ABDULLAH ALMUSTAFA v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ.: 116/2025, 7/5/2025
print
Τίτλος:
ABDULLAH ALMUSTAFA v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ.: 116/2025, 7/5/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Ποινική Έφεση Αρ.: 116/2025)

 

7 Μαΐου 2025

 

[Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

ABDULLAH ALMUSTAFA

Εφεσείων

 

v.

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

Εφεσίβλητης

 

------------------------------------------------

 

Ε. Λάμπρου (κα) για Χρίστο Κ. Φελλά, για τον Εφεσείοντα

Σ. Πίπη (κα) για Γενικόν Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη

 

        ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

        ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.: Ο Εφεσείων προσβάλλει με τρεις λόγους έφεσης την απόφαση του E.Δ. Λάρνακος, με την οποία διέταξε την κράτησή του μέχρι την πρώτη εμφάνισή του στο Κακουργοδικείο στις 9.5.25. Έχει παραπεμφθεί σε απευθείας δίκη για το αδίκημα της ληστείας κατά παράβαση του Άρθρου 283 του Ποινικού Κώδικος (Κατηγορία 1) και για το αδίκημα της συνωμοσίας προς ληστεία κατά παράβαση του Άρθρου 371 του Ποινικού Κώδικος (Κατηγορία 2). Ο πρωτόδικος Δικαστής συμφώνησε ότι συνέτρεχαν τόσον ο κίνδυνος φυγοδικίας όσον και ο κίνδυνος διάπραξης νέων αδικημάτων, στη βάση των οποίων υπεβλήθη το αίτημα.

 

        Με τους λόγους έφεσης ο Εφεσείων υποστηρίζει ότι: (α) Υπάρχει σφάλμα αρχής σε σχέση με τις νομολογιακές αρχές διότι η απόφαση είναι αναιτιολόγητη αφού το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν παρέπεμψε σε συγκεκριμένα στοιχεία μαρτυρίας περί του ότι ο Εφεσείων θα φυγοδικήσει [Λόγος Έφεσης 1], (β) Υπήρξε πλημμελής προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με την αξιολόγηση της μαρτυρίας διότι υπέδειξε ότι υπήρχε κίνδυνος διαφυγής καθότι οι δεσμοί του Εφεσείοντος με τη Δημοκρατία δεν είναι πολύ ισχυροί πράγμα το οποίο δεν μπορούσε να συμπεράνει από την ενώπιον του μαρτυρία [Λόγος Έφεσης 2], (γ) Η απόφαση είναι αναιτιολόγητη διότι ο πρωτόδικος Δικαστής χωρίς τεκμηρίωση, και αόριστα διέταξε την κράτηση, χωρίς να αναφέρει ότι πείστηκε στον απαιτούμενο βαθμό για το ότι ο Εφεσείων θα φυγοδικούσε και χωρίς να λάβει υπ' όψιν τα προσωπικά περιστατικά [Λόγος Έφεσης 3].

 

        Διευκρινίζουμε ότι σε όλους τους λόγους έφεσης εντοπίζονται εν εκτάσει και αναφορές ή παράπονα σε σχέση με τον κίνδυνο επηρεασμού μαρτυρίας. Αυτές όμως δεν τις έχουμε καταγράψει πιο πάνω, δεδομένου ότι το αίτημα δεν είχε βασιστεί σε τέτοιο κίνδυνο και ασφαλώς ούτε το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε κάποια αναφορά σε κίνδυνο επηρεασμού μαρτύρων. Κατά την ακρόαση της έφεσης είχαμε επισημάνει το ζήτημα αυτό στη συνήγορο του Εφεσείοντος αλλά η ίδια ενέμεινε στα όσα καταγράφονται στο εφετήριο. Μάλιστα διαπιστώνουμε ότι και στη γραπτή αγόρευση, (η οποία μας έχει παραδοθεί κατά την ακρόαση) προωθείται ξανά το θέμα του κινδύνου επηρεασμού μαρτυρίας στο πλαίσιο του Λόγου Έφεσης αρ. 2. Εννοείται πως παρέλκει η περαιτέρω ενασχόληση με ένα τέτοιο θέμα δεδομένου ότι η πρωτόδικη απόφαση δεν αφορά κράτηση στη βάση του κινδύνου επηρεασμού μαρτυρίας.

 

        Από τα πιο πάνω βέβαια καθίσταται κατανοητό ότι δεν έχει προσβληθεί με την έφεση η πρωτόδικη δικαστική κρίση περί του ότι υπάρχει κίνδυνος διάπραξης νέων αδικημάτων στην περίπτωση που αφεθεί ελεύθερος ο Εφεσείων. Υπενθυμίζουμε επί τούτου τις πρόνοιες του Άρθρου 138 της Ποινικής Δικονομίας περί του ότι κάθε έφεση εκθέτει πλήρως τους λόγους επί των οποίων βασίζεται, καθώς και τις πρόνοιες του Άρθρου 144 του ιδίου Νόμου περί του ότι το Εφετείο ακούει και κρίνει την έφεση μόνο επί των λόγων που εκτίθενται στην Ειδοποίηση Έφεσης. Όπως χαρακτηριστικά διατυπώνεται στο σύγγραμμα «Ποινική Δικονομία στην Κύπρο», Γεώργιος Μ. Πικής, 2η έκδοση, 2013, σ. 297:

 

        «Οι λόγοι έφεσης πρέπει να διατυπώνονται με σαφήνεια, ως προβλέπει το Άρθρο 138(γ) του Κεφ. 155. Στη Σπύρου v. Αστυνομίας το Εφετείο απέρριψε έφεση λόγω ατέλειας στην έκθεση των λόγων αυτής. Στη Socratous and Others v. The Police τονίστηκε ότι οι λόγοι έφεσης πρέπει να προσδιορίζονται με ακρίβεια και να διατυπώνονται με πληρότητα».

 

        Στην παρούσα περίπτωση ο Εφεσείων αντιμετωπίζει ακόμα δύο υποθέσεις, οι οποίες αφορούν αντίστοιχα κατηγορίες για αδικήματα κλοπών (2923/25, 20003/25) και είναι ορισμένες στις 14.5.25 και στις 10.6.25 αντίστοιχα ενώπιον του E.Δ. Λάρνακος. Ατυχώς δεν έχει ακολουθηθεί πρωτοδίκως η διαδικασία απαίτησης και προσκόμισης περισσότερων λεπτομερειών, πλην όμως γεγονός παραμένει πως δεν προσβάλλεται με την παρούσα έφεση η κράτηση στη βάση του κινδύνου διάπραξης νέων αδικημάτων, ως είχε καταλήξει το πρωτόδικο Δικαστήριο στη βάση των υποθέσεων Νικολάου v. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 227 και Κωνσταντίνου v. Αστυνομίας Ποιν. Έφ. 271/2023, ημερ. 24.1.24. Όπως δε εξηγήσαμε σε παλαιότερες αποφάσεις, σε ανάλογες περιστάσεις, σε περίπτωση διαπίστωσης ύπαρξης κινδύνου διάπραξης νέων αδικημάτων, παρέλκει η εξέταση του κινδύνου φυγοδικίας (Παναγή v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 214/24, ημερ. 22.10.24, Τριανταφυλλίδης v. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 96/2025, ημερ. 15.4.25).

 

        Πάρα την ως άνω κατάληξή μας οφείλουμε να πούμε ότι ούτως ή άλλως το αίτημα κράτησης δικαιολογείται και στη βάση του κινδύνου φυγοδικίας. Είναι πολύ καλά γνωστές οι αρχές στη βάση των οποίων εξετάζεται τέτοιο αίτημα και δεν χρειάζεται να τις επαναλάβουμε (βλ. Γενικού Εισαγγελέα v. Γ.Ν., Ποιν. Έφ. 145/23, ημερ. 21.7.23, Θεοχάρους κ.ά. v. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 48).

 

        Στην παρούσα περίπτωση, ως διαπιστώνουμε από την αγόρευση εκ μέρους του Εφεσείοντος, δεν αμφισβητείται η συνδρομή οποιουδήποτε από τα αντικειμενικά στοιχεία, τα οποία λαμβάνονται υπ' όψιν. Τα όσα εν τέλει προωθήθηκαν άπτονται των υποκειμενικών παραγόντων, οι οποίοι συνεκτιμούνται.

 

        Υποστηρίζεται εν πρώτοις ότι το Δικαστήριο θα έπρεπε «να παραπέμψει σε συγκεκριμένα στοιχεία μαρτυρίας ότι ο εφεσείων θα φυγοδικήσει». Δεν συμφωνούμε με τη θέση αυτή. Εκείνο το οποίο απαιτείται είναι συνεκτίμηση όλων των περιστάσεων, της υπόθεσης και του κατηγορούμενου. Άλλωστε «συγκεκριμένη μαρτυρία» για την μελλοντική πρόθεση κάποιου να μην εμφανιστεί στη δίκη του σπάνια είναι διαθέσιμη.

 

        Ο Εφεσείων ευρίσκετο στη Δημοκρατία ως ασυνόδευτος ανήλικος και μετά την πρόσφατη ενηλικίωσή του υπέβαλε αίτηση για πολιτικό άσυλο, καθεστώς υπό το οποίο παραμένει μέχρι σήμερα στη Δημοκρατία. Προσπαθεί να εξεύρει εργασία για να μπορέσει να ζήσει, καθώς και για να στείλει χρήματα στους γονείς του στη Συρία, οι οποίοι αντιμετωπίζουν «διάφορα προβλήματα υγείας» (τα οποία δεν έχουν εξειδικευθεί περισσότερο). Ο ίδιος δεν κατέχει μέχρι σήμερα οποιαδήποτε ταξιδιωτικά έγγραφα.

 

        Εν όψει των πιο πάνω δεν συμφωνούμε με την εισήγηση ότι ο Εφεσείων ανέπτυξε ισχυρούς δεσμούς με τη Δημοκρατία, ως εισηγείται ο συνήγορός του. Ούτε συμφωνούμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξατομίκευσε την περίπτωση κατά την εξέταση του κινδύνου μη προσέλευσης. Ορθή θεωρούμε και την υπόμνηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι όταν εξετάζεται κίνδυνος φυγοδικίας το Δικαστήριο δεν πρέπει να εστιάζει μόνο στη φυγή κάποιου στο εξωτερικό καθότι υπάρχει και ο κίνδυνος διαφυγής μέσω των μη ελεγχόμενων από τη Δημοκρατία περιοχών (βλ. Μιχαήλ v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 1/2022, ημερ. 10.1.22).

 

        Για τους πιο πάνω λόγους δεν θα επεμβαίναμε ούτε στην πρωτόδικη κρίση για την ύπαρξη κινδύνου φυγοδικίας.

 

        Στη βάση όσων αναφέραμε όλοι οι λόγοι έφεσης, όπως και η έφεση απορρίπτονται. Η πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

 

                                                                        Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.

 

 

                                                                        Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.

 

 

                                                                        Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο