ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 9(2)(γ), ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 33/64
Αίτηση Αρ. 6/2025
29 Σεπτεμβρίου, 2025
[Α. Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Π., Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ,
Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Ν. ΣΑΝΤΗΣ, ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ,
Τ. ΚΑΡΑΚΑΝΝΑ, Η. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 9(2)(γ) ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964-2022
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ 2023
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ ΑΙΤΗΤΩΝ 1. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΕΚ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΚΑΙ 2. ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΣ ΠΕΝΤΑΛΙΩΤΟΥ, ΜΟΝΙΜΗΣ ΚΑΤΟΙΚΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ, ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 88/2021
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΣΤΗΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 88/2021 ΜΕΤΑΞΥ: ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ν. 1. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ 2. ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΣ ΠΕΝΤΑΛΙΩΤΟΥ.
_ _ _ _ _ _
ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ
-------------
Η. Ν. Κυριακίδης, Χρ. Κωνσταντίνου (κα) και Α. Μούστρας για Ηρακλής Ν. Κυριακίδης ΔΕΠΕ, για τους Αιτητές
Μ. Φράγκου (κα) για Α. Ευαγγέλου & Σία ΔΕΠΕ, για Ενδιαφερόμενο Μέρος
_ _ _ _ _ _
ΛΙΑΤΣΟΣ, Π.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από την Χατζηγιάννη, Δ.
-----------------
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.: Σε συνεδρία της Επιτροπής Προσωπικού του Ενδιαφερόμενου Μέρους (Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου), η οποία πραγματοποιήθηκε στις 30.6.2017, αποφασίστηκε ομόφωνα, με βάση την παράγραφο 26 των περί Υπαλλήλων της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου (Όροι Υπηρεσιών) Οδηγιών του 2004 (ΚΔΠ 233/2004) και τις σχετικές πρόνοιες των Συλλογικών Συμβάσεων μεταξύ του Ενδιαφερόμενου Μέρους και της Ένωσης Τραπεζικών Υπαλλήλων Κύπρου (ΕΤΥΚ), η σύσταση προς τη Διοικητή, για χορήγηση προσαυξήσεων στους Αιτητές, λόγω απόκτησης ακαδημαϊκών προσόντων, με ισχύ από την 1.7.2017.
Την 1.7.2017 η Διοικητής, ασκώντας τις εξουσίες της με βάση την ΚΔΠ 233/2004, αποφάσισε να υιοθετήσει τις συστάσεις της Επιτροπής Προσωπικού, ως ανωτέρω.
Ως αποτέλεσμα, στις 26.7.2017, οι Αιτητές έλαβαν τον μισθό Ιουλίου 2017, στον οποίο περιλαμβάνονταν προσαυξήσεις.
Με επιστολές τους ημερ. 8.8.2017 και 31.7.2017 αντίστοιχα, οι Αιτητές ζήτησαν να ενημερωθούν για τους λόγους για τους οποίους δεν είχαν λάβει την επιπρόσθετη προσαύξηση αναδρομικά από την 1.1.2017, αιτούμενοι την καταβολή της.
Το Τμήμα Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργανωσιακής Ανάπτυξης του Ενδιαφερόμενου Μέρους, με επιστολές του ημερ. 23.8.2017 και 24.8.2017 αντίστοιχα, πληροφόρησε τους Αιτητές ότι το θέμα της χορήγησης επιπρόσθετων προσαυξήσεων προς αυτούς, είχε εξεταστεί από την Επιτροπή Προσωπικού, ως αναγκαία προϋπόθεση και είχε γνωμοδοτήσει ομόφωνα προς τη Διοικητή τη χορήγηση τους με ισχύ από 1.7.2017.
Ακολούθησε στις 6.11.2017, η καταχώριση από τους Αιτητές της Προσφυγής αρ. 1541/2017, επιδιώκοντας την ακύρωση της πιο πάνω απόφασης του Ενδιαφερόμενου Μέρους ημερ. 30.6.2017, η οποία, όπως αναφέρθηκε, τους είχε κοινοποιηθεί με επιστολές του ημερ. 23.8.2017 και 24.8.2017 αντίστοιχα.
Στα πλαίσια της Προσφυγής, το Ενδιαφερόμενο Μέρος προέβαλε, μεταξύ άλλων, προδικαστική ένσταση ως προς το εκπρόθεσμο της Προσφυγής, με την εισήγηση πως η επίδικη απόφαση ημερ. 1.7.2017 είχε περιέλθει σε γνώση των Αιτητών στις 26.7.2017, δηλ. κατά την πρώτη ημέρα καταβολής του μισθού τους. Συνεπώς είχε παρέλθει η προθεσμία για καταχώριση της Προσφυγής, η οποία θα έπρεπε να είχε γίνει μέχρι τις 9.10.2017, ενώ αυτή είχε καταχωριστεί εκπρόθεσμα στις 6.11.2017.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, έκρινε πως στην κατάσταση μισθοδοσίας των Αιτητών ημερ. 26.7.2017 δεν επεξηγείτο με ξεκάθαρο τρόπο ότι είχε ήδη ληφθεί απόφαση που δεν επέτρεπε την καταβολή αναδρομικών προσαυξήσεων. Συνεπώς η απαιτούμενη πλήρης γνώση ως προς την επίδικη απόφαση της Διοικητού να υιοθετήσει τη σχετική γνωμάτευση της Επιτροπής Προσωπικού, είχε γίνει με τις απαντήσεις του Τμήματος Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργανωσιακής Ανάπτυξης του Ενδιαφερόμενου Μέρους, ημερ. 23.8.2017 και 24.8.2017, στις δικές τους επιστολές ημερ. 31.7.2017 και 8.8.2017.
Η κατάληξη αυτή είχε ως αποτέλεσμα την απόρριψη της ως άνω προδικαστικής ένστασης και την εξέταση των προβληθέντων λόγων ακύρωσης, που οδήγησε, για λόγους που δεν αφορούν την παρούσα διαδικασία, στην επιτυχία της Προσφυγής και συνακόλουθα, στην ακύρωση της επίδικης απόφασης.
Το ακυρωτικό αποτέλεσμα της Προσφυγής, προσβλήθηκε από το Ενδιαφερόμενο Μέρος με αριθμό λόγων Έφεσης, στα πλαίσια της ΕΔΔ 88/2021, ενώπιον του Εφετείου με Αναθεωρητική Δικαιοδοσία.
Το Εφετείο, κατά λογική προτεραιότητα, ασχολήθηκε με τον 1ο λόγο Έφεσης που αφορούσε την απόρριψη της πιο πάνω προδικαστικής ένστασης του Ενδιαφερόμενου Μέρους, σε σχέση με το εκπρόθεσμο της Προσφυγής. Έκρινε πως οι Αιτητές, στη βάση των πιο πάνω γεγονότων, είχαν πλήρη γνώση ότι δεν θα τους παραχωρούντο αναδρομικά από 1.1.2017 οι επίδικες προσαυξήσεις, από την ημερομηνία καταβολής σ’ αυτούς στις 26.7.2017, του μισθού Ιουλίου. Η γνώση αυτή, προέκυπτε από τις επιστολές που οι ίδιοι είχαν αποστείλει προς το Ενδιαφερόμενο Μέρος ημερ. 8.8.2017 και 31.7.2017 αντίστοιχα. Συνεπώς, κατέληξε το Εφετείο πως η Προσφυγή, η οποία είχε καταχωριστεί στις 6.11.2017, ήταν εκπρόθεσμη, με αποτέλεσμα τον παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης και την επικύρωση της νομιμότητας της προσβαλλόμενης διοικητικής απόφασης.
Η υπό κρίση Αίτηση ενώπιον του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, καταχωρίστηκε δυνάμει του Άρθρου 9(2)(γ) του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964, Ν.33/1964, όπως τροποποιήθηκε. Αφορά αίτημα για χορήγηση άδειας προς καταχώριση Αίτησης και εδράζεται στην θέση των Αιτητών ότι από την πιο πάνω Απόφαση του Εφετείου προκύπτουν νομικά θέματα τα οποία συναρτώνται με α) μείζον ζήτημα δημοσίου συμφέροντος και γενικής δημόσιας σημασίας και β) διαφοροποίηση της πάγιας νομολογίας κατά την άσκηση της αναθεωρητικής του δικαιοδοσίας.
Υποστηρίζεται από την εισήγηση του ευπαίδευτου συνηγόρου των Αιτητών ενώπιον μας, ότι το ζήτημα της λήψης γνώσης και επιμέτρησης του χρόνου για διαπίστωση του εμπρόθεσμου καταχώρισης Προσφυγής κατά μη δημοσιευμένων διοικητικών αποφάσεων, αποτελεί μείζον ζήτημα δημοσίου συμφέροντος και γενικής δημόσιας σημασίας, χαρακτηρίζοντας την πιο πάνω κρίση του Εφετείου στην συγκεκριμένη περίπτωση, ως «εξόχως προβληματική», ως και «ατυχή» την διασύνδεση των επιστολών των Αιτητών, με το εύρημα του για «πλήρη γνώση». Συνακόλουθα, εισηγήθηκε πως το ως άνω συμπέρασμα του Εφετείου είναι αυθαίρετο, με αποτέλεσμα οι Αιτητές να εμποδίζονται εκ προοιμίου να υπερασπιστούν τα δικαιώματα τους ενώπιον της Δικαιοσύνης, κατά παράβαση του Άρθρου 30 του Συντάγματος και των Άρθρων 6 και 13 της ΕΣΔΑ.
Σ’ ό,τι αφορά την εισήγηση περί διαφοροποίησης πάγιας νομολογίας, προέβαλε τη θέση ότι η απόφαση Α. Κατσαρή ν. Δημοκρατίας, ΕΔΔ 94/2020, ημερ. 5.3.2025, στην οποία βασίστηκε η απόφαση του Εφετείου, συγκρούεται με α) την πάγια νομολογία που επιτάσσει όπως η γνώση του Ενδιαφερόμενου Προσώπου, ως θέμα περιστατικών της κάθε υπόθεσης, θα πρέπει να προκύπτει μέσα από το διοικητικό φάκελο και μέσω αυτής να μπορεί να εξαχθεί τουλάχιστον ένας λόγος ακυρότητας, σε περίπτωση δε αμφιβολίας αυτή ενεργεί υπέρ του διοικούμενου (βλ. Aspri v. R. (1979) 3 CLR 490, Papaioannou v. R (1982) 3 CLR 103, Σωφρονίου ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Κακοπετριάς (1993) 4Γ ΑΑΔ 1951 και C. Neophytou v. R. (1964) 1 CLR, 230) ως και β) με την απόφαση Καλλιμάχου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, ΕΔΔ 62/2016 ημερ. 4.10.2023, σε σχέση με την συμπερασματική γνώση των Αιτητών περί ύπαρξης διοικητικής πράξης από 26.7.2017, ως αποτέλεσμα επιστολών των Αιτητών με τις οποίες ζητούσαν εξηγήσεις από τη Διοίκηση.
Είναι σημαντικό να επαναλάβουμε πως οι προϋποθέσεις παροχής άδειας προς ενεργοποίηση της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, όπως το Άρθρο 9(2)(γ) επιτάσσει και η σχετική νομολογία έχει καθορίσει, είναι αυστηρές. Η δικαιοδοσία που παρέχεται από το εν λόγω Άρθρο θα πρέπει να ασκείται με φειδώ και το πεδίο εφαρμογής του θα πρέπει να αντικρίζεται υπό το πρίσμα της εγγενούς ιδιότητας και της συνταγματικής αποστολής του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου. Σκοπός δεν είναι ο έλεγχος της ορθότητας της απόφασης του Εφετείου, παρά μόνο η παρέμβαση του εφόσον συντρέχουν οι εκ του Νόμου προϋποθέσεις. Διαφορετική προσέγγιση θα οδηγούσε το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο σε διολίσθηση, προσδίδοντας του δικαιοδοσία τριτοβάθμιου δικαστηρίου προς έλεγχο των αποφάσεων Εφετείου, καλούμενο να κρίνει επί όλου του φάσματος τη δευτεροβάθμια απόφαση. Όπως λέχθηκε στην Αίτηση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου για χορήγηση άδειας, Αίτηση αρ. 2/2023, ημερ. 31.1.2024, με αναφορά στην Σ. Ροτσίδου, Αίτηση για χορήγηση άδειας Αρ. 3/2023, ημερ. 20.11.2023:
«Η παροχή άδειας στη βάση του προαναφερθέντος ΄Αρθρου 9(2)(γ) δεν συναρτάται με το εσφαλμένο ή μη της υπό του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου εκδοθείσας απόφασης. Ούτε και άπτεται του κατά πόσο το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο εναρμονίζεται ή όχι με την κρίση του Εφετείου. Εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από τη συνδρομή των προϋποθέσεων του επίμαχου ΄Αρθρου, αντικριζόμενου, ως ήδη λέχθηκε, υπό το πρίσμα της συνταγματικής υπόστασης του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου.»
Ως εκ τούτου, στην προκειμένη περίπτωση, το κρίσιμο ερώτημα είναι κατά πόσο στοιχειοθετούνται οι προϋποθέσεις παροχής άδειας, με βάση το Άρθρο 9(2)(γ). Οποιοδήποτε τυχόν σφάλμα στην απόφαση του Εφετείου, δεν ενεργοποιεί άνευ ετέρου την δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.
Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, ό,τι απασχόλησε το Εφετείο ήταν το εμπρόθεσμο της Προσφυγής στη βάση των γεγονότων της υπόθεσης, με επίκεντρο το χρονικό σημείο κατά το οποίο οι Αιτητές έλαβαν πλήρη γνώση της επίδικης διοικητικής απόφασης. Το θέμα της πλήρους γνώσης, αποτέλεσε αντικείμενο πάγιας νομολογίας, του Ανωτάτου Δικαστηρίου, σύμφωνα με την οποία, η επάρκεια της γνώσης κρίνεται αντικειμενικά κατά περίπτωση, στο πλαίσιο των περιστατικών της κάθε περίπτωσης. Πλήρης θεωρείται η γνώση που επιτρέπει στον ενδιαφερόμενο, να διαγνώσει με βεβαιότητα και ακρίβεια την υλική ή ηθική ζημιά που υφίσταται από τη διοικητική πράξη, παρέχοντας του ταυτόχρονα την ευκαιρία να προσφύγει στο Δικαστήριο προς έλεγχο. (βλ. Α. Κατσαρή ν. Δημοκρατίας, ΕΔΔ 94/2020, ημερ. 5.3.2025).
Το Σύνταγμα δεν θέτει οποιοδήποτε περιορισμό ως προς τον τρόπο ή μέσο με το οποίο η απόφαση περιέρχεται σε γνώση του προσφεύγοντα. Ό,τι απαιτείται είναι η βέβαιη γνώση της απόφασης, σε βαθμό που να επιτρέπει στον επηρεαζόμενο να διεκδικήσει τα δικαιώματα του. Η πλήρης γνώση μπορεί να εξαχθεί από δήλωση ή πράξη του διοικούμενου, όπως όταν υποβάλλει ένσταση, υποβολή αιτήματος για θεραπεία ή παραπόνου στη διοίκηση για την πράξη (βλ. Χ. Καλλίμαχου ν. Δημοκρατίας, ΕΔΔ 62/2016, ημερ. 4.10.2023 και Αριστοδήμου ν. Δημοκρατίας (1992) 4 ΑΑΔ 2498).
Οι νομολογιακές αυτές αρχές προς εξασφάλιση επαρκούς και πλήρους γνώσης, επαναλαμβάνονται και στην απόφαση του ΕΔΔΑ EFGAN CETIN AND OTHERS v. TURKIYE, Appl. No. 14684/2018 ημερ. 19.2.2024, στην οποία μας παρέπεμψε ο ευπαίδευτος συνήγορος των Αιτητών, στο ακόλουθο απόσπασμα:
«The Court further notes that the relevant principles concerning the matter of notification of administrative and judicial decisions were recently summarized in Stichting Landgoed Steenbergen and Others v. the Netherlands (no. 19732/17, §§ 42-55, 16 February 2021). It has held, in particular, that the right of access to a court under Article 6 § 1 of the Convention entails an entitlement to receive adequate notification of administrative and judicial decisions, which is of particular importance in cases where an appeal may be sought within a specified time-limit (see, mutatis mutandis, Sild v. Slovenia (dec.) no. 59284/08 §30, 17 September 2013, and Marina Aucanada Group S.L. v. Spain, no. 7567/19, §45, 8 November 2022).»
Έχοντας κατά νου τις πιο πάνω νομικές αρχές, κρίνουμε πως αυτό το οποίο επιζητείται μέσω της παρούσας Αίτησης, είναι η αναθεώρηση της ορθότητας της απόφασης του Εφετείου.
Το κατά πόσο το Εφετείο, ορθά ή λανθασμένα, στην βάση πάντοτε των πραγματικών γεγονότων της υπό κρίση υπόθεσης, κατέληξε πως οι Αιτητές είχαν πλήρη γνώση της διοικητικής απόφασης από την οποία επηρεάζοντο, μέσω των δικών τους επιστολών προς το Ενδιαφερόμενο Μέρος, δεν συνιστά νομικό θέμα, εντός της έννοιας του Άρθρου 9(2)(γ), προς απάντηση. Αντίθετα, αποτελεί εκτίμηση από το Εφετείο και αξιολόγηση των πραγματικών γεγονότων που περιβάλλουν την συγκεκριμένη περίπτωση, τα οποία κατά την κρίση του, τεκμηρίωσαν την πλήρη και επαρκή γνώση εκ μέρους των Αιτητών, σε πλήρη πάντοτε σύμπνοια με τις πιο πάνω νομολογιακές αρχές.
Συνακόλουθα, η εισήγηση του ευπαίδευτου συνηγόρου των Αιτητών πως η απόφαση του Εφετείου συγκρούεται με πάγια νομολογία, στην βάση των πιο πάνω επισημάνσεων, δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Τονίζουμε πως η απόφαση Κατσαρή (ανωτέρω), στην οποία βασίστηκε η απόφαση του Εφετείου, ουδόλως διαφοροποιεί την απόφαση Καλλίμαχου (ανωτέρω), όπως και ο ευπαίδευτος συνήγορος των Αιτητών, εν τέλει αποδέχθηκε ενώπιον μας. Η δε αναφορά του σε άλλη πρόσφατη απόφαση του Εφετείου Χ. Μαυροκορδάτος ν. Κυπριακού Οργανισμού Αγροτικών Πληρωμών, ΕΔΔ 165/2019 ημερ. 23.4.2024, ουδόλως ενισχύει την θέση του περί σύγκρουσης της απόφασης του Εφετείου με πάγια νομολογία. Τούτο γιατί, επαναλαμβάνουμε και τονίζουμε πως οι σχετικές νομολογιακές αρχές ουδόλως έχουν διαφοροποιηθεί με την απόφαση του Εφετείου. Όπως αναφέραμε πιο πάνω, η επάρκεια της γνώσης κρίνεται πάντοτε αντικειμενικά και στη βάση των πραγματικών περιστατικών της κάθε περίπτωσης. Προς τούτο, σημειώνουμε πως τα γεγονότα της εν λόγω υπόθεσης είναι εντελώς διαφορετικά από τα γεγονότα της παρούσας, αφού αυτή αφορούσε την φορολογία του εφάπαξ ποσού που θα καταβάλλετο στον Εφεσείοντα ως φιλοδώρημα. Σ’ ό,τι αφορά δε τις νομικές αρχές που διέπουν το εκπρόθεσμο της Προσφυγής, έγινε επίσης αναφορά στην υπόθεση Καλλιμάχου (ανωτέρω).
Κατά προέκταση, δεν εγείρεται προς εξέταση ούτε και νομικό ζήτημα που να συναρτάται με μείζον ζήτημα δημοσίου συμφέροντος και γενικής δημόσιας σημασίας.
Ως αποτέλεσμα, καταλήγουμε πως δεν τεκμηριώθηκαν οι προϋποθέσεις παροχής άδειας προς ενεργοποίηση της δικαιοδοσίας
του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου με βάση το Άρθρο 9(2)(γ) του Νόμου.
Η Αίτηση απορρίπτεται με έξοδα, καθοριζόμενα στο ποσό των €3.000 πλέον ΦΠΑ (αν υπάρχει), σε βάρος των Αιτητών και προς όφελος του Ενδιαφερόμενου Μέρους.
Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Π.
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.
Ν. Γ. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.
ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.
Τ. ΚΑΡΑΚΑΝΝΑ, Δ.
Η. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ.
/Α.Λ.Ο.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο