ΔΡ ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 138/2020, 26/6/2025
print
Τίτλος:
ΔΡ ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 138/2020, 26/6/2025

ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Άρθρο 23(3)(γ) του Ν. 33/64 - Μεταβατικές Διατάξεις)

(Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 138/2020)

26 Ιουνίου, 2025

[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΣΑΝΤΗΣ, ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

ΔΡ ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ,

Εφεσείουσα,

   ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσιβλήτων.

______________________

 

Ξ. Ευγενίου (κα) για Ανδρέας Σ. Αγγελίδης ΔΕΠΕ, για την Εφεσείουσα.

 

Κ. Χριστοφή (κα), δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους.

______________________

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του

Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: H εφεσείουσα ήταν μία εκ των υποψηφίων για τη μόνιμη θέση βοηθού Διευθυντή Κλινικής/Τμήματος (πρώτου διορισμού και προαγωγής), Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, στην ειδικότητα της Γενικής Χειρουργικής.  Όλοι οι υποψήφιοι κλήθηκαν για προφορική συνέντευξη ενώπιον Συμβουλευτικής Επιτροπής («ΣΕ»).  Η ΣΕ κατέγραψε τη γενική εντύπωση που απεκόμισε από την προφορική εξέταση και σύστησε για επιλογή οκτώ υποψηφίους, ανάμεσα στους οποίους περιλαμβάνονταν τα ενδιαφερόμενα μέρη («ΕΜ»), όχι όμως η εφεσείουσα, παρά το ότι η ΣΕ είχε αναγνωρίσει ως πρόσθετο, μη απαιτούμενο, συναφές διδακτορικό δίπλωμα της.  Το αποτέλεσμα της αναγνώρισης αυτής ήταν η αναβάθμιση της, όπως έγινε για όλους τους υποψήφιους με πρόσθετο συναφές προσόν, στη γενική εντύπωση η οποία αποκομίστηκε από τη ΣΕ.  Η εφεσείουσα αναβαθμίστηκε από «πολύ καλή» σε «πάρα πολύ καλή».  Η έκθεση της ΣΕ υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας («ΕΔΥ»). 

 

Ακολούθως, ο δικηγόρος της εφεσείουσας ενημέρωσε τη ΣΕ ότι η εφεσείουσα απέκτησε στο μεταξύ περαιτέρω πρόσθετο προσόν (μεταπτυχιακός τίτλος «Magister Scientiae Πολιτικής Υγείας και Σχεδιασμός Υπηρεσιών Υγείας», από το Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου).  Με συμπληρωματική έκθεση της προς την ΕΔΥ, η ΣΕ ενώ αναγνώρισε ως πρόσθετο, συναφές, μη απαιτούμενο προσόν το εν λόγω δίπλωμα, επιπέδου Master, εν τούτοις διατήρησε την τελική της αξιολόγηση ως είχε, καθότι η εφεσείουσα κατείχε το προαναφερθέν πρόσθετο προσόν (διδακτορικό δίπλωμα), λόγω του οποίου η τελική της κατάταξη είχε ήδη αναβαθμιστεί. Ως εκ τούτου, ο κατάλογος των συστηθέντων δεν διαφοροποιήθηκε, με την εφεσείουσα να εξακολουθεί να παραμένει εκτός.  Η ΕΔΥ υιοθέτησε και αυτό το πόρισμα της ΣΕ και προχώρησε σε ενώπιον της κλήση σε προφορική συνέντευξη των συστηθέντων.  Παράλληλα εξέτασε και απέρριψε αίτημα της εφεσείουσας δια του δικηγόρου της για κλήση της ενώπιον της για προφορική συνέντευξη.

 

Η διαδικασία ολοκληρώθηκε με τη διεξαγωγή της προφορικής εξέτασης στην οποία παρέστη ο Αναπληρωτής Διευθυντής Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας, ο οποίος σύστησε για προαγωγή τα δύο ΕΜ στα οποία εν τέλει η ΕΔΥ προσέφερε προαγωγή.  Η εφεσείουσα προσέβαλε την προαγωγή των ΕΜ, αντί αυτής, με προσφυγή.  Η προσφυγή της απερρίφθη, εξ ου και η παρούσα έφεση. 

 

Η πρωτόδικη απόφαση προσβάλλεται με τρεις λόγους έφεσης.

 

Με τον πρώτο λόγο έφεσης παραπονείται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ως ορθή την απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, παρά την από μέρους της εφεσείουσας κατοχή του συναφούς μεταπτυχιακού τίτλου “Magister Scientiae”, να μην προβεί σε περαιτέρω αναβάθμιση της τελικής αξιολόγησης, ενώ παρέλειψε να διαπιστώσει ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή αγνόησε την υπεροχή της εφεσείουσας σε αρχαιότητα και πείρα. Με τον, δε, δεύτερο λόγο έφεσης, προτείνεται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο αποδέχθηκε ως ορθή την απόφαση της ΣΕ να μη συστήσει την εφεσείουσα προς την ΕΔΥ, απορρίπτοντας τους υπόλοιπους νομικούς ισχυρισμούς ως προς τον παράνομο αποκλεισμό της, χωρίς να τους εξετάσει. Αυτό, κατά την εισήγηση, συγκρούεται με τις πρόνοιες του άρθρου 34(6) του Ν. 1/90: υπερέχει έναντι των ΕΜ σε μη απαιτούμενα συναφή προσόντα, σε αρχαιότητα - εφόσον πέραν της ηλικιακής αρχαιότητας διαθέτει και αρχαιότητα στην έκτακτη υπηρεσία λόγω διορισμού της ως έκτακτης Ιατρικού Λειτουργού 1ης Τάξης από τις 10.3.2005 σε αντίθεση με το ΕΜ 1, Χ. Γεωργίου ο οποίος διορίστηκε ως έκτακτος Ιατρικός Λειτουργός 1ης τάξης στις 10.9.2007 και το ΕΜ 2, Α. Παπαντωνίου ο οποίος διορίστηκε ως μόνιμος Ιατρικός Λειτουργός στις 2.5.2008, όπως και η εφεσείουσα. Υπερέχει, συνεπώς, η εφεσείουσα, κατά τον ισχυρισμό, και σε πείρα, στοιχεία που επαυξάνουν την αξία. Κατά παραγνώριση, δηλαδή, των κριτηρίων αυτών, η προφορική συνέντευξη ενώπιον του βοηθητικού οργάνου, της Συμβουλευτικής Επιτροπής, αποτέλεσε το βαρύνον κριτήριο. Και αυτό, όταν η διαφορά ιδίως μεταξύ εφεσείουσας και ΕΜ 2 ήταν στην προφορική συνέντευξη ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής μεταξύ του Πολύ Καλή (εφεσείουσα) και Πάρα πολύ καλός (ΕΜ 2).

 

Με τον Λόγο Έφεσης 3 η εφεσείουσα εισηγείται ότι η ΕΔΥ δεν άσκησε το κατά νόμο δικαίωμά της να καλέσει σε προφορική συνέντευξη υποψήφιους πέραν του καταλόγου των προτεινομένων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή υιοθετώντας μηχανικά την πάσχουσα έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Συνεπώς, δεν προέβη στη δέουσα έρευνα ώστε αξιοκρατικά να δεχθεί ενώπιόν της προς τελική σύγκριση και την εφεσείουσα «προς επιλογή του πραγματικά καλύτερου».

 

Τόσο η εφεσείουσα όσο και τα ΕΜ κατέχουν πρόσθετα, μη απαιτούμενα, συναφή προσόντα. Η εφεσείουσα, προς θεμελίωση δικής της υπεροχής έναντι των ΕΜ, τονίζει την αριθμητική υπεροχή της στα εν λόγω μη απαιτούμενα προσόντα. Όπως, όμως, κρίθηκε στην Παπά ν. Φραντζής, ΑΕ Αρ. 91/2014, ημερ. 25.02.2021: 

 

«Αποτελεί παραδεκτό γεγονός ότι τόσο η εφεσείουσα όσο και ο εφεσίβλητος κατέχουν τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας, καθώς και επιπρόσθετα προσόντα. Ως προς τα προσόντα των μερών, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της απόφασης της ΕΔΥ, πιο πάνω, σημειώθηκε ότι η εφεσείουσα δεν υστερεί του συστηθέντα εφεσίβλητου και καταγράφονται τα πρόσθετα σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης προσόντα, χωρίς να γίνεται ρητή αναφορά σε όλα τα προσόντα. Όμως, τα επιπρόσθετα προσόντα του εφεσίβλητου βρίσκονταν ενώπιον της ΕΔΥ και λήφθηκαν «δεόντως υπόψη» (βλ. Κωνσταντίνου κ.ά. ν. Αντωνίου, ΑΕ 124/2014 κ.ά., ημερομηνίας 6.12.2017). Όπως προκύπτει από τη νομολογία «τα επιπρόσθετα προσόντα παραμένουν πρόσθετα ασχέτως του αριθμού τους και είναι λάθος να υπερτονίζεται η κατοχή κάποιων προσόντων από υποψήφιο, αποδίδοντας σ΄ αυτά μεγαλύτερη αξία ή βαρύτητα» (Δημητρίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 2076/2012, ημερομηνίας 22.12.2014, ECLI:CY:AD:2014:D988Κουρτελλάρης ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1039/2010, ημερομηνίας 17.7.2012, και Μάρκου κ.ά. ν. Ε.Δ.Υ., Συνεκ. Υποθ. Αρ. 950/2010 κ.ά., ημερομηνίας 22.3.2013). Ως εκ τούτου, η πρωτόδικη απόφαση ότι υπάρχει κάποια υπεροχή του εφεσίβλητου ως προς τα πρόσθετα «προσόντα» σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, ήταν λανθασμένη. Συνακόλουθα, δεν υπήρξε οποιαδήποτε πλάνη εκ μέρους της ΕΔΥ ως προς αυτό το στοιχείο». (υπογράμμιση δική μας)

 

Στη Θεοκλέους ν. ΕΔΥ κ.α., ΑΕ 90/2013, ημερ. 26.11.2019, ECLI:CY:AD:2019:C490 τονίστηκε:

 

«… στην Κωνσταντίνου ν. Αντωνίου Α.Ε. 124/14 και 134/14 ημερ. 6.12.2017 κρίθηκε ότι:

 

"Η νομολογία επί τούτου είναι σαφέστατη. Κατοχή από τους υποψήφιους επιπρόσθετων ακαδημαϊκών προσόντων, τα οποία δεν θεωρούνται από το οικείο σχέδιο υπηρεσίας ως πλεονέκτημα ή επιπρόσθετο προσόν, είναι στοιχείο στο οποίο δεν πρέπει να αποδίδεται μεγάλη βαρύτητα. Αφ΄ εαυτών τα εν λόγω προσόντα δεν αποδεικνύουν έκδηλη υπεροχή (Larkos v. The Republic (1982) 3 C.L.R. 513, Papadopoulos v. The Republic (1982) 3 C.L.R. 1070, Tokkas v. The Republic (1983) 3 C.L.R. 361, Hadjiioannou v. The Republic 91983) 3 C.L.R. 1041, (F.B.), Kalaitzis and Another v. The Republic (1984) 3 C.L.R. 839 και Spanos v. The Republic (1985) 3 C.L.R. 1826).

 

Τα ανωτέρω συνοψίστηκαν και υιοθετήθηκαν εύγλωττα στην Πούρος ν. Χατζηστεφάνου κ.α. (2001) 3 A.A.Δ. 374, τα οποία για μια ακόμη φορά υιοθετούμε και επαναλαμβάνουμε.

 

Καταλήγουμε ότι όπου τα πρόσθετα μη προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα λαμβάνονται υπόψη το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει. Εναπόκειται στην αρμόδια Αρχή να αξιολογήσει και να τους αποδώσει την ανάλογη βαρύτητα. Ομοίως δεν επεμβαίνει αφής στιγμής η αρμόδια Αρχή κινήθηκε εντός των ευλόγων επιτρεπτών ορίων. Η νομολογία επ΄ αυτού είναι διαχρονική και επιβεβαιώθηκε πολύ πρόσφατα στην Γρουτίδης ν. Δημοκρατίας μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, Α.Ε. Αρ. 113/11, ημερ. 22.3.2017… Ο υπερτονισμός εκ μέρους του εφεσίβλητου της κατοχής μεταπτυχιακού και της συνάφειας του με την επίδικη θέση δεν μπορεί να διαφοροποιήσει τις ανάγκες τις οποίες έκρινε και θεώρησε ο συντάκτης του σχεδίου υπηρεσίας ως απαραίτητες. Ένα τέτοιο προσόν δεν θεωρήθηκε επιπρόσθετο προσόν ώστε να αποδοθεί σε αυτό οποιαδήποτε βαρύτητα ή ουσιαστική βαρύτητα όπως ο ίδιος εισηγείται."

 

Εν προκειμένω, η απόκτηση μη απαιτούμενου προσόντος από την εφεσείουσα μετά την ολοκλήρωση της έκθεσης της ΣΕ και το γεγονός ότι η εφεσείουσα έθεσε αυτό ενώπιον της ΣΕ, αποτέλεσε έναν από τους λόγους για τους οποίους η ΣΕ προχώρησε στη σύνταξη συμπληρωματικής έκθεσης την οποία και υπέβαλε ενώπιον του διορίζοντος οργάνου. Τηρώντας συνέπεια στη στάση της και ασκώντας τη διακριτική της ευχέρεια εντός νόμιμων ορίων, καθώς φαίνεται, και σε συμμόρφωση με τις ανωτέρω νομολογιακές αρχές (βλ. Παπά ν. Φραντζής και Θεοκλέους ν. ΕΔΥ κ.α.) η ΣΕ διατήρησε αναλλοίωτη την αρχική αναβάθμιση της εφεσείουσας. Εξάλλου, ως είχε εξουσία, είχε αποφασίσει ότι για να λογιστεί στους υποψήφιους επιπρόσθετο προσόν θα έπρεπε να είναι κάτοχοι τουλάχιστον συναφούς μεταπτυχιακού διπλώματος επιπέδου Μάστερ ή/και διδακτορικού διπλώματος. Με άλλα λόγια, είχε κατά τρόπο συγκεκριμένο αποφασιστεί ότι ο αριθμός των μη απαιτούμενων προσόντων δεν είχε σημασία.

 

Κρίνεται, συνεπώς, ορθή η πρωτόδικη επί του θέματος κρίση ότι νόμιμα η Συμβουλευτική Επιτροπή αποφάσισε να μην δώσει περαιτέρω σημασία στα μη απαιτούμενα προσόντα, ερμηνεύοντας κατά τον τρόπο αυτό το σχέδιο υπηρεσίας μέσα στα επιτρεπτά όρια της διακριτικής της ευχέρειας, με την αιτιολογία πως κάτι τέτοιο θα οδηγούσε στον κίνδυνο να μετατραπεί μη απαιτούμενο προσόν σε προβλεπόμενο ως πρόσθετο προσόν ή ως προσόν πλεονέκτημα, κατά παράβαση του Σχεδίου Υπηρεσίας.

 

Πέραν τούτου όμως, το πρωτόδικο δικαστήριο παρέλειψε να εξετάσει τους ισχυρισμούς της εφεσείουσας περί μη άσκησης από την ΕΔΥ της δικής της αποφασιστικής αρμοδιότητας, ως προβλέπεται στον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο, (Ν. 1/1990, Άρθρο 34(8)) να εξετάσει τη συμπερίληψη της εφεσείουσας στον τελικό πίνακα ως το σχετικό αίτημα ενώπιον της (Λόγος Έφεσης 3), σε συνδυασμό με τους ισχυρισμούς της για υπεροχή σε αρχαιότητα, εν γένει πείρα και πρόσθετα προσόντα έναντι των υποψηφίων που επιλέγηκαν στον τελικό κατάλογο.  Περαιτέρω δεν εξετάστηκε ο ισχυρισμός που αφορούσε τους μεταπτυχιακούς τίτλους κάποιων από τους υποψηφίους, που τους είχαν πιστωθεί ως μεταπτυχιακοί τίτλοι επιπέδου Master, ενώ κατά τον ισχυρισμό της δεν ήταν αναγνωρισμένα ως τέτοια από το ΚΥΣΑΤΣ.  Αυτά είναι ζητήματα που θα πρέπει να αποφασιστούν από το πρωτόδικο δικαστήριο (Άρθρο 11(2) του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) (Τροποποιητικός) Νόμου του 2015, Ν. 132(Ι)/2015, Χριστοδουλίδης ν. Πανεπιστημίου Κύπρου, ΑΕ 95/2012, ημερ. 6.7.2018, ECLI:CY:AD:2018:C344).

 

Ως εκ τούτου, τηρουμένης της κρίσης μας επί του θέματος που έχει αποφασιστεί, κατά τα λοιπά, η υπόθεση παραπέμπεται στο Διοικητικό Δικαστήριο (με την ίδια σύνθεση) για εκδίκαση κατά προτεραιότητα των λόγων ακύρωσης που παρέλειψε να εξετάσει.

 

 

 

Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται όπως και τα έξοδα πρωτοδίκως.   Επιδικάζονται €3.500 έξοδα πλέον ΦΠΑ, υπέρ της εφεσείουσας και εναντίον των εφεσιβλήτων.

 

                                                          Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.

                                                          Ν. Σάντης, Δ.

                                                          Μ. Καλλιγέρου, Δ.

 

 

 

/φκ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο