CLAPPAS TRADING HOUSE LIMITED v. ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΝΤΑ, Πολιτική Έφεση Αρ. 461/2019, 30/6/2025
print
Τίτλος:
CLAPPAS TRADING HOUSE LIMITED v. ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΝΤΑ, Πολιτική Έφεση Αρ. 461/2019, 30/6/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ – ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 461/2019)

 

30 Ιουνίου 2025

 

[Α. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Πρόεδρος

Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Ι. ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ,  Δ/στες]

 

CLAPPAS TRADING HOUSE LIMITED,

Εφεσειόντων

v.

 

ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΝΤΑ,

Εφεσίβλητου

 

Ε. Νικολάου (κα) για Ζένιος Νικολάου ΔΕΠΕ για Εφεσείοντες

Στ. Νικολάου για Εφεσίβλητο

------------------------

 

ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Π: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Αμπίζα, Δ.

 

----------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ:  Αντικείμενο της παρούσας έφεσης είναι απόφαση του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών με την οποία κρίθηκε ότι ο τερματισμός της απασχόλησης του εφεσίβλητου από τους εφεσείοντες δεν δικαιολογείτο από τη σχετική νομοθεσία (περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμο του 1967, Ν. 24/97), με αποτέλεσμα να εκδοθεί απόφαση υπέρ του και εναντίον των εφεσειόντων για €10.512,50.-, ως αποζημίωση, πλέον νόμιμο τόκο και έξοδα της διαδικασίας. Ήταν, στην πρωτόδικη διαδικασία, κοινώς αποδεκτό ότι ο εφεσίβλητος εργαζόταν στην υπηρεσία των εφεσειόντων από τη 19.2.2001, ως πωλητής στην επαρχία Πάφου και οι τελευταίες εβδομαδιαίες απολαβές του ήταν, για σκοπούς του νόμου, €362,50.-. Η απασχόληση του εφεσίβλητου τερματίστηκε με την επιστολή των εφεσειόντων, ημερομηνίας 27.8.2012.

 

Η πρωτόδικη απόφαση προσβάλλεται με συνολικά επτά λόγους έφεσης που αφορούν συγκεκριμένα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

 

Με τον πρώτο λόγο έφεσης, προβάλλεται ότι εσφαλμένα, το πρωτόδικο Δικαστήριο παρατηρεί και αποφασίζει ότι ο λόγος που οι εφεσείοντες έδωσαν για την απόλυση του εφεσίβλητου στο Δικαστήριο δεν είναι σε πλήρη αρμονία με τη δικογραφημένη θέση τους, ούτε και με την επιστολή τερματισμού της απασχόλησης.  Με τον δεύτερο λόγο έφεσης, αποδίδεται σφάλμα στην κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι οι πωλήσεις του εφεσίβλητου δεν ήταν συνέχεια πτωτικές, ενώ, με τον τρίτο λόγο έφεσης, προσβάλλεται ως λανθασμένο, το πρωτόδικο συμπέρασμα ότι η απόλυση του εφεσίβλητου είχε προαποφασιστεί και δεν έλαβε χώραν περί τα μέσα Αυγούστου του 2012 ή την 27.8.2012. Ο τέταρτος λόγος έφεσης προβάλλει ότι εσφαλμένα και αντιφατικά, το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε να μη δεχθεί τη θέση μάρτυρα ότι με το Τεκμήριο 24 δίδεται προειδοποίηση προς τον εφεσίβλητο ότι αν συνεχίσει με αυτή τη στάση θα απολυθεί, εφόσον στο εν λόγω τεκμήριο αναγράφεται ότι ο εφεσίβλητος επρόκειτο να υποστεί συνέπειες. Με τον πέμπτο λόγο έφεσης αποδίδεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο ότι, χωρίς να περιέχεται στα δικόγραφα και χωρίς οποιαδήποτε μαρτυρία, έγγραφο ή αναφορά, αποφάσισε ότι ο εφεσίβλητος απολύθηκε ενώ ήταν με άδεια, ενώ, με τον έκτο λόγο έφεσης, προσβάλλεται, ως λανθασμένη, η πρωτόδικη απόφαση ότι δεν υπήρξε «τελευταίο γεγονός» που να οδήγησε στην απόλυση του εφεσίβλητου. Με τον έβδομο λόγο έφεσης, αποδίδεται σφάλμα στην πρωτόδικη απόφαση ότι η μη παροχή δικαιώματος ακρόασης στον εφεσίβλητο κάνει την απόλυση του καταχρηστική και καταδεικνύει ότι οι εφεσείοντες δεν προέβηκαν σε σοβαρή έρευνα πριν να λάβουν την απόφαση για απόλυση του εφεσίβλητου.

 

          Έχουμε μελετήσει διεξοδικά τους εγειρόμενους λόγους έφεσης, την αιτιολογία αυτών και την επιχειρηματολογία της πλευράς των εφεσειόντων, αλλά και την αντίθετη επιχειρηματολογία της πλευράς του εφεσίβλητου, ο οποίος υπεραμύνεται της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης.

 

Ως γενική παρατήρηση τίθεται ο περιορισμός έφεσης κατά απόφασης του Δικαστηρίου εργατικών Διαφορών σε νομικά σημεία. Ως εξηγήθηκε στην VOUROS HEALTHCARE LTD v. ΑΝΔΡΕΟΥ, Πολιτική Έφεση 196/2018, ημερομηνίας 20.5.2024:

 

 «Εν πρώτοις θα πρέπει να τονιστεί ότι σύμφωνα με το Άρθρο 12 (11Α) του περί Ετήσιων Αδειών Μετ' Απολαβών Νόμου Ν8/1967, οποιαδήποτε απόφαση του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών υπόκειται σε έφεση βάσει οποιουδήποτε λόγου που συνεπάγεται νομικό σημείο μόνο. Όπως λέχθηκε στην Spinneys Cyprus Ltd v Χρίστου (2004) 1 Α.Α.Δ. 1883  λόγοι έφεσης που στόχο έχουν την ανατροπή των γεγονότων και των επ' αυτών ευρημάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου που περιβάλλουν τον τερματισμό της απασχόλησης εργοδοτούμενου δεν θα πρέπει να εξετάζονται, ακριβώς λόγω του πιο πάνω περιορισμού του δικαιώματος έφεσης σε νομικά σημεία μόνο. (βλ. και In re HjiCostas (1984) 1 C.L.R. 513Παναγιώτης Κουντουρίδης Λτδ ν Γεωργίου (2003) 1 Α.Α.Δ. 980). Όπως δε λέχθηκε στην Αντέννα ν Κωνσταντίνου (2010) 1 Α.Α.Δ. 392 λόγος έφεσης που στρέφεται κατά των ευρημάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς τα γεγονότα που περιβάλλουν τον τερματισμό της απασχόλησης δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι επί νομικού σημείου, όπως ούτε μπορεί Λόγος Έφεσης να θεωρηθεί ότι είναι επί νομικού σημείου όταν η αιτιολογία που παρέχεται προς υποστήριξη αυτού απολήγει σε αμφισβήτηση των ευρημάτων του Δικαστηρίου αναφορικά με τις περιβάλλουσες τον τερματισμό συνθήκες.

  Πιο πρόσφατα, με τις αποφάσεις στις Kallinika Developments Limited ν Γεωργίου, Πολ. Εφ. 383/14 ημερ. 12.10.2021, ECLI:CY:AD:2021:A451, ECLI:CY:AD:2021:A451, Πολλύς Γρηγορίου Λτδ ν Μιχαήλ Κονναφή, Πολ. Εφ. 321/12 ημερ. 25.1.2018, ECLI:CY:AD:2018:A44, Terra Santa College v Παπαπαρασκευά κ.α., Πολ. Εφ. 93/13 ημερ. 21.12.2020 και Ιερά Βασιλική και Σταυροπηγιακή Μονή Κύκκου ν Μιχάλη Κτίστη, Πολ. Εφ. 384/18 ημερ. 30.11.2023 διασαφηνίστηκε ότι δυνατότητα επέμβασης του Εφετείου επί της αξιολόγησης της μαρτυρίας από το Εργατικό Δικαστήριο είναι επιτρεπτή μόνο όπου η αξιολόγηση είναι προϊόν εσφαλμένης νομικής καθοδήγησης. Όπως αναφέρεται στην Terra Santa College (πιο πάνω):

 «Το τι συνθέτει νομικό σημείο, δεν είναι πάντα εύκολο να οριστεί και να προσδιοριστεί. Κατά τη νομολογία δεν φαίνεται να εντάσσονται στον όρο νομικό σημείο δικαστικά ευρήματα πρωτογενών γεγονότων (Παναγιώτης Κουντουρίδης Λτδ ν Γεωργίου (2003) 1(Β) ΑΑΔ 980, 983), σε αντίθεση με τα δικαστικά συμπεράσματα που βασίζονται επί των ευρημάτων αυτών (In Re HadjiCostas  (1984) 1 CLR 513, 519). Ως εξάγεται και από την Εκδοτικός Οίκος Δίας Δημόσια Λτδ ν Παπαχριστοδούλου (2006) 1(Α) ΑΑΔ 625, 629, δεν υπάρχει εξαντλητικός ορισμός του όρου νομικό σημείο. Ωστόσο, ο περί ου ο λόγος όρος εμφανίζεται να περιλαμβάνει, εφαρμογή του νόμου σε αναντίλεκτα γεγονότα, ερμηνεία και οριοθέτηση του νομοθετικού σκοπού, λανθασμένη άσκηση δικαστικής διακριτικής ευχέρειας ή διακριτικής εξουσίας με βάση λανθασμένες νομικές αρχές, δικαστική ενέργεια χωρίς μαρτυρία, συμπεράσματα που είναι αντίθετα ή δεν συνάδουν με την ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία αλλά και η άποψη του Δικαστηρίου επί πρωτογενών γεγονότων που δεν μπορεί ευλόγως να υποστηριχθεί. Κατ' ακολουθίαν, είναι σημαντικό να κατορθώνεται στην κάθε περίπτωση η διαφοροποίηση μεταξύ δικαστικού ευρήματος και δικαστικού συμπεράσματος, με το πεδίο πάντως να μην προσφέρεται για δογματικές προσεγγίσεις (βλ. γενικώς, Πολύβιος Γ. Πολυβίου, Το Εργατικό Δίκαιο της Κύπρου: Θεωρία και Πράξη, 2018, σελ. 780-785)».»

 

          Πλείστοι των λόγων έφεσης έχουν ως αντικείμενο συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, όμως, όχι ως αποτέλεσμα αξιολόγησης της μαρτυρίας και κατάληξης σε ευρήματα επί των γεγονότων. Ως τέτοιους τους εξετάζουμε.

 

          Ο πρώτος λόγος έφεσης, αιτιολογικά, προβάλλει το περιεχόμενο παραγράφου από την πρωτόδικη απόφαση, με την εισήγηση ότι δεν δικαιολογείται τέτοιο συμπέρασμα στη βάση του τι οι εφεσείοντες προτάσσουν στη μαρτυρία, το δικόγραφο και την επιστολή τερματισμού της απασχόλησης. Το δε σφάλμα αυτό του πρωτόδικου Δικαστηρίου επηρέασε την έκβαση της υπόθεσης.

 

          Δεν μας βρίσκει σύμφωνους η επιχειρηματολογία της πλευράς των εφεσειόντων. Δεν είναι ορθή η αποσπασματική αναφορά σε συγκεκριμένη τοποθέτηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Από το σκεπτικό της απόφασης, διαπιστώνεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέγραψε τις δικογραφημένες θέσεις των εφεσειόντων αναφορικά με τους λόγους απόλυσης του εφεσίβλητου, το περιεχόμενο της επιστολής τερματισμού και τη μαρτυρία του βασικού μάρτυρα των εφεσειόντων. Αυτή η μαρτυρία, διαπίστωσε ότι δεν ήταν σε πλήρη αρμονία με τις δικογραφημένες αυτές θέσεις. Δεν διαπιστώθηκε ότι η μαρτυρία δεν καλύπτετο από το δικόγραφο. Όντως, η ευρύτητα των δικογραφημένων ισχυρισμών και των αναφορών στην επιστολή τερματισμού, σε αντιπαραβολή με το τι ανέφερε σχετικά ο συγκεκριμένος μάρτυρας, σαφώς επιτρέπουν μια τέτοια αναφορά, χωρίς να διαπιστώνεται ότι αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα στην έκβαση της υπόθεσης, ως οι εφεσείοντες προβάλλουν.

 

          Αβάσιμος κρίνεται ο πρώτος λόγος έφεσης και απορρίπτεται.

 

          Αβάσιμο κρίνουμε και τον δεύτερο λόγο έφεσης, ο οποίος αιτιολογείται με βάση το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 3. Έχουμε ανατρέξει στο περιεχόμενο του Τεκμηρίου 3 και διαπιστώνουμε ότι δικαιολογεί πλήρως την επί του προκειμένου διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Είναι ακριβείς όλες οι σχετικές αναφορές του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με τις ανά εξάμηνο πωλήσεις και τις πωλήσεις των δύο τελευταίων μηνών πριν την απόλυση, δίδοντας βάση στη διαπίστωση του ότι δεν μπορεί να ισχύει ο ισχυρισμός του αναφερόμενου μάρτυρα ότι οι πωλήσεις του εφεσίβλητου ήταν συνεχώς πτωτικές.

 

          Απορρίπτεται και ο δεύτερος λόγος έφεσης.

 

          Κατά ανάλογο τρόπο είναι που στερείται ερείσματος τόσο ο τρίτος λόγος έφεσης, όσο και ο συναφής τέταρτος λόγος έφεσης. Στο επίκεντρο του υπό κρίση ζητήματος είναι το Τεκμήριο 24. Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξήγησε τα εξής:

 

«Ενώ ο κ.Κλάππας κατά την κυρίως εξέτασή του ισχυρίστηκε ότι την 2/8/12 δόθηκε προειδοποιητική επιστολή στον Αιτητή, Τεκμήριο 24, η εν λόγω επιστολή, παρόλο που φαίνεται να απευθύνεται στον Αιτητή, σε όλο το περιεχόμενό της δεν απευθύνεται σε πρώτο πρόσωπο προς τον Αιτητή.  Η εν λόγω επιστολή κάνει αναφορά στην εργασία του Αιτητή, αναφέρει ότι ο Αιτητής θα υποστεί τις συνέπειες κτλ., και συνεπώς με την εν λόγω επιστολή είναι ωσάν να γινόταν ενημέρωση τρίτων ατόμων για διαπιστώσεις του κ.Μυριανθόπουλου αναφορικά με επίσκεψή του στην Πάφο την 31/7/12, τόσο σε σχέση με την εργασία του Αιτητή αλλά και για την απόδοση κάποιου άλλου εργαζομένου, ήτοι του κ.Σάββα αλλά και για ειλημμένες αποφάσεις.  Συγκεκριμένα, το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 24, το οποίο είναι το μόνο που είναι στην αγγλική γλώσσα, έχει ως εξής:

«During the Paphos route carried out by Savvas Christodoulou & myself, we have encountered many dissatisfied customers regarding Mr.Kantas’s approach towards them. More specifically these customers were SNA Chris s/m, D.S Paphos s/m, PEA 37 & SNA Elias.

However, Savvas has had a very positive reaction from the above route and results are quite satisfactory in comparison with Mr.Kantas.

As seen during the visit, Mr.Kantas has had a very casual approach towards most of his customers. He has not presented all products available in the Clappas catalogue therefore leaving gaps in any possible sales. Even the merchandising associated with these customers is very poor.

For example, we encountered 5 pcs of Frico Edam Slices 150 g expired (17/7/2012) on the shelf of Yiannakis Vasiliou S/M in Chloraka. This position is unacceptable and Mr.Kantas will suffer the repercussions.»

Ο κ.Κλάππας ισχυρίστηκε ότι τον Αύγουστο του 2012 οι Καθ’ ων η αίτηση, μετά την τακτική εξέτασή των οικονομικών αποτελεσμάτων του τελευταίου εξαμήνου, αποφάσισαν να απολύσουν τον Αιτητή και ότι στο Τεκμήριο 3 που κατέθεσε φαίνονται οι πωλήσεις του Αιτητή μέχρι τον Αύγουστο του 2012 που απολύθηκε και μετά οι πωλήσεις του νέου πωλητή που ανέλαβε, ήτοι του κ.Χριστοδούλου.  Στο Τεκμήριο 24, το περιεχόμενο του οποίου παραθέσαμε αυτούσιο ανωτέρω, γίνεται αναφορά από τον κ.Μυριανθόπουλο σε επίσκεψη του στην Πάφο την 31/7/12 στην οποία συνοδεύτηκε από τον κ.Χριστοδούλου και σε πολύ θετική αντίδραση του εν λόγω ατόμου από την περιοδεία τους.  Συνεπώς, ο νέος πωλητής που ανέλαβε τα καθήκοντα του Αιτητή μετά την απόλυσή του, όπως ανέφερε ο κ.Κλάππας, συνόδευσε τον κ.Μυριανθόπουλο την 31/7/12 σε περιοδεία στην Επαρχία Πάφου και ο κ.Μυριανθόπουλος έκανε για αυτόν σχετικές διαπιστώσεις.  Είναι συνεπώς εύλογο το συμπέρασμα ότι οι Καθ’ ων η αίτηση είχαν από τότε αποφασίσει για την πορεία του Αιτητή, γι’ αυτό και στο εν λόγω Τεκμήριο αναφέρεται επιτακτικά ότι ο Αιτητής θα υποστεί τις συνέπειες και μάλιστα προκύπτει ότι οι Καθ’ ων η αίτηση αξιολόγησαν και εκπαίδευαν αντικαταστάτη του και συνεπώς δεν μπορούμε να πιστέψουμε τον ισχυρισμό του κ.Κλάππα ότι η απόφαση για απόλυση του Αιτητή έλαβε χώραν περί τα μέσα Αυγούστου του 2012 ή την 27/8/12.  Επίσης, δεν μπορούμε να δεχτούμε τη θέση του κ.Κλάππα ότι με το εν λόγω Τεκμήριο δίδεται προειδοποίηση προς τον Αιτητή ότι εάν συνεχίσει με αυτή τη στάση θα απολυθεί, εφόσον στο Τεκμήριο 24 αναγράφεται ότι ο Αιτητής επρόκειτο να υποστεί συνέπειες.» 

 

Δεν εντοπίζουμε σφάλμα, είτε στην προσέγγιση, είτε στην διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Δεν χρειάζεται να λεχθούν πολλά αφού το σκεπτικό του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ως ανωτέρω καταγράφεται, είναι κατατοπιστικό, αλλά και πλήρως δικαιολογημένο, υπό τις περιστάσεις. Δεν θεωρούμε ότι παρέχεται ευχέρεια για παρέμβαση μας. Η λογική των πραγμάτων, με βάση τα όσα αναφέρονταν στο εν λόγω τεκμήριο, δικαιολογούσε τη σχετική διαπίστωση.

 

Ούτε, όμως, διαπιστώνεται οποιαδήποτε αντίφαση με τη διαπίστωση ότι με το εν λόγω τεκμήριο δεν δίδεται προειδοποίηση στον εφεσίβλητο ότι εάν συνεχίσει με αυτή τη στάση θα απολυθεί. Είναι σαφές, από το περιεχόμενο της εν λόγω επιστολής, ότι δεν συνάδει με απευθυνόμενη προς τον εφεσίβλητο επιστολή. Περισσότερο περιγραφική γεγονότων παρουσιάζεται, με τελική αναφορά σε διαπίστωση ύπαρξης ληγμένου τυριού, κάτι το οποίο είναι απαράδεκτο και για το οποίο ο εφεσίβλητος θα υποστεί συνέπειες. Ουδόλως τέτοια αναφορά, είτε ως αποτέλεσμα λεκτικού, είτε περιεχομένου, συνάδει με προειδοποίηση προς τον εφεσίβλητο. Καθόλα επιτρεπτή και δικαιολογημένη προβάλλει η πρωτόδικη διαπίστωση και κρίση.

 

Οι λόγοι έφεσης 3 και 4 απορρίπτονται.

 

Αβάσιμος κρίνεται και ο πέμπτος λόγος έφεσης. Το ότι, κατά την απόλυση του, ο εφεσίβλητος ήταν σε άδεια αποτέλεσε δικό του ισχυρισμό ο οποίος έγινε αποδεκτός, εφόσον ο εφεσίβλητος κρίθηκε αξιόπιστος και η μαρτυρία του έγινε αποδεκτή.

 

Ο πέμπτος λόγος έφεσης απορρίπτεται.

 

Ο έκτος λόγος έφεσης αφορά στη διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν υπήρξε τελευταίο γεγονός. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέκτηκε ότι μία σειρά μικρών περιστατικών μπορούν σωρευτικά να αποτελέσουν βάση για απόλυση αν το τελευταίο γεγονός που οδηγεί στην απόλυση δηλώνει επιβεβαίωση συστηματικής συμπεριφοράς, όμως δεν βρήκε να υπήρξε τελευταίο γεγονός. Δεδομένου ότι, αιτιολογικά, ο λόγος έφεσης αυτός συνδέεται, από την πλευρά των εφεσειόντων, με τους λόγους έφεσης 1 και 2, το ως άνω αποτέλεσμα των εν λόγω λόγων έφεσης καθορίζει και το αποτέλεσμα του παρόντος λόγου έφεσης. Ως εξηγούνται, από το πρωτόδικο Δικαστήριο, τα όσα αποδίδονται στον εφεσίβλητο, όντως προβάλλει να ελλείπει αυτό το τελευταίο γεγονός που να καθιστούσε δικαιολογημένη την απόλυση του.

 

Απορρίπτεται και ο έκτος λόγος έφεσης.

 

Δεν μας βρίσκει σύμφωνους ούτε ο έβδομος λόγος έφεσης, ο οποίος αιτιολογείται στη βάση του επιχειρήματος ότι τυχόν ακρόαση δεν θα επηρέαζε το αποτέλεσμα της απόφασης για απόλυση.

 

Στη VOUROS HEALTHCARE LTD (ανωτέρω), λέχθηκε ότι:

«Στρεφόμενοι στον Λόγο Έφεσης 4 κρίνουμε χρήσιμο να παραθέσουμε το λεκτικό του Άρθρου 7 του Νόμου Κυρωτικού της Σύμβασης περί Τερματισμού της Απασχολήσεως Ν45/85 αυτούσιο: 

«Η απασχόληση εργαζομένου δεν πρέπει να τερματίζεται για λόγους σχετιζόμενους με τη συμπεριφορά του ή την εργασία του πριν να του δοθεί η δυνατότητα να υπερασπίσει τον εαυτό του από τις καταγγελίες που έχουν διατυπωθεί σε βάρος του, εκτός αν δεν μπορεί λογικά να αναμένεται από τον εργοδότη να του δώσει αυτή τη δυνατότητα». 

          Όπως λέχθηκε στην Κακοφεγγίτου ν Κυπριακές Αερογραμμές (2005) 1 Α.Α.Δ. 1478 η αρχή του Άρθρου 7 έχει τη θέση της στην διαπίστωση του ευλόγου της απόφασης για απόλυση. Παραθέτουμε το πιο κάτω απόσπασμα από την L. Papaphilippou & Co Ltd v Δήμητρας Λουκά (2014) 1 Α.Α.Δ. 1193:

«Όπως είναι νομολογημένο, η γνωστοποίηση των λόγων της απόλυσης μπορεί ακόμη και να παραλειφθεί, αν ο εργαζόμενος είναι εκ των πραγμάτων σε θέση να γνωρίζει απόλυτα την κατηγορία και, γενικότερα, τους λόγους της απόλυσης (Roberts and Ellison v. Short Bros and Harlon Ltd [1976] EAT 318/1976). Όπως τέθηκε από τη Δικαστική Επιτροπή της Βουλής των Λόρδων στην απόφαση West Midlands Cooperative Society Ltd v. Tipton [1986] W.C.R. 306, 316, η συζήτηση με τον εργοδοτούμενο μπορεί να παραλειφθεί μόνο εάν τα υπάρχοντα εναντίον του στοιχεία ομολογούνται από τον ίδιο ή είναι τόσο έκδηλα, ώστε να μη μπορούν αντικειμενικά να αμφισβητηθούν. Όπως, δε, εντοπίζεται στην απόφαση Κακοφεγγίτου (ανωτέρω), στις σελίδες 1483-1484:

«Στη διαπίστωση του εύλογου της απόφασης για απόλυση είναι που έχει τη θέση της η αρχή του Άρθρου 7, καθ' όσον συμπέρασμα βασισθέν σε στοιχεία, όσο αδιάσειστα και αν φαίνονται, που δεν έχουν απαντηθεί από τον υπάλληλο με την προβολή και της δικής του θέσης υπόκεινται σε ανάλογη αδυναμία και αμφιβολία.  Η παροχή της δυνατότητας στον υπάλληλο να υπερασπίσει τον εαυτό του και να προβάλει τη θέση του όμως δεν συναρτάται προς την τήρηση συγκεκριμένης διαδικασίας προνοούμενης σε κανονισμούς ή ταυτιζόμενης με πειθαρχικές διαδικασίες. Είναι, όπως ορθά αντελήφθη το Δικαστήριο, θέμα ουσίας.» 

Ο περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμος, ως νομοθέτημα κοινωνικού περιεχομένου, αποβλέπει στην προστασία του δικαιώματος εργασίας. Συνακόλουθα, και ως αποτέλεσμα της ανάγκης για πλήρη σεβασμό των δικαιωμάτων εργοδοτούμενου προτού ληφθεί απόφαση απόλυσής του, είναι επιτακτική η υποχρέωση τήρησης μιας σωστής διαδικασίας, στα πλαίσια της οποίας και θα πρέπει να παραχωρείται στον εργοδοτούμενο το δικαίωμα να ακουστεί και να αναπτύξει τις θέσεις του».»

 

          Καθ’ όλα ορθή και σε αρμονία με τη νομολογία κρίνεται η προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Εξέτασε κάθε παράμετρο αναλύοντας και απορρίπτοντας θέσεις των εφεσειόντων, ως προς προβαλλόμενους λόγους απόλυσης, ενώ ανέδειξε τη σημασία της ορθής έρευνας από πλευράς εργοδότη, αφού ακούσει τις θέσεις του εργοδοτούμενου. Ορθή κρίνεται η κρίση ότι «Όταν ένας εργοδότης απολύει εργοδοτούμενο του λόγω μειωμένων πωλήσεων, οφείλει πρώτα να διεξάγει ενδελεχή έρευνα για να διαπιστώσει τους ακριβείς λόγους πτώσης των πωλήσεων και φυσικά να ακούσει και τη θέση του εν λόγω εργαζομένου για να καταλήξει σε εύλογα συμπεράσματα σε σχέση με τυχόν υπαιτιότητα, κάτι που στην προκειμένη περίπτωση δεν έγινε και όχι να βασιστεί σε εικασίες ή πιθανότητες.» Ορθά, συνεπώς κρίθηκε ότι η απόλυση του εφεσίβλητου ήταν καταχρηστική, χωρίς οι εφεσείοντες να είχαν προβεί σε σοβαρή έρευνα πριν να λάβουν την απόφαση για απόλυση του.

 

          Ο έβδομος λόγος έφεσης απορρίπτεται.

 

          Συνακόλουθα των πιο πάνω, η παρούσα έφεση απορρίπτεται στην ολότητα της. Η πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται.

 

Επιδικάζονται εναντίον των  εφεσειόντων και υπέρ του εφεσίβλητου, €2.400.-, πλέον ΦΠΑ (εάν υπάρχει), ως έξοδα.

 

 

 

Α. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Π. 

 

 

 

 Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.  

 

 

 

Ι. ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο