CROWD TECH LTD v. ABDULLA HUSSAIN N A AL - AJJI, Πολιτική Έφεση Αρ. Ε19/2024, 15/5/2025
print
Τίτλος:
CROWD TECH LTD v. ABDULLA HUSSAIN N A AL - AJJI, Πολιτική Έφεση Αρ. Ε19/2024, 15/5/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ – ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. Ε19/2024 ijustice)

 

15 Μαΐου 2025

 

[Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ/στες]

 

CROWD TECH LTD,

Εφεσείοντες

v.

 

ABDULLA HUSSAIN N A AL - AJJI,

Εφεσίβλητου

 

Κ. Ζαντήρα (κα) με Κ. Κουννή (ασκούμενο δικηγόρο) για Michael Kyprianou & Co LLC για Εφεσείοντες

Καμία εμφάνιση για Εφεσίβλητο

 

------------------------

 

ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Αμπίζα, Δ.

----------------------------

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ:      Με γενικά οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα, το οποίο καταχωρήθηκε στις 15.5.2023, ο εφεσίβλητος αξιώνει, εναντίον των εφεσειόντων, ποσό €580.000.- ως γενικές αποζημιώσεις για δόλο και/ή απάτη και/ή ψυχική πίεση και/ή εξαναγκασμό και/ή παράβαση σύμβασης και/ή για αμέλεια και/ή συνωμοσία για καταδολίευση και/ή άλλα πολλά συναφή, τα οποία δεν εξυπηρετεί να καταγραφούν στο σύνολο τους. Αξιώνει, παράλληλα, το ίδιο ποσό, ως ειδικές αποζημιώσεις στην ίδια βάση, ενώ ζητά και τιμωρητικές αποζημιώσεις αλλά και σειρά διαταγμάτων.

 

Κατά την ίδια, με την καταχώρηση της αγωγής, ημερομηνία, ο εφεσίβλητος καταχώρησε αίτηση αναζητώντας την έκδοση μεγάλου αριθμού (29) ενδιάμεσων διαταγμάτων, κάποια εκ των οποίων έλαβε μονομερώς. Οι ισχυρισμοί του εφεσίβλητου, στην ένορκη του δήλωση προς υποστήριξη της αίτησης του, συνοψίζονται εις το ότι αυτός, ο οποίος διαμένει μόνιμα στη Ντόχα του Κατάρ, προσεγγίστηκε από τους εφεσείοντες, μέσω συγκεκριμένου προσώπου ο οποίος παρουσιαζόταν ως εκπρόσωπος τους, ώστε να προβεί σε επενδυτικές πράξεις, ανοίγοντας λογαριασμό στην επενδυτική πλατφόρμα των εφεσειόντων. Οι εφεσείοντες είναι κυπριακή εταιρεία η οποία ασκεί εργασίες παροχής επενδυτικών υπηρεσιών υπό συγκεκριμένη εμπορική επωνυμία. Ο εφεσίβλητος, εξηγώντας την εξέλιξη των γεγονότων, περιέγραψε τις πράξεις που έγιναν, υποδεικνύοντας πού κατατέθηκαν τα ποσά που κατέβαλε σε διάφορες περιπτώσεις και πώς οδηγήθηκε στο να καταβάλει, σε συγκεκριμένο λογαριασμό συγκεκριμένης εταιρείας σε τράπεζα στο Κουβέιτ, το συνολικό ποσό των €576.071,69.-, κατ’ εντολή, ως ο ισχυρισμός του, των εφεσειόντων και των εκπροσώπων τους.

 

Κατά το στάδιο της μονομερούς εξέτασης της αίτησης, εκδόθηκαν διατάγματα με τα οποία απαγορεύεται στους εφεσείοντες να αποξενώσουν την κινητή και ακίνητη τους περιουσία στην Κύπρο και στο εξωτερικό, να μεταφέρουν τα περιουσιακά τους στοιχεία από την Κύπρο στο εξωτερικό, να προβούν σε οποιεσδήποτε αλλαγές στη διευθυντική και/ή μετοχική τους δομή, να αποκαλύψουν ενόρκως όλα τα περιουσιακά τους στοιχεία στην Κύπρο και στο εξωτερικό, να δεσμεύονται όλοι οι τραπεζικοί τους λογαριασμοί στην Κύπρο και στο εξωτερικό και να μη καταστρέψουν όλες τις τηλεφωνικές συνδιαλέξεις με τον εφεσίβλητο, όλες τις εντολές που τους δόθηκαν από αυτόν και όλες τις συμφωνίες μεταξύ τους.

 

Με την ένσταση τους, οι εφεσείοντες προέβαλαν, μέσω σχετικών ισχυρισμών, τη θέση ότι ουδεμία σχέση είχαν με τον εφεσίβλητο ή το αναφερόμενο πρόσωπο το οποίο ο εφεσίβλητος ισχυριζόταν ότι τους εκπροσωπούσε, ή τον λογαριασμό στον οποίο κατατέθηκαν τα όποια ποσά ή και την εταιρεία στην οποία αυτός ανήκε, εξηγώντας, παράλληλα, το πως ήταν τεχνικά αδύνατο ο εφεσίβλητος να ήταν πελάτης τους. Κατόπιν ακρόασης, τα εκδοθέντα διατάγματα οριστικοποιήθηκαν, με περιορισμό της απαγόρευσης, δέσμευσης ή παγοποίησης στο ποσό των €576.071.-. Εκδόθηκε, επίσης, διάταγμα αποκάλυψης, εξαιρουμένης, όμως, της υποχρέωσης αποκάλυψης των περιουσιακών στοιχείων των εφεσειόντων.

 

Είναι η ενδιάμεση αυτή απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου που εφεσιβάλλεται με την παρούσα έφεση. Αν και υπήρξε επίδοση της έφεσης στον εφεσίβλητο, ουδεμία εμφάνιση υπήρξε από ή εκ μέρους του, με αποτέλεσμα η εκδίκαση της έφεσης να προχωρήσει με την παρουσία μόνο των εφεσειόντων. Προβάλλονται, συνολικά, έντεκα λόγοι έφεσης.  Οι πρώτοι πέντε λόγοι έφεσης αφορούν την ικανοποίηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου για την πλήρωση της δεύτερης προϋπόθεσης του Άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/60. Προσβάλλονται ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου στη βάση, κυρίως, του ότι παραγνωρίστηκε μαρτυρία των εφεσειόντων, η οποία δεν αμφισβητήθηκε, είτε μέσω αντεξέτασης, είτε μέσω συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, με την οποία προβάλλετο το ανυπόστατο και ανέφικτο των ισχυρισμών του εφεσίβλητου. Ο έκτος λόγος έφεσης αφορά θέμα κατάχρησης πληροφοριών που δόθηκαν μετά από διάταγμα σε άλλη διαδικασία, οι έβδομος και όγδοος λόγοι έφεσης αφορούν την ικανοποίηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με την τρίτη προϋπόθεση του ως άνω άρθρου και το ισοζύγιο της ευχέρειας, αντιστοίχως, ενώ ο ένατος λόγος έφεσης αφορά μη εξέταση λόγου ένστασης περί το ότι τα απαγορευτικά διατάγματα ήταν λανθασμένα και δυσανάλογα. Οι δέκατος και εντέκατος λόγοι έφεσης αφορούν τη δοθείσα εγγύηση και την τελική απόφαση οριστικοποίησης των διαταγμάτων, αντιστοίχως.

 

Τόσο με το περίγραμμα αγόρευσης τους, όσο και κατά την ακρόαση της έφεσης, οι εφεσείοντες ήγειραν θέμα τερματισμού της ισχύος των εκδοθέντων διαταγμάτων και επιτυχίας της έφεσης χωρίς εξέταση της ουσίας της, στη βάση του ότι ο εφεσίβλητος δεν προωθούσε την υπόθεση του, με καταχώρηση Έκθεσης Απαίτησης, την οποία και καταχώρησε, παράτυπα, στις 13.1.2025. Με αναφορά στη σχετική νομολογία, οι εφεσείοντες προβάλλουν την υποχρέωση του διαδίκου υπέρ του οποίου εκδίδεται ενδιάμεση θεραπεία, να επιδιώκει να προλειάνει το ταχύτερο το έδαφος για την εκδίκαση της υπόθεσης και ότι δεν μπορεί η έκδοση παρεμπίπτοντος διατάγματος να χρησιμοποιείται για αλλότριο σκοπό, με αποτέλεσμα την εκτροπή της διαδικασίας. Διαπιστώνεται, συναφώς, ότι η καταχώρηση του κλητηρίου εντάλματος έγινε τη 15.5.2023, η προσβαλλόμενη απόφαση οριστικοποίησης των εκδοθέντων διαταγμάτων, την 5.3.2024 και η καταχώρηση της Έκθεσης Απαίτησης, τη 13.1.2025, εκκρεμούσας τόσο της παρούσας έφεσης, αλλά και αίτησης για απόρριψη της αγωγής λόγω μη προώθησης της.

 

Παρά τη διαφαινόμενη δυναμική, ιδιαιτέρως των πρώτων πέντε λόγων έφεσης, το εγειρόμενο αυτό ζήτημα θα πρέπει να αποφασιστεί πρώτα, αφού, αναλόγως της κρίσης επ’ αυτού, θα εξαρτηθεί η περαιτέρω εξέταση της έφεσης επί της ουσίας της.

 

Στη LOUIS VUITTON v. ΔΕΡΜΟΣΑΚ ΛΤΔ ΚΑΙ ΑΛΛΗΣ, (1992) 1 ΑΑΔ 1453, λέχθηκε ότι:

 

«Πριν τελειώσουμε, θέλουμε να επισύρουμε την προσοχή σε μια απαράδεκτη τακτική. Παρά την επιμονή των εφεσειόντων στην εξασφάλιση επειγόντως ενδιάμεσης θεραπείας, παρέλειψαν να προωθήσουν την εκδίκαση της υπόθεσης, παραλείποντας μέχρι και την ακρόαση της έφεσης, τριάμισυ περίπου χρόνια μετά την αγωγή, να καταχωρήσουν την έκθεση με την απαίτησή τους. Θέλουμε να τονίσουμε ότι η παροχή ενδιάμεσης θεραπείας δεν είναι αυτοσκοπός αλλά μέτρο συνυφασμένο με την πιθανότητα εξασφάλισης ανάλογης θεραπείας κατά τη δίκη. Η δίκη είναι η καθιερωμένη διαδικασία για τον καθορισμό και διακήρυξη των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των διαδίκων. Το κύριο έρεισμα για την παροχή προσωρινής θεραπείας είναι η αντικειμενική αδυναμία της άμεσης διεξαγωγής της δίκης. Επομένως βαρύνεται ο διάδικος που την επιδιώκει να προλειάνει, το ταχύτερο, το έδαφος για την εκδίκαση της υπόθεσης.»

 

          Στην ΚΙΤΣΙΟΣ ΚΑ ν. A. C. KITSIOS MOTORS LTD ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ, (2010) 1 ΑΑΔ 1262, η νομολογία επί του θέματος έτυχε σκιαγράφησης. Λέχθηκε, συναφώς:

 

«Τα όσα αναφέρονται στο πιο πάνω απόσπασμα από την υπόθεση Vuitton v. Δέρμοσακ Λτδ, εφαρμόστηκαν και στην υπόθεση Goody's Evagorou Ltd. v. Lani Restaurants Ltd (1998) 1 Α.Α.Δ. 1572, τα γεγονότα της οποίας είχαν ως εξής: Στις 13/8/97 καταχωρήθηκε αγωγή σε γενικώς οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα (O.2, θ.1) και την ίδια μέρα αίτηση για προσωρινό διάταγμα η οποία, αφού εκδικάστηκε, απορρίφθηκε στις 26/2/98, με αποτέλεσμα την καταχώρηση έφεσης. Οι εφεσίβλητοι επικαλέστηκαν την πιο πάνω απόφαση αφού μέχρι τότε δεν καταχωρήθηκε η έκθεση απαίτησης στην αγωγή και ζήτησαν την απόρριψη της έφεσης. Παρόλο που τελικά αυτή καταχωρήθηκε στις 30/6/98, εκκρεμούσης της έφεσης, το Εφετείο απέρριψε την έφεση γι' αυτό και μόνο το λόγο, χωρίς να εξετάσει την ουσία της.

Στην υπόθεση Rousounides & Soteriou Trading Limited κ.ά. v. ΚΟΤ (2002) 1 Α.Α.Δ. 1274στις 20/12/00 καταχωρήθηκε κατηγορητήριο εναντίον των εφεσειόντων από τον εφεσίβλητο για λειτουργία κέντρου αναψυχής (καφετέριας) χωρίς άδεια λειτουργίας κατά παράβαση των περί Κέντρων Αναψυχής Νόμων. Ταυτόχρονα καταχωρήθηκε και αίτηση για προσωρινό διάταγμα για αναστολή της λειτουργίας του κέντρου το οποίο, μετά από ακροαματική διαδικασία, εκδόθηκε στις 22/3/01. Καταχωρήθηκε έφεση στις 30/3/01 που τελικά ορίστηκε για ακρόαση στις 21/6/02. Κατά την εν λόγω ημερομηνία το Εφετείο διερωτήθηκε για την τύχη της κυρίως υπόθεσης, η οποία διαφάνηκε ότι ακόμα εκκρεμούσε. Ο εφεσίβλητος δεν είχε προωθήσει αυτή με την δικαιολογία ότι ο φάκελος της υπόθεσης ήταν στο Εφετείο, λόγω της καταχωρηθείσας έφεσης και έτσι η υπόθεση παρέμεινε εκκρεμής εν αναμονή του αποτελέσματος της έφεσης. Το Εφετείο, μ' αυτά τα γεγονότα, με αναφορά στην προαναφερθείσα υπόθεση Vuitton v. Δέρμοσακ Λτδ κ.ά., αποφάσισε τα ακόλουθα:

«Δεν προτιθέμεθα να ασχοληθούμε με την ουσία της έφεσης.  Προτιθέμεθα να τερματίσουμε την ισχύ του εκδοθέντος διατάγματος για το λόγο ότι η συνέχιση του θα συνιστούσε κατάχρηση της διαδικασίας. Στην υπόθεση Lοuis Vuitton v. Δέρμοσακ Λτδ κ.ά. (1992) 1(B) Α.Α.Δ. 1453, υποδείχθηκε η ορθή διάσταση ενδιάμεσης θεραπείας σε συνάρτηση με το πλαίσιο της όλης υπόθεσης.»

Τονίστηκε ότι «θεμελιακής σημασίας ως προς τα ανωτέρω είναι βέβαια και η συνταγματική επιταγή για συμπλήρωση της εκδίκασης της υπόθεσης εντός ευλόγου χρόνου.

Σε παρόμοιες παρατηρήσεις, προέβηκε το Εφετείο και στην υπόθεση Akis Express v. Akis Express (1998) 1 Α.Α.Δ. 149, σελ. 154 όπου παρατέθηκε το προαναφερθέν απόσπασμα από την απόφαση Vuitton (ανωτέρω). Οι εφεσείοντες/ενάγοντες είχαν και εκεί καθυστερήσει για 2 ½ χρόνια να καταχωρήσουν την έκθεση απαίτησης, η οποία καταχωρήθηκε μόνο λίγες μέρες πριν την ακρόαση της έφεσης τους κατά της μη έκδοσης από το πρωτόδικο δικαστήριο του αιτούμενου προσωρινού διατάγματος. Η συμπεριφορά αυτή των εφεσειόντων λήφθηκε, μεταξύ άλλων, υπόψη ως παράγων που επενεργούσε ενάντια της έφεσης τους η οποία και απορρίφθηκε.

Στρεφόμενοι στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης προσέχουμε ότι η πλευρά των εφεσειόντων ενώ καταχώρησε την αγωγή στις 9/10/07 σε κλητήριο ένταλμα της Δ.2, θ.1, και την ίδια ημέρα την αίτηση για προσωρινό διάταγμα, αντικείμενο της παρούσας έφεσης, έκτοτε η κυρίως αγωγή (που συνεχίζει να στρέφεται εναντίον όλων των εναγομένων), εκκρεμεί χωρίς καν να καταχωρηθεί η έκθεση απαίτησης. Επισημαίνουμε ότι και αν ακόμα μετρούσαμε το χρόνο από τις 19/3/08 που απορρίφθηκε η αίτηση για προσωρινό διάταγμα (και που είχε ήδη προηγηθεί και τροποποίηση του τίτλου λόγω του ότι διορίστηκε εκκαθαριστής για την εφεσίβλητη 1) και πάλιν η αδράνεια για καταχώρηση έκθεσης απαίτησης και προώθησης της αγωγής μέχρι σήμερα, είναι τέτοια, που τυγχάνουν εφαρμογής τα όσα αναφέρθηκαν στις προαναφερθείσες υποθέσεις ούτως ώστε η έφεση αυτή να απορριφθεί χωρίς την ανάγκη να εξετασθεί η ουσία της.»

 

          Ομοίως, στην ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ν. ΛΑΪΚΟΥ ΚΑΦΕΚΟΠΤΕΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΛΤΔ, (2014) 1 ΑΑΔ 244, στη βάση των πιο πάνω αρχών, κρίθηκε ότι:

 

«Η παρατηρηθείσα καθυστέρηση είναι τέτοιας έκτασης που σαφώς μπορεί να χαρακτηριστεί, ως απαράδεκτη τακτική, που κατάντησε δυστυχώς, την παρασχεθείσα ενδιάμεση θεραπεία, ως αυτοσκοπό και όχι ως συνυφασμένο με την πιθανότητα εξασφάλισης ανάλογης θεραπείας κατά τη δίκη. Όπως σημειώνεται στην υπόθεση Louis Vuitton ανωτέρω: «η δίκη είναι η καθιερωμένη διαδικασία για τον καθορισμό και τη διακήρυξη των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των διαδίκων».

 

Έχοντας σκιαγραφήσει αυτή τη συμπεριφορά των εφεσιβλήτων και το γεγονός ότι κατατέθηκε η Έκθεση Απαίτησης εκκρεμούσης της έφεσης, κάτι που δεν επηρεάζει το εγειρόμενο θέμα, θεωρούμε ότι μας επιτρέπεται να τερματίσουμε την ισχύ των υφισταμένων διαταγμάτων εδώ, και η έφεση να γίνει αποδεκτή, χωρίς να εξετάσουμε οποιονδήποτε άλλο, από τους εγειρόμενους λόγους έφεσης,  με το σκεπτικό ότι η συνέχιση τους θα συνιστούσε κατάχρηση της διαδικασίας.»

 

          Στην παρούσα υπόθεση, ως ανωτέρω τίθεται, ενώ ο εφεσίβλητος έσπευσε, με την καταχώρηση της αγωγής του εναντίον των εφεσειόντων, να εξασφαλίσει δραστικότατα παρεμπίπτοντα διατάγματα, στη συνέχεια ουδόλως επέδειξε ανάλογο ζήλο προώθησης της υπόθεσης του. Η καταχώρηση της Έκθεσης Απαίτησης του ένα χρόνο και οκτώ μήνες μετά την καταχώρηση του κλητηρίου εντάλματος υπολείπεται εμφανώς της εκπλήρωσης της εν λόγω υποχρέωσης του. Η δε καθυστέρηση είναι τέτοιας έκτασης που δεν μας αφήνει καμία αμφιβολία ότι εμπίπτει στην πιο πάνω αναφερόμενη απαράδεκτη τακτική που κατάντησε, δυστυχώς, την παρασχεθείσα ενδιάμεση θεραπεία, ως αυτοσκοπό. Με αποτέλεσμα, συνέχιση της παρούσας διαδικασίας και εξέταση της έφεσης επί της ουσίας της να συνιστούσε κατάχρηση της διαδικασίας. Επομένως, κρίνουμε ότι, υπό τας περιστάσεις της παρούσας, ορθό είναι να τερματίσουμε την ισχύ των εκδοθέντων διαταγμάτων, χωρίς να εξετάσουμε την έφεση στην ουσία της.

 

          Η έφεση επιτρέπεται και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Παραμερίζεται επίσης η πρωτόδικη διαταγή ως προς τα έξοδα, τα οποία επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων και εναντίον του εφεσίβλητου, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή του πρωτόδικου Δικαστηρίου και εγκριθούν από το πρωτόδικο Δικαστήριο (Ελευθερίου (ανωτέρω)).

 

Τα εκδοθέντα προσωρινά διατάγματα ακυρώνονται στην ολότητά τους.

 

Επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων και εναντίον του εφεσίβλητου €5.400.- πλέον ΦΠΑ (εάν υπάρχει), ως έξοδα της παρούσας έφεσης.

 

 

                                                                   Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.

 

 

                                                                   Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.

 

 

                                                                   Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο