
ECLI:CY:AD:2015:D687
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αρ. Υπόθεσης: 26/2013)
15 Οκτωβρίου, 2015
[Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
DELTA SOFT LTD,
Αιτητές,
- ΚΑΙ -
ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
---------
Α. Σ. Αγγελίδης, για τους αιτητές.
Π. Πολυβίου με Μ. Αντωνίου (κα), για τους καθ΄ ων η αίτηση.
Καμιά εμφάνιση, για το ενδιαφερόμενο μέρος.
---------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: Η παρούσα προσφυγή αφορά σε πάσχουσα ή αυθαίρετη κατακύρωση προσφοράς σε τρίτο νομικό πρόσωπο, Virtual IT Ltd, αντί στην αιτήτρια εταιρεία. Σημειώνεται ότι η ως άνω εταιρεία, αν και της επιδόθηκε η παρούσα αίτηση, ως ενδιαφερόμενο μέρος, επέλεξε να μην εμφανιστεί στη διαδικασία. Έτσι το ζήτημα εξετάζεται στις παραμέτρους που έθεσαν αιτητές και καθ΄ ων η αίτηση.
Στις 20.7.2012 προκηρύχθηκε με τη μέθοδο της ανοικτής διαδικασίας διαγωνισμός με αρ. 15/12 με αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών για την προμήθεια υπηρεσίας χρήσης (Software as a Service) έτοιμου λογισμικού διαχείρισης ανθρώπινων πόρων (Human Resource Management System) για περίοδο 5 χρόνων για τις ανάγκες του ΡΙΚ, μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος δημοσίων συμβάσεων e-procurement, με κριτήριο κατακύρωσης αποκλειστικά τη χαμηλότερη τιμή.
Κατά τη λήξη της υποβολής προσφορών, 10.9.2012, τρεις ενδιαφερόμενες εταιρείες, μεταξύ των οποίων οι αιτητές, υπέβαλαν προσφορά.
Οι αιτητές με την υποβολή της προσφοράς τους συμπλήρωσαν και υπέβαλαν ανεπιφύλακτα και το Έντυπο 9 – Οικονομική Προσφορά, στο οποίο καθοριζόταν ρητώς ότι «Οι τιμές μονάδας και κόστη για ενδεχόμενες επιπρόσθετες εργασίες ή και αφαίρεση εργασιών (υποσύνολο 3), αφορούν υπηρεσίες που θα πρέπει ο ανάδοχος να είναι έτοιμος να προσφέρει στη διάρκεια των πέντε χρόνων της Σύμβασης, εάν του ζητηθεί. Το ποσό στο υποσύνολο 3 θα χρησιμοποιηθεί για σκοπούς αξιολόγησης ΜΟΝΟ και δεν αποτελεί μέρος της οικονομικής προσφοράς».
Στις 8.11.2012 η Eπιτροπή Προσφορών κατόπιν μελέτης της τρίτης έκθεσης της Επιτροπής Αξιολόγησης αποφάσισε να υιοθετήσει την εισήγηση της Επιτροπής Αξιολόγησης και να κατακυρώσει την επίδικη προσφορά στην ως άνω εταιρεία, ως ο πλέον χαμηλός προσφοροδότης. Σημειώνεται ότι μεσολάβησαν συνεδριάσεις της Επιτροπής Προσφορών στις 16.10.2012 και 26.10.2012, με αντικείμενο τη μελέτη της έκθεσης της Επιτροπής Αξιολόγησης. Κατά τη συνεδρία ημερ. 16.10.2012 αποφασίστηκε όπως ζητηθεί από την Επιτροπή Αξιολόγησης να προχωρήσει σε διορθώσεις των ποσών αξιολόγησης ώστε να συνάδουν με τον όρο 4 των προδιαγραφών, που αναφέρεται στην αναγωγή σε σημερινές τιμές χρησιμοποιώντας συντελεστή 6%.
Κατά την δεύτερη συνεδρία στις 26.10.2012, αποφασίστηκε κατόπιν μελέτης της δεύτερης έκθεσης της Επιτροπής Αξιολόγησης, όπως ζητηθεί από την Επιτροπή Αξιολόγησης να προβεί σε αξιολόγηση στην οποία η αναγωγή να υπολογιστεί σε σημερινές τιμές επί του συνολικού κόστους, συμπεριλαμβανομένου και του κόστους για ενδεχόμενες επιπρόσθετες εργασίες, ως προνοούν οι προδιαγραφές.
Οι αιτητές ενημερώθηκαν για την απόρριψη της προσφοράς τους στις 13.11.2012 με συναφή επιστολή για το λόγο ότι η συνολική τιμή αξιολόγησης ήταν υψηλότερη από τη συνολική τιμή της επιτυχούσας εταιρείας.
Προβάλλονται σειρά λόγων ακυρότητος με κυρίαρχο την πάσχουσα λειτουργία της Επιτροπής Προσφορών, ως λόγος που άπτεται δημοσίας τάξεως, που επιφέρει, αν επιτύχει, ακυρότητα της ληφθείσας απόφασης, προέχει όμως η εξέταση προδικαστικού νομικού σημείου το οποίο εγείρουν οι αιτητές: ότι οι αιτητές στερούνται του αναγκαίου εννόμου συμφέροντος για να προσβάλουν την επίδικη απόφαση κατακύρωσης προσφοράς στο ενδιαφερόμενο μέρος, στη βάση του δόγματος της απαγόρευσης της ταυτόχρονης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας: έχουν αποδεχθεί τον όρο της προσφοράς που προβλέπει ότι το ποσό για ενδεχόμενες επιπρόσθετες εργασίες θα χρησιμοποιηθεί για σκοπούς αξιολόγησης της προσφοράς κάθε προσφοροδότη και έχουν υποβάλει με την προσφορά τους, το σχετικό Έντυπο 9.
Οι αιτητές αντιπροβάλλουν, ότι ακριβώς εδώ έγκειται η διαφορά η οποία καθίσταται επίδικο ζήτημα. Ως εκ τούτου οι αιτητές νομιμοποιούνται να καταφύγουν στο Ανώτατο Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος προς δικαστική κρίση.
Όπως είναι παραδεκτό και όπως προκύπτει από την προκήρυξη και από τα έγγραφα του διαγωνισμού, κριτήριο της προκηρυχθείσης ανοικτής διαδικασίας του διαγωνισμού, με αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών ήταν να κατακυρωθεί ο διαγωνισμός αποκλειστικά στον προσφοροδότη με την χαμηλότερη τιμή. Οι διευκρινίσεις στη σ.2 του τροποποιημένου εντύπου 9 και ειδικότερα του πίνακα ανάλυσης οικονομικής προσφοράς, με τίτλο, «Αναμενόμενα απρόβλεπτα κόστη», αντικαταστάθηκε με τον τίτλο «Τιμές μονάδας και κόστη για ενδεχόμενες επιπρόσθετες εργασίες ή και αφαίρεση εργασιών κατά τη διάρκεια της Σύμβασης» με την προσθήκη της σημείωσης 1 στην οποία αναφέρεται:
«Το ποσό της Σύμβασης αφορά αποκλειστικά τα υποσύνολα 1 και 2 (Υπηρεσίες και Συντήρηση/Υποστήριξη). Οι τιμές μονάδας και κόστη για ενδεχόμενες επιπρόσθετες εργασίες ή και αφαίρεση εργασιών (υποσύνολο 3) αφορούν υπηρεσίες που θα πρέπει ο ανάδοχος να είναι έτοιμος να προσφέρει στη διάρκεια των πέντε χρόνων της Σύμβασης, εάν του ζητηθεί. Το ποσό στο υποσύνολο 3 θα χρησιμοποιηθεί για σκοπούς αξιολόγησης ΜΟΝΟ και δεν αποτελεί μέρος της οικονομικής προσφοράς. Η Αναθέτουσα Αρχή δεν είναι υποχρεωμένη να αγοράσει όλες ή μέρος των υπηρεσιών αυτών.»
Οι αιτητές, με την υποβολή της προσφοράς τους, συμπλήρωσαν και υπέβαλαν ανεπιφύλακτα, χωρίς την υποβολή οποιασδήποτε ένστασης και χωρίς να ζητήσουν οποιαδήποτε διευκρίνιση, το έντυπο 9 – Οικονομική Προσφορά – όπως τροποποιήθηκε. Με βάση λοιπόν το σύνολο της τιμής αξιολόγησης (υποσύνολα 1, 2 και 3) οι καθ΄ ων έκριναν ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπέβαλε την προσφορά με την χαμηλότερη τιμή αξιολόγησης.
Η προδικαστική ένσταση απορρίπτεται. Οι αποφάσεις Τomboli v. CYTA (1980) 3 C.L.R. 266, Παπαδόπουλος ν. ΡΙΚ (1996) 3 Α.Α.Δ. 1, Δημοκρατία ν. China Wanbao Engineering Corporation (2000) 3 A.Α.Δ. 406 και Δημοκρατία ν. Pharment (2011) 3 A.A.Δ. 1, δεν τυγχάνουν εφαρμογής στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης. Εδώ οι αιτητές επιλέχθηκαν ως εταιρείες που υπέβαλαν έγκυρες και νόμιμα υποβληθείσες προσφορές και δεν προέκυπτε ζήτημα αμφισβήτησης όρου της προσφοράς και συγκεκριμένα του όρου που προέβλεπε ότι το ποσό για ενδεχόμενες επιπρόσθετες εργασίες θα χρησιμοποιηθεί για σκοπούς αξιολόγησης της προσφοράς, αλλά στη βάση του ότι η προσφορά τους εντός των προδιαγραφών, απορρίφθηκε, ενώ προτιμήθηκε άλλη για λόγους που οι αιτητές θεωρούν ότι επιφέρουν ακυρότητα.
Επί της ουσίας, η πάσχουσα λειτουργία της Επιτροπής Προσφορών συνίσταται στο γεγονός, κατά τους αιτητές, ότι από την 21η συνεδρία της Επιτροπής Προσφορών που πραγματοποιήθηκε στις 26.10.2012, απουσίαζαν δύο μέλη (Χατζηκυριάκου και Χρυσοστόμου), χωρίς να επεξηγηθεί ο λόγος της απουσίας τους και εν προκειμένω, δεν υπάρχει, είναι η θέση των αιτητών, ούτε σαφής απόδειξη ή οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο ότι υπήρξε νόμιμη και έγκυρη επίδοση πρόσκλησης για τη συνεδρία στα εν λόγω μέλη, τα οποία είναι άγνωστο εάν έλαβαν γνώση για την πραγματοποίηση της. Η έλλειψη νομότυπης πρόσκλησης λοιπόν καθιστά τη σύνθεση του διοικητικού οργάνου πλημμελή και την προσβαλλόμενη απόφαση που λήφθηκε παράνομη (Α. J. Pericleous (Services) Ltd v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 57/99, 27.3.2000). Είναι γεγονός ότι η σύνθεση διοικητικού οργάνου ανατρέχει στη ρίζα της νομιμότητας της απόφασης που λήφθηκε, ως ζήτημα δημόσιας τάξης. Οπότε η σύνθεση του οργάνου είναι το κύριο ζητούμενο ώστε διαπίστωση τυχόν προβλήματος να καθιστά την απόφαση άκυρη, του θέματος δυναμένου να εξεταστεί και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο. Sigma Radio TV Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2005) 3 Α.Α.Δ. 130. Σχετικό με το ζήτημα βεβαίως είναι και το άρθρο 21(3) του Νόμου 158(Ι)/99.
Στη συνεδρία ημερ. 16.10.2012 όπως διαπιστώνεται και από το σχετικό διοικητικό φάκελο, η Επιτροπή Προσφορών, αποφάσισε όπως ζητήσει από την Επιτροπή Αξιολόγησης να προβεί σε διορθώσεις των ποσών αξιολόγησης, ώστε να συνάδουν με τον όρο 9.4.4 των Εγγράφων Διαγωνισμού που αναφέρεται στην αναγωγή σε σημερινές τιμές, χρησιμοποιώντας συντελεστή 6%, δηλαδή ασχολήθηκε με προκαταρκτικά θέματα και όχι με θέματα ουσίας που θα μπορούσαν να επηρεάσουν και/ή έτειναν να διαφοροποιήσουν την τελική απόφαση.
Στην επόμενη συνεδρία της Επιτροπής Προσφορών ημερ. 26.10.2012, τα μέλη της Επιτροπής που απουσίαζαν κατά τη συνεδρία της 16.10.2012, ενημερώθηκαν πλήρως και ακολούθως η Επιτροπή αφού μελέτησε τη δεύτερη έκθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης, αποφάσισε όπως ζητήσει από την Επιτροπή Αξιολόγησης να προβεί σε αξιολόγηση.
Επισημαίνεται ότι η επίδικη απόφαση της Επιτροπής Προσφορών, για κατακύρωση της προσφοράς στο ενδιαφερόμενο μέρος, λήφθηκε στη συνεδρία της ημερ. 8.11.2012, στην οποία παρίσταντο ο Πρόεδρος και όλα τα μέλη της Επιτροπής Προσφορών. Διαπιστώνεται επομένως ότι κατά την κρίσιμη συνεδρία στην οποία αποφασίστηκε η κατακύρωση της προσφοράς στο ενδιαφερόμενο μέρος, παρόντα ήταν όλα τα μέλη της Επιτροπής.
Ως προς τον ισχυρισμό περί απουσίας δύο μελών από τη συνεδρία ημερ. 16.10.2012 από την επιστολή ημερ. 11.10.2012, της γραμματέας της Επιτροπής προς τον Πρόεδρο και τα μέλη της Επιτροπής Προσφορών, όπως διαπιστώνεται και από το διοικητικό φάκελο που κατατέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, φαίνεται αυτός δεν ευσταθεί: τα εν λόγω μέλη κλήθηκαν στην εν λόγω συνεδρίαση ημερ. 16.10.2012 και ώρα 10:00 πμ για μελέτη της έκθεσης της Επιτροπής Αξιολόγησης για την προσφορά ΡΙΚ αρ. 15/2012 «Λογισμικό Διαχείρισης Ανθρώπινων Πόρων», στην οποία επισυνάφθηκε η έκθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης καθώς και η ενημέρωση του Γενικού Ελεγκτή και της Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων.
Εντοπίζεται επίσης ως παράρτημα Γ, αποδεικτικό ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ημερ. 11.10.2012, προς τον Πρόεδρο και τα μέλη της Επιτροπής Προσφορών, συμπεριλαμβανομένης της κας Σούλλας Χατζηκυριάκου, στο οποίο επισυνάπτεται η επιστολή ημερ. 11.10.2012 καθώς και όσα έγγραφα τη συνοδεύουν. Σημειώνεται ότι στο άλλο μέλος Χρυσοστόμου, η επιστολή ημερ. 11.10.2012 δεν στάληκε μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου καθότι δεν διαθέτει ηλεκτρονική διεύθυνση και έτσι του επιδόθηκε αυθημερόν, μέσω κλητήρα. Επομένως, κρίνεται ότι η συνεδρία της Επιτροπής Προσφορών δεν έπασχε εφόσον τόσο ο Πρόεδρος όσο και τα μέλη της Επιτροπής κλήθηκαν νομοτύπως και εμπροθέσμως (Savva v. The Public Service Commission (1988) 3 C.L.R. 102, Χριστοφόρου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1813, Δημοσθένους κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 2517).
Στην προκειμένη περίπτωση με τα στοιχεία που έχουν τεθεί ενώπιον μου δεν χρειάζεται οποιαδήποτε περαιτέρω απόδειξη ότι η πρόσκληση λήφθηκε και από τα μέλη που απουσίαζαν κατά τις επίδικες συνεδρίες. Το βάρος απόδειξης, εφόσον η αποστολή ή η λήψη των προσκλήσεων αμφισβητείται, όπου και σε όποια περίπτωση τούτο συντρέχει, βαρύνει τον αμφισβητούντα, ζήτημα που δεν προωθήθηκε εκ μέρους των αιτητών περαιτέρω. Με βάση τα ανωτέρω θεωρώ ότι η πρόσκληση σε συνεδρία ημερ. 16.10.2012 απευθύνθηκε ορθά στα μέλη, έγκαιρα και νομότυπα και κατά την κρίσιμη συνεδρία ημερ. 8.11.2012, κατά την οποία λήφθηκε η επίδικη απόφαση, παρόντα και ενήμερα πλήρως των θεμάτων ήταν τόσο ο Πρόεδρος όσο και τα μέλη της Επιτροπής Προσφορών. Ο εν λόγω λόγος ακυρότητος απορρίπτεται ως ατεκμηρίωτος.
Ο ισχυρισμός ότι πάσχει η απόφαση των καθ΄ ων, υποστηρίζεται κατά τους αιτητές από τη σημείωση του εντύπου 9, σ.2 (ανωτέρω). Το ποσό του υποσυνόλου 3, σύμφωνα με τους όρους της προσφοράς αφορά σε ενδεχόμενες εργασίες ή και σε αφαίρεση εργασιών, ζήτημα μελλοντικό και αβέβαιο. Μάλιστα οι εργασίες αυτές όπως αναφέρεται στη σ.6 της επισύναψης 2, η Αναθέτουσα Αρχή δεν είναι υποχρεωμένη να αγοράσει είτε όλες, είτε μέρος τους. Επομένως, εισηγούνται, τα ποσά που χρησιμοποιήθηκαν στο υποσύνολο 3, είναι ποσά μελλοντικά και αβέβαια, αναλόγως με το αν θα αφαιρεθούν ή όχι τέτοιες εργασίες κατά την ως άνω πρόνοια και άρα δεν είναι κύρια ή τελικά κριτήρια επιλογής. Έτσι δεν ήταν δυνατόν να κατακυρωθεί η προσφορά στο ενδιαφερόμενο μέρος και όχι στους αιτητές με την αιτιολογία ότι το ποσό των €62.352 θεωρήθηκε ότι έπρεπε να περιληφθεί στο υποσύνολο 3. Αυθαιρέτως λοιπόν μετέτρεψαν την τιμή της προσφοράς των αιτητών σε €99.900 πλέον ΦΠΑ. Άλλωστε εφόσον οι ενδεχόμενες επιπρόσθετες εργασίες δεν ήταν γνωστές, δεν ήταν δυνατόν να προεκτιμηθούν μετά βεβαιότητας ή και επακριβώς. Με τα ανωτέρω δεδομένα και το γεγονός ότι η προσφορά των αιτητών ήταν η χαμηλότερη, οι καθ΄ ων η αίτηση αυθαίρετα απέρριψαν την προσφορά των αιτητών και παντελώς αναιτιολόγητα επέλεξαν την προσφορά του ενδιαφερόμενου μέρους, η οποία συγκρινόμενη μετά της προσφοράς των αιτητών, παρατηρείται να διαφέρει σημαντικά ως προς τη συμβατική τιμή αξιολόγησης.
Η Επιτροπή Αξιολόγησης κατέληξε να κατακυρώσει την προσφορά στο ενδιαφερόμενο μέρος με το ακόλουθο σκεπτικό:
«Η Επιτροπή Αξιολόγησης εισηγείται όπως κατακυρωθεί η προσφορά αρ. 15/2012 για την προμήθεια Υπηρεσίας Χρήσης Έτοιμου Λογισμικού Διαχείρισης Ανθρώπινων Πόρων (Human Resources Management System) για περίοδο πέντε ετών για τις ανάγκες του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου, στην εταιρεία VIRTUAL IT LIMITED στη συμβατική τιμή των €41.760 πλέον ΦΠΑ και στη συνολική τιμή αξιολόγησης των €61.910 πλέον ΦΠΑ. Με την εισήγηση της Επιτροπής συμφώνησε και ο εξωτερικός σύμβουλος ο οποίος βοήθησε την Επιτροπή στο έργο της αξιολόγησης των προσφορών.»
Εδώ όντως υπεισέρχεται στην εικόνα το δόγμα της επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας (Δημοκρατία ν. China Wanbao (ανωτέρω)). Οι αιτητές θεωρώ ότι κωλύονται, δεν νομιμοποιούνται να ισχυρίζονται ότι τα ποσά του υποσυνόλου 3 δεν αποτελούν κύρια ή τελικά κριτήρια επιλογής και ότι οι καθ΄ ων λανθασμένα και αυθαίρετα έλαβαν υπόψη τους το συνολικό ποσό των €62.355 που οι ίδιοι δήλωσαν ως υποσύνολο 3, ώστε να καταλήξουν στο ποσό της προσφοράς σε €99.900 ως σύνολο τιμής αξιολόγησης του εντύπου 9 που υπέβαλαν. Επίσης κωλύονται να προβάλουν ότι οι εργασίες του υποσυνόλου 3 αφορούν υποθετικές και μελλοντικές εργασίες οι οποίες δεν μπορούσαν να κοστολογηθούν, όταν όντως οι ίδιοι καταγράφουν επακριβώς το ποσό της οικονομικής προσφοράς τους, για κάθε μια από τις υπηρεσίες του υποσυνόλου 3. Σε κάθε περίπτωση, θεωρώ ότι ο όρος που περιέχεται στη σημείωση 1 του εντύπου 9 είναι ξεκάθαρος και σαφής, δεν επιδέχεται διαφορετική ερμηνεία από αυτή που ορίζεται στον εν λόγω όρο: το ποσό του υποσυνόλου 3 θα χρησιμοποιηθεί για σκοπούς αξιολόγησης μόνο και δεν αποτελεί μέρος της οικονομικής προσφοράς. Ως εκ τούτου ορθά λήφθηκε υπόψη για την τελική κατάταξη των προσφορών χωρίς να αποτελεί μέρος της συμβατικής τιμής. Λαμβάνοντας δε υπόψη τον όρο 9.4.4 των εγγράφων του διαγωνισμού:
«Η αξιολόγηση των Προσφορών θα γίνει στη βάση σημερινών τιμών που έχουν αναχθεί με συντελεστή του οποίου το ύψος καθορίζεται στο άρθρο 2.27, για όλες τις μελλοντικές πληρωμές ποσών, αν υπάρχουν. Η βαθμολόγηση των Οικονομικών Προσφορών των προσφερόντων θα γίνει με βάση τα αναθεωρημένα ποσά Προσφορών, όπως αυτά θα προκύψουν από την πιο πάνω αναγωγή.»
Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι οι καθ΄ ων η αίτηση έλαβαν την προσβαλλόμενη απόφαση μετά από διεξαγωγή δέουσας έρευνας και πραγματικής σύγκρισης των δύο προσφοροδοτών, με βάση τα όσα οι ίδιοι υπέβαλαν στην προσφορά τους, σε αναγωγή με τους όρους των εγγράφων διαγωνισμού, δίνοντας πλήρη και επαρκή αιτιολογία. Δεν μπορεί να γίνεται επίκληση πλάνης περί τα πράγματα όταν το αποφασίζον όργανο σταθμίζει και αξιολογεί στοιχεία και γεγονότα που τίθενται ενώπιον του για κρίση. Το διοικητικό όργανο, ακόμη και σε περίπτωση που τα στοιχεία αντιφάσκουν ή προβαίνει σε εκτίμηση, προτιμώντας ορισμένα και απορρίπτοντας άλλα, αρκεί η εκτίμηση να οδηγεί στο συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε, δεν οδηγεί στη διαπίστωση πλάνης περί τα πράγματα (Παντελούρης κ.α. ν. Υπουργικού Συμβουλίου (1991) 3 Α.Α.Δ. 78). Δεν γίνεται αντιληπτός ο ισχυρισμός περί πραγματικής πλάνης: οι καθ΄ ων είχαν κάθε δικαίωμα να συνυπολογίσουν και να αξιολογήσουν το υποσύνολο 3 ώστε να καταλήξουν ότι το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν ο χαμηλότερος προσφοροδότης.
Η προσβαλλόμενη απόφαση ως εκ τούτου κρίνεται πλήρης, σαφής και αιτιολογημένη για το λόγο που το ενδιαφερόμενο μέρος επιλέγηκε έναντι του αιτητή ως ο χαμηλότερος σε τιμή προσφοροδότης. Ο λόγος ακυρότητος που παραπέμπει ότι η προσφορά των αιτητών απορρίφθηκε χωρίς αιτιολογία και χωρίς δέουσα έρευνα, δεν ευσταθεί. Εν κατακλείδι θεωρώ, ότι οι καθ΄ ων η αίτηση ενήργησαν εντός των ορίων της διακριτικής τους εξουσίας και συμφώνως των όρων των εγγράφων του διαγωνισμού για να καταλήξουν στην επίδικη απόφαση. Ο ισχυρισμός των αιτητών περί έλλειψης αμεροληψίας και περί επηρεασμού της Επιτροπής προς όφελος του ενδιαφερόμενου μέρους δεν εξετάζεται εφόσον δεν έχει ουσιαστικά προωθηθεί: προβάλλεται γενικά και αόριστα χωρίς στοιχεία ή τεκμηρίωση.
Με βάση τα ανωτέρω δεν έχει τεκμηριωθεί οποιοσδήποτε εκ των προβαλλόμενων λόγων που να δικαιολογεί την ακύρωση της επίδικης απόφασης.
Η προσφυγή απορρίπτεται με €1.500 έξοδα πλέον ΦΠΑ αν επιβάλλεται, σε βάρος των αιτητών.
Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.
/ΦΚ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο