FARMOKIPIKI LIMITED v. Χρίστου Γεωργίου, Πολιτική Έφεση αρ. 22/18, 25/10/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ – ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ


(Πολιτική Έφεση αρ. 22/18)

 

 

25 Οκτωβρίου, 2024

 

 

[ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Πρόεδρος]

[ΤΟΥΜΑΖΗ, ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ/στές]

 

 

FARMOKIPIKI LIMITED

Εφεσείουσα

ν.

 

1.       Χρίστου Γεωργίου

2.  Ταμείου Πλεονάζοντος Προσωπικού, Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων

 

Εφεσίβλητων

-----------------------------

 

 

Γ. Παπαθεοδώρου, για την Εφεσείουσα.

Χρ. Α. Νεοφύτου, για Νεοφύτου & Νεοφύτου ΔΕΠΕ, για τον Εφεσίβλητο 1.

Ζ. Χαραλάμπους (κα), για Γενικό Εισαγγελέα, για τους  Εφεσίβλητους 2.

 

ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Π.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τη Στυλιανίδου, Δ.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

      ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ.: Η εφεσείουσα ήταν εργοδότρια του εφεσιβλήτου 1. Τερμάτισε τις υπηρεσίες του λόγω πλεονασμού επικαλούμενη την άγνοιά του στη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών και της αγγλικής γλώσσας. Ο εφεσίβλητος 1 υπέβαλε στο Ταμείο Πλεονασμού (εφεσίβλητους 2) αίτηση για πληρωμή λόγω πλεονασμού, η οποία απορρίφθηκε.

 

      Στη συνέχεια, ο εφεσίβλητος 1 υπέβαλε αίτηση στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών εναντίον της εφεσείουσας και των εφεσιβλήτων 2, απαιτώντας πληρωμή λόγω πλεονασμού από τους εφεσίβλητους 2 και διαζευκτικά αποζημίωση για παράνομο τερματισμό απασχόλησης από την εφεσείουσα.

 

      Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε, εφαρμόζοντας το Άρθρο 6(1) του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου («ο Νόμος»), ότι η εφεσείουσα, ως η εργοδότρια, δεν ανέτρεψε το μαχητό τεκμήριο που τίθεται από τον Νόμο να αποδείξει ότι δικαιολογημένα απόλυσε τον εφεσίβλητο 1 για τους λόγους που επικαλέστηκε κατά την ακροαματική διαδικασία. Ως εκ τούτου, επιδίκασε υπέρ του εφεσιβλήτου 1 και εναντίον της εφεσείουσας αποζημιώσεις για παράνομο τερματισμό της απασχόλησής του.

 

      Με τον πρώτο λόγο έφεσης, η εφεσείουσα προσβάλλει την απόρριψη της μαρτυρίας της και την αποδοχή της μαρτυρίας του εφεσίβλητου 1. Στην πρόσφατη απόφαση του Εφετείου VOUROS HEALTHCARE LTD v. ΒΑΣΟΣ ΑΝΔΡΕΟΥ, Πολιτική Έφεση αρ. 196/18, 20/5/2024, λέχθηκαν τα εξής:

 

«Πιο πρόσφατα, με τις αποφάσεις στις Kallinika Developments Limited ν Γεωργίου, Πολ. Εφ. 383/14 ημερ. 12.10.2021, ECLI:CY:AD:2021:A451, ECLI:CY:AD:2021:A451, Πολλύς Γρηγορίου Λτδ ν Μιχαήλ Κονναφή, Πολ. Εφ. 321/12 ημερ. 25.1.2018, ECLI:CY:AD:2018:A44, Terra Santa College v Παπαπαρασκευά κ.α., Πολ. Εφ. 93/13 ημερ. 21.12.2020 και Ιερά Βασιλική και Σταυροπηγιακή Μονή Κύκκου ν Μιχάλη Κτίστη, Πολ. Εφ. 384/18 ημερ. 30.11.2023 διασαφηνίστηκε ότι δυνατότητα επέμβασης του Εφετείου επί της αξιολόγησης της μαρτυρίας από το Εργατικό Δικαστήριο είναι επιτρεπτή μόνο όπου η αξιολόγηση είναι προϊόν εσφαλμένης νομικής καθοδήγησης…Στο σημείο αυτό τονίζουμε ότι στην αιτιολογία που συνοδεύει Λόγους Έφεσης αφορώντες στην αξιολόγηση θα πρέπει να συγκεκριμενοποιείται σε ποιο σημείο η αξιολόγηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου αποτέλεσε προϊόν εσφαλμένης νομικής καθοδήγησης, με παραπομπή στην νομική αρχή που κατ' ισχυρισμό παρερμηνεύθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Αυτό ως απόρροια του ότι δεν πρέπει συγκαλυμμένα να προβάλλονται Λόγοι Έφεσης που αποσκοπούν ουσιαστικά στην προσβολή της αξιολόγησης και των ευρημάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου κάτι που δεν επιτρέπεται σύμφωνα με τις πιο πάνω νομοθετικές διατάξεις και νομολογία.»

 

 

Με την αιτιολογία του παρόντος λόγου έφεσης, η εφεσείουσα υποστηρίζει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε αξιολόγηση της μαρτυρίας με μόνο κριτήριο την εξωτερική εντύπωση που του προκάλεσαν οι μάρτυρες και ότι προέβη σε μικροσκοπική ανάλυσή της με αποτέλεσμα να διαφύγει η συνολική εικόνα που αναδυόταν από αυτή. Διεξήλθαμε της αξιολόγησης της μαρτυρίας στην οποία προέβη το πρωτόδικο Δικαστήριο και διαπιστώσαμε ότι δεν ευσταθεί η πιο πάνω εισήγηση του εφεσείοντα. Δεν διαπιστώσαμε οτιδήποτε που να δεικνύει ότι η, εν προκειμένω, αξιολόγηση της μαρτυρίας, αποτελεί προϊόν εσφαλμένης καθοδήγησης. Εν όψει των πιο πάνω, ο πρώτος λόγος έφεσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

 

Με τον δεύτερο λόγο έφεσης, υποστηρίζεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα θεώρησε ότι η θέση της εφεσείουσας ότι ο πλεονασμός του εφεσίβλητου οφειλόταν στη μείωση του κύκλου εργασιών της, τέθηκε για πρώτη φορά κατά την ακροαματική διαδικασία. Υποστηρίζεται περαιτέρω, ότι εν όψει της λανθασμένης θεώρησης του πρωτόδικου Δικαστηρίου περί έλλειψης δικογράφησης της εν λόγω θέσης, αυτό θεώρησε ότι υπήρχε δικονομικό εμπόδιο για την εξέτασή της, με αποτέλεσμα την απόρριψή της. Υποστηρίζεται επίσης ότι η απόρριψη της θέσης αυτής της, είναι λανθασμένη εφόσον είναι ενάντια αφενός στα δικόγραφα, και αφετέρου στα γεγονότα ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Με όλο τον σεβασμό, σημειώνουμε ότι παρά το ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέθεσε γενικώς, τις νομικές αρχές ως προς το ζήτημα της δικογράφησης, εντούτοις, προχώρησε σε πλήρη ανάλυση της πιο πάνω θέσης της εφεσείουσας. Δεν ευσταθεί η εισήγηση του εφεσείοντα ότι το Δικαστήριο, θεώρησε ότι υπήρξε λόγω μη ορθής δικογράφησης, δικονομικό εμπόδιο στην εξέταση της εν λόγω θέσης. Αντιθέτως, αναφέρθηκε λεπτομερώς σε συγκεκριμένες πτυχές της ενώπιον του μαρτυρίας επί του ζητήματος αυτού και κατέληξε σαφώς, ρητώς και με επαρκή αιτιολογία, ότι ο τερματισμός της απασχόλησης του εφεσίβλητου 2, δεν οφειλόταν σε περιορισμό του όγκου εργασιών της εφεσείουσας.

 

Υποστηρίζεται επίσης συναφώς από την εφεσείουσα, ότι οι εφεσίβλητοι 2, δεν αμφισβήτησαν δια της αντεξέτασης στην οποία προέβησαν τη θέση της περί μείωσης του κύκλου εργασιών της και ως εκ τούτου το πρωτόδικο Δικαστήριο έπρεπε να θεωρήσει ότι την αποδέχτηκαν και να αποφασίσει το ζήτημα στη βάση αυτής της αποδοχής. Ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσείουσας, παρέπεμψε το Εφετείο στην απόφαση TEKLIMA LTD v. SALAMIS TOURS LTD (1995) 1 ΑΑΔ 317, όπου λέχθηκε ότι εφόσον μαρτυρία δεν αμφισβητήθηκε από την άλλη πλευρά, παρέμεινε αναντίλεκτη.

 

Είμαστε της άποψης ότι η παρούσα υπόθεση διαφοροποιείται από τα όσα αποφασίστηκαν στην TEKLIMA, ανωτέρω. Στην παρούσα υπόθεση, η εφεσείουσα, υποστηρίζει ότι επειδή η εφεσίβλητη 2 δεν αντεξέτασε τους μάρτυρες της που κατέθεσαν στοιχεία που υποστήριζαν τη θέση ότι υπήρξε εν τη εννοία του Νόμου, μείωση του κύκλου εργασιών της εφεσείουσας, το Δικαστήριο θα έπρεπε να αναπόφευκτα να αποδεχθεί τη θέση της εφεσείουσας. Με εκτίμηση, επισημαίνουμε ότι, το κατά πόσον τα γεγονότα που βρίσκονταν ενώπιον του Δικαστηρίου, αποδείκνυαν μείωση του κύκλου εργασιών εν τη εννοία του Νόμου, αποτελεί ζήτημα  το οποίο αποφασίζεται από το Δικαστήριο κατευθυνόμενο από τον Νόμο και τη σχετική νομολογία, ανεξαρτήτως των θέσεων που υποβάλλουν οι συνήγοροι των διαδίκων στους μάρτυρες. Η έλλειψη αντεξέτασης θα είχε, ενδεχομένως, κάποια επίδραση σε σχέση με την τελική κρίση του Δικαστηρίου, αν το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριπτε την ενώπιον του μαρτυρία περί μείωσης του όγκου εργασιών, ως αναληθή. Εν προκειμένω, όμως, το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε στο σύνολο της μαρτυρίας, μέρος της οποίας ήταν πράγματι αναντίλεκτο, και στη συνέχεια, εφαρμόζοντας τις ορθές νομικές αρχές, κατέληξε ότι η μαρτυρία δεν στοιχειοθετούσε μείωση του κύκλου εργασιών της εφεσείουσας, εν τη εννοία του Νόμου.

 

Στην απόφαση Α. Ιάσωνος Λτδ ν. Χρίστου κ.α. (1994) 1 Α.Α.Δ. 703, επισημάνθηκαν τα εξής:

 

«Ο όγκος εργασίας προσδιορίζεται με βάση σταθερό παρονομαστή που αντανακλά τον όγκο της εργασίας του εργοδότη στο πλαίσιο του συνήθους κύκλου της επιχειρηματικής του δραστηριότητας και αυτή η σημασία που ενέχει ο όρος 'όγκος εργασίας' στο πλαίσιο του άρθρου 18(γ) (vii) του Ν.24/67 (όπως έχει τροποποιηθεί).»

 

Στην απόφαση Α/φοί Γαλαταριώτη Λτδ ν. Παρασκευής Γρηγορά κ.α. (2001) 1 Α.Α.Δ. 1985 επεξηγήθηκε η έννοια της μείωσης του κύκλου εργασιών:

 

«Το κρίσιμο ερώτημα ήταν λοιπόν, κατά πόσο υπήρξε περιορισμός του όγκου εργασίας των εφεσειόντων. Το Δικαστήριο αξιολογώντας το μαρτυρικό υλικό κατέληξε στο συμπέρασμα πως δεν υπήρχαν ενώπιον του τέτοια στοιχεία, οικονομικά ή λογιστικά, που θα μπορούσαν όντως να τεκμηριώσουν τον ισχυρισμό για περιορισμό του όγκου εργασιών της επιχείρησης των εφεσειόντων ή του τμήματος στο οποίο εργαζόταν η εφεσίβλητη. Και εφόσον δεν υπήρξε μαρτυρία που βάσιμα θα μπορούσε να τεκμηριώσει την ύπαρξη συγκεκριμένων οικονομικών περιστάσεων δεν παρίστατο ανάγκη εξέτασης κατά πόσο η απόλυση του Αιτητή οφειλόταν αποκλειστικά ή κυρίως στις οικονομικές περιστάσεις των εφεσειόντων.»

 

Εν όψει της ως άνω νομολογίας, εναπόκειτο στο Δικαστήριο αξιολογώντας το μαρτυρικό υλικό, να καταλήξει αντικειμενικά κατά πόσον η μαρτυρία ενώπιον του στοιχειοθετούσε μείωση του κύκλου εργασιών. Επομένως, η έλλειψη αντεξέτασης, επί των γεγονότων που επικαλέστηκε η εφεσείουσα για να στοιχειοθετήσει τη θέση της περί μείωση του όγκου εργασιών, δεν οδηγεί αναπόφευκτα στην επιτυχία του παρόντος λόγου έφεσης, ως εισηγείται η εφεσείουσα.

 

Περαιτέρω, το επιχείρημα που τέθηκε με τον παρόντα λόγο έφεσης ότι η απόρριψη της θέσης της εφεσείουσας περί μείωσης του κύκλου εργασιών της, ήταν ενάντια στα δικόγραφα, εξειδικεύεται με την αιτιολογία του και συνίσταται στο ότι η εν λόγω θέση κατέστη επίδικο ζήτημα δια της αίτησης του εφεσιβλήτου 1 και έγινε παραδεκτή από την εφεσείουσα δια της ένστασής της.

 

Παραθέτουμε αυτούσιες τις παραγράφους των δικογράφων που επικαλείται ο εφεσείοντας προς υποστήριξη του πιο πάνω επιχειρήματός του.

 

Στις παραγράφους 22-24 της Αίτησης παρατίθενται τα πιο κάτω:

 

«22.Είναι ισχυρισμός του Αιτητή ότι υπήρξε ισχυρισμός από τις Καθ’ ων η Αίτηση 1 & 2 για μείωση του κύκλου εργασιών τόσο της εταιρείας στην οποία αργότερα αποσπάστηκε, Καθ’ ης η Αίτηση 2, όσο και στην εταιρεία που ήταν η αρχική εργοδότρια εταιρεία, ήτοι Καθ’ ης η Αίτηση 1 και τις καλεί σε αυστηρά απόδειξη των ισχυρισμών αυτών.

 

23.Είναι ισχυρισμός του Αιτητή ότι υπήρξαν και άλλες απολύσεις προσωπικού των Καθ’ ων η Αίτηση 1 και/ή 2, χωρίς να γίνουν προσλήψεις νέου/καινούργιο προσωπικού.

 

24. Είναι ισχυρισμός του Αιτητή ότι υπήρξε κατάργηση οργανικών θέσεων στις Καθ’ ων η Αίτηση 1 και/ή 2 εταιρείες αφού μετά την απόλυση του Αιτητή δεν έγινε άλλη πρόσληψη, ούτε στην ίδια, ούτε σε άλλη θέση

 

Οι παράγραφοι 25-27 των Γενικών Λόγων Αίτησης στις οποίες επίσης αναφέρεται ο εφεσείοντας αφορούν το ζήτημα της αλλαγής των μεθόδων εργασίας και είναι παντελώς άσχετες με την υπό εξέταση θέση του.

 

Στις παραγράφους 13, 14 και 15 των Γενικών Λόγων Ένστασης της εφεσείουσας, παρατίθενται τα πιο κάτω:

 

«13.Είναι παραδεκτοί οι ισχυρισμοί του Αιτητή οι εκτιθέμενοι στην παράγραφο 22 της Αίτησης…».

 

(Σημειώνεται ότι η υπόλοιπη παράγραφος αναφέρεται σε άσχετο με το υπό εξέταση ζήτημα.)

 

«Είναι παραδεκτοί από τους Καθ’ ων η αίτηση οι ισχυρισμοί του Αιτητή οι εκτιθέμενοι στις παραγράφους 23, 24, 25 και 26 της Αίτησης.

 

15….οι Καθ’ ων η αίτηση παραδέχονται μόνο τους ισχυρισμούς του Αιτητή ότι αυτός νομιμοποιείται σε πληρωμή λόγω πλεονασμού…»

 

Είναι θεωρούμε πασιφανές, πως η σχετική με το ζήτημα που εγείρεται με τον παρόντα λόγο έφεσης παραδοχή που προκύπτει από τα δικόγραφα, είναι ότι η εφεσίβλητη παραδέχεται ότι η ίδια πρόβαλε ισχυρισμό περί μείωσης του κύκλου εργασιών. Επίσης γίνεται παραδοχή όσον αφορά τις προσλήψεις, ζήτημα που συνυπολογίστηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο, αλλά δεν επηρέασε την κατάληξη του ότι δεν στοιχειοθετήθηκε πλεονασμός λόγω μείωσης του κύκλου εργασιών.

 

Εν όψει των πιο πάνω, δεν προκύπτει καμία παραδοχή επί γεγονότων στα δικόγραφα, που να μπορούσε να επηρεάσει την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Συνεπώς, ο δεύτερος λόγος έφεσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

 

Με τον τρίτο λόγο έφεσης προσβάλλεται ως λανθασμένη η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν ετύγχαναν εφαρμογής οι πρόνοιες του Άρθρου 18(γ)(i) του Νόμου αναφορικά με τις ισχυριζόμενες από την εφεσείουσα αλλαγές στις μεθόδους παραγωγής ή οργάνωσης η οποίες, σύμφωνα με την ίδια, ελάττωσαν τον αριθμό των αναγκαιούντων υπαλλήλων, συμπεριλαμβανομένου και του εφεσιβλήτου 1. Διαπιστώνουμε από την αιτιολογία του λόγου αυτού ότι αποσκοπεί ουσιαστικά στην προσβολή της αξιολόγησης και των ευρημάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου κάτι που δεν επιτρέπεται σύμφωνα με τη νομολογία, βλ. Vouros Healthcare, ανωτέρω. Ως εκ τούτου ο τρίτος λόγος έφεσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

 

Στη γραπτή αγόρευση του ευπαίδευτου συνηγόρου του εφεσείοντα ο τέταρτος και ο πέμπτος λόγος έφεσης προωθούνται μαζί. Με αυτούς προσβάλλεται το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο εφεσίβλητος ήταν διευθυντικό στέλεχος. Αρκεί να επαναλάβουμε τα όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω αναφορικά με το πεδίο επέμβασης του Εφετείου στην αξιολόγηση της μαρτυρίας και ότι δεν διαπιστώνεται ζήτημα που να δικαιολογεί επέμβασή μας. Αμφότεροι οι λόγοι έφεσης 4 και 5 δεν ευσταθούν και απορρίπτονται.

 

Η έφεση απορρίπτεται στην ολότητά της. Η πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα εναντίον του εφεσείοντα και υπέρ εκάστου εφεσιβλήτου ύψους € 2.000, πλέον Φ.Π.Α, εάν υπάρχει.

                                                        

 

 

                                                                                 ΑΛ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Π.

 

 

                                                                                 Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.

 

 

                                                                                 Ι. ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο