JEWAN KHALIL ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 466/2010, 28/9/2012

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 466/2010)

 

28 Σεπτεμβρίου, 2012

 

[K. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.

 

 

JEWAN KHALIL,

 

Αιτητής,

 

-ν-

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.     ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,

2.     ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

 

Καθ΄ων η Aίτηση.

- - - - - -

Νικ. Χαραλαμπίδου, για τον Αιτητή.

 

Β. Καρλεττίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

- - - - - -                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                            

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή του και κατόπιν σχετικής τροποποίησης η οποία επιτεύχθηκε μετά την καταχώρησή της, ο αιτητής προσβάλλει τη νομιμότητα της απόφασης της καθ΄ης η αίτηση Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων (Α.Α.Π.) ημερομηνίας 26.1.2010, με την οποία είχε απορριφθεί διοικητική προσφυγή που άσκησε ο αιτητής εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου για τη μη αναγνώριση σ΄ αυτόν καθεστώτος διεθνούς προστασίας κατά την έννοια των περί Προσφύγων Νόμων 2006-2009.

 

Όπως υποστηρίζει ο αιτητής, ο ίδιος είναι άπατρις (stateless) Κούρδος της Συρίας, της κατηγορίας των Machtoumeen, γεγονός που αμφισβητείται από τους καθ΄ων η αίτηση. Εγκατέλειψε τη Συρία χωρίς οποιαδήποτε ταξιδιωτικά έγγραφα και εισήλθε στις μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές περί τα τέλη Μαρτίου του 2006. Πέρασε ακολούθως στις ελεύθερες περιοχές και στις 31.3.2006 υπέβαλε αίτηση ασύλου. Τρία σχεδόν χρόνια αργότερα, η Υπηρεσία Ασύλου στις 26.3.2009 απέρριψε το αίτημα του αιτητή επειδή, κατά κύριο λόγο, αυτός απέτυχε να αποδείξει ότι ανήκει στην κατηγορία των Κούρδων απάτριδων Machtoumeen. Ο αιτητής υπέβαλε ακολούθως διοικητική προσφυγή ενώπιον της Α.Α.Π., η οποία όμως απορρίφθηκε με την απόφαση ημερομηνίας 29.1.2010, η νομιμότητα της οποίας είναι αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

Θα εξετάσω στη συνέχεια τους λόγους ακύρωσης τους οποίους προβάλλει ο αιτητής.

 

1.     Η κατ΄ ισχυρισμό παραβίαση της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2004/83/ΕΚ και της Οδηγίας 2005/85/ΕΚ.

 

Είναι η θέση του αιτητή ότι οι διαδικασίες που ακολουθήθηκαν για αναγνώρισή του ως πρόσφυγα ή δικαιουμένου σε συμπληρωματική προστασία δε συνάδουν με αυτές που προβλέπονται στον περί Προσφύγων Νόμο και στο Εγχειρίδιο της Υπάτης Αρμοστίας των Ηνωμένων Εθνών για τους πρόσφυγες και, ως εκ τούτου, καταλήγουν σε παραβίαση της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 και των σχετικών Οδηγιών. Πιο συγκεκριμένα, ο αιτητής επικαλείται το άρθρο 18(3) του περί Προσφύγων Νόμου, σύμφωνα με το οποίο η αξιολόγηση αίτησης διεθνούς προστασίας γίνεται σε εξατομικευμένη βάση, αντικειμενικά και αμερόληπτα, και κατ΄ αυτήν συνεκτιμούνται, μεταξύ άλλων, και οι συναφείς δηλώσεις και τα έγγραφα που υπέβαλε ο αιτητής. Ο αιτητής, κατά τη συνέντευξή του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, υπέβαλε δύο έγγραφα τα οποία, κατά την άποψή του, αποδεικνύουν την ιδιότητά του ως Κούρδου Machtoumeen της Συρίας, πλην όμως, κατά παράβαση των προνοιών του άρθρου 18(3) του Νόμου (εναρμονιστικών προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2004/83/ΕΚ), αυτά δεν συνεκτιμήθηκαν ούτε από την Υπηρεσία Ασύλου, ούτε και από την Α.Α.Π. Όπως αναφέρθηκε στην απόφαση των καθ΄ων η αίτηση αρ. 1, το ένα εκ των εγγράφων δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως έγγραφο κατόχου του καθεστώτος των Machtoumeen, εφόσον δεν έφερε τα χαρακτηριστικά που φέρουν τα έγγραφα αναγνώρισης των Machtoumeen. Αυτό όμως, όπως υποστηρίζει ο αιτητής, είναι άσχετο, αφού εξ αρχής ο αιτητής υπέδειξε ότι δεν επρόκειτο για έγγραφο αναγνώρισης καθεστώτος, αλλά για έγγραφο διαμονής. Οι ίδιοι μάλιστα οι καθ΄ων η αίτηση αναφέρουν στην απόφασή τους, αντιφατικά με τα ανωτέρω, ότι τα έγγραφα αναγνώρισης των Machtoumeen δεν εκδίδονται από τις Συριακές Αρχές, αλλά από τον κοινοτάρχη μιας περιοχής, οπότε και δεν έχουν συγκεκριμένο τύπο.

 

Ο ισχυρισμός του αιτητή ότι τα παρουσιασθέντα από τον ίδιο έγγραφα δεν συνεκτιμήθηκαν, ως κατά Νόμο προνοείται, δεν είναι βάσιμος.

 

Τόσο από την Εισήγηση του αρμόδιου Λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, όσο και από την απόφαση της Υπηρεσίας αλλά και της Α.Α.Π., προκύπτει το αντίθετο συμπέρασμα. Ότι δηλαδή τα παρουσιασθέντα έγγραφα λήφθηκαν υπόψη, αξιολογήθηκαν και συνεκτιμήθηκαν μαζί με τα άλλα διαθέσιμα στοιχεία. Κρίθηκε δε, για αιτιολογημένους λόγους, ότι τα έγγραφα δε συνάδουν με την περιγραφή που δίνουν επίσημες πηγές πληροφόρησης, παρουσίαζαν ανακρίβειες και αντιφάσεις. Το πιο κάτω απόσπασμα από την Εισήγηση του Λειτουργού, η οποία και υιοθετήθηκε από την Υπηρεσία, είναι χαρακτηριστικό:

 

“Καταρχάς το έγγραφο στο ερυθ. 59, που φέρεται να πιστοποιεί τη ταυτότητα του, δεν αναγράφεται πουθενά το καθεστώς του ως Ajnabi ή Maktumeen. Έχουν πραγματοποιηθεί στο παρελθόν συνεντεύξεις Κούρδων από τη Συρία οι οποίοι κατείχαν είτε το καθεστώς του Ajnabi ή Maktumeen και παρουσίασαν έγγραφα στα οποία αναγράφεται καθαρά το καθεστώς τους (για σχετική αναφορά Π.Β. F05-05510 R, ερυθ. 26 και F08-00172 R, ερυθ. 28,8).

 

Επιπρόσθετα αναφορικά με το έγγραφο που παρουσίασε στο ερυθ. 59, 13, αυτό δεν συνάδει με τη περιγραφή εγγράφου που κατέχει κάποιος Machtumeen. Σημαντικές παραλείψεις είναι η αναγραφή της λέξης «Machtoum» πάνω στη φωτογραφία, ο ορισμός του εγγράφου ως «identification certificate», τον αριθμό εγγραφής και ακολούθως το καθεστώς «maktoum al-qayd» και τέλος τη δήλωση εκ μέρους του κοινοτάρχη που αναφέρεται στο ερυθ. 61, 1Χ. Τα υπόλοιπα σημεία που θα έπρεπε να αναγράφονται στο έγγραφο που παρουσίασε ο ΑΑ αναφέρονται στο ερυθ. 61, 2Χ (Π.Β. ερυθ. 13 για σχετική σύγκριση). Το έγγραφο που παρουσίασε ο ΑΑ δεν είναι πιστοποιητικό ταυτότητας «identification certificate», αλλά πιστοποιητικό διαμονής «Residency certificate».

 

O AA ισχυρίστηκε ότι οι Maktumeen δεν κατέχουν κανένα έγγραφο. Πληροφορίες αναφέρουν ότι κατέχουν πιστοποιητικό ταυτότητας το οποίο εκδίδεται από τον κοινοτάρχη (Π.Β. ερυθ. 57, 1Χ και ερυθ. 61, 1Χ).”

 

Όπως περαιτέρω ισχυρίζεται ο αιτητής, κατά την εξέταση της προσφυγής του ενώπιον της Α.Α.Π., υπέβαλε νέα στοιχεία, ήτοι πιστοποιητικό αναγνώρισης του καθεστώτος του ως Machtoumeen, μεταφρασμένο από το Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών, το οποίο είχε εκδοθεί από τον κοινοτάρχη της περιοχής διαμονής του στη Συρία την 1.5.2002 και το οποίο ο αιτητής είχε εξασφαλίσει με αποστολή του από τη Συρία μετά τη διεξαγωγή της συνέντευξής του από την Υπηρεσία Ασύλου. Όμως, οι καθ΄ων η αίτηση ανέφεραν στην απόφασή τους ότι το νέο αυτό στοιχείο δεν μπορούσε να γίνει δεκτό επειδή έφερε ημερομηνία 1.5.2002, οπότε θα μπορούσε να προσκομισθεί εξ αρχής. Το ότι δεν προσκομίστηκε εξ αρχής, δημιουργούσε αμφιβολίες ως προς τη γνησιότητα του εγγράφου και την αξιοπιστία του αιτητή. Σύμφωνα πάντα με τον αιτητή, οι καθ΄ων η αίτηση δεν έπρεπε να μην αποδεχτούν το νέο έγγραφο για τους πιο πάνω λόγους και, εν πάση περιπτώσει, θα έπρεπε να διεξαγάγουν νέα διερεύνηση του θέματος. Όπως διαπιστώνεται από το ακόλουθο απόσπασμα της προσβαλλόμενης απόφασης, οι καθ΄ων η αίτηση προσέγγισαν το θέμα τούτο ως εξής:

 

“Μαζί με τους λόγους διοικητικής προσφυγής, η εκπρόσωπος του προσφεύγοντα προσκόμισε έγγραφο μεταφρασμένο από το Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών στο οποίο αναφέρεται ότι η εγγραφή του είναι απόρρητη, δηλαδή ότι ο ίδιος ανήκει στην ομάδα των «Mahtoum». Το συγκεκριμένο πιστοποιητικό είναι υπογεγραμμένο από τον κοινοτάρχη και πιστοποιημένο με τη σφραγίδα της τοπικής αρχής. Ωστόσο, λόγω του ότι το συγκεκριμένο έγγραφο δεν εκδίδεται από τις συριακές αρχές αλλά από τον κοινοτάρχη της κάθε περιοχής, αυτό δεν έχει ούτε συγκεκριμένο τύπο και κατά συνέπεια είναι δύσκολη η πιστοποίηση κατά πόσο πρόκειται για γνήσιο έγγραφο. Ωστόσο, το συγκεκριμένο έγγραφο το οποίο σύμφωνα με την ημερομηνία έκδοσης του υπήρχε στην κατοχή του προσφεύγοντα όταν παρευρέθηκε στις συνεντεύξεις του στην Υπηρεσία Ασύλου αφού εκδόθηκε την 01/05/2002, όχι μόνο δεν προσκομίσθηκε αλλά ο προσφεύγων ισχυρίστηκε ότι δεν υπήρχε στην κατοχή του οποιοδήποτε έγγραφο πέραν από τα δύο που προσκόμισε και τα οποία είχαν μεταφραστεί (ερυθρά 127, 58, 56, χ8). Συνεπώς, δημιουργούνται αμφιβολίες ως προς τους λόγους για τους οποίους δεν προσκόμισε το συγκεκριμένο έγγραφο ενώ δημιουργούνται και αμφιβολίες ως προς τη γνησιότητα του συγκεκριμένου εγγράφου. Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί ότι οποιοδήποτε έγγραφο έχει υποστηρικτικό και μόνο χαρακτήρα αφού η εξέταση του γίνεται υπό το φως των ισχυρισμών του προσφεύγοντα και όχι ανεξάρτητα από αυτούς. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η εξέταση αιτήματος ασύλου δεν προϋποθέτει γενικά την υποβολή προσωπικών εγγράφων, δηλαδή εγγράφων σχετικών με τον προσφεύγοντα ή με την ιδιότητα του ως μέλος μιας ομάδας. Για τον ίδιο επίσης λόγο, μια αίτηση ασύλου δεν αναγνωρίζεται ή δεν απορρίπτεται στη βάση προσωπικών εγγράφων και μόνο [Keane, A., The Modern Law of Evidence, Butterworths, Lexinexis, London-Edimburg-Dublin, 09/2000,686p.].

 

Λαμβάνοντας υπόψη στο σύνολο τα πραγματικά στοιχεία της υπόθεσης και νοουμένου ότι ο προσφεύγων δεν υπέβαλε νέα στοιχεία που να υποστηρίζουν την προσφυγή του, δεν κρίνεται σκόπιμη η κλήση του προσφεύγοντα σε συνέντευξη, ή σε ακροαματική διαδικασία, σύμφωνα με το άρθρο 28Ζ εδάφιο 6 των Περί Προσφύγων Νόμων 2000-2009.”

 

Η πιο πάνω προσέγγιση των καθ΄ων η αίτηση υπό το φως των περιβαλλόντων στοιχείων ήταν εύλογα επιτρεπτή και δεν απαιτείτο η οποιαδήποτε περαιτέρω διερεύνηση του θέματος εκείνου.

 

Η κατ΄ ισχυρισμό πλάνη περί το Νόμο.

 

Όπως ισχυρίζεται ο αιτητής, ήταν φανερό ότι οι λόγοι φόβου δίωξης τους οποίους επικαλείτο, δηλαδή λόγοι φυλής και/ή ιθαγένειας, εμπίπτουν στους λόγους για τους οποίους θα μπορούσε να θεωρηθεί ως πρόσφυγας αν αποδεικνυόταν η βασιμότητά τους. Όμως, όπως υποστηρίζει, η Α.Α.Π. τελούσε υπό πλάνη περί το Νόμο κατά την εξέταση της προσφυγής του, εφόσον τελούσε υπό πλάνη τόσο αναφορικά με τον ορισμό του “πρόσφυγα” στο Νόμο, όσο και με την έννοια του όρου “δίωξη”. (άρθρα 3 και 19 του Νόμου). Στην αγόρευση του αιτητή γίνεται εμπεριστατωμένη και εκτενής ανάλυση των σχετικών προνοιών του Νόμου, του Εγχειριδίου και των Ευρωπαϊκών Οδηγιών.

 

Παρά ταύτα όμως, όπως ορθά υποδεικνύει και η συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση, ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν έγινε δεκτό το αίτημα του αιτητή ήταν το γεγονός της μη απόδειξης της αληθοφάνειας των βασικών ισχυρισμών του και του κλονισμού της αξιοπιστίας του, λόγω ουσιωδών αντιφάσεων, ελλείψεων και αδυναμιών οι οποίες εντοπίστηκαν στις συνεντεύξεις που έδωσε. Αυτό δε το εμπόδιο αναγνωρίζεται ρητά ως ένα από τα κωλύματα στην έγκριση αιτήματος ασύλου, από τις ίδιες τις πρόνοιες του Εγχειριδίου. Πρόνοιες στις οποίες παρέπεμψαν στην αιτιολογημένη απόφασή τους, τόσο η Υπηρεσία Ασύλου όσο και η Α.Α.Π. Κρίση επί της αξιοπιστίας αιτητή και έγερση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο της αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από αιτητή είναι επιτρεπτή: (Βλ. π.χ. Amiri v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων κ.ά. (2009) 3ΑΑΔ 358.

 

Στην υπό εξέταση περίπτωση, ο αρμόδιος Λειτουργός, μετά από εκτενή ανάλυση, σχολιασμό και αιτιολογία, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει ότι ανήκε στην κοινότητα Machtoumeen, αλλά στην Ajaneeb της περιοχής Al Hasake, και στο ότι δεν αποστερείται θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ούτε και διατρέχει οποιοδήποτε βάσιμο φόβο δίωξης από κυβερνητικά όργανα.

 

Την εμπεριστατωμένη και τεκμηριωμένη εισήγηση του Λειτουργού την ασπάσθηκε η Υπηρεσία Ασύλου στην απόφασή της και ακολούθως η Α.Α.Π. στη δική της και δε διακρίνω οποιοδήποτε λόγο για τον οποίο κάτι τέτοιο δεν εδικαιολογείτο υπό τις περιστάσεις.

 

Επομένως, ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης στοιχειοθετείται.

 

Η κατ΄ ισχυρισμό πλάνη περί τα πράγματα και/ή έλλειψη επαρκούς και/ή δέουσας έρευνας.

 

Όπως υποστηρίζει ο αιτητής κάτω από αυτό το λόγο ακύρωσης, οι καθ΄ων η αίτηση κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασής τους, τελούσαν υπό  πλάνη περί τα πράγματα αναφορικά με το καθεστώς του αιτητή, αφού λανθασμένα δε θεωρήθηκε ως άπατρις Κούρδος της κατηγορίας των Machtoumeen. Στη γραπτή αγόρευση της συνηγόρου του αιτητή γίνεται εκτενής και επιμελημένη αναφορά σε στοιχεία από διεθνείς πηγές πληροφόρησης ως προς τις δυσμενείς διακρίσεις και στερήσεις δικαιωμάτων τις οποίες υφίσταται η ομάδα αυτή Κούρδων της Συρίας.

 

Σε σχέση με το λόγο τούτο ακύρωσης και τα προβαλλόμενα κάτω από αυτόν επιχειρήματα, δεν μπορώ παρά να παρατηρήσω ότι τα όσα έχουν κριθεί και διαγνωσθεί προηγουμένως ως προς τη μη στοιχειοθέτηση άλλων λόγων ακύρωσης, σφραγίζουν την αποτυχία και αυτού του λόγου ακύρωσης. Όπως διαπιστώνεται για καλούς λόγους, ο αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει στα δύο στάδιο της διοικητικής διαδικασίας τη βασιμότητα του αιτήματός του για αναγνώριση ιδιότητας πρόσφυγα δυνάμει του Νόμου και της Σύμβασης της Γενεύης, ούτε για την παραχώρηση στον ίδιο της συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19Α του Νόμου ή για προσωρινή διαμονή στη Δημοκρατία για ανθρωπιστικούς λόγους. Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε στο πλαίσιο άσκησης διακριτικής ευχέρειας του αρμόδιου διοικητικού οργάνου, κατόπιν εκτίμησης των πραγματικών στοιχείων, και στην απουσία οποιασδήποτε μεμπτότητας, το ακυρωτικό Δικαστήριο δε δικαιολογείται όπως επέμβει. (Θ. Τσάτσου, “Η Αίτησις Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας”, σελ. 250, Republic v. Georghiades (1972) 3 CLR 394).

 

Η προσφυγή απορρίπτεται και ακολουθώντας το αποτέλεσμα, τα έξοδα επιδικάζονται εναντίον του αιτητή, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

   K. Κληρίδης,

                                                                        Δ.

 

 

 

 

 

 

/ΧΤΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο