
ΕΦΕΤΕΙΟ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 68/2021)
30 Απριλίου, 2025
[ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, ΣΕΡΑΦΕΙΜ, ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΝΕΣΤΟΡΑΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
Εφεσείων,
v.
ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΑΡΑΛΙΩΝ
Εφεσίβλητης.
--------------------
Θ. Χατζηστερκώτης, για Χ. ΧΑΤΖΗΣΤΕΡΚΩΤΗΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ Δ.Ε.Π.Ε., για Εφεσείοντα.
Χ. Θ. Χριστάκη, για Χ. Θ. ΧΡΙΣΤΑΚΗ Δ.Ε.Π.Ε, για Εφεσίβλητη.
--------------------
ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από την υποφαινόμενη.
-----------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ: Το πρωτόδικο Δικαστήριο, με απόφαση του ημερομηνίας 23/4/2021, απέρριψε την Προσφυγή Αρ. 271/2018 που ο Εφεσείων είχε καταχωρήσει και με την οποία αιτείτο τις ακόλουθες θεραπείες:
«Α) Δήλωση και/ή διαταγή του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η εκτελεστή πράξη ή απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 11/12/2017 η οποία ελήφθη στην 43η συνεδρία της που έγινε στις 11/12/2017 και εξέτασε την Ιεραρχική Προσφυγή αρ. 1/2017, η οποία γνωστοποιήθηκε και/ή κοινοποιήθηκε στους δικηγόρους του Αιτητή κατά ή περί την 19/12/2017 με φαξ, αντίγραφο της οποία(ς) επισυνάπτεται ως ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 8(α) , και με την οποία δηλώνεται ότι η προσφορά του αιτητή στον διαγωνισμό με αρ. 81/2016 είναι άκυρη καθότι δεν υπέβαλε τα απαραίτητα πιστοποιητικά από τον όρο 6.2.2 της Προκήρυξης του διαγωνισμού υπ' αρ. 81/2016 και αποφάσισε να απορρίψει την ως άνω Ιεραρχική Προσφυγή (αρ. 1/2017), είναι άκυρη και ή αδικαιολόγητη και ή στερείται οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος.
Β) Απόφαση του Σεβαστού Δικαστηρίου με την οποία να ακυρώνεται η ως άνω απόφαση των Καθ' ων η αίτηση και ή με την ακύρωση της να ακυρώνεται και ή συμπαρασύρεται η κατακύρωση της στον Γεώργιο Αθανασίου.
Γ) Και ή δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η πιο πάνω απόφαση των Καθ' ων η αίτηση είναι άκυρη και ή χωρίς νομικό αποτέλεσμα καθώς επίσης και αυτή της κατακύρωσης της προσφοράς με αρ. 81/2016 στον Γεώργιο Αθανασίου.
Δ) Απόφαση με την οποία να ακυρώνεται η απόφαση με την οποία κατακυρώθηκε η προσφορά με αρ. 81/2016 στον Γεώργιο Αθανασίου.»
Τα πραγματικά γεγονότα της περίπτωσης καταγράφονται στην πρωτόδικη Απόφαση και συνοψίζονται ως ακολούθως:
Ο Δήμος Λεμεσού, ως αναθέτουσα αρχή, προκήρυξε τον ανοικτό διαγωνισμό με Αρ. 81/2016, με αντικείμενο την τοποθέτηση κρεβατιών θαλάσσης και ομπρελών για ενοικίαση ή παραχώρηση σε λουόμενους, σε καθορισμένα σημεία της παραλίας της ακτής Ολυμπίων, με βάση τα εγκεκριμένα από την Κεντρική Επιτροπή Παραλιών, Σχέδια Χρήσης της Παραλίας. Στις 11/11/2016, ο Εφεσείων υπέβαλε προσφορά, η οποία απερρίφθη. Εναντίον της πιο πάνω απόφασης άσκησε την Ιεραρχική Προσφυγή Αρ. 1/2017, η οποία απερρίφθη από την Κεντρική Επιτροπή Παραλιών, με απόφαση ημερομηνίας 11/12/2017. Η πιο πάνω απόφαση γνωστοποιήθηκε στον Εφεσείοντα με σχετική επιστολή ημερομηνίας 15/12/2017 και εναντίον της ο Εφεσείων κατεχώρησε την Προσφυγή Αρ. 271/2018.
Πριν από την εξέταση των προβαλλόμενων από τον Εφεσείοντα λόγων ακύρωσης, το πρωτόδικο Δικαστήριο επελήφθη αριθμού προδικαστικών ενστάσεων, οι οποίες υπεβλήθησαν από την Εφεσίβλητη, τις οποίες απέρριψε, κρίση την οποία η Εφεσίβλητη αμφισβητεί με Ειδοποίηση Αντέφεσης.
Εξετάζοντας ακολούθως το πρωτόδικο Δικαστήριο τους προβληθέντες από τον Εφεσείοντα λόγους ακύρωσης, τους απέρριψε και επικύρωσε την προσβαλλόμενη απόφαση.
Η πρωτόδικη κρίση βάλλεται με τρεις Λόγους Έφεσης.
Με τον Λόγο Έφεσης Αρ. 1, ισχυρίζεται ο Εφεσείων ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα δεν εξέτασε τον λόγο ακύρωσης περί κακής σύνθεσης του Συμβουλίου Προσφορών του Δήμου Λεμεσού κατά την 5η συνεδρία του ημερομηνίας 6/4/2017, λόγω της παρουσίας της Δημοτικής Γραμματέως. Με τον Λόγο Έφεσης Αρ. 2, ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξέτασε και δεν διαπίστωσε ότι ήταν ελλιπής ο διοικητικός φάκελος και δεν συμπεριελάμβανε τα πλήρη και ολοκληρωμένα πρακτικά των συνεδριάσεων των συλλογικών οργάνων που έλαβαν τις αποφάσεις. Η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ορθά η προσφορά του Εφεσείοντα απεκλείσθη ως μη νόμιμη και μη ανταποκρινόμενη στους ουσιώδεις όρους των εγγράφων του Διαγωνισμού 6.2.2 και 8.3.1.1.4(γ) καθώς και 9.2, αποτελεί τον Λόγο Έφεσης Αρ.3.
Με την Αντέφεσή της η Εφεσίβλητη προβάλλει τρεις Λόγους Αντέφεσης.
Με τον Λόγο Αντέφεσης Αρ.1, ισχυρίζεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα απέρριψε την προδικαστική της ένσταση περί ελλείψεως εννόμου συμφέροντος του Εφεσείοντα να προωθήσει την Προσφυγή του, καθότι δεν τηρούσε τους όρους του Διαγωνισμού και συνεπώς δεν νομιμοποιείτο να αμφισβητήσει την κατακύρωση σε άλλο προσφοροδότη. Με τον Λόγο Αντέφεσης Αρ.2, προβάλλεται ότι εσφαλμένα απερρίφθη η προδικαστική ένσταση της Εφεσίβλητης ότι τα αιτήματα της θεραπείας της Προσφυγής υπό στοιχεία Β, Γ και Δ έχουν εγερθεί εκπρόθεσμα και απαράδεκτα. Με τον Λόγο Αντέφεσης Αρ.3, διατείνεται η Εφεσίβλητη ότι, εσφαλμένα απερρίφθη η προδικαστική της ένσταση ότι η απόφαση για κατακύρωση του Διαγωνισμού στον κ. Γ. Αθανασίου λήφθηκε από τον Δήμο Λεμεσού και όχι από την Κεντρική Επιτροπή Παραλιών και κατ΄επέκταση, ότι τα αιτήματα θεραπείας Β, Γ και Δ της Προσφυγής εγείρονται απαραδέκτως.
Για λόγους λογικής συνέπειας κρίνουμε ότι προέχει η εξέταση των Λόγων Αντέφεσης, οι οποίοι άπτονται ζητημάτων που αφορούν τις προϋποθέσεις του παραδεκτού της Προσφυγής.
Διατείνεται η Εφεσίβλητη, ότι επειδή ο Εφεσείων δεν υπέβαλε έγκυρη προσφορά, στερείτο εννόμου συμφέροντος στην καταχώρηση και προώθηση, τόσο της Ιεραρχικής του Προσφυγής όσο και της Προσφυγής του στο Διοικητικό Δικαστήριο.
Δεν συμφωνούμε με την πιο πάνω θέση.
Σύμφωνα με τη νομολογία, αποκλεισθείς προσφοροδότης νομιμοποιείται να προσβάλει τον δικό του αποκλεισμό και η προσφυγή του επιτυγχάνει ή αποτυγχάνει με αναφορά αποκλειστικά στη νομιμότητα ή όχι του αποκλεισμού του. Το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου στην Κεντρική Επιτροπή Παραλιών ν. Χρίστου Γεωργίου, Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου, Αρ. 133/19, 135/19 ημερομηνίας 16/12/2024 επαναλαμβάνει την πάγια πιο πάνω αρχή:
«Ένας αποκλεισθείς προσφοροδότης νομιμοποιείται, να θέσει προς εξέταση ζητήματα που αφορούν τον αποκλεισμό του, η προσφυγή όμως επιτυγχάνει ή αποτυγχάνει με αναφορά αποκλειστικά στη νομιμότητα ή όχι του αποκλεισμού και δεν εξετάζεται οτιδήποτε άλλο αναφορικά με τη διαδικασία (βλ. Δημοκρατία ν. Μάριος Θεοχαρίδης Λτδ (2008) 3 Α.Α.Δ. 488). Επί αυτής της αρχής στηρίχθηκε και η πρωτόδικη απόφαση. Η κρίση του Δικαστηρίου ότι ο αιτητής, εφεσίβλητος στην παρούσα διαδικασία, διατηρούσε έννομο συμφέρον να προσβάλλει την επίδικη απόφαση κατακύρωσης, στο βαθμό που αφορούσε το δικό του αποκλεισμό, είναι ορθή.».
(βλ. επίσης Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικράτειας 1929-1959, σελ. 264).
Κατά συνέπεια, ο Εφεσείων έχει έννομο συμφέρον προσβολής της επίδικης απόφασης κατακύρωσης του Διαγωνισμού, στο μέρος που αφορά τον αποκλεισμό του. Πρόσθετα, σύμφωνα με τη νομολογία «αιτητής νομιμοποιείται να προσβάλει διοικητική απόφαση όταν η διοικητική εκτίμηση αμφισβητείται σοβαρά και κατά τρόπο που η κρίση της Διοίκησης να καθίσταται επίμαχο θέμα στην Προσφυγή» (βλ. απόφαση Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, Αρχής Λιμένων Κύπρου ν. Ιωάννη Λακκοτρύπη, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 208/2019, ημερομηνίας 20/11/2024). Εν προκειμένω, ο Εφεσείων αμφισβητεί την κρίση της Διοίκησης, η οποία τον απέκλεισε ως μη πληρών τους όρους του επίδικου Διαγωνισμού και νομιμοποιείται να προσβάλει την πιο πάνω εκτίμηση. Επομένως, κρίνεται αβάσιμος ο Λόγος Αντέφεσης Αρ.1, ο οποίος απορρίπτεται.
Σε σχέση με τους Λόγους Αντέφεσης Αρ. 2 και 3 (ανωτέρω), οι οποίοι είχαν εγερθεί πρωτόδικα από την Εφεσίβλητη ως προδικαστικές ενστάσεις, το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε τα ακόλουθα:
«Στην προκείμενη περίπτωση, η απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής, Δήμου Λεμεσού, έχει ενσωματωθεί, κατόπιν άσκησης της ιεραρχικής προσφυγής με αρ. 1/2017, στην απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής Παραλιών, η οποία είναι και η τελικώς εκτελεστή διοικητική απόφαση. Επίσης, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5Ι του περί Προστασίας της Παραλίας Νόμου, Κεφ. 59, η απόφαση του Δήμου Λεμεσού, με την οποία κατακυρώθηκε ο διαγωνισμός στον επιτυχόντα προσφοροδότη, δεν κατέστη εκτελεστή, παρά μόνον με την έκδοση της απόφασης της Κεντρικής Επιτροπής Παραλιών.
Καλούμενη να κρίνω το κατά πόσον ο αιτητής έχει έννομο συμφέρον να προωθήσει την υπό εκδίκαση προσφυγή, υπό το πρίσμα των ισχυρισμών που έχουν εκτεθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο των καθ' ων η αίτηση, ως απαραίτητη υποκειμενική προϋπόθεση του παραδεκτού της αίτησης ακυρώσεως, προχωρώ να εξετάσω το κατά πόσον ο αιτητής προσέβαλε με την ιεραρχική προσφυγή 1/2017 την απόφαση κατακύρωσης του διαγωνισμού στον επιτυχόντα προσφοροδότη.
Η έγγραφη προσφυγή 1/2017 περιέχεται στα ερυθρά 6 - 15 του Τεκμηρίου 1 που κατατέθηκε κατά το στάδιο των προφορικών διευκρινίσεων. Διαπιστώνω πως, κύρια επιχειρηματολογία του αιτητή, αποτέλεσε ο δικός του λόγος αποκλεισμού και γίνεται έμμεση μόνον αναφορά στην ενδεχόμενη υπογραφή συμφωνίας μεταξύ του Δήμου Λεμεσού και του επιτυχόντα προσφοροδότη, κου Γ. Αθανασίου.
Εξετάζοντας την τελική απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής Παραλιών, ημερομηνίας 15.12.2017, η νομιμότητα της οποίας συνιστά το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής, διαπιστώνω πως το γεγονός αυτό, δεν αποτέλεσε λόγο απόρριψης της ιεραρχικής προσφυγής και αυτό επιβεβαιώνεται και από την γνωστοποίηση ημερομηνίας 12.2.2018, στην οποία και καταγράφονται με λεπτομέρεια οι λόγοι απόρριψης της ιεραρχικής προσφυγής.
Δεν μπορώ να συμφωνήσω με τους ισχυρισμούς των καθ' ων η αίτηση περί ελλείψεως εννόμου συμφέροντος του αιτητή να εγείρει την υπό εκδίκαση προσφυγή, λόγω μη προσβολής της απόφασης κατακύρωσης του διαγωνισμού στον κο Γ. Αθανασίου, ούτε κατ΄ ακολουθίαν, ότι η απόφαση κατακύρωσης δεν ελήφθη από τους εδώ καθ' ων η αίτηση και/ή ότι η προσβολή της κατακύρωσης με την παρούσα προσφυγή είναι εκπρόθεσμη.
Παρόλο που ο αιτητής θα μπορούσε να διατυπώσει με πιο ξεκάθαρο τρόπο την προσβολή της απόφασης κατακύρωσης του διαγωνισμού στον επιτυχόντα, κατά την ετοιμασία της ιεραρχικής προσφυγής, διαπιστώνω πως, έστω και έμμεσα, προσβάλλεται και ζητείται η μη υπογραφή σύμβασης, η οποία ούτως ή άλλως θα αναστέλλετο, ενόψει της άσκησης, εκ μέρους του, ιεραρχικής προσφυγής. Εν πάση περιπτώσει, η απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής, με την άσκηση της ιεραρχικής προσφυγής, ενσωματώθηκε στην τελική απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής Παραλιών, βάσει της οποίας, η ιεραρχική προσφυγή απερρίφθη, λόγω μη συμμόρφωσης της προσφοράς του αιτητή με τα όσα απαιτούνταν στους όρους 6.2.2 και 8.3.1.1(4). Στα αιτητικά (Β), (Γ) και (Δ) της αίτησης ακυρώσεως, προσβάλλεται η απόφαση κατακύρωσης του διαγωνισμού στον επιτυχόντα προσφοροδότη και η προσφυγή έχει επιδοθεί στο πρόσωπο αυτό, στις 11.4.2018.
Για τους πιο πάνω λόγους, κρίνονται ως απορριπτέες οι προδικαστικές ενστάσεις των καθ' ων η αίτηση, στο σύνολό τους».
Δεν διαπιστώνουμε οποιοδήποτε σφάλμα στην προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί των πιο πάνω ζητημάτων. Θα προσθέταμε δε τα εξής αναφερόμενα στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικράτειας 1929-1959, σελ. 237:
«Η επί τυπικής ιεραρχικής προσφυγής εκδιδόμενη πράξις έχει εκτελεστόν χαρακτήρα και αν αυτή επικυρώνει απλώς την ελεγχομένην, ήτις οπωσδήποτε ενσωματούται εις την επί τη προσφυγή εκδιδομένην 1290(48). Αι πράξεις ακυρώσεως ετέρας εκτελεστής πράξεως τυγχάνουν ομοίως εκτελεσταί: 206(30), ως και αι πράξεις εγκρίσεως ετέρας».
Εν προκειμένω, μετά τη γνωστοποίηση των αποτελεσμάτων του επίδικου διαγωνισμού μέσω της επιστολής του Δήμου Λεμεσού ημερομηνίας 12/4/2017, ο Εφεσείων υπέβαλε στις 27/4/2017 έγγραφη Ιεραρχική Προσφυγή, ως παρέχεται τέτοιο δικαίωμα στη βάση των προνοιών του Άρθρου 5Ι του περί Προστασίας της Παραλίας Νόμου (Κεφ.59). Στις 15/12/2017, ο Εφεσείων πληροφορήθηκε ότι η Ιεραρχική του Προσφυγή απερρίφθη. Κατά συνέπεια με την απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής Παραλιών εγκρίθηκε η εκτελεστή πράξη του Δήμου Λεμεσού να κατακυρώσει τον Διαγωνισμό στον κ. Γ. Αθανασίου και η μόνη πλέον εκτελεστή πράξη κατέστη η εκδιδόμενη επί της Ιεραρχικής Προσφυγής και όχι η πράξη του Δήμου Λεμεσού.
Σημειώνουμε επίσης, ότι ο Εφεσείων με τα αιτητικά Β, Γ, αλλά ιδιαιτέρως το αιτητικό Δ της Προσφυγής του, επιζητά την ακύρωση της απόφασης με την οποία κατακυρώθηκε η προσφορά στον κ. Γ. Αθανασίου, που είναι το τελικό αποτέλεσμα της όλης επίδικης διαδικασίας. Βεβαίως το έννομό του συμφέρον, όπως προαναφέρθηκε, περιορίζεται στην έγερση ζητημάτων που αφορούν τον δικό του αποκλεισμό.
Αλλά και στην Ιεραρχική του Προσφυγή ο Εφεσείων ζήτησε, μεταξύ άλλων, απόφαση ότι ο Δήμος Λεμεσού «δεν έχει κανένα δικαίωμα να υπογράψει συμφωνία με οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο (α) […] και ή (β) πριν να αποφασίσει η Κεντρική Επιτροπή Παραλιών και ή πριν αποφασίσει το αρμόδιο διοικητικό Δικαστήριο τελεσίδικα και οποιαδήποτε τυχόν υπογραφή συμφωνίας έχει γίνει μεταξύ του Δήμου Λεμεσού […] και ή του Γεώργιου Αθανασίου να ακυρωθεί καθότι πάσχει νομικά». Στα δε γεγονότα της Ιεραρχικής του Προσφυγής (παράγραφος 13), ο Εφεσείων αναφέρει ότι «η προσφυγή πρέπει να επιτύχει και η προσβαλλόμενη απόφαση που είναι η απόρριψη της προσφοράς του αιτητή και η κατακύρωση της σε κάποιον Γεώργιο Αθανασίου να ακυρωθεί».
Επομένως από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιόν μας, δεν διαπιστώνουμε ότι ο Εφεσείων στρέφεται αποκλειστικά και μόνο κατά της απόφασης αποκλεισμού του χωρίς να προσβάλλει και την τελική απόφαση κατακύρωσης της προσφοράς στον κ. Γ. Αθανασίου.
Κατά συνέπεια, οι συναφείς Λόγοι Αντέφεσης Αρ. 2 και 3 απορρίπτονται και το Δικαστήριο θα εξετάσει τους προβαλλόμενους Λόγους Έφεσης.
Αναφορικά με τον Λόγο Έφεσης Αρ.1, το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε τα εξής:
«Επί της ουσίας των ισχυρισμών, αρχίζοντας από τον τελευταίο λόγο ακύρωσης, όπως αυτός αναπτύχθηκε από τον συνήγορο του αιτητή, ήτοι ισχυρισμό περί κακής σύνθεσης του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Λεμεσού, κατά τη συνεδρία του ημερομηνίας 6.4.2017, λόγω της παρουσίας της Δημοτικής Γραμματέα κας Γ. Λεωνίδα, η οποία δεν αποχώρησε από τη συνεδρία κατά τη λήψη της απόφασης, διαπιστώνω πως καίτοι λόγοι σύνθεσης οργάνου εξετάζονται και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, εντούτοις επιβάλλεται η έγερσή τους στο δικόγραφο της αίτησης ακυρώσεως, δυνάμει των όσων ορίζονται στον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962. Όχι κατά τρόπο γενικό, αλλά με ακρίβεια και πληρότητα.
Σύμφωνα με τη νομολογία, η αιτιολόγηση των νομικών σημείων είναι απαραίτητη, εφόσον οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια επηρεάζει αναπόφευκτα την ορθότητα της νομικής βάσης με αποτέλεσμα να είναι ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης (Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598).
Παρατηρώ ότι προβάλλεται με μεγάλη γενικότητα, αλλά και αοριστία στο νομικό σημείο 12 της αίτησης ακυρώσεως, ισχυρισμός περί μη νόμιμης σύνθεσης της Κεντρικής Επιτροπής Παραλιών και/ή του Δήμου Λεμεσού, χωρίς να γίνεται καμία αναφορά, είτε σε ποια συνεδρία ο ισχυρισμός αφορά, είτε η παρουσία ποιου προσώπου οδηγεί σε παρανομία (Χριστοδουλίδης ν. Πανεπιστημίου Κύπρου, Α.Ε. 95/12, ημερομηνίας 6.7.2018). Στη βάση της πιο πάνω γενικότητας, διαπιστώνω πως το εγειρόμενο ζήτημα δεν καλύπτεται από την αίτηση ακυρώσεως και δεν θα εξεταστεί».
Επιχειρηματολογώντας ο Εφεσείων ισχυρίζεται ότι, σύμφωνα με τη νομολογία, ισχυρισμός περί κακής σύνθεσης μπορεί να εξεταστεί και αυτεπάγγελτα από το ίδιο το Δικαστήριο ως ζήτημα δημόσιας τάξης. Όπως υποδεικνύει, εν προκειμένω, εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξέτασε τον λόγο ακύρωσης περί κακής σύνθεσης του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Λεμεσού κατά τη συνεδρία του ημερομηνίας 6/4/2017 λόγω της παρουσίας της Δημοτικής Γραμματέως κας Γ. Λεωνίδου, αφού όλα τα σχετικά στοιχεία βρίσκονταν ενώπιον του ή θα έπρεπε να εβρίσκονταν ενώπιον του και από τον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης. Σημειώνει δε ότι, από την επιστολή της Κεντρικής Επιτροπής Παραλιών ημερομηνίας 12/2/2018 προκύπτει ότι η Δημοτική Γραμματέας ήταν παρούσα κατά τη συζήτηση και λήψη της απόφασης κατά τη συνεδρία ημερομηνίας 6/4/2017. Κατά τον Εφεσείοντα, το Άρθρο 51 του περί Δήμων Νόμου (εφεξής «Ν.111/1985») που επικαλείται η Εφεσίβλητη και αναφέρεται στην παρουσία του Δημοτικού Γραμματέα στη συνεδρία του Δημοτικού Συμβουλίου για την τήρηση των πρακτικών, δεν έχει σχέση με τον επίδικο Διαγωνισμό, ο οποίος διεξήχθη σύμφωνα με τον περί του Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Δημόσιων Συμβάσεων Προμηθειών, Έργων και Υπηρεσιών και για Συναφή Θέματα Νόμο του 2006 (εφεξής «Ν.12(Ι)/2006»).
Στα πιο πάνω, η Εφεσίβλητη επικαλείται το Άρθρο 51 του Ν. 111/1985 και αντιτείνει ότι η παρουσία της Δημοτικής Γραμματέως ήταν για την τήρηση των πρακτικών και αυτό δεν καθιστά πάσχουσα τη σύνθεση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Λεμεσού. Ανεξαρτήτως όμως αυτού, κατά την Εφεσίβλητη, ο λόγος ακύρωσης περί κακής σύνθεσης εγείρεται άνευ εννόμου συμφέροντος και αλυσιτελώς, καθότι η προσφορά του Εφεσείοντα κρίθηκε ότι δεν είναι σύμφωνη με τους όρους του Διαγωνισμού και συναφώς η εξέταση του ζητήματος του εννόμου συμφέροντος είναι το πρώτο ζήτημα που πρέπει να εξεταστεί και προηγείται αυτού της κακής σύνθεσης.
Έχουμε εξετάσει τις θέσεις των μερών. Αρνητική απάντηση στο δεύτερο πιο πάνω σκέλος των εισηγήσεων της Εφεσίβλητης δίδεται από τα νομολογηθέντα στην απόφαση στην Κοινοπραξία Παναγιώτης Χαπέσιης & Κώστας Α. Ζαχαρίας Λτδ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 59/2015, ημερομηνίας 04/04/2022, ECLI:CY:AD:2022:C139, τα οποία υιοθετούνται για τους σκοπούς της παρούσας υπόθεσης. Το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε απορρίψει την Προσφυγή επειδή οι Εφεσείοντες στερούνταν εννόμου συμφέροντος να αμφισβητήσουν την κατακύρωση του Διαγωνισμού σε άλλους, επειδή ορθώς θεωρήθηκαν ότι έπρεπε να αποκλειστούν από προσφοροδότες εξαιτίας μη συμμόρφωσης τους προς ουσιώδεις όρους του διαγωνισμού. Λέχθηκε ότι δεν υφίσταται άτεγκτη αρχή ότι το έννομο συμφέρον εξετάζεται πάντοτε κατά προτεραιότητα οποιουδήποτε άλλου ζητήματος και κάθε περίπτωση κρίνεται αναλόγως των περιστάσεων και των γεγονότων που την περιστοιχίζουν. Επικροτήθηκε δε η διαφοροποίηση της απόφασης της Ολομέλειας στην Παπαδόπουλος και Άλλοι ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου και Άλλων (1996) 3 Α.Α.Δ.1 (την οποία επικαλείται η πλευρά της Εφεσίβλητης) στην οποία προέβη το Ανώτατο Δικαστήριο (υπό μονομελή σύνθεση) στην Ιωάννου και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 637/2010, ημερομηνίας 16/04/2014, ECLI:CY:AD:2014:D278, σύμφωνα με την οποία, οι λόγοι δημόσιας τάξης που προβάλλονται προηγούνται και εξετάζονται πριν από το έννομο συμφέρον. Μεταφέρονται τα όσα λέχθηκαν στην Κοινοπραξία Παναγιώτης Χαπέσιης & Κώστας Α. Ζαχαρίας Λτδ (ανωτέρω):
«Είναι γεγονός - και εδώ είναι που έγκειται η σύγκλιση μας με τους Εφεσείοντες - ότι δοσμένου πως δεν υφίσταται άτεγκτη αρχή ότι το έννομο συμφέρον εξετάζεται πάντοτε κατά προτεραιότητα οποιουδήποτε άλλου ζητήματος, και με δεδομένο εν προκειμένω πως είχε τεθεί στο Πρωτόδικο Δικαστήριο θέμα παράνομης συγκρότησης και σύνθεσης του Συμβουλίου Προσφορών ΥΔΔΤ, τούτη η προβληματική έπρεπε να εξεταστεί πριν από οτιδήποτε άλλο αφού αφορούσε σε θέμα δημόσιας τάξης το οποίο, στη συγκεκριμένη περίπτωση, υπερείχε κατά δικαιική λογική τής διερεύνησης του έννομου συμφέροντος στη μορφή που συζητήθηκε πρωτοδίκως (ανεξαρτήτως του ότι αφορούσε και εκείνο σε ζητήματα δημόσιας τάξης).
Στην Ιωάννου και Άλλου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 637/10, ημ. 16.4.14, ECLI:CY:AD:2014:D278, - με τα εκεί αναφερθέντα να απαντούν και στις περί του αντιθέτου τοποθετήσεις των Εφεσίβλητων στο Συμπληρωματικό Υπόμνημα τους ημερομηνίας 10.12.21 (και ειδικότερα στην επίκληση της Παπαδόπουλος και Άλλοι ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου και Άλλου (1996) 3 Α.Α.Δ.1, 12, για το ότι το έννομο συμφέρον «είναι το πρώτο θέμα που εξετάζεται μεταξύ των λόγων που ερευνώνται αυτεπάγγελτα είτε αυτοί αφορούν την αρμοδιότητα ή την κακή σύνθεση ή τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου .») - το Ανώτατο Δικαστήριο υπέδειξε και τούτα:
«................................
Στην προκειμένη περίπτωση οι λόγοι δημόσιας τάξης που προβάλλονται, προηγούνται και εξετάζονται πριν από το έννομο συμφέρον αφού συναρτώνται προς την συγκρότηση της ίδιας της Εξεταστικής Επιτροπής που διεξήγαγε τον γραπτό διαγωνισμό. Ήταν η θέση του συνηγόρου του Ενδιαφερόμενου Μέρους 2, επικαλούμενος την Χαρίλαος Παπαδόπουλος κ.α. ν. ΡΙΚ (1996) 3 ΑΑΔ 1, ότι σε κάθε περίπτωση η εξέταση του εννόμου συμφέροντος προηγείται κάθε άλλου θέματος δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου. Η απόφαση όμως αυτή εδράζεται επί διαφορετικών γεγονότων, αφού εκεί ετίθετο θέμα απώλειας εννόμου συμφέροντος λόγω ανεπιφύλακτης αποδοχής διορισμού και ζήτημα έλλειψης δικαιοδοσίας λόγω μη διοικητικής διαφοράς. Συνεπώς δεν θεωρώ ότι καθιερώνει οποιαδήποτε γενική αρχή ότι το έννομο συμφέρον εξετάζεται κατά προτεραιότητα.
.................................».
Ομογνωμούμε με τη διαφοροποίηση τής απόφασης τής Ολομέλειας στην Παπαδόπουλος και Άλλοι ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου και Άλλου (1996) 3 Α.Α.Δ.1, στην οποία προέβη το Ανώτατο Δικαστήριο (υπό μονομελή σύνθεση) στην (ως άνω) Ιωάννου και Άλλου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 637/10, ημ. 16.4.14, ECLI:CY:AD:2014:D278.
Η κάθε τέτοια περίπτωση λοιπόν δεν μπορεί παρά να κρίνεται αναλόγως των περιστάσεων και γεγονότων που την περιστοιχίζουν.
Από τη στιγμή που θέση των Εφεσειόντων ήταν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση και η συνοδευτική της αιτιολογία (ήτοι η μη πλήρωση ουσιωδών όρων του διαγωνισμού από μέρους τους), τότε, λόγω της φύσης της ως αμφισβητούσα τη νομιμότητα συγκρότησης και σύνθεσης του Συμβουλίου Προσφορών ΥΔΔΤ, καθιστούσε την εξέταση του θέματος ως sine qua non προϋπόθεση εξέτασης της νομιμοποίησης των Εφεσειόντων να αμφισβητήσουν την προσβαλλόμενη απόφαση.
Αυτό, αφού, τα περί της νομιμότητας συγκρότησης και σύνθεσης του Συμβουλίου Προσφορών ΥΔΔΤ, μπορούσαν, αναλόγως των γεγονότων, να προαποφασίσουν και τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, μια και κατά κανόνα η παράνομη σύνθεση εξυπακούει και αναρμοδιότητα, και έτσι δεν θα ήταν νοητή η απασχόληση με τις όποιες επιμέρους πλημμέλειες της προσβαλλόμενης απόφασης όταν η περίπτωση δεν θα είχε εξ υπαρχής τύχει αρμόδιας εξέτασης (βλ. Α & Χ Κτηματικής Λτδ ν. Κοινοτικού Συμβουλίου Χλώρακας, Α.Ε. 8/12 ημ. 24.11.17, Medcon Construction Co. Ltd και Άλλων ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 441, 443-444, Σύνδεσμος Ασφαλιστικών Εταιρειών Κύπρου ν. Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού (2002) 3 Α.Α.Δ. 314, 320-321).
Τούτη η πτυχή δεν κρίθηκε από το Πρωτόδικο Δικαστήριο, τοσούτω μάλλον ως ιεραρχικώς κρισιμότερη, των έτερων ενστάσεων των μερών.
Αφού εισήλθε απευθείας σε εξέταση του έννομου συμφέροντος».
(βλ. επίσης απόφαση στην Αρχή Λιμένων Κύπρου ν. Ιωάννη Λακκοτρύπη – aνωτέρω).
Εν προκειμένω, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξέτασε τον προβαλλόμενο λόγο ακύρωσης περί κακής σύνθεσης, επειδή προεβλήθη «με μεγάλη γενικότητα αλλά και αοριστία στο νομικό σημείο 12 της αίτησης ακυρώσεως […] χωρίς να γίνεται καμία αναφορά, είτε σε ποια συνεδρία ο ισχυρισμός αφορά, είτε η παρουσία ποιου προσώπου οδηγεί σε παρανομία». Συναφώς διαπιστώθηκε ότι το ζήτημα δεν καλυπτόταν από την Αίτηση Ακυρώσεως.
Aνατρέχοντας στην Αίτηση Ακυρώσεως, αλλά και στην γραπτή αγόρευση του Εφεσείοντα, η οποία υπεβλήθη κατά την πρωτόδικη διαδικασία διαπιστώνουμε τα εξής:
Στο νομικό σημείο Αρ. 12 αναφέρεται ότι «υπήρξε μη νόμιμη σύνθεση και λειτουργία της Κεντρικής Επιτροπής Παραλιών που έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση αλλά και την απόφαση που πήρε ο Δήμος Λεμεσού την έλαβε χωρίς να υπάρξει νόμιμη σύνθεση και λειτουργία του αρμόδιου οργάνου του Δήμου Λεμεσού. Η ως άνω απόφαση του Δήμου Λεμεσού κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή τους ημερ. 12/4/2017».
Στη γραπτή αγόρευσή του ο Εφεσείων υπογραμμίζει τα εξής αναφορικά με την απόφαση του Δήμου Λεμεσού (σελ. 67 των πρακτικών του δικαστικού φακέλου):
«γ) Συγκεκριμένα στην προκείμενη περίπτωση της συνεδρίασης του Δημοτικού Συμβουλίου (της 5ης συνεδρίας του Συμβουλίου Προσφορών ημερ. 6/4/2017) τα πρακτικά αποκαλύπτουν την παρουσία κατά την συνεδρίαση της Γιωργούλας Λεωνίδα Δημοτική Γραμματέας του Δήμου Λεμεσού. Και εάν θεωρηθεί ότι παρίστατο ως υπηρεσιακός παράγοντας για να δώσει κατατοπιστικές πληροφορίες όφειλε σε κάθε περίπτωση να αποχωρήσει π(λ)ρίν την διαβούλευση για λήψη της επίδικης απόφασης. Αντίθετα από το ίδιο πρακτικό προκύπτει καθαρά ότι η εν λόγω Γιωργούλα Λεωνίδα Δημοτική Γραμματέας δεν αποχώρησε από τη συνεδρίαση κατά την διάρκεια της συζήτησης, ούτε κατά την λήψη της επίδικης απόφασης.»
Στη δε απόφαση του Δήμου Λεμεσού ημερομηνίας 12/4/2017, η οποία μνημονεύεται στο νομικό σημείο Αρ. 12 (ανωτέρω) αναφέρονται, μεταξύ άλλων τα εξής:
«…….Ότι στη συνεδρία του Συμβουλίου Προσφορών του Δήμου Λεμεσού, ημερομηνίας 6.4.2017, παρίστατο η Δημοτική Γραμματέας για τήρηση των πρακτικών, γι’ αυτό και δεν αποχώρησε κατά τη συζήτηση και λήψη της απόφασης καθότι η παρουσία της ήταν νομότυπη».
Δεν θεωρούμε, στη βάση των ανωτέρω, ότι απουσιάζει το πραγματικό υπόβαθρο επί του οποίου στηρίχθηκε ο ισχυρισμός περί κακής σύνθεσης και ότι αυτός τέθηκε κατά τρόπο γενικό και αόριστο, έτσι ώστε να μην επιτρεπόταν η εξέταση του από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Το ζήτημα αφενός τέθηκε στην Αίτηση Ακυρώσεως και αφετέρου εξειδικεύτηκε στη γραπτή αγόρευση που κατατέθηκε πρωτοδίκως από τον Εφεσείοντα.
Υπενθυμίζουμε ότι στην απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Sigma Radio T.V. Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 134, λέχθηκε ότι το ζήτημα της σύνθεσης του διοικητικού οργάνου μπορεί να εξεταστεί αυτεπάγγελτα εφόσον βρίσκονται ενώπιον του Δικαστηρίου τα αναγκαία στοιχεία (βλ. επίσης απόφαση της πλειοψηφίας της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη Σύνδεσμος Ασφαλιστικών Εταιρειών ν. Επιτροπής Προστασίας Ανταγωνισμού (2002) 3 Α.Α.Δ. 314). Η δεσμευτικότητα των πάντων στις αποφάσεις της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου έχει διακηρυχθεί σε πολλές αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση στην υπόθεση Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (2016) 3 Α.Α.Δ. 234, στην οποία υιοθετήθηκαν και επαναλήφθηκαν τα νομολογηθέντα στην Μαρκίδης ν. Ellinas Finance Public Company Ltd (2014) 1 Α.Α.Δ. 1934:
«Στην υπόθεση Μαρκίδης v. Ellinas Finance Public Company Ltd (2014) 1, το Εφετείο, το οποίο εξέταζε και αίτημα όπως η έφεση τεθεί προς εκδίκαση ενώπιον της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, είπε τα εξής σχετικά, τα οποία παραθέτουμε, συμφωνώντας απόλυτα με αυτά.
«Η Πλήρης Ολομέλεια αποτελεί διεύρυνση του τριμελούς ή πενταμελούς εφετείου, αναλόγως της περίπτωσης, και όχι εφετείο τριτοβάθμιας δικαιοδοσίας. Αναλαμβάνει δε, σπανίως, η ίδια την εκδίκαση υποθέσεων κατ' έφεση και σε περιπτώσεις στις οποίες κρίνεται ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις. Αυτό συμβαίνει όταν, με την έφεση, κρίνεται ότι εγείρονται πολύπλοκα νομικά θέματα μείζονος σημασίας ή και θέματα, για την κατάληξη επί των οποίων έχει άμεσο ενδιαφέρον ολόκληρη η κοινωνία των πολιτών, ή μεγάλο μέρος της, και, ειδικά, όταν υπάρχει επηρεασμός των δικαιωμάτων της, τότε κρίνεται πως ορθό είναι να τεθεί , στην όποια απόφαση προκύψει από αυτή, ο συλλογικός προβληματισμός και η κρίση της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ενισχύοντας, έτσι, και το στοιχείο της δεσμευτικότητας των πάντων με αυτή, (βλ. Al-Hamad v. Police (1988) 2 C.L.R. 164, Γενικός Εισαγγελέας v. Λαζαρίδη κ.ά. (1991) 2 Α.Α.Δ. 330 και Παπακόκκινου κ.ά. v. Δήμου Πάφου (Αρ. 1) (1999) 1 Α.Α.Δ. 1311).»
Eπομένως διαπιστώνουμε ότι υπήρχε το απαραίτητο υπόβαθρο για εξέταση του πιο πάνω λόγου ακύρωσης από το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Το ζήτημα όμως δεν σταματά εδώ.
Υπενθυμίζουμε ότι στην The Vegetable Producers and Exporters Ltd κ.ά ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 128/20, ημερομηνίας 3/4/2025 λέχθηκε από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο ότι:
«Η σύνθεση του διοικητικού οργάνου ανατρέχει στη ρίζα της νομιμότητας της ληφθείσας απόφασης, ως ζήτημα δημόσιας τάξης και τυχόν διαπίστωση προβλήματος καθιστά την απόφαση άκυρη και το Δικαστήριο δύναται να εξετάσει αυτεπάγγελτα το ζήτημα (Βλ. Alpha Panareti Golf Club Ltd v. Δημοκρατίας Ε.Δ.Δ 81/2017 ημερ. 25.1.2024, Αγαθοκλέους ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας (2016) 3 Α.Α.Δ. 359).»
Όπως δε λέχθηκε στην Κοινοπραξία Παναγιώτης Χαπέσιης & Κώστας Α. Ζαχαρίας Λτδ (ανωτέρω), με παραπομπή στη Χατζηγεωργίου ν. Κυπριακού Συμβουλίου Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών (ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ.), Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 99/2015, ημερομηνίας 14/3/2022, ECLI:CY:AD:2022:C105, «…ζητήματα δημόσιας τάξης εξετάζονται δικαστικώς σε οποιοδήποτε στάδιο ακόμα και στην έφεση […]» ακόμα και αν δεν ηγέρθησαν πρωτοδίκως.
Συναφώς έχουμε εξετάσει τα όσα προβάλλονται επί της ουσίας του πιο πάνω λόγου ακύρωσης και επισημαίνουμε τα ακόλουθα:
Ισχυρίζεται ο Εφεσείων ότι εν προκειμένω δεν ισχύουν οι διατάξεις του Άρθρου 51 του Ν.111/1985, που προνοούν για την παρουσία του Δημοτικού Γραμματέα ως πρακτικογράφου, αλλά ισχύουν οι πρόνοιες των διατάξεων του Ν. 12(Ι)/2006.
Έχουμε ανατρέξει στους όρους του επίδικου Διαγωνισμού. Σύμφωνα με τον όρο 3.1, το νομικό πλαίσιο που διέπει τον επίδικο Διαγωνισμό είναι ο περί Προστασίας της Παραλίας Νόμος (Κεφ.59) και οι σχετικοί Κανονισμοί καθώς επίσης και οι περί του Συντονισμού της Διαδικασίας Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων, Προμηθειών, Έργων και Υπηρεσιών (Δημοτικοί) Κανονισμοί του 2012) (εφεξής «ΚΔΠ 243/2012»).
Αρμόδιο δε όργανο, σύμφωνα με το Μέρος Α του Διαγωνισμού, είναι το συστηθέν δυνάμει της ΚΔΠ 243/2012, το οποίο μέσα στα πλαίσια των εξουσιών που του χορηγούνται, επιλαμβάνεται και χειρίζεται τα θέματα που αφορούν στην ανάθεση της σύμβασης.
Συναφώς στον Καν. 5 της ΚΔΠ 243/2012, προνοείται ότι το Συμβούλιο Προσφορών για κάθε Δήμο είναι το Δημοτικό Συμβούλιο κάθε Δήμου «το οποίο συστήνεται με βάση τον περί Δήμων Νόμο, το οποίο έχει εξουσία να αποφασίζει για διαγωνισμούς που οδηγούν στην ανάθεση συμβάσεων που αφορούν το συγκεκριμένο Νόμο». Σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον Καν. 7(1) της ΚΔΠ 243/2012 «Κατά τις συνεδρίες του Συμβουλίου Προσφορών τηρούνται πρακτικά από το Γραμματέα, ο οποίος είναι δυνατόν να βοηθείται στο έργο του από δημοτικό υπάλληλο, που ορίζεται για το σκοπό αυτό, από το Συμβούλιο Προσφορών». «Γραμματέας», κατά τις ερμηνευτικές διατάξεις του Καν. 2 της ΚΔΠ 243/2012, «σημαίνει το Δημοτικό Γραμματέα του Δήμου που διορίζεται με βάση τον περί Δήμων Νόμο.»
Επομένως τόσο στη βάση των προνοιών του Ν.111/1985, Άρθρο 51 που προνοεί ότι ο Δημοτικός Γραμματέας «τηρεί ωσαύτως τα πρακτικά των συνεδριάσεων του συμβουλίου και των επιτροπών αυτού», όσο και στην ΚΔΠ 243/2012, ο Δημοτικός Γραμματέας παρίσταται στις συνεδρίες για την τήρηση των πρακτικών δυνάμει ρητής προς τούτο νομοθετικής διάταξης. Πρόσθετα σημειώνουμε και τα προβλεπόμενα στο Άρθρο 21(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν. 158(1)/1999, σύμφωνα με τα οποία:
«21.—(1) Το συλλογικό διοικητικό όργανο πρέπει να συνεδριάζει με νόμιμη σύνθεση. Δεν είναι νόμιμα συντεθειμένο, αν στη συνεδρίασή του παρίσταται πρόσωπο που δεν είναι εξουσιοδοτημένο από το νόμο, έστω και αν δεν έλαβε μέρος στην ψηφοφορία, εκτός αν πρόκειται για υπάλληλο που είναι αρμόδιος για την τήρηση των πρακτικών.»
Κατά συνέπεια και σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν τεθεί ενώπιόν μας, η παρουσία της Δημοτικής Γραμματέως κατά την επίδικη συνεδρία ημερομηνίας 6/4/2017, η οποία ήταν «για τήρηση των πρακτικών» (βλ. επιστολή ημερομηνίας 12/2/2018, ερ. 4 στον διοικητικό φάκελο) είναι νόμιμη και στερείται υποβάθρου ο προβαλλόμενος στον Λόγο Έφεσης Αρ. 1 ισχυρισμός περί πάσχουσας σύνθεσης του Συμβουλίου Προσφορών του Δήμου Λεμεσού λόγω της παρουσίας της, ο οποίος απορρίπτεται.
Σε σχέση με τον Λόγο Έφεσης Αρ. 2, ισχυρίζεται ο Εφεσείων ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξέτασε και δεν διαπίστωσε ότι ήταν ελλιπής ο διοικητικός φάκελος και δεν συμπεριελάμβανε τα πλήρη και ολοκληρωμένα πρακτικά των συνεδριάσεων των οργάνων. Αναφέρει επίσης ο Εφεσείων στο Περίγραμμά του, ότι η Κεντρική Επιτροπή Παραλιών δεν είχε δικαίωμα να διεξάγει πρωτογενή έρευνα και να λάβει διαφορετική απόφαση από αυτή του Δήμου Λεμεσού, αλλά μόνο έλεγχο νομιμότητας μπορούσε να πραγματοποιήσει.
Αναφορικά με τα πιο πάνω εγερθέντα, παρατηρούμε ότι αυτά δεν τέθηκαν και δεν συζητήθηκαν πρωτόδικα, παρότι το νομικό σημείο Αρ.12 της Αίτησης Ακυρώσεως ακροθιγώς αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην παράβαση του Άρθρου 24 του Ν. 158(Ι)/1999 (που αφορά την τήρηση πρακτικών από τα συλλογικά διοικητικά όργανα). Ο Εφεσείων κατά την πρωτόδικη διαδικασία περιορίστηκε να αμφισβητήσει τη νομιμότητα της σύνθεσης του Συμβουλίου Προσφορών του Δήμου Λεμεσού λόγω της παρουσίας της Δημοτικής Γραμματέως, στη βάση των πρακτικών που το αποκάλυπταν («Συγκεκριμένα στην προκείμενη περίπτωση της συνεδρίασης του Δημοτικού Συμβουλίου (της 5ης συνεδρίας του Συμβουλίου Προσφορών ημερ. 6/4/2017) τα πρακτικά αποκαλύπτουν την παρουσία κατά την συνεδρίαση της Γιωργούλας Λεωνίδου Δημοτικής Γραμματέως του Δήμου Λεμεσού»). Συνεπώς, ο Εφεσείων επιζητεί την εξέταση θεμάτων που δεν ηγέρθησαν πρωτόδικα, τα οποία κατά κανόνα δεν εξετάζονται (πλην θεμάτων δημόσιας τάξης).
Σημειώνεται επίσης ότι, σύμφωνα με τη διαχρονική θέση της νομολογίας, το βάρος απόδειξης ότι τα πρακτικά δεν είναι πλήρη ή επαρκή, το φέρει ο Εφεσείων και εν προκειμένω δε έχει αποσείσει το βάρος απόδειξης (βλ. Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ.345).
Κατά συνέπεια απορρίπτεται ο Λόγος Έφεσης Αρ.2.
Αναφορικά με τον Λόγο Έφεσης Αρ.3, ο οποίος άπτεται της νομιμότητας του λόγου αποκλεισμού του Εφεσείοντα από τον Διαγωνισμό, το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε τα εξής:
«Σε σχέση με τη νομιμότητα του λόγου αποκλεισμού του αιτητή, από την εξέταση των όρων των εγγράφων του διαγωνισμού, διαπιστώνω πως ορθά η προσφορά του αιτητή αποκλείστηκε, ως μη νόμιμη.
Στον όρο 6.2.2 του Μέρους Α, Οδηγίες προς Οικονομικούς Φορείς, Τεχνικές και επαγγελματικές ικανότητες, αναφέρονται τα ακόλουθα:-
«Για τη συμμετοχή του στο διαγωνισμό, κάθε Ενδιαφερόμενος Οικονομικός Φορέας πρέπει να πληρεί υποχρεωτικά τις παρακάτω προϋποθέσεις που αφορούν τις τεχνικές και επαγγελματικές του ικανότητες:
● να έχει συμπληρώσει το εικοστό πρώτον έτος της ηλικίας του.
● να μην έχει καταδικαστεί σε αδίκημα που να μην επιτρέπει στον Αρχηγό της Αστυνομίας την έκδοση πιστοποιητικού Λευκού Ποινικού Μητρώου.
● να έχει δίπλωμα Πρώτων Βοηθειών του Τάγματος Αγίου Ιωάννη ή άλλου αναγνωρισμένου οργανισμού από την Κυπριακή Δημοκρατία ή άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Νοείται ότι σε περίπτωση που ο Ενδιαφερόμενος Οικονομικός Φορέας είναι νομικό πρόσωπο ή κοινοπραξία προσώπων ή ο ίδιος δεν πληρεί τις πιο πάνω προϋποθέσεις, οφείλει να υποδείξει φυσικό πρόσωπο το οποίο πληρεί τις πιο πάνω προϋποθέσεις και το οποίο θα έχει την ευθύνη λειτουργίας της αδειοδοτούμενης περιοχής.»
Αναφορά στις απαιτήσεις του όρου 6.2.2, γίνεται στα όσα προνοούνται στον όρο 8.3.1.1 Δικαιολογητικά Συμμετοχής, τα οποία αφορούν στα νομιμοποιητικά στοιχεία που πιστοποιούν το δικαίωμα του Ενδιαφερόμενου Οικονομικού Φορέα να υποβάλει προσφορά.
Ειδικότερα, στον όρο 8.3.1.1(4), αναφέρονται τα εξής:-
«Για πιστοποίηση των απαιτήσεων της παραγράφου 6.2.2, υποβάλλεται από τον προσφέροντα:
(α) Πιστοποιητικό γεννήσεως
(β) Πιστοποιητικό Λευκού Ποινικού Μητρώου
(γ) δίπλωμα Πρώτων Βοηθειών του Τάγματος Αγίου Ιωάννη ή άλλου αναγνωρισμένου οργανισμού από την Κυπριακή Δημοκρατία ή άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης
του ιδίου εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο και πληρεί τις προϋποθέσεις της παραγράφου 6.2.2 ή του ατόμου που πληρεί τις εν λόγω προϋποθέσεις και θα έχει την ευθύνη λειτουργίας της αδειοδοτούμενης περιοχής όταν ο προσφέρων είναι νομικό πρόσωπο ή όταν ο προσφέρων δεν πληρεί τις προϋποθέσεις της παραγράφου 6.2.2.»
Καταρχήν, δεν υπάρχει αμφιβολία, πως τα απαιτούμενα να υποβληθούν για πιστοποίηση των τεχνικών και επαγγελματικών ικανοτήτων, συνιστούν ουσιώδεις όρους του διαγωνισμού.
Προσφορά η οποία δεν ανταποκρίνεται σε ουσιώδη όρο των εγγράφων του διαγωνισμού, θεωρείται άκυρη και δεν τυγχάνει εξέτασης (Tamassos Tobacco Suppliers and Co v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60, Ε. Φιλίππου Λτδ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 389, Δημοκρατία ν. C.H. Heat-Flow Mechanical Contractors Ltd (2005) 3 A.A.Δ. 363, Savvas C. Nicolaides Ltd v. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ 148, Α.Ε. 67/13, Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών ν. Κοινοπραξία Kyriakos Andreou Arsiotis Developments & Constructions Ltd & Savvakis Koushis Construction Ltd, ημερομηνίας 2.4.2019).
Ο αιτητής με την προσφορά του, υπέδειξε ως το άτομο που θα έχει την ευθύνη της αδειοδοτούμενης περιοχής, την κα Π. Χριστοδούλου. Ως η υπόδειξή του, υπέβαλε για τους σκοπούς των απαιτήσεων του όρου 6.2.2 και 8.3.1.1(4)(γ) Πιστοποιητικό Εκπαίδευσης Πρώτων Βοηθειών του Τάγματος Αγίου Ιωάννη επ΄ ονόματι της κας Χριστοδούλου. Για τους σκοπούς των απαιτήσεων του όρου 6.2.2 και 8.3.1.1(4)(α) και (β), υπέβαλε με την προσφορά του, Πιστοποιητικό Λευκού Ποινικού Μητρώου και Πιστοποιητικό Γέννησης του ιδίου.
Σε συμφωνία με τις εισηγήσεις του ευπαιδεύτου συνηγόρου των καθ' ων η αίτηση, τα όσα απαιτούνται για την πιστοποίηση του δικαιώματος συμμετοχής, πρέπει να πληρούνται σωρευτικώς, είτε από το πρόσωπο του προσφέροντος (μιλώντας πάντοτε για φυσικό πρόσωπο), είτε από το πρόσωπο που θα υποδειχθεί ως έχων την ευθύνη λειτουργίας της αδειοδοτούμενης περιοχής, εφόσον ο ίδιος ο προσφέρων δεν πληροί τις απαιτούμενες προϋποθέσεις.
Αντίθετη ερμηνεία των απαιτήσεων των όρων του διαγωνισμού, ως η εισήγηση του αιτητή, οδηγεί σε παράλογα αποτελέσματα, καθότι δεν νοείται το πρόσωπο που θα αναλάβει την ευθύνη λειτουργίας της αδειοδοτούμενης περιοχής, να μην κατέχει πιστοποιητικό λευκού ποινικού μητρώου, ή να μην έχει συμπληρώσει το 21ο έτος της ηλικίας του. Αλλά και από την ίδια την γραμματική διατύπωση του όρου, προκύπτει πως οι πιο πάνω αναφερόμενες απαιτήσεις, πρέπει να πληρούνται και να στοιχειοθετούνται με την προσκόμιση δικαιολογητικών, σωρευτικώς, για το πρόσωπο, είτε του προσφέροντα, είτε του προσώπου που θα υποδειχθεί ως υπεύθυνο.
Καταλήγω πως, στη βάση των εγγράφων που προσκομίστηκαν από τον αιτητή με την προσφορά του, η απόφαση αποκλεισμού του από το διαγωνισμό, ήταν ορθή και νόμιμη, λόγω ακριβώς μη συμμόρφωσης της προσφοράς του, με ουσιώδεις όρους των εγγράφων του διαγωνισμού, βάσει και των όσων ορίζονται στον όρο 9.2 των εγγράφων.
Το γεγονός πως τα ίδια πιστοποιητικά, δεν αποτέλεσαν λόγο αποκλεισμού του αιτητή από προηγούμενο διαγωνισμό, δεν μπορεί να οδηγήσει σε αντίθετο αποτέλεσμα, λαμβάνοντας υπόψη πως όταν πρόκειται περί ουσιωδών όρων του διαγωνισμού, η αυστηρή εφαρμογή τους, απαιτείται ως θέμα ευρύτερης δημόσιας τάξης και συνέπειας (G.P. Iron & Wood Makers Ltd v. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 155).»
Επιχειρηματολογώντας ο Εφεσείων υπέρ των θέσεών του, υποστήριξε ότι, στην προηγούμενη αίτηση που είχε υποβάλει στα πλαίσια του Διαγωνισμού 33/15, είχε γίνει αποδεκτό το δίπλωμα Πρώτων Βοηθειών που προσκόμισε ο Εφεσείων, ενώ κατά τον επίδικο Διαγωνισμό, κατά αντιφατικό και κακόπιστο τρόπο, κρίθηκε ότι παραβίαζε τους όρους του Διαγωνισμού. Επαναλαμβάνει επίσης ο Εφεσείων ότι δεν είχε δικαίωμα η Κεντρική Επιτροπή Παραλιών να προβεί η ίδια σε εύρημα ότι η σύζυγος του δεν προσκόμισε Πιστοποιητικό Γέννησης και Πιστοποιητικό Λευκού Ποινικού Μητρώου.
Δεν συμφωνούμε με τις προβαλλόμενες θέσεις. Όπως πολύ ορθά υπέδειξε το πρωτόδικο Δικαστήριο, το γεγονός ότι τα ίδια πιστοποιητικά είχαν γίνει αποδεκτά στα πλαίσια προηγούμενου διαγωνισμού δεν διαφοροποιεί την κατάσταση, αφού απαιτείται ως θέμα ευρύτερης δημόσιας τάξης και συνέπειας, η αυστηρή εφαρμογή των ουσιωδών όρων ενός διαγωνισμού.
Σε σχέση δε με το κατά πόσο η Κεντρική Επιτροπή Παραλιών είχε δικαίωμα να προβεί η ίδια σε ευρήματα, σημειώνουμε ότι αυτή η θέση δεν καλύπτεται από τον Λόγο Έφεσης, οπότε παρέλκει η εξέτασή της από το Εφετείο (βλ. απόφαση Εφετείου στην ΝΖΕΟCHA v. Kυπριακής Δημοκρατίας, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 166/2023, ημερομηνίας 27.3.2025) και επιπρόσθετα αυτή η θέση είναι δικονομικά απαράδεκτη, εφόσον ναι μεν ο Εφεσείων την προώθησε διά της πρωτόδικης αγόρευσής του, αλλά χωρίς να είχε τεθεί στην Αίτηση Ακυρώσεως, τουλάχιστον με τη διαύγεια την οποία απαιτεί η νομολογία (βλ. απόφαση Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου στην HANCER ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 116/2020, ημερομηνίας 10.4.2025).
Επί της ουσίας του πιο πάνω Λόγου Έφεσης, επικροτούμε τα όσα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε σε σχέση με την ερμηνεία των επίδικων όρων του Διαγωνισμού και τη νομιμότητα της απόφασης αποκλεισμού του Εφεσείοντα από τον Διαγωνισμό.
Εν προκειμένω, τα επίδικα πιστοποιητικά συνιστούσαν ουσιώδεις όρους του Διαγωνισμού απαραίτητους για την πιστοποίηση των τεχνικών και επαγγελματικών ικανοτήτων, οι οποίοι έπρεπε να πληρούνται σωρευτικώς. Συμμόρφωση με τις ουσιώδεις πρόνοιες ενός διαγωνισμού αποτελεί προϋπόθεση για τη συμμετοχή σ΄αυτόν. Παρατίθεται η διαχρονική θέση της νομολογίας μας σε σχέση με το ζήτημα, όπως διακηρύχθηκε στην Tamasos Tobacco Supplier & Co ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60:
«Είναι θεμελιωμένο ότι όρος της προσφοράς συνιστά, ανάλογα με τη σημασία του, ουσιώδη ή επουσιώδη προδιαγραφή για συμμετοχή στο διαγωνισμό. Προσφορά η οποία δεν πληροί και δεν ανταποκρίνεται σε ουσιώδη όρο του διαγωνισμού, είναι άκυρη και κατ' επέκταση, δε μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο εξέτασης (βλ. μεταξύ άλλων, Κ. & Μ. Transport v. E.F.A. and Others [1987] 3 C.L.R. 1939 και P. STEFF & CO. ν. Δημοκρατίας- Υπόθεση 891/88, η απόφαση εκδόθηκε στις 11/10/90 και θα δημοσιευθεί στο [1990] 3 Α.Α.Δ.). Συμμόρφωση με τις ουσιώδεις πρόνοιες του πλειοδοτικού διαγωνισμού αποτελεί προϋπόθεση για συμμετοχή σ' αυτό.»
Υπό το φως των ανωτέρω, ο Λόγος Έφεσης Αρ.3 απορρίπτεται.
Για τους πιο πάνω λόγους η Έφεση απορρίπτεται. Επιδικάζονται έξοδα ύψους €3.500 υπέρ της Εφεσίβλητης και εναντίον του Εφεσείοντα.
Α. ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.
Γ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Δ.
Δ. ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο