PANIPSOS LTD ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 743/2010, 27/9/2012

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 743/2010)

 

27 Σεπτεμβρίου 2012

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

PANIPSOS LTD,

Αιτητές,

- ΚΑΙ -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

(1)           ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ

(2)           ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

---------------------------------------

Μ. Χριστοδούλου για Α. Μαθηκολώνη, για τους Αιτητές.

Ε. Συμεωνίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,

για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

----------------------------------------

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:  Οι αιτητές, εταιρεία εγγεγραμμένη στην Κύπρο με έδρα τη Λάρνακα, δραστηριοποιούνται μεταξύ άλλων στην εισαγωγή και διάθεση ποδηλάτων και μοτοσυκλέττων.  Με έγγραφα εισαγωγής και δηλώσεις διασαφήσεων τελωνισμού με ημερομηνίες 29.11.2007, 26.6.2008, 13.1.2009, 3.4.2009 και 7.4.2009, οι αιτητές εισήγαγαν στην Κύπρο ποδήλατα από τη Μαλαισία, δηλώθηκαν δε όλα τα σχετικά στοιχεία για σκοπούς εκτελωνισμού μέσω του συστήματος «Θησέας» που χρησιμοποιεί το Τμήμα Τελωνείων.  Συναφώς καταβλήθηκαν από τους αιτητές τα ανάλογα τέλη και  δασμοί σύμφωνα με τα δηλωθέντα. 

 

Στις 24.3.2000, το Τμήμα Τελωνείων απέστειλε στους αιτητές σχετική εκ των υστέρων βεβαίωση τελωνειακής οφειλής και άλλης τελωνειακής οφειλής υπ΄ αρ. 160/09, με την οποία οι αιτητές καλούνταν να καταβάλουν ως οφειλή στην Κυπριακή Δημοκρατία εισαγωγικούς δασμούς, δασμούς αντιτάμπινγκ και Φ.Π.Α., συνολικού ποσού €109.561,00, χρηματική επιβάρυνση €10.956,00 πλέον 8% τόκο από την ημέρα που κατέστη καταβλητέο το ποσό και χρηματική επιβάρυνση μέχρι 31.12.2009, ενώ από 1.1.2010 μέχρι την ημερομηνία πληρωμής του ποσού, ο τόκος καθορίστηκε στα 5.35%.   Η πιο πάνω εκ των υστέρων βεβαίωση υπογραφόμενη από λειτουργό για την αναπληρώτρια Διευθύντρια του Τμήματος Τελωνείων πήγαζε, καθώς αναφέρεται στην επιστολή, «…… από τα γεγονότα και τη νομοθεσία όπως εκτίθενται πιο κάτω.».  Η σχετική εκ των υστέρων  βεβαίωση με την επιστολή ημερ. 24.3.2010, προχωρεί να αναφέρει ότι στη βάση μαρτυρίας που κατέχει το Τμήμα Τελωνείων, τα συγκεκριμένα ποδήλατα που είχαν εισαχθεί είχαν χώρα καταγωγής τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας και όχι τη Μαλαισία.  Ως αποτέλεσμα των  δηλώσεων των αιτητών δεν καταβλήθηκαν οι αναλογούντες εισαγωγικοί δασμοί, οι δασμοί αντιτάμπινγκ και ο Φ.Π.Α.  Τα συγκεκριμένα εμπορεύματα εμπίπτουν, ως αναφέρεται, στον κωδικό Taric 8712003000, στη βάση του οποίου επιβάλλεται εισαγωγικός δασμός με συντελεστή 14% και δασμός αντιτάμπινκ με συντελεστή 48.50%.  Πρόσθετα, επιβάλλεται Φ.Π.Α. στη βάση των άρθρων 15 και 17 του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου αρ. 95(Ι)/2000, ως τροποποιήθηκε. 

 

Η πιο πάνω επιστολή του Τμήματος Τελωνείων, που αποτελεί και την προσβαλλόμενη πράξη, συνεχίζει με την εξήγηση ότι οι πράξεις των αιτητών αποτελούν αδικήματα αναληθούς δήλωσης κατά παράβαση του άρθρου 92 του περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμου αρ. 94(Ι)/2004 και το Τμήμα προτίθετο να επανέλθει ως προς την ποινική ευθύνη των αιτητών με τη συμπλήρωση της δέουσας έρευνας.  Οι αιτητές κλήθηκαν να καταβάλουν τα οφειλόμενα εντός προθεσμίας δέκα ημερών, διαφορετικά θα υπόκειντο σε πιθανή δήμευση αγαθών τριπλάσιας αξίας ενώ, «….. η άρνηση και μόνο της καταβολής της ως άνω οφειλής σας και ή η από αμέλεια παράλειψη συμμόρφωσης σας, συνιστά, ξεχωριστό ποινικό αδίκημα, δυνάμει του άρθρου 94 του περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμου αρ. 94(Ι) του 2004.».

 

Οι αιτητές επιδιώκουν την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης ως αναιτιολόγητης, ληφθείσας κατά παράβαση των αρχών περί δέουσας έρευνας και ως αντίθετη με τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του διοικούμενου προς τη διοίκηση.  Εισηγούνται ακόμη ότι η προσβαλλόμενη πράξη λήφθηκε από αναρμόδιο όργανο ή πρόσωπο, (θέση όμως που δεν είναι ορθή ενόψει των στοιχείων που παραθέτουν οι καθ΄ ων στη γραπτή τους αγόρευση από τα οποία φαίνεται η σχετική εξουσιοδότηση του λειτουργού που υπέγραψε την προσβαλλόμενη πράξη), και χωρίς  να τους δοθεί η προηγούμενη ευκαιρία να ακουστούν.  Η θέση τους στη γραπτή αγόρευση τους εστιάζεται ιδιαιτέρως στο γεγονός ότι οι αιτητές δεν είχαν καμία απολύτως ένδειξη ότι τα ποδήλατα που είχαν εισαγάγει δεν προέρχονταν από τη Μαλαισία, εφόσον στη βάση τόσο των σχετικών στοιχείων που παρέχει η κατασκευάστρια εταιρεία C.L. Domain SDN BHD μέσω του διαδικτύου, αυτή παρουσιάζεται να εδρεύει στη Μαλαισία, ενώ και τα ίδια τα τιμολόγια που οι καθ΄ ων η αίτηση επισυνάπτουν στην ένσταση τους, σαφώς αναφέρουν συγκεκριμένη διεύθυνση της κατασκευάστριας εταιρείας στην Kuala Lumpur στη Μαλαισία.  Περαιτέρω, το packing list των εμπορευμάτων παρέχει την ίδια ένδειξη, ενώ φέρουν ως λιμάνι εξαγωγής το Port Klang, στη Μαλαισία. 

 

Στη πιο πάνω βάση εντελώς φυσιολογικά και νόμιμα οι αιτητές καταχώρησαν στο σύστημα «Θησέας» το λεγόμενο «Declaration Information» (Παραρτήματα 10-14 της ένστασης), καθώς και  τα σχετικά στοιχεία, δηλαδή το όνομα της κατασκευάστριας εταιρείας, τη χώρα αυτής δηλαδή τη Μαλαισία και τον τύπο των ποδηλάτων που εισήχθησαν στη βάση των σχετικών στοιχείων προδιαγραφής που αναφέρονταν στα σχετικά έγγραφα της κατασκευάστριας εταιρείας.  Οι αιτητές σημειώνουν ακόμη ότι και τα σχετικά «certificates of origin», Form A, καταγράφουν ως λιμάνι εξαγωγής το Port Klang της Μαλαισίας,  φαίνονται υπογραμμένα από το Ministry of International Trade and Industry της Μαλαισίας, ενώ περιέχουν και δήλωση του εξαγωγέα ότι τα προϊόντα κατασκευάστηκαν στη Μαλαισία σύμφωνα με τις αναγκαίες προδιαγραφές για εξαγωγή στην Κύπρο.  Η σχετική δήλωση του εξαγωγέα φέρει σφραγίδα και υπογραφή. Τα πιστοποιητικά προέλευσης έχουν καταχωρηθεί ως Παραρτήματα 15-19, στην ένσταση. 

 

Ενδεικτικό κατά τους αιτητές του γεγονότος ότι αυτοί δεν είχαν τρόπο να γνωρίζουν τα όσα εκ των υστέρων τους καταλογίζει το Τμήμα Τελωνείων, είναι και το ότι χρειάστηκαν εξειδικευμένες έρευνες από τις αρμόδιες αρχές της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης Απάτης (European Antifraud Office OLAF) για να διαπιστωθεί ότι ποδήλατα προέλευσης Κίνας, κατά την περίοδο 2006-2008, εισάγονταν στις ελεύθερες ζώνες της Μαλαισίας και από εκεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση στη βάση νέων τιμολογίων και φορτωτικών με στόχο να αποφεύγεται η καταβολή των αναγκαίων τελών και δασμών.  Μάλιστα, η OLAF διενήργησε και επιτόπιες έρευνες στη Μαλαισία για τη διαπίστωση των ανωτέρω.  Ουδέν όμως στοιχείο από τη μεταγενεστέρως διεξαχθείσα έρευνα του Τελωνείου αποκαλύπτει οποιαδήποτε ανάμειξη των αιτητών στη εξαγωγή από την Κίνα, ή, μέσω αυτής, των εμπορευμάτων, ή, συμμετοχή σε ενδεχόμενη παραποίηση εγγράφων ή τη δημιουργία ψευδών εγγράφων από την Κίνα ή τη Μαλαισία.

 

Η αντίθετη θέση του Τμήματος Τελωνείων είναι ότι στα πλαίσια ελέγχου που διενεργεί η Ευρωπαϊκή Ένωση, είχε διαπιστωθεί από την OLAF ότι προσκομίζονται σε Ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Κύπρος, μεγάλες ποσότητες ποδηλάτων κατασκευασμένων στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, φερόμενα όμως στη βάση αναληθών πιστοποιητικών καταγωγής, Form A, ως έχοντα προέλευση τη Μαλαισία.  Η OLAF ενημέρωσε το Τμήμα Τελωνείων σχετικά με επιστολή ημερ. 15.4.2009, το δε Τμήμα Τελωνείων απέστειλε σχετική εγκύκλιο σ΄ όλους τους εισαγωγείς.  Σύμφωνα με στοιχεία της OLAF, η εταιρεία CL Domain περιελήφθη στον κατάλογο εταιρειών για τις οποίες είχε γίνει έρευνα προς επαλήθευση των πιστοποιητικών Form A, ενώ το Μαλαισιανό Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας διατηρεί κατάλογο εταιρειών που θεωρούνται «genuine bicycle producers», στις οποίες όμως δεν περιλαμβάνεται η CL Domain.

 

Με βάση τα πιο πάνω, το Τελωνείο προέβηκε σε έρευνα στα υποστατικά των αιτητών, πραγματοποιώντας έλεγχο στα βιβλία και αρχεία τους, αλλά και στα αρχεία της ναυτιλιακής εταιρείας που εξέδωσε τα διατακτικά εκ μέρους των αιτητών.  Προκύπτει ότι η προσβαλλόμενη πράξη ήταν αποτέλεσμα δέουσας έρευνας, το δε Τμήμα Τελωνείων δεν παραβίασε τις αρχές της χρηστής διοίκησης ή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικούμενου προς τη διοίκηση.  Εν πάση περιπτώσει οφειλές του διοικούμενου είναι απαράγραπτες  ως χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία, το δε Τελωνείο ήταν υποχρεωμένο να επαναφέρει τα πράγματα στην ορθή νομική και πραγματική τους κατάσταση προχωρώντας στην εκ των υστέρων βεβαίωση της οφειλής.  Ούτε η περίοδος που μεσολάβησε μεταξύ των διασαφήσεων των αιτητών και της  προσβαλλόμενης πράξης ήταν ιδιαίτερα μεγάλη ώστε να υπάρχει παραβίαση της χρηστής διοίκησης ή ότι δεν μπορούσε νομίμως να εκδοθεί η προσβαλλόμενη πράξη.

 

Η εκ των υστέρων βεβαίωση βασίστηκε στα άρθρα 48 και 52 του περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμου αρ. 94(Ι)/2004 (εφεξής «ο Νόμος»).  Το άρθρο 48 δίδει τη δυνατότητα στο Διευθυντή να               «…… βεβαιώσει το ποσό της τελωνειακής οφειλής ή και της άλλης τελωνειακής οφειλής ασκώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του ….».  Αυτό λαμβάνει χώραν όταν πρόσωπο παραλείπει να υποβάλει διασάφηση, ή δεν τηρεί τα αναγκαία αρχεία, βιβλία ή έγγραφα ή στοιχεία που παρέχει τις αναγκαίες διευκολύνσεις για επαλήθευση των στοιχείων της διασάφησης (που δεν είναι η εδώ περίπτωση), «…. ή όταν ο Διευθυντής κρίνει ότι η διασάφηση που υποβλήθηκε είναι ελλιπής ή ότι περιέχει σφάλματα ή ελλείπουν υποστηρικτικά προς αυτή στοιχεία».  Το άρθρο 52 αφορά την χρηματική επιβάρυνση και τόκο, επιβάρυνση που δεν αποτελεί σύμφωνα με τη νομολογία ανεξάρτητη εκτελεστή πράξη εφόσον είναι παρεπόμενη της ίδιας της βεβαίωσης της εκ των υστέρων οφειλής, (Καλαπαλίκκης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 818 και Sirocco Fashion Center Ltd v. Δημοκρατίας μέσω Διευθυντή Τμήματος Τελωνείων, υπόθ. αρ. 1679/07, ημερ. 30.11.2010).

 

Οι αιτητές χρησιμοποίησαν, ως ήταν επιβαλλόμενο, το σύστημα «Θησέας» για την ηλεκτρονική καταχώρηση των διασαφήσεων, Παραρτήματα 10-14 στην ένσταση.  Έχει αναγνωριστεί από τη νομολογία ότι το σύστημα «Θησέας» που χρησιμοποιούν οι τελωνειακές αρχές είναι ένα λογισμικό που με ηλεκτρονικό τρόπο δίνει την ευκαιρία στον κάθε εμπορευόμενο που συναλλάσσεται με είδη κατανάλωσης, να εισαγάγει δεδομένα ώστε το σύστημα να επιβάλλει ανάλογα την αναγκαία φορολόγηση ή τους αναγκαίους εισαγωγικούς και τελωνειακούς δασμούς, (δέστε Μάριος Χρίστου ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1355/09, ημερ. 30.12.2010).  Στην P.P. Body Art Gym Ltd v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 444/08, ημερ. 1.9.2009, αναγνωρίστηκε ότι το λογισμικό «Θησέας», επεξεργάζεται τα δεδομένα όπως καταχωρούνται χωρίς να είναι δυνατόν να τύχουν εξέτασης από πλευράς των τελωνειακών αρχών ως προς την ορθότητα τους.  (Petrolina (Holdings) Public Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά., υπόθ. αρ. 413/09, ημερ. 22.6.2010)

 

Η εκ των υστέρων βεβαίωση επομένως έγινε εδώ επί τη βάσει στοιχείων που προέκυψαν μετά τη διερεύνηση στην οποία προέβηκε η OLAF, αρκετά χρόνια μετέπειτα της εισαγωγής των εμπορευμάτων στην Κύπρο (τουλάχιστον της πρώτης), και την ηλεκτρονική κατάθεση των διασαφήσεων που έγινε μεταξύ 29.11.2007-7.4.2009.  Σαφώς η προσβαλλόμενη πράξη πάσχει κατ΄ αρχάς ως αναιτιολόγητη διότι το μόνο το οποίο αναφέρεται σ΄ αυτή είναι ότι η οφειλή των αιτητών πηγάζει από «μαρτυρία που έχει στην κατοχή του το Τμήμα Τελωνείων», ότι τα ποδήλατα έχουν χώρα καταγωγής την Κίνα και όχι τη Μαλαισία.  Η προσβαλλόμενη πράξη πουθενά δεν καταγράφει έστω και ακροθιγώς τη μαρτυρία αυτή, η οποία παρέμεινε για σκοπούς της προσβαλλόμενης πράξης αόριστη και γενικόλογη.  Οι αιτητές έχουν δίκαιο στη θέση τους ότι η προσβαλλόμενη πράξη αναφέρεται γενικώς σε χαρακτηριστικά που κάλλιστα θα μπορούσαν να καλύψουν οτιδήποτε.  Ούτε καν αναφέρθηκε η πηγή γνώσης της μαρτυρίας που οδήγησε στην έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης.  Δεν παρέχεται στο αναθεωρητικό Δικαστήριο, η δυνατότητα ελέγχου της απόφασης.

 

Η Δημοκρατία λέγει ότι στην ένσταση των καθ΄ ων εμπεριέχονται λεπτομερέστατα στοιχεία που δείχνουν την έκταση του ελέγχου που έγινε.  Δεν είναι όμως με την ένσταση που δύναται εκ των υστέρων να αιτιολογηθεί η διοικητική πράξη.  Και μπορεί να είναι μεν λακωνική η αιτιολογία (Δημοκρατία ν. Bellfoods Ltd (2007) 3 Α.Δ.Δ. 517), αλλά πρέπει ταυτόχρονα να είναι δυνατόν να συμπληρωθεί από το διοικητικό φάκελο και η αιτιολογία να προκύπτει αναντίλεκτα από το περιεχόμενο του, (Πιπερίδης ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 134, στις σελ. 141-142).

 

Δεν θα ήταν δυνατό να εξαχθεί αιτιολογία με την απλή ανάγνωση του διοικητικού φακέλου.  Τα γεγονότα είναι ιδιαιτέρως πολύπλοκα και η ανάμειξη της OLAF με εξειδικευμένες έρευνες που επεκτάθηκαν στη Μαλαισία και Κίνα και μετέπειτα με τη διενέργεια εκ μέρους των καθ΄ ων έρευνας στα υποστατικά των αιτητών και των εκτελωνιστών τους, δεν προσφέρει αιτιολογία.  Τα εισαχθέντα ποδήλατα, όπως και οι ίδιοι οι καθ΄ων αποδέχονται, αποδεσμεύτηκαν από το ίδιο το σύστημα «Θησέας», στη βάση το ότι τα έγγραφα υποστήριζαν με το Form A την καταγωγή τους από τη Μαλαισία.  Μετέπειτα, η Δημοκρατία στην ένσταση της αναλώνει  πολλές παραγράφους προς επεξήγηση των γεγονότων και το πώς διασυνδέθηκαν εν τέλει οι διασαφήσεις με λανθασμένα πιστοποιητικά καταγωγής.  Όλα αυτά δεν θα μπορούσαν να καλυφθούν  πίσω από μια αόριστη αιτιολογία του τύπου ότι κατέχεται μαρτυρία.

 

Στην Ηροδότου ν. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 220 λέχθηκαν, επί των πιο πάνω, τα εξής:

 

     «Έχει νομολογηθεί και κατ΄ επανάληψη επιβεβαιωθεί από τη νομολογία μας, ότι η αιτιολογία πρέπει να προσδιορίζει τη βάση της απόφασης και τους λόγους που την στοιχειοθετούν.  Πρέπει να δίνονται σαφείς και ικανοποιητικοί λόγοι έτσι ώστε να καθίσταται δυνατό για το Δικαστήριο να διακριβώσει κατά πόσο η προσβαλλόμενη απόφαση εδράζεται επί του ορθού, πραγματικού και νομικού υπόβαθρου.  Κοντολογίς, ότι δεν είναι προϊόν πλάνης είτε περί τα πράγματα είτε περί το Νόμο, (Βλ. Eleftheriou a.o. v. Central Bank (1980) 3 C.L.R. 85, Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447).

………………………………………………………………………

 Βέβαια το κενό που η απουσία αιτιολογίας δημιουργεί, μπορεί, σύμφωνα με τη νομολογία, όπως πολύ εύστοχα επισημαίνει και το πρωτόδικο Δικαστήριο, να πληρωθεί από στοιχεία που προκύπτουν από το διοικητικό φάκελο, νοουμένου ότι τα εν λόγω στοιχεία προκύπτουν ευθέως και “είναι σαφώς και άρρηκτα συνδεδεμένα με την ληφθείσα απόφαση έτσι που να μπορεί να λεχθεί ότι βρίσκονται αναπόφευκτα πίσω της.  Αν δηλαδή καταδεικνύουν αναμφίβολα και αναντίλεκτα τους λόγους που οδήγησαν στην απόφαση” (Συμεωνίδου κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145, Ηλιόπουλος ν. Α.Η.Κ. (2000) 3 Α.Α.Δ. 438).  Σχετικό με το συγκεκριμένο  θέμα είναι και το πιο κάτω απόσπασμα από τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας 1929-1959, σελ. 185-186:

“Επί διοικητικής πράξης αιτιολογητέας, ως εκ της φύσεως της, δεν είναι απαραίτητον να υπάρχει αιτιολογία εις το σώμα της πράξεως, εφ΄ όσον η αιτιολογία δεν αξιούται ρητώς υπό του νόμου αλλά δύναται να αναπληρούται εκ των στοιχείων του φακέλου (πρώτη απόφασις: 775(30), έκτοτε πάγια η νομολογία).  Αλλά η εκ του φακέλου αναπλήρωση της ελλειπούσης αιτιολογίας δύναται να χωρήσει μόνο, εφ΄ όσον ευθέως και αμέσως προκύπτει τοιαύτη εκ των στοιχείων του φακέλου, διότι άλλως, το Σ.τ.Ε. θα έπρεπε να αναζητήσει και σταθμίσει αυτό τα στοιχεία ταύτα, οπότε θα υποκαθίστατο εις την αρμοδίαν διοικητική αρχήν εν τη κατ΄ οποίαν εκτιμήσει των αποδεικτικών και λοιπών στοιχείων: 267(459), 114 (46).”»

 

Και εδώ, το αναθεωρητικό Δικαστήριο τοποθετείται στη δυσχερή θέση να αναζητήσει και να σταθμίσει τα στοιχεία, προερχόμενα μάλιστα κυρίως εκ της ενστάσεως της Δημοκρατίας και όχι αποκαλυπτόμενα, έστω και ακροθιγώς, στην ίδια την προσβαλλόμενη πράξη.  Το τι η πράξη αυτή αναφέρει με λεπτομέρεια είναι τον υπολογισμό της εκ των υστέρων οφειλής και όχι την αιτιολογία λήψης της.

 

Προστίθεται εδώ  ότι το Δικαστήριο δεν συμφωνεί με την έτερη θέση των αιτητών ότι η αναφορά του Τμήματος Τελωνείων σε  αδικήματα  αναληθούς  δήλωσης  κατά παράβαση του άρθρου 92 του Νόμου αρ. 94(Ι)/2004, που ενδεχομένως να είναι ποινικά αδικήματα, πιστοποιούν έλλειψη δέουσας έρευνας διότι οι αιτητές δεν αντιμετώπισαν ποινική υπόθεση, ούτε και κατηγορήθηκαν.  Εφιστάτο απλώς η προσοχή τους ότι δυνατόν να ήταν υπόλογοι σε ποινικό αδίκημα, αλλά επ΄ αυτού το Τμήμα θα επανερχόταν μετά από τη συμπλήρωση της δέουσας έρευνας.

 

Μετέπειτα, υπάρχει παραβίαση των αρχών της καλής πίστης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικούμενου προς την διοίκηση.  Αυτό διότι μετά την πάροδο χρόνου, το Τμήμα Τελωνείων, χωρίς να υποδεικνύει ότι οι αιτητές ήσαν καθ΄ οιονδήποτε τρόπο ένοχοι ή συμμέτοχοι στην έκδοση ψευδών πιστοποιητικών, επιβάλλουν εκ των υστέρων φορολογία, ενώ τα εμπορεύματα είχαν ήδη εκτελωνιστεί και πωληθεί στην αγορά με τις ανάλογες βέβαια τιμές που καθορίσθηκαν εν πολλοίς και από το γεγονός της εισαγωγής των προϊόντων όχι από την Κίνα ώστε να μην επιβάλλοντο πρόσθετοι δασμοί.  Όπως αναφέρετο στη γραπτή αγόρευση των αιτητών, τα εμπορεύματα πωλήθηκαν σε τιμές που ανταποκρίνονται στα γενικά έξοδα εισαγωγής.  Ορθά επίσης επισημαίνεται ότι με την εκ των υστέρων βεβαίωση πλήττεται η παγιωθείσα κατάσταση πραγμάτων στη βάση της οποίας οι αιτητές στηρίχθηκαν για τη διεκπεραίωση των εργασιών τους, χωρίς μάλιστα να έχουν οποιαδήποτε ευθύνη.

 

Στην Τάσσος Τρουλλίδης Λτδ ν. Δημοκρατίας (2001) 4 Α.Α.Δ. 258, το Δικαστήριό ακύρωσε την εκ των υστέρων βεβαίωση, μεταξύ άλλων, και λόγω της παρόδου διετίας από την εισαγωγή και τελώνιση των εμπορευμάτων με μηδενικό συντελεστή.  Η πάροδος του χρόνου έπληττε τις αρχές της χρηστής διοίκησης εφόσον η εταιρεία δεν γνώριζε οτιδήποτε, ούτε ότι είχε προκύψει οποιοδήποτε πρόβλημα, ενώ είχε πωλήσει τις τηλεοράσεις σε τιμή που καθορίστηκε με βάση τον επιβληθέντα προτιμησιακό συντελεστή 0%.  Η εκ των υστέρων βεβαίωση προκάλεσε ζημιά για την οποία δεν ευθυνόταν η εταιρεία, ούτε και υπήρχε μαρτυρία για εμπλοκή της σε οποιαδήποτε ανακρίβεια του εκδοθέντος και παρουσιασθέντος πιστοποιητικού,  για το οποίο αποκλειστική ευθύνη έφερε ο εξαγωγέας. 

 

Παρόμοια και εδώ.  Όλα τα στοιχεία που καταγράφουν οι καθ΄ ων ουδόλως εμπλέκουν τους αιτητές σε οποιαδήποτε παρανομία ή γνώση, εμπλοκή ή συμμετοχή στην αλλαγή των σχετικών πιστοποιητικών ώστε αυτά να δείχνουν χώρα προέλευσης τη Μαλαισία, αντί της Κίνας.  Αντίθετα, τα δεδομένα πιστοποιούν ότι και οι ίδιες οι αρχές της Μαλαισίας εξέδωσαν τα πιστοποιητικά Form A χωρίς να γνωρίζουν οτιδήποτε περί του ψεύδους των στοιχείων.  Όπως φαίνεται από την παρ. 14.3 της ένστασης, το ΜΙΤΙ, ήτοι, το Malaysian Ministry of Industry and Trade, εξέδωσε τα πιστοποιητικά για λογαριασμό της CL Domain SDN BHD, η οποία δεν περιλαμβανόταν στον κατάλογο των γνήσιων κατασκευαστών ποδηλάτων.  Όταν το ίδιο το αρμόδιο Υπουργείο της Μαλαισίας εξέδωσε πιστοποιητικά, έστω και αν ξεγελάστηκε, πώς οι αιτητές θα γνώριζαν ή έστω θα υποπτεύονταν ακόμη και στο ελάχιστο ότι τα πιστοποιητικά δυνατόν να μην περιείχαν  αληθή στοιχεία;  Ακόμη και η έκθεση της OLAF, παρ. 15 της ένστασης, δείχνει ότι υπήρχε μια περίπλοκη μεθοδολογία που οδηγούσε στην έκδοση νέων πιστοποιητικών, την τοποθέτηση των εμπορευμάτων σε νέα εμπορευματοκιβώτια, την έκδοση νέων φορτωτικών, αλλαγή ετικέττων κλπ.  Η έκθεση της OLAF καταγράφει και τα εξής:

 

     «The goods left Malaysia with false or invalid GSP Form A certificates of Malaysian origin.  These certificates were either fraudulently obtained from the Malaysian authorities on the basis of false declaration and documentation provided to these authorities  or in many cases, were falsified.»

 

Από τα πιο πάνω καθίσταται φανερό όχι μόνο ότι οι ίδιες οι επίσημες αρχές της Μαλαισίας έπεσαν θύμα απάτης, και μάλιστα με τον ένα ή τον άλλο τρόπο που περιγράφεται, αλλά και ότι οι ίδιοι οι αιτητές δεν φαίνονται καθόλου αναμεμειγμένοι.  Έμμεσα οι καθ΄ ων μέμφονται τους αιτητές για τη λανθασμένη εισαγωγή των στοιχείων στο σύστημα «Θησέας», διότι κατέχουν μεγάλη πείρα στις εισαγωγές ποδηλάτων και μοτοσυκλεττών και ως εκ τούτου θα μπορούσαν να «…. είχαν ανακαλύψει κατά πόσο τα εμπορεύματα αυτά προέρχονταν από την Κίνα και άρα να επιβαρύνονταν με φόρο αντιτάμπιγκ.».  Το στοιχείο αυτό ανέδειξε ιδιαιτέρως η κα Συμεωνίδου κατά τις διευκρινίσεις.  Δεν είναι όμως με την πείρα που έπρεπε οι αιτητές να υποψιαστούν οτιδήποτε, τη στιγμή που τα επίσημα έγγραφα της Μαλαισίας, έδειχναν τη χώρα ως την καταγωγή των ποδηλάτων.  Η OLAF, υπενθυμίζεται, προέβηκε σε εκτεταμένες έρευνες για να ανακαλύψει το πρόβλημα, με τη βοήθεια των Μαλαισιανών αρχών και επιτόπιες έρευνες.  Τα έγγραφα που επισυνάπτονται στα Παραρτήματα 36-40 στην ένσταση φαίνεται να προέκυψαν από αυτές τις  εξειδικευμένες και εκτεταμένες έρευνες της OLAF και είναι αντίθετα με τα πιστοποιητικά που οι αιτητές είχαν στη διάθεση τους, επίσης Παραρτήματα 5-9 στην ένσταση, αλλά και τα πρωτότυπα έγγραφα φορτωτικής και άλλα που επισυνάπτονται στην αγόρευση των αιτητών.  Επομένως, δεν ήταν θέμα πείρας, ως η εισήγηση των καθ΄ ων. 

 

Αναμφίβολα, όπως ορθά αναφέρουν οι καθ΄ ων, με τις υποθέσεις Frakapor Co Ltd v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1499/99, ημερ. 12.7.2001 και Σκούλλου ν. Υπουργού Οικονομικών (2004) 3 Α.Α.Δ. 530, καθώς και άλλες, όπως οι Δημοκρατία ν. Αλέξανδρος Σολέας και Υιοί Λτδ (2005) 3 Α.Α.Δ. 284 και Framespex Ltd v. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 7, η διοίκηση οφείλει να λάβει εκείνα τα μέτρα, ακόμη και ανακλητικά, προς είσπραξη των οφειλών του δημοσίου, ο δε χρόνος δεν αποτελεί πρόβλημα όταν στην παραγωγή της πράξης συνέβαλε και ο διοικούμενος, (Αλέξανδρος Σολέας και Υιοί Λτδ ν. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 803 και Μίχαλος Δημητρίου Λτδ κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 675).

 

Τα γεγονότα όμως εδώ δεν δείχνουν καμιά άμεση ή έμμεση συμμετοχή των αιτητών στην παραγωγή της λανθασμένης διασάφησης.  Ενήργησαν καλόπιστα υπό το φως των δεδομένων και των πιστοποιητικών που είχαν.  Το ότι το Τμήμα Τελωνείων ενημέρωσε με σχετική εγκύκλιο του από το 2005, όλους τους ενδιαφερομένους για το περιεχόμενο του Κανονισμού 1095/05 ως προς τους δασμούς που επιβάλλονται όταν τα εμπορεύματα έχουν καταγωγή την Κίνα, ουδόλως καθιστά τους αιτητές συμμέτοχους σε οποιαδήποτε παρανομία.  Δεν υφίστανται εδώ γεγονότα όπως στην Μίχαλος Δημητρίου Λτδ – πιο πάνω – όπου οι εισαγωγείς είχαν ενημερωθεί ως προς την αναγκαιότητα για προϊόντα εισαγόμενα από την Ταϋλάνδη, να συνοδεύονται από την κατάθεση πρωτότυπου πιστοποιητικού εξαγωγής από τη χώρα αυτή, αλλά παρά ταύτα κατατέθηκαν αντίγραφα.  Εδώ τα πιστοποιητικά ήταν πρωτότυπα.  Ούτε είναι η περίπτωση όπως την Fournaris M &J Imports & Exports Ltd v. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 486, όπου οι Βελγικές αρχές δεν μπορούσαν να επαληθεύσουν την αυθεντικότητα του EUR 1, διότι ο εξαγωγέας αδυνατούσε να βεβαιώσει την κοινοτική προέλευση των επίδικων ηλεκτρικών συσκευών.

 

Στην Σκούλλου ν. Υπουργού Οικονομικών – ανωτέρω – αναφέρθηκε ακριβώς ότι το εκεί επιχείρημα του εφεσείοντος ότι η ανάκληση παρέβαινε τις αρχές της χρηστής διοίκησης «…. ίσως να είχε σημασία κάτω από κανονικές συνθήκες, αν δηλαδή ο ίδιος δεν ευθυνόταν για τον αρχικά λανθασμένο υπολογισμό της δασμολογητέας αξίας.».  Η Ολομέλεια αναφέρθηκε μάλιστα και στην Τάσος Τρουλλίδης Λτδ ν. Δημοκρατίας – ανωτέρω –.  Παρομοίως, στην υπό κρίση περίπτωση δεν υπάρχει καμιά ένδειξη περί οποιασδήποτε ευθύνης των ιδίων των αιτητών στην εισαγωγή των στοιχείων στο «Θησέας», ούτε βέβαια σε σχέση με παρανομία οποιουδήποτε είδους κατά την προηγηθείσα εξαγωγή των εμπορευομένων.

 

Η εκ των υστέρων επιβολή δασμών και φόρων στην υπό κρίση περίπτωση όπου δεν συμμετείχαν με καμιά απολύτως μαρτυρία οι ίδιοι οι αιτητές, αφίστατο της αρχής της καλής πίστης και της εμπιστοσύνης προς τη διοίκηση.  Το άρθρο 48 του Νόμου, στο οποίο γίνεται επίκληση  στην προβαλλόμενη πράξη, οφείλεται να διαβάζεται υπό το φως μαρτυρίας περί ηθελημένης καταστρατήγησης του Νόμου από τον εισαγωγέα ή τουλάχιστον συνειδητής παράλειψης ή αμέλειας  παρουσίασης των ορθών στοιχείων.  Οι καθ΄ ων γενικώς αναφέρθηκαν στο άρθρο 48.  Δεν εξηγούν ποια πτυχή του παραβίασαν οι αιτητές και αυτό προσθέτει στο αναιτιολόγητο της απόφασης.  Το άρθρο 48 περιέχει διαζευκτικές ενέργειες εκ μέρους του εισαγωγέα.  Ποια από όλες ήταν η προβληματική εδώ, ουδόλως αναφέρεται.

 

Θα αναμενόταν υπό το φως όλων των ανωτέρω, το Τμήμα Τελωνείων, μετά την έκθεση της OLAF, να υπεδείκνυε τα όλα στοιχεία στους αιτητές, εφιστώντας την προσοχή τους σε μελλοντικές συναλλαγές από τη Μαλαισία και ιδιαιτέρως με την εταιρεία CL Domain.  Όχι όμως και να τους επιβάλει εκ των υστέρων δασμούς, φόρους και τόκους.

Υπό το φως των ανωτέρω, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται με έξοδα υπέρ των αιτητών και εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

 

 

 

                                      Στ. Ναθαναήλ,

                                                  Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο