
ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(΄Αρθρο 23(3)(γ) του Ν. 33/64 - Μεταβατικές Διατάξεις)
(Εφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 191/2020)
7 Μαΐου, 2025
[ΛΙΑΤΣΟΣ, Π., ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, ΚΑΡΑΚΑΝΝΑ, Δ/στές]
ΧΡΥΣΑΝΘΗ ΚΟΥΝΝΟΥ,
Εφεσείουσα,
ν.
ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ ΡΑΠΤΟΥ,
Εφεσίβλητου,
και
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ ης η αίτηση.
____________________
Ξ. Ευγενίου (κα) για Α.Σ. Αγγελίδης ΔΕΠΕ, για την Εφεσείουσα.
Ε. Κορακίδης και Λ. Κορακίδης για Ε. Κορακίδης ΔΕΠΕ, για τον Εφεσίβλητο.
Σ. Χαραλάμπους (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Καθ΄ ης η αίτηση.
____________________
Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από τον Λιάτσο, Π.
____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ex tempore
ΛΙΑΤΣΟΣ, Π.: Η ενώπιόν μας έφεση πλήττει πρωτόδικη απόφαση, με την οποία οδηγήθηκε σε επιτυχή κατάληξη προσφυγή του Αιτητή - Εφεσίβλητου, που αφορούσε σε προσβολή προαγωγής του Ενδιαφερόμενου Μέρους – Εφεσείουσας, αντί του ιδίου, στη Μόνιμη Θέση Αρχαιολογικού Λειτουργού Α΄, Τμήμα Αρχαιοτήτων (η επίδικη θέση).
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού αξιολόγησε τα ενώπιόν του δεδομένα, έκρινε ότι είχε εμφιλοχωρήσει σφάλμα στη σύσταση της Διευθύντριας, σύσταση η οποία δόθηκε προς όφελος του Ενδιαφερόμενου Μέρους και λήφθηκε υπόψη από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ). Συγκεκριμένα, κατέληξε ότι δεν σταθμίστηκε στη σύσταση, εντός των ορθών πλαισίων της νομολογίας, επιπρόσθετο προσόν του Αιτητή, διδακτορικός τίτλος, σχετικό με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης. ΄Οπως επίσης δεν αξιολογήθηκε ορθά, στα πλαίσια της υπό αναφορά σύστασης, η οκταετής υπεροχή σε αρχαιότητα του Αιτητή, στην αμέσως προηγούμενη θέση, αρχαιότητα η οποία βεβαίως του απέδιδε και την ανάλογη πείρα, όπως η νομολογία μας κατά σταθερό τρόπο αποτυπώνει.
Με όλο το σεβασμό στη θέση της Εφεσείουσας, όπως αυτή αναπτύσσεται μέσα από τους δύο λόγους έφεσης που τίθενται ενώπιόν μας, δεν εντοπίζουμε οποιοδήποτε σφάλμα στην πρωτόδικη απόφαση. Ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έχει μολυνθεί, δεδομένου ότι η ΕΔΥ στηρίχθηκε στη σύσταση της Διευθύντριας, προκειμένου να καταλήξει στην απόφασή της για προαγωγή του Ενδιαφερόμενου Μέρους. Η σύσταση, όμως, της Διευθύντριας έπασχε, αφού, όπως βάσιμα κατέληξε ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής:
«Εν προκειμένω, αποτελεί παραδεκτό γεγονός, ρητά άλλωστε το επεσήμανε τόσο η Διευθύντρια όσο και η Ε.Δ.Υ., ότι ο αιτητής, σε αντίθεση με το Ε.Μ., κατέχει διδακτορικό τίτλο που είναι σχετικός με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης. Ωστόσο, ο τίτλος αυτός δεν φαίνεται να λήφθηκε υπόψη ούτε και να συνεκτιμήθηκε από τη Διευθύντρια εντός των παραμέτρων που θέτει η νομολογία. Εν πρώτοις, παρατηρώ ότι στην ίδια τη σύσταση της Διευθύντριας, ουδέν αναφέρεται για τη σχετικότητα του εν λόγω τίτλου με τα καθήκοντα της θέσης, ούτε βεβαίως και αναφέρεται πως αξιολογήθηκε και ποια βαρύτητα δόθηκε στον τίτλο αυτό. Αντ' αυτού, γίνεται στο σχετικό πρακτικό μια γενικόλογη αναφορά από την Ε.Δ.Υ. ότι «η Διευθύντρια ανέφερε ότι τα προσόντα των υποψηφίων αυτών [του αιτητή και ενός άλλου] είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης και τους δίνεται η δέουσα βαρύτητα». Ωστόσο, αυτό δεν είναι αρκετό, αφού, όπως προκύπτει και από την ίδια τη σύσταση, καμία αξιολόγηση του διδακτορικού τίτλου του αιτητή δεν φαίνεται να έγινε από τη Διευθύντρια και, εν πάση περιπτώσει, ουδόλως φαίνεται να λήφθηκε υπόψη η βαρύτητα και αξία που μπορεί να έχει ένα τέτοιο, πρόσθετο και σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης, προσόν, με αποτέλεσμα να μην αφήνονται περιθώρια στο Δικαστήριο για άλλο συμπέρασμα από το ότι το προσόν αυτό εσφαλμένα και πεπλανημένα δεν συνεκτιμήθηκε και/ή δεν λήφθηκε καθόλου και/η δεόντως υπόψη από τη Διευθύντρια κατά τη διατύπωση της σύστασής της. Σε κάθε δε περίπτωση, δεν δίδεται στο Δικαστήριο τούτο η δυνατότητα να αντιληφθεί εάν το προσόν αυτό πράγματι αξιολογήθηκε και/ή συνεκτιμήθηκε από τη Διευθύντρια, σε ποιο βαθμό λήφθηκε υπόψη και πως και/ή αν επέδρασε στην διαμόρφωση της επίδικης σύστασης.
Περαιτέρω, σφάλμα που οδηγεί στη διαπίστωση εμφιλοχωρήσασας πλάνης κατά τη διατύπωση της σύστασης, εντοπίζεται και ως προς την αρχαιότητα του αιτητή. Επ' αυτού, η Διευθύντρια ανέφερε στη σύστασή της ότι η υπεροχή του αιτητή σε αρχαιότητα «είναι περιορισμένης σημασίας σε θέσεις όπως η παρούσα που είναι θέση Προαγωγής». Πρόκειται βεβαίως για μια εσφαλμένη θέση, τυχόν αποδοχή της οποίας θα οδηγούσε σε αντινομικά αποτελέσματα, αφού θα εξουδετέρωνε, άνευ ετέρου και σε κάθε περίπτωση, τη σημασία της αρχαιότητας, ως θεσμοθετημένου κριτηρίου επιλογής, ακόμα και σε περιπτώσεις κατά τα λοιπά ισοδύναμων υποψηφίων. Συναφώς, περιορίζομαι να υπενθυμίσω ότι η αρχαιότητα δεν έχει παύσει να αποτελεί θεσμοθετημένο κριτήριο και, κατά πάγια νομολογία, προσλαμβάνει αποφασιστική σημασία όταν οι υποψήφιοι είναι ισοδύναμοι ως προς τα υπόλοιπα κριτήρια, ήτοι την αξία και τα προσόντα (βλ. Αναστασία Βιολάρη ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 162/2010, ημερ. 11.4.2017 και Βασιλειάδης ν. Τσιάππα (2005) 3 Α.Α.Δ. 403). Εν προκειμένω, δεδομένης της, ουσιαστικά, ισοδυναμίας αιτητή και Ε.Μ. σε αξία, αλλά και της υπεροχής του αιτητή σε προσόντα, εύλογα γεννάται το ερώτημα γιατί δεν λήφθηκε υπόψη, και αν ναι πως, η υπεροχή του αιτητή σε αρχαιότητα έναντι του Ε.Μ. κατά 8 χρόνια και ενάμιση μήνα. Υπενθυμίζεται συναφώς ότι κατά τη νομολογία, η μεγάλη αρχαιότητα μπορεί να παρακάμψει ακόμη και τη σύσταση (βλ. Ζωδιάτης ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 406).
Επιπρόσθετα, έχει επίσης νομολογηθεί ότι η αρχαιότητα φέρει μαζί της, κατά τεκμήριο, και την ανάλογη πείρα, λόγω ακριβώς του εύρους υπηρεσίας του συγκεκριμένου υποψηφίου (βλ. Μουρτζή v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 605 και Δημοκρατία v. Μιχαηλίδη (1999) 3 Α.Α.Δ. 756). Εκ του γεγονότος ότι η αρχαιότητα δεν έχει παύσει να αποτελεί θεσμοθετημένο κριτήριο, η πείρα, ως απορρέουσα από αυτή την αρχαιότητα, την τονίζει, προσθέτοντας στην αξία (βλ. Δημοκρατία v. Ταλιώτη (2010) 3 Α.Α.Δ. 391, όπου η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου επανέλαβε το τι ελέχθη στην Ζωδιάτης, ανωτέρω). Η πείρα, ως παράγων, δεν αποτελεί ένα από τα θεσμοθετημένα κριτήρια προαγωγής, ωστόσο, κατά πάγια νομολογία, εφόσον είναι σχετική και ανάγεται σε καθήκοντα που ο υποψήφιος επιτελούσε στην αμέσως της προηγούμενης της προαγωγής θέσης, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη από το διοικητικό όργανο, εφόσον αυτή η πείρα προσθέτει στην αξία του (βλ. Παναγή v Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 639). Όλες οι πιο πάνω αρχές επισημάνθηκαν στην πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Περικλέους ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2/2014, ημερ. 13.1.2020, ECLI:CY:AD:2020:C15.
Ως εκ πιο πάνω, λοιπόν, διαπιστώνεται έλλειψη επαρκούς αιτιολόγησης της σύστασης, αλλά και πλάνη της Διευθύντριας, όχι μόνον ως προς τα προσόντα αλλά και την αρχαιότητα, πλημμέλειες οι οποίες αναπόφευκτα επηρεάζουν το κύρος και τη νομιμότητα της δοθείσας σύστασης.
Συνακόλουθα, ενόψει των πιο πάνω, κρίνω ότι και η απόφαση της Ε.Δ.Υ., η οποία, ως ρητά καταγράφεται στο πρακτικό της συνεδρίας ημερομηνίας 19.10.2018, έλαβε υπόψη της την εν λόγω σύσταση, πάσχει και υπόκειται σε ακύρωση, αφού η άσκηση της διακριτικής της ευχέρειας, η οποία στηρίζεται και επί της συστάσεως, απολήγει να είναι πεπλανημένη (βλ. Ροζάννα Αμφιτρίτη Κούτσιου, ανωτέρω, Ρούσος, ανωτέρω, Δημοκρατία ν. Αγγελή (1999) 3 Α.Α.Δ. 161, Αλεξάνδρου Χριστοδούλου ν. Δημοκρατία, Α.Ε. 84/2010, ημερ. 26.5.2015 και Αλίκη Στυλιανού ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 171/2010, ημερ. 27.7.2015).»
Υπό το φως των πιο πάνω δεν υπάρχει περιθώριο επιτυχίας της έφεσης, η οποία και απορρίπτεται. Επικυρώνεται η πρωτόδικη απόφαση. Η Εφεσείουσα θα επιβαρυνθεί με τα έξοδα της έφεσης, τα οποία καθορίζονται στο ποσό των €2.500, πλέον ΦΠΑ, σε σχέση πάντα με την Εφεσίβλητη. Καμιά διαταγή για έξοδα όσον αφορά τη Δημοκρατία.
Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Π.
Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.
Τ. ΚΑΡΑΚΑΝΝΑ, Δ.
ΣΦ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο