ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΑΓΙΔΗΣ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ, Υπόθεση Αρ.: 506/2013, 9/7/2014

ECLI:CY:AD:2014:D493

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση Αρ.: 506/2013)

 

 

9 Ιουλίου, 2014

 

 

[Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/στής]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA ΑΡΘΡA 25, 28, 35 KAI 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.

 

 

ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΑΓΙΔΗΣ

 

                                                                                                     Αιτητής,

 

-        ΚΑΙ  -

 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΚΑΙ  ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ,

                                                 

                                                 Καθ΄ων η αίτηση.

 __________

 

 

Μ. Κοτσώνη (κα) για Α.Σ. Αγγελίδη, για τον Αιτητή.

Μ. Στυλιανού, για τους Καθ΄ ων η Αίτηση.

 

----------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.:  O αιτητής με την παρούσα προσφυγή επιζητεί ακύρωση της απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 9.1.2013, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για σύνταξη ανικανότητας από το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

 

          Ο αιτητής, ηλικίας 58 χρονών κατά τον ουσιώδη χρόνο, μηχανικός αεροσκαφών στο επάγγελμα, σύμφωνα με τα αρχεία των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων, υπέβαλε στις 22.2.2012 αίτηση για σύνταξη ανικανότητας η οποία συνοδευόταν από ιατρική έκθεση από τον θεράποντα γιατρό του. 

 

Στις 27.6.2012 ο αιτητής εξετάστηκε από νευροχειρουργικό ορθοπεδικό ιατρικό συμβούλιο των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων το οποίο γνωμάτευσε ότι ο αιτητής ήταν ικανός για να ασκεί το επάγγελμα του.  Οι Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων υιοθετώντας τη γνωμάτευση του ιατρικού συμβούλιου απέρριψαν την αίτηση του στις 31.7.2012.  Με επιστολή του ημερ. 2.8.2012, ο αιτητής προσέφυγε στον Υπουργό κατά της απόφασης των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων ζητώντας επανεξέταση. Ο αιτητής κλήθηκε εκ νέου στις 22.11.2012 για εξέταση από το δευτεροβάθμιο ιατρικό συμβούλιο, το οποίο και γνωμάτευσε ότι με βάση την κλινική εξέταση και τα εργαστηριακά ευρήματα είναι ικανός να ασκήσει το επάγγελμα του.

 

Η Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων βάσει των εξουσιών που της παρέχει το άρθρο 83 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου, Ν. 59(Ι)/2010, στο εξής ο «Νόμος», αφού μελέτησε όλα τα δεδομένα της υπόθεσης του αιτητή, υιοθέτησε τη γνωμάτευση του δευτεροβάθμιου ιατρικού συμβουλίου, βάσει της οποίας ο αιτητής κρίνεται ικανός για άσκηση του επαγγέλματος του.

 

Η εν λόγω απόφαση κοινοποιήθηκε στον αιτητή στις 9.1.2013, με επιστολή της Υπουργού και αποτελεί το αντικείμενο αμφισβήτησης της παρούσας προσφυγής. Θεοχάρους ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 330/11, ημερ. 17.1.2014, ECLI:CY:AD:2014:D35:

 

«Σύμφωνα με το άρθρο 40 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου του 2010 για να μπορεί ένα πρόσωπο να τύχει σύνταξης ανικανότητας πρέπει να πληροί σωρευτικά τέσσερεις προϋποθέσεις: ο Αιτητής πρέπει να είναι ανίκανος προς εργασία για εκατό πενήντα έξι (156) μέρες σε οποιαδήποτε περίοδο διακοπής της απασχόλησης του, κατά την χρονική αυτή περίοδο διακοπής θα πρέπει να αποδείξει ότι προβλέπεται να παραμείνει μόνιμα ανίκανος για εργασία, δεν πρέπει να έχει συμπληρώσει την ηλικία των 63 ετών και τέλος να ικανοποιεί τις σχετικές ασφαλιστικές προϋποθέσεις.

 

Είναι η θέση των Καθ΄ ων η αίτηση ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις του Νόμου ώστε να του χορηγηθεί απαιτούμενα για χορήγηση σύνταξης ανικανότητας.  Ανίκανος προς εργασία, σύμφωνα με την §5 του άρθρου 4 του Νόμου, θεωρείται ο ασφαλισμένος όταν εξαιτίας ασθένειας ή σωματικής αναπηρίας η οποία άρχισε ή ουσιωδώς επιδεινώθηκε μετά την ασφάλιση του, δεν του επιτρέπεται να κερδίζει από την εργασία του την οποία εύλογα αναμένεται να εκτελεί, λαμβανομένων υπόψη των δυνάμεων, των δεξιοτήτων, της μόρφωσης και της συνήθους επαγγελματικής απασχόλησης του, πέραν από το ένα τρίτο, εάν πρόκειται για πρόσωπο ηλικίας μεταξύ εξήντα (60) και εξήντα τριών (63), πέρα από το ένα δεύτερο του ποσού το οποίο κερδίζει συνήθως στην ίδια περιφέρεια και επαγγελματική κατηγορία, σωματικά και πνευματικά υγιές πρόσωπο της ίδιας μόρφωσης.»

 

          Ακόμη καθοριστικής σημασία είναι η πιο κάτω αρχή, όπως και πάλι καταγράφεται στην πιο πάνω απόφαση:

 

«Ως γενική παρατήρηση καταγράφεται πως αν ο Αιτητής είναι ή όχι ικανός να ασκεί την εργασία του, αποτελεί θέμα τεχνικό, που δεν ελέγχεται από το Δικαστήριο κατά την αναθεωρητική δικαιοδοσία, εκτός εκεί όπου διαπιστώνεται πλάνη, κακοπιστία ή έλλειψη δέουσας έρευνας.  Ούτε και βεβαίως το Δικαστήριο υποκαθιστά τις αποφάσεις της διοίκησης ή προβαίνει σε επανεκτίμηση πρωτογενών γεγονότων, εφ΄ όσον κρίνει ότι η έρευνα ήταν επαρκής (Δημοκρατία ν. C. Cassinos Constructions Ltd (1990) 3(Ε) Α.Α.Δ. 3835, Χατζηαράπης ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 64, 69 και Samson, ανωτέρω).  Επαρκής έρευνα θεωρείται εκείνη που επεκτείνεται στη διερεύνηση κάθε σχετικού γεγονότος (Motorways Ltd ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 447).»

 

          Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε χωρίς να προηγηθεί η δέουσα έρευνα από τους καθ΄ ων η αίτηση.

 

          Παραπέμπει στην καθιερωμένη νομολογιακή αρχή ότι η διοίκηση κατά την άσκηση της διακριτικής της εξουσίας, οφείλει να προβαίνει σε επαρκή έρευνα όλων των σχετικών με την υπόθεση γεγονότων.  Κάτι που στην παρούσα υπόθεση δεν έπραξε, ισχυρίζεται, καθώς απέτυχε να διερευνήσει τους λόγους για τους οποίους αιτήθηκε σύνταξης ανικανότητας, ενώ βεβαίως ουδόλως έλαβε υπόψη ότι, με βάση την κατάσταση της υγείας του, κρίθηκε ήδη επιβεβλημένη και δικαιολογημένη η πρόωρη αφυπηρέτηση του από την εργασία του.

 

          Τόσο το πρωτοβάθμιο όσο και το δευτεροβάθμιο ιατρικό συμβούλιο όφειλαν, ισχυρίζεται, να ελέγξουν τη γνησιότητα και την εγκυρότητα των ιατρικών πιστοποιητικών που προσκόμισε ενώπιον τους, όπως επίσης όφειλαν να λάβουν σοβαρά υπόψη την ιατρική έκθεση του γιατρού του Μ. Σπύρου, που συνόδευε την αίτηση του για σύνταξη ανικανότητας, στην οποία αναφέρεται ότι είναι ανίκανος να εργαστεί με βάση τις ιατρικές εξετάσεις.  Επικαλείται μάλιστα δύο μεταγενέστερα πορίσματα γιατρών που επιβεβαιώνουν ότι είναι ανίκανος για εργασία, τα οποία σημειώνω ότι ως μεταγενέστερα του ουσιώδους χρόνου δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη.

 

          Επιπρόσθετα υποβάλλει ότι οι καθ΄ ων η αίτηση παρέλειψαν να λάβουν υπόψη το γεγονός ότι αναγκάστηκε, χωρίς βέβαια να το επιθυμεί, να αφυπηρετήσει από την εργασία του, μετά από 31 χρόνια ευδόκιμης εργασίας ως μηχανικός αεροπλάνων στις Κυπριακές Αερογραμμές, λόγω ακριβώς αυτών των σοβαρών προβλημάτων που αντιμετωπίζει με την υγεία του.

 

          Ιδιαίτερα μάλιστα όταν η ίδια η ιατρική έκθεση του δευτεροβάθμιου ιατροσυμβουλίου, την οποία τελικά υιοθέτησε η Υπουργός, αγνόησε πλήρως όλες τις πολυάριθμες ιατρικές γνωματεύσεις του ή και δεν εξήγησε γιατί διαφώνησε με τα όσα αυτές καταγράφουν.

 

          Καταλήγω ότι ο πιο πάνω ισχυρισμός του αιτητή θα πρέπει να απορριφθεί.

 

          Κατά πρώτον, ο αιτητής εξετάστηκε από νευροχειρουργικό ορθοπεδικό ιατρικό συμβούλιο των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων, το οποίο και γνωμάτευσε ότι ο αιτητής ήταν ικανός για άσκηση του επαγγέλματος του.  Στην έκθεση καταγράφεται ολόκληρο το ιατρικό ιστορικό του αιτητή, λαμβανομένων υπόψη των ιατρικών εκθέσεων που προσκόμισε ο αιτητής.  Ενώ καταγράφονται τα δεδομένα της πάθησης του όπως και ο ίδιος τα υποβάλλει.

 

          Το ίδιο ενδελεχής φαίνεται πως έγινε η εξέταση του αιτητή και από το δευτεροβάθμιο ιατρικό συμβούλιο (ΔΙΣ) το οποίο διενήργησε εξ υπαρχής δική του έρευνα που όπως προκύπτει από τη λεπτομερή καταγραφή των κλινικών και εργαστηριακών ευρημάτων εισηγήθηκε ότι ο αιτητής είναι ικανός για άσκηση του επαγγέλματος του. 

 

          Προκύπτει από το σύνολο των πιο πάνω στοιχείων σαφώς ότι το ΔΙΣ ετοιμάζοντας την έκθεση του έλαβε υπόψη και τις ιατρικές εκθέσεις που προσκόμισε ο αιτητής, τα αποτελέσματα των δικών του εξετάσεων και τη δική του διάγνωση και συμπέρασμα.  Μάλιστα δε φαίνεται για δεύτερη φορά ότι τόσο οι θεράποντες γιατροί του όσο και το ΔΙΣ συμφωνούν στην κλινική εξέταση και τα ουσιαστικά ευρήματα αναφορικά με την κατάσταση του. Υπάρχουν βεβαίως και κάποιες διαφωνίες σε επουσιώδη ζητήματα, αλλά τα τελικά συμπεράσματα είναι τα ίδια.  Η διαφωνία τους βασικά εδράζεται ως προς το κατά πόσο ο αιτητής είναι ικανός για άσκηση του επαγγέλματος του ως μηχανικός αεροσκαφών, συμπέρασμα και ή κρίση η οποία εμπίπτει στην τεχνική κρίση του οργάνου, η οποία όπως έχει κατ΄ επανάληψη νομολογηθεί δεν ελέγχεται από το Δικαστήριο κατά την αναθεωρητική του δικαιοδοσία. 

 

Η έρευνα ήταν πλήρης.  Η διαφωνία μεταξύ επιστημόνων, μεταξύ των γιατρών του αιτητή και των ιατρικών συμβουλίων, και η εύλογη υιοθέτηση της μιας γνώμης, προφανώς δεν εμπίπτει το πλαίσιο της έρευνας αλλά στην αξιολόγηση των ευρημάτων και των στοιχείων που έχει ενώπιον του το αποφασίζον όργανο, η δε κατάληξη του συνιστά την ουσιαστική κρίση της διοίκησης.  Αν ο Αιτητής είναι ή όχι ικανός να ασκεί την εργασία του, αποτελεί θέμα τεχνικό, που δεν ελέγχεται από το Δικαστήριο κατά την αναθεωρητική δικαιοδοσία, εκτός εκεί όπου διαπιστώνεται πλάνη, κακοπιστία ή έλλειψη δέουσας έρευνας.  Ούτε και βεβαίως το Δικαστήριο υποκαθιστά τις αποφάσεις της διοίκησης ή προβαίνει σε επανεκτίμηση πρωτογενών γεγονότων, εφ΄ όσον κρίνει ότι η έρευνα ήταν επαρκής (Δημοκρατία ν. C. Cassinos Constructions Ltd (1990) 3(Ε) Α.Α.Δ. 3835, Χατζηαράπης ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 64, 69 και Samson, ανωτέρω).  Επαρκής έρευνα θεωρείται εκείνη που επεκτείνεται στη διερεύνηση κάθε σχετικού γεγονότος (Motorways Ltd ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 447).

         

Επιπρόσθετα, αναφορικά με τη θέση του αιτητή ότι όλες οι προσκομισθείσες από αυτόν ιατρικές γνωματεύσεις επιβεβαίωναν ότι δεν μπορεί να εκτελεί βαριά χειρονακτική εργασία, παρατηρώ, σε συμφωνία με τους δικηγόρους των καθ΄ ων η αίτηση, ότι οι περισσότερες από αυτές καταγράφουν μόνο το ιατρικό ιστορικό και κατάσταση της υγείας του και δεν γίνεται οποιοσδήποτε συσχετισμός με τη φύση της εργασίας του.

 

          Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο αιτητής βαρύνεται με την υποχρέωση να υποστηρίξει το αίτημα του σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 38 του Νόμου, προσκομίζοντας όλα τα απαραίτητα στοιχεία και να φέρει σε γνώση της διοίκησης όλα τα δεδομένα συμπεριλαμβανομένων αυτών που ο ίδιος θεωρεί αναγκαία σε σχέση με τη φύση της εργασίας του, βοηθώντας έτσι τη διοίκηση στη διαπίστωση των γεγονότων.

 

          Στο σημείο αυτό παρατηρώ ότι τα μόνα σχετικά στοιχεία με τη φύση της εργασίας του που προσκόμισε ο αιτητής ενώπιον των καθ΄ ων η αίτηση είναι τη βεβαίωση των Κυπριακών Αερογραμμών ημερ. 24.8.2012, και τίποτε περισσότερο.  Καμιά ιδιαίτερη περιγραφή της φύσης της εργασίας του ή των εγγενών δυσκολιών της δεν εντοπίζεται στο διοικητικό φάκελο του αιτητή αλλά και στα επισυνημμένα παραρτήματα.

 

          Το βάρος απόδειξης ήταν στον εφεσείοντα να παράσχει στη διοίκηση όλα τα απαιτούμενα στοιχεία, ώστε να πείσει για το εύλογο του αιτήματος του.  Χρυσικού ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 483, 487 και Μάργαρη ν. Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Υπόθ. ΑΡ. 456/010, ημερ. 27.3.2013.  Σαφώς και δεν αποτελεί ευθύνη της διοίκησης η συγκέντρωση στοιχείων που δυνατόν να τεκμηριώνουν ανικανότητα για συγκεκριμένη απασχόληση.

 

          Υπό τις περιστάσεις και με δεδομένο ότι οι ιατροί που απάρτιζαν το ΔΙΣ είχαν ενώπιον τους όλα τα σχετικά με τον ασθενή στοιχεία, εξέτασαν τις σχετικές ακτινογραφίες, διαγνώσεις, MRI, έλαβαν υπόψη τα ευρήματα τους, αδυνατώ να διαπιστώσω ότι η διεξαχθείσα διερεύνηση της περίπτωσης του αιτητή, της οποίας το αποτέλεσμα υιοθέτησε η Υπουργός στην επίδικη απόφαση, δεν ήταν η δέουσα ή ήταν ανεπαρκής ή άλλως πως μεμπτή.

 

          Με δεδομένο το σύνολο των πιο πάνω γεγονότων και πιο εξειδικευμένα το άρθρο 40 του Νόμου το οποίο ορίζει τις προϋποθέσεις σύμφωνα με τις οποίες ένα πρόσωπο μπορεί να τύχει σύνταξης ανικανότητας, τα ιατρικά πιστοποιητικά και τις ιατρικές εξετάσεις, τις εκθέσεις των ιατρικών συμβουλίων και ειδικά του ΔΙΣ με βάση τα οποία ενήργησε η Υπουργός και έλαβε την απορριπτική της απόφαση, θεωρώ ότι η επίδικη απόφαση είναι αιτιολογημένη έτσι ώστε ο δικαστικός έλεγχος να καθίσταται κάτω από τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά και τη φύση της υπόθεσης εφικτός.  Τα στοιχεία του φακέλου, όπως προκύπτουν ευθέως και είναι σαφώς και άρρηκτα συνδεδεμένα με τη ληφθείσα απόφαση καταδεικνύουν αναμφίβολα και αναντίλεκτα τους λόγους που οδήγησαν στην απόφαση (Ηροδότου ν. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 220, 225, 226).

 

          Τέλος, ο αιτητής επικαλούμενος τις πρόνοιες του άρθρου 43 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν. 158(Ι)/1999, υποβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε χωρίς να του παρασχεθεί προηγουμένως το δικαίωμα ακρόασης, έτσι ώστε να έθετε ενώπιον των καθ΄ ων η αίτηση τα πλήρη, πραγματικά γεγονότα όπως ο ίδιος τα βίωσε για να μπορέσει να σχηματίσει αντικειμενική και ορθή εικόνα, πριν λάβει την τελική του απόφαση.

 

          Απορριπτέος καθίσταται και αυτός ο ισχυρισμός του αιτητή.  Σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 83 του Νόμου 59(Ι)/2010 το οποίο προβλέπει για την άσκηση ιεραρχικής προσφυγής, όποιος δεν ικανοποιείται από την απόφαση του διευθυντή, μπορεί να την προσβάλει, ως προβλέπεται με γραπτή αίτηση του στον Υπουργό και να εκθέτει τους λόγους στους οποίους στηρίζει την προσφυγή.

 

          Είχε την ευχέρεια ο αιτητής να ακουστεί και να υποβάλει όποιες παραστάσεις επιθυμεί προς υποστήριξη του αιτήματος του, προτού ληφθεί η απόφαση του Υπουργού.  Ο δε Υπουργός έχει διακριτική ευχέρεια να δώσει περαιτέρω ευκαιρία στον αιτητή να υποστηρίξει τους λόγους της προσφυγής του, δυνάμει της επιφύλαξης του άρθρου 83(2) του Νόμου.

 

          Καταλήγω ότι οι λόγοι ακύρωσης δεν ευσταθούν.  Η αίτηση απορρίπτεται με €1.500 έξοδα εις βάρος του αιτητή και υπέρ των καθ΄ ων η αίτηση.

 

 

                                                                      Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.

 

 

 

/ΦΚ

 

 

 

         

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο