ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ v. ΤΑΣΟΥ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ, Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δ/ρίου Αρ.75/21, 20/10/2025
print
Τίτλος:
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ v. ΤΑΣΟΥ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ, Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δ/ρίου Αρ.75/21, 20/10/2025

ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Άρθρο 23(3)(δ) του Ν.33/64 – Μεταβατικές Διατάξεις)

 

(Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δ/ρίου Αρ.75/21)

 

20 Οκτωβρίου, 2025.

 

[ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΣΑΝΤΗΣ, ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ/στές]

 

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ,

Εφεσείοντες/Καθ’ ων η Αίτηση,

ν.

 

ΤΑΣΟΥ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ,

Εφεσίβλητου/Αιτητή.

-------------------------

Δ. Καλλή (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Εφεσείοντες/Αντεφεσίβλητους

Αγ. Σιαξιατέ (κα) με Π. Χατζήκκο και Ειρ. Σαββίδου (κα), Ασκούμενο Δικηγόρο, για δρ Κ. Χρυσοστομίδης και Σία ΔΕΠΕ, για τον Εφεσίβλητο/Αντεφεσείοντα

-------------------------

 

Δικαστήριο: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί

από τη Δικαστή Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου.

 

-------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Ο ίδιος Διαγωνισμός Ο.Σ.Ε.Λ. 1/2014 με αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών για τη μεταφορά μαθητών για καθορισμένες μαθητικές διαδρομές στην Επαρχία Λευκωσίας για τη σχολική περίοδο 2014-15 έδωσε έναυσμα στον συμμετέχοντα σ’ αυτό Εφεσίβλητο να εγείρει δύο Προσφυγές.

 

(α) Την Προσφυγή 503/15 Τάσος Μιχαηλίδης ν. 1.Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών, 2.Οργανισμού Συγκοινωνιών Επαρχίας Λευκωσίας (Ο.Σ.Ε.Λ.) Λτδ, η οποία αφορούσε σχετική απόρριψη Ιεραρχικής Προσφυγής 58/14 στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών και η οποία οδήγησε στην εκκαλούμενη, με την παρούσα Έφεση, απόφαση Ε.Δ.Δ.75/21 και

 

(β) την Προσφυγή 562/15 Τάσος Μιχαηλίδης ν. Ο.Σ.Ε.Λ. Λτδ, η οποία αφορούσε μεταγενέστερες πράξεις και η οποία οδήγησε στην Ε.Δ.Δ.78/20 με την οποία το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο απέρριψε την έφεση του Εφεσίβλητου/Αιτητή, επικυρώνοντας την πρωτόδικη, απορριπτική της προσφυγής, απόφαση.

 

Εφόσον οι προσφυγές αφορούσαν τον ίδιο Διαγωνισμό και εξ ορισμού συναφείς – τουλάχιστον εκ πρώτης όψεως πράξεις – οι Εφεσείοντες έθεσαν ευθέως θέμα αλυσιτέλειας του ένδικου μέσου που ακολούθησε ο Εφεσίβλητος ομού με τα λοιπά εγειρόμενα διά προδικαστικών ενστάσεων θεμάτων.

 

Οφείλουμε συνεπώς να δούμε το ιστορικό της υπόθεσης – όχι απαραιτήτως στα στεγανά της πρωτόδικης απόφασης. Είναι πρωτίστως αναγκαίο να δώσουμε με συνοπτικό τρόπο το αποτέλεσμα και κάποια σημεία της πρωτόδικης απόφασης.

 

Με την εκκαλούμενη απόφαση, το Διοικητικό Δικαστήριο έκανε δεκτή την Προσφυγή και ακύρωσε την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών. Σημειώνεται ότι, πριν την ακύρωση από το Διοικητικό Δικαστήριο της εν λόγω απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών, συνετέλεσθη, κατόπιν διαπραγμάτευσης, κατακύρωση των προσφορών σ’ άλλους προσφοριοδότες. Κάποια άλλα σημεία που αφορούσαν αυτή την απόφαση υπήρξαν ακριβώς τα αντικείμενα της Προσφυγής 562/15 ανωτέρω, η τελεσιδικία της οποίας εκρίθη με την Ε.Δ.Δ.78/20.

 

Ο ισχυρισμός συνεπώς για αλυσιτέλεια της παρούσης ερείδεται ακριβώς πάνω στη νέα κατακύρωση η οποία παρέμεινε έγκυρη. Σύμφωνα με τους Εφεσείοντες, αφού η αναθέτουσα αρχή προχώρησε και ολοκλήρωσε τη διαδικασία του διαγωνισμού μέσω πλέον διαδικασίας διαπραγμάτευσης, ο Εφεσίβλητος διά της επιδιωκόμενης, διά της παρούσας διαδικασίας έννομης προστασίας, δεν θα είχε τελική ωφέλεια, καθότι η τελική πράξη κατακύρωσης παραμένει αλώβητη. Περαιτέρω, διατυπώθηκε και η εισήγηση πως το έννομο συμφέρον του Εφεσίβλητου/Αιτητή εξέλιπε. Εφόσον το αποτέλεσμα της όλης διαδικασίας κρίθηκε ήδη νόμιμο, το ενδιάμεσο στάδιο αυτής της διαδικασίας κατέστη αλυσιτελές ένδικο μέτρο, ώστε να επηρεάζει την πρωτόδικη κρίση αφού πλέον ο Εφεσίβλητος δεν έχει έννομο συμφέρον στην αρχική του απαίτηση και προσφυγή.

 

Οι διαπιστώσεις που γίνονται από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο στην Ε.Δ.Δ.78/20 είναι ενδεικτικές και δεν είναι αδιάφορες για το παρόν ένδικο μέσο ακύρωσης. Θέτουμε μέρος των παρατηρήσεων του Δικαστηρίου:

 

«Το Πρωτόδικο Δικαστήριο στην κρίση του, επικεντρώθηκε – και ορθά – να εξηγήσει ότι αναφορικά με τις δύο διαδρομές, ο Εφεσείων δεν προσήλθε να υπογράψει συμφωνία, ως όφειλε. Επίσης στο θέμα της συνολικής του συμμετοχής του σε διαπραγματεύσεις, αυτός απείχε.

 

Παραπονείται ακόμα ο Εφεσείων ότι η Προσφυγή του απορρίφθηκε γιατί ο ίδιος δεν ζήτησε προσβολή νομιμότητας κατακύρωσης των οκτώ διαδρομών σε άλλες εταιρείες. Δεν θα συμφωνήσουμε ότι έχει δίκαιο.

 

Η κρίση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν ορθή. Όπως εξηγείται, ο Εφεσείων θα έπρεπε να είχε προσβάλει την παραχώρηση των επιδίκων διαδρομών σε άλλες εταιρείες για τις οποίες είχε ενημέρωση, ειδικά με τις επιστολές 19.2.15 και 20.2.15 ανωτέρω.

 

Και θα έπρεπε φυσικά οι εταιρείες αυτές να καταστούν Ενδιαφερόμενα Μέρη στη διαδικασία. Αντ’ αυτού προχώρησε στην αμφισβήτηση περιθωριακών θεμάτων για τη μη οριστική ανάθεση διαδρομών.

 

Σημειώνουμε δε, προς περαιτέρω απάντηση των θέσεων των Εφεσειόντων, ότι το περιεχόμενο της Προσφυγής ήταν τέτοιο που δεν θα νομιμοποιείτο το Πρωτόδικο Δικαστήριο να καλέσει από μόνο του τα Ενδιαφερόμενα Μέρη.

 

Το λεκτικό της Προσφυγής – παρά την ευρεία διατύπωση του – δεν σκοπεύει στην ακύρωση της ανάθεσης του έργου σε άλλες εταιρείες αντί στον Εφεσείοντα. Αυτό ήταν μοιραίο και ορθή υπήρξε η πρωτόδικη δικανική κρίση.»

 

Εν πάση περιπτώσει, μελετώντας τις εισηγήσεις θεωρούμε πως το θέμα συμπλέκεται και με τις προδικαστικές ενστάσεις που είχαν προβάλει οι Εφεσείοντες, μετά από επανάνοιγμα της υπόθεσης πρωτοδίκως, λόγω ακριβώς της ύπαρξης της δεύτερης προσφυγής, περί έλλειψης εκτελεστότητας της πράξης, αλλά και έλλειψης έννομου συμφέροντος, όπως επαναλαμβάνονται στον πρώτο λόγο έφεσης.

 

Η τελευταία πράξη της όλης διαδικασίας και η ανάθεση του έργου μέσω διαπραγμάτευσης (στις οποίες ο Εφεσίβλητος απείχε ή αφορούσε διαδρομές που κλήθηκε σε συμφωνία και δεν προσήλθε), δεικνύουν μια αλυσίδα γεγονότων που δεν θα μπορούσαν ευλόγως να διαχωριστούν με την κρινόμενη περίπτωση. Και δεν έχει σημασία – ενόψει ιδιαιτέρως των ειδικών περιστάσεων της υπόθεσης – ότι η πρωτόδικη εν προκειμένω προσφυγή, αφορούσε την ακύρωση πράξης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών.

 

Η κατάληξη της διαδικασίας δεν έτυχε επιτυχούς αμφισβήτησης και αυτό έχει τη σημασία του, ώστε να έπρεπε να κριθεί πρωτοδίκως, πως η προσβαλλόμενη πράξη δεν είχε αυτόνομη εκτελεστότητα αλλά αποτελούσε μέρος μιας σύνθετης διοικητικής ενέργειας, είτε υπήρξε επανεξέταση είτε όχι.

 

Χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών ν. Kyriakos Andreou Arsiotis Developments and Construction Ltd, Ε.Δ.Δ.117/16, 11.10.23, όπου το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο διαπιστώνοντας την απώλεια της εκτελεστότητας, ανάφερε τα ακόλουθα:

 

«Στην βάση της νομολογίας και των περιστατικών της υπόθεσης, όπως τα έχουμε εκθέσει πιο πάνω, προσβλητέα είναι η απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής, η οποία εκδόθηκε, κατόπιν επανεξέτασης, μετά την απόφαση της Α.Α.Π. ημερ. 10.5.2010, δυνάμει της οποίας ο διαγωνισμός πλέον κατακυρώθηκε στην εταιρεία Βωνιάτης. Η μεταγενέστερη εκδοθείσα απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής, μετά από επανεξέταση, είναι η μόνη εκτελεστή πράξη η οποία μπορεί να προσβληθεί. Οι προγενέστερες διαδικασίες ενσωματώνονται στην τελευταία αυτή απόφαση, καθότι είναι επί αυτών των στοιχείων που η Αναθέτουσα Αρχή κατέληξε στην απόφαση της. Δεν είναι μεμονωμένη αυτοτελής απόφαση. Πρόκειται για σύνθετη και σε αυτό το πλέγμα συγκεντρώνει όλα όσα προηγήθηκαν.»

 

Η ίδια προσέγγιση συναντάται και στη Cybarco Ltd v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών, Α.E.61/15, 20.10.22, στην οποία έχει λεχθεί πως οι αποφάσεις που είχαν εκδοθεί από την Αρχή «έχουν πλέον υπερκεραστεί και απορροφηθεί από τις μεταγενέστερες αποφάσεις κατακύρωσης της Αναθέτουσας Αρχής στο πλαίσιο της ίδιας διαγωνιστικής διαδικασίας και συγκεκριμένα έχουν πλέον υποσκελιστεί και έχουν ενσωματωθεί στην τελευταία απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής με την οποία ο επίδικος Διαγωνισμός κατακυρώθηκε στο Ενδιαφερόμενο Μέρος (4η Απόφαση Αναθέτουσας Αρχής - ανάκληση απόφασης ανάθεσης στην Εφεσείουσα και κατακύρωση στο Ενδιαφερόμενο Μέρος).»

 

Η νομολογιακή αυτή προσέγγιση για τη σύνθετη διοικητική ενέργεια και το αποτέλεσμα της, μ’ όλο τον σεβασμό στις θέσεις του Εφεσίβλητου, προστατεύει τα Δικαστήρια από τον κατατεμαχισμό των δικαστικών διαδικασιών και συντείνει στη διαφύλαξη του δικαστικού χρόνου, αλλά και της ουσιαστικής επίλυσης της διαφοράς.

 

Τα παράδοξα δε αποτελέσματα που θα έφερε αυτός ο κατατεμαχισμός επισημάνθηκαν και στην D.J. Karapatakis and Sons Ltd Consortium κ.ά. v. Δημοκρατίας κ.ά. (2017) 3 Α.Α.Δ.652.

 

(Βλ. και L.R.G. Enterprises Ltd κ.ά. v. Velister Ltd, Α.Ε.43/14 και 48/14, 3.6.20).

 

Για τους λόγους που έχουμε εξηγήσει πιο πάνω, η πρωτόδικη κρίση θα πρέπει να παραμερισθεί. Βεβαίως, είναι κατανοητό πως δεν έχει θέση η εξέταση άλλου λόγου έφεσης, αλλά ούτε και της αντέφεσης που θα πρέπει να απορριφθεί.

 

Η έφεση επιτυγχάνει στον λόγο Έφεσης 1 και η πρωτόδικη απόφαση (ομού με τη διαταγή για έξοδα) παραμερίζεται. Εκ των πραγμάτων, η επίδικη πράξη επικυρώνεται.

 

Η αντέφεση απορρίπτεται.

 

Τα έξοδα της Έφεσης που περιλαμβάνουν και τα πρωτόδικα έξοδα εκ ποσού €4.000- επιδικάζονται υπέρ των Εφεσειόντων. Ουδεμία διαταγή για έξοδα αναφορικά με την αντέφεση.

 

 

Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

 

Ν. Γ. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.

 

Η. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ.

/Σ.Θ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο