FERDINAND EBELE EWELUKWA v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 18/2023, 31/10/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 18/2023)

 

31 Οκτωβρίου, 2024

 

[ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, ΣΕΡΑΦΕΙΜ, ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

FERDINAND EBELE EWELUKWA

 

                                                                                                                       Εφεσείων,

   v.

 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ

 

                                                                                                          Εφεσίβλητης.

-------------------

Δ. Α. Παυλίδης, για ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Α. ΠΑΥΛΙΔΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ Δ.Ε.Π.Ε., δικηγόροι για τον Εφεσείοντα.

Β. Θωμά (κα), δικηγόρος, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, δικηγόρο για την Εφεσίβλητη.

-------------------

ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Σεραφείμ, Δ.:

­­--------------------

  

 

 

 

     ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Δ.: Η ενώπιον μας έφεση στρέφεται εναντίον της απόφασης ημερομηνίας 21.2.2023 του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας στην Προσφυγή Αρ. 2407/22, με την οποία η εν λόγω προσφυγή απορρίφθηκε, επικυρώνοντας την επίδικη απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 6.4.2022 σε σχέση με τον Εφεσείοντα. Με την εν λόγω διοικητική απόφαση είχε απορριφθεί αίτημα του Εφεσείοντα για παραχώρηση σ’ αυτόν καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

Ένας είναι ο λόγος εφέσεως που προβάλλει η πλευρά του Εφεσείοντα και έχει ως εξής:

          «ΠΡΩΤΟΣ (1ος) ΛΟΓΟΣ ΕΦΕΣΗΣ

 

Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε και/ή αποφάσισε ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση εξέτασαν έκαστο εκ των ισχυρισμών του Aιτητή.

 

 

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΩΤΟΥ (1ου) ΛΟΓΟΥ ΕΦΕΣΗΣ

 

Συγκεκριμένα, το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε και/ή αποφάσισε στη σελίδα 5 της Πρωτόδικης απόφασης ότι «Στην προκειμένη, οι Καθ’ ων η Αίτηση εξέτασαν έκαστο εκ των ισχυρισμών του Αιτητή».

 

Πιο συγκεκριμένα, το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε και/ή αποφάσισε τα ανωτέρω στη σελίδα 5 της πρωτόδικης απόφασης,  καθ’ ότι στη σελίδα 5 της πρωτόδικης απόφασης το ίδιο το πρωτόδικο δικαστήριο αναφέρει ότι δεν εξετάστηκε η εξωτερική αξιοπιστία του Αιτητή.

 

Ειδικότερα, το πρωτόδικο δικαστήριο στην σελίδα 5 ανέφερε τα εξής:

«Κατέληξαν λοιπόν ότι οι ισχυρισμοί του περί διώξεως από τη μητριά του μετά τον θάνατο του πατέρα του στερούνται εσωτερικής συνοχής, δεδομένου ότι δεν θα μπορούσε να γίνει λόγος περί εξωτερικής αξιοπιστίας, λαμβανομένης υπόψη της αμιγώς προσωπικής φύσης των ισχυρισμών του (ερ. 48-49)».

 

Στο σημείο αυτό είναι ορθό να ειπωθεί ότι, στο περίγραμμα του ο Εφεσείοντας επεκτάθηκε σε ζητήματα εκτός και διαφορετικά από το ως άνω (μοναδικό) δικογραφημένο παράπονο του, ήτοι ότι δεν εξετάστηκε η εξωτερική αξιοπιστία του, ως πολύ συγκεκριμένα και περιοριστικά τον έχει εξειδικεύσει. Ως εκ τούτου, πέραν του ζητήματος αυτού, δεν είναι επιτρεπτό να μας απασχολήσουν τα όποια άλλα ζητήματα εισήγαγε απαραδέκτως η πλευρά του Εφεσείοντα με το περίγραμμα της και τα οποία δεν καλύπτονται από το λόγο εφέσεως, ως αυτός καταγράφηκε στην ειδοποίηση έφεσης. Ως αποφασίστηκε σχετικά στην απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου ημερομηνίας 29.9.2023 στην Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 7/2017 ΝΙΚΟΛΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ v. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, μέσω ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ:

«Όπως είναι ευρέως νομολογημένο, δεν είναι δυνατή η διεύρυνση θεμάτων, που δεν εγείρονται σαφώς στο περιεχόμενο των λόγων έφεσης, οι οποίοι λόγοι οφείλουν να προσδιορίσουν ειδικά το λάθος του Δικαστηρίου. (Βλ. Omex Enterprises Ltd κ.ά. v. Elia, πολ.εφ.469/12, 20.9.2019, ECLI:CY:AD:2019:A384 και Ταμείο Προνοίας Πιλότων και Ιπτάμενων Μηχανικών των Κυπριακών Αερογραμμών ν. 1. Suphire Ηoldings Public Ltd κ.ά. πολ.εφ.280/2012, ECLI:CY:AD:2017:A479, 21.12.2017, από τις οποίες διαφαίνεται, πως είναι ο λόγος έφεσης που καθορίζει τον προσδιορισμό του λάθους και δεν είναι δυνατόν δια της αιτιολογίας να δημιουργείται νέος λόγος).»

 

Όσον αφορά στο ζήτημα, για το οποίο παραπονείται η πλευρά του Εφεσείοντα, δεν μας βρίσκει σύμφωνη η θέση του. Το πλήρες απόσπασμα από την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου σχετικά με το υπό εξέταση ζήτημα έχει ως ακολούθως (με δικές μας υπογραμμίσεις):

« Προχωρώ με την εξέταση των παρεμφερών ισχυρισμών που αφορούν την μη διενέργεια δέουσας έρευνας αλλά και το αναιτιολόγητο τους προσβαλλόμενης απόφασης.

Στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπ. Αρ.685/2012, Galina Bindiouk v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, ημ.23/04/13, λέχθηκε ότι: «Στη συνέντευξη τους τα όσα εκεί δήλωσε και που αναφέρθηκαν πιο πάνω, ουδόλως την ενέτασσαν τους περιπτώσεις της  αναγκαιότητας παροχής του καθεστώτος τους συμπληρωματικής προστασίας. Δεν υπήρχε επομένως οποιοσδήποτε λόγος για ιδιαίτερη αιτιολογία ή για περαιτέρω εξέταση ή έρευνα των δεδομένων τους αιτήτριας.». Στην Χωματένος ν. Δημοκρατίας, (2013) 3 Α.Α.Δ. 120, ημ.14/03/13, λέχθηκε ότι: «Η έκταση και η μορφή τους έρευνας είναι συνυφασμένη με τα περιστατικά κάθε υπόθεσης. Το κριτήριο για την επάρκεια και πληρότητα τους έρευνας έγκειται στη συλλογή και διερεύνηση του συνόλου των ουσιωδών στοιχείων, τα οποία παρέχουν βάση για ασφαλή συμπεράσματα.» Στην Παπαγεωργίου ν. Δημοκρατίας, (1999) 3 Α.Α.Δ. 648, ημ.28/09/99, λέχθηκε ότι: «Η αιτιολογία πρέπει να είναι ειδική και επαρκής. Τους μπορεί να πάρει μια λακωνική μορφή νοουμένου ότι το συμπέρασμα ανταποκρίνεται τους τα γεγονότα που περιέχονται στο σχετικό φάκελο. (Ίδε Σπηλιωτόπουλου «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», 6η έκδοση, σ. 67 και Ι. Σαρμά «Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου Επικρατείας», σ. 130). Η επάρκεια τους κρίνεται ανάλογα με τα ιδιαίτερα περιστατικά και τη φύση τους κάθε υπόθεσης. (Ίδε Δημοκρατία v. Σταύρου [1993] 3 Α.Α.Δ. 71).»

Στην προκειμένη οι καθ’ ων η αίτηση εξέτασαν έκαστο εκ των ισχυρισμών του αιτητή και, για τους λόγους που λεπτομερώς καταγράφονται στην σχετική έκθεση, κατέληξαν, συνεπεία των αντιφάσεων τους οποίες υπέπεσε, τόσο σε συνάρτηση με τα όσα κατέγραψε στην επίδικη αίτηση διεθνούς προστασίας, όσο και στα πλαίσια τους συνέντευξης, όπου δεν ήταν σε θέση να αναφέρει με σιγουριά αν το περιστατικό απειλών που δέχθηκε σχετίζεται με τη μητριά του. Περαιτέρω συνυπολογίστηκαν οι ελλείψεις που παρουσίαζε το αφήγημα του αλλά και ο γενικός και αόριστος τρόπος με τον οποίο απάντησε τους σχετικές ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν. Κατέληξαν λοιπόν ότι οι ισχυρισμοί του περί διώξεως από τη μητριά του μετά τον θάνατο του πατέρα του στερούνται εσωτερικής συνοχής, δεδομένου ότι δεν θα μπορούσε να γίνει λόγος περί εξωτερικής αξιοπιστίας, λαμβανομένης υπόψη τους αμιγώς προσωπικής φύσης των ισχυρισμών του (ερ.48-49).

Σημειώνεται δε ότι από τα πρακτικά των συνεντεύξεων, δεν εντοπίζω οιονδήποτε σημείο, ως και ανωτέρω αναφέρω, που να στερήθηκε ο αιτητής των βασικών διαδικαστικών εγγυήσεων ως τίθενται από τα αρ.13Α και 18 του Νόμου, ως και ανωτέρω εξηγώ.

Θα συμφωνήσω εν προκειμένω με την κατάληξη και αιτιολογία των καθ’ ων η αίτηση, ως στην σχετική έκθεση καταγράφεται. Τούτο για τους εξής λόγους.

Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, αναφέρεται στην σελ.98 του εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «[...] απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.».

Στην σελ.102 του ιδίου εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «Τους προαναφέρθηκε, οι δείκτες αξιοπιστίας είναι απλοί δείκτες και δεν συνιστούν αυστηρά κριτήρια ή προϋποθέσεις. Παρότι οι τέσσερις δείκτες που προσδιορίστηκαν ανωτέρω (εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες και ευλογοφάνεια) αποτυπώνουν τους δείκτες που εφαρμόζουν στην πράξη τα δικαστήρια, κανένας από τους δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικός. Η σημασία τους από υπόθεση σε υπόθεση ποικίλλει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η εξέταση του σωρευτικού τους αντίκτυπου (305). [.] Από την ανωτέρω ανάλυση προκύπτει ότι δεν υπάρχει απλή απάντηση στο ερώτημα που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης τους αξιοπιστίας σε υποθέσεις διεθνούς προστασίας. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη των αρχών, των μεθόδων και των δεικτών που αναφέρονται στην παρούσα ανάλυση. Οι αρχές, οι μέθοδοι και οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή (307), αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ώστε να αποφευχθεί τυχόν εσφαλμένη και απλοϊκή απόρριψη, ή αφελής και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης.»

Από τα πρακτικά τους συνέντευξης διαφαίνεται ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές απαντήσεις τους ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν και τα όσα ανέφερε στερούνταν εύλογα αναμενόμενων λεπτομερειών. Ερωτώμενος δε σχετικά περιορίστηκε σε αποκρίσεις οι οποίες στερούνταν συνοχής και ευλογοφάνειας και παρουσίαζαν μεταξύ τους αντιφάσεις, ως και ανωτέρω, κατά την καταγραφή των ισχυρισμών του αιτητή στην συνέντευξη αναφέρονται.

 

Εν προκειμένω δε, ως και οι καθ' ων η αίτηση καταγράφουν, δεδομένου ότι η εξέταση και αξιολόγηση των ισχυρισμών του αιτητή δεν γίνεται στη βάση των συνθηκών που επικρατούν στη χώρα καταγωγής, αλλά και συνεπεία της παντελούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής, δεν προκύπτει ανάγκη για εξέταση της εξωτερικής τους συνοχής, με αναφορά σε αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης. Σχετικώς, στο εγχειρίδιο EASO Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System, σελ.116, αναφέρεται ότι η αναζήτηση πληροφοριών για την χώρα καταγωγής του αιτητή δεν είναι απαραίτητη σε τέτοιες περιπτώσεις:

«This will be necessary insofar as the rationale of the judgment relies on the appreciation of conditions prevailing in the country of origin. This would not be the case in all situations. For example, it may well be unnecessary in respect of a negative credibility finding based on a blatant lack of internal consistency or on unsatisfactorily explained discrepancies and variations on the essential elements of a claim, nor a fortiori if an appeal is rejected on inadmissibility grounds. »

Καταλήγω λοιπόν ότι οι καθ' ων η αίτηση προέβησαν δεόντως στην απαιτούμενη υπό τις περιστάσεις έρευνα και δια τούτο, κατά την λήψη της απόφασης, λήφθηκαν δεόντως και σύμφωνα με τα όσα απαιτεί η οικεία νομοθεσία υπόψη όλα τα γεγονότα που περιβάλλουν την επίδικη αίτηση διεθνούς προστασίας.»

 

Δεν χρειάζεται να προστεθεί εκ μέρους μας οτιδήποτε περαιτέρω από ότι το ίδιο το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά, βρίσκουμε, εξήγησε και επαρκώς και ορθά αιτιολόγησε στην απόφαση του ανωτέρω, ως προς την μη ανάγκη αξιολόγησης της εξωτερικής αξιοπιστίας στην παρούσα περίπτωση (βλ. ανωτέρω υπογραμμισμένα αποσπάσματα, τα οποία είναι εύγλωττα), σύμφωνα και με τις παρατιθέμενες κατευθυντήριες γραμμές του (τότε) EASO (και τώρα EUAA- European Union Agency for Asylum), οι οποίες θεωρούνται εκ των πλέον αξιόπιστων περί του θέματος παροχής διεθνούς προστασίας.

Συνεπώς, στη βάση των ανωτέρω, ο λόγος εφέσεως που προωθήθηκε δεν δύναται να επιτύχει και απορρίπτεται.

Για τους λόγους που επεξηγήθηκαν ανωτέρω, η έφεση αποτυγχάνει στην ολότητα της, με έξοδα ύψους €2000 υπέρ της Εφεσίβλητης και εναντίον του Εφεσείοντα.

Η πρωτόδικη απόφαση και, κατ’ επέκταση η επίδικη διοικητική απόφαση επικυρώνονται ως ορθές.

 

Α. ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.

 

 

Γ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Δ.

 

 

Δ. ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο