
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΙΔΙΩΝ ΠΑΦΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. Κ. Βλάμη, Π.Ε.Δ.
Σ. Συμεού, Ε.Δ.
Αρ. Υπόθεσης: 5660/24
Δημοκρατία
ν.
ΧΧΧΧΧ AHMAD
Κατηγορουμένου
- - - - - - - - - - - - - -
Ημερομηνία: 11.04.25
Εμφανίσεις:
Για τη Δημοκρατία: κα Ξ. Ξενοφώντος
Για Κατηγορούμενο: κος Χρ. Δημητρίου
Κατηγορούμενος: παρών
Λειτουργός Γραφείου Ευημερίας – κα Μαριάννα Ιεροκηπίδου: παρούσα
[Η διαδικασία διεξάγεται κεκλεισμένων των θυρών σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 86 του Ν.55(Ι)/2021 και με τις διατάξεις του άρθρου 30.2 του Συντάγματος]
Π Ο Ι Ν Η
(Η κυκλοφορία της απόφασης υπόκειται σε περιορισμό. Το πρωτότυπο θα παραμείνει στο φάκελο. Θα κυκλοφορήσει κείμενο της απόφασης χωρίς ονομασίες προσώπων, τόπων και άλλων στοιχείων των εμπλεκομένων που ενδέχεται να οδηγήσουν σε αποκάλυψη προσώπων. Η πιο πάνω πρόνοια σκοπό έχει την προστασία προσώπων που κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν ανήλικα)
Ο κατηγορούμενος, σήμερα ηλικίας 17 ετών περίπου, κατόπιν δικής του παραδοχής βρέθηκε ένοχος σε τρεις κατηγορίες σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού (κατηγορίες 1, 2 & 6) κατά παράβαση των άρθρων 2, 6(3), 6(4)(γ), 14 & 34 του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμου του 2014 (Ν.91(Ι)/2014) και των άρθρων 1, 2, 12, 38, 84, 88,100, 102, 119, 120 & 121 του περί Παιδιών σε Σύγκρουση με το Νόμο του 2021 (Ν.55(Ι)/2021), σε δύο κατηγορίες παρενόχλησης (κατηγορίες 7 & 8) κατά παράβαση των άρθρων 2 και 3 του περί της Προστασίας από Παρενόχληση και Παρενοχλητική Παρακολούθηση Νόμου του 2021 (Ν.114(Ι)/2021) και κατά παράβαση των άρθρων 2, 5(α), Μέρος VI και Πίνακα 57 του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Βίας κατά των Γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας και περί Συναφών Θεμάτων Νόμου του 2021 (Ν.115(Ι)/2021) καθώς επίσης σε μία κατηγορία άσκησης ψυχολογικής βίας (κατηγορία 9) κατά παράβαση των άρθρων 2 και 6 του Ν.115(Ι)/2021
Να σημειωθεί ότι κατά την διάπραξη των αδικημάτων στα οποία ο κατηγορούμενος δήλωσε παραδοχή ήταν ηλικίας 15 ετών και 11 μηνών περίπου. Επομένως η παρούσα υπόθεση διέπεται δικονομικά από τις πρόνοιες του Ν.55(Ι)/2021 μετά των συναφών τροποποιήσεων.
Με βάση τις λεπτομέρειες του κατηγορητηρίου, ο κατηγορούμενος στις 04.03.24 στην Πάφο συμμετείχε σε σεξουαλική πράξη με την ανήλικη ΧΧΧΧΧΧΧ ΧΧΧΧΧΧΧ με ημερομηνία γέννησης ΧΧ.ΧΧ.09 (στο εξής η «παραπονούμενη») η οποία δεν είχε φθάσει σε ηλικία συναίνεσης και συγκεκριμένα τη φίλησε στα χείλη, στον λαιμό και της έκανε πιπιλιά πάνω στο αριστερό χέρι καθώς επίσης με τη χρήση βίας ή εξαναγκασμού την άγγιξε στα οπίσθια κάτω από τα ρούχα και στο στήθος κάτω από τα ρούχα. Περαιτέρω με τη συμπεριφορά του να αγγίξει την παραπονούμενη στα οπίσθια κάτω από τα ρούχα και στο στήθος κάτω από τα ρούχα ο κατηγορούμενος της προκάλεσε παρενόχληση ενώ γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι τέτοιες πράξεις συνιστούν ενόχληση. Επιπλέον με τη συμπεριφορά του να χαϊδέψει την παραπονούμενη στα οπίσθια και στο στήθος της η οποία εκδηλώθηκε με εξαναγκασμό, πίεση και βία, ο κατηγορούμενος της προκάλεσε πραγματικό φόβο.
Σε σχέση με τις κατηγορίες 3, 4 και 5 που αφορούν άλλες τρεις ξεχωριστές περιπτώσεις σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού, η κατηγορούσα αρχή προχώρησε στη διακοπή τους και ως εκ τούτου ο κατηγορούμενος απαλλάχτηκε σ' αυτές.
Τα γεγονότα που έχουν εκτεθεί από την κατηγορούσα αρχή και δεν έχουν αμφισβητηθεί από την υπεράσπιση, παρατίθενται αυτολεξεί (Τεκμήριο ‘Α’):
«Τα γεγονότα είναι όπως αναφέρονται στις λεπτομέρειες των αδικημάτων των κατηγοριών που αντιμετωπίζει ο κατηγορούμενος. Επιπλέον, καταγράφονται και τα ακόλουθα για να αποτελέσουν μέρος των γεγονότων:
1. Η παραπονούμενη είναι η ΧΧΧΧΧΧΧΧΧ ΧΧΧΧΧΧΧ, Μ.Κ.1, ημερ. γέννησης ΧΧ/ΧΧ/2009 από την ΧΧΧΧΧ. Η ανήλικη παραπονούμενη μένει με τους γονείς και τον αδελφό της στην Κύπρο από το Δεκέμβριο του 2021. Όταν δε έγινε η καταγγελία εναντίον του κατηγορούμενου, φοιτούσε στη Β΄ τάξη του Γυμνασίου ΧΧΧΧΧΧΧΧ ΧΧΧΧΧΧΧΧΧ στην Πάφο.
2. Ο κατηγορούμενος, ΧΧΧΧΧ Hassan, έχει ημερομηνία γέννησης ΧΧ/ΧΧ/2008, κατάγεται από την Συρία και διαμένει στην Πάφο.
3. Κατά τον επίδικο χρόνο, φοιτούσε στο ίδιο σχολείο με την παραπονούμενη ανήλικη και ήταν συμμαθητές στην ίδια τάξη.
4. Ο κατηγορούμενος είναι ασυνόδευτος ανήλικος από την Συρία, έφθασε στην Κύπρο τον Απρίλιο του 2022 και τέθηκε υπό την προστασία της Διευθύντριας Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, λόγω του ότι ήταν ανήλικος και έφθασε χωρίς τους γονείς του. Αρχικά, μόλις ήρθε στην Κύπρο, μπήκε σε καραντίνα στο ΚΕΠΥ Πουρνάρα, λόγω των προστατευτικών μέτρων που ίσχυαν εκείνη την περίοδο για την πανδημία του κορονοϊού. Από τον Ιούνιο του 2022, ο κατηγορούμενος διαμένει με τον ξάδελφο του ΧΧΧ ΧΧΧΧΧΧ από την Συρία στην Πάφο, ο οποίος ανέλαβε την φροντίδα του ως ανάδοχος πατέρας. Η κα Μαριάννα Ιεροκηπίδου, Μ.Κ.9, εκτελεί καθήκοντα κηδεμόνα για τον κατηγορούμενο.
5. Στις 05/03/2024 το πρωί, η κα ΧΧΧΧΧΧΧ ΧΧΧΧΧΧΧ, Μ.Κ.6, Διευθύντρια του Γυμνασίου ΧΧΧΧΧΧΧ ΧΧΧΧΧΧΧΧ, ενώ έκανε την καθιερωμένη βόλτα στο χώρο του σχολείου, εντόπισε την ανήλικη παραπονούμενη μαθήτρια του σχολείου, να κλαίει και να βρίσκεται έξω από την αίθουσα της. Εν συνεχεία, μετά την συμβολή της συμβούλου του σχολείου, κας ΧΧΧΧΧ ΧΧΧΧΧΧΧΧ, Μ.Κ.8 και του Υπεύθυνου του Τμήματος της ανήλικης, Μ.Κ.7, η παραπονούμενη ανήλικη αναφέρθηκε σε σεξουαλική κακοποίηση από τον συμμαθητή της, κατηγορούμενο, την προηγούμενη ημέρα που πήγε στο κομμωτήριο που εργαζόταν για να της κόψει τα μαλλιά της.
6. Ακολούθως, κλήθηκε ο κατηγορούμενος, ο οποίος ζήτησε συγνώμη για το όλο περιστατικό.
7. Εν συνεχεία, η Μ.Κ.6, ενημέρωσε την μητέρα της παραπονούμενης και το Γραφείο Ευημερίας, αφού ο κατηγορούμενος ήταν ανήλικος.
8. Στις 05/03/2024, ενημερώθηκε το Τμήμα Διερεύνησης Αδικημάτων Σεξουαλικής Κακοποίησης Ανηλίκων από το Γραφείο Κοινωνικής Ευημερίας ότι ο κατηγορούμενος συναντήθηκε εκτός σχολείου με την συμμαθήτρια του, παραπονούμενη ανήλικη και την παρενόχλησε σεξουαλικά.
9. Στις 21/03/2024, η ανήλικη παραπονούμενη, Μ.Κ.1, προσήλθε στον Κεντρικό Αστυνομικό Σταθμό Πάφου, συνοδευόμενη από την μητέρα της, Μ.Κ.2 και έδωσε οπτικογραφημένη κατάθεση στην Αστυνομία όπου διαπιστώθηκαν τα εξής:
10. Ο κατηγορούμενος, είναι συμμαθητής της και διατηρούσε φιλικές σχέσεις μαζί του στο σχολείο. Ο κατηγορούμενος, μετά το σχολείο, εργαζόταν στο ΧΧΧΧΧΧ ΧΧΧΧΧ shop. Στις 04/03/2024 το απόγευμα, η ανήλικη παραπονούμενη μετέβηκε στο ΧΧΧΧΧΧΧ που εργάζετο ο κατηγορούμενος για να της κόψει τα μαλλιά, μετά από πρόσκληση του τελευταίου και αφού της έστειλε την διεύθυνση του κομμωτηρίου στο κινητό της.
11. Ο κατηγορούμενος τελείωσε με το κόψιμο των μαλλιών της ανήλικης παραπονούμενης και εν συνεχεία, της πρότεινε να της δείξει μια άλλη έξοδο από το κατάστημα για να φτάσει πιο γρήγορα στο σπίτι της. Η παραπονούμενη συμφώνησε. Όταν βγήκαν από την έξοδο αυτή που βρισκόταν στο πίσω μέρος του κομμωτηρίου και εκεί υπήρχε μια μικρή αυλή, ο κατηγορούμενος την αγκάλιασε σφικτά. Ενώ ο κατηγορούμενος την αγκάλιαζε, η ανήλικη είχε μήνυμα στο κινητό της τηλέφωνο από την μητέρα της. Ο κατηγορούμενος της πήρε το κινητό, κοίταξε ποιος της έστειλε μήνυμα και έβαλε το κινητό δίπλα σε ένα χαλασμένο ξύλινο ντουλάπι. Ενώ γινόταν όλο αυτό, ο κατηγορούμενος βρισκόταν σε στύση, την φίλησε στα χείλη, στο λαιμό και της έκανε πιπιλιά πάνω στο αριστερό της χέρι.
12. Στην συνέχεια, ο κατηγορούμενος την στρίμωξε στο τοίχο, αγκαλιάζοντας την σφικτά, λέγοντας της ότι θέλει να κάνουν σεξ και ότι θα πάρει 5 λεπτά και δεν θα αργήσουν. Ενώ ο κατηγορούμενος της έλεγε αυτά, έβαλε το χέρι του κάτω από την μπλούζα της και της άνοιξε το στηθόδεσμο της, ακουμπώντας την στο στήθος. Η ανήλικη τότε, του είπε να σταματήσει, όμως ο κατηγορούμενος συνέχισε να πιέζει δυνατά με το σώμα του την ανήλικη και ενώ το γεννητικό του όργανο ήταν σε στύση, πίεζε αυτό στο πόδι της ανήλικης και στην μέση του σώματος της, χαϊδεύοντας την στο στήθος. Εν συνεχεία, ο κατηγορούμενος έβαλε τα χέρια του μέσα στο παντελόνι της ανήλικης, αγγίζοντας της τα οπίσθια και τραβώντας της το εσώρουχο.
13. Η ανήλικη, είπε στον κατηγορούμενο ότι την περίμενε η μάμα της και ότι είχε προπόνηση για να την αφήσει να φύγει. Μετά τις πιο πάνω αναφορές της ανήλικης, ο κατηγορούμενος την άφησε και η ανήλικη έφυγε από το μέρος φοβισμένη κλαίγοντας.
14. Η ανήλικη παραπονούμενη παραπέμφθηκε στο σπίτι του παιδιού για ψυχολογική αξιολόγηση από τον Κλάδο Διερεύνησης Αδικημάτων Σεξουαλικής Κακοποίησης Ανηλίκων (Κ.Δ.Α.Σ.Κ.Α.).
15. Την παραπονούμενη παρακολούθησε η κα Νατάσα Παπαμάρκου, Κλινική Ψυχολόγος, η οποία ετοίμασε έκθεση ψυχολογικής αξιολόγησης της ανήλικης παραπονούμενης.
16. Σύμφωνα με την έκθεση της Κλινικής Ψυχολόγου, διαπιστώθηκε ότι η ανήλικη ήταν ένα ήρεμο κορίτσι με εξωσχολικές δραστηριότητες, όπως κατηχητικό και καλές ακαδημαϊκές επιδόσεις.
17. Μετά το καταγγελθέν περιστατικό, η συμπεριφορά της ανήλικης άλλαξε, καθώς απομονωνόταν περισσότερο στο δωμάτιο της και ήταν πιο ευερέθιστη. Η ανήλικη, εμφάνιζε έντονο άγχος, δυσκολία στον ύπνο, καθημερινούς πονοκεφάλους και εξέφραζε αηδία για τους άνδρες. Επιβαρυντικά λειτούργησε το γεγονός ότι το περιστατικό αποκαλύφθηκε στο σχολείο όπου φοιτούσε.
18. Αδρά, εκτιμώμενες οι γνωστικές της λειτουργίες, ενέπιπταν εντός του αναμενόμενου φυσιολογικού για την ηλικία της πλαισίου. Διατηρούσε καλή βλεμματική επαφή και πλήρη προσανατολισμό σε τόπο, χρόνο και εαυτό. Παρουσίαζε καλή αντίληψη και ανεμπόδιστη ροή και περιεχόμενο σκέψεων, όπως επίσης και καλή απόδοση στη μνήμη της. Επιπλέον, είχε καλή κατανόηση και ποιότητα ομιλίας και οι συναισθηματικές της αντιδράσεις ήταν σύντονες με το περιεχόμενο του λόγου της.
19. Πρόκειται για ένα συνεσταλμένο κορίτσι στο αναπτυξιακό στάδιο της εφηβείας. Παρουσίασε κοινωνικό άγχος και χαμηλή αυτοεκτίμηση που συνδέθηκαν με τα επικριτικά σχόλια που δεχόταν κατά την παιδική ηλικία από άτομα του περιβάλλοντος της, σε σχέση με το βάρος της. Διατηρούσε στενές φιλικές σχέσεις στο σχολικό πλαίσιο που φάνηκε να αποτελούσαν ένα σταθερό υποστηρικτικό δίκτυο για την ίδια.
20. Σχετικά με το καταγγελλόμενο περιστατικό, η ανήλικη διατηρούσε φιλική σχέση με τον κατηγορούμενο, ενώ δεν είχε διακρίνει ερωτικό ενδιαφέρον από τον ίδιο, εξού και είχε αποδεχτεί την πρόσκλησή του να μεταβεί στο μέρος όπου εργαζόταν. Κατά το καταγγελλόμενο περιστατικό, αισθάνθηκε σωματική παραβίαση, εκφράζοντας λεκτικά και μη λεκτικά την επιθυμία της όπως ο ύποπτος σταματήσει.
21. Μετά το πιο πάνω καταγγελλόμενο περιστατικό με τον κατηγορούμενο, η ανήλικη παρουσίαζε επανειλημμένες και ακούσιες σκέψεις του περιστατικού, είχε ενοχλητικά όνειρα και έντονη ψυχολογική ενόχληση.
22. Επιπλέον, είχε πονοκεφάλους, ιδιαίτερα κατά τις βραδινές ώρες, και εμφάνιζε διαταραχή στον ύπνο. Η ανήλικη προέβαινε σε προσπάθειες αποφυγής σχετικών ερεθισμάτων που θύμιζαν το περιστατικό, όπως στενά δρομάκια, άντρες αραβικής καταγωγής και σωματική επαφή με αγόρια. Παρατηρήθηκαν επίσης αρνητικές μεταβολές στις γνωστικές λειτουργίες και τη διάθεση της, όπως αισθήματα φόβου, ντροπής και ενοχής, αλλά ανέπτυξε και την πεποίθηση ότι οι άντρες ήταν επικίνδυνοι, με αποτέλεσμα να βρισκόταν σε διαρκή υπερεπαγρύπνηση. Τα παραπάνω φάνηκε ότι αρχικά προκαλούσαν απόγνωση στην ανήλικη, συντελώντας στην εμφάνιση ήπιου αυτοκτονικού ιδεασμού, με την εμφάνιση παροδικών ευχών θανάτου, χωρίς συγκεκριμένο πλάνο. Κατά το πέρας της αξιολόγησης φάνηκε ότι η ένταση της συμπτωματολογίας παρουσίασε κάποια ύφεση, που πιθανόν να συνδέεται με την απομάκρυνση του κατηγορούμενου από το σχολικό πλαίσιο και τη λήψη υπηρεσιών, που προσέδωσαν στο παιδί ασφάλεια και υποστήριξη.
23. Βάσει των αποτελεσμάτων της ψυχοδιαγνωστικής αξιολόγησης, η ανήλικη παραπονούμενη πληρούσε τα κριτήρια για διάγνωση Διαταραχής Ματατραυματικού Στρες, συνδεόμενη με το καταγγελλόμενο περιστατικό.
24. Καταληκτικά, η Κλινική Ψυχολόγος, εισηγήθηκε μεταξύ άλλων, την παροχή ψυχολογικής υποστήριξης και θεραπείας στην ανήλικη από Ψυχολόγο από το Σπίτι του Παιδιού και την Συμβουλευτική υποστήριξη των γονέων της.
25. Να σημειωθεί ότι μετά το πιο πάνω περιστατικό, ο κατηγορούμενος σταμάτησε να φοιτά στο αναφερόμενο σχολείο, μετά από επιστολή που στάλθηκε από την διευθύντρια του σχολείου, Μ.Κ.6, προς το Υπουργείο Παιδείας, για άμεση απομάκρυνση του από το ΧΧΧΧΧΧΧ ΧΧΧΧΧΧΧ ΧΧΧΧΧΧΧΧ και μεταγραφή του σε άλλο σχολείο.
26. Ο κατηγορούμενος δεν βαρύνεται με προηγούμενες καταδίκες.»
Καταλήγοντας η εκπρόσωπος της κατηγορούσας αρχής ανάφερε ότι δεν έχουν δημιουργηθεί έξοδα στην υπόθεση.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος υπεράσπισης προέβηκε σε αγόρευση με παραπομπή σε νομολογία, το περιεχόμενο της οποίας μελετήσαμε με προσοχή στα πλαίσια διεκπεραίωσης του έργου μας για επιβολή στον κατηγορούμενο της κατάλληλης ποινής σε ότι αφορά το είδος αλλά και το ύψος της. Συγκεκριμένα ο κύριος Δημητρίου κάλεσε το Δικαστήριο να λάβει τα πιο κάτω ως μετριαστικούς παράγοντες:
(1) Το λευκό ποινικό μητρώο του πελάτη του.
(2) Την παραδοχή του κατηγορουμένου που θεωρεί ότι είναι άμεση με την οποίαν, όπως είπε, εξοικονομήθηκε πολύτιμος δικαστικός χρόνος.
(3) Την απολογία του κατηγορουμένου η οποία, σύμφωνα με τον ίδιο, σε συνδυασμό με την παραδοχή καταδεικνύει έμπρακτη μεταμέλεια από μέρους του πελάτη του.
(4) Τα δύσκολα παιδικά χρόνια που ο κατηγορούμενος είχε όταν αυτός μεγάλωσε σε φτωχό οικονομικά και κοινωνικά περιβάλλον.
(5) Το νεαρό της ηλικίας του πελάτη του.
Σχολιάζοντας τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες διαπράχτηκαν τα αδικήματα, ο ευπαίδευτος συνήγορος υπεράσπισης ανέφερε ότι την ημέρα της διάπραξης των αδικημάτων ο κατηγορούμενος λανθασμένα εξέλαβε στη σκέψη του ότι η επίσκεψη της παραπονούμενης στο χώρο εργασίας του κατόπιν πρόσκλησης του ιδίου σήμαινε αποδοχή της στο φλερτ που της έκανε. Ο εν λόγω συνήγορος είπε ότι ασκήθηκε μικρής διάρκειας βία και ότι η συμπεριφορά που ο πελάτης του εκδήλωσε ήταν στιγμιαία.
Ένας άλλος παράγοντας που το Δικαστήριο κλήθηκε να λάβει υπόψη του ως μετριαστικό είναι οι προσωπικές, οικογενειακές και οικονομικές συνθήκες του κατηγορουμένου, οι οποίες περιγράφονται στην έκθεση του Γραφείου Ευημερίας που η υπεράσπιση έχει υιοθετήσει, με εξαίρεση την αναφορά «ότι η πράξη που έγινε μεταξύ του ιδίου [κατηγορουμένου] και της ανήλικης ήταν κατόπιν επιθυμίας και των δύο» την οποίαν η πλευρά του κατηγορουμένου απέσυρε με σχετική ρητή και σαφή δήλωση ενώπιον του Δικαστηρίου. Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί ότι η κατηγορούσα αρχή δεν έχει αμφισβητήσει το περιεχόμενο της εν λόγω έκθεσης, αλλά και αυτά που συμπληρωματικά ανάφερε ενώπιον μας ο συνήγορος υπεράσπισης σε σχέση με το θέμα αυτό. Η έκθεση αυτή ετοιμάστηκε με βάση τις διατάξεις του άρθρου 94 του Ν.55(Ι)/2021 με τις πληροφορίες να λαμβάνονται από τον κατηγορούμενο και από τον εξάδελφο που είναι ο ανάδοχος γονιός του και με τον οποίον διαμένει. Η έκθεση της κηδεμονευτικού λειτουργού περιλαμβάνει πληροφορίες που αφορούν του τομείς που απαιτούνται να περιέχονται από το άρθρο 94 της πιο πάνω νομοθεσίας. Πιο κάτω παραθέτουμε συνοπτικά το περιεχόμενο αυτής της έκθεσης.
Όπως έχει αναφερθεί, ο κατηγορούμενος κατάγεται από τη Συρία και προέρχεται από πολυμελή οικογένεια 6 παιδιών. Ο ίδιος ηλικιακά είναι ο δεύτερος στη σειρά. Το έτος 2022 ήλθε ασυνόδευτος στην Κύπρο αφού οι γονείς και τα αδέλφια του παρέμειναν στη Συρία. Ανάδοχος γονιός του κατηγορουμένου που εγκρίθηκε από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας ο κύριος ΧΧΧ. Ο κύριος ΧΧΧ είναι άγαμος και βρίσκεται στην Κύπρο τα τελευταία 10 χρόνια. Εργάζεται στις οικοδομές και παράλληλα ως διανομέας φαγητού.
Ο κατηγορούμενος διαμένει με τον κύριο ΧΧΧ, ο οποίος είναι εξάδελφος του. Οι σχέσεις του κυρίου ΧΧΧ με τον κατηγορούμενο χαρακτηρίζονται αρμονικές. Σύμφωνα με τον κύριο ΧΧΧ, ο κατηγορούμενος είναι υπάκουος, συνεργάσιμος και εργατικός. Ουδέποτε απασχόλησε τη δικαιοσύνη με θέματα παραβατικής ή μη οριοθετημένης συμπεριφοράς. Με τη συμπλήρωση του 16ου έτους της ηλικίας του, ο κατηγορούμενος τοποθετήθηκε στο πρόγραμμα ημιανεξάρτητης διαβίωσης της Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας.
Με βάση ακόμη το περιεχόμενο της έκθεσης, ο κατηγορούμενος διατηρεί επικοινωνία με την οικογένεια του. Φοίτησε μέχρι τους πρώτους μήνες της Β’ Τάξης Γυμνασίου. Διέκοψε τη φοίτηση του όταν το Επαρχιακό Γραφείο Παιδείας Πάφου έδωσε οδηγίες για την μεταγραφή του κατηγορουμένου σε άλλο σχολείο. Σήμερα είναι μαθητευόμενος σε σχολείο. Με τα χρήματα που λαμβάνει καλύπτει τις βασικές και ειδικές ανάγκες του. Ο κατηγορούμενος τυγχάνει επιπρόσθετη υποστήριξη από τον εξάδελφο του, ο οποίος τον στηρίζει ποικιλοτρόπως. Στο μέλλον ο κατηγορούμενος θέλει να ασχοληθεί με την ανδρική κόμμωση και να ανοίξει το δικό του κουρείο. Ο ίδιος εκφράζει μεταμέλεια για το αδίκημα που παραδέχτηκε ότι διέπραξε.
Η λειτουργός του Γραφείου Ευημερίας που ετοίμασε την έκθεση εκτιμά ότι ο κατηγορούμενος έχει το κατάλληλο υποστηρικτικό περιβάλλον, το οποίο του παρέχει ουσιαστική συμβουλευτική καθοδήγηση. Γι’ αυτό ο κατηγορούμενος θέτει υγιείς στόχους για το μέλλον. Η λειτουργός δεν έχει διαπιστώσει να υπάρχει έλλειψη φροντίδας από τον ανάδοχο γονέα. Σύμφωνα με την εν λόγω λειτουργό, ο κατηγορούμενος είναι σε θέση να αντιληφθεί τη σοβαρότητα του αδικήματος που έχει παραδεχτεί και τις πιθανές επιπτώσεις του. Σύμφωνα ακόμη με τη λειτουργό, το κίνητρο για την παραβατική συμπεριφορά του κατηγορουμένου οφείλεται στην ανωριμότητα του, στη νεανική επιπολαιότητα του και στην απουσία άσκησης ουσιαστικής γονικής μέριμνας προς τον ίδιο από την πατρική οικογένεια του.
Κατά την άποψη της λειτουργού είναι προς το συμφέρον του κατηγορουμένου η επανένταξη του στο κοινωνικό σύνολο. Η εν λόγω λειτουργός εισηγείται ότι η ένταξη του κατηγορουμένου στο πρόγραμμα Κοινοτικής Εργασίας χωρίς αμοιβή ως εναλλακτική ποινή, θα βοηθήσει στην ομαλή επανένταξη του στην κοινωνία. Η λειτουργός αναφέρει ότι ο κατηγορούμενος είναι πρόθυμος να προσφέρει Κοινοτική Εργασία χωρίς αμοιβή ως εναλλακτική ποινή. Επίσης η λειτουργός πιστεύει ότι ο κατηγορούμενος αντιλαμβάνεται τους όρους και τις υποχρεώσεις ενός διατάγματος κηδεμονίας και, όπως της ανάφερε, είναι διαθέσιμος να συμμορφώνεται και να συνεργάζεται με Κηδεμονευτική Λειτουργό.
Αναφερόμενος σε ενδεχόμενη κράτηση του πελάτη του, ο κύριος Δημητρίου ευσεβάστως εισηγήθηκε ότι αυτή θα πρέπει να είναι το έσχατο μέτρο λαμβάνοντας υπόψη τα γεγονότα της υπόθεσης, το λευκό ποινικό μητρώο του κατηγορουμένου και το νεαρό της ηλικίας του ιδίου αλλά και του θύματος. Επίσης εισηγήθηκε ότι εάν το Δικαστήριο προσανατολίζεται να επιβάλει ποινή κράτησης στον κατηγορούμενο δικαιολογείται η αναστολή της από τα περιστατικά της υπόθεσης και τις προσωπικές συνθήκες του πελάτη του.
Σχολιάζοντας την επιστολή ημερ. 18.02.25 του Τμήματος Φυλακών προς τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (Τεκμήριο ‘Β’) παραβάτες ανήλικοι μπορούν να κρατηθούν σε ξεχωριστή ειδική πτέρυγα που έχει διαμορφωθεί για τον σκοπό αυτό στις Κεντρικές Φυλακές, ο κύριος Δημητρίου επισήμανε ότι το συγκεκριμένο έγγραφο έρχεται σε αντίθεση με το νομικό όρο «χώρος κράτησης παιδιών» που περιέχεται στο άρθρο 2 σε συνάρτηση με το εδάφιο (4) του άρθρου 119 του Ν.55(Ι)/2021 επειδή, όπως είπε, ο χώρος κράτησης παιδιών που υποδεικνύεται βρίσκεται εντός των Κεντρικών Φυλακών. Μετά από διευκρίνιση που ζήτησε το Δικαστήριο, ο συνήγορος υπεράσπισης εξέφρασε την νομική άποψη ότι στη συγκεκριμένη υπόθεση πρέπει να εφαρμοστούν οι πρόνοιες των άρθρων 2 και 119(4) προτού αυτές τροποποιηθούν στις 03.04.24 επειδή η εν λόγω τροποποίηση συγκρούεται με το νομικό ορισμό του «χώρου κράτησης παιδιών» που παρέχεται στο ερμηνευτικό πλαίσιο του Ν.55(Ι)/2021 (άρθρο 2).
Αντίθετη ήταν η νομική επιχειρηματολογία της εκπροσώπου της κατηγορούσας αρχής για το ζήτημα που το Δικαστήριο ζήτησε διευκρινίσεις, η οποία υποστήριξε ότι από την αρχή ο νομοθέτης προνόησε ζήτημα κράτησης ανηλίκου και με την συγκεκριμένη τροποποίηση, η οποία είναι προέκταση μίας κατάστασης που μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν προσωρινή, το ζήτημα έχει ρυθμιστεί. Όπως η κυρία Ξενοφώντος υπέδειξε, το περιεχόμενο του Τεκμηρίου ‘Β’ συνάδει με τις διατάξεις που τροποποίησαν το άρθρο 119(4) του Ν.55(Ι)/2021. Είναι η θέση της κατηγορούσας αρχής ότι με βάση το σκεπτικό που παρέθεσε στην προκειμένη περίπτωση θα πρέπει να εφαρμοστεί η εν λόγω τροποποίηση, βάση της οποίας δεν είναι πλέον αναγκαίο η έκδοση διατάγματος του Υπουργού Δικαιοσύνης για την κράτηση του παιδιού.
Τέλος ο συνήγορος υπεράσπισης εξέφρασε δημόσια τη λύπη, τη συγγνώμη και την ντροπή του πελάτη του. Όπως είπε, λόγω της ντροπής που αισθάνεται ο κατηγορούμενος διέκοψε τη φοίτηση του. Παράλληλα μετέφερε την υπόσχεση του κατηγορουμένου ότι δεν πρόκειται να επαναλάβει παρόμοιας φύσεως συμπεριφορά στο μέλλον.
Έχουμε εξετάσει προσεκτικά όλα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μας στη βάση του νομοθετικού πλαισίου που είναι συναφές καθώς επίσης υπό το φως της σχετικής νομολογίας.
Ο Περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμος του 2014 (Ν.91(1)/2014) προβλέπει την ποινική μεταχείριση προσώπων που διαπράττουν σεξουαλικής φύσεως αδικήματα εις βάρος ανηλίκων προσώπων. Πρόκειται για ένα αυστηρό νομοθέτημα το οποίο συμβάλλει στην αδιάκοπη προσπάθεια της παγκόσμιας κοινότητας να προστατεύσει τα παιδιά από τη σεξουαλική εκμετάλλευση και κακοποίηση καθώς επίσης γενικότερα από απαράδεκτες συμπεριφορές ανθρώπων (βλέπε Aebi And Others, Criminal Punishment Around The World, Volumes 1-4, ABC-CLIO, 2010). Θεσπίστηκε ειδικά για την πάταξη της σεξουαλικής κακοποίησης και γενικότερα εκμετάλλευσης παιδιών. Η εισαγωγή αυστηρών ποινών αποτρεπτικής φύσεως στοχεύει ακριβώς στην αναχαίτιση εγκλημάτων σεξουαλικής φύσεως (χχχ Γεωργίου v. Δημοκρατίας Ποινική Έφεση Αρ. 165/2019 ημερ. 20.05.21), ECLI:CY:AD:2021:B195. Όπως επανειλημμένα έχει λεχθεί, αδικήματα αυτής της μορφής και φύσης θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με αυστηρές και αποτρεπτικές ποινές (Σοφοκλέους ν. Δημοκρατίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 259 και Α.Γ.Α. ν. Δημοκρατίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 345). Το γεγονός ότι τέτοιου είδους αδικήματα στρέφονται σε βάρος ανηλίκων προσώπων, όπως είναι η υπό κρίση περίπτωση, τα καθιστούν εξαιρετικής σοβαρότητας. Η εκμετάλλευση της νεαρής ηλικίας των θυμάτων, η διάβρωση της παιδικής αθωότητας τους και η σωματική και ψυχική καταρράκωση τους εξαιτίας τέτοιων αδικημάτων με τον θύτη να ενεργεί λόγω ανωριμότητας και επιθυμίας να ικανοποιήσει σεξουαλικές ορέξεις του, είναι στοιχεία που προκαλούν αποστροφή και αποτροπιασμό στην κοινωνία.
Η σοβαρότητα που πρέπει να επιδεικνύεται σε περιπτώσεις αδικημάτων σεξουαλικής φύσεως με θύματα ανήλικα πρόσωπα αποτυπώνεται επίσης μέσα από τη νομολογία. Πιο κάτω γίνεται αναφορά σε διάφορες υποθέσεις στις οποίες το Εφετείο επισήμανε με έντονο τρόπο την ανάγκη επιβολής αυστηρών αδικημάτων αποτρεπτικής φύσεως σε τέτοιους είδους σοβαρά αδικήματα που επιφέρουν σωματικές και ψυχικές βλάβες στο ανήλικο θύμα. Παρόλο ότι στις υποθέσεις αυτές οι κατηγορούμενοι διέπραξαν τα αδικήματα αυτά όταν ήταν ενήλικοι, εντούτοις η ανάγκη για αυστηρή αντιμετώπιση τους δεν υποβαθμίζεται όταν αδικήματα τέτοιου είδους διαπράττονται από ανήλικα άτομα.
Χαρακτηριστικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα από την υπόθεση Λευκαρίτης Κωνσταντίνος κ.ά. v. Δημοκρατίας (2016) 2 Α.Α.Δ. 1165, το οποίο παρέχεται αυτούσιο:
«Σεξουαλικής φύσης αδικήματα τιμωρούνται από τα δικαστήρια με αποτρεπτικές ποινές, σε μια προσπάθεια καταστολής τους, τόσο επειδή στρέφονται και προσβάλλουν τα ήθη γενικά, όσο και επειδή προσβάλλουν και συνθλίβουν την προσωπικότητα των θυμάτων (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Κυριάκου (2008) 2 Α.Α.Δ. 562). Ανάλογα με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης, η ποινή μπορεί να είναι ιδιαίτερα αυστηρή. Όταν στρέφονται κατά νεαρών προσώπων, τα οποία δεν έχουν ακόμη ολοκληρωμένη και ορθή αντίληψη για τη σεξουαλική πτυχή της ζωής ούτε σταθερές δυνάμεις αντίστασης, τα αδικήματα αυτά καθίστανται ιδιαίτερα σοβαρά. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι, παρόλον που ένα νεαρό θύμα μπορεί, φαινομενικά, να είχε συναινέσει, η συμπεριφορά αυτή μπορεί να του προκαλέσει βλάβη, γι' αυτό ακριβώς ο νομοθέτης προνόησε για το συγκεκριμένο αδίκημα (R. v. Perry [2010] 2 Cr. App. R (S) 98). Βέβαια, και σε αυτές τις περιπτώσεις η εξατομίκευση έχει τη θέση της, αλλά δεν μπορεί να οδηγεί στην εξουδετέρωση της ποινής και του αποτρεπτικού χαρακτήρα της».
(Η υπογράμμιση γίνεται από το Κακουργιοδικείο)
Κατ’ ανάλογο τρόπο στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας v. Σ. Σ., Ποινική Έφεση Αρ. 202/2021, απόφαση, ημερ. 17/3/2022, το Ανώτατο Δικαστήριο υπογράμμισε ότι:
«Τέτοια αδικήματα έχουν δυστυχώς καταστεί δεσπόζοντα, με αποτέλεσμα να καθίσταται έτι περαιτέρω αναγκαία η επιβολή αυστηρών ποινών για σκοπούς αποτροπής. Όπως επαναλήφθηκε πρόσφατα στην ΣΛ ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. Αρ. 155/19, 25.2.2021, ECLI:CY:AD:2021:B57, ECLI:CY:AD:2021:B57, οι ανήλικοι βρίσκονται σε μια κρίσιμη διαδικασία διαμόρφωσης της προσωπικότητας τους και ο περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμου 91(Ι)/2014, όπως έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα, ακριβώς σκοπό έχει την προστασία τους. Στην υπόθεση Ειρηναίος Χριστοφόρου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. Αρ. 69/16, 23.3.2017, τονίστηκε ότι τα δικαστήρια είναι επιβεβλημένο να προστατεύουν το αγαθό που ο νομοθέτης ευλόγως θέλησε να προστατεύσει, δηλαδή τα παιδιά, παραπέμποντας στην προνοούμενη υπό του Νόμου ποινή».
Στην Ειρηναίος Χριστοφόρου ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση 59/16 ημερομηνίας 23.03.17 λέχθηκαν τα εξής:
«Ο Νόμος περί Πρόληψης και Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης και της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμου του 2014 (Ν.91(Ι)/2014) και ειδικά τα άρθρα 2, 5 και 6(3) έχουν σκοπό την προστασία των παιδιών από συμπεριφορές σεξουαλικής κακοποίησης που έχουν διαφορετικές βέβαια βαθμίδες. Εκείνο όμως που μένει ως σταθερή παράμετρος είναι το ίδιο το θύμα και η ηλικία του, που το κοινωνικό σύνολο θέλει να προστατεύσει, ως ένα πολύτιμο αγαθό. Γι’ αυτό και ο Νόμος είναι ιδιαίτερα αυστηρός στις προβλεπόμενες ποινές.»
Περαιτέρω στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας v. Ν.Ν., Ποινική Έφεση 69/17 ημερομηνίας 05.12.17, το Εφετείο ανέφερε τα ακόλουθα:
«Σε πρόσφατες αποφάσεις τονίσαμε την ανάγκη όπως οι ποινές σε τέτοιας φύσεως αδικήματα τα οποία στρέφονται εναντίον παιδιών πρέπει να είναι αυστηρές, εφόσον το προστατευόμενο αγαθό είναι ακριβώς τα παιδιά και όσο μικρότερη είναι η ηλικία αυτών, τόσο πιο έντονη είναι η ανάγκη να προστατευθούν, γι΄ αυτό και η διαβάθμιση που προκύπτει από τον ίδιο το νόμο είναι ότι όταν το παιδί - θύμα είναι κάτω των 13 ετών η προνοούμενη ποινή είναι αυτή της ισόβιας φυλάκισης».
Ακόμη στην Ν.Σ. ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση 184/15 ημερομηνίας 13.02.18, ECLI:CY:AD:2018:B72, λέχθηκαν, μεταξύ άλλων, τα πιο κάτω:
« …… θα τονίσουμε, όχι απλώς την ανησυχία, αλλά την αγωνία των Δικαστηρίων σε σχέση με την ολοένα αυξανόμενη τάση διάπραξης τέτοιων αδικημάτων, τα οποία έχουν καταστεί δεσπόζοντα. Ότι πλήττουν είναι το παιδί και ο ευαίσθητος κόσμος του, αξίες μεγάλης σπουδαιότητας για την κοινωνία, τον άνθρωπο και τον πολιτισμό. Η αδιαμφισβήτητη αναγνώριση τέτοιας σπουδαιότητας αντανακλάται στη θέσπιση αυστηρότερων ποινών δια του Ν. 91(Ι)/2014, ως εκδήλωση της ανησυχίας της κοινωνίας και της αποφασιστικότητας της έννομης τάξης για αντιμετώπιση τέτοιων απαράδεκτων, από κάθε άποψη, συμπεριφορών. Όσο δε νεαρότερο είναι ένα παιδί, εξ αντικειμένου, το αδίκημα καθίσταται σοβαρότερο.»
Όλα τα αδικήματα που διαπράχτηκαν εδώ είναι, δίχως κανένα ενδοιασμό, εξ’ αντικειμένου πολύ σοβαρά, γεγονός που αναγνώρισε και ο ευπαίδευτος συνήγορος υπεράσπισης χωρίς περιστροφές. Αναμφίβολα πρόκειται για ειδεχθή εγκλήματα τα οποία δημιουργούν αισθήματα αποστροφής. Η σοβαρότητα που τα χαρακτηρίζει αντανακλάται κατ' αρχάς από την προβλεπόμενη από το Νόμο ανώτατη ποινή. Η προβλεπόμενη από το Νόμο ανώτατη ποινή είναι ενδεικτική της έκτασης της σοβαρότητας ενός αδικήματος και αυτό είναι ένα στοιχείο που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στην επιμέτρηση της ποινής, όπως και το είδος της ποινής που θα επιβληθεί (Δημοκρατία ν. Κυριάκου κ.α. (1990) 2 ΑΑΔ 264, Souilmi v. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 248, Γεν. Εισαγγελέας v. Πέτρου (1993) 2 Α.Α.Δ. 9). Όπως τέθηκε στην υπόθεση Λεβέντης v. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 632: «το μέγιστο ύψος της ποινής που προβλέπεται από το νόμο είναι η βάση από την οποία ξεκινά το Δικαστήριο για να επιμετρήσει την ποινή».
Ειδικότερα το αδίκημα της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού που έχει τη μορφή συμμετοχής σε σεξουαλική πράξη με παιδί, για την τέλεση της οποίας γίνεται χρήση εξαναγκασμού, βίας ή απειλής, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης δια βίου (άρθρο 6(4)(γ) του Ν.91(Ι)/2014 – κατηγορίες 1 & 2).
Το δε αδίκημα της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού υπό τη μορφή συμμετοχής σε σεξουαλική πράξη με παιδί το οποίο δεν έχει φτάσει στην ηλικία συναίνεσης επισύρει ποινή φυλάκισης μέχρι 20 έτη (άρθρο 6(3) του Ν.91(Ι)/2014 – κατηγορία 6).
Σε σχέση με το αδίκημα της συμπεριφοράς που προκαλεί παρενόχληση, η εκδήλωση της οποίας συνίσταται στη δημιουργία φόβου στο θύμα ότι θα ασκηθεί βία εναντίον του, το άτομο που το διαπράττει υπόκειται σε ποινή φυλάκισης μέχρι 5 έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα €10.000 ή και στις δύο ποινές, νοουμένου ότι η πράξη δεν τιμωρείται αυστηρότερα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου σε ισχύ νόμου (άρθρο 3(2) του Ν.114(Ι)/2021 – κατηγορία 7). Να σημειωθεί ότι οι ίδιες ποινές για τέτοιου είδους συμπεριφορά προνοούνται μέσα από τις πρόνοιες του άρθρου 7 του Ν.115(Ι)/2021.
Στην περίπτωση δε που πρόσωπο προβαίνει σε ανεπιθύμητη από τη γυναίκα συμπεριφορά σεξουαλικής φύσεως η οποία εκφράζεται με λόγια ή με πράξεις και έχει ως σκοπό ή αποτέλεσμα την προσβολή της αξιοπρέπειας της γυναίκας, μέσω της οποίας αυτής της συμπεριφοράς, το εν λόγω πρόσωπο δημιουργεί φόβο, εχθρικό, υποβαθμιστικό, ταπεινωτικό ή προσβλητικό κλίμα προς τη γυναίκα αυτή, είναι ένοχο αδικήματος και τιμωρείται με ποινή φυλάκισης μέχρι πέντε έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα €10.000 ή και στις δύο αυτές ποινές (άρθρο 7 του Ν.115(Ι)/2021 – κατηγορία 8).
Περαιτέρω πρόσωπο το οποίο με τη συμπεριφορά του η οποία εκφράζεται με εξαναγκασμό ή πίεση πλήττει σοβαρά την ψυχολογική ακεραιότητα γυναίκας ή της προκαλεί πραγματικό φόβο, είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα €10.000 ή και στις δύο αυτές ποινές (άρθρο 6 του Ν.115(Ι)/2021 – κατηγορία 9).
Από τον καθορισμό του ύψους των πιο πάνω ποινών, καταδεικνύεται η σοβαρότητα που ο νομοθέτης αποδίδει στη διάπραξη των αδικημάτων του κατηγορητηρίου.
Βεβαίως, τα Δικαστήρια δεν βασίζονται μόνο στην προβλεπόμενη από το νόμο ποινή αλλά λαμβάνουν υπόψη τις προσωπικές συνθήκες ενός κατηγορούμενου, τις περιστάσεις διάπραξης των αδικημάτων, το μέσο που χρησιμοποιήθηκε για τη διενέργεια της εγκληματικής πράξης, τη μορφή της επιλήψιμης συμπεριφοράς, τη συχνότητα διάπραξης τέτοιας παράνομης συμπεριφοράς και τις επιπτώσεις που προκαλούνται στο ανήλικο θύμα (Ιωσήφ ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 930). Όσον αφορά στη σοβαρότητα των αδικημάτων, θεωρούμε σκόπιμο να παραπέμψουμε και στην υπόθεση Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 391, όπου στις σελίδες 402 – 403 λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Σχετικά με τη σοβαρότητα των αδικημάτων θα θέλαμε να παρατηρήσουμε ότι ο χαρακτηρισμός κάποιου αδικήματος ως σοβαρού δεν εξαρτάται αποκλειστικά από το ανώτατο όριο ποινής που ο νόμος προνοεί για τη διάπραξή του. Εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το σύνολο των περιστάσεων που περιβάλλουν τη διάπραξή του και διαγράφουν το μέγεθος της βλάβης και τις εν γένει συνέπειες που η διάπραξή του μπορεί να επιφέρει στην κοινωνία και οι οποίες δυνατόν είτε να υποβιβάζουν ένα αδίκημα για το οποίο προνοείται πολυετής φυλάκιση σε απλή και τυπική παράβαση, είτε να καθιστούν εξαιρετικά σοβαρό ένα αδίκημα για το οποίο δεν προνοείται αυστηρή ποινή υπό μορφή πολυετούς φυλάκισης.»
[Η υπογράμμιση γίνεται από το Δικαστήριο]
Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια καταγράφεται αύξηση στη διάπραξη σεξουαλικών αδικημάτων με θύματα παιδιά. Επί τούτου λαμβάνουμε δικαστική γνώση από τις υποθέσεις που καταχωρούνται ενώπιον Δικαστηρίων. Η ανησυχία της κοινωνίας είναι διάχυτη. Η έξαρση αυτών των ειδεχθών εγκλημάτων αντιμετωπίζεται με την επιβολή ποινών αποτρεπτικής φύσεως. Η νομολογία υποδεικνύει ότι η αυξητική τάση του εγκλήματος θα πρέπει να έχει την ανάλογη αντιμετώπιση από τα Δικαστήρια με την αύξηση των ποινών (Selmani και άλλος. v. Δημοκρατίας (2016) 2 Α.Α.Δ. 854, Abunazha v. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 551, Λουκά Μιχαήλ ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 577). Η έννοια της επιβολής αποτρεπτικών ποινών εξηγήθηκε στην υπόθεση Πισκόπου v. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 342. Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα, το οποίο ομιλεί από μόνο του:
«Η αποτροπή, ως παράγοντας ο οποίος επενεργεί στον καθορισμό της ποινής, έχει δύο παραμέτρους. Η μία έχει ως λόγο την αποτροπή του ίδιου του παραβάτη από την επανάληψη του εγκλήματος ή παρομοίων εγκλημάτων στο μέλλον. Η άλλη αφορά την αποτροπή τρίτων από τη διάπραξη όμοιων ή παρόμοιων εγκλημάτων. Στη δεύτερη περίπτωση, η αποτροπή έχει δύο συνισταμένες: Πρώτο, την αποτροπή η οποία είναι συνυφασμένη με τη σοβαρότητα του εγκλήματος, που αντανακλάται στο απόσπασμα και παρατίθεται στην απόφαση του Κακουργιοδικείου από το σύγγραμμα του Thomas «Principles of Sentencing", και δεύτερο, την αποτροπή ως μέσου για την καταστολή εγκλημάτων που ευρίσκονται σε έξαρση. Στην περίπτωση σοβαρών εγκλημάτων το στοιχείο της αποτροπής είναι αλληλένδετο με τη σοβαρότητα της κατηγορίας εγκλημάτων, στην οποία ανήκει το υπό τιμωρία έγκλημα, και με την εγγενή ανάγκη για την αποτροπή τους.»
(Η υπογράμμιση γίνεται από το Κακουργιοδικείο)
Κάθε υπόθεση κρίνεται ξεχωριστά και η ποινή που επιβάλλεται είναι εξατομικευμένη για την συγκεκριμένη περίπτωση του κάθε κατηγορουμένου. Η εξατομίκευση της ποινής «αποτελεί συνθετικό στοιχείο του παρονομαστή της τιμωρίας» (Salaryand ν. Αστυνομίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 541). Στα πλαίσια άσκησης της κρίσης για επιλογή του κατάλληλου είδους και ύψους της ποινής που αρμόζει στην κάθε περίπτωση, σταθμίζονται όλοι οι προαναφερόμενοι παράγοντες σε συνδυασμό με τα ελαφρυντικά στοιχεία που παρουσιάστηκαν από την υπεράσπιση καθώς και εκείνων που πηγάζουν από τα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης αλλά και τις προσωπικές συνθήκες του παραβάτη.
Στην παρούσα υπόθεση το στοιχείο της αποτροπής προβάλλει ως επιτακτική ανάγκη. Παρόλα αυτά το καθήκον του Δικαστηρίου να λάβει υπόψη και τις προσωπικές περιστάσεις ενός κατηγορούμενου και να εξατομικεύσει την ποινή δεν ατονεί στις περιπτώσεις όπου έχουν διαπραχτεί σοβαρά αδικήματα (Θεοχάρους v. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 575) και οι ποινές θα πρέπει να είναι αποτρεπτικές (Χρυσοστόμου “Κανάρη” ν. Αστυνομίας (1990) 2 Α.Α.Δ.18).
Την ίδια στιγμή δεν παραγνωρίζουμε ότι το παρόν Δικαστήριο, ως Δικαστήριο Παιδιών, καλείται να επιλέξει την κατάλληλη ποινή που αρμόζει στον κατηγορούμενο έχοντας κατά νου τις πρόνοιες της ειδικής νομοθεσίας, ως είναι ο περί Παιδιών σε Σύγκρουση με το Νόμο του 2021 (Ν.55(Ι)/2021), οι οποίες δίδουν έμφαση όχι μόνο στην τιμωρία του παραβάτη αλλά στοχεύει στην αναμόρφωση του. Οι διατάξεις του Ν.55(Ι)/2021 παρέχουν την ευκαιρία σε παιδί παραβάτη να ανασυγκροτηθεί και να αναλογιστεί τις πράξεις του σε περιβάλλον πρόσφορο που μπορεί να εξασφαλίσει την ορθή αναμόρφωση του και την ομαλή επανένταξη του στην κοινωνία. Συνεπώς το παρόν Δικαστήριο καλείται να ισοζυγίσει από τη μία τη σοβαρότητα των αδικημάτων που έχουν διαπραχτεί εις βάρος ενός ανήλικου προσώπου με τα τραύματα που προκάλεσαν και από την άλλη την ανάγκη αναμόρφωσης του κατηγορουμένου που επίσης πρόκειται για ανήλικο άτομο κατά το χρόνο διάπραξης των αδικημάτων, με την επιβολή της καταλληλότερης, υπό τις περιστάσεις, και αρμόζουσας για την περίπτωση αυτή ποινής.
Στην παρούσα υπόθεση δεν μπορεί να παραγνωριστεί το γεγονός ότι τα αδικήματα που ο κατηγορούμενος έχει διαπράξει είναι εξ’ ορισμού σοβαρά και είναι επίσης σοβαρά αφού είναι από αυτά που παρουσιάζουν ανησυχητική έξαρση. Όπως ήδη λέχθηκε, είναι αδικήματα που χρήζουν αυστηρής αντιμετώπισης με την επιβολή ποινής αποτρεπτικής φύσεως, ως εξάλλου διαφαίνεται μέσα από την προαναφερόμενη νομολογία αλλά και από τις πρόνοιες του Ν.91(Ι)/2014.
Δεν μας διαφεύγει ότι στην παρούσα υπόθεση αμφότεροι τόσο η παραπονούμενη όσο και ο κατηγορούμενος είναι ανήλικα πρόσωπα. Κατά το χρόνο διάπραξης των αδικημάτων η ηλικία της παραπονούμενης ήταν τέτοια που δεν είχε φθάσει σε ηλικία συναίνεσης για να θεωρηθεί ότι συμμετείχε με τη συγκατάθεση της στις σεξουαλικές πράξεις που περιγράφονται στο κατηγορητήριο. Ομοίως και του κατηγορουμένου. Οι ηλικίες των δύο εμπλεκομένων είναι παρόμοιες, πλην όμως η συμπερίληψη του στοιχείου άσκησης βίας δεν καθιστά τις σεξουαλικές πράξεις τους συναινετικές. Παραπέμπω στις πρόνοιες του άρθρου 12(1) του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμου του 2014 (Ν.91(Ι)/2014), τις οποίες παραθέτω αυτούσιες:
«Συναινετικές σεξουαλικές δραστηριότητες όπως καθορίζονται στα εδάφια (1) και (3) του άρθρου 6, στο εδάφιο (3) του άρθρου 7, στα εδάφια (1) και (5) του άρθρου 8 και στα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 9 μεταξύ δύο παιδιών τα οποία δεν έχουν φτάσει στην ηλικία συναίνεσης και τα οποία έχουν παρόμοια ηλικία και παρόμοιο βαθμό ψυχολογικής και σωματικής ανάπτυξης ή ωριμότητας, και οι οποίες δραστηριότητες δεν περιλαμβάνουν οποιαδήποτε κακοποίηση ή βία ή εκμετάλλευση ή εξαναγκασμό δεν συνιστούν ποινικό αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου.»
[η υπογράμμιση είναι του παρόντος Δικαστηρίου].
Δυστυχώς τα περιστατικά που περιβάλλουν την υπόθεση όχι μόνο δεν ενεργοποιούν τις πρόνοιες του άρθρου 12 του Ν.91(Ι)/2014 αλλά περαιτέρω την καθιστούν σοβαρή περίπτωση.
Κατ’ αρχάς η συμπεριφορά που ο κατηγορούμενος εκδήλωσε είναι στοιχείο που κεντρίζει. Ο δε τρόπος αντίδρασης του δεν μπορεί παρά να σημειωθεί. Ο κατηγορούμενος ενήργησε στη βάση ενός οργανωμένου σχεδίου το οποίο μελετημένα και έντεχνα έθεσε σε εφαρμογή προκειμένου να υλοποιήσει τον συγκεκριμένο παράνομο σκοπό του που ήταν να εκμεταλλευτεί σεξουαλικά την παραπονούμενη. Ο προσχεδιασμός και ο καλά σχεδιασμένος τρόπος διάπραξης εγκλημάτων, συνιστά πάντα σοβαρό επιβαρυντικό παράγοντα. Στην προκειμένη περίπτωση φαίνεται ότι υπήρχαν, κάτι που λαμβάνεται υπόψη εις βάρος του κατηγορουμένου (Χριστοφής ν. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 71 και Γενικός Εισαγγελέας v. Τσαπατσάρη κ.α. (2000) 2 Α.Α.Δ. 304). Οι κινήσεις του κατηγορουμένου ήταν προσεκτικές και μεθοδευμένες. ‘Έδρασε στοχευμένα εις βάρος της παραπονούμενης σε χρόνο που η τελευταία δεν το είχε υπολογίσει ή το ανάμενε με αποτέλεσμα η ίδια να μην μπορεί να αντιδράσει.
Ο κατηγορούμενος επιδίωξε να συναντηθεί με την παραπονούμενη εκτός σχολείου. Προς τούτο εκμεταλλεύτηκε τη φιλική σχέση που είχε αναπτύξει μαζί της. Με το πρόσχημα της περιποίησης των μαλλιών της, ο κατηγορούμενος προσκάλεσε την παραπονούμενη στο κομμωτήριο όπου εργάζεται. Ήταν αυτός που έστειλε τη διεύθυνση του κομμωτηρίου που εργάζεται στο κινητό της τηλέφωνο. Ήταν αυτός που προθυμοποιήθηκε να την περιποιηθεί. Προκειμένου να βρεθεί σε χώρο μαζί της χωρίς την παρουσία οποιουδήποτε άλλου, ο κατηγορούμενος πρότεινε στην παραπονούμενη να της υποδείξει μία άλλη έξοδο από το κατάστημα για να φθάσει δήθεν πιο γρήγορα στο σπίτι της. Όταν πέτυχε να την ξεμοναχιάσει, ξαφνικά και σε ανύποπτο χρόνο ο κατηγορούμενος την άρπαξε και την αγκάλιασε σφικτά. Προκειμένου να μην μπορεί να επικοινωνήσει με οποιοδήποτε οικείο της και ιδιαίτερα με τη μητέρα της η οποία της είχε αποστείλει μήνυμα, ο κατηγορούμενος άρπαξε το κινητό τηλέφωνο της παραπονούμενης και το τοποθέτησε σε ντουλάπι. Ακολούθως προχώρησε στις υπόλοιπες παράνομες πράξεις του.
Η επιμονή του κατηγορουμένου και η παρατεταμένη / επαναληπτική συμπεριφορά του είναι μία άλλη επιβαρυντική για τον ίδιο παράμετρος. Μπορεί το περιστατικό να ήταν ένα αλλά ο κατηγορούμενος δεν περιορίστηκε σε μία μεμονωμένη αξιόποινη πράξη αλλά προέβηκε σε διάφορες διαφορετικές παράνομες ενέργειες. Εξ ου και οι κατηγορίες που παραδέχτηκε είναι πέραν της μίας.
Ειδικότερα ο κατηγορούμενος όχι μόνο δεν πτοήθηκε από το μήνυμα της μητέρας της παραπονούμενης που στάλθηκε στο κινητό τηλέφωνο της θυγατέρας της (παραπονούμενης) αλλά, όπως ήδη λέχθηκε, το απομάκρυνε από κοντά της και ευθύς προχώρησε φιλώντας την στα χείλη, στο λαιμό και κάνοντας της πιπιλιά στο αριστερό της χέρι. Ο κατηγορούμενος δεν σταμάτησε εδώ. Την στρίμωξε στον τοίχο αγκαλιάζοντας την σφικτά. Ούτε τότε σταμάτησε. Προχώρησε και έβαλε το χέρι του κάτω από την μπλούζα της και της άνοιξε το στηθόδεσμο ακουμπώντας την στο στήθος. Ο κατηγορούμενος ήθελε να συνευρεθεί σεξουαλικά με την παραπονούμενη και πέραν των πράξεων του που το μαρτυρούσαν της το είπε και ευθέως. Ο κατηγορούμενος δεν υποχώρησε ούτε όταν η παραπονούμενη του είπε να σταματήσει. Επέμεινε πιέζοντας δυνατά την παραπονούμενη με το σώμα του. Με το πέος του που ήταν σε στύση πίεζε την παραπονούμενη στο πόδι και στη μέση του σώματος της αγγίζοντας της τα οπίσθια και τραβώντας της το εσώρουχο.
Δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε το γεγονός ότι η εγκληματική συμπεριφορά του κατηγορουμένου σταμάτησε μόνο όταν η παραπονούμενη του είπε πως η μητέρα της την ανάμενε για να την πάει σε προπόνηση που είχε. Αν δεν υπήρχε αυτή η δικαιολογία ο κατηγορούμενος δεν θα σταματούσε αφού δεν θα υπήρχε λόγος που θα τον υποχρέωνε.
Περαιτέρω η άσκηση βίας από μέρους του κατηγορουμένου εις βάρος της παραπονούμενης είναι παράγοντας που επίσης προσμετρά εναντίον του. Η σφικτή αγκάλη, η δημιουργία πιπιλιάς στο αριστερό χέρι της παραπονούμενης, η άσκηση πίεσης με το σώμα του στο σώμα της παραπονούμενης και ενέργειες όπως το άνοιγμα του στηθόδεσμου και το τράβηγμα του εσωρούχου, είναι σημάδια βίας από τον κατηγορούμενο εις βάρος της παραπονούμενης. Η βία αυτή που ασκήθηκε εναντίον της, προκάλεσε φόβο στην παραπονούμενη, η οποία υπό το καθεστώς φόβου δεν μπορούσε να αντιδράσει. Είναι γι’ αυτό που στο τέλος έφυγε από το μέρος φοβισμένη κλαίγοντας.
Μία άλλη παράμετρος που επιβαρύνει τη θέση του κατηγορουμένου είναι οι επιπτώσεις που προκλήθηκαν στη ψυχική υγεία και στο χαρακτήρα της παραπονούμενης από την προαναφερόμενη εγκληματική συμπεριφορά του κατηγορουμένου. Ενώ πριν από το επίμαχο περιστατικό η παραπονούμενη ήταν άτομο ήρεμο με συμμετοχή σε εξωσχολικές δραστηριότητες, έπειτα παρουσίασε έντονο άγχος και απομονώθηκε στον εαυτό της. Έγινε πιο ευερέθιστη με διαταραχή / δυσκολία στον ύπνο και με καθημερινούς πονοκεφάλους. Το περιστατικό αυτό την οδήγησε στο να αισθάνεται αηδία για τους άνδρες. Απέκτησε φοβία διέλευσης από στενά δρομάκια, συναναστροφή με άτομα αραβικής καταγωγής και σωματική επαφή με αγόρια. Στιγμές του συμβάντος επανέρχονται στη σκέψη της αλλά και στον περιορισμένο ύπνο που έχει δημιουργώντας της εφιάλτες. Της δημιουργήθηκαν αισθήματα φόβου, ντροπής, απόγνωσης και ενοχής.
Τα πιο πάνω σαφώς καταδεικνύουν ψυχικά τραύματα στην παραπονούμενη. Η ψυχική της υγεία και ηρεμία διαταράχτηκε. Η παραπονούμενη μέσα από ψυχοδιαγνωστική αξιολόγηση διαγνώστηκε ότι πάσχει από διαταραχή μετατραυματικού στρες που συνδέεται με το επίμαχο περιστατικό. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η παραπονούμενη υπέστη ψυχική ταλαιπωρία. Η προσωπικότητα και η αυτοεκτίμηση της πληγώθηκαν. Μάλιστα η αποκάλυψη του περιστατικού στο σχολείο όπου φοιτούσε η παραπονούμενη επιβάρυνε τη ψυχολογική της κατάσταση, γεγονός που δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε. Με γνώμονα ότι στην παραπονούμενη εμφανίστηκε ήπιος αυτοκτονικός ιδεασμός με ότι αυτό συνεπάγεται, δεν μπορεί να υποτιμηθεί αλλά αντίθετα θεωρείται σοβαρό.
Βέβαια δεν μας έχει λεχθεί αν αυτά τα ψυχικά τραύματα θα παραμείνουν μόνιμα. Για σκοπούς επιμέτρησης ποινής λάβαμε υπόψη ότι η παραπονούμενη υποχρεώθηκε να τα βιώσει, ότι σήμερα ευτυχώς βρίσκονται σε στάδιο ύφεσης και ότι θα χρειαστεί ψυχολογική υποστήριξη και θεραπεία από ειδικό.
Από την άλλη, δίδουμε ιδιαίτερη βαρύτητα στο λευκό ποινικό μητρώο του κατηγορουμένου. Είναι νομολογημένο ότι ένας αδικοπραγούντας με λευκό ποινικό μητρώο δικαιούται να τύχει της επιείκειας του Δικαστηρίου και στην προκειμένη περίπτωση που ισχύει ο κατηγορούμενος απολαμβάνει το ευεργέτημα αυτό (Γεωργίου v. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 525, Αριστοδήμου v. Δημοκρατία Ποινική Έφεση 121/2017 ημερ. 21.09.17), ECLI:CY:AD:2017:D311. Είναι εις γνώση μας ότι είναι άτομο που δεν απασχόλησε ξανά τη δικαιοσύνη για οποιοδήποτε σοβαρό αδίκημα.
Επίσης μεγάλη βαρύτητα αποδίδουμε στην παραδοχή του κατηγορουμένου. Έχει επανειλημμένα τονιστεί μέσα από τη νομολογία ότι η παραδοχή πρέπει να αμείβεται με σχετική έκπτωση στην ποινή. Αυτό ενθαρρύνει τους αδικοπραγούντες να παραδέχονται ενοχή με αποτέλεσμα να μην σπαταλείται πολύτιμος χρόνος στην εκδίκαση υποθέσεων (Χαρτούπαλλος ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ.28 και Βασιλείου ν. Δημοκρατίας Ποινική Έφεση Αρ. 110/2014, απόφαση ημερ. 15.06.15). Στην υπόθεση Ανδρέας Ανδρέου ν. Δημοκρατίας Ποινική Έφεση Αρ. 163/2015 ημερ. 11.07.16 τονίστηκε, ανάμεσα σ’ άλλα, ότι «η παραδοχή είναι ο μόνος απτός τρόπος για να «μεταφερθεί» στο Δικαστήριο η μεταμέλεια ενός κατηγορουμένου και γι’ αυτό το λόγο έχει δεσπόζουσα σημασία στην επιμέτρηση της ποινής». Το ίδιο σκεπτικό διατυπώθηκε στη μεταγενέστερη υπόθεση Τράντα v. Αστυνομίας Ποινική Έφεση Αρ. 8/2016 ημερ. 14.11.16.
Η σημασία της παραδοχής σε αυτού του είδους υποθέσεις τονίστηκε και στην πρόσφατη απόφαση Η.Ε ν. Δημοκρατίας Ποινική Έφεση Αρ. 137/18 (σχ. με 50/18) ημερομηνίας 08.04.20. Όπως λέχθηκε από το Εφετείο στην υπόθεση αυτή η παραδοχή «είναι ο πλέον σημαντικός μετριαστικός παράγοντας κατά την επιμέτρηση της ποινής (Χαρτούμπαλος ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 28) και δη σε υποθέσεις της εξεταζόμενης φύσεως όπου, με την παραδοχή, αποφεύγεται η ψυχική ταλαιπωρία του θύματος το οποίο με τη μη παραδοχή του δράστη υποβάλλεται σε αντεξέταση και ως εκ τούτου βιώνει εκ δευτέρου τα όσα τραυμάτισαν το σώμα και την ψυχή του.» Στην αξία της παραδοχής σε περιπτώσεις όπως την παρούσα αναφέρεται και η προγενέστερη υπόθεση Ν.Σ. v. Δημοκρατίας (πιο πάνω) στην οποίαν λέχθηκαν ανάμεσα σ’ άλλα: «Πολλάκις εκφράσαμε την αξία της παραδοχής, ειδικά σε σεξουαλικά αδικήματα, όπου το θύμα δεν υποβάλλεται στη βάσανο της μαρτυρίας, κάτι που εδώ δεν ισχύει.»
Θα εκλάβουμε εδώ την παραδοχή του κατηγορουμένου ότι ήταν άμεση αφού επήλθε στο αρχικό στάδιο της διαδικασίας και συγκεκριμένα αμέσως μετά τη μελέτη του μαρτυρικού υλικού από τον συνήγορο υπεράσπισης. Η παραδοχή στο στάδιο που έγινε συνέβαλε στο να εξοικονομηθεί πολύτιμος δικαστικός χρόνος και να αποφευχθεί εκ νέου σωματικός και ψυχικός τραυματισμός της παραπονούμενης με την εμφάνιση της στο δικαστήριο για σκοπούς εκδίκασης της υπόθεσης. Συνεπώς της αποδίδουμε τη σημασία που της αρμόζει.
Ακόμη εκτιμούμε προς όφελος του κατηγορουμένου την απολογία του, όπως αυτή εκφράστηκε από τον ίδιο στην Λειτουργό του Γραφείου Ευημερίας κατά την ετοιμασία της έκθεσης αλλά και μεταγενέστερα ενώπιον μας από τον συνήγορο του. Επίσης προσμετρούμε προς όφελος του κατηγορουμένου την υπόσχεση που έδωσε μέσω του συνηγόρου του ότι δεν πρόκειται να επαναλάβει παρόμοιας φύσεως συμπεριφορά στο μέλλον.
Δεν διαφεύγει της προσοχής μας ότι ο κατηγορούμενος συνεργάστηκε με τη Λειτουργό του Γραφείου Ευημερίας για την ετοιμασία της έκθεσης. Πιστώνουμε αυτήν την θετική στάση του κατηγορουμένου απέναντι στις αρμόδιες αρχές η οποία αντιστοιχεί σε συνεργασία που οι παραβάτες, σε άλλες περιπτώσεις, επιδεικνύουν στην αστυνομία.
Εκλαμβάνουμε την συνεργασία που επέδειξε ο κατηγορούμενος με το Γραφείο Ευημερίας, σε συνάρτηση με την άμεση παραδοχή του στο Δικαστήριο, την υπόσχεση που έδωσε, καθώς και την απολογία του ενώπιον μας αλλά και προς την αρμόδιο λειτουργό, ως έκφραση έμπρακτης μεταμέλειας από μέρους του, η οποία μέσω της αγόρευσης του ευπαιδεύτου συνηγόρου υπεράσπισης ήταν ρητή και χωρίς περιστροφές ή προϋποθέσεις (CCC Laundries (Paphos) Ltd κ.ά. ν. Θεοφάνους (2010) 2 Α.Α.Δ. 288). Προσμετρούμε προς όφελος του κατηγορουμένου τη στάση και συμπεριφορά του αυτή.
Καθίσταται από τώρα σαφές, πως χωρίς την συνεργασία του κατηγορουμένου με την Λειτουργό του Γραφείου Ευημερίας, την παραδοχή του στο Δικαστήριο, την απολογία του ενώπιον μας αλλά και προς την αρμόδια λειτουργό και γενικότερα την έμπρακτη μεταμέλεια που αυτός επέδειξε, τα περιθώρια επιείκειας θα ήταν ακόμη πιο στενά.
Το νεαρό της ηλικίας του κατηγορουμένου είναι ένας άλλος μετριαστικός παράγοντας που λαμβάνεται υπόψη προς όφελος του. Ο κατηγορούμενος όταν διέπραξε τα αδικήματα ήταν ανήλικος (ηλικίας 15 ετών και 11 μηνών περίπου), όπως ανήλικη ήταν και η παραπονούμενη (ηλικίας 15 ετών). Ως ανήλικος που είναι, για τα αδικήματα που διέπραξε δυνάμει των σχετικών νομοθεσιών ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζεται με βάση τις πρόνοιες του Ν.55(Ι)/2021 στα πλαίσια διαδικασίας που διεξάγεται ενώπιον Δικαστηρίου Παιδιών. Είναι γεγονός ότι ο κατηγορούμενος διέπραξε τα αδικήματα στην Κύπρο στην οποίαν έφθασε ασυνόδευτος. Καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής του στο νησί στερήθηκε την αγάπη, φροντίδα, καθοδήγηση, εποπτεία και προστασία που σίγουρα θα είχε αν η πατρική οικογένεια βρισκόταν μαζί του στην Κύπρο. Μπορεί ο εγκριμένος από τις αρμόδιες υπηρεσίες ανάδοχος κηδεμόνας του στην Κύπρο να τον υποστηρίζει αλλά ουδείς μπορεί να διαφωνήσει ότι το κενό που δημιουργεί η απουσία της πατρικής οικογένειας είναι δυσαναπλήρωτο που επιφέρει ανεπανόρθωτο κόστος στον ανήλικο.
Περαιτέρω δεχόμαστε όλες τις προσωπικές, οικογενειακές και οικονομικές περιστάσεις του κατηγορουμένου που καταγράφονται στην έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, με εξαίρεση την συγκεκριμένη αναφορά που κλήθηκε το Δικαστήριο να αγνοήσει και έχει καταγραφεί προηγουμένως, καθώς και συμπληρωματικά αυτά που έχουν αναφερθεί από τον συνήγορο υπεράσπισης στην αγόρευση του, οι οποίες δεν έχουν αμφισβητηθεί από την εκπρόσωπο της κατηγορούσας αρχής.
Τέλος λαμβάνουμε υπόψη το γεγονός ότι ένεκα του περιστατικού αυτού δόθηκαν οδηγίες από το Υπουργείο Παιδείας για άμεση απομάκρυνση του κατηγορουμένου από το σχολείο που βρισκόταν και μεταγραφή του σε άλλο σχολείο, με αποτέλεσμα ο ίδιος τελικά να διακόψει τη φοίτηση του ενώ ήταν μόλις στη Β’ Τάξη Γυμνασίου. Παρόλο ότι είναι απόφαση που λήφθηκε προσωπικά από τον κατηγορούμενο και/ή από το περιβάλλον του, εντούτοις θα θεωρήσουμε το γεγονός αυτό μετριαστικό για τον ίδιο.
Την ίδια στιγμή όμως δεν μπορούμε να αποδεχτούμε ως ελαφρυντικό παράγοντα τη θέση του κυρίου Δημητρίου ότι ο κατηγορούμενος εξέλαβε μηνύματα από την παραπονούμενη από τα οποία θεώρησε ότι ο ίδιος προέβαινε σε φλερτ και ότι η ίδια συναινούσε σ’ αυτό. Με κάθε σεβασμό στην υπεράσπιση, πρόκειται για αναφορά της που στερείται λογικής και συνάμα πειστικότητας. Αυτό επειδή, κατόπιν διευκρινιστικής ερώτησης του Δικαστηρίου, ο συνήγορος υπεράσπισης ξεκαθάρισε ότι ο κατηγορούμενος στο δικό του μυαλό λανθασμένα εξέλαβε τέτοια μηνύματα ως φλερτ και ότι σ’ αυτά υπήρχε συναίνεση. Ως τέτοια μηνύματα η πλευρά της υπεράσπισης επικαλέστηκε την αποδοχή της παραπονούμενης στην πρόσκληση που έλαβε από τον κατηγορούμενο να έλθει στο κομμωτήριο του, πράγμα που ο κατηγορούμενος λέει ότι επρόκειτο για αποδοχή της παραπονούμενης στο φλερτ του. Δεν θα μπορούσε η θέση αυτή να έχει οποιοδήποτε έρεισμα, η οποία σε κάθε περίπτωση στερείται σοβαρότητας. Ο κατηγορούμενος προσκάλεσε την παραπονούμενη να έλθει στο κομμωτήριο που εργαζόταν που όπως της είπε για να περιποιηθεί τα μαλλιά της. Η ίδια ανταποκρίθηκε γνωρίζοντας ότι προσερχόμενη στο κομμωτήριο θα τύγχανε επαγγελματικές υπηρεσίες από τον κατηγορούμενο με τον οποίον διατηρούσε φιλικές σχέσεις. Δεν υπάρχει ένδειξη ότι η πρόσκληση αυτή υπονοούσε φλερτ από τον κατηγορούμενο προς την παραπονούμενη. Ούτε η παραπονούμενη γνώριζε αλλά ούτε μπορούσε να γνωρίζει ότι η εν λόγω πρόσκληση ισοδυναμούσε με φλερτ. Ούτε η αποδοχή στην πρόσκληση για περιποίηση μαλλιών ήταν ένδειξη από μέρους της ότι ανταποκρινόταν στο φλερτ του κατηγορουμένου που μόνο στο μυαλό του υπήρχε. Συνεπώς η θέση αυτή του κατηγορουμένου δεν λαμβάνεται υπόψη.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η επιβολή ποινής είναι λεπτό και συνάμα δύσκολο και πολυδιάστατο δικαστικό έργο, το οποίο, όπως ήδη λέχθηκε, απαιτεί βαθύ προβληματισμό για εξατομίκευση της μέσα από εκτίμηση δεδομένων, των γεγονότων που περιβάλλουν τη συγκεκριμένη περίπτωση, προσωπικών συνθηκών του κατηγορουμένου, επιβαρυντικών και ελαφρυντικών παραγόντων της υπόθεσης, χωρίς να παραγνωρίζεται ο σκοπός του νομοθέτη στη θέσπιση των υπό κρίση αδικημάτων και τη Νομολογία επί του θέματος (Αντωνίου v. Αστυνομίας Ποινική Έφεση Αρ. 74/2020 ημερ. 31.07.20). Να σημειωθεί ότι σήμερα που θα του επιβληθεί ποινή ο κατηγορούμενος είναι ηλικίας 17 ετών.
Το Δικαστήριο Παιδιών δύναται να επιβάλει στον κατηγορούμενο τις ακόλουθες ποινές (άρθρο 88 του Ν.51(Ι)/2021):
(α) Επίπληξη του παιδιού,
(β) επιβολή προστίμου,
(γ) επιβολή καταβολής των εξόδων ή/και ειδικές αποζημιώσεις στο θύμα από το παιδί,
(δ) διάταγμα που υποχρεώνει τους ασκώντες τη γονική μέριμνα αυτού να καταβάλει αποζημίωση στο θύμα,
(ε) διάταγμα γονικής επιτήρησης,
(στ) διάταγμα κοινοτικής επιτήρησης,
(ζ) διάταγμα κράτησης σε χώρο κράτησης παιδιών,
(η) αναστολή ποινής κράτησης,
(θ) διάταγμα παρακολούθησης με ηλεκτρονικό βραχιόλι,
(ι) διάταγμα υποχρεωτικής συνεργασίας του παιδιού με οποιαδήποτε δημόσια αρχή,
(ια) διάταγμα θεραπείας σε κέντρο θεραπείας ουσιοεξάρτησης αδειοδοτημένο από την Αρχή Αντιμετώπισης Εξαρτήσεων Κύπρου, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Θεραπείας Κατηγορούμενων Χρηστών ή Ουσιοεξαρτημένων Νόμου.
Όπως προκύπτει από τα πιο πάνω, ένα από τα είδη ποινής που προβλέπεται στην ειδική νομοθεσία παιδιών που έχουν καταδικαστεί για τη διάπραξη ποινικών αδικημάτων είναι αυτή της κράτησης. Παρόλα αυτά μας έχει προβληματίσει κατά πόσο η ποινή κράτησης στη συγκεκριμένη περίπτωση μπορεί να θεωρηθεί ως μία από τις επιλογές που η νομοθεσία παρέχει. Με λίγα λόγια αν το εν λόγω είδος ποινής μπορεί εδώ να είναι εφαρμόσιμο.
Με βάση το άρθρο 119(4) του Ν.55(Ι)/2021, σε περίπτωση επιβολής ποινής κράτησης ο κατηγορούμενος κρατείται σε χώρο κράτησης παιδιών. Το άρθρο 2 που είναι το ερμηνευτικό πλαίσιο της εν λόγω νομοθεσίας ορίζει ως τέτοιο:
«ειδικό χώρο κράτησης εκτός φυλακών, ο οποίος ορίζεται από τον Υπουργό, είναι ειδικά προσαρμοσμένος για την κράτηση παιδιών, διασφαλίζει την άσκηση των δικαιωμάτων των παιδιών, ανεξάρτητα από τον περιορισμό της προσωπικής τους ελευθερίας και πληροί τις προδιαγραφές και προϋποθέσεις που καθορίζονται σε διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 127.»
Παρά τα πιο πάνω, με την πρώτη επιφύλαξη του εδαφίου (4) του άρθρου 119, προτού αυτή τροποποιηθεί, για περίοδο ενός έτους από την έναρξη ισχύος της εν λόγω νομοθεσίας ο κατηγορούμενος θα κρατείτο σε ειδικό χώρο κράτησης εντός των φυλακών. Ακολούθησε τροποποίηση της πρώτης επιφύλαξης του άρθρου 119(4) με τον τροποποιητικό νόμο 36(Ι)/2024. Με την τροποποίηση αυτή που θεσπίστηκε και τέθηκε σε ισχύ στις 03.04.24 ο κατηγορούμενος κρατείται σε ειδικό χώρο κράτησης εντός των φυλακών μέχρι την 01.01.26. Αυτό σημαίνει ότι μέχρι την πιο πάνω ημερομηνία χώρος κράτησης παιδιών ορίζεται ειδικός χώρος εντός των φυλακών που θα τηρεί βασικές αρχές οι οποίες καθορίζονται νομοθετικά από το Ν.55(Ι)/2021.
Σε σχέση με τα πιο πάνω παραπέμπουμε στην πρώτη και τρίτη επιφύλαξη του εδαφίου (4) του άρθρου 119, οι νέες διατάξεις των οποίων ενσωματώθηκαν στο κείμενο της νομοθεσίας με τον προαναφερόμενο τροποποιητικό νόμο. Ειδικότερα, αναφορικά με την πρώτη επιφύλαξη εισήχθηκε νέα πρόνοια εις αντικατάσταση της αρχικής, ενώ προστέθηκε εξ ολοκλήρου τρίτη επιφύλαξη. Για καλύτερη αντίληψη του ζητήματος παραθέτω αυτούσιες τις πρόνοιες της πρώτης και τρίτης επιφύλαξης του εδαφίου (4) του άρθρου 119:
«Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου και μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2026, θα αποτελεί ικανοποιητική δήλωση ενώπιον του Δικαστηρίου ότι το παιδί θα κρατείται σε ειδικό χώρο κράτησης εντός των φυλακών: - [1η επιφύλαξη]
Νοείται έτι περαιτέρω ότι, κατά την κράτηση παιδιών σε ειδικό χώρο κράτησης εντός των φυλακών εφαρμόζονται οι βασικές αρχές κράτησης παιδιών οι οποίες προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 123.» - [3η επιφύλαξη].
Να σημειωθεί ότι η δεύτερη επιφύλαξη του εδαφίου (4) του άρθρου 119 παρέμεινε ως είχε. Οι πρόνοιες της δεύτερης επιφύλαξης έχουν ως εξής:
«Νοείται περαιτέρω ότι, παιδί δεν κρατείται μαζί με οποιοδήποτε ενήλικο πρόσωπο που έχει συμπληρώσει το εικοστό πρώτο (21ο) έτος της ηλικίας του: »
[η υπογράμμιση και η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου]
Συνεπώς μέχρι την 01.01.26 χώρος κράτησης παιδιού ορίζεται ένας ειδικός χώρος εντός των Κεντρικών Φυλακών εφόσον σ’ αυτόν δεν θα βρίσκονται άτομα που έχουν συμπληρώσει το 21ο έτος της ηλικίας τους και νοουμένου ότι τηρούνται οι βασικές αρχές κράτησης παιδιού οι οποίες υποδεικνύονται μέσα από το άρθρο 123 του Ν.55(Ι)/2021. Οι πρόνοιες της δεύτερης επιφύλαξης πρέπει να διαβάζονται σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 123(1)(ιδ) του Ν.55(Ι)/2021, οι οποίες προνοούν ότι:
«(ιδ) παιδί που έχει συμπληρώσει το εικοστό πρώτο (21ο) έτος της ηλικίας του, ενώ βρίσκεται υπό κράτηση, δεν μεταφέρεται αυτόματα σε φυλακή, παρά μόνο μετά από αξιολόγηση της περίπτωσής του και μόνο εάν η συνέχιση της κράτησής του σε χώρο κράτησης παιδιών συγκρούεται με το δικό του συμφέρον ή/και με το συμφέρον των παιδιών που βρίσκονται στο χώρο κράτησης.»
[η υπογράμμιση και η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου]
Προσεκτική μελέτη των διατάξεων του άρθρου 123(1)(ιδ) καθιστά αντιληπτό ότι καλύπτει την περίπτωση που ανήλικος κρατείται σε χώρο κράτησης παιδιών και ενόσω βρίσκεται κρατούμενος ενηλικιώνεται συμπληρώνοντας το 21ο έτος της ηλικίας του. Τότε η μετακίνηση του εξαρτάται από τις παραμέτρους που αναφέρονται στο συγκεκριμένο εδάφιο. Οι πρόνοιες του εν λόγω εδαφίου δεν καλύπτουν περιπτώσεις που είναι εκτός του πεδίου εφαρμογής των διατάξεων του Ν.55(Ι)/2021, όπως αυτό καθορίζεται δυνάμει του άρθρου 4 της εν λόγω νομοθεσίας.
Στην παρούσα υπόθεση μας παρουσιάστηκε επιστολή ημερ. 18.02.25 του Τμήματος Φυλακών προς τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας που κατατέθηκε ως Τεκμήριο ‘Β’. Με βάση το περιεχόμενο της σημειώνεται ότι στις Κεντρικές Φυλακές «υπάρχει ξεχωριστή Πτέρυγα κράτησης νεαρών αντρών κρατουμένων, ηλικίας 16-21 ετών». Αυτή η αναφορά είναι πολύ γενική και ασαφής αφού δεν διευκρινίζεται κατά τρόπο σαφή ότι αποκλείονται περιπτώσεις κράτησης προσώπων ηλικίας 21 ετών που είναι εκτός του πεδίου εφαρμογής των διατάξεων του Ν.55(Ι)/2021. Η γενική αναφορά που υπάρχει στην επιστολή ότι τηρούνται οι βασικές αρχές κράτησης παιδιών που καθορίζονται στο άρθρο 123 του Ν.55(Ι)/2021 δεν είναι αρκετή αφού δεν ξεκαθαρίζει ότι οι περιπτώσεις προσώπων ηλικίας 21 ετών που κρατούνται στην πτέρυγα κράτησης παιδιών είναι όλες στις οποίες οι ανήλικοι κρατούνται σε χώρο κράτησης παιδιών και ενόσω βρίσκονταν κρατούμενοι είχαν συμπληρώσει το 21ο έτος της ηλικίας τους.
Επιπρόσθετα μας έχει προβληματίσει η αναφορά στην επιστολή ότι «καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια για την ξεχωριστή διαβίωση των νεαρών κρατουμένων». Η αναφορά αυτή καταδεικνύει ότι δεν διασφαλίζεται ξεχωριστή διαβίωση των νεαρών κρατουμένων στην πτέρυγα αυτή, ως απαιτούν οι πρόνοιες του Ν.55(Ι)/2021. Η απλή καταβολή προσπάθειας δεν είναι αρκετή για την εκπλήρωση της υποχρέωσης που επιβάλλει η ειδική νομοθεσία για τα παιδιά.
Τα πράγματα ενδεχομένως να ήταν διαφορετικά αν στην εν λόγω επιστολή δηλωνόταν ρητά κατά τρόπο που το περιεχόμενο της να μην τελεί υπό αμφιβολία ή να μην επιδέχεται διαφορετικής ερμηνείας ότι στις Κεντρικές Φυλακές υπάρχει ειδικός χώρος κράτησης παιδιών σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.55(Ι)/2021.
Ύψιστη υποχρέωση του Δικαστηρίου είναι να διασφαλίσει το συμφέρον του παιδιού με την αυστηρή τήρηση των προνοιών του Ν.55(Ι)/2021. Οτιδήποτε παρεκκλίνει από την πιστή εφαρμογή των διατάξεων της εν λόγω ειδικής νομοθεσίας θέτει σε κίνδυνο τον σκοπό θέσπισης της.
Μετά από πολλή μελέτη και περίσκεψη και αφού λάβαμε υπόψη την ηλικία του κατηγορουμένου, τις προσωπικές συνθήκες του, τις ιδιαίτερες περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης και γενικά τους επιβαρυντικούς και ελαφρυντικούς παράγοντες, καταλήξαμε ότι μόνη κατάλληλη και αρμόζουσα ποινή θα ήταν αυτή της κράτησης. Καταλήξαμε στην ποινή της κράτησης ως έσχατο μέτρο και αφού πρώτα εξετάσαμε τη δυνατότητα επιβολής όλων των άλλων ειδών ποινής που προβλέπονται από τον Ν.55(Ι)/2021 και αποφασίσαμε ότι οποιαδήποτε από αυτές θα ήταν αναμφίβολα ακατάλληλη, ανεπαρκής και αναποτελεσματική (άρθρο 119(2)(α) & (β) Ν.55(Ι)/2021) αφού θα έστελνε λανθασμένα μηνύματα μη εξυπηρετώντας τον σκοπό της αποτροπής του ιδίου του κατηγορουμένου και άλλων επίδοξων παραβατών με γνώμονα ότι πρόκειται για αδικήματα σοβαρής φύσεως που διαπράττονται με ιδιαίτερα ανησυχητική συχνότητα.
Ωστόσο λαμβάνοντας υπόψη τις πρόνοιες του Ν.55(Ι)/2021 και τα όσα καταγράφονται στην επιστολή των Κεντρικών Φυλακών (Τεκμήριο ’Β’), οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι δεν παρέχεται η δυνατότητα στο παρόν Δικαστήριο να επιβάλει στον κατηγορούμενο ποινή κράτησης. Παράλληλα κρίναμε ότι αναφορά στις κατευθυντήριες γραμμές επιβολής ποινής που ισχύουν στην Αγγλία (Sentencing Guidelines, Sexual Offences Definitive Guideline, Blackstone's CriminalPractice 2019, Rules and Guidelines) οι οποίες έτυχαν χρήσης από τα Κυπριακά Δικαστήρια, δεν θα εξυπηρετούσε σε οτιδήποτε επειδή κυρίως είναι βοηθητικές σε ότι αφορά το ύψος της ποινής κράτησης που επιβάλλεται στον κατηγορούμενο.
Απόρροια της πιο πάνω διαπίστωσης είναι ότι θα πρέπει να εξετάσουμε το ενδεχόμενο επιβολής ποινής άλλης από αυτήν της κράτησης του κατηγορουμένου.
Ανατρέξαμε συνεπώς, εκ νέου στις ποινές που δύναται να επιβάλει το παρόν Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 88 του Ν.55(Ι)/2021. Επίσης προσμετρήσαμε ξανά την ηλικία του κατηγορουμένου, τις προσωπικές συνθήκες του, τις ιδιαίτερες περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης και γενικά όλους τους επιβαρυντικούς και ελαφρυντικούς παράγοντες.
Συνεκτιμώντας όλα τα πιο πάνω και έχοντας κατά νου την αρχή της συνολικότητας και της αναλογικότητας, κρίνεται ότι ενδείκνυται, υπό τις περιστάσεις, η έκδοση σχετικού Διατάγματος Κοινοτικής Επιτήρησης σύμφωνα με τις πρόνοιες του Ν.55(Ι)/2021. Συνακόλουθα εκδίδεται Διάταγμα Κοινοτικής Επιτήρησης του κατηγορουμένου.
Το Διάταγμα αυτό θα ισχύει για περίοδο τριών (3) ετών από σήμερα, κατά τη διάρκεια της ισχύος του οποίου ο κατηγορούμενος διατάζεται όπως:
(α) Τελεί υπό επιτήρηση αρμοδίου για τον σκοπό αυτό κηδεμονευτικού λειτουργού.
(β) Διαμένει στην οικία του εγκριμένου από τις αρμόδιες υπηρεσίες ανάδοχου κηδεμόνα του στην Κύπρο στη διεύθυνση που έχει δηλωθεί, ήτοι στην οδό ΧΧΧΧΧΧΧΧ ΧΧΧΧΧΧΧΧΧ ΧΧ , Πάφος.
(γ) Σε περίπτωση αλλαγής διεύθυνσης να ειδοποιεί 15 τουλάχιστον ημέρες προηγουμένως τον κηδεμονευτικό λειτουργό υπό την επιτήρηση του οποίου ο κατηγορούμενος τίθεται.
(δ) Παρουσιάζεται και/ή επικοινωνεί με τον κηδεμονευτικό λειτουργό σύμφωνα με τις οδηγίες αυτού.
(ε) Συμμορφώνεται και να συνεργάζεται καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου που ισχύει το διάταγμα με τις υποδείξεις και απαιτήσεις του κηδεμονευτικού λειτουργού τις οποίες αυτός θεωρεί αναγκαίες για τη διασφάλιση της καλής του διαγωγής και της αποτροπής επανάληψης ή διάπραξης οποιουδήποτε αδικήματος.
(στ) Ο κηδεμονευτικός λειτουργός θα επισκέπτεται και θα λαμβάνει αναφορά από τον κατηγορούμενο κάθε μήνα και θα υποβάλλει στο Δικαστήριο Έκθεση Προόδου αναφορικά με την τήρηση και εφαρμογή του διατάγματος κάθε έξι (6) μήνες.
(ζ) Σε περίπτωση που ο κατηγορούμενος δεν συμμορφώνεται με τις πρόνοιες του διατάγματος ή δεν συμμορφώνεται με τις υποδείξεις και/ή οδηγίες του κηδεμονευτικού λειτουργού, το Δικαστήριο να ενημερωθεί αμέσως με σχετική έκθεση του κηδεμονευτικού λειτουργού.
Στην παρούσα υπόθεση δεν υφίσταται ζήτημα εξόδων.
Οι περιοριστικοί όροι παύουν αμέσως να ισχύουν. Το δε διάταγμα που εκδόθηκε στις 06.12.24 επίσης παύει αμέσως να ισχύει.
Αντίγραφο του παρόντος Διατάγματος Κοινοτικής Επιτήρησης να αποσταλεί από τον Πρωτοκολλητή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου στο Επαρχιακό Γραφείο Ευημερίας Πάφου.
(Υπ.) …..………………………………
Γ. Κ. Βλάμης, Π.Ε.Δ.
(Υπ.) ….….……………………………
Χρ. Χατζηγεωργίου, Α.Ε.Δ.
(Υπ.) …………………………………..
Σ. Συμεού, Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο