ΦΥΡΙΛΛΑ ΚΥΡΙΑΚΟΣ v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ, Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 109/20, 15/9/2025
print
Τίτλος:
ΦΥΡΙΛΛΑ ΚΥΡΙΑΚΟΣ v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ, Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 109/20, 15/9/2025

ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Άρθρο 23(3)(γ) του Ν. 33/64 - Μεταβατικές Διατάξεις)

(Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 109/20)

15 Σεπτεμβρίου, 2025

[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΣΑΝΤΗΣ, ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

ΦΥΡΙΛΛΑ ΚΥΡΙΑΚΟΣ,

Εφεσείων,

   ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,

Εφεσίβλητων.

______________________

 

Ο Εφεσείων παρουσιάζεται αυτοπροσώπως.

Μ. Δρυμιώτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους.

 

______________________

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του

Δικαστηρίου θα δοθεί από την Καλλιγέρου, Δ.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ, Δ.:  Ο εφεσείων, απόφοιτος της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων, διορίστηκε, από τις 25/6/1994 ως μόνιμος αξιωματικός του Στρατού της Δημοκρατίας και αποσπάστηκε στην Εθνική Φρουρά. Από τις 22/8/2012 μέχρι την ημερομηνία καταχώρισης της προσφυγής αρ. 1483/2014, υπηρετούσε στη Διεύθυνση Τεθωρακισμένων του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Φρουράς («ΓΕΕΦ»).

 

Επειδή το  έτος 2014 ο εφεσείων, πληρούσε τις προϋποθέσεις κρίσης, οι οποίες καθορίζονταν τότε στον Κανονισμό 27 των περί Αξιωματικών του Στρατού Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Αξιωματικών του 1990 μέχρι 2013 Κανονισμών,  κρίθηκε από το Συμβούλιο Κρίσεων Αξιωματικών, κατά την τακτική σύνοδο αυτού για το εν λόγω έτος, η οποία έλαβε χώρα στις 7/10/2014, ως προακτέος κατ’ αρχαιότητα. Το Συμβούλιο Κρίσεων κατέληξε στην απόφασή του αυτή λαμβάνοντας υπόψη τη φύση και τη σοβαρότητα των δύο από τα  πειθαρχικά παραπτώματα στα οποία υπέπεσε, καθώς και τις ποινές που του είχαν επιβληθεί γι’ αυτά. Επρόκειτο για την ποινή της διημέρου κρατήσεως, η οποία επαυξήθηκε σε 5ήμερη φυλάκιση μετά από υποβληθέν παράπονό του και η οποία του επιβλήθηκε για μη επακριβή εκτέλεση συγκεκριμένων ισχυουσών και δοθέντων διαταγών, καθώς και την ποινή της 10ήμερης φυλάκισης, η οποία του επιβλήθηκε, λόγω συγκεκριμένης αναξιοπρεπούς και ανοίκειου συμπεριφοράς. Περαιτέρω λήφθηκε υπόψιν και η χαμηλή βαθμολογία του σε επιμέρους στοιχεία κρίσης στην Έκθεση Ικανότητας του, που αφορούσε την περίοδο από 1/11/2011 έως 21/8/2012.

 

Μετά την κοινοποίηση της επίδικης στην προσφυγή απόφασης, η οποία σημειώνεται είχε κυρωθεί από τον Υπουργό Άμυνας όπως προβλεπόταν από τους Κανονισμούς, ο εφεσείων καταχώρισε προσφυγή, στην οποία υποστήριξε πως η απόφαση για κατάταξή του στον πίνακα των προακτέων κατ’ αρχαιότητα, αντί στον πίνακα των προακτέων κατ’ εκλογή, ήταν παράνομη, ως απόφαση που έπασχε κυρίως λόγω της αιτιολογίας της, ενόψει της κατ’ ισχυρισμό παρανομίας των δύο πειθαρχικών ποινών που του είχαν επιβληθεί και είχαν ληφθεί υπόψιν, καθώς και στην παρανομία της Έκθεσης Ικανότητάς του για την περίοδο από 1/11/2011 έως 21/8/2012, που κατά την δική του θέση έφερε επίσης παράνομη και/ή πεπλανημένη και/ή αόριστη αιτιολογία.

 

Το Διοικητικό Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψιν ότι για τις δύο πειθαρχικές ποινές που αποτελούσαν την αιτιολογία της απόφασης για κατάταξή του στους προαχθέντες κατ’ αρχαιότητα, ο εφεσείων είχε καταχωρίσει ξεχωριστές προσφυγές, οι οποίες κατά το στάδιο συγγραφής της απόφασής του είχαν ήδη εκδικαστεί και ήδη απορριφθεί από το Διοικητικό Δικαστήριο, εξέτασε τις προδικαστικές ενστάσεις περί αλυσιτέλειας της προσφυγής, αλλά και την έλλειψη εννόμου συμφέροντος, λόγω προαγωγής του εφεσείοντος από το έτος 2013 στην θέση Αντισυνταγματάρχη, τις οποίες απέρριψε, όπως απέρριψε και τους λόγους ακυρότητας που σχετίζονταν με τα έγγραφα του διοικητικού φακέλου, ότι δηλαδή κάποια από αυτά προσκομίστηκαν σε αντίγραφα αντί πρωτότυπα, καθώς και με τη νομιμότητα της Έκθεσης Ικανότητας. Λόγω της απόρριψης των λόγων ακυρώσεως, το Δικαστήριο προχώρησε και στην απόρριψη της προσφυγής.

 

Ακολούθησε η καταχώριση της παρούσας έφεσης.

 

Ο εφεσείων προσβάλλει με πέντε λόγους έφεσης, οι πλείστοι από αυτούς συναφείς, την ορθότητα της εκκαλούμενης απόφασης.

 

Mε τον πρώτο λόγο έφεσης υποστηρίζει ότι εσφαλμένα το Διοικητικό Δικαστήριο, αποφάσισε ότι ο διοικητικός φάκελος που προσκόμισαν οι εφεσίβλητοι στις Διευκρινίσεις ήταν πλήρης και/ή αποδέχτηκε φωτοαντίγραφα που προσκόμισαν οι εφεσίβλητοι και/ή κατέληξε σε εύρημα ότι όλα τα έγγραφα είχαν τεθεί ενώπιον του Συμβουλίου Κρίσεων. 

 

Περαιτέρω με τους λοιπούς λόγους εφέσεως, ο εφεσείων υποστηρίζει ότι εσφαλμένα το Δικαστήριο απέρριψε τους λόγους ακυρώσεως περί της πάσχουσας αιτιολογίας σε σχέση με την Έκθεση Ικανότητάς του. Χαρακτηρίζει την αιτιολογία αυθαίρετη με αόριστες αναφορές καθώς και ότι ήταν πεπλανημένη. Τούτο καθ’ ότι γινόταν αναφορά στην διοικητική απόφαση και σε άλλες επιβληθείσες σε αυτόν πειθαρχικές ποινές, οι οποίες αργότερα, το 2014, άρθηκαν από τον Υπουργό Άμυνας, μετά από σχετική αναφορά του εφεσείοντος.  Ως εκ τούτου θεωρεί πως η απόφαση ήταν αποτέλεσμα νομικής πλάνης, πλάνης περί τα πραγματικά γεγονότα, προϊόν έλλειψης δέουσας έρευνας, ότι αυτή αντίκεινται στην αρχή της χρηστής διοίκησης και στην αρχή της καλής πίστης και ότι συνιστά κακή άσκηση διακριτικής εξουσίας και κατάχρηση και/ή υπέρβαση εξουσίας και/ή αντίκεινται στην αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικούμενου. 

 

Παρατηρούμε ότι ο εφεσείων δεν προβάλλει λόγους εφέσεως σε σχέση με την αιτιολογία της απόφασης που αφορά στην λήψη υπόψιν των δύο σοβαρών πειθαρχικών ποινών που του είχαν επιβληθεί. Από δική μας έρευνα διαπιστώνουμε ότι οι εφέσεις που καταχωρήθηκαν από τον εφεσείοντα κατά των δικαστικών αποφάσεων του Διοικητικού Δικαστηρίου, οι υπ’ αρ. 40/17 και 3/18 απορρίφθηκαν και οι δύο με ξεχωριστές αποφάσεις του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, ημερομηνίας 1/11/2023 και 12/12/2023 αντίστοιχα (βλ. Φυρίλλα ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 40/17, ημερ. 1/11/2023, και Φυρίλλα ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 3/18, ημερ. 12/12/2023).

 

Ο πρώτος λόγος έφεσης, που αφορά στην κατ’ ισχυρισμό εσφαλμένη απόφαση του Δικαστηρίου σε σχέση με τον διοικητικό φάκελο που κατατέθηκε στις Διευκρινίσεις και περιείχε αντίγραφα, απορρίπτεται.

 

Ο πρωτόδικος Δικαστής δεν είχε δώσει οδηγίες για κατάθεση διοικητικού φακέλου που να περιέχει μόνο πρωτότυπα έγραφα. Οι καθ’ ων η αίτηση είχαν ζητήσει χρόνο να εντοπίσουν τα πρωτότυπα έγγραφα που ήταν αρχειοθετημένα σε διάφορους διοικητικούς φακέλους, ενώ αποδέχονταν ότι τα έγγραφα που κατείχε ο εφεσείων, τα οποία έθεσε υπόψιν τους, ήταν αντίγραφα των πρωτότυπων. Για σκοπούς οικονομίας του χρόνου και λόγω της παραδοχής αυτής κατατέθηκε διοικητικός φάκελος που τα περιείχε όλα (κάποια πρωτότυπα και κάποια αντίγραφα) κατά τις Διευκρινίσεις. Θα πρέπει να σημειωθεί πως δεν αναμένεται να κατατίθενται όλοι οι τόμοι φακέλων στους οποίους είναι αρχειοθετημένα σχετικά έγγραφα και είναι αρκετό να κατατίθενται σε τέτοιες περιπτώσεις και αντίγραφα των πρωτοτύπων σε σχετικό φάκελο που κατατίθεται κατά τις Διευκρινίσεις με άδεια του Δικαστηρίου. Όσον αφορά στον ισχυρισμό του εφεσείοντος ότι κατά τεκμήριο δεν ήταν ενώπιον των εφεσιβλήτων τα έγγραφα που δεν κατατέθηκαν πρωτότυπα, συμφωνούμε με τον πρωτόδικο Δικαστή, ότι το τεκμήριο κανονικότητας που δημιουργήθηκε από το Πρακτικό του Συμβουλίου στο οποίο αναφερόταν ότι τα λεπτομερή στοιχεία για τον κάθε κρινόμενο Αξιωματικό, όπως αυτά προέκυπταν από τους ατομικούς φακέλους, τέθηκαν υπόψη του Συμβουλίου από τον Εισηγητή του Συμβουλίου, δεν μπόρεσε να κλονιστεί από τον εφεσείοντα.

 

Περαιτέρω προκύπτει σοβαρό ζήτημα αλυσιτέλειας της παρούσας έφεσης, που συναρτάται με το γεγονός ότι απορρίφθηκαν οι δύο εφέσεις που καταχώρισε ο εφεσείων κατά των δικαστικών αποφάσεων στις δύο προσφυγές του, με τις οποίες προσέβαλε τις αυτοτελείς διοικητικές πράξεις της καταδίκης του για πειθαρχικά αδικήματα και επιβολής πειθαρχικών ποινών.

 

Σύμφωνα με τον Κανονισμό 41(3) των περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμοί του 1990 (Κ.Δ.Π. 90/90):

 

«(3) Αξιωματικός βαθμού Ανθυπολοχαγού, Λοχαγού, Ταγματάρχη και Αντισυνταγματάρχη, κρίνεται:

 

(α) ως προακτέος κατ' αρχαιότητα εφόσον, στις εκθέσεις ικανότητάς του στα ουσιαστικά προσόντα που αναφέρονται στον Κανονισμό 33 να είναι τουλάχιστο καλός, ή έχει διαπράξει σοβαρό, κατά την εκτίμηση του Συμβουλίου Κρίσεων, πειθαρχικό ή ποινικό αδίκημα».

 

Αποτελεί δεδομένο ότι η αιτιολογία της διοικητικής απόφασης για κατάταξη του εφεσείοντα στον Πίνακα προακτέων κατ’ αρχαιότητα βασίστηκε κατά κύριο λόγο στο γεγονός ότι είχε εις βάρος του δύο πειθαρχικές ποινές  της 5ήμερης φυλάκισης, καθώς και 10ήμερης φυλάκισης, οι οποίες χαρακτηρίστηκαν από το αρμόδιο όργανο, το Συμβούλιο Κρίσεως, ως «σοβαρά» πειθαρχικά παραπτώματα.

 

Επίσης σύμφωνα με την παράγραφο (2) του ίδιου Κανονισμού (Καν. 41 της Κ.Δ.Π. 90/90), προακτέος κατ’ εκλογήν κρίνεται Ταγματάρχης εφόσον, ανάμεσα σε άλλα, «δεν έχει διαπράξει σοβαρό πειθαρχικό ή ποινικό αδίκημα».

 

Τα κριθέντα ως σοβαρά πειθαρχικά αδικήματα που διέπραξε ο εφεσείων και για τα οποία οι καταδίκες λήφθηκαν υπόψιν από το Συμβούλιο Κρίσεως, οι οποίες επικυρώθηκαν ως προς τη νομιμότητα τους από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο τελεσίδικα, κατ’ έφεση, αποτελούσαν βάσει δεσμευτικής κανονιστικής διάταξης απαγόρευση στην κατάταξη του στον Πίνακα προακτέων κατ’ εκλογήν και  αντίθετα, επιτακτική διάταξη για κατάταξη του στον Πίνακα προακτέων κατ’ αρχαιότητα, όπως έγινε.

 

Η έφεση κρίνεται αλυσιτελής, καθ’ ότι επιτυχία τυχόν του λόγου έφεσης που αφορά στην Έκθεση Ικανότητας του εφεσείοντος δεν μπορεί να επιφέρει αλλαγή της απόφασης κατ’ επανεξέταση. Ο Κανονισμός επιβάλλει, κατά δέσμια αρμοδιότητα, την κατάταξη στον Πίνακα που κατατάχθηκε ο εφεσείων υπό τις περιστάσεις της καταδίκης στα δύο σοβαρά πειθαρχικά αδικήματα και των ποινών που του  επιβλήθηκαν, που δεν είχαν ανατραπεί, και αποτέλεσαν την πρωταρχική και κύρια αιτιολόγηση της απόφασης του Συμβουλίου Κρίσεων. Επομένως βάλλοντας ο εφεσείων κατά της νομιμότητας της αιτιολογίας της απόφασης που αφορά την Έκθεση Ικανότητας, παραβλέπει ότι αντικείμενο της προσφυγής ήταν η απόφαση κατάταξής του τον Πίνακα προακτέων κατ’ αρχαιότητα και όχι η Έκθεση Ικανότητας που αποτελεί προπαρασκευαστική απόφαση. Το Δικαστήριο δεν προχωρά στην κρίση της νομιμότητας προπαρασκευαστικής διοικητικής πράξης για ακαδημαϊκούς μόνο λόγους, όταν δεν θα έχει ως αποτέλεσμα την ακύρωση της επίδικης στην προσφυγή πράξης. Όπως αποφασίστηκε πρόσφατα στην Ε.Δ.Δ. 230/19, Α.Β. ν. Δημοκρατίας, ημερ. 29/5/2025:

 

«Πάγια είναι η νομολογία ότι δεν είναι κάθε παρατυπία σε ενδιάμεση ή προπαρασκευαστική διοικητική απόφαση, που λήφθηκε υπόψη στην επίδικη, που οδηγεί σε ακύρωση της επίδικης στην προσφυγή πράξης. Εάν υπάρχει επάλληλη ουσιώδης αιτιολογία στην οποία βασίστηκε το διοικητικό όργανο για να εκδώσει την απόφασή του και δεν αποτέλεσε την μόνη ή/και την ουσιώδη αιτιολογία της τελικής απόφασης, η επίδικη αυτή πράξη διασώζεται (βλ. Άρθρα 31 και 32 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν.158(Ι)/99), Ges (Global Environmental Solutions Ltd) v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α.Ε. 135/14, ημερ. 7.6.2021, ECLI:CY:AD:2021:C237, ECLI:CY:AD:2021:C237 και Πορίσματα Νομολογίας Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 189)».

 

 

 

 

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η έφεση απορρίπτεται με €3.500 έξοδα υπέρ των εφεσίβλητων και εναντίον του εφεσείοντος.

 

 

Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

 

 

Ν.Γ. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.

 

 

Μ. ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΓΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο