ΜΑΡΙΑ ΝΙΚΟΥ ΙΣΑΑΚ κ.α. ν. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ κ.α., Υπόθεση Αρ. 1712/2011, 1/12/2014

ECLI:CY:AD:2014:D913

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1712/2011)

 

1 Δεκεμβρίου, 2014

 

[ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

1.    ΜΑΡΙΑ ΝΙΚΟΥ ΙΣΑΑΚ,

2.    ΛΟΙΖΟΣ ΑΔΑΜΟΥ ΛΟΙΖΟΥ,

Αιτητές,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.    ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

2.    ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

_ _ _ _ _ _

Τ. Κυρμίτσης για Τσίτσιος & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τους Αιτητές.

Θ. Πιπερή (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

_ _ _ _ _ _


Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.:  Οι αιτητές είναι οι εγγεγραμμένοι νέοι ιδιοκτήτες του τεμαχίου αρ. 667, αρ. σχεδ.: 2-289-376, τμήμα: 02 στο Παραλίμνι. Το υπό αναφορά τεμάχιο έχει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

 

(α)   κατά την υποβολή και μελέτη της επίδικης αίτησης για εξασφάλιση πολεοδομικής άδειας, βρισκόταν σε περιοχή όπου είχαν εφαρμογή οι πρόνοιες της Δήλωσης Πολιτικής και μέσα στη Γεωργική Ζώνη Γ που καθορίστηκε με την ΚΔΠ 77/81,

 

(β)  βρίσκεται εντός του ορίου ανάπτυξης του Δήμου Παραλιμνίου, εκτός του ορίου υδατοπρομήθειας και εκτός του ορίου του Κυβερνητικού Υδατικού Εργου Πρωταρά – Παραλιμνίου.

 

Στις 11.5.2006 υποβλήθηκε από τους τότε ιδιοκτήτες του πιο πάνω ακινήτου στην Πολεοδομική Αρχή αίτηση για εξασφάλιση πολεοδομικής άδειας για την ανέγερση δύο κατοικιών στο αναφερόμενο τεμάχιο. Η αίτηση αυτή απορρίφθηκε στις 31.8.2011 από την Πολεοδομική Αρχή με το ακόλουθο σκεπτικό:

 

«Το τεμάχιο στο οποίο προτείνεται η ανάπτυξη δεν διαθέτει προσπέλαση που να ικανοποιεί τις πρόνοιες της παραγράφου 2.1 της Εντολής 1/94 του Υπουργού Εσωτερικών και κατ΄ επέκταση τις πρόνοιες της υποπαραγράφου 1(γ) της Πολιτικής 3(Α) της Δήλωσης Πολιτικής. Συγκεκριμένα το δικαίωμα διάβασης που διαθέτει προς όφελος του, το υπό ανάπτυξη τεμάχιο καταλήγει σε εγγεγραμμένο δημόσιο δρόμο ο οποίος έχει πολύ περιορισμένο πλάτος (στη μεγαλύτερη του έκταση έχει πλάτος 2,80 μ.) με αποτέλεσμα να μην παρέχεται η δυνατότητα άνετης και απρόσκοπτης χρήσης του από οχήματα όπως απαιτείται με βάση τις πρόνοιες της παραγράφου 2.1 της Εντολής 1/94.

 

Το πλάτος του δρόμου ενδέχεται να μην παρέχει συνθήκες άνετης, ικανοποιητικής και ασφαλούς προσπέλασης, δεδομένης της αυξημένης έντασης της οικιστικής ανάπτυξης που προτείνεται να εξυπηρετήσει και αφού επίσης ληφθεί σοβαρά υπόψη το αθροιστικό αποτέλεσμα που θα δημιουργηθεί στην περιοχή από τη σταδιακή υλοποίηση τέτοιων αναπτύξεων.

 

Η ανέγερση μεμονωμένων κατοικιών εντός Ορίου Ανάπτυξης θα έχει σαν αποτέλεσμα την καταστρατήγηση των βασικών αρχών που διέπουν την ανάπτυξη στην Υπαιθρο όπως καθορίζονται στα Σχέδια Ανάπτυξης και αναμένεται να δημιουργήσει  πολύ σοβαρά προβλήματα στην προοπτική επίτευξης συμπαγούς και οργανωμένης ανάπτυξης.

 

Δεν τηρούνται οι απαιτούμενες αποστάσεις από τους δύο παροχετευτικούς αγωγούς που διέρχονται του τεμαχίου. Συγκεκριμένα η κατοικία στα νότια προτείνεται πάνω στους πιο πάνω αγωγούς.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

 

(α)     Η παρούσα πολεοδομική αίτηση απορρίπτεται μετά από απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών να απορρίψει σχετικό αίτημα απόκλισης από τις πρόνοιες της Εντολής 1/94 του Υπουργού Εσωτερικών αναφορικά με την προσπέλαση του υπό αίτηση τεμαχίου.

 

(β)     Λόγω των πιο πάνω σοβαρών προβλημάτων που χαρακτηρίζουν την αίτηση, αυτή δεν έχει μελετηθεί στη λεπτομέρειά της.»

 

 

 

 

Είναι την απόφαση αυτή που προσβάλλουν οι Αιτητές με την υπό κρίση προσφυγή αξιώνοντας:

 

«Α.    Δήλωση και/ή απόφαση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των Καθ΄ων η Αίτηση, η οποία κοινοποιήθηκε στους Αιτητές με επιστολή ημερ. 31/08/2011 την οποία οι Αιτητές έλαβαν γνώση και/ή παραλήφθηκε στις 15/10/2011 και με την οποία απέρριψαν την αίτηση για χορήγηση πολεοδομικής άδειας για ανέγερση 2 κατοικιών στο ακίνητο με αρ. εγγραφής 8377. αρ. τεμ. 667, Σχ. 2-289-376, Τμήμα 2 στο Παραλίμνι, είναι άκυρη, παράνομη, αντισυνταγματική και χωρίς κανένα νομικό αποτέλεσμα.»

 

Προβάλλεται σειρά λόγων ακύρωσης. Τίθεται, πιο συγκεκριμένα, ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι πρόδηλα παράνομη ως παραβιάζουσα τα συνταγματικά δικαιώματα των Αιτητών για απόλαυση της περιουσίας τους, όπως αυτά οριοθετούνται από το ΄Αρθρο 23  και της ισότητας κατ΄ ακολουθία του ΄Αρθρου 28 του Συντάγματος, αφού χορηγήθηκαν άλλες πολεοδομικές άδειες στην περιοχή σε σχέση με παρόμοιες περιπτώσεις. Προβάλλονται ακόμη ως λόγοι ακύρωσης η έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, η λανθασμένη άσκηση της διακριτικής εξουσίας των Καθ΄ ων η Αίτηση και η παραβίαση του δικαιώματος ακρόασης.

 

Εξετάζοντας κατ΄ αρχάς το ζήτημα της επίκλησης παραβίασης συνταγματικών διατάξεων, των ΄Αρθρων 23 και 28, είναι κρίση του Δικαστηρίου ότι οι προβαλλόμενοι λόγοι ακύρωσης είναι έκθετοι σε απόρριψη για τυπικούς και ουσιαστικούς λόγους:

 

Συνιστά πάγια γραμμή της νομολογίας ότι επίκληση αντισυνταγματικότητας αποτελεί νομικό θέμα ιδιάζουσας σημασίας και σπουδαιότητας και προβάλλει ως αναγκαίος ο επακριβής προσδιορισμός του. Στην εφαρμογή του ΄Αρθρου 146.1 του Συντάγματος δεν είναι αρκετή η γενική επίκληση ακυρότητας με αναφορά σε συνταγματικές διατάξεις. Ο δε εξεταστικός χαρακτήρας της διαδικασίας υπό το πρίσμα του πιο πάνω ΄Αρθρου δεν καταργεί τη δικογραφία ως το μέσο προσδιορισμού των επίδικων θεμάτων. Όπως σημειώθηκε και στην απόφαση της Ολομέλειας Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 ΑΑΔ 598, 607 «Οι τελικές αγορεύσεις που υποβάλλονται μετά την επιθεώρηση των φακέλων εξειδικεύουν και συγκεκριμενοποιούν τα επίδικα θέματα (που προσδιορίζονται στην αίτηση) που καλείται το Δικαστήριο να επιλύσει». Συνεπώς και με δεδομένο το τεκμήριο νομιμότητας των κρατικών πράξεων, ο οποιοσδήποτε ισχυρισμός περί αντισυνταγματικότητας πρέπει να θεμελιώνεται επαρκώς από το μέρος που τον προβάλλει. Οι γενικές αναφορές των Αιτητών στην παρούσα υπόθεση δεν εντάσσονται στα πιο πάνω όρια.

 

Σε ότι αφορά την ουσία, στην υπό κρίση περίπτωση οι Αιτητές εισηγούνται ότι με την απόρριψη της αίτησής τους για χορήγηση πολεοδομικής άδειας έχουν τεθεί τέτοιες, μη απολύτως αναγκαίες, προϋποθέσεις για ανάπτυξη της περιουσίας τους, που οδηγούν σε παραβίαση του ΄Αρθρου 23 του Συντάγματος. Η εισήγηση αυτή στερείται βάσης. Καθότι, η άσκηση των δικαιωμάτων κινητής και ακίνητης ιδιοκτησίας που προστατεύονται από το υπό αναφορά ΄Αρθρο δύναται να υποβληθεί διά νόμου εις όρους, δεσμεύσεις ή περιορισμούς ως προβλέπεται από το ίδιο το ΄Αρθρο 23.3. Οι περιορισμοί που αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση της Πολεοδομίας και της δημόσιας ασφάλειας εντάσσονται στους προβλεπόμενους ως επιτρεπτούς από το ίδιο το Σύνταγμα. Υπό αυτά τα δεδομένα το ζήτημα της ικανοποιητικής προσπέλασης, που συνιστά το κεντρικό στοιχείο στην υπό κρίση περίπτωση, συναρτάται άμεσα με τη δημόσια ασφάλεια και πολεοδομικό περιορισμό στη χρήση ιδιοκτησίας. Η διαπίστωση της ανάγκης επιβολής περιορισμών επαφίεται στο αρμόδιο διοικητικό όργανο και, κατά κανόνα, δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ελέγχου από τα διοικητικά δικαστήρια, λόγω της τεχνικής φύσης του (Δημητριάδη κα ν. Υπουργικού Συμβουλίου κα (1996) 3 ΑΑΔ 85). Στην απόφαση Δημητριάδη σημειώνεται επίσης ότι περιορισμοί απολήγουν σε στέρηση της ιδιοκτησίας όταν την καθιστούν αδρανή. Τονίζεται ακόμη ότι η χρήση του ακινήτου για οικοδομικούς σκοπούς συναρτάται με και εξαρτάται από τον πολεοδομικό σχεδιασμό, θέμα το οποίο ανάγεται στη ρυθμιστική εξουσία του κράτους. Επιγραμματικά, όροι περιοριστικοί της χρήσης ιδιοκτησίας, που αφήνουν άθικτο τον πυρήνα του δικαιώματος ιδιοκτησίας, συνιστούν περιορισμό και όχι στέρηση. Στην παρούσα περίπτωση οι υπό κρίση περιορισμοί αφορούσαν την Πολεοδομία, περιστρέφονται γύρω από την ανυπαρξία ικανοποιητικής προσπέλασης – τεχνικό θέμα αναγόμενο στην κρίση της διοίκησης - και βασίζονται στο σχετικό περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμο. Ηταν, υπό τις συνθήκες, απόλυτα επιτρεπτοί περιορισμοί και δεν έχει καταδειχθεί οποιασδήποτε μορφής παραβίαση του εξεταζόμενου ΄Αρθρου 23 του Συντάγματος.

 

Ως προς την ουσία του θέματος της άνισης μεταχείρισης κατά παράβαση του ΄Αρθρου 28 του Συντάγματος, δεν πρέπει να διαφεύγει ότι, όπως και η νομολογία διασαφηνίζει, «κοινό παρονομαστή της ισότητας αποτελεί η ομοιογένεια των αντικειμένων και υποκειμένων του δικαίου αποκλειομένης της εξίσωσης μεταξύ των ανομοίων ή της διάκρισης μεταξύ των ομοίων» (Δημοκρατία ν. Κωνσταντίνου (2002) 3 ΑΑΔ 534, 539). Υπό το φως αυτών των νομικών αρχών, οι Αιτητές απέτυχαν να θεμελιώσουν επαρκώς ταυτότητα δεδομένων με τους υπόλοιπους ιδιοκτήτες κατοικιών της περιοχής, τέτοιας μορφής που να οδηγεί στην κατάδειξη ανισότητας, όπως αυτή οριοθετείται στο υπό αναφορά ΄Αρθρο 28 του Συντάγματος.

 

Ούτε και οι προβαλλόμενοι λόγοι ακύρωσης που κινούνται γύρω από την κατ΄ ισχυρισμό έλλειψη δέουσας έρευνας, επαρκούς αιτιολόγησης και πλάνης έχουν περιθώριο επιτυχίας.

 

Το κατά πόσο μια έρευνα είναι επαρκής εξαρτάται από τα συγκεκριμένα περιστατικά της υπόθεσης και εναπόκειται στην ίδια τη διοίκηση να εντοπίσει τον ενδεδειγμένο τρόπο εκπλήρωσης της υποχρέωσης της αυτής. Ο τρόπος και η διαδικασία έρευνας που θα ακολουθηθεί σε κάθε ξεχωριστή περίπτωση ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του διοικητικού οργάνου και το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει όταν η έρευνα είναι επαρκής. Όπως δε έχει σημειωθεί ο χειρισμός τεχνικών ζητημάτων δεν εμπίπτει στο πεδίο ελέγχου του ακυρωτικού Δικαστηρίου, εκτός εάν εντοπισθεί πλάνη, κατάχρηση ή υπέρβαση εξουσίας. Στην προκείμενη περίπτωση η ύπαρξη κατάλληλης και ασφαλούς προσπέλασης αποτελούσε αναγκαία προϋπόθεση για ανάπτυξη του επίδικου τεμαχίου. Οι Καθ΄ ων η Αίτηση εξέτασαν επαρκώς το θεμελιώδες αυτό ζήτημα σε συνάρτηση με τις δυνατότητες απρόσκοπτης εξυπηρέτησης του υφιστάμενου δημόσιου δρόμου και κατέληξαν, ως αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και αιτιολογώντας πλήρως, ότι το πολύ μικρό εγγεγραμμένο πλάτος του υπό αναφορά δρόμου δεν επαρκούσε για απρόσκοπτη και ασφαλή διέλευση. Δεν διαπιστώνεται συνεπώς οποιαδήποτε βάση στήριξης των υπό εξέταση λόγων ακύρωσης.

 

Προβάλλεται, τέλος, από τους Αιτητές ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι τρωτή καθότι στερήθηκαν του δικαιώματός τους σε προηγούμενη ακρόαση.

 

Το δικαίωμα ακρόασης παρέχεται όπου ο νόμος ρητά προβλέπει και σε κάθε περίπτωση κατά την οποία πρόσωπο αναμένεται να επηρεασθεί από την έκδοση πράξης ή από τη λήψη διοικητικού μέτρου πειθαρχικής φύσης ή το οποίο έχει το χαρακτήρα κύρωσης. Στην υπό κρίση περίπτωση δεν εντοπίζεται να παραβιάσθηκε ο εξεταζόμενος κανόνας φυσικής δικαιοσύνης. Οι Καθ΄ ων η Αίτηση κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης είχαν ενώπιόν τους κάθε απαραίτητο στοιχείο και δεν είχαν υποχρέωση να ακούσουν προηγουμένως τις θέσεις των Αιτητών, ούτε και θεώρησαν σκόπιμο να τους καλέσουν προς ακρόαση.

 

Καταληκτικά οι Αιτητές απέτυχαν να ανατρέψουν το τεκμήριο της κανονικότητας που καλύπτει την προσβαλλόμενη πράξη. Δεν έχει τεκμηριωθεί μέσα από τους προβαλλόμενους λόγους ακύρωσης ότι οι Καθ΄ ων η Αίτηση ενήργησαν καθ΄ οιονδήποτε τρόπο παράνομα ή κατά παράβαση των καθιερωμένων αρχών του διοικητικού δικαίου και της νομολογίας.

 

Ως αποτέλεσμα, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ των Καθ΄ ων η Αίτηση, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

                                                                  Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΣΦ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο