ΧΡΙΣΤΟΥ Π. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗ v. ΑΝΤΗ ΧΑΤΖΗΧΑΝΝΑ, Πολιτική Έφεση Αρ. 194/2019, 20/12/2024
print
Τίτλος:
ΧΡΙΣΤΟΥ Π. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗ v. ΑΝΤΗ ΧΑΤΖΗΧΑΝΝΑ, Πολιτική Έφεση Αρ. 194/2019, 20/12/2024
Ημερομηνία:
20 Δεκεμβρίου 2024
ΧΡΙΣΤΟΥ Π. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗ v. ΑΝΤΗ ΧΑΤΖΗΧΑΝΝΑ, Πολιτική Έφεση Αρ. 194/2019, 20/12/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 194/2019)

 

 

20 Δεκεμβρίου, 2024

 

 

[ΣΤΑΥΡΟΥ, ΚΟΝΗ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ-ΜΕΣΣΙΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

                                                       
ΧΡΙΣΤΟΥ Π. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗ

Εφεσείοντα /Εναγόμενου

 

και

ΑΝΤΗ ΧΑΤΖΗΧΑΝΝΑ

Εφεσίβλητου /Ενάγοντα

------------------------------

 

 

Μ. Κέστωρος (κα) για Ευστάθιος Κ. Ευσταθίου Δ.Ε.Π.Ε., για τον Εφεσείοντα.

Β. Χατζηχάννας για Βραχίμης Χατζηχάννας Δ.Ε.Π.Ε., για τον Εφεσίβλητο.

 

 -------------------------------

 

         ΣΤΑΥΡΟΥ, Δ.:    Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από   

                                     τον κ. Κονή, Δ.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΟΝΗΣ, Δ.Αντικείμενο της παρούσας έφεσης αποτελεί η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας («το πρωτόδικο Δικαστήριο»)  ημερομηνίας 10/5/2019 με την οποία επιδίκασε υπέρ του εφεσίβλητου ποσό €5.124 για οφειλόμενα ενοίκια για την περίοδο Ιουλίου – Δεκεμβρίου 2011 ως επίσης ποσά €2500 και €775  για επιδιορθώσεις ζημιών και υπηρεσίες εργολάβου ξυλουργικών εργασιών αντίστοιχα αλλά  και €727,74 για εξόφληση λογαριασμού της υδατοπρομήθειας (σύνολο €9.126,74) πλέον τόκους και έξοδα. Ταυτόχρονα με την απόφαση του («η πρωτόδικη απόφαση») το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την Ανταπαίτηση του εφεσείοντος.

 

Σύμφωνα με τις δικογραφημένες θέσεις των μερών ο εφεσίβλητος ισχυρίστηκε ότι ενοικίασε, βάσει ενοικιαστηρίου εγγράφου ημερομηνίας 23/6/2011, την εντελώς καινούργια κατοικία του στη Λακατάμια στον εφεσείοντα έναντι ενοικίου €854 μηνιαίως. Ισχυρίστηκε περαιτέρω ότι ο εφεσείοντας απροειδοποίητα εγκατέλειψε την εν λόγω κατοικία στην οποία, μετά που ανέλαβε την κατοχή της, διαπίστωσε πολλές ζημιές, μεγάλη ακαταστασία, πολύ λερωμένους τοίχους και βαμμένους με έντονα χρώματα, τρύπες στους τοίχους, σπασμένα ξυλουργικά, άχρηστες κλειδαριές, προβλήματα στους πάγκους και άλλα πολλά. Ισχυρίστηκε επίσης ότι υπέστη και άλλες ζημιές ύψους €4358,74, ήτοι €2500 που κατέβαλε σε εργολάβο οικοδομικών εργασιών και μπογιατισμάτων, €775 το οποίο κατέβαλε σε εργολάβο ξυλουργικών εργασιών, €727,74 το οποίο κατάβαλε ως τέλη στο Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας και το ποσό των €356 που κατάβαλε ως τέλη σκυβάλων.

 

Ο εφεσείων  από την πλευρά του αρνήθηκε ότι η κατοικία ήταν καινούργια και ισχυρίστηκε ότι σε αυτή παρέμεναν από το έτος 2007 η θυγατέρα του μαζί με τη μητέρα της και στη συνέχεια ο ίδιος με τη θυγατέρα του. Ισχυρίστηκε επίσης ότι στις 23/6/2012 υπέγραψε σχετικό συμβόλαιο κατόπιν δικής του παράκλησης για να μπορέσει να μεταβιβάσει τον λογαριασμό του ρεύματος και του νερού στο όνομα του και ότι το συμβόλαιο ήταν μεταξύ του ίδιου και της μητέρας του εφεσίβλητου και όχι με τον τελευταίο. Ισχυρίστηκε ακόμα ότι είχε γνωστοποιήσει στη μητέρα του εφεσίβλητου από τον Οκτώβριο του έτους 2011 ότι θα αποχωρούσε από την κατοικία και αυτή συμφώνησε. Αρνήθηκε ότι ο ίδιος προκάλεσε τις ζημιές τις οποίες ισχυρίστηκε ο εφεσίβλητος, ισχυριζόμενος ότι αυτές υπήρχαν πριν ο ίδιος υπογράψει το συμβόλαιο και μετακομίσει στην εν λόγω κατοικία.

 

Με την Ανταπαίτηση του ο εφεσείων ισχυρίστηκε ότι η επίδικη κατοικία αντιμετώπιζε προβλήματα με υγρασία και παρουσίαζε διαρροή νερού για την οποία ο ίδιος πλήρωνε λογαριασμό υδατοπρομήθειας διπλάσιο από το σύνηθες. Ισχυρίστηκε επίσης ότι τον Αύγουστο του έτους 2011 έσπασε το μοτέρ του νερού στην οροφή του σπιτιού με αποτέλεσμα να πλημμυρίσει η σοφίτα και να καταστραφούν διάφορα αντικείμενα που είχε εκεί και ειδικότερα ένας ηλεκτρονικός υπολογιστής και ηλεκτρικά είδη αξίας €3000. Ανταπαιτούσε επίσης το ποσό των €400 ως την αξία του πετρελαίου, που σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του είχε αποθηκευμένο σε ντεπόζιτο και το οποίο χάθηκε λόγω διαρροής τον Οκτώβριο του έτους 2011.

 

Στην Απάντηση και Υπεράσπιση στην Ανταπαίτηση ο εφεσίβλητος αρνήθηκε τους ισχυρισμούς του εφεσείοντα και ισχυρίστηκε ότι η επίδικη κατοικία μετά την ολοκλήρωση της τον Σεπτέμβριο του έτους 2006 ενοικιάστηκε καινούργια σε άριστη κατάσταση από τον πατέρα του εφεσείοντα για τον εφεσείοντα ο οποίος κατοίκησε σε αυτή. Ισχυρίστηκε περαιτέρω ότι στις 23/6/2011 ο πατέρας του εφεσείοντα αποχώρησε από ενοικιαστής και ο εφεσείων υπέγραψε νέο ενοικιαστήριο έγγραφο. Ανέφερε ακόμα ότι το ενοικιαστήριο έγγραφο υπογράφηκε από τη μητέρα του εφεσίβλητου ως πληρεξούσιος αντιπρόσωπος του υιού της.

 

Κατά την ακροαματική διαδικασία έδωσε μαρτυρία ο ίδιος ο εφεσίβλητος (ΜΕ1), η μητέρα του (ΜΕ2), ο ΜΕ3 που ήταν διευθυντής και γραμματέας κατασκευαστικής εταιρείας και ο ΜΕ4 που υπήρξε γείτονας με τον εφεσείοντα. Για την πλευρά του εφεσείοντα έδωσε μαρτυρία ο ίδιος (ΜΥ1).

 

Μετά από αξιολόγηση της μαρτυρίας, το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι ό εφεσίβλητος του άφησε καλή εντύπωση αφού η μαρτυρία του  ήταν σε συμφωνία με τις δικογραφημένες θέσεις του και επιβεβαιωνόταν από τα κατατεθέντα τεκμήρια τα οποία δεν αμφισβητήθηκαν. Υπέδειξε επίσης ότι σε ουσιώδη σημεία της η μαρτυρία του εφεσίβλητου δεν αμφισβητήθηκε από τον εφεσείοντα με αποτέλεσμα να παραμείνει αναντίλεκτη. Κάποιες ελλείψεις που παρουσίαζε η μαρτυρία του κρίθηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο ως επουσιώδεις και όχι ικανές να πλήξουν τη γενικότερη θετική εντύπωση την οποία αποκόμισε για τη μαρτυρία του.   Υπέδειξε ακόμα ότι η αναφορά του εφεσίβλητου ότι κατέβαλε ως τέλη σκυβάλων το ποσό των €196 ερχόταν σε αντίθεση με σχετική δικογραφημένη θέση του αλλά και με απόδειξη πληρωμής που κατέθεσε ως τεκμήριο. Παρά όμως τις ελλείψεις έκρινε ότι η μαρτυρία του δεν κλονίστηκε κατά την αντεξέταση του και ότι αποτελούσε ασφαλές υπόβαθρο για να στηριχθεί το Δικαστήριο σ’ αυτή.

 

Η μαρτυρία της ΜΕ2 έγινε επίσης αποδεκτή αφού η αντεξέταση της ήταν πολύ σύντομη.           

 

Αποδεκτή έγινε και η μαρτυρία του ΜΕ3, ανεξάρτητου προσώπου, η οποία δεν κλονίστηκε κατά την αντεξέταση του που ήταν επίσης σύντομη. 

 

Όσον αφορά τον ΜΕ4 η μαρτυρία του έγινε επίσης αποδεκτή από το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού δεν κλονίστηκε κατά την αντεξέταση του ως επίσης ήταν σε συμφωνία με τη μαρτυρία του ΜΕ1 την οποία είχε ήδη κάνει αποδεκτή. 

 

Ο εφεσείοντας δεν άφησε καλή εντύπωση στο Δικαστήριο αφού η μαρτυρία του ερχόταν σε αντίθεση με τις δικογραφημένες θέσεις του και δεν επιβεβαιωνόταν από την ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία η οποία είχε γίνει αποδεκτή από αυτό.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο επεξηγεί και αναλύει τους λόγους για τους οποίους δεν αποδέχθηκε τη μαρτυρία του στις σελίδες 12 και 13 της εκκαλούμενης απόφασης. 

 

Αφού παρέθεσε τη νομική πτυχή που αφορά το βάρος απόδειξης σε πολιτικές υποθέσεις αλλά και το ζήτημα των αποζημιώσεων για παράβαση συμφωνίας και συγκεκριμένα για παράλειψη καταβολής ενοικίων, το πρωτόδικο Δικαστήριο προχώρησε στην εξαγωγή συμπερασμάτων αναφέροντας μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:

 

«.. μεταξύ των διαδίκων υπογράφηκε ενοικιαστήριο έγγραφο με το οποίο ο ενάγων ενοικίασε στον εναγόμενο την επίδικη κατοικία ιδιοκτησίας του στην οδό Ίριδος 6Α στη Λακατάμια για 1 έτος και συγκεκριμένα για την περίοδο από την 1.7.2011 έως τις 30.6.2012, με μηνιαίο ενοίκιο ύψους €854,00. Ο εναγόμενος κατά παράβαση της ως άνω συμφωνίας εγκατέλειψε την επίδικη κατοικία τον Δεκέμβριο του 2011 χωρίς να έχει καταβάλει οποιοδήποτε ποσό για ενοίκιο. Η κατάσταση της κατοικίας όταν την εγκατέλειψε ο εναγόμενος δεν ήταν καλή αφού σε αυτή υπήρχαν πολλές ζημιές. Λόγω της κακής κατάστασης της κατοικίας ο ενάγων χρειάστηκε τις υπηρεσίες της εταιρείας G. Masouras Constructions Ltd για να καθαρίσει την κατοικία και να επιδιορθώσει τις ζημιές για τις οποίες κατέβαλε το ποσό των €2.500 καθώς επίσης τις υπηρεσίες του εργολάβου ξυλουργικών Μιχαλάκη Παναγιώτου στον οποίο κατέβαλε το ποσό των €775,00. Ο ενάγων εγκαταλείποντας την επίδικη κατοικία παρέλειψε επίσης να εξοφλήσει τον λογαριασμό της υδατοπρομήθειας τον οποίο τελικά εξόφλησε ο ενάγων καταβάλλοντας το ποσό των €727,74. Ο ενάγων κατέβαλε επίσης το ποσό των €143,00 ως τέλη σκυβάλων για το έτος 2012.

 

Κρίνω ότι με τη μαρτυρία την οποία προσκόμισε ο ενάγων απέδειξε ότι δικαιούται να του επιδικασθεί το ποσό των €5.124,00 το οποίο αφορά τα ενοίκια για την περίοδο Ιουλίου μέχρι Δεκέμβριο του 2011. Κρίνω ότι δεν δικαιούται να του επιδικασθεί οποιοδήποτε ποσό για τον μήνα Ιούνιο του 2011 καθότι ο μήνας αυτός δεν καλύπτεται από το επίδικο συμβόλαιο. Αναφορικά με την αξίωση του να του επιδικασθούν τα ενοίκια για την περίοδο μέχρι τον Μάρτιο του 2012 κρίνω ότι ούτε αυτή μπορεί να γίνει αποδεκτή και εξηγώ ευθύς αμέσως τους λόγους για την κρίση μου αυτή.

 

…………………………………………………………………………………………..

Κρίνω επίσης ότι ο ενάγων απέδειξε ότι κατέβαλε το ποσό των €2.500 στην εταιρεία G. Masouras Construction Ltd, το ποσό των €775,00 στον Μιχαλάκη Παναγιώτου και το ποσό των €727,74 ως τέλη υδατοπρομήθειας και συνεπώς δικαιούται να του επιδικασθούν τα ως άνω ποσά.

 

Όσον αφορά το μέρος της απαίτησης του ενάγοντα για το ποσό των €356,00 ως τέλη σκυβάλων κρίνω ότι δεν δικαιούται να του επιδικασθεί το εν λόγω ποσό.»

 

Έχοντας υπόψη όλα τα πιο πάνω, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι ο εφεσίβλητος παρουσίασε ικανή μαρτυρία για να αποδείξει τους ισχυρισμούς στη βάση του ισοζυγίου των πιθανοτήτων που είναι το απαιτούμενο μέτρο για πολιτικές υποθέσεις.  Έκρινε επίσης ότι η Ανταπαίτηση του εφεσείοντα δεν μπορούσε να επιτύχει λόγω του ότι δεν παρουσίασε αξιόπιστη και σχετική προς τούτο μαρτυρία και προχώρησε στην απόρριψη της, παραπέμποντας σε σχετική νομολογία. 

 

Συνεπεία των πιο πάνω το πρωτόδικο Δικαστήριο προχώρησε στην έκδοση απόφασης υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον του εφεσείοντα ως ανωτέρω αναφέρεται.

 

Ο εφεσείοντας προσβάλλει την πρωτόδικη απόφαση με επτά λόγους έφεσης.

 

Με τον πρώτο λόγο έφεσης προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε στο εύρημα ότι το επίδικο ενοικιαστήριο έγγραφο υπογράφηκε από τον εφεσίβλητο και ότι προκύπτει ότι η συμφωνία ενοικίασης συνομολογήθηκε μεταξύ του εφεσείοντα και του εφεσίβλητου και όχι μεταξύ του εφεσείοντα και της ΜΕ2, μητέρας του εφεσίβλητου.  Περαιτέρω και άνευ βλάβης των ανωτέρω προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα θεώρησε ότι ο εφεσίβλητος είχε νόμιμο δικαίωμα έγερσης αγωγής εναντίον του εφεσείοντα, η δε απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν έχει αιτιολογηθεί επαρκώς ή και καθόλου.  Με τον δεύτερο λόγο έφεσης προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του ότι ο εφεσίβλητος κατά την αντεξέταση του από το δικηγόρο του εφεσείοντα αναφορικά με το πότε έλαβε κατοχή και έγινε ιδιοκτήτης της επίδικης κατοικίας, ανέφερε την ημερομηνία που γράφει ο τίτλος της ιδιοκτησίας δηλαδή την 2/1/2012 ενώ το ενοικιαστήριο έγγραφο υπογράφηκε στις 23/6/2011, δηλαδή 6 μήνες προτού λάβει κατοχή ο εφεσίβλητος. Με τον τρίτο λόγο έφεσης προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα δεν έλαβε υπόψη του ότι στην επιστολή του εφεσείοντα ημερ. 3/1/2012 η οποία κατατέθηκε ως Τεκμήριο 4, αναφέρεται ότι η  συμφωνία για ενοικίαση της κατοικίας ήταν με τη μητέρα του εφεσίβλητου δηλαδή τη ΜΕ2.  Με τον τέταρτο λόγο έφεσης προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε ότι ο ΜΕ3 ήταν ανεξάρτητος μάρτυρας και ότι η μαρτυρία του δεν κλονίστηκε κατά την αντεξέταση του.  Με τον πέμπτο λόγο έφεσης προβάλλεται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι ο εφεσίβλητος κατέβαλε το ποσό των €2.500 προς τον ΜΕ3 για εργασίες στην επίδικη οικία και το ποσό των €775 για τις υπηρεσίες συγκεκριμένου εργολάβου ξυλουργικών, ο οποίος δεν παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο για να δώσει μαρτυρία.  Με τον έκτο λόγο έφεσης προβάλλεται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι ο εφεσίβλητος απέδειξε ότι κατέβαλε το ποσό των €727,74 για το λογαριασμό υδατοπρομήθειας το οποίο όφειλε ο εφεσείοντας να εξοφλήσει.  Τέλος, με τον έβδομο λόγο έφεσης προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε ότι ο εφεσείοντας υπέγραψε ενοικιαστήριο έγγραφο με τον εφεσίβλητο και προκάλεσε ζημιές στην οικία και ότι όταν ενοικίασε την οικία τον Ιούλιο 2011 αυτή ήταν καινούρια.   

 

Η πλευρά του εφεσείοντα αναπτύσσει στο περίγραμμα αγόρευσης της μαζί τους τρεις πρώτους λόγους έφεσης, οι οποίοι όντως είναι συναφείς μεταξύ τους.  Υποστηρίζεται από πλευράς εφεσείοντα ότι σύμφωνα με το Τεκμήριο 1 ο εφεσίβλητος κατέστη ιδιοκτήτης της επίδικης κατοικίας την 2/1/2012 ενώ το ενοικιαστήριο έγγραφο Τεκμήριο 2 φέρει ημερομηνία 23/6/2011.  Είναι η θέση της πλευράς του εφεσείοντα ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν ασχολείται καθόλου με το κατά πόσο ο εφεσίβλητος είχε δικαίωμα να εγείρει την αγωγή, περιοριζόμενο στο να αναφερθεί στη σελίδα 11 της πρωτόδικης απόφασης ότι «ο ενάγων ενοικίασε την επίδικη κατοικία της οποίας είναι εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης στον εναγόμενο» κάτι που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη μαρτυρία που παρουσιάστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου.  Τα Τεκμήρια 1 και 2 τα οποία μιλούν από μόνα τους, καταδεικνύουν ότι ο εφεσίβλητος δεν ήταν ιδιοκτήτης της επίδικης κατοικίας κατά το χρόνο ενοικίασης της στον εφεσείοντα. 

 

Περαιτέρω, η πλευρά του εφεσείοντα παραπέμπει στη γραπτή δήλωση του εφεσίβλητου η οποία κατατέθηκε στο Δικαστήριο ως μέρος της κυρίως εξέτασης του όπου ανέφερε ότι ο ίδιος υπέγραψε το ενοικιαστήριο έγγραφο Τεκμήριο 2 με τον εφεσείοντα.  Κατά την αντεξέταση του ανέφερε ότι το ενοικιαστήριο έγγραφο υπογράφηκε από τον ίδιο και τη μητέρα του η οποία υπέγραψε ως πληρεξούσιος του.  Αποτελεί θέση της πλευράς του εφεσείοντα ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έλαβε υπόψη ότι η μητέρα του εφεσίβλητου υπέγραψε ως πληρεξούσιος του.  Τέτοιος ισχυρισμός δεν είχε καταγραφεί στην Έκθεση Απαίτησης. Ο ισχυρισμός αυτός που προβλήθηκε στην Απάντηση δεν δικαιολογεί την εξέταση του θέματος αυτού από το πρωτόδικο Δικαστήριο καθώς τέτοιος ισχυρισμός θα έπρεπε να καταγραφεί στην Έκθεση Απαίτησης και όχι στην Απάντηση.  Λανθασμένα, σύμφωνα επίσης με την πλευρά του εφεσείοντα απεφάνθη το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι ο εφεσίβλητος νομιμοποιείτο να κινήσει την αγωγή η οποία θα έπρεπε στην ουσία να απορριφθεί λόγω μη συμβατικής σχέσης μεταξύ του εφεσίβλητου και του εφεσείοντα.  Μόνο η μητέρα του εφεσίβλητου θα δικαιούτο να είναι διάδικος στην αγωγή.  Στην ουσία, πάντα σύμφωνα με την πλευρά του εφεσείοντα, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αιτιολόγησε επαρκώς ή και καθόλου γιατί μέσω της συγκρουόμενης μαρτυρίας επέλεξε να αποφασίσει ότι ο εφεσίβλητος δικαιούτο να κινήσει την αγωγή.  Ουδεμία συμβατική σχέση προέκυπτε μεταξύ του εφεσείοντα και του εφεσίβλητου.

 

Επισημαίνουμε κατ' αρχάς ότι οι λόγοι αυτοί έφεσης αφορούν την αξιολόγηση  από το πρωτόδικο Δικαστήριο της μαρτυρίας που τέθηκε ενώπιον του και τα συνακόλουθα ευρήματα του.

 

Στη σχετικά πρόσφατη απόφαση μας Παπαλλής ν. Ζαχαρίου κ.α. Πολ. Έφεση Αρ. 365/2018 ημερ. 29/3/2024 επαναλάβαμε τον νομολογιακό κανόνα ότι:

 

«το Εφετείο δεν επεμβαίνει με ευκολία στην πρωτόδικη αξιολόγηση μαρτύρων και μαρτυρίας, η οποία αξιολόγηση αποτελεί τη συνισταμένη της κρίσης του Δικαστηρίου επί της ζώσας ενώπιόν του παρουσιασθείσας μαρτυρίας.»

 

Όπως έχει λεχθεί στις υποθέσεις Tekinder Pal κ.α. v. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 551:

 

«Η εντύπωση που αποκομίζει από τους μάρτυρες το πρωτόδικο Δικαστήριο φέρει μαζί της το ευεργέτημα της επισταμένης παρακολούθησης των όσων οι μάρτυρες καταθέτουν, τον τρόπο με τον οποίο καταθέτουν, τη λογική που η μαρτυρία τους εκπέμπει και όλα αυτά σε συνδυασμό με την ανάλογη αντιπαραβολή με τη δικογραφία στις πολιτικές υποθέσεις ή τις καταθέσεις στις ποινικές υποθέσεις και τα εν γένει τεκμήρια. Η ανθρώπινη εμπειρία εν πολλοίς είναι οδηγός ως προς τη λογική των πραγμάτων. (Δέστε Baloise Insurance Co Ltd v. Κατωμονιάτη κ.ά. (2008) 1 Α.Α.Δ. 1275).»

 

Επέμβαση είναι δυνατή σε πολύ περιορισμένες περιπτώσεις όταν τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου είτε αντιστρατεύονται τη λογική των πραγμάτων, είτε συγκρούονται με άλλη αποδεκτή από το ίδιο το Δικαστήριο μαρτυρία, είτε διαπιστώνεται πλημμελής αξιολόγηση των δεδομένων. Παραπέμπουμε στις αποφάσεις Bullows v. Νεοφύτου (1994) 1 Α.Α.Δ. 41, Χατζηπαύλου ν. Κυριάκου (2006) 1 Α.Α.Δ. 236 και Οργανισμός Κυπριακής Γαλακτοκομικής Βιομηχανίας ν. Κώστα Α. Ζαχαρία Λτδ (2006) 1 Α.Α.Δ. 705)

 

Οι λόγοι αυτοί έφεσης δεν μπορούν να επιτύχουν.

 

Θα πρέπει καταρχάς να υποδείξουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχθηκε τη μαρτυρία του εφεσίβλητου (ΜΕ1), της μητέρας του (ΜΕ2) και του ΜΕ4, και το γεγονός αυτό δεν έχει προσβληθεί με αυτοτελή λόγο έφεσης.

 

Σε σχέση με το θέμα της ιδιοκτησίας της επίδικης κατοικίας υποδεικνύουμε ότι ο εφεσίβλητος ανέφερε κατά τη μαρτυρία του ότι ήταν ο ιδιοκτήτης της κατοικίας στην οδό Ίριδος 6A στη Λακατάμια στη Λευκωσία την οποία ενοικίασε στον εφεσείοντα.  Κατέθεσε στο Δικαστήριο Πιστοποιητικό Εγγραφής Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Τεκμήριο 1) της εν λόγω κατοικίας ως επίσης αντίγραφο του ενοικιαστηρίου εγγράφου της επίδικης κατοικίας (Τεκμήριο 2).

 

Είναι γεγονός ότι αντεξεταζόμενος o εφεσίβλητος ρωτήθηκε πότε έλαβε κατοχή της επίδικης κατοικίας (και όχι πότε κατέστη ιδιοκτήτης της ως ισχυρίζεται η πλευρά του εφεσείοντα) και ανέφερε ότι αναφέρεται στον τίτλο ιδιοκτησίας, Τεκμήριο 1.  Στο Τεκμήριο 1 αναφέρεται ως ημερομηνία εγγραφής η 2/1/2012.

 

Όμως αμέσως προηγουμένως ο εφεσίβλητος ανέφερε ότι η κατοικία κτίστηκε το έτος 2006, ενώ στη συνέχεια της αντεξέτασης του ανέφερε ότι η κατοικία ήταν καινούργια και ότι πριν την 23/6/2011 διέμεναν πρόσωπα συγγενικά του εφεσίβλητου.  Δεν αντεξετάστηκε και δεν αμφισβητήθηκε κατά την αντεξέταση του εφεσίβλητου ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν ο ιδιοκτήτης της επίδικης κατοικίας.  Μάλιστα φαίνεται ο δικηγόρος του να αποδέχεται το γεγονός αυτό.  Παραθέτουμε σχετικό απόσπασμα:

 

«..  Ε. Όταν ενοικιάσεις την κατοικία την 23/06/11 δεν έκανες έλεγχο να διαπιστώσεις αν υπήρχαν οι ζημιές αυτές; Όταν ενοικίασες την κατοικία 23/06/11 δεν έκανες έλεγχο στην κατοικία για να διαπιστώσεις αν υπήρχαν οι ζημιές, αν προϋπήρχαν;

Α.  Η κατοικία ήταν ολοκαίνουργια.

Ε.  Πριν τις 23/06/11 ποιος διέμενε εντός της κατοικίας;

Α.  Συγγενικά πρόσωπα του κύριου Χριστοδουλίδη.

Ε.  Από πότε;

Α.  Δεν γνωρίζω τέτοια λεπτομέρεια τώρα.

Ε.  Άρα όταν έγινε το ενοικιαστήριο κάποιος έμενε πριν;

Α.  Ναι δεν μας είχαν αναφερθεί οποιεσδήποτε ζημιές ούτε μας είχαν αναφερθεί ζημιές τότε.

Ε.  Σου υποβάλλω ότι οι ζημιές αυτές προϋπήρχαν πριν τις 23/06/11.

Α.  Όχι.»

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο στη σελίδα 10 της απόφασης του υποδεικνύει ότι στην περίπτωση που ένας μάρτυρας δεν αντεξεταστεί επί όλων των ουσιαστικών γεγονότων τα οποία αμφισβητούνται, το Δικαστήριο θεωρεί και το εκλαμβάνει ότι η μαρτυρία του δεν αμφισβητήθηκε παραπέμποντας στην Frederickou Schools Co. Ltd κ.ά. ν. Acuac Inc. (2002) 1 Α.Α.Δ. 1527.  Προσθέτουμε με τη σειρά μας ότι ο γενικός κανόνας ότι η παράλειψη αντεξέτασης μάρτυρα σε ουσιώδες μέρος της μαρτυρίας του και της εκδοχής που προτάσσει παρέχει στο Δικαστήριο διακριτική ευχέρεια να θεωρήσει την παράλειψη ως αποδοχή των ισχυρισμών της αντίδικης πλευράς στα σημεία που καλύφθηκαν από την κυρίως εξέταση (βλ. Αντρέου ν. Δήμου Λάρνακας (2014) 2(Α) Α.Α.Δ. 263, Χαραλάμπους ν. Αστυνομίας (2014) 2(Α) Α.Α.Δ. 105, Δρουσιώτης ν. Αστυνομίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 505, Εργοληπτική εταιρεία Σταύρος Δημοσθένους Λτδ κ.ά ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2012) 1(Γ) Α.Α.Δ.2627, Philipou General Bonded Warehouse ν. Nικολαίδη (2006) 1 (Β) Α.Α.Δ. 1057, σύγγραμμα το Δίκαιο της Απόδειξης, Δικονομικές και Ουσιαστικές Πτυχές, Τάκης Ηλιάδης και Νικόλας Γ. Σάντης, Έκδοση 2014, σελ.720-723).

 

Τα ίδια ισχύουν και για τη μαρτυρία της ΜΕ2 η οποία ανάφερε κατά την κύρια εξέταση της ότι ο εφεσίβλητος ενοικίασε στον εφεσείοντα την καινούργια κατοικία του και ότι τον βοηθούσε με την ενοικίαση της.  Η ΜΕ2 αντεξετάστηκε μόνο αναφορικά με το ποιος υπέγραψε το ενοικιαστήριο έγγραφο.

 

Ο ΜΕ3 επίσης κατά τη μαρτυρία του ανέφερε ότι πώλησε στον εφεσείοντα την οικία στην οποία στη συνέχεια διενέργησε επιδιορθώσεις, καταθέτοντας μέρος του πωλητηρίου εγγράφου ημερομηνίας 15/11/2005. Ανέφερε ακόμα ότι όταν ολοκληρώθηκε η κατοικία και μετά τη παραλαβή της από τον εφεσίβλητο, έβλεπε τον εφεσείοντα να κατοικεί σε αυτή και πληροφορήθηκε ότι ήταν ο ενοικιαστής. Αντεξεταζόμενος ανέφερε ότι η κατοικία βρισκόταν στην οδό Ίριδος στη Λακατάμια στην οποία ανέγειρε και μια πολυκατοικία (όχι όμως κατοικία).Ούτε στην περίπτωση αυτή υποβλήθηκε στο ΜΕ3 ότι δεν πώλησε στον εφεσίβλητο την επίδικη κατοικία το έτος 2005.  Εύλογα προκύπτει το συμπέρασμα ότι από τη στιγμή που ο ΜΕ3 δεν ανέγειρε άλλη κατοικία επί της οδού Ίριδας στη Λακατάμια, ότι η κατοικία που πώλησε στον εφεσείοντα ήταν η επίδικη κατοικία. Ούτε αντεξετάστηκε σε σχέση με την αναφορά του ότι, στην κατοικία που πώλησε και παρέδωσε στον εφεσίβλητο, είδε τον εφεσείοντα να κατοικεί και πληροφορήθηκε ότι ήταν ο ενοικιαστής.

 

Όλα τα πιο πάνω καταδεικνύουν ότι δεν αποτέλεσε ουσιώδες μέρος της διαφοράς το ιδιοκτησιακό καθεστώς της επίδικης κατοικίας και επί της ουσίας δεν αμφισβητήθηκε κατά την ακροαματική διαδικασία.  Το γεγονός ότι επί του Τεκμηρίου 1 αναφέρεται ως ημερομηνία εγγραφής η 2/1/2012 δεν οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο εφεσίβλητος δεν ήταν ιδιοκτήτης ή και δικαιούχος της εν λόγω κατοικίας. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρει τον εφεσίβλητο ως εγγεγραμμένο ιδιοκτήτη της επίδικης κατοικίας κατά τον χρόνο έκδοσης της απόφασης. 

 

Όσον αφορά το θέμα της υπογραφής του ενοικιαστηρίου συμβολαίου (Τεκμήριο 2) ο εφεσίβλητος κατά την μαρτυρία του ανέφερε ότι το υπόγραψε μαζί με τον εφεσείοντα.  Υπέδειξε μάλιστα κατά την αντεξέταση του την υπογραφή του πάνω από τη λέξη «ιδιοκτήτης» (βλ. σελ.7 των πρακτικών ημερ. 11/2/2019) και δεν αντεξετάστηκε περαιτέρω επί τούτου.  Δέχθηκε βέβαια ότι πάνω από την υπογραφή του υπάρχει η υπογραφή της μητέρας του. Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και η μαρτυρία της μητέρας του ΜΕ2 η οποία ανέφερε ότι μετέβηκε μαζί με τον εφεσίβλητο στο γραφείο του εφεσείοντα όπου υπέγραψαν το ενοικιαστήριο έγγραφο ενώ αντεξεταζόμενη παραδέχθηκε την αναφορά στην παράγραφο 4 της Απάντησης στην Υπεράσπιση και Υπεράσπιση στην Ανταπαίτηση ότι το ενοικιαστήριο έγγραφο υπογράφηκε από την ίδια ως πληρεξούσιος αντιπρόσωπος του εφεσείοντα.  Αυτό όμως το γεγονός, της υπογραφής του ενοικιαστηρίου εγγράφου τόσο από τον εφεσείοντα όσο και από την ΜΕ2, δεν επηρέαζε με οποιοδήποτε τρόπο την ισχύ του ενοικιαστηρίου εγγράφου.

 

Περαιτέρω, η αναφορά στην παράγραφο 4 της Απάντησης στην Υπεράσπιση και Υπεράσπισης στην Ανταπαίτηση ότι η ΜΕ2 υπέγραψε επί του Τεκμηρίου 2 ως πληρεξούσιος αντιπρόσωπος του εφεσίβλητου δεν έρχεται σε αντίθεση με τα περιεχόμενο της Έκθεσης Απαίτησης όπου στην παράγραφο 2 γίνεται απλώς αναφορά, ότι ο εφεσίβλητος ενοικίασε την κατοικία του στον εφεσείοντα.

 

Όσον αφορά την επιστολή του εφεσείοντα ημερομηνίας 3/1/2012 (Τεκμήριο 5), ο εφεσέιοντας απευθυνόμενος στο δικηγόρο του εφεσίβλητου αναφέρει ότι έβαψε τα υπνοδωμάτια της οικίας με την έγκριση «του πελάτη σας».  Η χρήση της φράσης «του πελάτη σας» δεν μπορεί παρά να παραπέμπει στον εφεσίβλητο και όχι στην μητέρα του (ΜΕ2). Το στοιχείο αυτό έρχεται σε αντίθεση με τις δικογραφημένες θέσεις του εφεσείοντα και τη μαρτυρία του ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου.  Ούτε ισχυρίζεται μέσω της επιστολής αυτής ότι υπήρχε ενοικιαστήριο συμβόλαιο μεταξύ του ιδίου και της ΜΕ2. Αναφέρει απλώς ότι εγκατέλειψε την οικία αφού προηγουμένως ενημέρωσε τη ΜΕ2 η οποία δεν είχε ένσταση.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν προβαίνει στην απόφαση του σε ειδική αναφορά σε σχέση με την επιστολή ημερομηνίας 3/1/2012 Τεκμήριο 5 (και όχι Τεκμήριο 4 ως αναφέρεται στον τρίτο λόγο έφεσης).  Το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρει στην απόφαση του στη σελίδα 10 ότι έχει μελετήσει το πλήρες περιεχόμενο της μαρτυρίας και των Τεκμηρίων που κατατέθηκαν ενώπιον του και ότι τα έλαβε υπόψη του στο σύνολο τους.

 

Το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 5 όμως δεν βοηθά τις θέσεις του εφεσείοντα αφού έρχεται σε αντίθεση με τις δικογραφημένες θέσεις του και με άλλα σημεία της μαρτυρίας του.  Πέραν των όσων αναφέρουμε πιο πάνω, στο Τεκμήριο 5 αναφέρεται εκ μέρους του εφεσείοντα «Δεν υπήρχε ποτέ ενοικιαστήριο έγγραφο μαζί μου.  Την οικία την ενοικίασε ο πατέρας μου το 2007 όταν ζούσα μόνιμα στην Αγγλία».

 

Ο εφεσείοντας στην Υπεράσπιση του στην παράγραφο 4 αναφέρει ότι υπέγραψε στις 23/6/2019 ενοικιαστήριο συμβόλαιο ως επίσης «Το συμβόλαιο ήταν μεταξύ εμένα και της μητέρας του ενάγοντα και όχι με τον ενάγοντα» θέση που επανέλαβε κατά τη μαρτυρία του ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Αναφέρεται ακόμα στο Τεκμήριο 5 ότι «Όσον αφορά λογαριασμούς ρευμάτων, νερού και τέλη Δήμου Λακατάμιας είναι παραδεκτά» στοιχεία που καταδεικνύουν και πάλι αντίθεση με τις δικογραφημένες θέσεις του εφεσείοντα και τη μαρτυρία του.  Ο εφεσείων μέσω της μαρτυρίας του ισχυρίστηκε ότι στην επιστολή του Τεκμήριο 5, λόγω λάθους δεν αναγράφηκε ότι αυτή αποστάληκε άνευ βλάβης και ότι τα όσα αναφέρονται σ΄ αυτή αφορούν τη μητέρα του εφεσίβλητου ΜΕ2.  Όμως η μαρτυρία του ΜΕ2 δεν έγινε δεκτή από το πρωτόδικο Δικαστήριο και τούτο δεν προσβάλλεται με αυτοτελή λόγο έφεσης.

 

Σημειώνουμε ότι αποτελεί σχήμα οξύμωρο από τη μια η πλευρά του εφεσείοντα να επικαλείται μέρος της επιστολής ημερομηνίας 13/1/2012, Τεκμήριο 5, που εξυπηρετεί τις θέσεις της αλλά όσον αφορά τα μέρη της που δεν βοηθούν τις θέσεις της ισχυρίστηκε στην ακροαματική διαδικασία ότι στάλθηκε άνευ βλάβης.

 

Τέλος υποδεικνύουμε, κάτι πολύ σημαντικό, ότι ο ίδιος ο εφεσείοντας κατά τη μαρτυρία του ανέφερε ότι υπέγραψε το ενοικιαστήριο έγγραφο ημερομηνίας 23/6/2011, ως ήταν και η δικογραφημένη θέση του η οποία σχολιάστηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Όμως στο ενοικιαστήριο έγγραφο, Τεκμήριο 2, αναφέρεται ως ιδιοκτήτης ο εφεσίβλητος και ως ενοικιαστής ο εφεσείων.

 

Επισημαίνουμε τέλος ότι ουδέποτε τέθηκε είτε στον εφεσίβλητο είτε στην ΜΕ2 ότι το ενοικιαστήριο έγγραφο ήταν μεταξύ της ΜΕ2 και του εφεσείοντος. Στην Friderickou Schools Co. Ltd κ.ά (ανωτέρω) λέχθηκαν μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα:

«Η αντεξέταση των μαρτύρων είναι σημαντικό όπλο στη διεξαγωγή μιας δίκης. Από τη δικανική σκοπιά - και όχι την ηθική που στόχος είναι βασικά η εύρεση της αλήθειας και η αποκάλυψη του ψεύδους - πρωταρχικό αντικείμενο της είναι η αποδυνάμωση ή εκμηδένιση των δηλώσεων ενός μάρτυρα κατά την κύρια εξέταση, που στηρίζουν ή βοηθούν την υπόθεση του αντιδίκου.  Είναι σχετική η ρήση του Lord Hanworth, M.R., την οποία αναφέρει, επιδοκιμάζοντας την, ο Sankey L.C., στην υπόθεση Mechanical and General Inventions Co. Ltd. and Lehwess v. Austin and the Austin Motor Co. [1935] A.C. 346 στη σελ. 359:

"Cross-examination is a powerful and valuable weapon for the purpose of testing the veracity of a witness and the accuracy and completeness of his story."

 

Yπάρχουν ωστόσο δύο κανόνες πρακτικής, που έχουν εμπεδωθεί προ πολλού στα δικαστήρια μας, οι οποίοι πρέπει απαρέγκλιτα να τηρούνται.  Ο πρώτος είναι ότι ο μάρτυρας πρέπει να αντεξετασθεί επί όλων των ουσιαστικών γεγονότων τα οποία αμφισβητούνται.  Διαφορετικά το δικαστήριο θεωρεί - και το εκλαμβάνει - ότι η μαρτυρία του δεν αμφισβητήθηκε.  Ο δεύτερος είναι ότι, κατά την αντεξέταση, τίθεται στο μάρτυρα η υπόθεση που θα στηθεί από τον αντίδικο.  Τέτοια αντεξέταση είναι προϋπόθεση για να κληθεί μαρτυρία που αντικρούει το μάρτυρα.»

Σχετική είναι η υπόθεση Adidas v. Jonitexo Ltd. (1987) 1 C.L.R. 383, 384:

"Failure to put forward a pertinent aspect of the defence case to witnesses for the plaintiff is not necessarily fatal to its validity, but in the absence of a proper explanation of the omission, the Court may disregard it, because of the denial of a proper opportunity to the plaintiff to controvert it."»

 

Συνεπεία των πιο πάνω οι θέσεις της πλευράς του εφεσείοντα στερούνται ερείσματος.

 

Όσον αφορά το ζήτημα της αιτιολόγησης, είναι η κρίση μας ότι η πρωτόδικη απόφαση περιέχει και την αιτολογία και τον συλλογισμό του Δικαστηρίου επί του θέματος.

 

Όπως αναφέρουμε στην πολύ πρόσφατη απόφαση μας Κρεοπωλείο Α. Κούντουρος Λτδ ν. Γεωργιάδη κ.ά. Πολ. Έφ. 121/2019, ημερ. 6.12.2024:

 

«Ο τρόπος συγγραφής είναι, όπως έχει και από τη νομολογία αναφερθεί, παράδειγμα της δικαστικής ανεξαρτησίας και του αυτόνομου της δικαστικής κρίσης που αφήνει ευρύ πεδίο επιλογής του τρόπου συγγραφής μιας απόφασης. Παραπέμπουμε στην υπόθεση L. Papaphilippou & Co Ltd v. Λουκά (2014) 1 Α.Α.Δ. 1193, όπου λέχθηκαν τα ακολούθα:


«Η δικαστική ανεξαρτησία και το αυτόνομο της δικαστικής κρίσης αφήνουν ευρύ πεδίο επιλογής του τρόπου συγγραφής μιας απόφασης. Η αναδίπλωση, όμως, της δικαστικής σκέψης με λογική αλληλουχία και ορθολογιστική προσέγγιση είναι επιβεβλημένη, ούτως ώστε να αποφεύγεται ο κίνδυνος απώλειας του απαιτούμενου ειρμού στη σκέψη του Δικαστηρίου και να αναδύεται με διαύγεια ο δικαστικός λόγος. Ενώ, λοιπόν, η δομή μιας δικαστικής απόφασης εναπόκειται στον ίδιο το δικαστή, θα πρέπει η τελική αυτή δικαστική κρίση να διαπνέεται από μια λογική συνοχή έκθεσης μαρτυρίας, ανάλυσης και αξιολόγησης και υπαγωγής των ευρημάτων στο ισχύον νομικό καθεστώς (Στυλιανού v. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 646, Ευσταθίου και Alpha Bank Ltd (2012) 1 Α.Α.Δ. 1682).»

 

Στην υπόθεση (…) Φουτάς v. Αστυνομίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 730, λέχθηκαν (…) τα πιο κάτω:


«Ο τρόπος συγγραφής δικαστικής απόφασης επαφίεται στην κρίση του δικαστή. Ο τρόπος έκφρασης δεν είναι τυποποιημένος και δεδομένου ότι υπάρχουν σε αυτήν τα βασικά χαρακτηριστικά στοιχεία της αιτιολογημένης απόφασης και δεν διαστρεβλώνεται η εικόνα μέσα από αποσπασματική παράθεση της μαρτυρίας δεν υπάρχει ο,τιδήποτε το επιλήψιμο (Ομήρου ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 98). Η παράλειψη εκδικάσαντος δικαστηρίου να αναφερθεί σε ουσιαστική μαρτυρία στην απόφασή του δεν είναι αρκετός λόγος για να ακυρωθεί καταδίκη εφεσείοντα (Αθηνής ν. Δημοκρατίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 41). Όπως έχει τονισθεί επανειλημμένα μέσα από τη νομολογία, είναι η αιτιολόγηση της απόφασης που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της εγκυρότητας της δικαστικής διεργασίας. Αιτιολόγηση η οποία εδράζεται στην ανάλυση της μαρτυρίας που παρουσιάζεται. Η έκταση δε της ανάλυσης ποικίλλει ανάλογα με το περιεχόμενο της μαρτυρίας και σε αναφορά με τα ουσιαστικά στοιχεία της κάθε ξεχωριστής περίπτωσης. Κατά κανόνα μια αιτιολογημένη απόφαση πρέπει να περιέχει αφ' ενός ανάλυση της μαρτυρίας υπό το φως των επίδικων θεμάτων και διατύπωση συγκεκριμένων ευρημάτων και, αφ' ετέρου, σαφή δικαστική απόφαση (Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Κλεάνθους κ.ά. (1999) 2 Α.Α.Δ. 320). Σε τελική ανάλυση, όπως λέχθηκε χαρακτηριστικά στην Ευσταθίου ν. Δημοκρατίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 541, «μια απόφαση πρέπει να αντικρίζεται σφαιρικά και μακροσκοπικά και όχι αποσπασματικά και υπό το φακό του μικροσκοπίου για να εντοπισθούν αδιόρατες στο γυμνό μάτι νομικές κηλίδες».»

 

Επαναλαμβάνουμε ότι κατά την κρίση μας στην πρωτόδικη απόφαση υπάρχουν όλα τα απαραίτητα στοιχεία που καταδεικνύουν τον τρόπο με τον οποίο κατέληξε το πρωτόδικο Δικαστήριο στο πιο πάνω ζήτημα.

 

Με βάση τα πιο πάνω οι λόγοι έφεσης 1, 2 και 3 απορρίπτονται.

 

Σε σχέση με τους λόγους έφεσης 4 και 5, οι οποίοι επίσης είναι συναφείς μεταξύ τους, η πλευρά του εφεσείοντα υποστηρίζει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του και εσφαλμένα κατέληξε στο ότι η μαρτυρία του ΜΕ3 και το Τεκμήριο 5 μπορούν να αποτελέσουν επαρκή μαρτυρία. Ο ΜΕ3 δεν ήταν σε θέση να διευκρινίσει σε ποια κατοικία έγιναν οι εργασίες και αυτό έχοντας υπόψη ότι κατά τη μαρτυρία του στην σελίδα 17 των πρακτικών, ο μάρτυρας δεν θυμόταν την ακριβή διεύθυνση του σπιτιού και ταυτόχρονα αναφέρει ότι στη διεύθυνση Ίριδος είχε ανεγείρει και άλλη μία κατοικία.  Αυτό που θα έπρεπε το πρωτόδικο Δικαστήριο να συνεκτιμήσει αφής στιγμής ο ΜΕ3 κατασκεύασε και ανήγειρε πολυκατοικία επί της οδού Ίριδος στη Λακατάμια ήταν ότι υπήρχε αβεβαιότητα ότι οι εργασίες έγιναν στο ακίνητο επί της οδού Ίριδος 6Α.  Περαιτέρω, το πρωτόδικο Δικαστήριο για να δεχθεί τη μαρτυρία του ΜΕ3 ο τελευταίος θα έπρεπε να εξηγήσει πώς έπρεπε να γίνουν οι εργασίες και να συνεκτιμήσει στο σύνολο της μαρτυρίας τα έγγραφα τα οποία κατέθεσε για να την κάνει αποδεκτή. Από τη στιγμή που ο ΜΕ3 δεν μπορούσε να προσδιορίσει την ακριβή τοποθεσία, το Τεκμήριο 5 που κατέθεσε δεν μπορούσε να έχει οποιαδήποτε αποδεικτική αξία. 

 

Ανεδαφικοί κρίνονται και οι λόγοι έφεσης 4 και 5.

 

 Κατ΄ αρχάς υποδεικνύουμε ότι σε σχέση με τον τέταρτο λόγο έφεσης τα όσα αναφέρονται στο περίγραμμα αγόρευσης της πλευράς του εφεσείοντα δεν καλύπτονται από τον τέταρτο λόγο έφεσης και την αιτιολογία του.  Όπως αναφέρουμε και πιο πάνω με τον λόγο αυτό έφεσης η πλευρά του εφεσείοντα παραπονείται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε ότι ο ΜΕ3 ήταν ανεξάρτητος μάρτυρας και ότι η μαρτυρία του δεν κλονίστηκε κατά την αντεξέταση του.  Στην αιτιολογία του αναφέρεται ότι:

 

«Ο Μ.Ε.3 είναι αυτός που πώλησε την οικία στον εφεσίβλητο και ο οποίος όπως ισχυρίζεται προέβηκε σε διάφορες διορθώσεις και καθαριότητες.  Γνωρίζει τον Ενάγοντα από το 2012 που του πώλησε το σπίτι μάλιστα έκανε και τις επιδιορθώσεις καταθέτοντάς μάλιστα και απόδειξη για ποσόν €2500 (τεκμήριο 5) κατ΄ ισχυρισμό για εργασίες για την επίδικη κατοικία.  Ως εκ τούτου είχε συμφέρον να είναι υπέρ του Ενάγοντα.  Δεν ήταν ένα ανεξάρτητο πρόσωπο που δεν γνώριζε τους διάδικους ώστε να δώσει μια αντικειμενική άποψη. Τουναντίον λόγο της γνωριμίας με τον εφεσίβλητο ευσεβάστως εισηγούμαι ότι η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι ο Μ.Ε.3 είναι ανεξάρτητος μαρτυράς είναι εν του νόμου και ουσία νομικά εσφαλμένη.»

 

Είναι φανερό από τα πιο πάνω ότι τα όσα αναφέρονται στο περίγραμμα αγόρευσης της πλευράς του εφεσείοντα δεν καλύπτονται από τα πιο πάνω.

 

Πέραν των πιο πάνω υποδεικνύουμε ότι το Τεκμήριο 6 (και όχι το Τεκμήριο 5 ως αναφέρει η πλευρά του εφεσείοντα) το οποίο αποτελεί τιμολόγιο της εταιρείας G. Masouras Construction Ltd, εταιρείας του ΜΕ3, για εργασίες τις οποίες διεξήγαγε στην επίδικη κατοικία, κατατέθηκε από τον εφεσίβλητο και δεν αντεξετάστηκε καθόλου σε σχέση με το περιεχόμενο του. Ο ΜΕ3 αναφέρθηκε κατά τη μαρτυρία του στις εργασίες επιδιόρθωσης στις οποίες προέβηκε η εταιρεία του στην επίδικη κατοικία. Ούτε ο ΜΕ3 αντεξετάστηκε σε σχέση με τις εργασίες επιδιόρθωσης και μπογιατίσματα τις οποίες διεξήγαγε η εταιρεία του στην οικία του εφεσίβλητου, ως επίσης για το τιμολόγιο διά ποσό €2.500 που εξέδωσε και ότι ο εφεσίβλητος τον εξόφλησε, ως ανέφερε κατά την κύρια εξέταση του.  Το ίδιο ισχύει και για το τιμολόγιο του Μιχαήλ Παναγιώτου για ξυλουργικές εργασίες (Τεκμήριο 7) που επίσης κατατέθηκε από τον εφεσίβλητο.

 

Όπως αναφέρεται πιο πάνω η παράλειψη αντεξέτασης οδηγεί στο συμπέρασμα αποδοχής των σχετικών ισχυρισμών.

 

Ο χαρακτηρισμός από το πρωτόδικο Δικαστήριο του ΜΕ3 ως ανεξάρτητου μάρτυρα είναι όντως αδόκιμος αλλά αυτό δεν αναιρεί τα πιο πάνω.

 

Με βάση τα πιο πάνω οι λόγοι έφεσης 4 και 5 απορρίπτονται.

 

Με τον έβδομο λόγο έφεσης, η πλευρά του εφεσείοντα επαναλαμβάνει τα όσα αναφέρονται στο εφετήριο και στα όσα υποστηρίζει στους προηγούμενους λόγους έφεσης. 

 

Όσον αφορά το μέρος του έβδομου λόγου έφεσης, όπου προσβάλλεται το εύρημα του Δικαστηρίου ότι ο εφεσείοντας υπέγραψε ενοικιαστήριο έγγραφο με τον εφεσίβλητο έχει απαντηθεί μέσω της κατάληξης μας σε σχέση με τους λόγους έφεσης 1, 2 και 3 και επομένως συμπαρασύρεται σε απόρριψη και το μέρος του λόγου έφεσης.

 

Όσον αφορά το σκέλος του λόγου έφεσης που αφορά το ζήτημα του κατά πόσο η κατοικία ήταν καινούργια, το Δικαστήριο αξιολόγησε τη μαρτυρία του εφεσίβλητου και των ΜΕ2, ΜΕ3 και ΜΕ4 οι οποίοι του άφησαν καλή εντύπωση και των οποίων αποδέχθηκε τη μαρτυρία.  Αντίθετα δεν αποδέχθηκε τη μαρτυρία του εφεσίβλητου για τους λόγους που εξηγεί. 

 

Οι τοποθετήσεις της πλευράς του εφεσείοντα είναι γενικές και ασαφείς.  Δεν έχει καταφέρει να καταδείξει ότι τα συμπεράσματα αυτά του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι εσφαλμένα (βλ. μεταξύ άλλων Χ΄ Μάρκου v. Widehorizon  (Capital Market) Ltd (2010) 1 Α.Α.Δ. 108, T.J.S. Enterprises Ltd v. Λαικής Κυπριακής Τράπεζας (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ (2005)1 Α.Α.Δ.108 και Πολάτογλου v. Μασούρα (2004) 1(Α) Α.Α.Δ. 150).

 

Με βάση τα πιο πάνω ο έβδομος λόγος έφεσης αποτυγχάνει.

 

Απομένει ο έκτος λόγος έφεσης.

 

Είναι εισήγηση της πλευράς του εφεσείοντα σε σχέση με τον έκτο λόγο έφεσης ότι στο λογαριασμό της υδατοπρομήθειας (Τεκμήριο 8) το ποσό των €727,40 αναφέρεται σε κατοικία αρ.6 στην οδό Ίριδος και όχι στην Ίριδος 6Α η οποία είναι η επίδικη κατοικία. 

 

Πράγματι στο Τεκμήριο 8 αναφέρεται κατοικία στην οδό Ίριδος αρ. 6 και όχι στην Ίριδος 6A που είναι η επίδικη κατοικία.

 

Κρίνουμε ότι ο λόγος αυτός έφεσης είναι βάσιμος.

 

Υποδεικνύουμε κατ΄αρχάς τον κανόνα για αυστηρή απόδειξη  αποζημιώσεων.

 

Όπως έχει λεχθεί στην Αντωνίου ν. Α. Panayides Contracting Ltd, Πολ. Έφεση Αρ. 259/2011, ημερ.4/10/2017, ECLI:CY:AD:2017:A333, ECLI:CY:AD:2017:A333:

 

«Οι ειδικές αποζημιώσεις πέραν του ότι πρέπει να εξειδικεύονται στην απαίτηση με λεπτομέρεια πρέπει να αποδεικνύονται με αυστηρότητα, σαφήνεια και με συγκεκριμένα στοιχεία (βλ. Παναγιώτου ν. Φραγκίσκου κ.α. (1999) 1 ΑΑΔ 687, Αλεξάνδρου ν. Ιωάννου (1996) 1 ΑΑΔ 1157, Χριστοδούλου ν. Αγαθοκλέους (1977) 1 ΑΑΔ 396, Ηρακλέους ν. Πίτρου (1994) 1 ΑΑΔ 239, Λοϊζου ν. Μουρτζή (1999) 1 ΑΑΔ 883, Μουττά ν. Γεωργίου κ.α. (1998) 1 ΑΑΔ 1, Ζήνων Μερκής Λτδ. ν. Ελληνικής Τράπεζας (1999) 1 ΑΑΔ 1923, Παπαϊωάννου ν. Κωνσταντίνου (2008) 1 (Β) ΑΑΔ 1083Ismail v. Αντωνίου κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 333/2009, 12.2.2014).»

 

Το ζήτημα αυτό δηλαδή της διεύθυνσης που αναφέρεται στο Τεκμήριο 8 αποτέλεσε στοιχείο της αντεξέτασης του εφεσίβλητου.

 

Υποδείχθηκε στον εφεσείοντα ότι το Τεκμήριο 8 αναφέρεται σε κατοικία στη διεύθυνση Ίριδος 6 ενώ ο τίτλος ιδιοκτησίας, Τεκμήριο 1 αναφέρεται σε κατοικία στη διεύθυνση Ίριδος 6A γεγονός που το δέχθηκε ο εφεσίβλητος.  Ο εφεσίβλητος δέχθηκε ότι στην οδό Ίριδος υπήρχε και κατοικία με αριθμό 6Β αφού στο μέρος υπάρχει σειρά από κατοικίες.

 

Έχοντας υπόψη τον κανόνα της αυστηρής απόδειξης των αποζημιώσεων, κρίνουμε ότι η πλευρά του εφεσίβλητου δεν έχει κατορθώσει να ικανοποιήσει τον κανόνα αυτό και επομένως λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δέχθηκε τη μαρτυρία του εφεσίβλητου όσον αφορά το θέμα αυτό.  Το γεγονός ότι ο εφεσείων στην επιστολή του Τεκμήριο 5 παραδέχεται τους λογαριασμούς «ρευμάτων, νερού και τέλη Δήμου Λακατάμιας» δεν αναιρεί την υποχρέωση της πλευράς του εφεσίβλητου να παρουσιάσει ικανοποιητική μαρτυρία για απόδειξη της αξίωσης της αυτής.

 

Ενόψει των πιο πάνω η έφεση επιτυγχάνει μερικώς.

 

Η πρωτόδικη απόφαση τροποποιείται με την αφαίρεση του ποσού των €727,74 και το ποσό των €9126,74 αντικαθίσταται με το ποσό των €8399,00.  Κατά τα υπόλοιπο της μέρος η πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται. 

 

Λόγω του ότι η έφεση δεν απορρίφθηκε στο σύνολο της αλλά ένα μικρό μέρος της έχει επιτύχει, κρίνουμε δίκαιο και εύλογο όπως μην επιδικάσουμε το σύνολο των εξόδων υπέρ του εφεσίβλητου.  Ως εκ τούτου κρίνουμε όπως τα έξοδα της έφεσης είναι μειωμένα κατά 30% (€1900-€570=€1330).  Επιδικάζονται €1330 έξοδα πλέον Φ.Π.Α. υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον του εφεσείοντα.

 

 

                      ΣΤ. Ν. ΣΤΑΥΡΟΥ, Δ.

 

 

                                                    Α. ΚΟΝΗΣ, Δ.

 

                           

                                                    ΣΤ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ-ΜΕΣΣΙΟΥ, Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο