
ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ‑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ.: 428/2019)
12 Μαΐου 2025
[Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΑΛΚΙΒΙΑΔΗΣ ΑΛΚΙΒΙΑΔΟΥΣ ΕΡΜΟΓΕΝΟΥΣ,
Εφεσείοντας,
v.
1. ΑΝΔΡΕΑ ΠΟΥΡΗ,
2. S. PAVLOU & SONS CONSTRUCTIONS LIMITED,
Εφεσίβλητοι.
___________________
Ε. Ιωάννου (κα) μαζί με Μ. Ιωάννου, για τον Εφεσείοντα.
Α. Γλυκής μαζί με Φ. Νεοκλέους για Ηλίας Νεοκλέους & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για τους Εφεσίβλητους.
ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από την Τουμαζή, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.: Η παρούσα έφεση αφορά τροχαίο δυστύχημα που επεσυνέβη στις 02.10.2010, στον αυτοκινητόδρομο Λεμεσού- Πάφου, με εμπλεκόμενα το φορτηγό όχημα που οδηγούσε ο εφεσείοντας και το αρθρωτό φορτηγό που οδηγούσε ο εφεσίβλητος 1, ο οποίος εργοδοτείτο από την εφεσίβλητη 2 εταιρεία. Συνεπεία του δυστυχήματος, ο εφεσείοντας τραυματίστηκε. Με αγωγή που καταχώρισε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, ο εφεσείοντας αξίωνε €47.684,81 ως ειδικές αποζημιώσεις, γενικές αποζημιώσεις, νόμιμο τόκο, καθώς και €1.500,00 μηνιαίως από 04.11.2012 ως απώλεια μελλοντικών απολαβών και/ή ως περαιτέρω ειδικές αποζημιώσεις, και €500,00 μηνιαίως για την εργοδότηση οικιακής βοηθού, λόγω των καταλοίπων των τραυμάτων του και/ή ως περαιτέρω απώλεια συνυφασμένη με την απώλεια των ανέσεων της ζωής του, έξοδα και Φ.Π.Α.
Πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας, ο εφεσίβλητος 1 και η εφεσίβλητη 2 εταιρεία αποδέχθηκαν ότι ευθύνοντο πλήρως για το δυστύχημα. Ενόψει της εξέλιξης αυτής, τα επίδικα θέματα περιορίστηκαν στο ύψος των γενικών και ειδικών αποζημιώσεων και στην απώλεια μελλοντικών απολαβών του εφεσείοντα. Επίσης, δηλώθηκαν ως παραδεκτές ειδικές ζημιές, οι ακόλουθες: €47,84 για την ετοιμασία ιατρικών πιστοποιητικών νοσοκομείου, €200,00 για ιατρικό πιστοποιητικό του ιατρού ΜΕ7, €500,00 για επίσκεψη και λήψη ιατρικού πιστοποιητικού από τον ιατρό ΜΕ4, €350,00 για αξονική τομογραφία και €86,97 για φάρμακα, ήτοι το συνολικό ποσό των €1.184,81.
Κατά την ακροαματική διαδικασία κατέθεσαν ο εφεσείοντας (ΜΕ1), διοικητική λειτουργός στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΜΕ2), οι ιατροί ΜΕ3 και ΜΕ4, υπάλληλος των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΜΕ5), ο εργοδότης του εφεσείοντα από τις 19.01.2009 μέχρι και την ημέρα του ατυχήματος, 02.10.2010 (ΜΕ6) και ο ιατρός ΜΕ7. Από πλευράς υπεράσπισης, κατέθεσε ο ιατρός ΜΥ1. Θα αναφερθούμε, στη συνέχεια, στην προσκομισθείσα μαρτυρία που σχετίζεται με τα επίδικα θέματα της παρούσας έφεσης.
Ο εφεσείοντας, στη γραπτή δήλωση του, ανέφερε ότι ήτο παντρεμένος και πατέρας τεσσάρων παιδιών, εκ των οποίων τα δύο ανήλικα. Κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν ηλικίας 47 ετών (γεννήθηκε στις 24.6.1963), κατείχε επαγγελματική άδεια οδηγού και εργαζόταν ως οδηγός φορτηγού αυτοκινήτου σε εταιρεία, με μηνιαίο μισθό €1.500,00 καθαρά.
Λόγω του δυστυχήματος, υπέστη σοβαρές σωματικές βλάβες και μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο στο τμήμα επειγόντων περιστατικών του Γενικού Νοσοκομείου Λεμεσού. Δεκαπέντε λεπτά μετά την άφιξη του, παρουσίασε επιληπτικούς τονικοκλονικούς σπασμούς. Στη συνέχεια, μεταφέρθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας, όπου χειρουργήθηκε. Ο εφεσείοντας κατέθεσε ιατρικό πιστοποιητικό, ημερομηνίας 13.02.2012, το οποίο εξέδωσε ο νευροχειρούργος ο οποίος τον χειρούργησε (Τεκμήριο 9). Στο εν λόγω πιστοποιητικό αναφέρεται:
«Κατά την κλινική εξέταση είχε GCS 15/15, ενώ είχε αναφερθεί πιθανή επιληπτική κρίση στο Νοσοκομείο Λεμεσού.
Ο κλινικός και παρακλινικός έλεγχος (CT εγκεφάλου) του ασθενή, ανέδειξε εμπιεστικό επιπλεγμένο κάταγμα μετωπιαίου οστού.
Ο ασθενής οδηγήθηκε στο χειρουργείο όπου έγινε αφαίρεση των κατεαγόντων τεμαχίων, καθώς και κομμάτια λίθων εντός του κρανίου. Ανευρέθηκε επίσης διατομή της μήνιγγας και θλαστικός αιμορραγικός εγκέφαλος.
Μετά το πέρας της επέμβασης αφυπνίσθη και είχε GCS 15/15 χωρίς εστιακή σημειολογία. Παρέμεινε υπό αγωγή με αντιεπιληπτικό (Epanutin 100 χ 3), καθώς και αντιβίωση (Rocephin, Flagyl).
Νοσηλεύθηκε στο Νευροχειρουργικό τμήμα μέχρι τις 8/10/2010, όπου και πήρε εξιτήριο.
Κατά τη νοσηλεία του ήταν σε σταθερή κλινική κατάσταση, GCS 15/15, χωρίς εστιακή σημειολογία ή κρίσεις επιληψίας.
Ακολούθως παρακολουθείτο εις στα εξωτερικά ιατρεία της νευροχειρουργικής κλινικής, όπου κατά την κλινική εξέταση είχε GCS 15/15, χωρίς νευρολογική σημειολογία ή κρίσεις επιληψίας.
Παρουσίαζε περιοδική κεφαλαλγία και ζάλη, ενώ εκκρεμεί έλλειμμα κρανίου στη περιοχή του κατάγματος.
Υποβλήθηκε σε (2) μετεγχειρητικούς αξονικούς στις 23/10/2010 και στις 15/10/2011, χωρίς παθολογικά ευρήματα επί του εγκεφάλου και παρουσία μεγάλου οστικού ελλείμματος.
Ο ασθενής ευρίσκεται σε παρακολούθηση στα εξωτερικά ιατρεία, ενώ έχει διακοπεί και η αντιεπιληπτική αγωγή.»
Ο εφεσείοντας υποστήριξε πως, συνεπεία του τραύματος, παρουσίασε δυσμορφία στο πρόσωπο, η οποία του προκαλούσε στενοχώρια, κατάπτωση, νευρολογικά και ψυχολογικά προβλήματα και ανησυχία. Ήτο αναγκαίο να γίνει στο μέλλον πλαστική εγχείρηση, σε συνδυασμό με νευροχειρουργική εγχείρηση, για καλυτέρευση του τραύματος της μετωπιαίας περιοχής, με κόστος επέμβασης €8.000,00-€9.000,00. Συνέχιζε, επίσης, να υποφέρει από πονοκεφάλους, ζάλη, ελαφρές διαταραχές μνήμης, συγκέντρωσης και προσοχής, νευρικότητα, ευερεθιστότητα και διαταραχές ύπνου. Επιπλέον, από την ημέρα του δυστυχήματος, παρέμεινε και θα συνεχίσει να παραμένει εκτός εργασίας, καθότι δεν ήτο σε θέση να ασκεί το επάγγελμα του οδηγού φορτηγού αυτοκινήτου. Η αίτηση, την οποία υπέβαλε στο Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων για λήψη σύνταξης ανικανότητας, εγκρίθηκε, αφού εξετάστηκε προηγουμένως από ιατροσυμβούλιο. Σύμφωνα με επιστολή που έλαβε, ημερομηνίας 16.11.2012 (Τεκμήριο 10), κρίθηκε ανίκανος για εργασία για ποσοστό 75% ανικανότητας και από 23.07.2012 λάμβανε σύνταξη ανικανότητας ύψους €688,70 μηνιαίως. Στις 10.06.2015 εξετάστηκε από δευτεροβάθμιο ιατρικό συμβούλιο, το οποίο έκρινε ότι ήτο ικανός για ελαφριά εργασία 75%, ότι δεν ήτο σε θέση να εργάζεται, ούτε να οδηγεί όχημα. Λόγω του σοβαρού τραυματισμού του, είχε ανάγκη των υπηρεσιών οικιακής βοηθού, για να τον φροντίζει. Ένεκα της κακής οικονομικής του κατάστασης, τούτο ήταν ανέφικτο. Τη φροντίδα του ανέλαβε η σύζυγος του, η οποία αναγκάστηκε να σταματήσει από τη δική της εργασία, επομένως είχε απώλεια €500,00 μηνιαίως.
Ως προς τα εισοδήματα του, μετά το δυστύχημα, από τις 03.10.2010 μέχρι και τις 3.11.2012, είχε απώλεια μισθών, ως ισχυρίστηκε πρωτοδίκως, ύψους €37.500,00 (25 μήνες Χ €1.500,00). Από δε την 04.11.2012 μέχρι τον Ιανουάριο 2018, απώλεσε €93.000,00 (62 μήνες Χ €1.500,00), ενώ από τον Φεβρουάριο του 2018 είχε μόνιμη απώλεια μισθών, ύψους €1.500,00 μηνιαίως. Πέραν του μηνιαίου μισθού του, λάμβανε και 13ο μισθό, ύψους €1.500,00. Από το 2011 μέχρι το 2017 απώλεσε, ως 13ους μισθούς, το ποσό των €10.500,00 και θα συνέχιζε μόνιμα να έχει απώλεια 13ου μισθού.
Αντεξεταζόμενος, στις 06.03.2018, ο εφεσείοντας, ανέφερε ότι μετά το δυστύχημα, και μέχρι τότε που έδινε μαρτυρία, δεν εργαζόταν. Ζούσε με την οικογένεια του σε φάρμα, είχε δεκαπέντε κατσίκες οι οποίες του έδιναν γάλα για τα παιδιά του, αλλά, δεν είχε οποιοδήποτε εισόδημα. Ασχολείτο με τη φάρμα μισή ώρα το πρωί και μισή ώρα το απόγευμα. Σε άλλο δε σημείο ανέφερε ότι δεν είχε πρόβλημα να δουλεύει δύο ώρες την ημέρα.
Ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου κατέθεσε και διοικητική λειτουργός του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΜΕ2), η οποία παρουσίασε, ως Τεκμήριο 13, συνοπτικό έντυπο επανεξέτασης του εφεσείοντα από το δευτεροβάθμιο ιατρικό συμβούλιο, ημερομηνίας 10.06.2015, το οποίο έκρινε ότι «Το Δ/Σ εκ τις κλινικές εξετάσεις ως και των εργαστηριακών ευρημάτων κρίνει ότι ο αιτητής είναι ικανός για ελαφριά εργασία 75%. Ο αιτητής δεν είναι σε θέση να εργάζεται αλλά ούτε και να οδηγεί όχημα και ως εκ τούτου, θα πρέπει να του αφαιρεθεί η άδεια οδήγησης». Παρουσίασε, επίσης, ως Τεκμήριο 14, την αναλυτική ιατρική έκθεση του δευτεροβάθμιου ιατρικού συμβουλίου για σύνταξη ανικανότητας, ημερομηνίας 10.06.2015, όπου σε ερώτηση επί του εντύπου της ιατρικής έκθεσης, κατά πόσο ο εφεσείοντας ήτο ανίκανος για άσκηση, ολικώς ή μερικώς, του επαγγέλματος του, ως μηχανοδηγός, η απάντηση ήτο «Ναι» και σε ερώτηση κατά πόσο προβλέπετο ότι θα παρέμενε μόνιμα ανίκανος για άσκηση του επαγγέλματος του, η απάντηση ήτο και πάλι «Ναι», και ότι ήτο ικανός για ελαφριά εργασία 75%. Στην αιτιολόγηση της εν λόγω ιατρικής έκθεσης, αναφέρθηκε (για τον εφεσείοντα) ότι: «Κρίνεται ανίκανος για εργασία λόγω υψηλού κινδύνου μετατραυματικής επιληψίας. Να του αφαιρεθεί η άδεια οδήγησης», με οδηγίες προσκόμισης ιατρικής έκθεσης σε δύο χρόνια, από τότε, για επανεξέταση. Η ΜΕ2 παρουσίασε, ακόμη, ως Τεκμήριο 15, αναλυτική ιατρική έκθεση ιατρικού συμβουλίου, υπό άλλη σύνθεση, ημερομηνίας 29.11.2017, με την οποία ζητήθηκε τεκμηρίωση για πιθανή μετατραυματική επιληψία, πριν την τελική γνωμάτευση. Η μάρτυρας δεν γνώριζε εάν ο εφεσείοντας εξετάστηκε, εν τέλει, επεξήγησε, όμως, πως όταν ο αιτητής για σύνταξη ανικανότητας κρίνεται ανίκανος για εργασία σε ποσοστό 75%, συνεπάγεται ότι μπορεί να εργάζεται 2-3 ώρες. Αντεξεταζόμενη, διευκρίνισε, πως η σχετική νομοθεσία όριζε μόνο το εισόδημα που μπορούσε κάποιος να κερδίζει όταν παίρνει σύνταξη ανικανότητας, που πρέπει να είναι κάτω του 1/3 του εισοδήματος του υγιούς εργαζόμενου στην ίδια επαγγελματική κατηγορία και ότι δεν υπήρχε κανονισμός που να προέβλεπε τις ώρες που θα μπορούσε κάποιος να εργάζεται, σε τέτοια περίπτωση.
Ως ΜΕ3, κατέθεσε ο νευρολόγος Θεόδωρος Κυριακίδης, εργαζόμενος στο Ινστιτούτο Νευρολογίας και Γενετικής, μέλος του δευτεροβάθμιου ιατρικού συμβουλίου και εκ των συντακτών των Τεκμηρίων 13 και 14. Η ουσία της μαρτυρίας του έγκειται στο ότι ο εφεσείοντας εξετάστηκε στις 10.6.2015 και κατά την εξέταση δεν έδειχνε ουσιαστικά νευρολογικά ευρήματα, ως μαρτύρησε, «ο άνθρωπος μπορούσε να περπατήσει, να κινεί χέρια, πόδια, η ισορροπία του ήταν καλή», αλλά το πρόβλημα εντοπίζετο στο ιστορικό της κρανιοεγκεφαλικής κάκωσης που υπέστη το 2010. Σύμφωνα με τα ιατρικά πιστοποιητικά που ετέθησαν ενώπιον του ιατροσυμβουλίου, ο εφεσείοντας είχε κάταγμα στο κρανίο. Ο ΜΕ3 επεξήγησε πως η παρουσία εμπιεστικού κατάγματος, αιμορραγικών θλάσεων και θλάσης εγκεφάλου, κατεδείκνυε ότι ο εφεσείοντας υπέστη βαριά κρανιοεγκεφαλική κάκωση, η οποία είναι από τις πιο σοβαρές προγνωστικές ενδείξεις για μετατραυματική επιληψία. Είναι για αυτό τον λόγο που έκριναν, ως ιατροσυμβούλιο, πως δεν μπορούσε να εξασκήσει το επάγγελμα του οδηγού βαρέων οχημάτων και ότι θα έπρεπε να του αφαιρεθεί η άδεια οδήγησης. Πρόσθεσε πως, από μελέτες που έγιναν σε 100 άτομα, που έχουν υποστεί τα τραύματα που υπέστη ο εφεσείοντας, τα 17 μπορεί να αναπτύξουν μετατραυματική επιληψία σε 5 χρόνια, και συμπλήρωσε: «το οποίο εμείς θεωρούμε πολύ υψηλό για να μπορεί ο κύριος αυτός να οδηγεί φορτηγό αυτοκίνητο». Δεν είχε γίνει οποιαδήποτε αναφορά εκ μέρους του εφεσείοντα, σε επιληπτικά επεισόδια από την ημέρα του ατυχήματος, και μετά τα αρχικά, μέχρι και το 2015. Το ιατροσυμβούλιο εισηγήθηκε την επανεξέταση του σε δύο χρόνια. Αντεξεταζόμενος, τόνισε πως εάν κάποιος έχει και μικρή πιθανότητα επιληψίας, δεν πρέπει να οδηγά φορτηγό, αλλά ούτε και ιδιωτικό αυτοκίνητο, διότι δεν είναι λιγότερο καταστροφικό το αποτέλεσμα, σε περίπτωση κρίσης επιληψίας. Επανέλαβε, επίσης, ότι ο εφεσείοντας δεν μπορεί να εργαστεί στο επάγγελμα του, αλλά ότι μπορεί να εργαστεί ως αποθηκάριος. Σε ερώτηση αν μπορεί να εργαστεί σε πρατήριο βενζίνης ή στην κτηνοτροφία, απάντησε καταφατικά.
Ως ΜΕ4 κατέθεσε ο Κωστάκης Χατζηβασίλης, νευρολόγος ψυχίατρος, ο οποίος, στο ιατρικό πιστοποιητικό, ημερομηνίας 30.04.2012 (Τεκμήριο 6), ανέφερε ότι εξέτασε τον εφεσείοντα για πρώτη φορά στις 03.03.2012. Αναφέρεται στο εν λόγω ιατρικό πιστοποιητικό ότι «Μέχρι σήμερα συνεχίζει να παραπονείται για πονοκεφάλους, για ζάλη, ελαφρές διαταραχές μνήμης, διαταραχές συγκέντρωσης και προσοχής, νευρικότητα, ευερεθιστότητα και διαταραχές ύπνου.», συμπτώματα τα οποία με την πάροδο του χρόνου υποχώρησαν σταδιακά σε συχνότητα και ένταση. Η κατάληξη του ήταν πως: «…θεωρώ ότι ο ασθενής δεν είναι σε θέση να εξασκεί κατ’ αρχάς για τα επόμενα πέντε χρόνια το επάγγελμα του οδηγού (Ο ασθενής εργαζόταν σαν οδηγός φορτηγού). Ο ασθενής θα χρειαστεί στην συνέχεια επανεκτίμηση της κατάστασης του με διάφορες εξετάσεις αναφορικά με την ικανότητα του να ξαναεργαστεί σαν οδηγός φορτηγού».
Στο μεταγενέστερο ιατρικό πιστοποιητικό, ημερομηνίας 30.05.2015 (Τεκμήριο 7), ο ΜΕ4 κατέγραψε ότι ο εφεσείοντας του ανέφερε ότι συνέχιζε να έχει συμπτώματα. Ήτο δε η επιστημονική του άποψη πως ο εφεσείοντας και πάλι δεν ήτο σε θέση να εργάζεται ως επαγγελματίας οδηγός. Στο δε τελευταίο του πιστοποιητικό, ημερομηνίας 28.11.2017 (Τεκμήριο 8), κατέγραψε ότι «…Έτυχε νευροχειρουργικής επέμβασης και μέχρι σήμερα έχει έλλειμμα κρανίου στην περιοχή του τραυματισμού του ενώ παραμένουν πλέον μόνιμα (γλοιωτικές) αλλοιώσεις στο ύψος της δεξιάς μέσης μετωπιαίας έλικας. Μέχρι σήμερα ο ασθενής παραπονείται για πονοκεφάλους, ζάλη, διαταραχές μνήμης, αστάθεια στο βάδισμα, νευρικότητα, σκοτοδίνη, ευερεθιστότητα, διαταραχές ύπνου, διαταραχές συγκέντρωσης και προσοχής.». Αντεξεταζόμενος, σε ερώτηση κατά πόσο ο εφεσείοντας θα μπορούσε να εργαστεί σε άλλο επάγγελμα, απάντησε πως θα μπορούσε να κάνει επαγγέλματα που θα ήταν ακίνδυνα αν πάθαινε επιληπτική κρίση, όπως, ως αποθηκάριος ή κτηνοτρόφος, αλλά, με μειωμένο ωράριο.
Ως μάρτυρας υπεράσπισης, κατέθεσε ο Σάββας Παπακώστας (ΜΥ1), νευρολόγος, ο οποίος εξέτασε τον εφεσείοντα δύο φορές, την 01.08.2012 και την 15.09.2014. Στο ιατρικό πιστοποιητικό, ημερομηνίας 01.08.2012 (Τεκμήριο 17), ως κατάληξη διατυπώνονται τα ακόλουθα:
«………………………………………………………………………………………………..
Εγκεφαλογράφημα το οποίο διενεργήθηκε στις 9/4/2012 ήταν εντός των φυσιολογικών ορίων.
…………………………………………………………………………………………………
Γνώμη
Κατά το τροχαίο ατύχημα στις 2/10/2010 ο ασθενής υπέστη κρανιοεγκεφαλική κάκωση με θλάσεις στο δεξιό μετωπιαίο λοβό και κάταγμα στην αντίστοιχη οστική περιοχή του κρανίου. Οι αναφερόμενες αλλοιώσεις στην μαγνητική τομογραφία είναι πλέον μόνιμες όπως επίσης και η παθολογική σημειολογία στη νευρολογική του εξέταση. Συμπτώματα όπως κεφαλαλγία, ζάλη, διαταραχές της μνήμης, αναμένεται να βελτιωθούν με την πάροδο του χρόνου τόσο με φαρμακευτική αγωγή όσο και με φυσιοθεραπεία. Επειδή ο ασθενής είναι δεξιόχειρας οι λειτουργίες της μνήμης μάλλον εντοπίζονται στο αριστερό ημισφαίριο το οποίο δεν υπέστη βλάβη και, ως εκ τούτου, αναμένεται να βελτιωθούν σταδιακά. Εφόσον ο ασθενής παραμένει ελεύθερος κρίσεων και αποφασίσει να οδηγήσει ξανά, θα χρειαστεί επανεξέταση με ηλεκτροεγκεφαλογράφημα.
Δεδομένου ότι θα παραμείνει ελεύθερος κρίσεων για 2 έτη μετά τον τραυματισμό του, και εφόσον το εγκεφαλογράφημα του είναι εντός φυσιολογικών ορίων, ο κ. Ερμογένους δεν εμποδίζεται από το να οδηγεί.»
Σε δεύτερο πιστοποιητικό, ημερομηνίας 15.09.2014 (Τεκμήριο 18), ο ΜΥ1 ανέφερε, μεταξύ άλλων, τα εξής:
«………………………………………………………………………………………………
Δεν προσκόμισε νέες ή παλαιότερες εξετάσεις για να επισκοπήσω.
Διενεργήθηκε ηλεκτροεγκεφαλογράφημα το οποίο ήταν φυσιολογικό και εσωκλείεται.
Γνώμη
Όπως αναμένετο, ο ασθενής παρουσίασε βελτίωση της συμπτωματολογίας του κατά την περίοδο των δυο χρόνων από τη πρώτη του αξιολόγηση. Δεδομένου ότι ο ασθενής παρέμεινε ελεύθερος επιληπτικών κρίσεων και το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα του παρέμεινε επίσης φυσιολογικό, αυτό καταδεικνύει την ικανότητα του να οδηγεί μηχανοκίνητο όχημα.»
Αντεξεταζόμενος, ο ΜΥ1, ανέφερε πως ήτο της γνώμης ότι οι πιθανότητες για τον εφεσείοντα να αναπτύξει επιληψία, ήταν «ελάχιστες ως εκμηδενισμένες».
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, στην απόφαση του, ημερομηνίας 07.10.2019, κατέληξε στα ακόλουθα ευρήματα, ως προς τα ουσιώδη γεγονότα της υπόθεσης: «… βρίσκω πως ο ενάγοντας ηλικίας 49 ετών, εργαζόταν κατά τον ουσιώδη χρόνο, ως πλασιέ (μεταφορέας φρέσκου γάλακτος) στην εταιρεία Malmaco Distributors Ltd. Ήταν οδηγός βαρέος οχήματος (κατείχε επαγγελματική άδεια οδηγού). Αμοίβετο με το ποσό των €1.500= μηνιαίως, καθαρά. Από το ατύχημα της 2.10.2010 υπέστη τα τραύματα όπως αυτά καταγράφονται στα Ιατρικά Πιστοποιητικά Τεκμήρια 4, 5, 9, 17 και 18. Μετά το ατύχημα σταμάτησε να εργάζεται στην εταιρεία Malmaco Distributors Ltd. Από τις 23.7.2012 λαμβάνει σύνταξη ανικανότητας. Κρίθηκε ανίκανος για εργασία σε ποσοστό 75%. Σήμερα διατηρεί φάρμα με δεκαπέντε κατσίκες στο χωριό Επισκοπή της επαρχίας Λεμεσού.».
Κατόπιν αξιολόγησης, στην οποία προέβη, το πρωτόδικο Δικαστήριο προτίμησε τη μαρτυρία του ΜΥ1 και κατέληξε στο εύρημα πως ο εφεσείοντας, από τις 15.09.2014, ήτο ικανός για εργασία και συγκεκριμένα ότι ήτο ικανός να οδηγεί «βαρέου τύπου μηχανοκίνητο όχημα» και εξέδωσε απόφαση υπέρ του εφεσείοντα και εναντίον των εφεσίβλητων, ως ακολούθως:
«(α) €60.000,00 ως Γενικές Αποζημιώσεις με νόμιμο τόκο από την ημέρα του ατυχήματος (2.10.2010) μέχρι εξόφλησης. (β) €1.184,81 ως Ειδικές Αποζημιώσεις με νόμιμο τόκο από την ημέρα του ατυχήματος (2.10.2010) μέχρι εξόφλησης. (γ) €9.000,00 ως μελλοντική δαπάνη για τη διενέργεια χειρουργικής επέμβασης, με νόμιμο τόκο από σήμερα. (δ) €78.000,00 ως απώλεια εισοδημάτων από την ημέρα του ατυχήματος (2.10.2010) μέχρι 15.9.2014, με νόμιμο τόκο από σήμερα.»
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, ωστόσο, απέρριψε την αξίωση του εφεσείοντα για απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων, στη βάση του ευρήματος του ότι ο εφεσείοντας κατέστη ικανός για εργασία από τις 15.09.2014.
Το παράπονο του εφεσείοντα, όπως αυτό καταγράφεται στην Ειδοποίηση Έφεσης την οποία καταχώρισε είναι επειδή το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι: «α. Ο Ενάγοντας από τις 15.09.2014 είναι ικανός για εργασία και συγκεκριμένα είναι ικανός να οδηγεί βαρέου τύπου μηχανοκίνητο όχημα και λόγω τούτου το Δικαστήριο δεν του επεδίκασε απώλεια μελλοντικών απολαβών καθώς και έξοδα οικιακής βοηθού. β. Το Δικαστήριο επεδίκασε απώλεια εισοδήματος για €78.000 (€19.500 χ 4 χρόνια)». Προέβαλε δε τους ακόλουθους λόγους έφεσης:
«Πρώτος Λόγος Έφεσης
Εσφαλμένα το Δικαστήριο εύρε ότι ο Ενάγοντας από την 15.09.2014 είναι ικανός για εργασία και συγκεκριμένα είναι ικανός να οδηγεί βαρέου τύπου μηχανοκίνητο όχημα.
…………………………………………………………………………………………………
Δεύτερος Λόγος Έφεσης
Το συμπέρασμα του Δικαστηρίου να μην αποδεχθεί την θέση του Ενάγοντος πως σήμερα δεν εργάζεται και δεν είναι σε θέση να εργαστεί είναι αυθαίρετο, εσφαλμένο, αντίθετο με την ενώπιον του Δικαστηρίου προσαχθείσα μαρτυρία την οποία το Δικαστήριο απεδέχθη ως αξιόπιστη καθώς και λόγω εσφαλμένης αξιολόγησης της μαρτυρίας.
…………………………………………………………………………………………………
Τρίτος Λόγος Έφεσης
Το εύρημα του Δικαστηρίου ότι το ποσό των €500.00 μηνιαίως ως έξοδα οικιακής βοηθού δεν είναι ανακτήσιμο αφού δεν έχει αποδειχθεί με την ακρίβεια που απαιτείται είναι εσφαλμένο και αυθαίρετο.
…………………………………………………………………………………………………
Τέταρτος Λόγος Έφεσης
Εσφαλμένα και αυθαίρετα το Δικαστήριο εκατέληξε σε συμπέρασμα ότι δεν είναι ανακτήσιμο οποιοδήποτε ποσό ως απώλεια μελλοντικών απολαβών και τούτο στη βάση του ευρήματος του ότι ο Ενάγων κατέστη ικανός για εργασία από τις 15.09.2014.
…………………………………………………………………………………………………
Πέμπτος Λόγος Έφεσης
Εσφαλμένα το Δικαστήριο επεδίκασε στον Ενάγοντα απώλεια εισοδήματος μόνο για την περίοδο των τεσσάρων χρονών.
…………………………………………………………………………………………………
Έκτος Λόγος Έφεσης
Εσφαλμένα το Δικαστήριο αποφάσισε ότι αποδέχεται τη μαρτυρία του Ιατρού Παπακώστα (ΜΥ1) στο σύνολο της και τη θέση του ότι στην περίπτωση του Ενάγοντα είναι απομακρυσμένη η πιθανότητα ανάπτυξης μετατραυματικής επιληψίας στο μέλλον και απόρριψε την εξ' αντιθέτου θέση των Ιατρών Κυριακίδη και Χατζηβασίλη.
…………………………………………………………………………………………………
Έβδομος Λόγος Έφεσης
Η ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 26.04.2018 ότι δεν είναι επιτρεπτό να κατατεθεί το σύγγραμμα εις το οποίο έκανε εκτενή αναφορά ο ΜΕ3 Θεόδωρος Κυριακίδης επειδή ήτο στο στάδιο της επανεξέτασης είναι εσφαλμένη.
…………………………………………………………………………………………………
Όγδοος Λόγος Έφεσης
Το Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε σε ενδιάμεση απόφαση του 26.04.2018 ότι δεν είναι απαραίτητο να υποδειχθούν στον ΜΕ3 Θεόδωρο Κυριακίδη δύο εγκεφαλογραφήματα τα οποία ισχυρίστηκε ο ΜΥ1 ότι έκανε στον Ενάγοντα.
…………………………………………………………………………………………………
Έννατος Λόγος Έφεσης
Η αξιολόγηση της μαρτυρίας από το Πρωτόδικο Δικαστήριο υπήρξε πλημμελής και αντιφατική στο ουσιώδες θέμα της ικανότητας του Ενάγοντα να οδηγεί βαρέου τύπου μηχανοκίνητο όχημα από την 15.09.2014 και το εύρημα του στο ουσιώδες αυτό θέμα συγκρούετο με άλλη αποδεκτή από το Δικαστήριο μαρτυρία λόγω πλημμελούς αξιολόγησης των δεδομένων της υπόθεσης.
…………………………………………………………………………………………………
Δέκατος Λόγος Έφεσης
Εσφαλμένα το Δικαστήριο δεν εφάρμοσε την Νομολογιακή αρχή ότι θέματα τα οποία δεν τίθενται κατά την αντεξέταση του διαδίκου και των μαρτύρων του και τα οποία εμφανίζονται πρώτη φορά στην κυρία εξέταση αντιδίκου ή μάρτυρα του είναι έκθετα σε απόρριψη διότι δεν δίνεται η ευκαιρία στους μάρτυρες της αντίθετης πλευράς να σχολιάσουν και να εξηγήσουν τα εκ των υστέρων εγερθέντα θέματα.
…………………………………………………………………………………………………
Ενδέκατος Λόγος Έφεσης
Εσφαλμένα το Δικαστήριο δεν επεδίκασε νόμιμο τόκο επί του ποσού των €78.000 που το Δικαστήριο εύρε ότι ήτο η απώλεια εισοδήματος από την ημέρα του ατυχήματος μέχρι την 15.09.2014.»
Θα εξετάσουμε πρώτα τον πρώτο, δεύτερο, έκτο και ένατο λόγο έφεσης σε κοινό πλαίσιο, γιατί είναι αλληλοσυναρτώμενοι. Με αυτούς, ο εφεσείοντας παραπονείται πως το πρωτόδικο Δικαστήριο, λόγω εσφαλμένης αξιολόγησης της μαρτυρίας και ειδικότερα της ιατρικής μαρτυρίας, αποφάσισε, με εύρημα του, πως είναι ικανός για εργασία από τις 15.09.2014 αλλά και ότι είναι ικανός να οδηγεί «βαρέου» τύπου μηχανοκίνητο όχημα.
Όπως έχει επανειλημμένα νομολογηθεί, η αξιολόγηση της αξιοπιστίας των μαρτύρων είναι έργο κατ’ εξοχήν του πρωτόδικου Δικαστηρίου, το οποίο έχει την ευκαιρία να ακούει τους μάρτυρες και να παρακολουθεί τη συμπεριφορά τους στο εδώλιο του μάρτυρα. Το Εφετείο, κατά κανόνα, σπάνια επεμβαίνει. Η επέμβαση του στην αξιολόγηση της μαρτυρίας, από το πρωτόδικο Δικαστήριο, καθώς επίσης στα ευρήματα στα οποία αυτό έχει οδηγηθεί, δικαιολογείται μόνο, όταν τα ευρήματα είναι εξ’ αντικειμένου ανυπόστατα ή όταν είναι παράλογα ή αυθαίρετα ή δεν υποστηρίζονται από τη μαρτυρία που έγινε αποδεκτή, ως αξιόπιστη. Εάν ήταν εύλογα επιτρεπτό στο πρωτόδικο Δικαστήριο να κάμει τα ευρήματα τα οποία έκαμε, σε σχέση με την αξιοπιστία, το Εφετείο δεν επεμβαίνει (Αθανασίου v. Κουνούνη (1997) 1 ΑΑΔ 614, Σολωμού v. Vineyard View Tourist Enterprises Ltd (1998) 1(Α) ΑΑΔ 300, Γ.Μ.Β v. T.A Έφεση Αρ. 15/2020, 24.11.22 ECLI:CY:DOD:2022:32).
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, στην εκκαλούμενη απόφαση, αποδέχτηκε τη μαρτυρία του ΜΥ1 στο σύνολο της και τη θέση του ότι, στην περίπτωση του εφεσείοντα, η πιθανότητα ανάπτυξης μετατραυματικής επιληψίας στο μέλλον είναι απομακρυσμένη, απέρριψε την αντίθετη άποψη των ιατρών ΜΕ3 και ΜΕ4 επί τούτου και κατέληξε πως, από 15.09.2014, ο εφεσείοντας ήτο ικανός για εργασία και ικανός να οδηγεί «βαρέου» τύπου μηχανοκίνητο όχημα. Παραθέτουμε σχετικό απόσπασμα:
«Τις μαρτυρίες των ιατρών Θεόδωρου Κυριακίδη (ΜΕ3), Κωστάκη Χατζηβασίλη (ΜΕ4) και Σάββα Παπακώστα (ΜΥ1), τις εξέτασα με μεγάλη προσοχή και τις σύγκρινα μεταξύ τους. Θεωρώ ως ασφαλέστερο υπόβαθρο την μαρτυρία και την γνώμη του Δρος Παπακώστα. Πλήρως τεκμηριωμένη επιστημονικά και δοθείσα στο Δικαστήριο με απλό και κατανοητό τρόπο. Η γνώμη του πως η απουσία αλλοιώσεων στο ηλεκτροεγκεφαλογράφημα στο οποίο υπεβλήθη ο ενάγοντας το 2012 (9.4.2012) συνηγορεί υπέρ της θέσης πως οι πιθανότητες ανάπτυξης μετατραυματικής επιληψίας μειώνονται με την πάροδο του χρόνου, ήταν θέση που εξέφρασαν τόσο ο Δρ Κυριακίδης όσο και ο Δρ Χατζηβασίλης. Πέραν τούτου, όπως και ο ίδιος ο ιατρός Κυριακίδης ανέφερε, ο ίδιος δεν εξέτασε τον ενάγοντα. Το ιατροσυμβούλιο βασίστηκε στα ιατρικά πιστοποιητικά που προσκομίστηκαν από τον ενάγοντα. Ο δε ιατρός Χατζηβασίλης, όταν εξέτασε τον ενάγοντα για πρώτη φορά το 2012 (3.3.2012), έκρινε πως ο τελευταίος θα έπρεπε, μετά από πέντε χρόνια, να εξεταστεί ξανά με «διάφορες εξετάσεις» ώστε να επανεκτιμηθεί η κατάσταση του αναφορικά με την ικανότητα του να ξαναεργαστεί ως οδηγός φορτηγού (το Τεκμήριο 6 είναι σχετικό). Όταν εξέτασε τον ενάγοντα τρία χρόνια μετά (30.5.2015) και αφού έγινε ηλεκτροεγκεφαλογράφημα στις 29.5.2015 το οποίο ήταν φυσιολογικό, κατέληξε πως ο ενάγοντας ήταν σε θέση να οδηγεί μηχανοκίνητο όχημα αλλά παρέμενε ανίκανος να εργάζεται ως επαγγελματίας οδηγός και πως θα έπρεπε να επανεξεταστεί γι’ αυτό σε μεταγενέστερο στάδιο (το Τεκμήριο 7 είναι σχετικό). Στην δε τελευταία του εξέταση 28.11.2017, (σχετικό είναι το Τεκμήριο 8), δεν κάμνει καμία αναφορά για το συγκεκριμένο θέμα. Τα όσα καταγράφονται στα Ιατρικά Πιστοποιητικά του ιατρού Χατζηβασίλη συνηγορούν υπέρ της άποψης πως με την πάροδο του χρόνου, οι πιθανότητες παρουσίας μετατραυματικής επιληψίας μειώνονται σημαντικά, θέση την οποία εξάλλου εξέφρασε και ο ίδιος ενώ κατέθετε, διά ζώσης. Η απάντηση που έδωσε κατά την αντεξέταση, στον κ. Γλυκύ, συνήγορο Υπεράσπισης, πως η απουσία αναφοράς στο τελευταίο πιστοποιητικό του (Τεκμήριο 8) για την ικανότητα ή όχι του ενάγοντα να οδηγεί φορτηγό όχημα, είναι επειδή δεν άλλαξε κάτι από την θέση που εξέφρασε το 2015, δεν με πείθει πως ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Καταληκτικά, αποδέχομαι την μαρτυρία του ιατρού Παπακώστα στο σύνολο της και την θέση του πως στην περίπτωση του ενάγοντα είναι απομακρυσμένη η πιθανότητα ανάπτυξης μετατραυματικής επιληψίας στο μέλλον και απορρίπτω την εξ’ αντιθέτου θέση των ιατρών Κυριακίδη και Χατζηβασίλη.
…………………………………………………………………………………………………
Έχοντας ως υπόβαθρο την μαρτυρία του Δρος Παπακώστα (ΜΥ1) ο οποίος επανεξέτασε τον ενάγοντα στις 15.9.2014 και την εκφρασθείσα γνώμη του την οποία κατέγραψε τόσο στο Πιστοποιητικό του (Τεκμήριο 18) όσο και διά ζώσης στο Δικαστήριο, βρίσκω πως ο ενάγοντας, από τις 15.9.2014 είναι ικανός για εργασία και συγκεκριμένα είναι ικανός να οδηγεί βαρέου τύπου μηχανοκίνητο όχημα.»
Με δεδομένο τον σεβασμό μας προς το πρωτόδικο Δικαστήριο, η αποδεκτή μαρτυρία του ΜΥ1, η οποία ως έναν πολύ σημαντικό βαθμό, ως προκύπτει και από τα προαναφερόμενα αποσπάσματα της πρωτόδικης απόφασης, βρισκόταν σε αρμονία με τα όσα είχαν καταθέσει και οι ΜΕ3 και ΜΕ4, ως το ίδιο το Δικαστήριο υποδεικνύει, δεν δικαιολογούσε την κατάληξη του ότι ο εφεσείοντας ήταν ικανός για να ασκήσει ξανά την προ του δυστυχήματος εργασία του.
Δεδομένου πλέον ότι η διαφωνία των ιατρών εντοπίζεται στο ποσοστό των πιθανοτήτων να εμφανισθεί επιληψία στο μέλλον, κρίνουμε ότι μας παρέχεται η ευχέρεια να μην διατάξουμε επανεκδίκαση, αλλά να προβούμε σε δικά μας ευρήματα-συμπεράσματα, εξηγώντας και την πιο πάνω κρίση μας αναφορικά με την ικανότητα ή μη του εφεσείοντα για εργασία ως οδηγός φορτηγού οχήματος, στη βάση του Άρθρου 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 14/60), και των προνοιών του Μέρους 41.12(1) και 41.13(4) των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2023.
Φρονούμε πως μέσα από το πιο πάνω απόσπασμα αλλά και το περιεχόμενο της μαρτυρίας των ιατρών μαρτύρων, ΜΕ3, ΜΕ4 και ΜΥ1, στην ουσία η μόνη διαφορά που προκύπτει, και η οποία σχετίζεται με τους υπό εξέταση λόγους έφεσης, είναι αυτή που οδήγησε το πρωτόδικο Δικαστήριο στην κατάληξη του ότι ο εφεσείοντας ήταν, μετά τις 15.09.2014, ικανός για την προ του δυστυχήματος εργασία του, αφού, το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ως ακολούθως:
«Καταληκτικά, αποδέχομαι την μαρτυρία του ιατρού Παπακώστα στο σύνολο της και την θέση του πως στην περίπτωση του ενάγοντα είναι απομακρυσμένη η πιθανότητα ανάπτυξης μετατραυματικής επιληψίας στο μέλλον και απορρίπτω την εξ’ αντιθέτου θέση των ιατρών Κυριακίδη και Χατζηβασίλη.»
Ωστόσο, υπό την αποδεκτή μαρτυρία που είχε τεθεί ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, το εύρημα ότι ο εφεσείοντας μπορούσε μετά τις 15.09.2014 να εργάζεται ως οδηγός «βαρέου» τύπου οχήματος, δεν μας βρίσκει σύμφωνους και θεωρούμε πως δεν δικαιολογούνταν. Κατ’ αρχάς, από το σύνολο της μαρτυρίας προέκυπτε το ιστορικό των τραυμάτων του εφεσείοντα, και οι προεκτάσεις τους, ως περιγράφηκαν πιο πάνω στα ιατρικά πιστοποιητικά, και δεν είχαν αμφισβητηθεί από τον ΜΥ1. Ειδικότερα, ότι υπήρχαν επιληπτικές κρίσεις αμέσως μετά το δυστύχημα, ότι του χορηγήθηκε σχετική φαρμακευτική αγωγή, έστω ότι δεν επανήλθαν, υπήρχε επίσης ένα ιστορικό με το οποίο το Ιατρικό Συμβούλιο του Κράτους πέντε χρόνια μετά το δυστύχημα αφαίρεσε την άδεια οδήγησης του εφεσείοντα και, έκρινε ότι χρειαζόταν νέα εξέταση για να δοθεί τελική κρίση επί του θέματος. Το 2017 απαιτούνταν περαιτέρω στοιχεία για επανεξέταση. Για άγνωστους λόγους δεν μεσολάβησε, πριν τη δίκη, η νέα εξέταση ή και γνωμάτευση. Υπήρχε όμως αποδεκτή μαρτυρία, για το εν λόγω θέμα, ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, η μαρτυρία του ΜΥ1, ο οποίος δεν είχε αποκλείσει εντελώς την πιθανότητα εμφάνισης μετατραυματικής επιληψίας. Με αυτά τα δεδομένα, διερωτόμαστε κατά πόσο ήταν εφικτό ή επιτρεπτό για τον εφεσείοντα, αλλά και για κάποιον εργοδότη, με τέτοιο ιατρικό ιστορικό και ιατρική γνώμη, να προκύψει εργοδότηση του εφεσείοντα ως οδηγού φορτηγού οχήματος και/ή ως επαγγελματία οδηγού. Η απάντηση προβάλλει εύλογα αρνητική. Φρονούμε, ως εκ τούτου, πως το επίμαχο εύρημα – κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν ήταν, υπό τις περιστάσεις, εύλογο και επιτρεπτό, ιδιαίτερα αν ληφθεί υπόψη και το γεγονός ότι ο ΜΥ1, του οποίου η γνώμη έγινε αποδεκτή, δεν ήταν γνώστης, ως προκύπτει από τα πρακτικά της δίκης, ότι ο εφεσείοντας ήταν επαγγελματίας οδηγός φορτηγού, αλλά θεωρούσε ότι ήταν απλός οδηγός. Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα από τα πρακτικά το οποίο έχει ως ακολούθως:
«Ε. Γνωρίζεις ποιο είναι το κύριο επάγγελμα αυτού του συγκεκριμένου ανθρώπου, κατά τον χρόνο του ατυχήματος;
Α. Από ότι θυμούμαι, ήταν οδηγός.
Ε. Οδηγός σε τί;
Α. Μηχανοδηγός, πιστεύω; Από αυτά που αναφέρθηκαν προηγουμένως.
Ε. Δεν γνωρίζεις τι οδηγούσε;
Α. Ήταν μηχανοδηγός.
Ε. Σου υποβάλλω ότι δεν ήταν μηχανοδηγός. Ήτο οδηγός φορτηγού αυτοκινήτου και μεγάλων λεωφορείων, επαγγελματίας οδηγός που μετέφερε κόσμο και φορτία. Με την διευκρίνιση που σου έδωσα, επιμένεις στη θέση σου ότι εσφαλμένα του αφαιρέθη η άδεια από το ιατροσυμβούλιο;
Α. Συγκεκριμένα, όπως το έθεσε ο κ. Ιωάννου, όχι ξέρω ότι ήταν οδηγός ….»
Θεωρούμε ότι, υπό τις περιστάσεις που βρίσκονταν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, το μόνο εύλογο και επιτρεπτό εύρημα στο οποίο αυτό όφειλε να καταλήξει, και στο οποίο καταλήγουμε, είναι πως, υπό τα δεδομένα που βρίσκονται ενώπιον μας, ο εφεσείοντας δεν θα μπορούσε να εξασφαλίσει εργοδότηση ως επαγγελματίας οδηγός φορτηγού, ως ήταν το επάγγελμα του προ του δυστυχήματος, και κατ’ επέκταση η εισοδηματική του ικανότητα έχει επηρεαστεί, δεδομένου ότι είχε σταθερή εργασία με καθαρό μηνιαίο μισθό €1.500,00, πλέον 13ον μισθό.
Εν’ όψει των προαναφερόμενων, κρίνουμε ότι το εύρημα του Δικαστηρίου πως ο εφεσείοντας ήτο ικανός για εργασία και ικανός να οδηγεί «βαρέου» τύπου μηχανοκίνητο όχημα από 15.09.2014, δεν ήταν δικαιολογημένο. Κατ’ επέκταση, από τις 10.06.2015, κρίνουμε, βασιζόμενοι στην ιατρική μαρτυρία, ότι ο εφεσείοντας εδύνατο να ασκεί κάποια άλλη εργασία, που δεν θα ήταν επικίνδυνη, αν πάθαινε επιληπτική κρίση. Αναφορικά με τι μισθό θα έπαιρνε από τέτοια εργασία, δεν προσκομίστηκε, εκ μέρους του, σχετική μαρτυρία.
Συνακόλουθα, οι πιο πάνω συναφείς μεταξύ τους λόγοι έφεσης, κρίνονται βάσιμοι, εξού και έχουμε προβεί στο δικό μας εύρημα.
Είναι πάγια νομολογημένο ότι οι ειδικές ζημιές θα πρέπει να αποδεικνύονται με αυστηρότητα, με σαφήνεια και με συγκεκριμένα στοιχεία και πως ο ενάγοντας βαρύνεται με την υποχρέωση να αποδείξει, με καθαρή μαρτυρία, τα κονδύλια που διεκδικεί ως ειδικές αποζημιώσεις (Ζήνων Μερκής Λτδ v. Ελληνικής Τράπεζας Λτδ (1999) 1 Α.Α.Δ. 1923, Π.Ι. v. Αριστοκλέους κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. 14/2016, ημερομηνίας 18.10.2024).
Δεδομένου ότι, ενώπιον του Δικαστηρίου, δεν υπάρχει συγκεκριμένη μαρτυρία ως προς το ποσό που θα μπορούσε ο εφεσείοντας να αμοίβεται, στην άλλη εργασία, μετά τις 15.09.2014, κρίνουμε πως δεν δικαιολογείται η επιδίκαση οποιουδήποτε ποσού, ως απώλεια μισθών από τις 15.09.2014 μέχρι την έκδοση της απόφασης. Πρόκειται για ειδική ζημιά η οποία θα έπρεπε να αποδειχθεί με αυστηρότητα. Στην απόφαση μας, δεν παραγνωρίσαμε τη μαρτυρία της ΜΕ2 η οποία ανέφερε ότι για να είναι κάποιος δικαιούχος σύνταξης ανικανότητας, πρέπει ο μισθός του να είναι κάτω από το 1/3 που θα έπαιρνε ένας υγιής εργαζόμενος στην ίδια επαγγελματική κατηγορία. Δεν γνωρίζουμε, ωστόσο, ποιος θα ήταν επ’ ακριβώς ο μισθός, ώστε να υπολογίσουμε τη ζημιά ή, ακόμη, σε περίπτωση που ήταν πάνω από το 1/3 τότε να αφαιρείτο κάποιο ποσό. Επίσης, δεν μεσολάβησε η επανεξέταση του Ιατρικού Συμβουλίου ώστε να επιβεβαιωθεί ότι ο εφεσείοντας, μετά το 2017, θα κρινόταν 75% ανίκανος για εργασία, ως είχε κριθεί μέχρι τότε.
Κατ’ επέκταση θεωρούμε αβάσιμο τον πέμπτο λόγο έφεσης.
Ο τέταρτος λόγος έφεσης αφορά στην απόρριψη της αξίωσης του εφεσείοντα για απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων. Το πρωτόδικο Δικαστήριο απεφάνθη πως, στη βάση του λανθασμένου ευρήματος, ότι ο εφεσείοντας κατέστη ικανός για εργασία από τις 15.09.2014, δεν ήτο ανακτήσιμο οποιοδήποτε ποσό για τέτοια απώλεια. Ο ευπαίδευτος δικηγόρος του εφεσείοντα, υποστήριξε πως εφόσον, στην υπό κρίση υπόθεση, υπήρχε αδιαμφισβήτητη μαρτυρία ότι ο εφεσείοντας κέρδιζε €1.500,00 μηνιαίως, πλέον 13ο μισθό, θα έπρεπε να επιδικαστεί ποσό στη βάση της μεθόδου του πολλαπλασιαστή και πολλαπλασιαστέου, με συντελεστή 10, λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία του εφεσείοντα, ο οποίος ήτο 47 ετών κατά το δυστύχημα (γεννήθηκε στις 24.06.1963) και του ποσοστού ανικανότητας 75%. Εισηγήθηκε ότι το ποσό που δικαιούται ο εφεσείοντας, με βάση τον μισθό του, των €1.500,00 μηνιαίως, είναι το ποσό των €195.000,00, με νόμιμο τόκο από την έκδοση της απόφασης. Αντιθέτως, ο ευπαίδευτος δικηγόρος των εφεσίβλητων υποστήριξε πως η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, να απορρίψει την αξίωση για απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων, ήτο ορθή, εφόσον ο εφεσείοντας, κατά τον ισχυρισμό, δεν είχε πρόβλημα να εργαστεί.
Εξετάσαμε με προσοχή τις θέσεις των δύο πλευρών. Δεδομένου του ευρήματος μας ότι η εισοδηματική ικανότητα του εφεσείοντα, για τον λόγο που έχουμε εξηγήσει, επηρεάστηκε, ο τέταρτος λόγος έφεσης είναι βάσιμος. Το γεγονός ότι δεν έχουμε ενώπιον μας τον μισθό που θα μπορούσε να έχει από άλλη εργασία, προκύπτει ότι δεν προσφέρεται η υιοθέτηση της μεθόδου του πολλαπλασιαστή επί του πολλαπλασιαστέου. Παραπέμπουμε στα όσα ειπώθηκαν στην Π.Ι. v. Αριστοκλέους κ.ά. (ανωτέρω):
«Το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέπεμψε στην υπόθεση Ευριπίδης Συκοπετρίτης Λτδ v. Αθηνάκη (2005) 1(Β) Α.Α.Δ. 844, στην οποία αποφασίστηκε ότι η απουσία μαρτυρίας που να παρείχε τη δυνατότητα στο Δικαστήριο να προσδιορίσει ποιο θα ήταν το αναμενόμενο εισόδημα του εφεσίβλητου δεν καθιστούσε πρόσφορη τη δυνατότητα προσδιορισμού των αποζημιώσεων με τη μέθοδο του πολλαπλασιαστή.
Στην προκειμένη περίπτωση ο Εφεσίβλητος αμφισβητεί τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς τη δυνατότητα του Εφεσείοντα να εργαστεί. Θεωρούμε λανθασμένη αυτή τη θέση του Εφεσείοντα. Η ιατρική μαρτυρία και γενικότερα το σύνολο αυτής πράγματι οδηγούσαν το πρωτόδικο Δικαστήριο στο συμπέρασμα ότι ο Εφεσείων δεν είχε καταστεί πλήρως ανίκανος για εργασία, αλλά ότι αυτός θα μπορούσε να εργαστεί, νοουμένου ότι λάμβανε και τη θεραπεία του προς αντιμετώπιση των ψυχολογικών του θεμάτων, σε μη βαριά χειρονακτική εργασία η οποία δεν απαιτούσε ιδιαίτερες ευθύνες, ορθοστασία, ανεβοκατέβασμα σκαλών ή καθημερινή και συχνή οδήγηση.
Η υπόθεση Καϊλάς (ανωτέρω) προσφέρει χρήσιμη καθοδήγηση επί του θέματος, καθότι εκεί η μαρτυρία ήταν τέτοια που δεν προδιαγραφόταν δυνατότητα εξασφάλισης μόνιμης εργασίας για τον εφεσείοντα, με αποτέλεσμα να κριθεί ορθή η μη χρήση της μεθόδου του πολλαπλασιαστή και του πολλαπλασιαστέου. Παρομοίως και στην υπόθεση Κουμή v. Κυριάκου, Πολ. Έφ. Αρ. 81/2013, ημερ. 14.5.2019, ECLI:CY:AD:2019:A184, ECLI:CY:AD:2019:A184, κρίθηκε ορθή η επιδίκαση ενός κατ' αποκοπή ποσού για απώλεια μελλοντικών απολαβών εκ €80.000 επί πλήρους ευθύνης. Σε εκείνη την υπόθεση ο εφεσείων, 20 ετών, ο οποίος κατά τον χρόνο του δυστυχήματος εργαζόταν ως οικοδόμος και ειδικευόμενος κτίστης, αδυνατούσε μετά το δυστύχημα να ασκήσει το ίδιο επάγγελμα.
Η υπόθεση Σολέας v. Σολέα (1999) 1(Β) Α.Α.Δ. 904 είναι επίσης διαφωτιστική. Σε εκείνη την υπόθεση το Εφετείο θεώρησε λανθασμένη τη χρήση του πολλαπλασιαστή ενόψει του σύντομου χρόνου και περιστασιακού τρόπου εργασίας της Εφεσίβλητης, οι οποίοι δεν παρείχαν σταθερή βάση για τον υπολογισμό της αποζημίωσης με αυτή τη μέθοδο. Χρήσιμη καθοδήγηση προσφέρουν και οι υποθέσεις Μαυροπετρή v. Λουκά (ανωτέρω) και Ηρακλέους v. Πίτρου (1994) 1 Α.Α.Δ. 239.»
Συνακόλουθα, θεωρούμε ότι, εφ’ όσον ο εφεσείοντας δεν έχει καταστεί πλήρως ανίκανος για εργασία, πλην όμως η εισοδηματική του ικανότητα έχει επηρεαστεί, ένα κατ’ αποκοπή ποσό δικαιούται ως αποζημίωση για απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων.
Στην υπόθεση Κωμιάτη v. Πόλιτσου κ.α. (2001) 1 Α.Α.Δ. 226, ο εφεσείοντας ήταν ηλικίας 35 ετών, ανειδίκευτος εργάτης, που δεν απώλεσε την ικανότητα του για εργασία, πλην όμως αυτή μειώθηκε σε μεγάλο και ουσιαστικό βαθμό. Επειδή δεν υπήρχαν στοιχεία για να εφαρμοστεί ο πολλαπλασιαστής και ο πολλαπλασιαστέος, πρωτόδικο Δικαστήριο επιδίκασε στον εφεσείοντα, κατ’ αποκοπή, ποσό ΛΚ15.000,00 για μελλοντική απώλεια εισοδήματος και το Εφετείο αύξησε το ποσό σε ΛΚ30.000,00 (€51.258,04 περίπου).
Στην υπόθεση Μιχαήλ v. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, Πολιτική Έφεση Αρ. 8/2018, ημερομηνίας 06.03.2024 ο εφεσείοντας ήτο, κατά τον χρόνο της έκδοσης της πρωτόδικης απόφασης, 31 ετών, με μηνιαίο μισθό περί τα €1.000,00 προ του ατυχήματος του, και η εισοδηματική του ικανότητα είχε επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό. Το Εφετείο αύξησε το ποσό για μελλοντική απώλεια εισοδήματος από €20.000,00 σε €60.000,00.
Στην υπό κρίση υπόθεση, αναμφίβολα η εισοδηματική ικανότητα του εφεσείοντα μειώθηκε. Λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία του, 57 ετών κατά την έκδοση της απόφασης, την προηγούμενη εργασία του και τον σταθερό μισθό του (€1.500,00 μηνιαίως πλέον 13ον μισθό), ως επίσης και το γεγονός, όμως, ότι ήτο ικανός για άλλη εργασία, προφανώς όχι της ίδιας υπευθυνότητας αλλά πιο ελαφριάς μορφής ουσιαστικά, και με μειωμένα εισοδήματα, κρίνεται πως το ποσό των €50.000,00, είναι δίκαιο και εύλογο, υπό τις περιστάσεις, ως κατ’ αποκοπή ποσό για την απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων του εφεσείοντα (επί πλήρους ευθύνης).
Με τον ενδέκατο λόγο έφεσης, ο εφεσείοντας παραπονείται πως εσφαλμένα το Δικαστήριο επιδίκασε νόμιμο τόκο από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης επί του ποσού των €78.000,00 το οποίο αντιστοιχούσε στην απώλεια εισοδημάτων, από την ημέρα του ατυχήματος μέχρι τις 15.09.2014, ενώ θα έπρεπε να επιδικάσει τόκο από την ημέρα του ατυχήματος.
Χρήσιμη καθοδήγηση ως προς το θέμα του τόκου, επί των γενικών και ειδικών αποζημιώσεων, δύναται να αντληθεί από την Χατζηνικόλα, υπό την ιδιότητα της ως διαχειρίστριας της περιουσίας του αποβιώσαντος Κ.Χ. v. Χριστοδούλου, Πολιτική Έφεση Αρ. 68/2015, ημερομηνίας 20.12.2023, όπου λέχθηκαν τα εξής:
«Ο πέμπτος λόγος αφορά στην ημερομηνία έναρξης υπολογισμού του τόκου επί των γενικών και των ειδικών αποζημιώσεων. Το Άρθρο 58Α του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148, προνοεί για την εξουσία του Δικαστηρίου να επιδικάσει τόκο επί των αποζημιώσεων «για ολόκληρη ή για μέρος της περιόδου μεταξύ της ημερομηνίας κατά την οποία γεννήθηκε το αγώγιμο δικαίωμα και της ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής». Χρήσιμη καθοδήγηση επί του τρόπου εφαρμογής του συγκεκριμένου άρθρου προσφέρει η υπόθεση Φοινικαρίδης κ.ά. v. Γεωργίου κ.ά. (1991) 1 Α.Α.Δ. 475.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αναφέρθηκε ρητώς στους λόγους για τους οποίους επιδίκασε τον τόκο από τις συγκεκριμένες ημερομηνίες. Παρά ταύτα, και παρόλο που το χρονικό σημείο έναρξης υπολογισμού του τόκου είναι η γένεση του αγώγιμου δικαιώματος, εντούτοις το πρωτόδικο Δικαστήριο επιδίκασε αυτόν από μεταγενέστερη ημερομηνία, ήτοι της καταχώρισης της Αγωγής δεκαοκτώ μήνες αργότερα.
…………………………………………………………………………………………….
Όσον αφορά την επιδίκαση του τόκου επί των ειδικών αποζημιώσεων από την ημέρα καταχώρισης της αρχικής έκθεσης απαίτησης, αυτό φαίνεται να λαμβάνει υπόψη ότι παρόλο που αυτός γενικά επιδικάζεται από την ημέρα γένεσης του αγώγιμου αδικήματος, εντούτοις μειώθηκε σε κάποιο βαθμό ούτως ώστε να αντικατοπτρίζεται το γεγονός ότι όλες αυτές οι ζημιές δεν προέκυψαν από την αρχή. Με βάση τις υποθέσεις Φοινικαρίδης κ.ά. v. Γεωργίου κ.ά. (ανωτέρω), Fysko Contracting Co Ltd v. Γεωργίου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1014, Στεφανή v. Λάμπη (1999) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1847, Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου v. Κυριάκου κ.ά. (2006) 1(Α) Α.Α.Δ. 417 και Ανδρέου v. Iacovou Brothers (Constructions) Ltd κ.ά. (2014) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2851, θεωρούμε ορθό όπως επιδικαστεί μεν ο τόκος από την εν λόγω ημερομηνία αλλά επί του ½ του ποσού των ειδικών αποζημιώσεων μέχρι την ημερομηνία έκδοσης της πρωτόδικης απόφασης και ακολούθως ο νόμιμος τόκος επί ολόκληρου του ποσού μέχρι εξοφλήσεως.»
Στην εκκαλούμενη απόφαση, το πρωτόδικο Δικαστήριο επιδίκασε τόκο στο ποσό των €78.000,00 για την απώλεια εισοδημάτων από τις 07.10.2019, ημερομηνία έκδοσης της απόφασης, χωρίς να δώσει οποιαδήποτε αιτιολογία. Κρίνουμε, ακολουθώντας τη σχετική νομολογία, ότι θα έπρεπε να επιδικαστεί τόκος στο εν λόγω ποσό, από την καταχώριση της έκθεσης απαίτησης, ήτοι από τις 15.11.2012.
Με βάση τα πιο πάνω, ο ενδέκατος λόγος έφεσης κρίνεται βάσιμος.
Με τον τρίτο λόγο έφεσης, ο εφεσείοντας προσβάλλει το εύρημα του Δικαστηρίου ότι το ποσό των €500,00 μηνιαίως, ως έξοδα οικιακής βοηθού, δεν ήτο ανακτήσιμο, αφού δεν τεκμηριώθηκε με επάρκεια.
Ήτο η θέση του εφεσείοντα πως, προ του δυστυχήματος, η σύζυγος του εργαζόταν ως καθαρίστρια σε σπίτια, με απολαβές €400 - €500 μηνιαίως, όμως από την ημέρα του δυστυχήματος αναγκάστηκε να σταματήσει την εργασία της για να τον φροντίζει, λόγω του ότι δεν δύνατο οικονομικά να εργοδοτήσει οικιακή βοηθό.
Έχουμε εξετάσει τη σχετική μαρτυρία επί του θέματος και έχουμε την άποψη πως το συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι η εν λόγω αξίωση δεν τεκμηριώθηκε με επάρκεια, ήτο δικαιολογημένο. Ως προαναφέρθηκε, οι ειδικές ζημιές πρέπει να αποδεικνύονται με αυστηρότητα. Η σύζυγος του εφεσείοντα δεν κατέθεσε ως μάρτυρας. Ο εφεσείοντας δεν προσκόμισε οποιαδήποτε στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι πράγματι η σύζυγος του εργαζόταν, ούτε έγινε αναφορά για το ύψος των απολαβών της και ότι σταμάτησε την εργασία της, για να φροντίζει τον εφεσείοντα.
Ενόψει των πιο πάνω, ο τρίτος λόγος έφεσης κρίνεται αβάσιμος και απορρίπτεται.
Προχωρώντας στην εξέταση των υπόλοιπων λόγων έφεσης, κρίνουμε ότι είναι αχρείαστη η εξέταση του έβδομου, όγδοου και δέκατου λόγου έφεσης, οι οποίοι αφορούν ενδιάμεσες αποφάσεις του Δικαστηρίου κατά τη διαδικασία ακρόασης, ενόψει της κατάληξης μας, ανωτέρω, και του ευρήματος μας ότι ο εφεσείοντας δεν θα μπορούσε να επανέλθει στην προ του δυστυχήματος εργασία του. Εν πάση περιπτώσει, ακόμη και η αποδοχή εκ μέρους του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ως τεκμηρίων των δύο εγκεφαλογραφημάτων, ή της μελέτης στην οποία αναφέρθηκε ο ΜΕ3 (η οποία έγινε όμως Τεκμήριο 22 σε κατοπινό στάδιο που είχε ήδη μαρτυρήσει ο ΜΕ3), δεν θα δικαιολογούσε διαφορετικό εύρημα ως προς την ικανότητα του εφεσείοντα να επανέλθει ως οδηγός φορτηγού οχήματος ή ως επαγγελματίας οδηγός. Με την απόφαση μας αποδόθηκε στον εφεσείοντα το μέγιστο ζητούμενο που θα έπαιρνε και δεν θα προσέθετε οτιδήποτε άλλο στη θέση του ή τον ισχυρισμό του, δεδομένου ότι ακόμη και οι ΜΕ3 και ΜΕ4 είχαν τη γνώμη ότι μπορούσε να ασκεί άλλη εργασία, όχι όμως του επαγγελματία οδηγού.
Κατ’ ακολουθίαν όλων των πιο πάνω, η έφεση επιτρέπεται. Το μέρος της πρωτόδικης απόφασης με την οποία (α) επιδικάστηκαν τόκοι επί του ποσού των €78.000,00, από την ημερομηνία της έκδοσης της απόφασης ως ειδικές ζημιές για την απώλεια ημερομισθίων, και (β) δεν επιδικάστηκε οποιοδήποτε ποσό ως απώλεια μελλοντικών απολαβών – εισοδημάτων, παραμερίζεται. Παραμένει η πρωτόδικη απόφαση, ως έχει, για τα υπόλοιπα θέματα.
Εκδίδεται απόφαση υπέρ του εφεσείοντα και εναντίον των εφεσίβλητων, για το ποσό των €50.000,00, ως απώλεια μελλοντικών απολαβών, πλέον νόμιμο τόκο από τις 07.10.2019 (ημερομηνία έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης) μέχρι εξοφλήσεως (βλ. Π.Ι. v. Αριστοκλέους κ.ά. (ανωτέρω)).
Περαιτέρω, εκδίδεται απόφαση με την οποία ο νόμιμος τόκος επί του, επιδικασθέντος πρωτοδίκως, ποσού των €78.000,00 θα αρχίζει από την ημερομηνία της καταχώρισης της έκθεσης απαίτησης, ήτοι από 15.11.2012 μέχρι εξόφλησης. Η πρωτόδικη απόφαση προσαρμόζεται ανάλογα.
Επιδικάζονται, προς όφελος του εφεσείοντα και εναντίον των εφεσίβλητων, έξοδα έφεσης ύψους €5.400,00 πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει.
ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.
Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.
Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο