
ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Άρθρο 23(3)(γ) του Ν.33/64 – Μεταβατικές Διατάξεις)
(Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 170/20)
14 Μαΐου, 2025
[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΣΑΝΤΗΣ, ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΥΛΟΥ,
Εφεσείων,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ ΚΑΙ/Η ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΕΠΙΔΟΜΑΤΩΝ,
Εφεσίβλητων.
____________________
Δ. Νικολετόπουλος, για Ευστάθιος Κ. Ευσταθίου ΔΕΠΕ, για τον Εφεσείοντα.
Ι. Κοτζιάπασιη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους.
_________________
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
[Ex tempore]
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.: Το αίτημα του Εφεσείοντα για Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα (Ε.Ε.Ε.) απερρίφθη επί της αντίληψης ότι η σύζυγος του είχε περιουσία αξίας €164.166, ενώ το ελάχιστο όριο για να εγκριθεί τέτοιο επίδομα είναι το ποσό των €100.000.
Το εν λόγω ποσό προέκυψε από την απλή αριθμητική διαίρεση της συνολικής αξίας ενός μεριδίου το οποίο κατείχε η σύζυγος του Εφεσείοντα εξ αδιαιρέτου με δύο άλλα πρόσωπα.
Σύμφωνα με το Άρθρο 72 του Περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου (Κεφ. 224), η εκτίμηση ιδιοκτησίας που κατέχεται κατ’ εξ αδιαιρέτου ιδανικές μερίδες εκτιμάται ως σύνολο, όμως στην πραγματικότητα η αξία του «φυσικού μεριδίου» της περιουσίας της συζύγου του Εφεσείοντα ήταν μόνο €57.980, διότι δεν επρόκειτο για ζήτημα απλής μαθηματικής διαίρεσης δια τρία, εφόσον στα τεμάχια που αναλογούν στις άλλες ιδιοκτήτριες, που όμως μας λέχθηκε τώρα είναι οι αδελφές της, υπάρχουν κατοικίες. Συνεπώς όταν η σύζυγος του Εφεσείοντα αποτάθηκε στο Κτηματολόγιο με «αίτηση για επιμερισμό της αξίας του φυσικού μεριδίου» της, το Κτηματολόγιο κατέληξε σε απόφαση/εκτίμηση σύμφωνα με την οποία η αξία του «φυσικού μεριδίου» της ήταν ως άνω €57.980. Τούτο κατέτασσε τον σύζυγο της, εφόσον αυτό ήταν το κριτήριο που υπήρχε υπό αμφισβήτηση, στους δικαιούχους.
Η Δημοκρατία, παρά ταύτα επέμεινε μέχρι σήμερα στην θέση της, προβάλλοντας ότι η απόφαση του Διευθυντή του Κτηματολογίου τέθηκε ενώπιον της Διοίκησης μεταγενέστερα, στα πλαίσια αίτησης του Εφεσείοντα για προσαγωγή μαρτυρίας πρωτοδίκως. Ήταν λοιπόν η εισήγηση τους ότι δεν θα μπορούσε το στοιχείο αυτό να ληφθεί υπόψη από το Δικαστήριο. Το Δικαστήριο όμως θα έπρεπε να λάβει υπόψη αυτό το στοιχείο στη διερεύνηση της πιθανολόγησης πλάνης όπως είχε τεθεί ως λόγος ακυρότητας και όπως αποτελεί τώρα λόγο έφεσης.
Περαιτέρω, η πρωτόδικη απόφαση με τα δεδομένα που είχε το Δικαστήριο ενώπιον του, περιλαμβανόμενης της εν λόγω μαρτυρίας, την οποία δεν σχολίασε, στερείται αιτιολογίας σε σχέση με τους λόγους ακύρωσης που αφορούσαν την λήψη δέουσας έρευνας και πλάνης. Η απλή αναφορά στο ότι η Διοίκηση ενήργησε νόμιμα και ορθά δεν αποτελεί αιτιολογία.
H έφεση γίνεται δεκτή και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Θα σχολιάσουμε, όμως, με απαρέσκεια και την στάση της Δημοκρατίας, η οποία όταν τέθηκαν ενώπιον της τα πραγματικά γεγονότα, θα έπρεπε στο πλαίσιο της αρχής της νομιμότητας να ενεργούσε διαφορετικά. Εκείνο που έχει σημασία είναι, στο βαθμό που ο νόμος επιτρέπει, να αποδίδεται το δίκαιο χωρίς φορμαλιστικές και γραφειοκρατικές προσεγγίσεις.
Η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη ακυρώνεται, με έξοδα πρωτόδικα και κατ’ έφεσιν €5.000, πλέον ΦΠΑ.
Η πρωτόδικη διαταγή για έξοδα παραμερίζεται.
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
Ν.Γ. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.
Μ. ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ, Δ.
/μκε
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο