
ΕΦΕΤΕΙΟ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 24/2021)
17 Ιουνίου, 2025
[ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, ΣΕΡΑΦΕΙΜ, ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
Εφεσείων,
v.
THOMAS SINCLAIR
Εφεσίβλητου.
--------------------
Α. Χρίστου (κα), για ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Δ.Ε.Π.Ε., για Εφεσείοντα.
Ξ. Ευγενίου (κα), για Α.Σ. ΑΓΓΕΛΙΔΗΣ Δ.Ε.Π.Ε, για Εφεσίβλητο.
--------------------
ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από την υποφαινόμενη.
-----------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ,Δ.: Με απόφαση του ημερομηνίας 29/01/2021, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκανε αποδεκτή την Προσφυγή Αρ. 631/2018 και ακύρωσε την απόφαση του Πανεπιστημίου Κύπρου για μη ανέλιξη του Εφεσίβλητου στη βαθμίδα Καθηγητή, στο Τμήμα Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκανε δεκτό τον λόγο ακύρωσης που προωθήθηκε από τον Εφεσίβλητο περί πάσχουσας σύνθεσης της Συγκλήτου, η οποία συνεδρίασε στις 10/05/2017, με το ακόλουθο σκεπτικό:
«Προέχει η εξέταση του λόγου ακύρωσης (που) προωθήθηκε εκ μέρους του ευπαιδεύτου συνηγόρου του αιτητή, που αφορά σε ζήτημα πάσχουσας σύνθεσης της Συγκλήτου, η οποία συνεδρίασε στις 10.5.2017 και των πτυχών που ο ισχυρισμός επεκτείνεται, λόγος ακύρωσης που εξειδικεύεται και δικογραφείται στις παραγράφους 6 και 24 των νομικών σημείων της αίτησης ακυρώσεως.
Σύμφωνα με τις αιτιάσεις του αιτητή, από τη συνεδρία της Συγκλήτου ημερομηνίας 10.5.2017, απουσίαζαν πέντε μέλη, ήτοι ο κος Χαρίτου, ο κος Σταυρίδης, ο κος Δικαιάκος, ο κος Παπαροδίτης και ο κος Νησιώτης, που σύμφωνα με τον ισχυρισμό, εν τη απουσία των προσκλήσεων για τη συνεδρία, δεν προκύπτει το κατά πόσον τα μέλη αυτά ενημερώθηκαν για την εν λόγω συνεδρία.
Η ευπαίδευτη συνήγορος του καθ' ου η αίτηση, προς απάντηση, επισύναψε στη γραπτή της αγόρευση, την κλήση στη συνεδρία της Συγκλήτου, όλων των Μελών. Η επισύναψη, αφορούσε την έντυπη εκτύπωση από το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο της κας Βότση - Γιαννοπούλου, του ηλεκτρονικού μηνύματος που η ίδια απέστειλε στις ηλεκτρονικές διευθύνσεις των Μελών, στο οποίο ηλεκτρονικό μήνυμα, αναφερόταν η ημερομηνία και η ώρα της συνεδρίας της Συγκλήτου, όπως επίσης και η ημερήσια διάταξη κατά τη συνεδρία. Αναφέρεται στο λεκτικό του μηνύματος, πως σε περίπτωση παρουσίας τους, ενημερώνουν τον σύνδεσμο «Αποδοχή», σε περίπτωση απουσίας τους, τον σύνδεσμο «Απόρριψη».
Δεν προσκομίστηκε όμως οποιοδήποτε άλλο έγγραφο, ούτε προκύπτει οτιδήποτε περαιτέρω από τα Τεκμήρια 1 και 2 που κατατέθηκαν στη διαδικασία.
Στη Sigma Radio TV Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2009) 3 Α.Α.Δ. 30, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, τόνισε ότι η πρόσκληση των μελών συλλογικού οργάνου πρέπει να προκύπτει, είτε από αποδεικτικό επίδοσης της σχετικής πρόσκλησης, είτε από βεβαίωση του μέλους, είτε από άλλα έγγραφα, όχι μεταγενέστερα της συνεδρίασης του οργάνου (Αναστασίου ν. ΕΤΕΚ (2003) 3 Α.Α.Δ. 615, Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 110, σύγγραμμα Η.Γ. Κυριακόπουλου «Ελληνικόν Διοικητικόν Δίκαιον» Β΄ Γενικό Μέρος, 4η έκδοση, σελ. 23).
Στην υπόθεση Sigma Radio TV Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (Αρ. 1) (2007) 3 Α.Α.Δ. 258 παρατηρήθηκε ότι οι σχετικές προσκλήσεις δεν έφεραν ένδειξη ότι εστάλησαν, αλλά ούτε και άλλη σύγχρονη καταγραφή υπήρχε, που να τεκμηριώνει την αποστολή τους. Κρίθηκε ότι η σύνθεση του συλλογικού οργάνου ήταν κακή λόγω μη νομότυπης πρόσκλησης των μελών για συγκεκριμένη συνεδρία.
Κατά τη δική μου εκτίμηση, η παρουσίαση και μόνον της έντυπης μορφής του ηλεκτρονικού μηνύματος από την κα Βότση - Γιαννοπούλου, προς τις ηλεκτρονικές διευθύνσεις των μελών, δεν αποδεικνύει και παραλαβή του μηνύματος. Ούτε και αποδεικνύει ότι πράγματι απεστάλη το ηλεκτρονικό μήνυμα από τα εξερχόμενα μηνύματα της αποστολέως.
Η όποια πρόσκληση, πρέπει να προκύπτει και από αποδεικτικό επιδόσεως, είτε από βεβαίωση του ιδίου του μέλους ότι την έχει λάβει, είτε από άλλα σύγχρονα έγγραφα ή μέσα. Όπως εν προκειμένω, θα μπορούσε να ζητηθεί από την αποστολέα, αφ' ης στιγμής απεστάλη η πρόσκληση με ηλεκτρονικό μέσο, η αποστολή κάποιου αποδεικτικού παραλαβής του μηνύματος από τα Μέλη ή να παρουσιαστεί στη διαδικασία, απόδειξη ότι σίγουρα απεστάλη η πρόσκληση από το διακομιστή της αποστολέως και όχι απλώς από τον υπολογιστή της. Δεν παρουσιάστηκε από το καθ' ου η αίτηση, ούτε και η ενημέρωση του συνδέσμου «Αποδοχή» - «Απόρριψη», όπως αυτό ζητήθηκε από την αποστολέα.
Η ύπαρξη του ηλεκτρονικού μηνύματος, όπως αυτό παρουσιάστηκε στο Παράρτημα Α, από μόνη της, χωρίς γραπτό στοιχείο με τη μορφή κάποιας βεβαίωσης ή έστω κάποιας σημείωσης που τίθεται αρμοδίως πως πράγματι στάληκε η πρόσκληση, δεν ικανοποιεί την απαίτηση του άρθρου 21(3) του Ν. 158(Ι)/99, αλλά και της νομολογίας για ύπαρξη σύγχρονων αποδεικτικών στοιχείων, αναφορικά με την έγκαιρη αποστολή και παραλαβή των προσκλήσεων από όλα τα μέλη. Ούτε και υποδείχθηκε ότι η συνεδρία αφορούσε σε συνεδρία σε τακτές μέρες κι ώρες.
Καταλήγω συνεπώς, πως δεν έχει αποδειχθεί από τον καθ' ου η αίτηση ότι η πρόσκληση στάληκε και παραλήφθηκε από όλα τα μέλη της Συγκλήτου, ιδιαίτερα από τα πέντε απουσιάζοντα μέλη, κατά τον προσήκοντα τρόπο.»
Εξέτασε πρόσθετα το πρωτόδικο Δικαστήριο και το τεθέν ζήτημα της παρουσίας δύο προσώπων για την τήρηση των πρακτικών και κατέληξε ως ακολούθως:
«Τέθηκε και τρίτο ζήτημα σε σχέση με την πλημμελή σύνθεση της Συγκλήτου κατά την επίδικη συνεδρία ημερομηνίας 10.5.2017. Η παρουσία δύο προσώπων για την «τήρηση» και «επιμέλεια» των πρακτικών, ήτοι της κας Στυλιανού και της κας Βότση - Γιαννοπούλου, αντίστοιχα, αποδίδοντας την αναγκαιότητα ύπαρξης δύο προσώπων για τα πρακτικά, στον μεγάλο αριθμό μελών του σώματος, στην πολυπλοκότητα και το ρυθμό εξέτασης των θεμάτων.
Το ζήτημα της παρουσίας πρακτικογράφου, ρυθμίζεται στις διατάξεις του άρθρου 21(1) και (2) του Ν. 158(I)/99, στο οποίο και αναφέρονται τα ακόλουθα:-
«21.-(1) Το συλλογικό διοικητικό όργανο πρέπει να συνεδριάζει με νόμιμη σύνθεση. Δεν είναι νόμιμα συντεθειμένο, αν στη συνεδρίασή του παρίσταται πρόσωπο που δεν είναι εξουσιοδοτημένο από το νόμο, έστω και αν δεν έλαβε μέρος στην ψηφοφορία, εκτός αν πρόκειται για υπάλληλο που είναι αρμόδιος για την τήρηση των πρακτικών.
(2) Δε συνιστά κακή σύνθεση του οργάνου η παρουσία στη συνεδρία του συλλογικού διοικητικού οργάνου αρμόδιων υπηρεσιακών ή άλλων προσώπων με σκοπό την παροχή κατατοπιστικών πληροφοριών ή την προσαγωγή στοιχείων, εφόσον αυτά αποχωρήσουν πριν από τη διαβούλευση για λήψη της απόφασης.»
Αυτό που προκύπτει εκ των πιο πάνω, είναι ότι η παρουσία πρακτικογράφου για την «τήρηση» των πρακτικών, όπως εν προκειμένω της κας Στυλιανού, είναι νόμιμη. Δεν είναι νόμιμη η παρουσία πρόσθετου προσώπου κατά τη συνεδρία, ως πρακτικογράφου, για την «επιμέλεια» των πρακτικών, όπως δικαιολογήθηκε η παρουσία της κας Βότση - Γιαννοπούλου. Νόμιμη, θα μπορούσε να ήταν, μέχρις ενός χρονικού σημείου και στη συνεδρία της Συγκλήτου, πριν τη διαβούλευση προς λήψη απόφασης. Δεν σημειώνεται όμως στα πρακτικά της Συγκλήτου, πως η συγκεκριμένη λειτουργός αποχώρησε πριν από τη διαβούλευση για τη λήψη απόφασης και επομένως συνάγεται ότι παρέμεινε.»
Η πρωτόδικη κρίση βάλλεται με δύο Λόγους Έφεσης:
Με τον Λόγο Έφεσης Αρ. 1 ισχυρίζεται ο Εφεσείων ότι, εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο εύρημα ότι δεν έχει αποδειχθεί ότι η πρόσκληση στάληκε και παραλήφθηκε από όλα τα μέλη της Συγκλήτου, ιδιαίτερα από τα πέντε απουσιάζοντα μέλη, κατά τον προσήκοντα τρόπο.
Με τον Λόγο Έφεσης Αρ. 2 προβάλλεται ότι, εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε σε εύρημα ότι δεν ήταν νόμιμη η παρουσία πρόσθετου προσώπου κατά τη συνεδρία, ως πρακτικογράφου, για την «επιμέλεια» των πρακτικών.
Σημειώνεται ότι, η πλευρά του επιτυχόντος Εφεσίβλητου, ήγειρε τέσσερις Λόγους Αντέφεσης που αφορούν εγερθέντα ζητήματα, τα οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξέτασε.
Ειδικότερα, με τον Λόγο Αντέφεσης Αρ. 1 προβάλλει ο Εφεσίβλητος ότι, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξέτασε το κατά πόσο η απόφαση του Εκλεκτορικού Σώματος στερείται έρευνας και ειδικής αιτιολογίας απόκλισης από την εισήγηση της Ειδικής Επιτροπής, ως θέματος που προηγείται του λόγου ακύρωσης που έγινε αποδεκτός από το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Με τον Λόγο Αντέφεσης Αρ. 2 ισχυρίζεται ο Εφεσίβλητος ότι, δεν εξετάστηκε ο ισχυρισμός του ότι η απόφαση της Συγκλητου να μην λάβει απόφαση για την ανέλιξη του στερείται δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, με τον Λόγο Αντέφεσης Αρ. 3, ότι η απόφαση για μη ανέλιξή του λήφθηκε από αναρμόδιο όργανο και με τον Λόγο Αντέφεσης Αρ. 4, ότι δεν εξετάστηκε ο ισχυρισμός του ότι η απόφαση της Επιτροπής Προσωπικού και Κανονισμών στερείται έρευνας και ειδικής αιτιολογίας.
Έφεση
Αναφορικά με τον Λόγο Έφεσης Αρ.1, ο Εφεσείων επιχειρηματολογώντας υπέρ των θέσεων του προβάλλει ότι, είναι αρκετή η προσκόμιση του ηλεκτρονικού μηνύματος προς τις ηλεκτρονικές διευθύνσεις των μελών, κάτι το οποίο αποδεικνύει την παραλαβή, χωρίς να απαιτείται η αποστολή σχετικού αποδεικτικού. Αντιτείνει επ΄αυτού η πλευρά του Εφεσίβλητου ότι, η ύπαρξη και μόνο του ηλεκτρονικού μηνύματος δεν αποτελεί αποδεικτικό στοιχείο ότι οι προσκλήσεις αποστάληκαν και ούτε ότι τα μέλη του οργάνου παρέλαβαν την πρόσκληση.
Έχουμε εξετάσει τις προβαλλόμενες θέσεις των μερών.
Αποτελεί γεγονός, το οποίο μνημονεύεται και στην πρωτόδικη Απόφαση, ότι ο Εφεσείων είχε επισυνάψει έντυπη εκτύπωση που φέρει ημερομηνία 05/05/17, από το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο της κας Βότση-Γιαννοπούλου (Λειτουργού Πανεπιστημίου), του ηλεκτρονικού μηνύματος που απέστειλε στις ηλεκτρονικές διευθύνσεις των μελών, στο οποίο αναφερόταν η ημερομηνία, η ώρα και η ημερήσια διάταξη της επίδικης συνεδρίας της Συγκλήτου, ημερομηνίας 10/05/2017.
Στη Sigma Radio TV Ltd ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2009) 3 Α.Α.Δ. 30, την οποία επικαλείται και το πρωτόδικο Δικαστήριο, κρίθηκαν τα ακόλουθα για το επίμαχο ζήτημα (με έμφαση του παρόντος Δικαστηρίου):
«Η ορθή νομική θέση γι' αυτό το θέμα εκφράστηκε, μεταξύ άλλων, στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Αναστασίου ν. Ε.Τ.Ε.Κ. (2003) 3 Α.Α.Δ. 616 στην οποία τονίστηκε ότι για να συνεδριάσει νομότυπα ένα συλλογικό όργανο χρειάζεται η εμπρόθεσμη και νομότυπη κλήση στη συνεδρία του, κάθε μέλους του συλλογικού οργάνου. Η πρόσκληση των μελών του συλλογικού οργάνου πρέπει να προκύπτει είτε από αποδεικτικό επίδοσης της σχετικής πρόσκλησης, είτε από βεβαίωση του μέλους, είτε από άλλα έγγραφα, όχι μεταγενέστερα της συνεδριάσεως του οργάνου. Στην Αναστασίου (ανωτέρω) γίνεται αναφορά, μεταξύ άλλων, στην A. J. Pericleous (Services) Ltd v. Δημοκρατίας (2000) 4 Α.Α.Δ. 224 και σε σχετικό απόσπασμα από το σύγγραμμα Η.Γ. Κυριακόπουλου, «Ελληνικόν Διοικητικόν Δίκαιον», Β΄ Γενικό Μέρος, 4η έκδοση, σελ. 23, το οποίον και ακολουθείται.
Στη Sigma Radio TV Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 258 εξετάστηκε ζήτημα παράβασης του Άρθρου 21(3) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 σε σχέση με την νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήση των μελών της εφεσίβλητης Αρχής. Στην υπόθεση εκείνη η Ολομέλεια υπέδειξε ότι η σχετική πρόσκληση δεν έφερε ένδειξη ότι στάληκε αλλά ούτε και άλλη σύγχρονη καταγραφή υπήρχε που να τεκμηριώνει την αποστολή της.
Στην Sigma Radio TV Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Υπόθ. Αρ. 629/03, ημερ. 29.9.06 ο Αρτέμης, Δ. (όπως ήταν τότε) έκαμε αναφορά σε άλλες προηγούμενες πρωτόδικες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου και τόνισε ότι τα αναγκαία στοιχεία τα οποία δεικνύουν αν ικανοποιείται η απαίτηση για πρόσκληση πρέπει να προκύπτουν από σαφή γραπτά στοιχεία που έχουν καταχωρηθεί κατά το χρόνο της πρόσκλησης. Η εκ των υστέρων βεβαίωση με ένορκη δήλωση δεν μπορεί να γίνει δεκτή, αφού ο διοικητικός φάκελος πρέπει να αποτελεί τη μόνη πηγή πληροφόρησης του δικαστηρίου.
Ο Κωνσταντινίδης, Δ. στη Sigma Radio TV Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Υπόθ. Αρ. 1140/03, ημερ. 10.2.06 τόνισε, για το ίδιο θέμα της πρόσκλησης των μελών διοικητικού οργάνου, ότι χρειάζονται σύγχρονα γραπτά στοιχεία. Η απαίτηση του Άρθρου 21(3) του Ν. 158(Ι)/99 να κληθούν νομότυπα και εμπρόθεσμα όλα τα μέλη του διοικητικού οργάνου σε συνεδρία, δεν ικανοποιείται με μόνη την ύπαρξη πρόσκλησης στο φάκελο, χωρίς γραπτό στοιχείο, με τη μορφή κάποιας βεβαίωσης ή έστω σημείωσης αρμοδίως πως πράγματι στάληκε η πρόσκληση. Η προαναφερόμενη βεβαίωση ή σημείωση είναι απαραίτητη τόσο αναφορικά με την απόδειξη της αποστολής της πρόσκλησης όσο και αναφορικά με το χρόνο της αποστολής της.
Στην ίδια γραμμή είναι και η πρόσφατη απόφαση του Φωτίου, Δ. στη Lella Kentonis Investments Co. Ltd v. Δημοκρατίας, Υπόθεση Aρ. 1571/06, ημερ. 6.2.2008.
Στις προαναφερόμενες υποθέσεις η κατάληξη ήταν πως έπασχε η σύνθεση της εφεσίβλητης Αρχής επειδή δεν βεβαιωνόταν η αποστολή της πρόσκλησης, προς τα απόντα μέλη, για τις επίδικες συνεδρίες.
Στην παρούσα υπόθεση είναι προφανές, από την ενδιάμεση απόφαση ημερ. 13.10.2005 αλλά και την τελική απόφαση ημερ. 14.4.06, ότι μέλη της εφεσίβλητης Αρχής απουσίαζαν κατά τις συνεδρίες που κατέληξαν στην επίδικη απόφαση. Από το σχετικό φάκελο της εφεσίβλητης, που κατατέθηκε ως τεκμήριο στην προσφυγή, φαίνεται πως στις 6.8.2002, όταν δηλαδή λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, απουσίαζαν δύο μέλη της εφεσίβλητης Αρχής, δηλαδή ο κ. Αγάπιος Κακογιάννης και η κα. Φρ. Ηγουμενίδου-Ριζοπούλου. Για να τηρηθεί η ίδια σύνθεση της Αρχής που ίσχυε κατά την κρίσιμη συνεδρία της με αρ. 32/2002, ημερ. 6.8.2002, στην οποίαν εξετάστηκε και η επίδικη υπόθεση με αρ. 76/2002(3), τα πραναφερόμενα δύο μέλη αποχώρησαν και κατά τη συζήτηση της προαναφερόμενης υπόθεσης (αρ. 76/2002(3)), κατά την επόμενη συνεδρία της εφεσίβλητης Αρχής (με αρ. 33/2002, ημερ. 28.8.2002). Επίσης είναι προφανές, ότι τα μόνα στοιχεία που υπήρχαν στους σχετικούς φακέλους ήταν οι αντίστοιχες προσκλήσεις προς τον Αντιπρόεδρο και τα μέλη της εφεσίβλητης Αρχής, ημερομηνιών 29.7.2002 και 21.8.2002, χωρίς οποιαδήποτε σημείωση ή βεβαίωση ότι οι προσκλήσεις εκείνες απεστάλησαν στα δύο προαναφερόμενα απόντα μέλη της εφεσίβλητης Αρχής, καθ' οιονδήποτε χρόνο. Συναφώς παρατηρούμε ότι από το σχετικό φάκελο φαίνεται πως, για άλλες περιπτώσεις, υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία αποστολής των προσκλήσεων, ενώ για την προκείμενη περίπτωση, ούτε στην ίδια την πρόσκληση αλλά ούτε και πουθενά αλλού υπάρχει στοιχείο αποστολής των προσκλήσεων, με οποιονδήποτε τρόπο.»
Aξιοσημείωτο είναι επίσης το σχετικό απόσπασμα από τα αποφασισθέντα επί συναφών ζητημάτων με τα εξεταζόμενα στην παρούσα υπόθεση, στην Μιχαήλ ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 137/2012, ημερομηνίας 25/01/2019, ECLI:CY:AD:2019:C20:
«Σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, τονίστηκε ότι η σύνθεση του οργάνου πάσχει, όταν δε βεβαιώνεται η αποστολή της πρόσκλησης προς τα απόντα μέλη του για τις υπό κρίση συνεδρίες του. Στην Αναστασίου ν. Ε.Τ.Ε.Κ. (2003) 3 Α.Α.Δ. 616, υιοθετήθηκε απόσπασμα από τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929 - 1959, στη σελίδα 111, όπου αναφέρεται ότι η πρόσκληση των μελών ενός συλλογικού οργάνου πρέπει να προκύπτει είτε από αποδεικτικό επίδοσης της σχετικής πρόσκλησης, είτε από βεβαίωση του μέλους, είτε από άλλα έγγραφα, όχι μεταγενέστερα της συνεδρίας αυτού. Στη Sigma Radio T.V. Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 258, η Ολομέλεια, αποδεχόμενη την έφεση, υπέδειξε ότι η σχετική πρόσκληση δεν έφερε ένδειξη ότι εστάλη, ούτε υπήρχε άλλη σύγχρονη καταγραφή, που να τεκμηρίωνε την αποστολή της.
Στην παρούσα περίπτωση, ο Πρόεδρος της Αρχής, απουσίαζε από την κρίσιμη συνεδρία της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής της 20.11.2009. Η συνήγορος, ωστόσο, της Αρχής επισύναψε στο περίγραμμα αγόρευσής της, ως μέρος του Παραρτήματος Α, την ημερήσια διάταξη για τη συγκεκριμένη συνεδρία, η οποία φέρει ημερομηνία 13.11.2009 και στην οποία σημειώνεται ρητά η κοινοποίησή της προς όλα τα μέλη της εν λόγω Επιτροπής, περιλαμβανομένου του Προέδρου της Αρχής. Συνεπώς, δεν υφίσταται, εν προκειμένω, ζήτημα μη νομότυπης πρόσκλησης είτε του Προέδρου της Αρχής είτε των υπολοίπων μελών της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής.»
Με γνώμονα τις πιο πάνω νομολογιακές αρχές, το ζητούμενο εν προκειμένω είναι το κατά πόσο, με δεδομένη την απουσία πέντε μελών από την επίδικη συνεδρία της Συγκλήτου, υπήρξε πρόσκληση η οποία εστάλη ή αν υπήρξε άλλη σύγχρονη καταγραφή, που να τεκμηριώνει την αποστολή της προγενέστερα της συνεδρίασης του οργάνου.
Καταρχάς δεν αμφισβητήθηκε από τα μέρη, ότι το ηλεκτρονικό μήνυμα σε έντυπη εκτύπωση που απέστειλε η κα Βότση-Γιαννοπούλου από το ηλεκτρονικό της ταχυδρομείο στα μέλη του οργάνου, είναι σχετικό με το ζήτημα και συνακόλουθα, μέρος του διοικητικού φακέλου. Είναι επίσης αποδεκτό, ότι το πιο πάνω ηλεκτρονικό μήνυμα φέρει ημερομηνία 05/05/2017, ήτοι (αρκούντος) προγενέστερη της επίδικης συνεδρίας ημερομηνίας 10/05/2017. Επομένως, θα πρέπει να διαπιστωθεί κατά πόσο η πιο πάνω σύγχρονη καταγραφή μέσω του ηλεκτρονικού μηνύματος, τεκμηριώνει την αποστολή της πρόσκλησης προς τα μέλη του οργάνου.
Εξετάζοντας το επίμαχο ηλεκτρονικό μήνυμα, διαπιστώνουμε ότι αυτό φέρει την ένδειξη «Sent: Παρασκευή, 5 Μάιου 2017 4:11 μ.μ.» προς («Το») όλα τα μέλη του οργάνου στις ηλεκτρονικές τους διευθύνσεις, περιλαμβανομένων και των απουσιαζόντων μελών.
Για το ζήτημα της αποδεκτότητας της ηλεκτρονικής επίδοσης, στην απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου στην Αρχής Λιμένων Κύπρου ν. Ιωάννη Λακκοτρύπη, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 208/2019, ημερομηνίας 20/11/2024, λέχθηκαν τα ακόλουθα σχετικά:
«Παρεμπιπτόντως, για το Παράρτημα Β - ως και το Παράρτημα Α στην πρωτόδικη Γραπτή Αγόρευση των Εφεσειόντων/Καθ' ων η Αίτηση («το Παράρτημα Α») - δεν είχε προβληθεί κάποια ένσταση εκ πλευράς διαδίκων για ό,τι θα μπορούσε να άπτεται της σχετικότητας και αποδεκτότητας τους, με συνακόλουθο τούτα να συγκροτούν δυνητικώς αναπόσπαστο μέρος τού προς αποτίμηση μαρτυρικού υλικού ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου και, κατά βάση, μέρος του οικείου διοικητικού φακέλου (Κλεάνθους και Άλλου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 22/13, ημ. 8.5.20, ECLI:CY:AD:2020:C148, ECLI:CY:AD:2020:C148, Χατζηγεωργίου ν. Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, Α.Ε. 34/14, ημ. 6.10.20, ECLI:CY:AD:2020:C266, ECLI:CY:AD:2020:C266, Μιχαήλ ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου Α.Ε. 137/12, ημ. 25.1.19, ECLI:CY:AD:2019:C20, ECLI:CY:AD:2019:C20). […]
Περαιτέρω, διόλου δεν αξιολογήθηκε η ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου μαρτυρία στο Παράρτημα Α για τη φερόμενα δέουσα πρόσκληση διά ηλεκτρονικού ταχυδρομείου των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου για τη συνεδρία ημερομηνίας 23.9.16.
Αυτό, έχοντας ιδιαίτερα κατά νουν και το Άρθρο 21(3) του Περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου Ν.158(I)/99, [2] που προβλέπει για ειδοποίηση μελών με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή με άλλο ηλεκτρονικό μέσο στην ηλεκτρονική διεύθυνση που δήλωσαν, αλλά και κατ' αναλογίαν συναρτώμενη με τη θεματολογία αυτή νομολογία περί αποδεκτότητας τής ηλεκτρονικής επίδοσης και ειδοποίησης σε προσομοιάζουσες περιπτώσεις (Αναφορικά με την Αίτηση της CBA Global Suppliers Services Ltd, Π.Ε. 16/23, ημ. 30.11.23, ECLI:CY:AD:2023:D65, ECLI:CY:AD:2023:D65), ώστε να συμβαδίζει κιόλας η εφαρμοζόμενη δικονομία με τα σύγχρονα τεχνολογικά μέσα τα οποία προοδευτικά μεταπλάθουν τον φακό μέσα από τον οποίο αντικρίζονται ή πρέπει να αντικρίζονται πλέον τα δικονομικοαποδεικτικά πράγματα και στον τομέα του διοικητικού και ευρύτερου δημόσιου δικαίου.»
Στην εξεταζόμενη περίπτωση, το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφερόμενο στο επίμαχο ηλεκτρονικό μήνυμα, έκρινε ότι η παρουσίασή του δεν αποδεικνύει και παραλαβή του μηνύματος. Ούτε και αποδεικνύει ότι πράγματι απεστάλη το ηλεκτρονικό μήνυμα από τα εξερχόμενα μηνύματα του αποστολέα. Την ίδια θέση εξέφρασε και ο Εφεσίβλητος, ο οποίος κατά το στάδιο της ενώπιόν μας ακρόασης υπέβαλε ότι, το ζητούμενο είναι αν παραλήφθηκε από τα μέλη του οργάνου η πρόσκληση που φέρεται ότι τους απεστάλη μέσω του ηλεκτρονικού μηνύματος.
Με κάθε σεβασμό, έχουμε την άποψη ότι η διαχρονική νομολογία επί του θέματος αυτό που επιζητεί, είναι τη νομότυπη κλήση στη συνεδρία του οργάνου, η οποία πρέπει να προκύπτει είτε από αποδεικτικό επίδοσης, είτε από βεβαίωση του μέλους, είτε από άλλα έγγραφα τα οποία δεν πρέπει να είναι μεταγενέστερα της συνεδρίασης του οργάνου (βλ. Sigma Radio TV Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2009) (ανωτέρω)). Απαιτεί δηλαδή να τεκμηριώνεται η αποστολή της πρόσκλησης με ένδειξη ότι στάληκε ή με άλλη σύγχρονη καταγραφή κατά το χρόνο της πρόσκλησης (βλ. Sigma Radio TV Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 258).
Έχει ήδη αναφερθεί ότι το επίμαχο ηλεκτρονικό μήνυμα δεν είναι μεταγενέστερο της επίδικης συνεδρίας και φέρει την ένδειξη ότι εστάλη στις ηλεκτρονικές διευθύνσεις των μελών («Sent»). Συνεπώς υπάρχει εν προκειμένω έγγραφη σύγχρονη καταγραφή των προσκλήσεων, προγενέστερη της επίδικης συνεδρίας και κατ’ επέκταση, στη βάση του τεκμηρίου της κανονικότητας, τεκμηριώνεται η αποστολή των προσκλήσεων στα μέλη. Η νομότυπη δηλαδή κλήση τους στη συνεδρία, που είναι, σύμφωνα με τη νομολογία, το ζητούμενο.
Επ’ αυτού, η πλευρά του Εφεσίβλητου υποβάλλει, ότι απαιτείται απόδειξη παραλαβής των προσκλήσεων, που κατά την εισήγηση, συμβαίνει στις περιπτώσεις αποστολής επιστολών με ταχυδρομικό ταχυδρομείο.
Δεν συμφωνούμε με την πιο πάνω προσέγγιση. Το ζήτημα τίθεται στη σωστή του διάσταση στην απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου στην Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υπουργείου Οικονομικών κ.ά. ν. Μ.Ε. Λεωφορεία Αμμοχώστου Λτδ, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 57/18, ημερομηνίας 9/2/2024, στην οποία με παραπομπή στον περί Ερμηνείας Νόμο, Κεφ. 1, λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Στον Περί Ερμηνείας Νόμο, Κεφ. 1, στο άρθρο 2(1) δίδεται ο ακόλουθος ορισμός « επίδοση με ταχυδρομείο -όταν Νόμος ή δημόσιο έγγραφο επιτρέπει ή απαιτεί όπως έγγραφο επιδοθεί ταχυδρομικώς, ανεξάρτητα αν χρησιμοποιείται η έκφραση επίδοση ή η έκφραση "δοθεί" ή "αποσταλεί" ή οποιαδήποτε άλλη έκφραση τότε, εκτός αν φαίνεται αντίθετη πρόθεση, η επίδοση θα λογίζεται ότι γίνεται με την κανονική αποστολή, προπληρωμή και ταχυδρόμηση επιστολής που περιέχει το έγγραφο και εκτός αν αποδεικνύεται το αντίθετο, ότι επιτεύχθηκε κατά το χρόνο κατά τον οποίο η επιστολή θα παραδινόταν με τη συνηθισμένη πορεία του ταχυδρομείου […]
Το άρθρο 2 του Κεφ. 1 εναποθέτει το βάρος απόδειξης της μη λήψης της επιστολής στον παραλήπτη (Βλ. Katsiantonis v. Frantzeskou (1981) 1 C.L.R. 566). Η δε φράση «με τη συνηθισμένη πορεία του ταχυδρομείου», που αναφέρεται σε αυτό, σημαίνει τη λήψη της επιστολής σε 2 με 3 ημέρες, ενώ δεν επιβάλλεται η αποστολή με ασφαλισμένο ταχυδρομείο (Βλ. Θεμιστοκλέους κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 415 και Napa Mermaid Hotel and Suites Ltd v. Δήμου Αγίας Νάπας, Υπόθεση αρ. 6435/2013, ημερ. 18.12.2015), ECLI:CY:AD:2015:D846, ECLI:CY:AD:2015:D846.
Στην Theodorou v. The Abbot of Kykko Monstery (1965) 1 C.L.R. 9, 18, επισημαίνεται ότι, υφίσταται τεκμήριο ότι αν αποδειχθεί ότι μια επιστολή έχει ταχυδρομηθεί και δεν έχει επιστραφεί από το ταχυδρομείο, αυτό συνιστά εκ πρώτης όψεως απόδειξη της παράδοσης της στο πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται. Επισημάνθηκε επίσης ότι, αν αποδειχθεί ότι μια επιστολή, η οποία φέρει την ορθή διεύθυνση, ταχυδρομήθηκε και δεν επιστράφηκε τεκμαίρεται ότι έφθασε στον προορισμό της ( βλ. Ανδρέου v. P & D Crystal Line Co Ltd Πολ. Εφ. 10498 ημερ. 15.10.2001).»
Εισηγείται επίσης ο Εφεσίβλητος, ως εξάλλου υπέδειξε και το πρωτόδικο Δικαστήριο, ότι δεν παρουσιάστηκε η ενημέρωση του συνδέσμου «Αποδοχή» - «Απόρριψη», όπως αυτό ζητήθηκε από τον αποστολέα του ηλεκτρονικού μηνύματος.
Στο ηλεκτρονικό μήνυμα προς τα μέλη περιελαμβάνετο και η εξής αναφορά (η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου):
«Για την παρουσία σας στη συνεδρία παρακαλείστε όπως ενημερώσετε το σύνδεσμο: Αποδοχή.
Για την απουσία σας από τη συνεδρία παρακαλείστε όπως ενημερώσετε το σύνδεσμο: Απόρριψη».
Καταρχάς, αυτό που διαπιστώνεται είναι ότι τα μέλη δεν υποχρεούντο («παρακαλείστε») να ενημερώσουν για την παρουσία ή την απουσία τους στη συνεδρίαση, μέσω των πιο πάνω συνδέσμων. Δεν αφορά δε η ενέργεια αυτή στο ζήτημα της νομότυπης πρόσκλησης τους στη συνεδρία, που πρωτίστως εδώ απασχολεί. Και εν πάση περιπτώσει, με βάση την Αρχής Λιμένων Κύπρου ν. Λακκοτρύπη (ανωτέρω), που είναι η νεότερη επί του θέματος νομολογία, η μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου πρόσκληση των μελών φαίνεται να αρκεί, χωρίς να χρειάζεται η από πλευράς των μελών επιβεβαίωση της παραλαβής της ηλεκτρονικής πρόσκλησης.
Στη βάση των ανωτέρω, γίνεται αποδεκτός ο Λόγος Έφεσης Αρ. 1.
Ισχυρίζεται ο Εφεσείων με τον Λόγο Έφεσης Αρ. 2, ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε σε εύρημα ότι δεν ήταν νόμιμη η παρουσία πρόσθετου προσώπου κατά τη συνεδρία, ως πρακτικογράφου για την επιμέλεια των πρακτικών.
Ο Κανονισμός 14 των περί Πανεπιστημίου Κύπρου (Όργανα του Πανεπιστημίου) Κανονισμών του 1994 (ΚΔΠ 55/94), προβλέπει ότι «Σε όλες τις συνεδρίες συλλογικών οργάνων τηρούνται πρακτικά. Κάθε μέλος συλλογικού οργάνου του Πανεπιστημίου που θα μειοψηφίσει έχει δικαίωμα να ζητήσει να καταγραφεί η άποψή του στα πρακτικά».
Με δεδομένη την απουσία ειδικής ρύθμισης για το ζήτημα της παρουσίας πρακτικογράφου, όπως και άλλων προσώπων, στους σχετικούς Κανονισμούς, εφαρμογής τυγχάνει η γενική ρύθμιση του Άρθρου 21(1) του Ν. 158(Ι)/1999, σύμφωνα με τις πρόνοιες του οποίου, το συλλογικό όργανο δεν είναι νόμιμα συντεθειμένο, αν στη συνεδρίαση του παρίσταται πρόσωπο που δεν είναι εξουσιοδοτημένο από τον νόμο «εκτός αν πρόκειται για υπάλληλο που είναι αρμόδιος για την τήρηση των πρακτικών.» Επίσης, κατά το Άρθρο 24(1) του Ν. 158(Ι)/1999 «πρέπει να τηρούνται λεπτομερή πρακτικά των συνεδριάσεων των συλλογικών οργάνων, στα οποία να διατυπώνονται με σαφήνεια οι αποφάσεις που λαμβάνονται…»
Στην εξεταζόμενη υπόθεση παρουσιάστηκαν δύο πρακτικογράφοι. Η κα Στυλιανού για την «Τήρηση» των πρακτικών και η κα Βότση-Γιαννοπούλου για την «Επιμέλεια» των πρακτικών. Όπως αναφέρεται στο σχετικό πρακτικό, κρίθηκε απαραίτητη η παρουσία δύο πρακτικογράφων κατά τις συνεδρίες της Συγκλήτου, λόγω της αναγκαιότητας τήρησης άρτιων πρακτικών, λόγω του μεγάλου αριθμού μελών του Σώματος, την πολυπλοκότητα και τον ρυθμό εξέτασης των υπό συζήτηση θεμάτων.
Σύμφωνα με το άρθρο 2 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1 «λέξεις στον ενικό περιλαμβάνουν τον πληθυντικό και λέξεις στον πληθυντικό περιλαμβάνουν τον ενικό».
Στην πολύ πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου στην Παναγιώτης Αρμαμέντο ως εκκαθαριστής της κληρονομιαίας περιουσίας του αποβιώσαντος Ανδρέα Βγενόπουλου και Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 157/20, ημερομηνίας 04/06/2025, κρίθηκε ως ορθή η θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν αποκλείεται ο διορισμός περισσοτέρων του ενός πρακτικογράφων, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 2 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1. Μεταφέρεται το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση:
«Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα εισηγήθηκε ότι, εσφαλμένα και αναιτιολόγητα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αποδέχθηκε την εισήγηση του ότι η σύνθεση της εφεσίβλητης έπασχε κατά τη συνεδρία της ημερ. 28.4.2014. Ήταν η θέση του ότι, η παρουσία περισσότερων του ενός προσώπου για την τήρηση πρακτικών συνιστά κακή σύνθεση του διοικητικού οργάνου.
Το άρθρο 21(1) του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/99), ρητά προνοεί ότι «Το συλλογικό διοικητικό όργανο πρέπει να συνεδριάζει με νόμιμη σύνθεση. Δεν είναι νόμιμα συντεθειμένο, αν στη συνεδρίασή του παρίσταται πρόσωπο που δεν είναι εξουσιοδοτημένο από το νόμο, έστω και αν δεν έλαβε μέρος στην ψηφοφορία, εκτός αν πρόκειται για υπάλληλο που είναι αρμόδιος για την τήρηση των πρακτικών».
Εν προκειμένω, σχετικό είναι και το άρθρο 2 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1, το οποίο διαλαμβάνει τα ακόλουθα:
«Στο Νόμο αυτό και σε κάθε άλλο Νόμο, και σε όλα τα έγγραφα, που θεσπίστηκαν, έγιναν, εκδόθηκαν, τηρήθηκαν ή χρησιμοποιήθηκαν πριν από ή μετά την έναρξη του Νόμου αυτού, οι ακόλουθες λέξεις και εκφράσεις θα έχουν την έννοια που αποδίδεται σε αυτές αντίστοιχα, εκτός εάν υπάρχει κάτι στο αντικείμενο ή το κείμενο που είναι ασυμβίβαστο με τέτοια ερμηνεία ή εκτός αν προνοείται σε αυτό διαφορετικά -
. λέξεις που εισάγουν το αρσενικό γένος περιλαμβάνουν και το θηλυκό.
λέξεις στον ενικό περιλαμβάνουν τον πληθυντικό και λέξεις στον πληθυντικό περιλαμβάνουν τον ενικό […]
Στην Νικολάου ν. Κεντρικής Τράπεζας (2002) 3 Α.Α.Δ. 733, επισημάνθηκε ότι «η αναφορά σε ακαδημαϊκό προσόν στον ενικό περιλαμβάνει σύμφωνα με τη σημασία του όρου "words", «λέξεις» στον περί Ερμηνείας Νόμο, Κεφ. 1, και τον πληθυντικό».
Εν προκειμένω, ορθή ήταν η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν αποκλείεται ο διορισμός περισσοτέρων του ενός πρακτικογράφων ή ερευνώντων λειτουργών αφού, εν προκειμένω, τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 2 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1. Πρόσθετα δε, δεν υφίσταται οτιδήποτε στο κείμενο του Νόμου που να είναι ασυμβίβαστο με τέτοια ερμηνεία ή να προνοείται σε αυτό κάτι διαφορετικό.
Στην υπό εξέταση υπόθεση, με δεδομένη τη ρητή αναφορά στα πρακτικά, του λόγου της παρουσίας δύο πρακτικογράφων και κατ’ εφαρμογή των προνοιών του άρθρου 2 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1, δεν διαπιστώνεται οτιδήποτε μεμπτό για την παρουσία δύο πρακτικογράφων στην επίδικη συνεδρία της Συγκλήτου (βλ. επίσης Finias Knitwear Co Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 317).
Κατά συνέπεια γίνεται αποδεκτός ο Λόγος Έφεσης Αρ. 2.
Για τους πιο πάνω λόγους η Έφεση γίνεται αποδεκτή.
Προτού υπεισέλθουμε στην εξέταση των λόγων Αντέφεσης, σημειώνουμε ότι ο Εφεσίβλητος έθεσε ένα ζήτημα, το οποίο ως δημόσιας τάξης (βλ. Σύνδεσμος Ασφαλιστικών Εταιρειών Κύπρου ν. Επιτροπής Προστασίας Ανταγωνισμού (2002) 3 Α.Α.Δ. 314), μας απασχόλησε, παρά το γεγονός ότι ενώ εξετάστηκε πρωτοδίκως και επ’ αυτού υπήρξε κρίση, η πλευρά του Εφεσείοντα δεν το έθεσε με Λόγο Έφεσης. Αναφέρει συναφώς το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι:
«Παρόλο, δε, που με τις πιο πάνω διαπιστώσεις σφραγίζεται η τύχη της παρούσας προσφυγής, θα πρέπει να λεχθούν και τα εξής: η αναφορά στην απουσία του Μέλους της Συγκλήτου κου Νησιώτη, ως «Έκτακτη υποχρέωση», δεν ικανοποιεί την επιταγή για καταγραφή του συγκεκριμένου λόγου απουσίας, έτσι ώστε το δικαιολογημένο ή μη αυτής, να κριθεί από το Δικαστήριο, με αποτέλεσμα ο δικαστικός έλεγχος να μην καθίσταται, υπό τις περιστάσεις, εφικτός.»
Έχουμε ανατρέξει στο σχετικό πρακτικό που αφορά τη συνεδρία της Συγκλήτου ημερομηνίας 10/05/2017. Διαπιστώνεται ότι τέσσερα από τα πέντε απόντα μέλη απουσίαζαν με τη δικαιολογία «Απουσία στο εξωτερικό». Για την απουσία του πέμπτου μέλους, του κου Νησιώτη, αναγράφεται ως λόγος απουσίας του «Έκτακτη υποχρέωση» και είναι για το μέλος αυτό που προέκυψε ζήτημα, αν η απουσία του δικαιολογήθηκε κατά τρόπο ώστε να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος.
Στην υπόθεση Αντέννα Λτδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2013) 3 Α.Α.Δ. 242 λέχθηκε ότι:
«Η απουσία μέλους από δεόντως συγκληθείσα συνεδρίαση του οργάνου επιτρέπεται μόνο όταν η απουσία κρίνεται εξ αντικειμένου δικαιολογημένη».
Η πιο πάνω θέση υιοθετήθηκε στη μεταγενέστερη απόφαση στη Αγαθοκλέους Στυλιανός ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας (2016) 3 Α.Α.Δ. 359, στην οποία κρίθηκε δικαιολογημένη η απουσία του Προέδρου του οργάνου με καταγραφέντα ως λόγο ότι ευρίσκετο στο εξωτερικό, αλλά δεν συνέβη το ίδιο με τα μέλη που απουσίαζαν και για τα οποία αναφερόταν μόνο ότι δικαιολογήθηκαν οι απουσίες τους. Μεταφέρεται το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση:
«Η απαρτία δεν επιλύει το πρόβλημα. Η επιταγή της νόμιμης σύνθεσης και νόμιμης συνεδρίας αποτελεί προϋπόθεση για να εξετάσει κάποιος, σε δεύτερο στάδιο την απαρτία (βλ. Κωνσταντίνος Δαλίτης ν. Σχολής Εφορείας Γερίου Υπόθ. Αρ. 1528/2012, ημερ. 22.12.2014, ECLI:CY:AD:2014:D986, ECLI:CY:AD:2014:D986).
Στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης, παρατηρούμε ότι αναφορικά με την απουσία του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου Επάρχου Λευκωσίας δικαιολογήθηκε η απουσία του λόγω του ότι ευρίσκετο στο εξωτερικό. Το ίδιο δεν συμβαίνει, όμως, με τα υπόλοιπα 4 μέλη τα οποία απουσίαζαν από τη συνεδρία, παρά μόνο λακωνικά αναφέρεται ότι «Αφού δικαιολογήθηκαν οι απουσίες των Μελών αποφασίστηκε η διαδικασία που θα ακολουθείτο...». Παρατηρείται συναφώς πλήρης έλλειψη στοιχείων που οδήγησαν στην κρίση ότι «δικαιολογήθηκε» η απουσία των μελών. Η απουσία αυτών των στοιχείων καθιστά αδύνατη την άσκηση δικαστικού ελέγχου. Η ευπαίδευτη συνήγορος του Εφεσίβλητου ενώπιον μας αρκέστηκε να πει ότι δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία εκτός των όσων αναφέρονται στο πρακτικό.»
Επί του ίδιου ζητήματος, σχετικά είναι και τα νομολογηθέντα στην Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου και Ε. Κωνσταντινίδου, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 112/2014, ημερομηνίας 2/11/2020, ECLI:CY:AD:2020:C375, στην οποία κρίθηκε ότι η καταγραφείσα στα πρακτικά, σε σχέση με τα απόντα από τη συνεδρία μέλη, δήλωση, ότι «Απουσίαζαν δικαιολογημένα», έλλειψη που δεν συμπληρώνετο από τα στοιχεία του φακέλου και χωρίς οποιαδήποτε αιτιολογία για τη μη παρουσία των μελών, καθιστούσε πάσχουσα τη σύνθεση του οργάνου. Μεταφέρεται το σχετικό απόσπασμα:
«Υπάρχει συνεπώς στην παρούσα περίπτωση παντελής έλλειψη των στοιχείων που οδήγησαν στη διαπίστωση ότι τα πέντε μέλη «απουσίαζαν δικαιολογημένα», έλλειψη που δεν συμπληρώνεται από τα στοιχεία του Φακέλου. Η απουσία οποιασδήποτε αιτιολογίας για τη μη παρουσία των πέντε μελών της καθιστά τη σύνθεση της Διοικούσας Επιτροπής του ΤΕΠΑΚ κατά τη συνεδρία της 3/1/2012, που λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, μη νόμιμη, με αποτέλεσμα την ακυρότητα της απόφασης.»
Στην εξεταζόμενη περίπτωση, η μη παρουσία του μέλους κου Νησιώτη, δικαιολογήθηκε με τη δήλωση του οργάνου περί έκτακτης υποχρέωσης του μέλους. Συνεπώς δεν πρόκειται για περίπτωση κατά την οποία το όργανο δηλώνει γενικά και αόριστα ότι δικαιολογήθηκε η απουσία του μέλους, χωρίς ο λόγος της απουσίας να εξειδικεύεται. Πρόκειται για περίπτωση στην οποία υπάρχει ρητή καταγεγραμμένη στο πρακτικό, αιτιολογία της απουσίας του μέλους και δεν αναμένεται η περαιτέρω συγκεκριμενοποίηση από το μέλος της έκτακτης του υποχρέωσης, ζητήματος που ενδεχομένως άπτεται του δικαιώματος προστασίας των προσωπικών δεδομένων του ατόμου (δικαίωμα προστασίας της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής).
Κατ’ επέκταση, καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος περί του δικαιολογημένου της απουσίας του συγκεκριμένου μέλους, εφόσον στο πρακτικό αναφέρεται ο λόγος της απουσίας του, η οποία κρίνεται εξ αντικειμένου δικαιολογημένη (βλ. Αντέννα Λτδ. ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2013) - ανωτέρω).
Κατά συνέπεια απορρίπτεται η αντίθετη θέση που προβάλλεται από τον Εφεσίβλητο.
Αντέφεση
Διευκρινίστηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο για τον Εφεσίβλητο/Αντεφεσείοντα, ότι ο Λόγος Αντέφεσης Αρ. 1 ανατρέχει στη ρίζα της διοικητικής διαδικασίας και προηγείται του λόγου ακύρωσης, δημιουργώντας ζήτημα δέσμευσης προς βλάβη του Εφεσίβλητου. Ειδικότερα προβάλλεται ότι, η απόφαση του Εκλεκτορικού Σώματος, που προηγείται της διαδικασίας ενώπιον της Συγκλήτου, στερείται έρευνας και ειδικής αιτιολογίας για την απόκλιση από την εισήγηση της Ειδικής Επιτροπής, όπου κατά πλειοψηφία εισηγήθηκε την ανέλιξη του Εφεσίβλητου στη βαθμίδα του Καθηγητή.
Συμφωνούμε με τη θέση του Εφεσίβλητου/Αντεφεσείοντα ότι ο Λόγος Αντέφεσης Αρ. 1 άπτεται ζητήματος που προηγείται του λόγου ακύρωσης που έγινε αποδεκτός από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Ειδικότερα σύμφωνα με τον Κανονισμό 9(8) του περί Πανεπιστημίου Κύπρου (Εκλογή, Ανέλιξη και Ανανέωση Συμβάσεων Ακαδημαϊκού Προσωπικού Κανονισμών του 1996-2001, (ως αυτοί τροποποιήθηκαν) (ΚΔΠ 36/96, 145/2001), το Εκλεκτορικό Σώμα εξετάζει την έκθεση της Ειδικής Επιτροπής, «λαμβάνει την απόφαση και υποβάλλει τεκμηριωμένη έκθεση στη Σύγκλητο για επικύρωση».
Επομένως κρίνουμε ότι, για το πιο πάνω ζήτημα θα πρέπει να προηγηθεί κρίση από το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Αναφορικά με τους υπόλοιπους Λόγους Αντέφεσης, αυτοί άπτονται λόγων ακύρωσης που έπονται του λόγου ακύρωσης που έγινε αποδεκτός από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Δεδομένης όμως της αποδοχής της Έφεσης και αυτοί παραπέμπονται για εκδίκαση στο πρωτόδικο Δικαστήριο
Υπό το φως των ανωτέρω, τόσο η Έφεση όσο και η Αντέφεση επιτυγχάνουν και παραμερίζεται η πρωτόδικη Απόφαση (περιλαμβανομένων των επιδικασθέντων εξόδων).
Υπό τις περιστάσεις, κρίνουμε δίκαιο όπως έκαστη πλευρά φέρει τα κατ' έφεση έξοδα της. Η παρούσα υπόθεση παραπέμπεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο για κατά προτεραιότητα εκδίκαση της (βλ. Χριστοδουλίδης και Πανεπιστημίου Κύπρου, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 95/2012, ημερομηνίας 6/7/2018, ECLI:CY:AD:2018:C344).
Α. ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.
Γ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Δ.
Δ. ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο