ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ.: 242/2024, 22/10/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Ποινική Έφεση Αρ.: 242/2024)

 

18 Οκτωβρίου 2024

 

[Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ

Εφεσείων

v.

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

Εφεσίβλητης

 

‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑

Δ. Παυλίδης, για τον Εφεσείοντα

Α. Μιχαήλ (κα), για Γενικόν Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη

 

        ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Πική, Δ.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(Ex Tempore)

 

        ΠΙΚΗΣ, Δ.: Με την έφεση προσβάλλεται η ενδιάμεση απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερομηνίας 23.9.2024, να διατάξει την κράτηση του Εφεσείοντος λόγω του κινδύνου διάπραξης νέων αδικημάτων. Ο Εφεσείων αντιμετωπίζει κατηγορίες για κλοπή αυτοκινήτου (1η κατηγορία), επίθεσης και πρόκλησης πραγματικής σωματικής βλάβης (2η κατηγορία) και διενέργεια πράξης που ενδέχεται να επηρεάσει αστυνομική έρευνα (3η κατηγορία). Με βάση το κατηγορητήριο το αδίκημα της κλοπής αυτοκινήτου φέρεται να διαπράχθηκε την 14.9.2024, και αυτά των δυο άλλων κατηγοριών την επομένη, 15.9.2024. Ο Εφεσείων βαρύνεται με δυο πρόσφατες καταδίκες ημερομηνίας 30.5.2023 και 9.7.2024, στις οποίες του επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης, με μεγαλύτερη αυτή των 4 μηνών, με τριετή αναστολή. Ορισμένες κατηγορίες στις οποίες του επιβλήθηκε ποινή στην πιο πρόσφατη καταδίκη (ποινική υπόθεση 389/24) αφορούσαν, μεταξύ άλλων, αδικήματα κατά παράβαση του Άρθρου 122 του Ποινικού Κώδικα, δηλαδή ομοειδή με αυτό της τρίτης κατηγορίας την οποία αντιμετωπίζει στην παρούσα.

 

        Το πεδίο επέμβασης του Εφετείου στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι καθαρά αντικειμενικό. Δεν εξαρτάται από την υποκειμενική κρίση των μελών του Εφετείου για την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης (βλ. Μαυρομιχάλης ν. Αστυνομίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 256). Επέμβαση χωρεί μόνο σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι πρωτοδίκως η διακριτική εξουσία δεν ασκήθηκε δικαστικά ή παραγνωρίστηκαν καθιερωμένα νομολογιακά κριτήρια ή εμφιλοχώρησαν εξωγενή στοιχεία (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Bourel κ.ά., Ποιν. Έφ. 206/21 κ.ά., ημερ. 28.12.2021, Γενικός Εισαγγελέας ν. Γ.Ν., Ποιν. Έφ. 145/23, ημερ. 21.3.2023).

 

        Έχουμε διεξέλθει με προσοχή την πρωτόδικη απόφαση και λάβαμε υπόψη όλα όσα έχουν λεχθεί ενώπιον μας από τις δυο πλευρές. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έλαβε υπόψη τις εφαρμοστέες νομολογιακές αρχές σε σχέση με τον κίνδυνο διάπραξης νέων αδικημάτων τις οποίες δεν θεωρούμε σκόπιμο να επαναλάβουμε. Συνοψίζονται στην απόφαση μας στην Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 47/24, ημερ. 11.3.2024. Ορθώς λαμβάνεται υπόψη στην πρωτόδικη απόφαση ότι η φερόμενη διάπραξη των υπό κατηγορία αδικημάτων εντός της περιόδου αναστολής της ποινής φυλάκισης, αποκτά αυξημένη σημασία για σκοπούς εκτίμησης του κινδύνου διάπραξης νέων αδικημάτων (βλ. Μιχάλης Ευθυμίου ν. Γενικού Εισαγγελέα (2016) 2 Α.Α.Δ. 147). Και ότι ένα εκ των αδικημάτων για τα οποία κατηγορείται στην παρούσα είναι ομοειδές με αδικήματα για τα οποία καταδικάστηκε πρόσφατα, πριν δυο περίπου μήνες. Υπάρχει μεγάλη χρονική εγγύτητα μεταξύ επιβολής της ανασταλείσας ποινής φυλάκισης και των υπό κατηγορία αδικημάτων. Ο κίνδυνος διάπραξης νέων αδικημάτων ευλόγως ανέκυπτε από τα στοιχεία ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, τα οποία δεικνύουν άτομο με γενική ροπή προς το έγκλημα.

 

        Η διακριτική εξουσία του πρωτόδικου Δικαστηρίου ασκήθηκε εντός του ορθού νομικού πλαισίου και δεν συντρέχει κανένας λόγος επέμβασης. 

 

        Η έφεση απορρίπτεται.

 

 

                                                                            Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.

 

                                                                            Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.

 

                                                                            Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο