων, μεταξύ άλλων, και των θέσεων της Α.Η.Κ., υπό τύπο  σημείωσης,  υπεισέρχονται  ζητήματα τεχνικά που αφορούν τις γραμμές διανομής της Α.Η.Κ. και πού αυτές τοποθετούνται, (Pamel Edward Storey v. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 113, Ε. Φιλίππου Λτδ ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 389 και Θεμιστός  Θεμιστού ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 879/09, ημερ. 29.3.2011).

 

         Η προσφυγή υπό το φως όλων των ανωτέρω απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον των αιτητών και υπέρ των καθ΄ ων, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

         Η προσβαλλόμενη πράξη επικυρώνεται με βάση το              Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

 

 

                                                   Στ. Ναθαναήλ,

                                                              Δ.

 

 

 

 

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο