ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΧΑΤΖΗΜΑΜΑΣ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 201/2010, 7/5/2012

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                  (Υπόθεση Αρ. 201/2010)

 

 7 Μαΐου, 2012

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΧΑΤΖΗΜΑΜΑΣ,

Αιτητής,

ν.

 

κυπριακησ δημοκρατιασ, μεσω

1.    υπουργου οικονομικων,

2.    διευθυντη τμηματοσ τελωνειων,

Καθ΄ων  η Αίτηση.

 

 

Α. Γιωρκάτζης, για τον Αιτητή.

Ε. Γαβριήλ (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

 

 

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.:   Ο Αιτητής ζητά ακύρωση:-

(1) Της απόφασης των Kαθ’ ων η αίτηση ημερ. 1.12.2009 με αρ. 662/09, με την οποία επιβλήθηκε εκ των υστέρων Βεβαίωση Τελωνειακής Οφειλής ύψους €26.560 για Εισαγωγικό Δασμό, Φόρο Κατανάλωσης, Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης, Φόρο Προστιθέμενης Αξίας και Χρηματική Επιβάρυνση 10%, πλέον τόκους 8% επί του καταβλητέου ποσού συμπεριλαμβανομένης και της χρηματικής επιβάρυνσης από 2.2.2006 μέχρι εξόφλησης της οφειλής για το απόθεμα εμπορευμάτων 43/97.

(2) Της απόφασης των Καθ’ ων η αίτηση ημερ. 1.12.2009, με αριθμό 660/09 με την οποία επιβλήθηκε στον Αιτητή εκ των υστέρων Βεβαίωση Τελωνειακής Οφειλής, συνολικού ύψους €167, για Εισαγωγικούς Δασμούς, Φόρους και Επιβαρύνσεις για το απόθεμα 12/89.

 (3) Της απόφασης των Καθ’ ων η αίτηση ημερ. 2.12.2009 με αρ. 663/09 και με την οποία επιβλήθηκε στον Αιτητή εκ των υστέρων Βεβαίωση Τελωνειακής Οφειλής συνολικού ύψους €290, για Εισαγωγικούς Δασμούς, Φόρους και Επιβαρύνσεις, για το απόθεμα 153/02.

 

 

Τα γεγονότα της υπόθεσης

Τα γεγονότα είναι περίπλοκα, επειδή στην προσφυγή περιλήφθηκαν τρεις ξεχωριστές πράξεις της διοίκησης, ενώ το ιστορικό συνδέεται με γεγονότα που διαδραματίστηκαν πριν πάρα πολλά χρόνια.  Στις 30.4.2004, με επιστολή των Καθ’ ων η αίτηση  παραχωρήθηκε στον Αιτητή, άδεια για τη διαχείριση της Αποθήκης Τελωνειακής Αποταμίευσης, στο εξής «η Αποθήκη», με τον αναγνωριστικό αριθμό Α5244000CΥ στη Λεμεσό.  Πριν από την πιο πάνω ημερομηνία, η αποθήκη τελούσε υπό τη διαχείριση του Αιτητή ως Γενική Αποθήκη Αποταμίευσης με τον αναγνωριστικό αριθμό 5.107.

 

Η παραχώρηση άδειας για τη διαχείριση της επίδικης αποθήκης έγινε υπό τον όρο της συνεχούς συμμόρφωσης του Αιτητή με τις σχετικές διατάξεις της ισχύουσας τελωνειακής νομοθεσίας, όπως αυτή καθορίζεται στον περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμο του 2004, τις σχετικές Εγκυκλίους καθώς και τους όρους και προϋποθέσεις που είχαν τεθεί στην πιο πάνω επιστολή του Τμήματος ημερ. 30.4.2004, για τη διαχείριση της συγκεκριμένης αποθήκης.   Ανάμεσα στους επιμέρους αυτούς όρους, ήταν και οι ακόλουθοι:-

«α) ο όρος 8, όπως μη παραδίδει εμπορεύματα από την υπό αναφορά αποθήκη προτού υποβληθούν στο Τελωνείο οι σχετικές τελωνειακές διασαφήσεις ή άλλα έγγραφα και καταβληθούν οι τυχόν πληρωτέοι δασμοί και/ή φόροι καθώς και

β) ο όρος 24, όπως λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για την ασφάλεια της συγκεκριμένης αποθήκης και την προφύλαξη των αποθηκευμένων σε αυτή εμπορευμάτων από κλοπή, ζημιά, αντικατάσταση με άλλα εμπορεύματα καθώς και την αποφυγή άλλων παρατυπιών.»

 

Στις αρχές του 2007, ο Αιτητής εγγράφως ζήτησε τον τερματισμό της λειτουργίας της πιο πάνω αποθήκης.  Στις 26.6.2007 οι Καθ’ ων η αίτηση με επιστολή τους, πληροφόρησαν τον Αιτητή ότι αποδέχθηκαν το αίτημά του και ότι προχώρησαν σε ανάκληση της άδειας διαχείρισης της αποθήκης, παρέχοντας σε αυτόν προθεσμία 10 ημερών από την ημερομηνία ανάκλησης της άδειας, προκειμένου τα εναποτιθέμενα στην αποθήκη του εμπορεύματα να λάβουν νέο τελωνειακό προορισμό.  Ταυτόχρονα τον προειδοποίησαν ότι μετά το πέρας της προθεσμίας, όσα εμπορεύματα παρέμειναν αποταμιευμένα, θα κατασχεθούν ως υποκείμενα σε δήμευση, δυνάμει του άρθρου 104(ζ) του περί τελωνειακού Ειδικού Νόμου του 2004 (Ν. 94(Ι)/2004).

 

Αφού παρήλθε η εν λόγω προθεσμία, στις 2.8.2007 λειτουργοί των Καθ’ ων η αίτηση μετέβηκαν σε αποθήκη του Αιτητή και στην παρουσία του αποθηκαρίου κ. Πανικού Κωνσταντίνου, φόρτωσαν όλα τα ανευρεθέντα εμπορεύματα και τα μετέφεραν στην Αποθήκη Δημοσίου για καταμέτρηση.  Η καταμέτρηση και καταγραφή των εμπορευμάτων διενεργήθηκε σε μεταγενέστερο χρόνο, ήτοι από τις 29.10.2007 μέχρι τις 31.10.07, στην απουσία του Αιτητή.  Επακολούθησε στις 5.2.2008 η επίσημη κατάσχεση των υπό αναφορά εμπορευμάτων.

Μετά από τη σύγκριση των καταμετρημένων και κατασχεθέντων εμπορευμάτων με τα λογιστικά υπόλοιπα των αποθεμάτων της συγκεκριμένης αποθήκης, προέκυψαν διαφορές, μεταξύ των οποίων ήταν και ελλείμματα εμπορευμάτων από τα παλαιά αποθέματα της Γενικής Αποθήκης του Αιτητή.

 

Σημειώνεται ότι με την υιοθέτηση από το Τμήμα Τελωνείων, κατά το έτος 2004, του μηχανογραφημένου συστήματος «ΘΗΣΕΑΣ» και στη βάση σχετικών δηλώσεων του Αιτητή και/ή του αποθηκάριου του, τα  παλαιά αποθέματα με αρ. 12/89 (πετσέτες μπάνιου) και 153/2002 (συστημάτων συναγερμού) έλαβαν τους νέους αριθμούς αναφοράς 2004Β00203307 και 2004Β00202061 αντίστοιχα, ενώ για το παλαιό απόθεμα με αρ. 43/97 (τσιγάρα Bastos), ο Αιτητής παρέλειψε να υποβάλει σχετική δήλωση στο Τμήμα Τελωνείων, ώστε να λάβει νέο αριθμό αναφοράς και για το συγκεκριμένο απόθεμα.

 

Στη συνέχεια εξουσιοδοτήθηκε ο αρμόδιος Ανώτερος Τελωνειακός Λειτουργός Λεμεσού, όπως προχωρήσει σε απαίτηση των αναλογούντων στα ελλείποντα εμπορεύματα δασμών και φόρων.  Μεταξύ των ελλείψεων που διαπιστώθηκαν ήταν και οι τρεις επίδικες που αφορούν στα αποθέματα εμπορευμάτων 12/89 (πετσέτες μπάνιου – Τελωνειακή οφειλή 660/09), απόθεμα 43/97 (τσιγάρα Bastos – Τελωνειακή οφειλή 662/09) και απόθεμα 153/02 (συστήματα συναγερμού – Τελωνειακή οφειλή 663/09).

 

Το Τμήμα Τελωνείων, με επιστολή του ημερ. 9.11.2009 πληροφόρησε τον Αιτητή για όλα τα ελλείμματα που διαπιστώθηκαν, τα οποία ήταν 6.  Σχετική κατάσταση των ελλειμμάτων επισυνάφθηκε στην επιστολή ημερ. 9.11.2009 για διευκόλυνση του Αιτητή.  Περαιτέρω με την ίδια επιστολή, το Τμήμα Τελωνείων κάλεσε τον Αιτητή, σε περίπτωση αμφισβήτησης των ελλειμμάτων, όπως μέσα σε καθορισμένη προθεσμία προσκομίσει δικαιολογητικά που να αποδεικνύουν τη νόμιμη διάθεση των ελλειπόντων εμπορευμάτων.

 

Ο Αιτητής, με επιστολή του ημερ. 23.11.2009 δεν αποδέχθηκε το περιεχόμενο της προς αυτόν επιστολής των Καθ’ ων η αίτηση, δίδοντας εξηγήσεις και για τα 6 ελλείμματα.  Για τα επίδικα τρία ελλείμματα, πληροφόρησε τους Καθ’ ων η αίτηση ότι:-

α) Τα 43 κιβώτια με τσιγάρα του αποθέματος αρ. 43/97, ιδιοκτησία συγκεκριμένης εταιρείας, βρίσκονταν στην κατοχή του Τμήματος Τελωνείων.

β) Τα ελλείποντα εμπορεύματα του αποθέματος αρ. 12/89 πωλήθηκαν σε συγκεκριμένο πρόσωπο, το οποίο και κατονόμασε και το οποίο προχώρησε στην τελωνειακή διευθέτησή τους.

γ) Όλα τα εμπορεύματα του αποθέματος αρ.153/02 μεταφέρθηκαν στην αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης Zenon Merkis Ltd, υπό την επίβλεψη τελωνειακού λειτουργού, ο οποίος δεν έκαμε κανένα σχόλιο για ελλείψεις.

 

Το Τμήμα Τελωνείων, με επιστολή του ημερ. 4.12.2009 απάντησε σχετικά στον Αιτητή, ότι για τρία από τα έξι ελλείμματα αποδέχθηκε τις εξηγήσεις του.  Όμως για τα άλλα τρία αποθέματα, που είναι τα επίδικα, σημείωσε την παράλειψη του Αιτητή να προσκομίσει οποιοδήποτε στοιχείο προς υποστήριξη των ισχυρισμών του.

 

Ακολούθως το Τμήμα Τελωνείων, στη βάση των συναφών διατάξεων της τελωνειακής και της άλλης νομοθεσίας, κοινοποίησε στον Αιτητή τις επίδικες τρεις απαιτήσεις εναντίον του, που αφορούσαν στις τελωνειακές οφειλές 662/09 (θεραπεία 1), 660/09 (θεραπεία 2) και 663/09 (θεραπεία 3).  Για την κάθε μια, που αφορά σε ξεχωριστή απόφαση, στάληκε ξεχωριστή επιστολή.  Για τις οφειλές 662/09 και 660/09, οι επιστολές φέρουν ημερ. 1.12.2009 και για την τρίτη, ημερ. 2.12.2009. 

 

Οι Αιτητές προβάλλουν ως μοναδικό λόγο ακύρωσης, το παράτυπο της διαδικασίας ελέγχου στην αποθήκη όπου φυλάγονταν τα επίδικα εμπορεύματα.  

Οι προδικαστικές ενστάσεις

Η συνήγορος των Καθ’ ων η αίτηση, ενώ απορρίπτει τους πιο πάνω ισχυρισμούς, πρόβαλε αρχικά δύο προδικαστικές ενστάσεις, τις οποίες θα εξετάσω κατά προτεραιότητα.

 

Με την πρώτη, οι Καθ’ ων η αίτηση αμφισβητούν το παραδεχτό της προσφυγής, αφού με αυτή προσβάλλονται, κατά τρόπο απαράδεκτο, τρεις αυτοτελείς διοικητικές πράξεις.  Όμως, κατά το στάδιο των διευκρινίσεων, η ευπαίδευτη συνήγορος των Καθ’ ων η αίτηση απέσυρε τη συγκεκριμένη προδικαστική ένσταση.

 

Με τη δεύτερη, η συνήγορος των Καθ’ ων η αίτηση προβάλλει ότι οι τρεις προσβαλλόμενες αποφάσεις, έχουν χάσει την εκτελεστότητα τους, αφού μετά από το αίτημα του Αιτητή για αναθεώρηση των βεβαιώσεων, το οποίο περιλαμβάνεται στην επιστολή του Αιτητή ημερ. 9.2.2010, αυτές ενσωματώθηκαν στην απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση ημερ. 13.9.2010, με αποτέλεσμα οι επίδικες αποφάσεις να χάσουν την εκτελεστότητά τους.

 

Η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί.

 

Σύμφωνα με το Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου του Ε. Σπηλιωτόπουλου, 9η Έκδοση, στην παράγραφο 157, μια σύνθετη διοικητική ενέργεια «υπάρχει όταν οι σχετικές διατάξεις ορίζουν ότι για την επέλευση του τελικού εννόμου αποτελέσματος απαιτούνται περισσότερες διαδοχικές πράξεις, η έκδοση μιας από τις οποίες είναι προϋπόθεση για την έκδοση της επόμενης, η δε τελευταία πράξη ενσωματώνει όλες τις προηγούμενες, οι οποίες έτσι αποβάλλουν την αυτοτέλειά τους» (βλ. επίσης απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στην υπόθεση Chrikar Trading Ltd κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 993/05 κ.α., ημερ. 13.7.2011).

 

Στην προκειμένη περίπτωση, δεν προβλέπεται διαδικασία ή  προϋποθέσεις για διαδοχικές πράξεις.  Πέραν τούτου, δεν τέθηκαν νέα στοιχεία στην επιστολή του δικηγόρου του Αιτητή, ημερ. 9.2.2010.  Το μόνο που ζητείτο με την επιστολή, ήταν η αναθεώρηση της επίδικης απόφασης.  Τα όσα αναφέρει ο δικηγόρος του Αιτητή σε σχέση με τη Βεβαίωση 662/09 που αφορά στη θεραπεία (1) (απόθεμα 43/97), ήταν επανάληψη των στοιχείων που ήδη δόθηκαν από τον Αιτητή στη χειρόγραφη επιστολή του ημερ. 23.11.2009.  Υπό αυτές τις συνθήκες, η επίδικη πράξη, ημερ. 1.12.2009 (απόφαση αρ. 662/09), δεν μπορεί να θεωρηθεί ως σύνθετη και ότι ενσωματώθηκε στην άρνηση των Καθ’ ων η αίτηση, ημερ. 13.9.2010 να αναθεωρήσουν την αρχική τους απόφαση.  Τα ίδια ισχύουν και για το απόθεμα 153/02 (απόφαση αρ. 663/09) και για το απόθεμα 12/89 (απόφαση αρ. 660/09).

 

Προτού εξετάσω το μοναδικό λόγο ακύρωσης, θα εξετάσω στη συνέχεια τα στοιχεία που αφορούν στην κάθε μια από τις τρεις Τελωνειακές Βεβαιώσεις.

 

Η εκ των υστέρων Βεβαίωση Τελωνειακής Οφειλής 660/09

Σύμφωνα με τα στοιχεία του φακέλου, στις 9.2.1989 (δηλαδή πριν 21 σχεδόν χρόνια από την επίδικη τελωνειακή Βεβαίωση), αποταμιεύτηκαν στο όνομα του Αιτητή στη Γενική Αποθήκη Αποταμίευσης αρ. 5.107, η οποία τελούσε υπό τη διαχείριση του Αιτητή, 16 κιβώτια με περιεχόμενο διάφορα είδη εμπορευμάτων, μεταξύ των οποίων και 600 πετσέτες μπάνιου, χωρίς την καταβολή των αναλογούντων σε αυτά δασμών και φόρων.  Στα συγκεκριμένα εμπορεύματα δόθηκε αύξων αριθμός αποθέματος 12/89.  Η διασάφηση της αποταμίευσης, έγινε στις  4.2.1989 και η Γνωστοποίηση Παραλαβής Αποταμιευμένων Εμπορευμάτων, στις 10.2.1989.  Κατά το 2001, μέσα στα πλαίσια αποθεματικού ελέγχου που διενεργήθηκε από λειτουργούς του Τμήματος Τελωνείων, διαπιστώθηκε ότι από το συγκεκριμένο απόθεμα υπήρχε έλλειμμα 202 τεμαχίων πετσετών μπάνιου, ενώ τα υπόλοιπα 398 τεμάχια εξακολουθούσαν να παραμένουν αποταμιευμένα στην αποθήκη.  Σχετική είναι η επιστολή των Καθ’ ων η αίτηση, ημερ. Δεκέμβριος 2009.  Ακολούθως το Τμήμα Τελωνείων, στη βάση των ευρημάτων του διενεργηθέντος αποθεματικού ελέγχου, στις 6.8.2001 απαίτησε από τον Αιτητή την καταβολή των δασμών και φόρων που αναλογούσαν στα ελλείποντα εμπορεύματα, περιλαμβανομένων των 202 τεμαχίων πετσετών μπάνιου, τα οποία αποτελούσαν έλλειμμα από το απόθεμα αρ. 12/89, δασμολογητέας αξίας Λ.Κ. 309, με αναλογούντες δασμούς και φόρους συνολικού ύψους Λ.Κ. 154, ήτοι ποσό εισαγωγικού δασμού Λ.Κ. 137 και έκτακτης  προσφυγικής επιβάρυνσης Λ.Κ. 17.

 

Η πιο πάνω απαίτηση του Τμήματος Τελωνείων αποτέλεσε αντικείμενο της προσφυγής Φίλιππος Χατζημάμας ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. αρ. 840/2001.  Κατά το χρόνο της εκκρεμοδικίας της υπόθεσης, ο Αιτητής προσκόμισε στοιχεία τα οποία κρίθηκαν από το Τμήμα ως επαρκή για την απόδειξη της τελωνειακής διευθέτησης, μέρους των ελλειπόντων εμπορευμάτων και/ή κατέβαλε τους δασμούς και φόρους που αναλογούσαν σε άλλο μέρος των ελλειπόντων εμπορευμάτων, μεταξύ των οποίων και τους αναλογούντες δασμούς και φόρους στα ελλείποντα 202 τεμάχια πετσετών μπάνιου, συνολικού ύψους Λ.Κ. 154, ήτοι ποσό εισαγωγικού δασμού Λ.Κ. 137 και έκτακτης προσφυγικής επιβάρυνσης Λ.Κ. 17.  Σημειώνεται, ότι στο υπό αναφορά δελτίο είσπραξης, έχει εκ παραδρομής αναγραφεί ότι το εισπραχθέν ποσό των Λ.Κ. 154 αφορά τους οφειλόμενους δασμούς και φόρους στα 398 τεμάχια πετσετών μπάνιου τα οποία, στη βάση των ενώπιον του Τμήματος Τελωνείων στοιχείων, εξακολουθούσαν να παραμένουν νομίμως αποταμιευμένα στο απόθεμα αρ. 12/89 της Γ.Α.Α. 5.107, αντί του ορθού αριθμού των 202 ελλειπόντων πετσετών.  Μετά τις πιο πάνω διευθετήσεις, η προσφυγή 240/2001 αποσύρθηκε.

 

Για τα 398 τεμάχια πετσετών μπάνιου, το Τμήμα Τελωνείων δεν αποδέχθηκε τον ισχυρισμό του Αιτητή, ο οποίος περιέχεται στη χειρόγραφη επιστολή του ημερ. 23.11.2009, ότι πωλήθηκαν σε συγκεκριμένο πρόσωπο το οποίο και προχώρησε στην τελωνειακή διευθέτησή τους.   Αυτό δεν έγινε αποδεκτό, αφού σύμφωνα με τα στοιχεία τα οποία περιέχονται στο διοικητικό φάκελο που τηρείται από το Τμήμα Τελωνείων σε σχέση με το συγκεκριμένο απόθεμα, δεν υπήρξε οποιαδήποτε νομότυπη τελωνειακή διευθέτηση των υπό αναφορά εμπορευμάτων και εάν υπήρξε η ισχυριζόμενη πώληση από τον Αιτητή και ιδιοκτήτη των εν λόγω εμπορευμάτων, αυτή προφανώς έγινε κατά παράβαση του όρου 8 της παραχωρηθείσας σε αυτόν άδειας διαχείρισης της αποθήκης.  Η απόφαση του Τμήματος, πέραν των στοιχείων τα οποία περιέχονται στο διοικητικό φάκελο, βασίστηκε και στη δήλωση του Αιτητή και του αποθηκαρίου του, σύμφωνα με την οποία, κατά το έτος 2004, στο υπό αναφορά απόθεμα υπήρχε αποθεματικό υπόλοιπο 398 τεμαχίων πετσετών μπάνιου.  Το γεγονός αυτό, σύμφωνα με τους Καθ’ ων η αίτηση, καθιστά άστοχο τον ισχυρισμό των δικηγόρων του Αιτητή στην παρούσα προσφυγή περί καταβολής, στις 10.2.2001, των αναλογούντων στα ελλείποντα εμπορεύματα δασμών και φόρων.

 

Με την απόρριψη των ισχυρισμών του Αιτητή, το Τμήμα Τελωνείων προχώρησε στην εκ των υστέρων επίδικη Βεβαίωση Τελωνειακής Οφειλής αρ. 660/09 ημερ. 1.12.2009, με την οποία απαίτησε από τον Αιτητή για τα ελλείποντα 398 τεμάχια πετσετών μπάνιου, την καταβολή του συνολικά οφειλόμενου ποσού των €167, το οποίο αναλύεται σε οφειλόμενο ποσό εισαγωγικών δασμών ύψους €63, οφειλόμενο ποσό φόρου προστιθέμενης αξίας ύψους €89 και χρηματικής επιβάρυνσης ύψους €15, πλέον τόκο.

 

Στη συνέχεια ο Αιτητής, με επιστολή των δικηγόρων του ημερ.  9.2.2010 αιτήθηκε, μεταξύ άλλων, την αναθεώρηση της απαίτησης του Τμήματος Τελωνείων, επισυνάπτοντας το δελτίο είσπραξης, Έντυπο Γ.Λ. 63 αρ. 00471-01 ημερ. 10.12.2001 των Λ.Κ.154, ως ένδειξη πληρωμής των δασμών και φόρων σε σχέση με τα ελλείποντα 398 τεμάχια πετσετών.  Ταυτόχρονα, καταχώρησε και την παρούσα προσφυγή.

 

Το Τμήμα Τελωνείων, μετά από εξέταση του υποβληθέντος αιτήματος, πληροφόρησε τους δικηγόρους του Αιτητή ότι η επί του θέματος αρχική απόφαση του Τμήματος Τελωνείων ημερ. 1.12.2009 εναντίον του πελάτη τους, δεν μπορούσε να διαφοροποιηθεί.

 

Η εκ των υστέρων Βεβαίωση 662/09

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στο φάκελο, στις 12.2.1997 αποταμιεύτηκαν με αύξ. αρ. 43/97 στη Γενική Αποθήκη του Αιτητή, 1740 κιβώτια τσιγάρα Bastos, συνολικής αξίας ΛΚ103.913,00.  Κατά διαστήματα εκτελωνίζονταν διάφορες ποσότητες και παρέμεινε αποθεματικό 50 κιβωτίων.  Σε έλεγχο το 2001 διαπιστώθηκε ότι από το συγκεκριμένο απόθεμα των 50 κιβωτίων υπήρχε έλλειμμα 7 κιβωτίων.  Αρχικά οι Καθ’ ων η αίτηση αξίωναν την καταβολή ποσού ΛΚ59.102 για τους αναλογούντες εισαγωγικούς δασμούς και φόρους τα εμπορεύματα που βρέθηκαν ελλείποντα.  Μετά από νέα καταμέτρηση, το 2003 το ποσό αναθεωρήθηκε στις ΛΚ16.382, ενώ το 2006 το ποσό μειώθηκε ελαφρώς. Παρά το γεγονός ότι στα πλαίσια νέου αποθεματικού ελέγχου στις 2.2.2006, δεν υπήρξε παρατήρηση εκ μέρους του Τμήματος Τελωνείων για οποιοδήποτε έλλειμμα σε σχέση με το απόθεμα 43/97, οι Καθ’ ων η αίτηση την 21.2.2006 απαίτησαν το ποσό των αναθεωρημένων δασμών και φόρων, ύψους £16.297.  Ο Αιτητής αμφισβήτησε και αυτή την απαίτηση, καταχωρώντας νέα προσφυγή.  Πρόκειται για την υπόθεση Χατζημηνάς ν. Δημοκρατίας κ.α., Υπόθ. Αρ. 794/06, ημερ. 24.3.2009, με την οποία ισχυρίστηκε ότι:-

«.… συμμορφούμενος με τις σχετικές διατάξεις του Νόμου υπέβαλλε ανά εξάμηνο προς το Τμήμα Τελωνείων κατάσταση με τα υπάρχοντα αποθεματικά υπόλοιπα, στα οποία καθορίζονταν επακριβώς, μεταξύ άλλων, η ποσότητα εμπορευμάτων για κάθε υπάρχον απόθεμα με βάση λογιστικό και φυσικό έλεγχο που διενεργείτο.  Το γεγονός αυτό παραδέχονται και οι ίδιοι οι καθ’ ων η αίτηση στην ένστασή τους.  Το Τμήμα Τελωνείων ουδέποτε πριν από την 6.8.2001, ημερομηνία έκδοσης του πρώτου σημειώματος απαίτησης, ζήτησε από τον αιτητή την παροχή εξηγήσεων ή διευκρινίσεων για ποσότητα εμπορευμάτων για τα οποία υπήρχε αμφιβολία ως προς τη διάθεσή τους και τα οποία δεν εμφανίζονταν ως αποθεματικό υπόλοιπο στις υποβαλλόμενες καταστάσεις.

 

Η πάροδος από 8 μέχρι και 19 χρόνια, χωρίς οι καθ’ ων η αίτηση να ζητήσουν οποιεσδήποτε εξηγήσεις για την απουσία συγκεκριμένων αποθεμάτων στην Αποθήκη του αιτητή, του δημιούργησε την εύλογη πεποίθηση ότι η διοίκηση είχε ικανοποιηθεί με τις αποδείξεις που είχε ενώπιόν της και ότι δεν χρειαζόταν να προσκομίσει επιπλέον δικαιολογητικά ή να διατηρεί αρχείο για τόσο παλιά αποθέματα, για τα οποία, εν πάση περιπτώσει, ισχυρίζονται ότι δεν οφείλονταν δασμοί, αφού είχαν νομίμως εξαχθεί ή μετακινηθεί σε άλλη Γενική Αποθήκη.»

 

Ο αδελφός Δικαστής Νικολαΐδης ο οποίος εκδίκασε την προσφυγή, ακυρώνοντας την απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση, ανέφερε τα εξής:-

«Ουσιαστικά ζητείται από τον αιτητή η καταβολή φόρων και δασμών για εμπορεύματα, τα οποία είχαν αποθηκευτεί μέχρι και 19 χρόνια προηγουμένως. Ο τόσο μεγάλος χρόνος στερεί από τον αιτητή την όποια δυνατότητα να προσκομίσει ή παραθέσει οποιαδήποτε σχετικά αποδεικτικά στοιχεία. Ο αιτητής, εν πάση περιπτώσει, υποστηρίζει ότι τα εμπορεύματα αυτά μετακινήθηκαν με βάση τελωνειακά έντυπα τα οποία ο ίδιος υπέβαλε και τα οποία, όμως, δεν υπάρχουν στο Τμήμα Τελωνείων, μια και όπως είναι παραδεκτό, κατά πάγια πρακτική συνήθη έγγραφα ήσσονος σημασίας φυλάσσονται από το Τμήμα Τελωνείων μόνο για πέντε χρόνια και στη συνέχεια καταστρέφονται.

 

Όταν η διοίκηση μετά την πάροδο πέντε ετών καταστρέφει έγγραφα, δεν μπορεί να αξιώνει από τον ιδιώτη να διατηρεί αντίγραφα των εγγράφων αυτών για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και ιδίως για 19 ολόκληρα χρόνια. Χαρακτηριστικό είναι και το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση Kirzis Stephanou Container Terminal & Bonded Warehousing κ.α. v. Δημοκρατίας:-

 

«Κρίνουμε πως οι αιτητές έχουν δίκαιο. Οι αρμόδιες αρχές του τελωνείου μετά την πάροδο 8 ετών και άνω προέβαλαν την απαίτηση για την πληρωμή των δασμών και φόρων. Για την τεκμηρίωση αυτής της απαίτησης δεν είχαν κανένα έγγραφο στοιχείο, εφόσον αυτά κατά πάγια πρακτική καταστρέφονται κάθε 5 χρόνια. Μετέθεσαν όμως το βάρος της απόδειξης, ότι δηλαδή πληρώθηκαν οι δασμοί και φόροι, στους αιτητές, από τους οποίους και αδίκως αναμενόταν να φυλάσσουν οι ίδιοι τα έγγραφα στο διηνεκές. Οι ίδιοι οι αιτητές εισηγούνται, και αυτό δεν αμφισβητείται, πως η μετακίνηση των εμπορευμάτων από τις αποθήκες αποταμίευσης έγινε νόμιμα. Οι δε αποθήκες αποταμίευσης λειτουργούν σύμφωνα με το νόμο με αυστηρούς κανόνες και επιτήρηση».»

 

Παρά τα σχόλια του Δικαστηρίου, το Τμήμα Τελωνείων, έκρινε σκόπιμο να επανέλθει επί του θέματος.  Την 1.12.2009 με την επίδικη εκ των υστέρων Βεβαίωση Τελωνειακής Οφειλής 662/09, απαίτησε από τον Αιτητή την καταβολή του ποσού των €26.560, που αναλογούσε σε δασμούς, φόρου, ΦΠΑ και επιβαρύνσεις.  Όπως αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στη σχετική επιστολή του Τμήματος Τελωνείων:-

«…. στο απόθεμα 43/97 θα έπρεπε να υπάρχει υπόλοιπο 50 κιβωτίων τσιγάρων Bastos.

 

ΙΙΙ. Μεταξύ 28/2/2001 – 11/4/01 πραγματοποιήθηκε από λειτουργούς του Τμήματος Τελωνείων, απογραφή των αποταμιευμένων εμπορευμάτων της Γ.Α.Α. 5.107.  Κατά την απογραφή διαπιστώθηκε μεταξύ των άλλων ελλειμμάτων και έλλειμμα 7 κιβωτίων από το απόθεμα 43/79 αφού αντί 50 κιβωτίων με τσιγάρα Bastos βρέθηκαν 43 κιβώτια.  Για το έλλειμμα αυτό σας αποστάληκε το Σημείωμα απαίτησης 10/01/21.2.2006 το οποίο όμως τελικά ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο Κύπρου (υπόθεση αρ. 794/2006) στις 24/3/2009.

 

IV. Έκτοτε, δηλαδή μετά την απογραφή του 2001 δεν έγινε οποιαδήποτε πράξη διάθεσης των εναπομείναντων 43 κιβωτίων Bastos με βάση τουλάχιστον τα στοιχεία που τηρεί το τμήμα στον αποθεματικό φάκελο 43/97 ο οποίος, ειρήσθω εν παρόδω είχε αποσταλεί στον Τομέα Νομικών Θεμάτων του Αρχιτελωνείου για χρήση στην προσφυγή αρ. 794/2006 που ασκήσατε κατά του παραπάνω Σ. Απαίτησης.

 

Μετά την υιοθέτηση του μηχανογραφημένου συστήματος ΘΗΣΕΑΣ παραλείψατε όπως δηλώσετε την ύπαρξη των 43 κιβωτίων Bastos.  Από την άλλη και δεδομένης της απουσίας του φακέλου από τα μητρώα του Κλάδου Α.Τ.Α., δε σας ζητήθηκε όπως προβείτε στην εν λόγω δήλωση.  Για τους παραπάνω λόγους το τμήμα δεν απαίτησε τους αναλογούντες φόρους για τα 43 κιβώτια ακόμη και όταν στις 2/2/2006 πραγματοποίησε εκ νέου καταμέτρηση των τσιγάρων που ήταν αποταμιευμένα στην αποθήκη σας.  Μετά τις 2/2/2006 και μέχρι την ημερομηνία κατάσχεσης των αποταμιευμένων εμπορευμάτων της Αποθήκης σας, αυτή τελούσε υπό Τελωνειακή σφραγίδα.

 

V. Στις 22/3/2007 με επιστολή σας προς τη Διευθύντρια Τμήματος Τελωνείων, μέσω Ανώτερου Τελωνειακού Λειτουργού Λεμεσού δώσατε την πληροφορία για την ύπαρξη και αποταμίευση στην αποθήκη σας, μεταξύ των άλλων εμπορευμάτων και των 43 κιβωτίων τσιγάρων του αποθέματος 43/97, παράλληλα δε ζητήσατε όπως σας υποδειχθεί χώρος προς μεταφορά τους διότι η αποθήκη θα έκλεινε στις 31/3/2007.

 

VI. Στις 26/6/2007 με επιστολή της Διευθύντριας ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας της Α.Τ.Α. Α524400CY και εσείς ως διαχειριστής της κληθήκατε όπως δώσετε νέο τελωνειακό προορισμό στα εναπομείναντα σε αυτή εμπορεύματα εντός τακτής προθεσμίας δέκα (10), πράγμα που παραλείψετε να πράξετε.  Ως εκ τούτου το τμήμα προχώρησε σε κατάσχεση όλων των κιβωτίων με τα εμπορεύματα που βρέθηκαν στην εν λόγω αποθήκη και σε μεταφορά τους στην αποθήκη του Δημοσίου όπου έγινε λεπτομερής καταμέτρηση του περιεχομένου των κιβωτίων που κατασχέθηκαν.

 

VII. Από τη σύγκριση μεταξύ των καταμετρηθέντων εμπορευμάτων και των λογιστικών υπολοίπων του μηχανογραφημένου συστήματος ΘΗΣΕΑΣ που θα έπρεπε να υπάρχουν στο απόθεμα 43/97 προέκυψε έλλειμμα 43 κιβωτίων Χ 5000 τεμάχια τσιγάρα Bastos για το οποίο γεννήθηκε η παρούσα οφειλή, όπως αυτή αναλύεται παρακάτω.

VIII. Για τα ελλείμματα που προέκυψαν κληθήκατε με τη διπλοσυστημένη επιστολή με αρ. φακ. 23.01.001 / Α524400CY (πρώην Γ.Α.Α. 5.107 / 9.11.2009) όπως τα δικαιολογήσατε εντός τακτής προθεσμίας, πράγμα όμως που παραλείψατε να πράξετε με συνέπεια την αποστολή της παρούσας οφειλής.»   

 

Σύμφωνα με τα όσα ισχυρίζεται ο Αιτητής, στις 2.2.2006 η αποθήκη του τέθηκε υπό τελωνειακή σφραγίδα και όλα τα εμπορεύματα καταμετρήθηκαν από το Τμήμα Τελωνείων, χωρίς να διαπιστωθεί η έλλειψη των 43 κιβωτίων τσιγάρων Bastos.  Ενώ η αποθήκη συνέχισε να βρίσκεται υπό τελωνειακή σφραγίδα, ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση με το Έντυπο «Τελ. 130» όπως εγκαταλείψει το απόθεμα 43/97, το οποίο λόγω παρέλευσης τόσου μεγάλου χρονικού διαστήματος (εισήχθη στην αποθήκη στις 12.2.1997), το εμπόρευμα ως εκ της φύσης του (τσιγάρα), κατέστη άχρηστο.  Το Τμήμα Τελωνείων δεν απάντησε ποτέ στον Αιτητή, παρά μόνο κλήθηκε την 1.12.2009 με την πιο πάνω Βεβαίωση Τελωνειακής Οφειλής να καταβάλει το ποσό των €26.560.

 

Εκ των υστέρων Βεβαίωση 663/09

Στις 15.11.2002 αποταμιεύτηκαν στη Γενική Αποθήκη Αποταμίευσης με αρ. 5.107, την οποία διαχειριζόταν ο Αιτητής, 300 κιβώτια Χ 5 τεμάχια «συστημάτων συναγερμού», χωρίς την καταβολή των αναλογούντων σε αυτά δασμών και φόρων.  Τα συγκεκριμένα εμπορεύματα αποταμιεύτηκαν με αριθμό αποθέματος 153/2002. 

 

Μετά την ανάκληση της άδειας διαχείρισης της αποθήκης του Αιτητή και την κατάσχεση των εμπορευμάτων τα οποία ήταν αποταμιευμένα στην εν λόγω αποθήκη, διαπιστώθηκε ότι 12 κιβώτια Χ 5 τεμάχια (σύνολο 60 τεμάχια) «συστημάτων συναγερμού» έλειπαν από το απόθεμα αρ. 153/2002.

 

Ο Αιτητής, στα πλαίσια της επιστολής του προς το Τμήμα Τελωνείων, ημερ. 23.11.2009, ισχυρίστηκε ότι τα ελλείποντα εμπορεύματα του αποθέματος αρ. 153/2002 μεταφέρθηκαν, υπό την επίβλεψη τελωνειακού λειτουργού, σε άλλη αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης, χωρίς όμως να προσκομίσει στο Τμήμα οποιοδήποτε στοιχείο προς υποστήριξη του ισχυρισμού του.

 

Ο πιο πάνω ισχυρισμός του Αιτητή δεν έγινε αποδεκτός από το Τμήμα Τελωνείων, αφενός μεν επειδή ο εν λόγω ισχυρισμός δεν υποστηριζόταν από οποιαδήποτε αποδεικτικά προς τούτο στοιχεία και, αφετέρου, επειδή σύμφωνα με τα στοιχεία τα οποία περιέχονται στο διοικητικό φάκελο που τηρείται από το Τμήμα Τελωνείων, σε σχέση με το συγκεκριμένο απόθεμα, δεν υπήρξε οποιαδήποτε νομότυπη τελωνειακή διευθέτηση των υπό αναφορά ελλειπόντων εμπορευμάτων.

 

Το Τμήμα Τελωνείων, με την επίδικη εκ των υστέρων Βεβαίωση Τελωνειακής Οφειλής και/ή άλλης Τελωνειακής Οφειλής αρ. 663/09, ημερ. 2.12.2009, απαίτησε από τον Αιτητή την καταβολή του συνολικά οφειλόμενου ποσού των €290,00, που αναλογούσε στους οφειλόμενους δασμούς και φόρους για ελλείποντα 60 τεμάχια συστημάτων συναγερμού.

 

Ο Αιτητής με επιστολή των δικηγόρων του ημερ. 9.2.2010, αιτήθηκε, όπως έπραξε και με τις άλλες Βεβαιώσεις, την αναθεώρηση της επίδικης απαίτησης, υποστηρίζοντας ότι τα ελλείποντα εμπορεύματα μεταφέρθηκαν στις 5.10.2006 από την αποθήκη του σε άλλη αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης, μετά από έγκριση του Τμήματος Τελωνείων.  Προς υποστήριξη του ισχυρισμού του, επισύναψε φωτοτυπίες εγγράφων οι οποίες όμως αφορούσαν αποθέματα άλλα από το απόθεμα εμπορευμάτων της αποθήκης του Αιτητή με αρ. 153/2002.

 

Το Τμήμα Τελωνείων, μετά από εξέταση του υποβληθέντος αιτήματος, πληροφόρησε τους δικηγόρους του Αιτητή, ότι η επί του θέματος αρχική απόφαση του Τμήματος Τελωνείων εναντίον του πελάτη τους δεν μπορούσε να διαφοροποιηθεί.

 

Ο λόγος ακύρωσης για το παράτυπο της διαδικασίας ελέγχου της αποθήκης

Έχω εξετάσει το μοναδικό λόγο ακύρωσης και κατά την άποψή μου αυτός ευσταθεί.  Κατ’ αρχάς η όλη υπόθεση καλύπτεται από το δεδικασμένο που προκύπτει από την υπόθεση 794/06, μεταξύ των ίδιων διαδίκων, η οποία στηρίχθηκε στα νομολογηθέντα στην Kirzis Stephanou Container Terminal & Bonded Warehousing κ.α. ν. Δημοκρατίας (2007) 3 ΑΑΔ 575.  Μπορεί η υπόθεση 794/06 να αφορούσε το απόθεμα 43/97, αλλά η ίδια αρχή που εφαρμόστηκε εκεί, εφαρμόζεται και στα άλλα δύο αποθέματα που έχουν παρόμοιο ιστορικό.  Για το απόθεμα 12/89 τα εμπορεύματα είχαν αποθηκευτεί σε χρόνο πολύ μεγαλύτερο απ’ ότι στην υπόθεση 794/06, ενώ για το απόθεμα 153/02 τα εμπορεύματα αποθηκεύτηκαν το 2002, ενώ η φορολογία ζητήθηκε μετά από 7 χρόνια.  Η καθυστέρηση στην άσκηση ελέγχου μέσα σε εύλογο χρόνο ή σε χρονικά διαστήματα, παραβιάζει την αρχή της νομιμότητας και της χρηστής διοίκησης.

 

Για όλα τα αποθέματα, η διαδικασία που ακολούθησε το Τμήμα Τελωνείων δεν ήταν η αρμόζουσα και παραβιάζει και αυτή την αρχή της καλής πίστης και χρηστής διοίκησης.  Ενώ η αποθήκη τελούσε υπό τελωνειακή σφραγίδα από τις 2.2.2006, Λειτουργοί του Τμήματος Τελωνείων, μέσα σε 10 μέρες από την παραλαβή της επιστολής του Αιτητή για εγκατάλειψη των αποθεμάτων και κλείσιμο της αποθήκης, μετέβηκαν στην αποθήκη και παρέλαβαν όλα τα εμπορεύματα που υπήρχαν σ’ αυτή.  Όμως η διαδικασία που ακολουθήθηκε δεν ήταν η αρμόζουσα.  Όπως αναφέρεται στο φάκελο, τα εμπορεύματα, χωρίς να καταμετρηθούν και χωρίς να κρατηθεί κάποια υποτυπώδης κατάσταση για το τι παραλαμβανόταν, φορτώθηκαν σε φορτηγά και μεταφέρθηκαν σε αποθήκη του δημοσίου για καταμέτρηση και φύλαξή τους.  Δεν είναι δυνατό εμπορεύματα από αποθήκη αποταμίευσης, η οποία λειτουργεί κάτω από αυστηρούς κανόνες επιτήρησης, να παραλαμβάνονται και να μεταφέρονται χωρίς πρώτα να καταμετρηθούν, ώστε όλοι οι εμπλεκόμενοι να γνωρίζουν τι ακριβώς παραλήφθηκε.  Δεν χρειάζεται να προσθέσω ότι η απουσία ακριβούς ελέγχου, δυσχεραίνει πολύ και το δικαστικό έλεγχο.

 

Μετά την παραλαβή των εμπορευμάτων, υπήρξαν και άλλα προβλήματα.  Μετά τη μεταφορά των εμπορευμάτων σε αποθήκη του δημοσίου, ο αρμόδιος Λειτουργός δεν συνεργαζόταν και αρνείτο να παραλάβει τα εμπορεύματα.  Στο ενδοϋπηρεσιακό Σημείωμα ημερ. 3.10.2007 (Παράρτημα 5 στην ένσταση), σημειώνεται ότι η παράλειψη παραλαβής των εμπορευμάτων ήταν «αδικαιολόγητη» και θα έπρεπε να αρθεί άμεσα «για να μη μείνει εκτεθειμένος ο σταθμός».  Σε άλλη Σημείωση του Τελωνειακού Λειτουργού Χαρ. Χ”Χαραλάμπους, η όλη κατάσταση θεωρήθηκε «απαράδεχτη» και ζητείτο η άμεση κατάσχεση των εμπορευμάτων.

 

Μέχρι τις 5.11.2007 που τα εμπορεύματα τελικά κατασχέθηκαν, πέρασαν 3 μήνες, από την ημερομηνία που παραλήφθηκαν από τις αποθήκες του Αιτητή (2.8.2007).  Δεν υπάρχουν στοιχεία στο φάκελο για τις συνθήκες φύλαξης και επομένως ο Αιτητής που κλήθηκε μετά από τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα να παραστεί στη διαδικασία λεπτομερούς καταγραφής των εμπορευμάτων, δικαιολογημένα αρνήθηκε.  Εξαιτίας αυτών των προβλημάτων, ο Τελωνειακός Λειτουργός Α΄, Κ. Κουδουνάς, ο οποίος ενεπλάκη από την αρχή στην όλη διαδικασία, σε σχετικό ενδοϋπηρεσιακό Σημείωμά του σημειώνει ότι «από τα στοιχεία που διατηρεί ο Κλάδος Αποθηκών Τελωνειακής Αποταμίευσης φαίνεται ότι μεταξύ 2002-2006 δεν πραγματοποιήθηκε αποθεματικός έλεγχος καπνικών προϊόντων στην εμπλεκόμενη αποθήκη Τελωνειακής Αποταμίευσης.»  Στη συνέχεια καταγράφει τα περαιτέρω προβλήματα που εντόπισε:-

«…. Ας σημειωθεί ότι ο συνάδελφος Χ. Χρίστου ήταν μέλος της ομάδας που διεξήγαγε τον αποθεματικό έλεγχο στις 2/2/06 στον οποίο όμως καμιά αναφορά δεν έγινε για τα τσιγάρα αυτά. γ) Από τα υπάρχοντα στοιχεία του φακέλου της εν λόγω Αποθήκης Τελωνειακής Αποταμίευσης προέκυπτε ότι: 1) όλα τα εμπορεύματα που βρέθηκαν εντός της Αποθήκης Τελωνειακής Αποταμίευσης Α524400CY παραλήφθηκαν στις 2/8/07 από συναδέλφους στην παρουσία του αποθηκάριου Π. Κωνσταντίνου, φορτώθηκαν σε όχημα και μεταφέρθηκαν στην Αποθήκη του Δημοσίου με συνοδεία Βοηθών Τελωνείου. 2) Δεν εκδόθηκε αυθημερόν οποιοδήποτε έντυπο παραλαβής ή κατάσχεσης αλλά ούτε λήφθηκε επί οποιουδήποτε εγγράφου η υπογραφή είτε του παρευρισκομένου αποθηκαρίου είτε του διαχειριστή της Αποθήκης Τελωνειακής Αποταμίευσης. 3) Η λεπτομερής καταγραφή των εμπορευμάτων στην Αποθήκη Δημοσίου έγινε στο διάστημα 29-31/10/07. 4) Η καταγραφή έγινε στην απουσία εκπροσώπων της εμπλεκόμενης Αποθήκης Τελωνειακής Αποταμίευσης.  Από την παράθεση των παραπάνω στοιχείων προκύπτουν προβλήματα τόσο νομικά όσο και πραγματικά.  Για το λόγο αυτό και με γνώμονα τη διαφύλαξη του ονόματος του τμήματος εισηγούμαι όπως η υπόθεση τύχει περαιτέρω διερεύνησης ή αποσταλεί στη Διευθύντρια για περαιτέρω οδηγίες.»

 

Δυστυχώς, δεν εισακούστηκαν οι εκκλήσεις του για να μην αποσταλούν εκ των υστέρων Βεβαιώσεις Οφειλής, με αποτέλεσμα το Τμήμα Τελωνείων, παρά την καθυστέρηση που παρατηρήθηκε και τα προβλήματα που εντοπίστηκαν, να κρίνει ότι ήταν σκοπιμότερο να διεκδικήσει τις οφειλές του.  Κατά την κρίση μου, η διεκδίκηση των οφειλών υπό τις περιστάσεις, της συγκεκριμένης υπόθεσης, αντιβαίνει τις αρχές της χρηστής διοίκησης, της καλής πίστης και της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη.  Πάσχουσα είναι και η αιτιολογία, αφού το δικαστήριο αδυνατεί με τις ελλείψεις που σημείωσα στην όλη διαδικασία, να προβεί στον απαιτούμενο έλεγχο των πράξεων της διοίκησης αναφορικά με τις κατ’ ισχυρισμό ελλείψεις στα αποθέματα.

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει, με €1.400 έξοδα, πλέον ΦΠΑ, υπέρ του Αιτητή.  Οι προσβαλλόμενες αποφάσεις ακυρώνονται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.

 

 

 

 

 (Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΠς


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο