Βύρωνας Βύρωνος v. Κυπριακού Συμβουλίου Αναγνώρισης Τίτλου Σπουδών (ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ.), ΕΦΕΣΗ ΚΑΤΑ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΡ. 146/2020, 7/5/2025
print
Τίτλος:
Βύρωνας Βύρωνος v. Κυπριακού Συμβουλίου Αναγνώρισης Τίτλου Σπουδών (ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ.), ΕΦΕΣΗ ΚΑΤΑ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΡ. 146/2020, 7/5/2025

ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Άρθρο 23(3)(γ) του Ν.33/64 – Μεταβατικές Διατάξεις)

 

 

ΕΦΕΣΗ ΚΑΤΑ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΡ. 146/2020

(Υποθ. Αρ. 505/2017)

 

7  Μαΐου, 2025

 

 

[Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Η. ΓΕΩΡΓΙΟΥ. Δ.Δ.]

 

Βύρωνας Βύρωνος

   Εφεσείων

και

Κυπριακού Συμβουλίου Αναγνώρισης Τίτλου Σπουδών (ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ.)

Εφεσιβλήτων   

 

----------------

 

Α. Παπαμιχαήλ (κα), με κ Σ. Παφίτη, για Α. & Α.Κ. Αιμιλιανίδης, Κ. Κατσαρός και Συνεργάτες  Δ.Ε.Π.Ε., Για Εφεσείοντα 

 

Μ. Κυπριανού (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Εφεσίβλητους

 

Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ.  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Στ. Χατζηγιάννη

                                                -------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.:  Ο Εφεσείων υπέβαλε στη 25.7.2016 αίτηση για αναγνώριση από τους Εφεσίβλητους, του τίτλου σπουδών του «Master of Letter in Terrorism Studies” που του απονεμήθηκε από το University of St. Andrews της Σκωτίας, Ηνωμένου Βασιλείου (στο εξής το «Πανεπιστήμιο»),  με την μέθοδο των «Σπουδών εξ Αποστάσεως», ως τίτλου ισότιμου προς Μεταπτυχιακό Δίπλωμα επιπέδου Master.

 

          Οι Εφεσίβλητοι, σε συνεδριάσεις τους ημερ. 9.5.2004 -  11.5.2004, είχαν  θέσει συγκεκριμένες προϋποθέσεις ως προς την αναγνώριση τίτλων σπουδών που αποκτώνται με την μέθοδο των «Σπουδών εξ  Αποστάσεως», ως ακολούθως:

 

«-Ύπαρξη θεσμοθετημένων προγραμμάτων σπουδών τα οποία προσφέρονται εξ Αποστάσεως.

 

-Διασφάλιση του αδιάβλητου της αξιολόγησης των διδασκομένων.

 

- Κατάλληλη υποδομή για την προσφορά μαθημάτων με τη μέθοδο των «Σπουδών εξ Αποστάσεως».

-Διασφάλιση επαρκούς επικοινωνίας ανάμεσα στους διδάσκοντες και στους διδασκομένους.

 

-Αναφορικά με πρώτους καταληκτικούς τίτλους επιπέδου Πτυχίου είναι απαραίτητη η διεξαγωγή εξετάσεων, είτε υπό την εποπτεία του ίδιου του ιδρύματος, είτε υπό την εποπτεία αρμόδιου φορέα.»

 

 

          Επιπρόσθετα, κατά την ίδια συνεδρία, οι Εφεσίβλητοι αποφάσισαν όπως, κατά την υποβολή αιτήσεων για αναγνώριση τίτλων σπουδών που προσφέρονται με την εναλλακτική μέθοδο των «Σπουδών εξ Αποστάσεως», απαιτείται από τους αιτητές να προσκομίσουν τις εργασίες και/ή τη διατριβή που εκπόνησαν κατά τη διάρκεια των σπουδών τους.

 

          Κατ’ εφαρμογή του Κανονισμού 3(5) των περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφοριών Κανονισμών του 1999 - 2015 (Κ.Δ.Π. 172/1999), που δίδει το δικαίωμα στους Εφεσίβλητους να λαμβάνουν «αποφάσεις γενικής εφαρμογής», οι Εφεσίβλητοι, σε συνεδριάσεις τους ημερ. 12.3.2007 – 13.3.2007, αποφάσισαν ότι για όλα τα προγράμματα σπουδών 1ου και 2ου κύκλου που προσφέρονται με τη μέθοδο των «Σπουδών εξ Αποστάσεως», απαιτείται η διεξαγωγή γραπτών εξετάσεων, είτε στους χώρους του εξωτερικού ιδρύματος, είτε υπό την εποπτεία αξιόπιστων οργανισμών/φορέων που λειτουργούν στις χώρες των διδασκόμενων.  Με τον τρόπο αυτό, - ως η απόφαση γενικής εφαρμογής των Εφεσίβλητων – διασφαλίζεται το αδιάβλητο και η αξιοπιστία της αξιολόγησης των διδασκόμενων. 

 

          Η εν λόγω απόφαση γενικής εφαρμογής συνάδει με τους Εσωτερικούς Κανονισμούς Σπουδών του Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου, τους οποίους οι Εφεσίβλητοι είναι υποχρεωμένοι να ακολουθούν, με βάση τον Κανονισμό 3(3)(α) των Κανονισμών (Κ.Δ.Π. 172/1999).  Σύμφωνα δε με τους εσωτερικούς κανονισμούς σπουδών του Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου, η διεξαγωγή τελικών εξετάσεων είναι απαραίτητη για όλα τα προγράμματα που προσφέρει εξ αποστάσεως το Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου. 

 

          Στα πλαίσια μελέτης του θέματος των προγραμμάτων σπουδών που προσφέρονται εξ αποστάσεως, οι Εφεσίβλητοι ετοίμασαν ερωτηματολόγιο το οποίο αποστέλλεται στα διάφορα Πανεπιστήμια, ώστε να εξασφαλίζουν τις απαιτούμενες πληροφορίες αναφορικά με τα προγράμματα σπουδών που προσφέρουν με τη μέθοδο εξ αποστάσεως και να προβαίνουν στην αξιολόγηση τους και στη λήψη αποφάσεων, ως προς την αναγνωρισιμότητα  των τίτλων σπουδών που απονέμονται. 

 

          Έτσι και στην προκειμένη περίπτωση, το Πανεπιστήμιο συμπλήρωσε το σχετικό ερωτηματολόγιο για το πρόγραμμα που παρακολούθησε ο Εφεσείων και το απέστειλε στις 18.8.2016 στους Εφεσίβλητους, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

 

          Οι Εφεσίβλητοι, σε συνεδρία τους ημερ. 5.9.2016, εξέτασαν τις πληροφορίες που απέστειλε το Πανεπιστήμιο αναφορικά με το πρόγραμμα σπουδών «PG Dip in Terrorism & Political Violence» που προσφέρει με τη μέθοδο «Σπουδών εξ Αποστάσεως» και έκριναν ότι χρειάζονται επιπρόσθετα στοιχεία.  Τούτο γιατί μελετώντας τις πληροφορίες,  διαπίστωσαν ότι στο ερωτηματολόγιο δεν διαφαίνεται ο χώρος όπου πραγματοποιούνται οι γραπτές εξετάσεις και ο φορέας που έχει την επίβλεψη τους και έτσι αποφασίστηκε να ζητηθούν από το Πανεπιστήμιο περαιτέρω διευκρινίσεις, όπως και έπραξαν με επιστολή τους ημερ. 11.10.2016.

 

          Σε συνεδρία τους ημερ. 13.12.2016, οι Εφεσίβλητοι, αφού εξέτασαν το περιεχόμενο της απαντητικής επιστολής του Πανεπιστημίου ημερ. 18.11.2016, αποφάσισαν να μην εγκρίνουν το αίτημα του Εφεσείοντα για αναγνώριση του τίτλου σπουδών του (ως ανωτέρω), ως τίτλου ισότιμου προς Μεταπτυχιακό δίπλωμα επιπέδου Master.  Τούτο γιατί με βάση τα στοιχεία που υπέβαλε το Πανεπιστήμιο, διαπίστωσαν ότι το συγκεκριμένο πρόγραμμα δεν περιλάμβανε γραπτές εξετάσεις, γεγονός που αντιτίθεται σε ένα από τα κριτήρια που έθεσαν οι Εφεσίβλητοι όσον αφορά την αναγνώριση τίτλων σπουδών που προσφέρονται με τη μέθοδο των «Σπουδών εξ Αποστάσεως», σύμφωνα με το οποίο είναι απαραίτητη η διεξαγωγή γραπτών εξετάσεων, είτε υπό την εποπτεία του ιδίου του Ιδρύματος, είτε υπό την εποπτεία αξιόπιστων φορέων που λειτουργούν στις χώρες των διδασκόμενων. 

 

          Η εν λόγω απόφαση των Εφεσίβλητων, κοινοποιήθηκε στον Εφεσείοντα με επιστολή τους ημερ. 13.1.2017, τη νομιμότητα της οποίας ο Εφεσείων προσέβαλε με την καταχώριση της Προσφυγής αρ. 505/2017.

 

          Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού εξέτασε όλους τους προβληθέντες λόγους ακύρωσης, κατέληξε πως (α) η σύνθεση των Εφεσίβλητων κατά την επίδικη συνεδρία λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης, δεν ήταν παράνομη, (β) οι Εφεσίβλητοι είχαν κάθε δικαίωμα να λάβουν απόφαση γενικής εφαρμογής απαιτώντας γραπτή εξέταση, εξειδικεύοντας έτσι και ερμηνεύοντας την αναφορά του Κανονισμού 3(3)(α) της Κ.Δ.Π. 172/1999 σε «αξιολόγηση, προαγωγή και αποφοίτηση γίνονται με βάση διαφανείς και αδιάβλητες διαδικασίες» (γ) η σχετική έρευνα που διεξήξαν οι Εφεσίβλητοι ήταν επαρκής, όπως και η αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης, (δ) η αναζήτηση της εισήγησης δύο ανεξάρτητων κριτών δεν ήταν υποχρεωτική για τους Εφεσίβλητους αλλά είχαν μόνο διακριτική ευχέρεια να το πράξουν, (ε) δεν εμφιλοχώρησε καμιά πλάνη των Εφεσίβλητων ως προς τα πραγματικά γεγονότα.  Τέλος, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξέτασε την εισήγηση του Εφεσείοντα πως είναι υποχρέωση ενός κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αναγνωρίζει τίτλους σπουδών που αναγνωρίζονται σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφού τέτοιο ζήτημα δεν είχε επαρκώς και πλήρως δικογραφηθεί. 

 

          Η πιο πάνω κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου οδήγησε σε απόρριψη της Προσφυγής και  επικύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

          Ο Εφεσείων θεωρεί εσφαλμένη την πρωτόδικη απόφαση και επιδιώκει με την παρούσα Έφεση την ανατροπή της, στη βάση τριών (3) λόγων Έφεσης. 

 

          Ειδικότερα, με τον 1ο λόγο Έφεσης, ο Εφεσείων προσβάλλει ως εσφαλμένη την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι οι Εφεσίβλητοι είχαν την δυνατότητα να θεσπίσουν τους συγκεκριμένους κανόνες γενικής εφαρμογής/πολιτικής.  Με το 2ο λόγο Έφεσης προσβάλλει ως εσφαλμένο το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, περί επαρκούς έρευνας εκ μέρους των Εφεσίβλητων, αλλά και ουσιαστικής αιτιολογίας για την προσβαλλόμενη απόφαση, ενώ με τον 3ο λόγο Έφεσης εισηγείται πως εσφαλμένα κατέληξε ότι δεν είχε εμφιλοχωρήσει πλάνη των Εφεσίβλητων ως προς τα πραγματικά γεγονότα.

 

          Προχωρούμε στην εξέταση του 1ου λόγου Έφεσης, στα πλαίσια του οποίου η ευπαίδευτη συνήγορος του Εφεσείοντα εισηγήθηκε πως η απαίτηση του Κανονισμού 3(3)(α) σε σχέση με «σπουδές εξ αποστάσεως», όπως «η αξιολόγηση, προαγωγή και αποφοίτηση γίνονται με βάση διαφανείς και αδιάβλητες διαδικασίες», δεν μπορεί να τύχει ερμηνείας κατά τρόπο που να προϋποθέτει σε όλες τις περιπτώσεις γραπτές εξετάσεις, όπως έπραξαν οι Εφεσίβλητοι.  Η επίδικη απόφαση γενικής πολιτικής των Εφεσίβλητων πρόσθεσε νέο κριτήριο στον Κανονισμό περιορίζοντας ασφυκτικά τις «διαφανείς και αδιάβλητες διαδικασίες», μόνο στην περίπτωση που διεξάγεται γραπτή εξέταση.  Η αυθαίρετη εισαγωγή του νέου αυτού κριτηρίου, δεν προβλέφθηκε από το αρμόδιο όργανο, δηλ. το Υπουργικό Συμβούλιο με βάση το Άρθρο 15 του περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφοριών Νόμου, (Ν.68(Ι)/1996).        Συνεπώς, μέσω της συγκεκριμένης απόφασης γενικής πολιτικής, οι Εφεσίβλητοι έδρασαν καθ’ υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας, εφόσον αυτή τέθηκε σε αντίθεση με τον Κανονισμό 3(3)(α)(i).

 

          Αντίθετα, η ευπαίδευτη εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα υποστηρίζει την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης και απορρίπτει τις πιο πάνω εισηγήσεις του Εφεσείοντα. 

 

          Εξετάσαμε τις ενώπιον μας προβληθείσες εισηγήσεις των ευπαίδευτων συνηγόρων των δύο πλευρών.  

 

          Το Υπουργικό Συμβούλιο, στη βάση του Άρθρου 15 του Ν.68(Ι)/1996, θέσπισε τους σχετικούς κανονισμούς (ΚΔΠ172/1999),  μεταξύ των οποίων ο Κανονισμός 3(3)(α)(i) σχετικά με την αναγνώριση ισοτιμίας, ως και ο Κανονισμός 3(5) που παρέχει στους Εφεσίβλητους το δικαίωμα να λαμβάνουν αποφάσεις γενικής εφαρμογής.  Οι εν λόγω Κανονισμοί προνοούν ως ακολούθως:

 

«3(3)(α)(i) Η διάρκεια των σπουδών, η διαδικασία διδασκαλίας και μάθησης και οι όροι αξιολόγησης, προαγωγής και αποφοίτησης των

σπουδαστών πληρούν τις απαιτήσεις του Πανεπιστημίου Κύπρου ή των άλλων δημόσιων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ανώτερης εκπαίδευσης της Κύπρου.  Ως προς τη διαδικασία διδασκαλίας και μάθησης, εξαίρεση από τα πιο πάνω αποτελούν ιδρύματα τύπου 'ανοικτού πανεπιστημίου' (open university) 'σπουδών εξ αποστάσεως' (distance learning) και 'εξωτερικών πτυχίων' (external degrees), νοουμένου ότι-

 

-      το ίδρυμα που προσφέρει τέτοιου τύπου εκπαίδευση έχει πρόγραμμα σπουδών για το σκοπό αυτό,

-      ολόκληρη η διαδικασία προσφοράς τέτοιου τύπου προγράμματος γίνεται μόνο από το ίδρυμα που απονέμει τον τίτλο, και

-      η αξιολόγηση, προαγωγή και αποφοίτηση γίνονται με βάση διαφανείς και αδιάβλητες διαδικασίες.

 

……………………………………………………………………………………….

 

 3(5) Το Συμβούλιο έχει δικαίωμα να λαμβάνει αποφάσεις γενικής εφαρμογής.»  

         

         

Όπως προκύπτει από τις ρητές πρόνοιες του Κανονισμού 3 (ανωτέρω), το Υπουργικό Συμβούλιο, με τον Κανονισμό 3(5), παρείχε το δικαίωμα και συνεπώς την δυνατότητα στους Εφεσίβλητους να λαμβάνουν αποφάσεις γενικής εφαρμογής, όπως και έπραξαν στην προκειμένη περίπτωση, στις συνεδρίες τους 12.3.2007 – 13.3.2007, απαιτώντας όπως για τα προγράμματα σπουδών που προσφέρονται με τη μέθοδο των «Σπουδών εξ Αποστάσεως» απαιτείται η διεξαγωγή γραπτών εξετάσεων.  Και τούτο, όπως ορθά επεσήμανε και το πρωτόδικο Δικαστήριο, εξειδικεύοντας ουσιαστικά και ερμηνεύοντας έτσι, την αναφορά στον Κανονισμό (ανωτέρω)  σε «διαφανείς και αδιάβλητες διαδικασίες». Περαιτέρω, ορθά το πρωτόδικο δικαστήριο έκανε αναφορά και στο Άρθρο 44(4) των περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν.158(Ι)/1999) σε σχέση με την εξουσία, γενικότερα, του διοικητικού οργάνου να ακολουθεί γενική πολιτική που έχει το ίδιο καθορίσει.  Το Άρθρο 44(4) ορίζει ως ακολούθως:

 

«44 (4) Δεν απαγορεύεται σε διοικητικό όργανο να ασκήσει τη διακριτική του εξουσία σε μια υπόθεση, με βάση γενική πολιτική ή κριτήρια που έχει προκαθορίσει το ίδιο για παρόμοιες υποθέσεις, εφόσον η πολιτική ή τα κριτήρια που έχει χαράξει συνάδουν με το νόμο, και να εξετάζει ιδιαίτερα κάθε υπόθεση που παρουσιάζεται ενώπιον του και πιο συγκεκριμένα να εξετάζει αν τα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης δικαιολογούν απόκλιση από τη γενική πολιτική ή τα κριτήρια που χάραξε.»

 

          Συνακόλουθα, κρίνουμε πως με την συγκεκριμένη απόφαση γενικής εφαρμογής που έλαβαν οι Εφεσίβλητοι, κάτω από τη δυνατότητα που τους παρέχει ο Κανονισμός 3(5) (ανωτέρω), ουδόλως πρόσθεσαν νέο κριτήριο στον Κανονισμό 3(3)(α)(i) (ανωτέρω), ούτε και ενήργησαν σε αντίθεση με αυτό.  Αντίθετα, ενεργώντας με βάση την εξουσία που τους παρέχει ο Κανονισμός 3(5), δικαιωματικά ερμήνευσαν την αναφορά «διαφανείς και αδιάβλητες διαδικασίες» αξιολόγησης, απαιτώντας με αυτή την απόφαση τους μια απρόσωπη και γενική εφαρμογή αυτού του κριτηρίου, ενεργώντας πάντοτε σε συμμόρφωση με τον Κανονισμό.

 

          Δεν διαπιστώνουμε, συνεπώς, οποιαδήποτε παραβίαση εκ μέρους των Εφεσίβλητων των Κανονισμών, αλλά ούτε και υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας εκ μέρους τους, παρά μόνο άσκηση των δικαιωμάτων που τους παρέχουν οι Κανονισμοί, προκειμένου να εξασφαλίζουν, συμμορφούμενοι με αυτούς, την αξιολόγηση με βάση διαφανείς και αδιάβλητες διαδικασίες, κατά την κρίση τους, αλλά και σύμφωνα με τους εσωτερικούς κανονισμούς σπουδών του Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου που απαιτούν επίσης την διεξαγωγή τελικών εξετάσεων.

 

          Για όλα τα πιο πάνω, οι εισηγήσεις του ευπαίδευτου συνηγόρου του Εφεσείοντα δεν μας βρίσκουν σύμφωνους και ο 1ος λόγος Έφεσης απορρίπτεται ως αβάσιμος.

 

          Προχωρούμε με την από κοινού εξέταση των 2ου και 3ου λόγων Έφεσης, οι οποίοι συμπλέκονται μεταξύ τους λόγω του περιεχόμενου τους.

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος του Εφεσείοντα, εισηγήθηκε πως οι Εφεσίβλητοι περιορίστηκαν στην διαπίστωση γραπτών εξετάσεων, δηλ. εξέτασαν μόνο την πλήρωση της δική τους γενικής πολιτικής, καταργώντας έτσι και/ή περιορίζοντας  την διακριτική τους ευχέρεια και χωρίς να εξετάσουν αν τα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης δικαιολογούσαν, με βάση τον Κανονισμό 44(4) του Ν.158(Ι)/1999 (ανωτέρω), απόκλιση από την γενική πολιτική που είχαν χαράξει.  Συνεπώς, οι Εφεσίβλητοι σε καμιά έρευνα προέβησαν προς αυτή την κατεύθυνση, ούτε και έδωσαν οποιαδήποτε αιτιολογία. 

 

Η πιο πάνω εισήγηση επίσης δεν μας βρίσκει σύμφωνους.  Όπως ορθά επεσήμανε το πρωτόδικο Δικαστήριο, οι Εφεσίβλητοι, προτού λάβουν την προσβαλλόμενη απόφαση, στα πλαίσια μελέτης του θέματος των προγραμμάτων σπουδών εξ αποστάσεως, ετοίμασαν ερωτηματολόγιο για να το αποστέλλουν στα Πανεπιστήμια και να εξασφαλίζουν τις απαιτούμενες πληροφορίες αναφορικά με τα προγράμματα σπουδών εξ αποστάσεως.  Το συγκεκριμένο Πανεπιστήμιο συμπλήρωσε το σχετικό ερωτηματολόγιο για το πρόγραμμα που παρακολούθησε ο Εφεσείων και το απέστειλε με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο στις 18.8.2016.  Ακολούθως, οι Εφεσίβλητοι ζήτησαν περαιτέρω διευκρινίσεις από το Πανεπιστήμιο σε σχέση με τις εξετάσεις για τα προγράμματα του, το οποίο και απάντησε με την επιστολή του ημερ. 18.11.2016, διευκρινίζοντας ότι «There are no exams for our programs, progress through the course is monitored by continuous Assessment of written work».  Στη βάση αυτών των πληροφοριών είναι που οι Εφεσίβλητοι έλαβαν την προσβαλλόμενη απόφαση. 

 

Συνακόλουθα, κρίνουμε πως η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν αποτέλεσμα επαρκούς και ενδελεχούς έρευνας εκ μέρους των Εφεσίβλητων, οι οποίοι εφάρμοσαν την γενική πολιτική και τα κριτήρια που είχαν ήδη καθιερώσει.

 

Σ’ ότι αφορά την εισήγηση του Εφεσείοντα πως οι Εφεσίβλητοι δεν είχαν εξετάσει κατά πόσο τα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης δικαιολογούσαν απόκλιση από τη γενική πολιτική, κρίνουμε πως ούτε και αυτή ευσταθεί.  Τούτο γιατί οι Εφεσίβλητοι έλαβαν υπόψη τους όλα τα στοιχεία και πληροφορίες που είχε θέσει ενώπιον τους το Πανεπιστήμιο και μάλιστα μετά από διευκρινίσεις επί του συγκεκριμένου ζητήματος, ως η επιστολή του ημερ. 18.11.2016 και αξιολογώντας αυτές τις πληροφορίες, κατέληξαν στην προσβαλλόμενη απόφαση, ως θέμα που κατά την κρίση τους ενέπιπτε στη γενική πολιτική που είχαν καθιερώσει. Ο Εφεσείοντας, ουδέποτε έθεσε ενώπιον των Εφεσίβλητων οποιαδήποτε στοιχεία που καθιστούσαν, κατά την θέση του,  την δική του περίπτωση ως ιδιαίτερη, ώστε να δικαιολογείτο απόκλιση από τη γενική πολιτική των Εφεσίβλητων. Ακόμα και μετά την προσβαλλόμενη απόφαση ημερ. 13.1.2017, με την οποία πληροφορήθηκε ο Εφεσείων ότι είχε δικαίωμα να υποβάλει αίτηση επανεξέτασης, ουδέποτε άσκησε αυτό το δικαίωμα του για να επανέλθει με νέο αίτημα, ούτε και άδραξε την ευκαιρία ώστε  να θέσει ενώπιον των Εφεσίβλητων οποιαδήποτε τυχόν άλλα στοιχεία που θα κατέτασσαν την δική του περίπτωση ως ιδιαίτερη, προκειμένου  να αιτηθεί απόκλιση από την γενική πολιτική των Εφεσίβλητων.  Συνεπώς, ο Εφεσείων δεν δικαιολογείται εκ των υστέρων και χωρίς να έχει υποβάλει οποιαδήποτε περαιτέρω στοιχεία ενώπιον των Εφεσίβλητων στα πλαίσια επανεξέτασης του αιτήματος του, να παραπονείται για έλλειψη περαιτέρω έρευνας και αιτιολογίας εκ μέρους των Εφεσίβλητων. 

 

Με δεδομένες τις πιο πάνω επισημάνσεις, καταλήγουμε πως οι Εφεσίβλητοι ουδόλως αποφάσισαν υπό πλάνη περί τα πράγματα.  Επαναλαμβάνουμε πως η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε στη βάση των αδιαμφισβήτητων στοιχείων και πληροφοριών που οι Εφεσίβλητοι έλαβαν από το Πανεπιστήμιο.  Καμιά αντικειμενική ανυπαρξία πραγματικών γεγονότων επί των οποίων στηρίχθηκαν οι Εφεσίβλητοι, δεν διαπιστώνεται.  Το ακόλουθο απόσπασμα από τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικράτειας 1929 – 1959, σελ. 268 είναι σχετικό:

 

«Διά την ύπαρξιν πλάνης περί τα πράγματα απαιτείται αντικειμενική ανυπαρξία των εφ’ ων η πράξις ερείδεται πραγματικών περιστατικών και προϋποθέσεων: 2134 (52) διαπιστούμενη άνευ του στοιχείου της υποκειμενικής κρίσης: 1089 (46).  Δεν υφίσταται πλάνη περί τα πράγματα οσάκις η Διοίκησης εκτιμά κατ’ ουσία διάφορα, και αντιφατικά στοιχεία, ως η στάθμισης δύναται κατ’ αρχήν να οδηγή και εις το συμπέρασμα εις ο ήχθη η Διοίκησις. Τοιαύτη εκτίμησις δεν ελέγχεται κατ’ ουσίαν εν τη ακυρωτική δίκη (βλ. και 1474 (56)).»

 

 

Συνεπώς οι 2ος και 3ος λόγοι Έφεσης, επίσης δεν ευσταθούν και απορρίπτονται.

 

Για όλα τα πιο πάνω, η Έφεση απορρίπτεται.

 

Επιδικάζονται έξοδα προς όφελος των Εφεσίβλητων και σε βάρος του Εφεσείοντα ύψους €4.000 (πλέον ΦΠΑ αν υπάρχει).

 

 

 

Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.  

 

ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ,  Δ.

 

 

Η. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ.

/Α.Λ.Ο.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο